Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗ ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΛΟΥ ΙΑ ιονύσης Λατινόπουλος & Γιάννης Μυλόπουλος Τµήµα Πολιτικών Μηχανικών Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης Θεσσαλονίκη, 54124 KEYWORDS: Οικονοµική αξιολόγηση, αρδευτικό νερό, χωρική ζήτηση, τιµολόγηση ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η αποτίµηση της αξίας του αγροτικού νερού, της χωρικής µεταβλητότητάς της στα όρια µιας λεκάνης απορροής και της συσχέτισης της αξίας αυτής µε τη χωρική µεταβολή της ζήτησης νερού µπορεί να χρησιµοποιηθεί για την εξαγωγή σηµαντικών συµπερασµάτων σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες µιας µελλοντικής εφαρµογής της τιµολόγησης του αρδευτικού νερού - όπως αυτή ορίζεται από την Οδηγία Πλαίσιο και τη νέα εθνική νοµοθεσία. Η έµµεση µέθοδος που εφαρµόζεται για την οικονοµική αξιολόγηση του αγροτικού νερού είναι η µεταβολή του καθαρού κέρδους που προκύπτει από τη διαφορά της αξίας των βέλτιστων δυνάµενων µη αρδευόµενων και των υφιστάµενων αρδευόµενων καλλιεργειών στην περιοχή µελέτης ECONOMIC VALUATION OF IRRIGATION WATER: A CASE STUDY IN LOUDIAS RIVER BASIN Dionysis Latinopoulos & Yannis Mylopoulos Department of Civil Engineering Aristotle University of Thessaloniki Thessaloniki, GR 541 24, Greece KEYWORDS: Economic valuation, irrigation water, spatial demand, water pricing ABSTRACT In order to infer some important conclusions concerning the potentiality of a future application of irrigation water pricing (as determined in European Water Framework Directive and Greek Legislation) it is essential, among others, to assess the value of irrigation water, the spatial variability of water values in the boundaries of a river basin, as well as the correlation of those values with significant changes in spatial demand for irrigation water. For these reasons, an indirect valuation method, called change in net income has been applied in the study area. This method estimates the value of water according to the change in net income between the current irrigated crops and the most economic efficient scheme of dry farming. 1
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σύµφωνα µε την κλασική οικονοµική θεωρία, όταν ένα αγαθό (ή ένας φυσικός πόρος) υπάρχει σε απεριόριστη διαθεσιµότητα, χαρακτηρίζεται ως ελεύθερο αγαθό το οποίο δεν υπόκειται στους νόµους της αγοράς και εποµένως δεν έχει καµία οικονοµική αξία. Αυτή ήταν ως σχετικά πρόσφατα και η επικρατούσα αντίληψη για το νερό - και όχι άδικα - καθώς υπήρχε, τουλάχιστον στον δυτικό κόσµο, σε σχετική αφθονία. Καθώς όµως τα τελευταία χρόνια, η φυσική προσφορά του νερού σε σύγκριση µε τη ζήτησή του παρουσιάζει ολοένα και αυξανόµενη σπανιότητα, το νερό είναι φυσιολογικό να αποκτάει πλέον σηµαντική οικονοµική αξία [1]. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η εκτίµηση της αξίας αυτής µε ειδική εφαρµογή στη γεωργία και το αγροτικό νερό. Το τελευταίο, δεν συνιστά, όπως η ύδρευση, υπηρεσία κοινής ωφέλειας αλλά αποτελεί ουσιαστικά ένα ενδιάµεσο αγαθό παραγωγής γεωργικών προϊόντων µε µεγάλη προστιθέµενη αξία στο γεωργικό εισόδηµα και µε σαφώς µεγαλύτερη ευαισθησία της ζήτησής του - σε σχέση µε τις υπόλοιπες χρήσεις του νερού - στις διάφορες µεταβολές της τιµής του. Ένας από τους λόγους που δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην περίπτωση του αγροτικού νερού είναι καταρχήν ότι η γεωργία αποτελεί τον µεγαλύτερο καταναλωτή νερού τόσο σε παγκόσµιο επίπεδο, όσο και στην Ελλάδα, όπου το ποσοστό ζήτησης νερού για αρδευτικούς σκοπούς ξεπερνάει το 85% της συνολικής ζήτησης. Λαµβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι η περίοδος άρδευσης συµπίπτει µε την περίοδο της µικρότερης φυσικής προσφοράς νερού γίνεται εύκολα αντιληπτή η αναγκαιότητα της οικονοµικής αποτίµησης της αξίας του. Με την αποτίµηση αυτή θα αναδειχθεί και η οικονοµική συνεισφορά του νερού στην αξία της γεωργικής παραγωγής, έτσι ώστε να µη γίνεται υπερεκτίµησή της, η οποία πιθανώς να οδηγήσει σε αυξηµένη κατανάλωση νερού και σε µικρή οικονοµική αποτελεσµατικότητα. Η εύρεση της αξίας του αγροτικού νερού µπορεί επίσης να συµβάλει και στην εξαγωγή σηµαντικών συµπερασµάτων σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες µιας µελλοντικής εφαρµογής της τιµολόγησης, όπως αυτή ορίζεται από την Ευρωπαϊκή Οδηγία Πλαίσιο για το Νερό [2] και τη νέα εθνική νοµοθεσία [3]. Μια τέτοια τιµολόγηση θα πρέπει να στηρίζεται σε τιµές που να αντανακλούν την πραγµατική αξία του συγκεκριµένου φυσικού πόρου µε σκοπό την όσο το δυνατόν πιο ορθολογική και αποτελεσµατική χρήση του. Ταυτόχρονα, το εύρος των τιµών του νερού δεν θα πρέπει να θέτει σε κίνδυνο το αγροτικό εισόδηµα, όπως π.χ. µπορεί να συµβεί αν το κόστος του νερού αποβεί µεγαλύτερο από την επιθυµία των γεωργών για πληρωµή. Στο πλαίσιο µιας ολοκληρωµένης διαχείρισης των υδατικών πόρων η τιµή του αγροτικού νερού είναι σκόπιµο, πέρα των άλλων, να αποτελεί και ένα εναλλακτικό κόστος χρήσης του νερού σε σχέση µε το νερό της βιοµηχανικής και της αστικής χρήσης και αντιστρόφως. Για τον λόγο αυτό, σε συνθήκες ανταγωνισµού µεταξύ των διαφορετικών χρήσεων του νερού, απαιτείται µια σωστή αποτίµηση της αξίας του σε κάθε χρήση ξεχωριστά. 2. ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ Σε αυτό το σηµείο, και πριν περιγραφεί αναλυτικά η µεθοδολογία υπολογισµού της αξίας του αγροτικού νερού, κρίνεται σκόπιµο να οριστεί η συγκεκριµένη έννοια. Σύµφωνα λοιπόν µε τον Young [4], ως αξία του αρδευτικού νερού ορίζεται το ανώτατο ποσό το οποίο είναι διατεθειµένος να πληρώσει ένας πλήρως ενηµερωµένος γεωργός για µια επιπλέον ποσότητα νερού. Αυτή η επιθυµία για πληρωµή, όπως φαίνεται στη συνέχεια, είναι δυνατόν να παρασταθεί γραφικά µε µια καµπύλη ζήτησης η οποία θα συνδέει την ποσότητα νερού που καταναλώνει ένας γεωργός µε ένα εύρος πιθανών τιµών. 2
Η εκτίµηση της αξίας του νερού, όπως αυτή ορίζεται παραπάνω, είναι δυνατόν να γίνει µε τη βοήθεια διάφορων έµµεσων και άµεσων µεθόδων αποτίµησης. Στη συγκεκριµένη εργασία επιλέχτηκε η µέθοδος της µεταβολής του καθαρού κέρδους (change in net-income), η οποία σε αντίθεση µε ορισµένες πιο διαδεδοµένες µεθόδους (π.χ. ηδονιστική µέθοδος, µέθοδος εξαρτηµένης αξιολόγησης) χρησιµοποιείται για την αποτίµηση του νερού µόνο όταν αυτό έχει την ιδιότητα του συντελεστή παραγωγής, δηλαδή µόνο όταν αποτελεί ενδιάµεσο προϊόν. Η µεταβολή του καθαρού κέρδους αποτελεί ειδική περίπτωση µιας γενικότερης µεθόδου εκτίµησης της αξίας του νερού ως ενδιάµεσου πόρου για την παραγωγή άλλων αγαθών, η οποία ονοµάζεται υπολειµµατική αποτίµηση (residual valuation). Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρµογή της υπολειµµατικής µεθόδου είναι η σωστή εκτίµηση της προστιθέµενης αξίας κάθε παραγωγικού πόρου στη διαδικασία παραγωγής. Έτσι, αν µπορούν να χρησιµοποιηθούν κατάλληλες τιµές για όλες τις εισροές εκτός από µια (το νερό στη συγκεκριµένη περίπτωσή), το υπόλοιπο της συνολικής αξίας του προϊόντος αποδίδεται σ αυτήν, δηλαδή στην υπολειπόµενη εισροή [5]. Η παραπάνω µέθοδος µπορεί να χρησιµοποιηθεί στην αγροτική οικονοµία µόνο σε περιπτώσεις µονοκαλλιέργειας. Αντίθετα, όταν εξετάζεται ένα σχέδιο παραγωγής µε πολλές καλλιέργειες ή µια ευρύτερη γεωργική περιοχή, χρησιµοποιείται η µέθοδος της µεταβολής του καθαρού κέρδους. Σύµφωνα µε αυτήν, η επιθυµία για πληρωµή ενός γεωργού σε µια δεδοµένη αύξηση της ποσότητας του νερού θεωρείται ίση µε τη µεταβολή του γεωργικού εισοδήµατος που συνεπάγεται αυτή η αύξηση του νερού. Η συγκεκριµένη µέθοδος προτείνεται κυρίως για περιοχές στις οποίες το νερό συνεισφέρει σε σηµαντικό βαθµό στην αξία των παραγόµενων γεωργικών προϊόντων, έτσι ώστε να αποφεύγονται, κατά το δυνατόν, σηµαντικές αποκλίσεις από την πραγµατική αξία που µπορεί να προκύψουν όταν κάποια εισροή δεν ληφθεί υπόψη ή υπολογιστεί λανθασµένα [4]. Η µέθοδος της µεταβολής του καθαρού κέρδους επιλέχτηκε λοιπόν στη συγκεκριµένη εργασία επειδή το χωρικό επίπεδο µελέτης περικλείει µια ολόκληρη λεκάνη απορροής (σύµφωνα µε την Ευρωπαϊκή Οδηγία Πλαίσιο για το Νερό), στην οποία µάλιστα υπάρχει πληθώρα διαφορετικών καλλιεργειών, οι περισσότερες από τις οποίες αρδεύονται (Σχήµα 1). Αξίζει ακόµα να υπογραµµιστεί ότι µε βάση τα αποτελέσµατα µετα-ανάλυσης που πραγµατοποιήθηκε (από την ανάλυση υφιστάµενων µελετών οικονοµικής αποτίµησης του αγροτικού νερού) για την εκτίµηση των διαφόρων παραµέτρων που επηρεάζουν την αξία του αγροτικού νερού [6], φαίνεται πως η µέθοδος που επιλέχτηκε δεν προϊδεάζει για κάποια υπερεκτίµηση ή υποεκτίµηση της αξίας του αρδευτικού νερού. Η µεταβολή του καθαρού κέρδους συνήθως εφαρµόζεται στην αξιολόγηση ενός αρδευτικού δικτύου που πρόκειται να κατασκευαστεί, υπολογίζοντας τη δυνητική προστιθέµενη αξία του νερού στο ήδη υπάρχον γεωργικό εισόδηµα [7], [8]. Στην παρούσα εργασία ωστόσο, ακολουθήθηκε µια αντίστροφη διαδικασία, καθώς στην περιοχή µελέτης υπάρχουν πλήρως εγκατεστηµένα µεγάλα αρδευτικά δίκτυα τα οποία λειτουργούν εδώ και δεκαετίες. Έτσι, η µεταβολή του καθαρού κέρδους χρησιµοποιείται για τον υπολογισµό της αξίας του νερού στο πλαίσιο µιας πιθανής απώλειας γεωργικού εισοδήµατος εξαιτίας της παύσης των αρδεύσεων και της χρησιµοποίησης ξηρικών καλλιεργειών. Ο λόγος που προτιµήθηκε αυτού του είδους η ανάλυση είναι γιατί θεωρήθηκε πιο χρήσιµο αλλά και µεθοδολογικά πιο ορθό να γίνει µε µια εκ των προτέρων αποτίµηση της απολεσθείσας αξίας του νερού εξαιτίας µιας µεταγενέστερης πολιτικής µείωσης των αρδεύσεων παρά µια εκ των υστέρων αποτίµηση αρδευτικών δικτύων που λειτουργούν στην περιοχή εδώ και πολλά χρόνια. Έστω λοιπόν πως σε µια περιοχή j η µεταβολή (αύξηση) του καθαρού κέρδους των γεωργικών εκµεταλλεύσεων εξαιτίας της άρδευσης συµβολίζεται µε INPA j ( ) και οι συνολικές απαιτήσεις σε 3
νερό των αρδευόµενων καλλιεργειών µε ΤCWR j (m 3 ). Στην περιοχή αυτή η ανά µονάδα όγκου νερού αξία του αγροτικού νερού (WVAL j ), εκφρασµένη σε / m 3 θα προκύπτει από τη σχέση: WVAL j = ΙΝΡΑ j /ΤCWR j (1) Για την εκτίµηση της µεταβολής του καθαρού κέρδους των γεωργικών εκµεταλλεύσεων (INPA j ) πρέπει πρώτα να υπολογιστούν οι µεταβολές εξαιτίας της άρδευσης δύο άλλων µεγεθών: α) της ακαθάριστης προσόδου (ΙBPA j ) και β) των δαπανών των γεωργικών εκµεταλλεύσεων (CPA j ) [7]: INPA j = IBPA j CPA j (2) Όσον αφορά τη µεταβολή της ακαθάριστης προσόδου µιας περιοχής j, αυτή προκύπτει από την παρακάτω σχέση, στην οποία παραλείπεται ο δείκτης j για απλότητα στους υπολογισµούς: n IBPA = (RR SR PR RS SS PS ) i= 1 i i i i i i (3) όπου: i = Είδος καλλιέργειας (i =1,..,n, όπου n το σύνολο των καλλιεργειών) RR = Απόδοση αρδευόµενων καλλιεργειών (kg/στρέµµα) SR = Έκταση αρδευόµενων καλλιεργειών (στρέµµατα) PR = Τιµή αρδευόµενων καλλιεργειών ( /kg) RS = Απόδοση ξηρικών καλλιεργειών (kg/στρέµµα) SS = Έκταση ξηρικών καλλιεργειών (στρέµµατα) PS = Τιµή ξηρικών καλλιεργειών ( /kg) Αντίστοιχα, στην ίδια περιοχή j υπολογίζεται και η µεταβολή των δαπανών των γεωργικών εκµεταλλεύσεων: n CPA = (CR SR CS SS ) i= 1 i i i i όπου: CR = απάνες αρδευόµενων καλλιεργειών ( /στρέµµα) CS = απάνες ξηρικών καλλιεργειών ( /στρέµµα) (4) Πρέπει να τονιστεί ότι τα µεγέθη που αφορούν τις αρδευόµενες καλλιέργειες (εκτάσεις, αποδόσεις, τιµές, δαπάνες) είναι τα πραγµατικά µεγέθη της υφιστάµενης κατάστασης, όπως προέκυψαν από στοιχεία παραγωγών καθώς και από στοιχεία των τοπικών ιευθύνσεων Γεωργίας, της Στατιστικής Υπηρεσίας και της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Όσον αφορά όµως τις ξηρικές καλλιέργειες, αυτές επιλέχτηκαν έπειτα από την εφαρµογή γραµµικού προγραµµατισµού στην µήτρα του οποίου εισήχθηκαν οι οικονοµικά πιο αποδοτικές αλλά και συµβατές µε το φυσικό περιβάλλον και τις συνθήκες της αγοράς ξηρικές καλλιέργειες. Η αντικειµενική συνάρτηση του µοντέλου αυτού επεδίωκε τη µεγιστοποίηση του συνολικού ακαθάριστου κέρδους (ΒS) σε, όπως αυτό ορίζεται από την εξίσωση: BS = BS SS i i i (5) όπου BS i είναι το ακαθάριστο κέρδος ( /στρέµµα) από την καλλιέργεια i. 4
Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται οι κυριότερες καλλιέργειες στα δύο διαφορετικά καλλιεργητικά σενάρια. Σχήµα 1: Οι κυριότερες καλλιέργειες και η εντατικότητα άρδευσης ανά δήµο στην περιοχή µελέτης ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Υφιστάµενο αρδευόµενο και βέλτιστο µη αρδευόµενο σχέδιο παραγωγής Υφιστάµενες αρδευόµενες καλλιέργειες (R i ) Βαµβάκι ποτιστικό Ρύζι Καλαµπόκι Ροδακινιές Τεύτλα Μηδική Λοιπά έντρα Βιοµηχανική Ντοµάτα Κηπευτικά Σιτάρι σκληρό Καπνός ποτιστικός Σπαράγγια υνητικές ξηρικές καλλιέργειες (S i ) Βαµβάκι ξηρικό Σιτάρι µαλακό Κριθάρι Ελιές Όσπρια Βίκος για σανό Βερίκοκα όψιµα Αρακάς Μπάµιες ξηρικές Σιτάρι σκληρό Καπνός ξηρικός Αµπέλια 5
3. ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 3.1 Περιγραφή περιοχής µελέτης Η περιοχή µελέτης περιλαµβάνει τη λεκάνη του Λουδία η οποία έχει συνολική έκταση περίπου 1440 χιλιάδων στρεµµάτων. Εκτείνεται στους νοµούς Ηµαθίας, Πέλλας και Θεσσαλονίκης και περιλαµβάνει και εκτάσεις της ευρύτερης περιοχής του έλτα Αξιού Λουδία Αλιάκµονα, οι οποίες προστατεύονται από διεθνείς περιβαλλοντικές συµφωνίες (Ramsar, Natura 2000). Το µεγάλο µέγεθος της περιοχής και ο αγροτικός της χαρακτήρας την καθιστούν αντιπροσωπευτική για τη φύση του εξεταζόµενου προβλήµατος. Η γεωργία είναι η πιο σηµαντική οικονοµική δραστηριότητα της περιοχής. Συνολικά καλλιεργούνται 992 χιλιάδες στρέµµατα από τα οποία περίπου το 90% αρδεύεται. Οι κυριότερες καλλιέργειες, όπως φαίνονται και στο Σχήµα 1, είναι το βαµβάκι, το ρύζι, το καλαµπόκι, οι ροδακινιές, τα τεύτλα και η µηδική. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι αρδεύσεις στο νότιο τµήµα της λεκάνης (περίπου 600 χιλιάδες στρέµµατα) πραγµατοποιούνται από ένα οργανωµένο αρδευτικό δίκτυο του οποίου η λειτουργία και συντήρηση ανήκει στον Γενικό Οργανισµό Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ) της πεδιάδας Θεσσαλονίκης. Στις περιοχές αυτές η προσφορά νερού είναι αρκετά µεγάλη καθώς υπάρχουν σηµαντικές ετήσιες απολήψεις νερού από τον Αξιό και τον Αλιάκµονα που προορίζονται για την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών της περιοχής αυτής. Αντίθετα στο βόρειο τµήµα της λεκάνης οι αρδεύσεις γίνονται από µικρότερα δίκτυα και από ιδιωτικές γεωτρήσεις. Αυτή η διαφοροποίηση είναι απαραίτητο να εξεταστεί στο πλαίσιο της πολιτικής τιµολόγησης που στοχεύει στην πλήρη ανάκτηση του κόστους του νερού [2], σύµφωνα µε την οποία πρέπει να λαµβάνεται υπόψη και το κόστος σε υδατικούς πόρους (κόστος εξαιτίας της µείωσης των υδατικών πόρων πέρα από τον φυσικό ρυθµό ανανέωσης). Ωστόσο, η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στον υπολογισµό της χρηµατικής αξίας του αγροτικού νερού και της χωρικής της διαφοροποίησης στα όρια της λεκάνης απορροής. Οι τιµές που θα προκύψουν είναι δυνατόν να αποτελέσουν τη βάση για την περαιτέρω έρευνα και τον συνυπολογισµό της περιβαλλοντικής αξίας στη συνολική αξία του αγροτικού νερού 3.2 Εφαρµογή της µεθόδου αποτίµησης µε τη βοήθεια γεωγραφικών συστηµάτων πληροφοριών Στην προηγούµενη ενότητα περιγράφηκε αναλυτικά η µεθοδολογία υπολογισµού της αξίας του αγροτικού νερού µε τη µέθοδο της µεταβολής του καθαρού κέρδους. Η µέθοδος αυτή θα µπορούσε να εφαρµοστεί συνολικά για το επίπεδο της λεκάνης απορροής και να κατέληγε σε µια µέση αξία. Όµως σε µια τόσο µεγάλη έκταση ο υπολογισµός της µέσης αξίας του νερού δε θα είχε πρακτικό ενδιαφέρον. Αντίθετα, µια πολιτική διαχείρισης των υδατικών πόρων, που εξασφαλίζει την αποτελεσµατική και κοινωνικά δίκαιη κατανοµή των υδατικών πόρων σε συνδυασµό και µε την πιθανή µελλοντική προοπτική της τιµολόγησης, επιβάλλουν µια πιο λεπτοµερή ανάλυση που θα γίνεται µεν στα πλαίσια µιας λεκάνης απορροής αλλά θα εξετάζει και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των επί µέρους υποπεριοχών. Για τον λόγο αυτό πραγµατοποιήθηκε συνδυασµένη χρήση της µεθόδου της µεταβολής του καθαρού κέρδους και των γεωγραφικών συστηµάτων πληροφοριών. Άλλωστε, σύµφωνα µε τον Bateman [9], η δηµιουργική χρήση του χώρου είναι αυτή που έδωσε το κίνητρο για την ενσωµάτωση των τεχνικών των γεωγραφικών συστηµάτων πληροφοριών στην επιστήµη της οικονοµίας του περιβάλλοντος και της αποτίµησης των φυσικών πόρων. Πρέπει να σηµειωθεί πως ο όρος δηµιουργική χρήση αναφέρεται στην ανάπτυξη εκείνων των τεχνικών και µεθόδων µέσω των οποίων εξάγονται κρίσιµα συµπεράσµατα από τα χωρικά δεδοµένα, τα οποία µπορούν έπειτα να χρησιµοποιηθούν µε τρόπο κατάλληλο ώστε να γίνουν καλύτερα αντιληπτές οι κινητήριες δυνάµεις που κρύβονται πίσω από κάθε χωρικό σύστηµα [10]. 6
Μέση Μέγιστη Θερµοκρασία Ταχύτητα Ανέµου (1) Μέση Σχετική Υγρασία Μέση Ελάχιστη Θερµοκρασία Εξατµισοδιαπνοή Αναφοράς + Καλλιέργειες Φυτικοί Συντελεστές + Ωφέλιµη Βροχόπτωση (2) Αξία Αρδευτικού Νερού (3) Συνολικές Ανάγκες σε Αρδευτικό Νερό + Καλλιέργειες Ακαθάριστο Κέρδος Σχήµα 2: Θεµατικά επίπεδα και στάδια υπολογισµού της αξίας του αρδευτικού νερού Για τις ανάγκες της χωρικής διαφοροποίησης της αξίας του αγροτικού νερού δηµιουργήθηκαν τα θεµατικά επίπεδα και ακολουθήθηκε η διαδικασία υπολογισµού που παρουσιάζεται στο Σχήµα 2. Χρησιµοποιήθηκε καταρχήν ένας τετραγωνικός κάνναβος, στο σύνολο της έκτασης της λεκάνης του Λουδία, για τον καθορισµό ενός σταθερού χωρικού επιπέδου αναφοράς. Κάθε κελί j του καννάβου έχει διάσταση 7x7 στρέµµατα, ενώ το σύνολο των κελιών ορίζει τη συνολική έκταση της περιοχής, ίση µε Υ στρέµµατα. Στον κάνναβο αυτό, και µε τη βοήθεια µεθόδων χωρικής παρεµβολής (neighborhood analysis), οι σηµειακές µετρήσεις µετεωρολογικών δεδοµένων (θερµοκρασία, υγρασία, ταχύτητα ανέµου κτλ.) µετατράπηκαν σε αντίστοιχα θεµατικά επίπεδα στα οποία εφαρµόστηκε η µέθοδος Penman-Monteith [11]. Το αποτέλεσµα αυτής της διαδικασίας ήταν η δηµιουργία ενός νέου θεµατικού επιπέδου, αυτού της εξατµισοδιαπνοής αναφοράς. Από την εξατµισοδιαπνοή αναφοράς, σε συνδυασµό µε τη χωρική σύνθεση των καλλιεργειών από την οποία προκύπτει ο µέσος φυτικός συντελεστής κάθε περιοχής και την ωφέλιµη βροχόπτωση η οποία υπολογίστηκε πάλι µε τη βοήθεια της χωρικής παρεµβολής και της εµπειρικής σχέσης της 7
USDA Soil Conservation Service [12] υπολογίστηκαν οι τοπικές ανάγκες σε αρδευτικό νερό των καλλιεργειών (ΤCWR j ). Η χωρική µεταβλητότητα του καθαρού κέρδους από τις αρδεύσεις (ΙΝΡΑ j ) εκτιµήθηκε µε τη µεθοδολογία που παρουσιάστηκε στην ενότητα 2 και τη βοήθεια ενός νέου θεµατικού επιπέδου, που επίσης στηρίζεται στη χωρική σύνθεση των καλλιεργειών. Οι τιµές που προέκυψαν, διαιρούµενες µε τις ανάγκες σε αρδευτικό νερό, έδωσαν τελικά τη χωρική µεταβλητότητα της αξίας του αγροτικού νερού, WVAL j (εκφρασµένη σε ανά κυβικό µέτρο) στην περιοχή µελέτης (Σχήµα 3). 3.3 Αποτελέσµατα Όπως φαίνεται στον θεµατικό χάρτη του Σχήµατος 3, η αξία του αγροτικού νερού µεταβάλλεται σηµαντικά στην περιοχή µελέτης, καθώς παρουσιάζει ένα εύρος τιµών από 0,04 /m 3 έως και 0,42 /m 3. Πρέπει ωστόσο να σηµειωθεί ότι οι τιµές άνω των 0,3 /m 3 αποτελούν ουσιαστικά µεµονωµένες περιπτώσεις και µπορούν να χαρακτηρισθούν ως ακραίες τιµές. Η µέση αξία του νερού στην λεκάνη του Λουδία υπολογίστηκε µε το σταθµισµένο µέσο όρο της αξίας κάθε υποπεριοχής µε βάση την έκταση της, και βρέθηκε ίση µε 0,16 /m 3. Στις νότιες περιοχές που καλύπτουν τα δίκτυα του ΓΟΕΒ και ιδιαίτερα στις νοτιοανατολικές όπου και καλλιεργούνται µεγάλες εκτάσεις µε ρύζι, το νερό φαίνεται να έχει τη µικρότερη αξία, προφανώς γιατί χρησιµοποιείται σε πολύ µεγάλες ποσότητες (άνω των 1200 m 3 /στρέµµα) και σε συνθήκες οριακού κέρδους. Σχήµα 3: Χωρική µεταβλητότητα της αξίας του αγροτικού νερού στην περιοχή µελέτης 8
Η αξία του νερού, όπως έχει ήδη αναφερθεί, αποτελεί ουσιαστικά την επιθυµία του γεωργού για πληρωµή. Αυτή του η επιθυµία µπορεί να παρασταθεί γραφικά µε µια καµπύλη ζήτησης η οποία θα συνδέει την ποσότητα νερού που καταναλώνεται σε κάθε χωρικό επίπεδο αναφοράς µε την αντίστοιχη αξία του νερού στη συγκεκριµένη περιοχή. Στο Σχήµα 4 παρουσιάζεται ένα διάγραµµα διασποράς που συνδέει αυτά τα δύο µεγέθη και στο οποίο συµπεριλαµβάνονται όλες οι σηµειακές εκτιµήσεις της αξίας του νερού, εκτός από τις ακραίες τιµές. Από το διάγραµµα αυτό προκύπτει προσεγγιστικά και µια καµπύλη ζήτησης του αγροτικού νερού. Η καµπύλη αυτή φαίνεται να παρουσιάζει δύο τµήµατα: α) Ένα πλήρως ελαστικό τµήµα για τιµές περίπου ίσες µε 0,03 /m 3 και β) ένα πλήρως ανελαστικό τµήµα για τιµές µεγαλύτερες από 0,03 /m 3. Με άλλα λόγια φαίνεται πως για αρδευτικές ανάγκες από 600 έως και 900 κυβικά ανά στρέµµα η αξία του νερού δεν παρουσιάζει σηµαντική συσχέτιση µε την ποσότητα που καταναλίσκεται. Άρα, εκ πρώτης όψεως µια τιµολογιακή πολιτική που θα στηρίζεται στην ογκοµετρική τιµολόγηση δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 0,03 /m 3 γιατί η επιπλέον επιβάρυνση του γεωργού θα έχει περισσότερο φοροεισπρακτικό χαρακτήρα παρά θα συµβάλει στην αποτελεσµατικότερη χρήση του νερού. Σηµειώνεται ότι σε αντίστοιχη µελέτη που διερευνούσε την αποτελεσµατικότητα και δικαιοσύνη στην τιµολόγηση του αγροτικού νερού στη λεκάνη του Λουδία [13] βρέθηκε ότι η τιµή του νερού 3 πρέπει να είναι περίπου ίση µε 0,02 /m. (β) (α) 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Σχήµα 4: Καµπύλη ζήτησης του αρδευτικού νερού Στην παρούσα εργασία εξετάζεται η δυνατότητα υπολογισµού της αξίας του αγροτικού νερού ως ενδιάµεσου αγαθού, η χωρική διαφοροποίηση της αξίας αυτής και η δυνατότητα δηµιουργίας µιας καµπύλης ζήτησης που θα προκύπτει από αυτή τη διαφοροποίηση. Για τον σκοπό αυτό επιλέχθηκε µια τυπική περιοχή στον Βορειοελλαδικό χώρο, µεγάλης έκτασης ώστε να είναι αντιπροσωπευτική και, επιπλέον, σε επίπεδο κάλυψης µιας λεκάνης απορροής (ποταµός Λουδίας). Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα που προέκυψαν, φαίνεται να υπάρχει αρκετά µ εγάλη διακύµανση της αξίας του νερού στα όρια µιας λεκάνης απορροής, σε σηµείο που να επιτρέπει την κατασκευή καµπύλης ζήτησης. Οι χαµηλότερες τιµές εµφανίζονται στις περιοχές µε τη µεγαλύτερη στρεµµατική κατανάλωση νερού, γεγονός που φανερώνει την οριακή οικονοµική αποτελεσµατικότητα του νερού στις περιοχές αυτές. Επίσης παρατηρείται ότι η καµπύλη ζήτησης δεν παρουσιάζει την κλασική διαβάθµιση που παρουσιάζουν αντίστοιχες µέθοδοι αποτίµησης του 9
νερού µε τη βοήθεια µοντέλων βελτιστοποίησης (γραµµικού προγραµµατισµού, πολυκριτηριακής ανάλυσης κτλ.). Αντίθετα διακρίνεται σε δυο περιοχές ακραίες από πλευράς ελαστικότητας. Αυτό οφείλεται εν µέρει και στο γεγονός ότι δεν εξετάζονται διαδοχικές καταστάσεις µε διαφορετικά σενάρια προσφοράς νερού, αλλά εξετάζεται ουσιαστικά η υφιστάµενη (µη βέλτιστη) κατάσταση στην οποία η αυξηµένη χρήση του αγροτικού νερού δεν δηµιουργεί κανέναν οικονοµικό περιορισµό στο γεωργικό εισόδηµα. Από τη µορφή της καµπύλης ζήτησης φαίνεται ωστόσο πως µια πιθανή µελλοντική τιµολόγηση του αγροτικού νερού πρέπει να κυµαίνεται γύρω στα 0,03 /m 3. Μια πολιτική τιµολόγησης θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιµο αν συνοδεύονταν και από οικονοµικά κίνητρα αύξησης της αποδοτικότητας εφαρµογής των αρδεύσεων µε την προώθηση για παράδειγµα της στάγδην άρδευσης. Η λογική είναι πως ο περιορισµός των απωλειών θα επέφερε στην ουσία αύξηση της αξίας του νερού µε αποτέλεσµα και να µη επιβαρύνεται επιπλέον το γεωργικό εισόδηµα από την τιµολόγηση, αλλά και να εξασφαλίζονται από τον εκάστοτε φορέα διαχείρισης οι απαραίτητοι πόροι για την περαιτέρω ενίσχυση πιο αποδοτικών µεθόδων άρδευσης. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Ward F.A. and A. Michelsen (2002) The economic value of water in agriculture: concepts and policy applications Water Policy, Vol. 4, pp. 423-446. 2. Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2000) Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τοµέα της πολιτικής υδάτων, Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, L327,22-12-2000. 3. Προστασία και διαχείριση των υδάτων εναρµόνιση µε την Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 23 ης Οκτωβρίου 2000, N.3199, ΦΕΚ 280/9-12-2003. 4. Young, R.A. (1996) Measuring economic benefits for water investments and policies, World Bank Technical Paper 5. Heady, E. (1952) Economics of agricultural production and resource use, Englewood Cliffs, NJ, Prentice Hall. 6. Latinopoulos D. (2002) The economic value of irrigation water: Analysis and critical assessment of valuation studies Master Dissertation, University College London, UK. 7. Rodriguez M., F. Fernandez, J. Correa, E. Ferrer and N. Ferrero (2002) Evaluation of irrigation projects and water resource management: A methodological proposal Sustainable Development, Vol. 10,pp. 90-102. 8. Said A., T. Glover, D. Stevens and G. Sehlke (2002) Physical and Economic Sustainability: The Case of the Big Lost River, Conference on Sustainable Development of Energy, Water and Environment Systems in Dubrovnik,Croatia. 9. Bateman I.J., A.P. Pones, A.A. Lovett, I.R. Lake and B.H. Day (2002) Applying geographical information systems (GIS) to environmental and resource economics Environmental and Resource Economics, Vol. 22, pp. 219-269. 10. Irwin, E.G. and J. Geoghegan (2001) Theory, data, methods: Developing spatially explicit economic models of land-use change Agriculture, Ecosystems and Environment, Vol. 85(1), pp. 7-23. 11. Allen R.G., L.S. Pereira, D. Raes, M. Smith (1998) Crop evapotranspiration: Guidelines for computing crop water requirements, FAO Irrigation and Drainage Paper No 56, FAO, Rome 12. USDA Soil Conservation Service (1970) Irrigation water requirements, Tech. Release No 21 (rev.), 92p. 13. Latinopoulos D. and Y. Mylopoulos (2004) Efficiency and equity considerations on irrigation water pricing: A case study in Loudias river basin, Inter. Confer. Protection and Restoration of the Environment VII, Mykonos, Greece, 2004. 10