5.3.2014 A7-0150/153 Τροπολογία 153 Graham Watson, Nils Torvalds εξ ονόµατος της Οµάδας ALDE Έκθεση A7-0150/2014 Krišjānis KariĦš, Judith Sargentini Πρόληψη της χρησιµοποίησης του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος για τη νοµιµοποίηση εσόδων από παράνοµες δραστηριότητες και τη χρηµατοδότηση της τροµοκρατίας COM(2013)0045 C7-0032/2013 2013/0025(COD) Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 παράγραφος 1 παράγραφος 1 σηµείο 3 στοιχείο στ Κείµενο που προτείνει η Επιτροπή (στ) παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών. Τροπολογία (στ) παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών. Με εξαίρεση τα καζίνα, τα κράτη µέλη δύνανται να αποφασίζουν τη συνολική ή µερική εξαίρεση ορισµένων υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών από τις εθνικές διατάξεις που µεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, βάσει του χαµηλού κινδύνου που ενέχει η φύση των υπηρεσιών σύµφωνα µε εκτιµήσεις κινδύνου. Πριν από την εφαρµογή οποιασδήποτε τέτοιας εξαίρεσης, το ενδιαφερόµενο κράτος µέλος ζητεί την έγκριση της Επιτροπής. Or. en Αιτιολόγηση Providers of gambling services can often offer both minimum-risk services, which should be allowed to apply for exemptions, and also high-risk services, which should be included in the scope. Therefore, allowing exemptions for whole operators is not in line with the risk based approach that is the core of the anti-money laundering directive. It could mean that if a whole service provider were exempt, even their high risk services would be exempt as well as their low risk services. It is not fair to both the small local provider offering gambling services that have either no or minimal risk of their services being used for money laundering as well as members of the public using this service for purely recreational means, that they should be targeted in the same manner as the large gambling provider. Such a burden could be disastrous for a small,
local provider. The Focus should be on the services provided, because it is in the service provided that the risks of money laundering lie, not in the provider itself. Risk-based approach is key in ensuring justified and proportionate measures to fight money laundering.
5.3.2014 A7-0150/154 Τροπολογία 154 Graham Watson, Nils Torvalds εξ ονόµατος της Οµάδας ALDE Έκθεση A7-0150/2014 Krišjānis KariĦš, Judith Sargentini Πρόληψη της χρησιµοποίησης του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος για τη νοµιµοποίηση εσόδων από παράνοµες δραστηριότητες και τη χρηµατοδότηση της τροµοκρατίας COM(2013)0045 C7-0032/2013 2013/0025(COD) Πρόταση οδηγίας Άρθρο 32 παράγραφος 2 α (νέα) Κείµενο που προτείνει η Επιτροπή Τροπολογία 2 α. Στο πλαίσιο των απαιτήσεων για την καταπολέµηση της νοµιµοποίησης εσόδων από παράνοµες δραστηριότητες για υπόχρεες οντότητες που είναι εγκατεστηµένες σε περισσότερα του ενός κράτη µέλη ή παρέχουν υπηρεσίες από ένα κράτος µέλος σε πρόσωπα που βρίσκονται σε άλλα κράτη µέλη, η αρµόδια αρχή της χώρας καταγωγής της κύριας εγκατάστασης της υπόχρεης οντότητας θα πρέπει να λειτουργεί ως η επικεφαλής αρµόδια αρχή για την εποπτεία της συµµόρφωσης από τις εν λόγω υπόχρεες οντότητες σε όλα τα κράτη µέλη σε συνεργασία µε τις αρµόδιες αρχές των χωρών υποδοχής. Or. en Αιτιολόγηση Στόχος της επικεφαλής αρχής είναι να διασφαλίζει ότι οι υπόχρεες οντότητες που δραστηριοποιούνται πέραν των συνόρων στην ΕΕ, δεν ασφυκτιούν λόγω περιττού κατακερµατισµού των νόµων και των πρακτικών µεταξύ των κρατών µελών, και να διασφαλίζει, επίσης, ότι κάθε απαίτηση συµµόρφωσης µε τις κείµενες διατάξεις είναι σαφής, αναλογική και οικονοµικά αποδοτική. Η υπηρεσία µίας στάσης θα παρείχε σαφήνεια για τις υπόχρεες οντότητες όσον αφορά τη Μονάδα Χρηµατοοικονοµικών Πληροφοριών στην οποία θα πρέπει να προωθούνται οι απαιτούµενες πληροφορίες.
5.3.2014 A7-0150/155 Τροπολογία 155 Graham Watson, Nils Torvalds εξ ονόµατος της Οµάδας ALDE Έκθεση A7-0150/2014 Krišjānis KariĦš, Judith Sargentini Πρόληψη της χρησιµοποίησης του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος για τη νοµιµοποίηση εσόδων από παράνοµες δραστηριότητες και τη χρηµατοδότηση της τροµοκρατίας COM(2013)0045 C7-0032/2013 2013/0025(COD) Πρόταση οδηγίας Άρθρο 10 α (νέο) Κείµενο που προτείνει η Επιτροπή Τροπολογία Άρθρο 10α Τα κράτη µέλη δύνανται, βάσει τεκµηριωµένου χαµηλού κινδύνου, να εξαιρούν υπόχρεες οντότητες από τη δέουσα επιµέλεια ως προς τον πελάτη όσον αφορά το ηλεκτρονικό χρήµα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ, εφόσον: (α) το µέσο πληρωµής δεν διαθέτει δυνατότητα επαναφόρτισης και το µέγιστο ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα 150 EUR (β) το µέσο πληρωµής διαθέτει δυνατότητα επαναφόρτισης, το ανώτατο ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα 500 EUR, το συνολικό ποσό συναλλαγής για χρονική περίοδο 12 µηνών δεν υπερβαίνει τα 1 500 EUR, και έχουν ληφθεί µέτρα προκειµένου να διασφαλίζεται η τήρηση αυτών των ορίων (γ) το µέσο πληρωµής χρησιµοποιείται αποκλειστικά για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών (δ) το µέσο πληρωµής δεν µπορεί να χρηµατοδοτηθεί µε ηλεκτρονικό χρήµα που δεν έχει επιβεβαιωθεί
(ε) απαγορεύεται η εξόφληση σε µετρητά και η ανάληψη µετρητών, εκτός εάν πραγµατοποιείται εξακρίβωση και έλεγχος της ταυτότητας του κατόχου, και εφαρµόζονται επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες σχετικά µε την εξόφληση σε µετρητά και την ανάληψη µετρητών, καθώς και υποχρεώσεις τήρησης αρχείου. Ένα κράτος µέλος δύναται να αυξήσει το όριο που τίθεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου, σε 500 EUR για µέσα πληρωµής που είναι δυνατό να χρησιµοποιηθούν µόνο στο εν λόγω κράτος µέλος. 2. Τα κράτη µέλη διασφαλίζουν ότι τα µέτρα δέουσας επιµέλειας ως προς τον πελάτη εφαρµόζονται πριν την εξόφληση της νοµισµατικής αξίας του ηλεκτρονικού χρήµατος, όταν αυτή υπερβαίνει τα 250 EUR. 3. Το παρόν άρθρο δεν εµποδίζει τα κράτη µέλη να επιτρέπουν στις υπόχρεες οντότητες να εφαρµόζουν απλοποιηµένα µέτρα δέουσας επιµέλειας ως προς τον πελάτη σε σχέση µε το ηλεκτρονικό χρήµα σύµφωνα µε το άρθρο 13, εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτό. Or. en Αιτιολόγηση The amendment seeks to re-instate reloadable e-money products, which are currently allowed under the 3rd anti-money laundering directive. If the option of reloading such e-money products were no longer available, they would become unattractive to consumers (with higher costs of buying every time a new non-reloadable product with very limited threshold and no withdrawal function), and there could be serious consequences on those residing in countries where bank accounts, banking services and products are still not easily accessible (due to administrative requirements or fees) and where these products serve the objectives of financial inclusion. As a consequence, many will have to turn to the usage of cash and away from the formal financial system, which is not the intended consequence of this Directive. Moreover, when it comes to achieving the objectives of this directive, reloadability and inoperability allow improved detection of usage patterns and transaction monitoring as
compared to non-reloadable products or cash. By comparison, the currently proposed directive text does not require any due diligence measures for cash transactions up to EUR 7,500. Therefore exemptions from the due diligence measure should be allowed for e-money products within an established threshold as it is the case with cash.