κ. Υφυπουργέ, κ. Πρόεδρε, Κυρίες και Κύριοι, Καταρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Κεντρική Ένωση Δήμων για την πρόσκληση να μιλήσω στο ειδικό συνέδριο σχετικά με το νέο θεσμικό πλαίσιο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Θα ήθελα επίσης να ζητήσω εκ των προτέρων συγνώμη για το γεγονός ότι είμαι αναγκασμένος να αποχωρήσω αμέσως μετά τις ομιλίες των επικεφαλής των παρατάξεων της ΚΕΔΕ, καθώς ανειλημμένες υποχρεώσεις με αναγκάζουν να επιστρέψω αυθημερόν στην Αθήνα. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, με την ιδιότητα του Προέδρου της Επιτροπής για την Αναθεώρηση του Θεσμικού Πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, να καταθέσω, με την αναγκαία συνοπτικότητα και συντομία, τις βασικές πλευρές της μεταρρύθμισης η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη με πρωτοβουλία του Υπουργείου Εσωτερικών. Το ζήτημα των αναγκαίων θεσμικών τομών στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, υπήρξε, όπως γνωρίζετε, επί μακρόν μεταξύ των βασικών προγραμματικών προτεραιοτήτων της παρούσας κυβέρνησης. Μία θέση αντιδημοφιλής στην αρχή, η οποία όμως πλέον - υπό το φώς και όλων όσων μεσολάβησαν - αποτελεί μάλλον κοινή διαπίστωση μεταξύ τόσο των τοπικών κοινωνιών, όσο και των αυτοδιοικητικών στελεχών, ανεξαρτήτως μάλιστα πολιτικής τοποθέτησης. Είναι γεγονός ότι η οικονομική και πολιτική κρίση έφερε στο προσκήνιο το αίτημα για περισσότερη και πραγματική δημοκρατία, για διαφάνεια και δημόσια λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα διοίκησης. Ανέδειξε την ανάγκη αντιμετώπισης χρόνιων παθογενειών και δημιουργίας μίας σύγχρονης, αποτελεσματικής και φιλικής προς τον πολίτη διοίκησης. Κατέστησε επιτακτική την επανεκκίνηση της οικονομίας, με ταυτόχρονη προστασία της κοινωνικής συνοχής και στήριξη των πιο αδύναμων. Μαζί όμως με τα προβλήματα, η κρίση έφερε στο προσκήνιο κοινωνικές δυνάμεις υγιείς και ζωντανές που κινητοποιούνται, οργανώνονται συλλογικά και αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες σε μια σειρά ζητήματα, με πρώτη την αλληλεγγύη και τις νέες μορφές παραγωγής και διάθεσης προϊόντων. Έτσι, η ίδια η κοινωνική πραγματικότητα ανέδειξε τις καθυστερήσεις, τα κενά, τα προβλήματα, τις στρεβλώσεις, τους αναχρονισμούς, τις αξιολογικές αντινομίες του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου, αλλά και τις δυνατότητες που ανοίγονται, σε έναν τομέα εξ ορισμού κοντά στην κοινωνία και τις ανάγκες της. [1]
Στο πλαίσιο αυτό, το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και η κυβέρνηση συνολικά πήρε την πρωτοβουλία να ανοίξει έναν διάλογο εφ όλης της ύλης με τους φορείς, αλλά και με τους πολίτες πάνω στο σύνολο των αυτοδιοικητικών ζητημάτων. Όπως ξέρετε, αποτέλεσε και αποτελεί συνειδητή πολιτική επιλογή ο τρόπος με τον οποίο συγκροτήθηκε η Επιτροπή για την Αναθεώρηση του Θεσμικού Πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με τον νόμο για το λεγόμενο «παράλληλο πρόγραμμα» της κυβέρνησης, όπως καθιερώθηκε στο δημόσιο λόγο να αποκαλείται. Μια Επιτροπή που από τη σύνθεσή της και μόνο δίνει το στίγμα των προθέσεων της κυβέρνησης, καθώς σ αυτή συμμετέχουν τα υπηρεσιακά στελέχη του Υπουργείου, που απολαμβάνουν της απόλυτης εμπιστοσύνης μας και αποτελούν τους φορείς της θεσμικής μνήμης, ειδικοί επιστήμονες και εμπειρογνώμονες που ασχολούνται υπό διαφορετικές οπτικές (νομικές, οικονομικές, κοινωνιολογικές κ.λπ.) με την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Και κυρίως μετέχουν οι ίδιοι οι εκπρόσωποι τόσο των εργαζόμενων στους Ο.Τ.Α., όσο και των αιρετών, με πλουραλιστική μάλιστα εκπροσώπηση. Βούλησή μας είναι στην Επιτροπή να ακουστούν όλες οι διαφορετικές προσεγγίσεις περί των αυτοδιοικητικών θεμάτων και το αποτέλεσμα των εργασιών της Επιτροπής να είναι πραγματικά κτήμα του κόσμου της Αυτοδιοίκησης. Επίσης, αποτελεί συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης και της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΣΔΑ το να ανοίξουμε μία συζήτηση εφ όλης της ύλης, ώστε να μπορούν και οι φορείς να θέσουν θέματα που κατά την άποψή τους πρέπει να αποτελούν κομμάτι της ατζέντας, αλλά και οι ειδικοί να εισφέρουν νέες ιδέες και επεξεργασίες. Μια επιλογή που δεν οφείλεται ούτε σε αμηχανία και απουσία προτάσεων από την πλευρά μας ούτε φυσικά σε «κρυφή ατζέντα», αλλά στη βούληση να κάνουμε μία ανοιχτή, επί της ουσίας και σε βάθος συζήτηση που δεν θα στηρίζεται σε προειλημμένες αποφάσεις και δεν θα λειτουργεί απλώς ως πρόφαση. Δεν έχουμε βέβαια αυταπάτες. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η μεταρρύθμιση την οποία σχεδιάζουμε υλοποιείται σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Ξέρουμε πολύ καλά ότι σε μας «πέφτει ο κλήρος» να προχωρήσουμε σε αλλαγές, τις οποίες αποζητά η κοινωνία, χωρίς να έχουμε την ευκολία να μοιράσουμε χρήματα, όπως στο παρελθόν, όπου πολλά εκατομμύρια ευρώ σπαταλήθηκαν σε υποτιθέμενες «μεταρρυθμίσεις» και «καινοτομίες» που πολύ αμφιβάλλω αν τις αντιλήφθηκε ποτέ κανείς. Αν και για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς η Αυτοδιοίκηση έχει εμπειρία και από άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν, όπου εξαγγέλθηκαν διάφορα προγράμματα χρηματοδότησης, με βαρύγδουπα ονόματα, τα οποία δεν υλοποιήθηκαν ποτέ. [2]
Από την πλευρά μας, λοιπόν, επιλέξαμε να προχωρήσουμε στην επεξεργασία των αλλαγών που είναι, κατά τη γνώμη μας, περισσότερο από ώριμες και απαραίτητες, έχοντας απόλυτη επίγνωση ότι λόγω των συνθηκών θα φτάσουμε μέχρι εκεί που μπορούμε και όχι πιθανόν μέχρι εκεί που ενδεχομένως θα θέλαμε. Από την πλευρά μας, η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Εσωτερικών έχουμε διατυπώσει τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές, τις "αιχμές" αν θέλετε της προωθούμενης αλλαγής, τόσο με τις τοποθετήσεις του αρμόδιου Υπουργού και το γενικό κείμενο στρατηγικής που έχει καταθέσει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΣΔΑ, όσο και με την εισήγηση την οποία παρουσίασα ως Πρόεδρος κατά την έναρξη των εργασιών της Επιτροπής. Αιχμή πρώτη είναι αναμφίβολα η διεύρυνση και η εμβάθυνση της δημοκρατικής και συμμετοχικής λειτουργίας των Ο.Τ.Α. Σε μία περίοδο που οι πολίτες δυσπιστούν όλο και περισσότερο και όχι άδικα προς τους θεσμούς, αποτελεί πρόκληση πρωτίστως για την ίδια την Αυτοδιοίκηση να φέρει ξανά την πολιτική, τη συμμετοχή και τον δημοκρατικό διάλογο στο προσκήνιο. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι η αναλογική συγκρότηση των Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων είναι υπερώριμο βήμα και θα αποτελέσει το θεσμικό πλαίσιο για τη διαμόρφωση κουλτούρας συνεργασιών και συναινέσεων. Πρόκειται για μία μεγάλη αλλαγή που ήδη προχωρά σε επίεπδο κεντρικού πολιτικού συστήματος και δεν επιτρέπεται σε αυτό ειδικά το θέμα η Αυτοδιοίκηση κινδυνεύει να γίνει ουραγός των κοινωνικών εξελίξεων. Επιπλέον, η αναμόρφωση των θεσμών ενδοδημοτικής αποκέντρωσης, παίρνοντας υπόψη τους λόγους που οδήγησαν μέχρι και σήμερα της δημοτικές και τοπικές κοινότητες σε περιορισμένη ανάπτυξη, θα αυξήσει το αίσθημα εγγύτητας του Δήμου στον πολίτη και, την ίδια στιγμή, θα βοηθήσει την υπέρβαση των παλιών διοικητικών ορίων και την ουσιαστική ενοποίηση των "Καλλικρατικών" Δήμων. Τέλος, η εισαγωγή πολύμορφων θεσμών άμεσης δημοκρατικής συμμετοχής των πολιτών, από τις πιο παραδοσιακές "λαϊκές συνελεύσεις" στο τοπικό μικροεπίπεδο, μέχρι τα τοπικά δημοψηφίσματα, αλλά κυρίως θεσμών διαβούλευσης και κοινωνικής λογοδοσίας και ελέγχου των αυτοδιοικητικών αρχών, θα δώσει θεσμική υπόσταση στην ήδη υπαρκτή κοινωνική τάση, θα φέρει πιο κοντά τους πολίτες στα δημοτικά ζητήματα και, σε τελική ανάλυση, θα ενισχύει την ίδια την ουσία της Αυτοδιοίκησης. Αιχμή δεύτερη, η αναβάθμιση της επιχειρησιακής ικανότητας, της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας στη λειτουργία των Δήμων και των Περιφερειών ως διοικητικών δομών. [3]
Είναι σαφές ότι οι Δήμοι και οι Περιφέρειες έχουν ήδη διανύσει μεγάλο δρόμο στην κατεύθυνση της ποιοτικότερης λειτουργίας τους και - με τη βοήθεια και συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων που προχωρούν από την πλευρά του Υπουργείου - αναμένεται να βελτιώσουν κι άλλο τις υποδομές και τη λειτουργικότητά τους. Ωστόσο, έχουμε τη γνώμη - και τουλάχιστον σε αυτό είμαι βέβαιος ότι υπάρχει συμφωνία - υπάρχουν ακόμη πολλά να γίνουν. Συνηθίζω να λέω - και επιτρέψτε μου τον προσωπικό τόνο - ότι η κακή ποιότητα των διοικητικών υπηρεσιών, το πρόβλημα της γραφειοκρατίας πλήττουν περισσότερο τους απλούς ανθρώπους, τους πιο αδύναμους, όλους εκείνους που δεν έχουν τη δυνατότητα ή τα χρήματα να στραφούν σε ιδιωτικές υπηρεσίες. Η αντιμετώπιση λοιπόν φαινομένων γραφειοκρατίας, καθυστερήσεων, κακοδιοίκησης, διαφθοράς δεν είναι ζήτημα "τεχνικό", αλλά βαθύτατα πολιτικό. Έτσι, μετά και από πέντε χρόνια εμπειρίας εφαρμογής του "Καλλικράτη", ανοίγουμε εκ νέου τη συζήτηση για τις αρμοδιότητες κάθε επιπέδου διοίκησης (ΟΤΑ α' και β' βαθμού, Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και Κεντρικό Κράτος). Στόχος μας είναι όχι απλώς η αποσαφήνισή τους, όπου υπάρχουν αμφιβολίες, και η απλοποίησή τους, όπου υπάρχουν επικαλύψεις, αλλά και μία ευρύτερη ανακατανομή τους, με τα εξής κριτήρια : Πρώτον, τη διαμόρφωση επιτελικού κράτους και την προώθηση της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. Δεύτερον, τις αρχές της επικουρικότητας και της εγγύτητας. Τρίτον, την αποφυγή πολυκερματισμού της κάθε θεματικής, του κάθε τομέα, ώστε η εξυπηρέτηση του πολίτη να εξαρτάται από ένα κάθε φορά κέντρο κατά περίπτωση. Τέταρτον, την υιοθέτηση της οπτικής του κύκλου των δημόσιων πολιτικών (σχεδιασμός, υλοποίηση, αξιολόγηση εφαρμογής), ώστε να είναι ξεκάθαρο ποιος σχεδιάζει, ποιος εφαρμόζει και ποιος ελέγχει και να δημιουργούνται συνέργειες μεταξύ των διαφορετικών βαθμίδων διοίκησης. Ξεκινάμε επίσης, στο πλαίσιο και του νέου ΕΣΠΑ, την προσπάθεια προτυποποίησης των διοικητικών διαδικασιών σε βασικούς θεματικούς τομείς δραστηριότητας των Ο.Τ.Α. Με τον τρόπο αυτό, κατά την ολοκλήρωση της συγκεκριμένης προσπάθειας, όχι μόνο θα έχει κατανεμηθεί ορθολογικά και με βάση τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς κανόνες η διοικητική ύλη, όχι μόνο θα είναι ξεκάθαρο ποιος κάνει τι, αλλά και κάθε διοικητική μονάδα θα είναι σε θέση να ασκεί τις αρμοδιότητές της μέσα από απλές, σαφείς και οριζόντια ομοιόμορφες πρότυπες διαδικασίες, που θα αποτρέπουν τις καθυστερήσεις, την ανασφάλεια δικαίου, τις αμφισβητήσεις και την αυθαιρεσία. Παράλληλα, όπως ξέρετε, καθιερώνουμε ένα αντικειμενικό σύστημα εποπτείας των Ο.Τ.Α., αποσυνδέοντας τους Δήμους και τις Περιφέρειες από τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και υπάγοντας την εποπτεία τους σε μία διακριτή υπηρεσία που θα διασφαλίζει την αντικειμενική, αλλά και ομοιόμορφη αντιμετώπιση των Ο.Τ.Α. και [4]
των αιρετών. Άλλωστε, όπως θυμάστε, μία από τις πρώτες επιλογές της παρούσας κυβέρνησης κατά την πρώτη ήδη θητεία της, ήταν να μην τοποθετήσει πολιτικά πρόσωπα ως Γενικούς Γραμματείς των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και να αντικαταστήσει το θεσμό με τον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που επιλέγεται μεταξύ των επιτελικών στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης. Όπως ίσως γνωρίζετε, μετά την απεμπλοκή της διαδικασίας συγκρότησης του ΑΣΕΠ και την επίτευξη της απαιτούμενης κοινοβουλευτικής συμφωνίας, η διαδικασία προχωράει και αναμένεται σύντομα να ολοκληρωθεί. Τέλος - σημείο εξαιρετικά σημαντικό - ανοίξαμε τη συζήτηση για την αντιμετώπιση των φαινομένων κακοδιοίκησης, διαπλοκής και διαφθοράς στους Ο.Τ.Α., στο πλαίσιο και των κατευθύνσεων της αντίστοιχης Εθνικής Στρατηγικής. Είναι γεγονός ότι στους Δήμους και τις Περιφέρειες έχει γίνει μεγάλη πρόοδος ως προς τη χρηστή και διαφανή λειτουργία τους και αυτό αποτυπώνεται και στη συνείδηση των πολιτών. Μέσω των θεσμών κοινωνικής λογοδοσίας, της ενοποίησης και απλοποίησης των επιβαλλόμενων ελέγχων, τον εκσυγχρονισμό του τρόπου οικονομικής διοίκησης και ταμειακής λειτουργίας, την επικαιροποίηση του θεσμικού πλαισίου για τα οικονομικά, θεωρούμε ότι μπορούμε να κάνουμε ακόμη ένα μεγάλο βήμα στην κατεύθυνση αυτή, αναβαθμίζοντας ακόμα περισσότερο την εμπιστοσύνη των πολιτών στο θεσμό. Αιχμή τρίτη, η μετατροπή των Δήμων και των Περιφερειών σε πρωταγωνιστές, αντίστοιχα, της κοινωνικής αλληλεγγύης και της δίκαιης ανάπτυξης. Έχοντας διαμορφώσει, με βάση τα δύο σημεία που προανέφερα, τις προϋποθέσεις για δημοκρατική, διαφανή και αποτελεσματική λειτουργία των Ο.Τ.Α., στόχος μας είναι να τους δώσουμε τα εργαλεία εκείνα ώστε να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην ικανοποίηση των δύο βασικότερων σήμερα προτεραιοτήτων της ελληνικής κοινωνίας. Η στήριξη αφενός των κοινωνικών δομών των Ο.Τ.Α. και η γενίκευση της αρμοδιότητάς τους στην άσκηση της κοινωνικής πολιτικής μέσα από πολύπλευρες πολιτικές και η θέσπιση αφετέρου καινοτόμων θεσμικών, χρηματοδοτικών και επιστημονικών εργαλείων που θα δώσουν στους Ο.Τ.Α. τη δυνατότητα να πρωτοστατήσουν στην τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη, να σχεδιάσουν δημοκρατικά για την περιοχή τους, να διαχειριστούν το μεγαλύτερο μέρος των κοινοτικών και εθνικών επενδυτικών πόρων και, κυρίως, να παίξουν ενεργό ρόλο και στη χάραξη και υλοποίηση της εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής, ολοκληρώνουν τις βασικές αιχμές που έχουμε θέσει ως Υπουργείο για τη μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Όπως ξέρετε, προχωρά η χάραξη της νέας εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής, με κεντρικό άξονα την έννοια της δίκαιης ανάπτυξης που συναρθρώνει την οικονομική μεγέθυνση με τη δίκαιη κατανομή των βαρών και των ωφελειών και τη στήριξη της κοινωνικής αλληλεγγύης. [5]
Η ανάδειξη της Αυτοδιοίκησης σε κεντρικό πυλώνα της αναπτυξιακής διαδικασίας, περνά μέσα από την καθιέρωση θεσμικών διαδικασιών συνέργειας τόσο με τα άλλα επίπεδα διοίκησης όσο και με τους οικονομικούς και κοινωνικούς φορείς. Διαδικασίες ζωντανές και αποτελεσματικές και όχι τυπικές και εν πολλοίς απονευρωμένες, όπως δυστυχώς εξελίχθηκαν οι Επιτροπές Διαβούλευσης του "Καλλικράτη". Επίσης, περνά μέσα από την αναζήτηση νέων, καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων - πέραν τη σταθεροποίησης και σταδιακής αποκατάστασης της κρατικής χρηματοδότησης των Ο.Τ.Α., όσο βελτιώνονται - και βελτιώνονται αισθητά - τα δημόσια οικονομικά, αλλά και μέσα από τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου για την αναπτυξιακή και κοινωνική αξιοποίηση της περιουσίας των Ο.Τ.Α. Η αρμόδια Θεματική Ομάδα, σε συνεργασία με το συναρμόδιο Υπουργείο, έχει ήδη παρουσιάσει μία πρώτη σειρά σκέψεων και επεξεργασιών στην τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής και προχωρά ήδη στην περαιτέρω εξειδίκευσή τους. Επιπλέον, στο ίδιο πλαίσιο και σε συνεργασία με το συναρμόδιο Υπουργείο φιλοδοξούμε να αναβαθμίσουμε την ποιότητα των κοινωνικών υπηρεσιών των Ο.Τ.Α. Και παράλληλα, να δώσουμε θεσμική υπόσταση στις πολυάριθμες πρωτοβουλίες και κινήσεις αλληλεγγύης που ανέκυψαν όλα τα τελευταία χρόνια "από τα κάτω", από τις ίδιες τις τοπικές κοινωνίες και να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο συνεργειών των κοινωνικών κινημάτων αλληλεγγύης με την πρωτοβάθμια, κυρίως, αυτοδιοίκηση. Όχι φυσικά στη λογική της αμοιβαίας υποκατάστασης ή του "καπελώματος" αυτών, αλλά με την έγνοια της κινητοποίησης όλων των δυνάμεων στην κατεύθυνση της ανακούφισης των ασθενέστερων συμπολιτών μας και της ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής. Τέλος, επιτρέψτε μου δύο λέξεις για ένα τεράστιο θέμα στο οποίο θα άξιζε να αφιερωθεί ειδικό συνέδριο. Επιδιώκουμε οι Ο.Τ.Α. να παίξουν ενεργό και πρωταγωνιστικό ρόλο στην προαγωγή της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, όχι μόνο υποστηρίζοντας τους φορείς της, όχι μόνο εντάσσοντάς την ως σημαντικό τμήμα της αναπτυξιακής στρατηγικής κάθε περιοχής, αλλά και διαμορφώνοντας μαζί τους συνέργειες προς όφελος των τοπικών κοινωνιών. Συνέργειες, όμως, και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, οι οποίες δεν αφορούν επουδενί την υποκατάσταση των Δήμων και των υπηρεσιών τους από τους φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας, ως προθάλαμο της εκχώρησης σε ιδιώτες. Κυρίες και κύριοι, Θα μπορούσα να συνεχίσω παρουσιάζοντας κι άλλες πλευρές των επεξεργασιών της Επιτροπής. Είμαι άλλωστε εξαιρετικά χαρούμενος για το γεγονός ότι οι επεξεργασίες αυτές είναι πλούσιες και καλύπτουν ολόκληρο το φάσμα των αυτοδιοικητικών θεμάτων - θεσμική συγκρότηση, λειτουργία, οικονομική διοίκηση, χρηματοδότηση, προσωπικό και ρόλος - αποδεικνύοντας ότι ήταν [6]
σωστή η επιλογή να ανοίξουμε τη συζήτηση, θέτοντας πολιτικές προτεραιότητες, ως αιχμές, αλλά μη περιορίζοντάς τη σε αυτές και δίνοντας τη δυνατότητα, στα στελέχη του Υπουργείου, τους ειδικούς, αλλά και τους αυτοδιοικητικούς φορείς και τους πολίτες, να εμπλουτίσουν τον προβληματισμό. Δεν θα σας κουράσω ωστόσο περισσότερο, καθώς έτσι κι αλλιώς ακολουθούν οι εκπρόσωποι της ΚΕΔΕ και στην Επιτροπή και στις επιμέρους Θεματικές Ομάδες που μπορούν να σας ενημερώσουν αναλυτικά. Άλλωστε, έχω τη γνώμη ότι αυτό που είναι το σημαντικότερο σε αυτό το συνέδριο δεν είναι η ενημέρωση. Φαντάζομαι ότι όλοι και όλες, ως αιρετοί και στελέχη πρώτης γραμμής της Αυτοδιοίκησης, είστε εξαιρετικά ενημερωμένοι. Αυτό που προέχει - και που πρέπει να σας πω ότι αναμένουμε με εξαιρετικό ενδιαφέρον, όχι μόνο η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΣΔΑ, αλλά και όλες οι Θεματικές Ομάδες και η Επιτροπή - είναι να καταλήξει η πρωτοβάθμια Αυτοδιοίκηση στις θέσεις και τις προτάσεις της για την εν εξελίξει μεταρρύθμιση. Πριν κλείσω, επομένως, θα ήθελα να καταθέσω για ακόμη μια φορά τη διάθεση και εμού προσωπικά, ως προέδρου της Επιτροπής, αλλά και συνολικά της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΣΔΑ, να συνεργαστούμε αρμονικά και με αμοιβαίο σεβασμό με τους αιρετούς της Αυτοδιοίκησης στην προσπάθεια που καταβάλουμε, με τη βεβαιότητα ότι βρισκόμαστε στο ίδιο μετερίζι και μοιραζόμαστε τις ίδιες αγωνίες. Και, θα ήθελα, αν μου επιτρέπετε, να καταθέσω και την ευχή να προκύψει από τις εργασίες του συνεδρίου σας ουσιαστικό αποτέλεσμα, που θα αφουγκράζεται τις διαθέσεις ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Διότι, γνωρίζετε πολύ καλά ότι από τις τομές και τις ρήξεις που θα τολμήσουμε ή δεν θα τολμήσουμε να κάνουμε, δεν κρίνεται μόνο η κυβέρνηση, η οποία έχει και την πρωτοβουλία της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, αλλά ολόκληρο το πολιτικό και θεσμικό σύστημα της χώρας. Και είμαι αισιόδοξος ότι δεν θα απογοητεύσουμε τους Έλληνες πολίτες. Σας εύχομαι καλή επιτυχία στις εργασίες σας. Σας ευχαριστώ. [7]