ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΦΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 2/12/2012

Σχετικά έγγραφα
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Ανακτήθηκε από την ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ edu.klimaka.gr ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

Γ ΛΤΚΕΙΟΤ ΛΟΓΟΣΕΧΝΙΑ ΚΑΣΕΤΘΤΝΗ

χαμένο πρόβατο (απολωλός πρόβατον). ος σκύλος με το σκοινί), όπου δίνονται συμβουλές στους νέους για την αντιμετώπιση του σαρκικού πειρασμού.

Γ ΤΑΞΗ ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΕΛΟΣ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Ν.ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 17/02/2013. Κείμενο

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ «ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ»,

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Β.1. Η αφήγηση διανθίζεται από πολλά εκφραστικά μέσα. Στο απόσπασμα αυτό χρησιμοποιούνται τα εξής:

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Ν. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 17/02/2013 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. ΚΕΙΜΕΝΟ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Νεοελληνική Λογοτεχνία ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Α. Μονάδες 15 Β1. Μονάδες 20 Β2. « Ἡ βάρκα ἐκείνη ἀπεῖχεν... εἰς τάς ἀγκάλας μου, καί ἀνῆλθον Μονάδες 20

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Νεοελληνική λογοτεχνία / Γ λυκείου-θεωρητική κατεύθυνση ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 01/03/2015

Αλέξανδρος Παπαδιαµάντης: Όνειρο στο κύµα (Νεοελληνική Λογοτεχνία Κατευθύνσεων Γ Λυκείου)

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2014 ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Κείμενο: «Όνειρο στο κύμα», Αλ. Παπαδιαμάντη Ενότητα 4 η, σελ

4. «Συγχρόνως µ εκυρίευσε και ο φόβος το ταλαίπωρον ζώον»: Να σχολιάσετε σε µια παράγραφο 100 περίπου λέξεων το παραπάνω χωρίο.

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

γραπτή εξέταση στo μάθημα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης Όνειρο στο κύμα

Παπαδιαµάντη ο νεαρός βοσκός είναι το πρόσωπο που πρωταγωνιστεί στη σχέση του ανθρώπου µε τα ζώα και ο ίδιος είναι φτωχός, καθώς το κοπάδι ανήκει στο

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

2 Η γλώσσα είναι η γνωστή καθαρεύουσα. Αλλά η αναδροµή στο χρόνο γίνεται µε τη γλώσσα που τότε µιλούσε: Α. «Βρέθηκα εδώ χωρίς να ξέρω,. κοπέλα µου» Β.

Νεοελλημική Λογοτεχμία

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ «ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ»

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ «ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ»

Φροντιστήριο «ΕΠΙΛΟΓΗ» Ιατροπούλου 12 & σιδ. Σταθµού - Καλαµάτα τηλ.: & 96390

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Γ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 27 ΜΑΪΟΥ 2006 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ÑÏÌÂÏÓ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ νειρο στό κ µα (απόσπασµα)

Η διδασκαλία θα μπορούσε να οργανωθεί ως εξής:

Όνειρο στο κύμα. Το έργο (γενικά)

β) Στην περιγραφή της Μοσχούλας ενσωματώνονται επίθετα με μεταφυσικό περιεχόμενο, γεγονός που

Κριτική για το βιβλίο της Άννας Γαλανού Όταν φεύγουν τα σύννεφα εκδ. Διόπτρα, από τη Βιργινία Αυγερινού

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΒΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Ν.ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΧΕΙΜΕΡΙΝΑ) ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 17/02/2013

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 2014

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης Όνειρο στο κύμα

Αφηγηματικές τεχνικές -αφηγηματικοί τρόποι

Αναστασία Μπούτρου. Εργασία για το βιβλίο «Παπούτσια με φτερά»

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Σχολ. Έτος: 2016 Β Τετράμηνο Τάξη: Α Λυκείου Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Ζωγράφου Ιωάννα. Μαθήτριες: Ντασιώτη Μαρία Ντρίζα Τζέσικα Τσιάρα Αλεξάνδρα

Κυριακή 01/02/2015 Ημερομηνία

Μαρία Τζιρίτα: Να μην παύουμε ποτέ να παλεύουμε για τον καλύτερο εαυτό μας

Φροντιστήρια Εν-τάξη Σελίδα 1 από 5

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ

Χρήστος Τερζίδης: Δεν υπάρχει το συναίσθημα της αυτοθυσίας αν μιλάμε για πραγματικά όνειρα

Τίτσα Πιπίνου: «Οι ζωές μας είναι πολλές φορές σαν τα ξενοδοχεία..»

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΌΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΌΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Άντον Τσέχωφ, Ο Βάνκας

15/9/ ποίηση & πεζογραφία στρέφονται προς νέες κατευθύνσεις Νέα εκφραστικά μέσα


Οδυσσέας Ελύτης: Η Μαρίνα των βράχων (Κ.Ν.Λ. Γ Λυκείου, σσ )

Βασικά στοιχεία Αφηγηματολογίας

Ιόλη. Πως σας ήρθε η ιδέα;

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη Όνειρο στο κύμα

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΟΔΥΣΣΕΙΑ

Από τις μαθήτριες της Α Λυκείου: Ζυγογιάννη Μαρία Μπίμπαση Ελευθερία Πελώνη Σοφία Φωλιά Ευγενία

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

Το κορίτσι με τα πορτοκάλια. Εργασία Χριστουγέννων στο μάθημα της Λογοτεχνίας. [Σεμίραμις Αμπατζόγλου] [Γ'1 Γυμνασίου]

2 Μαρτίου Η Δύναμη της Αγάπης. Θρησκεία / Θρησκευτική ζωή. Μίνα Μπουλέκου, Συγγραφέας-Ποιήτρια

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω


ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ)

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

e-seminars Συνεργάζομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

ΑΝΔΡΟΓΥΝΟ: Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Απόστολος Μπενάτσης «ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ» : ΜΙΑ ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Μιμίκα Κρανάκη, Ένα τόπι χρωματιστό

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στη Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ Λυκείου

Τηλ./Fax: , Τηλ: Λεωφόρος Μαραθώνος &Χρυσοστόµου Σµύρνης 3,

ΑΦΗΓΗΣΗ 1. Ποιος αφηγείται; 2. Τι αφηγείται; 3. Πώς αφηγείται;

ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΝΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2014

Κατανόηση προφορικού λόγου

Η δημιουργία του ανθρώπου

Κριτική άποψη της κας Ευδοξίας Κολυδάκη (ΒΙΒΛΙΟ- ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ) για το βιβλίο "Οι Γιοι της Γαλανής Κυράς-Δήμητρα Ιωάννου"Εκδόσεις Ψυχογιός!

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Πηνελόπη Δέλτα ( )

Μύθοι. Τοπικοί μύθοι Η ανάγκη των ανθρώπων οδήγησε στη δημιουργία μύθων

Ν ε ο ε λ λ η ν ι κ ή ς Λ ο γ ο τ ε χ ν ί α ς. Θεματική ενότητα: «Οικουμενικές αξίες και Λογοτεχνία» ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Α. ΜΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Εισαγωγικό σημείωμα της μεταφράστριας 9

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου

Transcript:

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΦΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 2/12/2012 Α. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΣΗ ΟΝΕΙΡΟ ΣΟ ΚΤΜΑ ΚΕΙΜΕΝΟ Την ανεγνώρισα πάραυτα εις το φως της σελήνης το μελιχρόν, το περιαργυρούν όλην την άπειρον οθόνην του γαληνιώντος πελάγους, και κάμνον να χορεύουν φωσφορίζοντα τα κύματα. Είχε βυθισθή άπαξ καθώς ερρίφθη εις την θάλασσαν, είχε βρέξει την κόμην της, από τους βοστρύχους της οποίας ως ποταμός από μαργαρίτας έρρεε το νερόν, και είχεν αναδύσει έβλεπε κατά τύχην προς το μέρος όπου ήμην εγώ, κ' εκινείτο εδώ κ' εκεί προσπαίζουσα και πλέουσα. Ήξευρε καλώς να κολυμβά. [...] Πλην, δεν ηξεύρω πώς, υπήρξα σκαιός και άτολμος. Κανείς δεν με είχε διδάξει μαθήματα κοσμιότητος εις τα βουνά μου. Συνεστάλην, κατέβην πάλιν κάτω εις την ρίζαν του βράχου κ' επερίμενα. Αυτή δεν θ' αργήση, έλεγα μέσα μου τώρα θα κολυμπήση, θα ντυθή και θα φύγη... θα τραβήξη αυτή το μονοπάτι της, κ εγώ τον κρημνό μου!... Κ' ενθυμήθην τότε τον Σισώην, και τον πνευματικόν του μοναστηρίου, τον παπα-γρηγόριον, οίτινες πολλάκις με είχον συμβουλεύσει να φεύγω, πάντοτε, τον γυναικείον πειρασμόν! Εκ της ιδέας του να περιμένω δεν υπήρχεν άλλο μέσον ή προσφυγή, ειμή ν' αποφασίσω να ριφθώ εις την θάλασσαν, με τα ρούχα, όπως ήμην, να κολυμβήσω εις τα βαθέα, άπατα νερά, όλον το προς δυσμάς διάστημα, το από της ακτής όπου ευρισκόμην, εντεύθεν του μέρους όπου ελούετο η νεάνις, μέχρι του κυρίως όρμου και της άμμου, επειδή εις όλον εκείνο το διάστημα, ως ημίσεος μιλίου, η ακρογιαλιά ήτον άβατος, απάτητος, όλη βράχος και κρημνός. Μόνον εις το μέρος όπου ήμην εσχηματίζετο το λίκνον εκείνο του θαλασσίου νερού, μεταξύ σπηλαίων και βράχων. [...] Δεν υπήρχεν άλλη αίρεσις, ειμή να περιμένω. Θα εκράτουν την αναπνοήν μου. Η κόρη εκείνη δεν θα υπώπτευε την παρουσίαν μου. Άλλως ήμην εν συνειδήσει αθώος.

Εντοσούτω όσον αθώος και αν ήμην, η περιέργεια δεν μου έλειπε. Και ανερριχήθην πάλιν σιγά-σιγά προς τα επάνω και εις την κορυφήν του βράχου, καλυπτόμενος όπισθεν των θάμνων έκυψα να ίδω την κολυμβώσαν νεανίδα. Ήτον απόλαυσις, όνειρον, θαύμα. Είχεν απομακρυνθή ως πέντε οργυιάς από το άντρον, και έπλεε, κ' έβλεπε τώρα προς ανατολάς, στρέφουσα τα νώτα προς το μέρος μου. Έβλεπα την αμαυράν και όμως χρυσίζουσαν αμυδρώς κόμην της, τον τράχηλόν της τον εύγραμμον, τας λεύκας ως γάλα ωμοπλάτας, τους βραχίονας τους τορνευτούς, όλα συγχεόμενα, μελιχρά και ονειρώδη εις το φέγγος της σελήνης. Διέβλεπα την οσφύν της την ευλύγιστον, τα ισχία της, τας κνήμας, τους πόδας της, μεταξύ σκιάς και φωτός, βαπτιζόμενα εις το κύμα. Εμάντευα το στέρνον της, τους κόλπους της, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους όλας της αύρας τας ριπάς και της θαλάσσης το θείον άρωμα. Ήτο πνοή, ίνδαλμα αφάνταστον, όνειρον επιπλέον εις το κύμα ήτον νηρηίς, σειρήν, πλέουσα, ως πλέει ναυς μαγική, η ναυς των ονείρων... Ούτε μου ήλθε τότε η ιδέα ότι, αν επάτουν επάνω εις τον βράχον, όρθιος ή κυρτός, με σκοπόν να φύγω, ήτον σχεδόν βέβαιον, ότι η νέα δεν θα μ έβλεπε, και θα ημπορούσα ν' αποχωρήσω εν τάξει. Εκείνη έβλεπε προς ανατολάς, εγώ ευρισκόμην προς δυσμάς όπισθεν της. Ούτε η σκιά μου δεν θα την ετάραττεν. Αύτη, επειδή η σελήνη ήτον εις τ' ανατολικά, θα έπιπτε προς το δυτικόν μέρος, όπισθεν του βράχου μου, κ' εντεύθεν του άντρου. Είχα μείνει χάσκων, εν εκστάσει, και δεν εσκεπτόμην πλέον τα επίγεια. [...] Δεν ηξεύρω αν η κόρη η λουσμένη εις την θάλασσαν ήκουσε την φωνήν της γίδας μου. Αλλά και αν την είχε ακούσει, τί το παράδοξον; Ποίος φόβος ήτον; Το ν' ακούη τις φωνήν ζώου εκει που κολυμβά, αφού δεν απέχει ειμή ολίγας οργυιάς από την ξηράν, δεν είναι τίποτε έκτακτον. Αλλ' όμως, η στιγμή εκείνη, που είχα πατήσει εις την κορυφήν του βράχου, ήρκεσεν. Η νεαρά κόρη, είτε ήκουσεν είτε όχι την φωνήν της κατσίκας μάλλον φαίνεται ότι την ήκουσε, διότι έστρεψε την κεφαλήν προς το μέρος της ξηράς... είδε τον μαύρον ίσκιον μου, τον διακαμόν μου, επάνω εις τον βράχον, ανάμεσα εις τους θάμνους, και αφήκε

μισοπνιγμένην κραυγήν φόβου... Τότε με κατέλαβε τρόμος, συγκίνησις, λύπη απερίγραπτος. Τα γόνατα μου εκάμφθησαν. Έξαλλος εκ τρόμου, ηδυνήθην ν' αρθρώσω φωνήν, κ' έκραξα: Μη φοβάσαι!... δεν είναι τίποτε... δεν σου θέλω κακόν! Και εσκεπτόμην λίαν τεταραγμένος αν έπρεπε να ριφθώ εις την θάλασσαν, μάλλον, διά να έλθω είς βοήθειαν της κόρης, ή να τρέξω και να φύγω... Ήρκει η φωνή μου να της έδιδε μεγαλύτερον θάρρος ή όσον η παραμονή μου και το τρέξιμόν μου εις βοήθειαν. Συγχρόνως τότε, κατά συγκυρίαν όχι παράδοξον, καθότι όλοι οι αιγιαλοί και αι θάλασσαι εκείναι εσυχνάζοντο από τους αλιείς, μια βάρκα εφάνη να προβάλλη αντίκρυ, προς το ανατολικομεσημβρινόν μέρος, από τον πέρα κάβον, τον σχηματίζοντα το δεξιόν οιονεί κέρας του κολπίσκου. Εφάνη πλέουσα αργά, ερχομένη προς τα εδώ, με τας κώπας πλην η εμφάνισις της, αντί να δώση θάρρος εις την κόρην, επέτεινε τον τρόμον της. Αφήκε δεύτερον κραυγήν μεγαλυτέρας αγωνίας. Εν ακαρεί την είδα να βυθίζεται, και να γίνεται άφαντη εις το κύμα. Δεν έπρεπε τότε να διστάσω. Η βάρκα εκείνη απείχεν υπέρ τας είκοσιν οργυιάς, από το μέρος όπου ηγωνία η κόρη, εγώ απείχα μόνον πέντε ή εξ οργυιάς. Πάραυτα, όπως ήμην, ερρίφθην είς την θάλασσαν, πηδήσας με την κεφαλήν κάτω, από το ύψος του βράχου. [...] Ησθάνθην ότι προσεκολλάτο το πλάσμα επάνω μου ήθελε την ζωήν της ω! ας έζη, και ας ήτον ευτυχής. Κανείς ιδιοτελής λογισμός δεν υπήρχε την στιγμήν εκείνην εις το πνεύμα μου. Η καρδία μου ήτο πλήρης αυτοθυσίας και αφιλοκερδείας. Ποτέ δεν θα εζήτουν αμοιβήν! Επί πόσον ακόμη θα το ενθυμούμαι εκείνο το αβρόν, το απαλόν σώμα της αγνής κόρης, το οποίον ησθάνθην ποτέ επάνω μου επ' ολίγα λεπτά της άλλως ανωφελούς ζωής μου! Ήτο όνειρον, πλάνη, γοητεία. Και οπόσον διέφερεν από όλας τας ιδιοτελείς περιπτύξεις, από όλας τας λυκοφιλίας και τους κυνέρωτας του κόσμου η εκλεκτή, η αιθέριος εκείνη επαφή! Δεν ήτο βάρος εκείνο, το φορτίον το ευάγκαλον, αλλ' ήτο ανακούφισις και αναψυχή. Ποτέ δεν ησθάνθην τον εαυτόν μου ελαφρότερον ή εφ' όσον εβάσταζον το βάρος εκείνο... Ήμην ο άνθρωπος, όστις κατώρθωσε να συλλάβη με τας χείρας του προς στιγμήν εν όνειρον, το ίδιον όνειρον του...

Η Μοσχούλα έζησε, δεν απέθανε. Σπανίως την είδα έκτοτε, και δεν ηξεύρω τι γίνεται τώρα, οπότε είναι απλή θυγάτηρ της Εύας, όπως όλαι. Αλλ' εγώ επλήρωσα τα λύτρα δια την ζωήν της. Η ταλαίπωρος μικρή μου κατσίκα, την οποίαν είχα λησμονήσει προς χάριν της, πράγματι «εσχοινιάσθη» περιεπλάκη κακά εις το σχοινίον, με το οποίον την είχα δεμένην, και επνίγη!... Μετρίως ελυπήθην, και την έκαμα θυσίαν προς χάριν της. Κ' εγώ έμαθα γράμματα, εξ ευνοίας και ελέους των καλογήρων, κ' έγινα δικηγόρος... Αφού επέρασα από δύο Ιερατικάς σχολάς, ήτον επόμενον! Τάχα η μοναδική εκείνη περίστασις, η ονειρώδης εκείνη ανάμνησις της λουομένης κόρης, μ' έκαμε να μη γίνω κληρικός; Φευ! ακριβώς η ανάμνησις εκείνη έπρεπε να με κάμη να γίνω μοναχός. Ορθώς έλεγεν ο γηραιός Σισώης ότι «αν ήθελαν να με κάμουν καλόγερον, δεν έπρεπε να με στείλουν έξω από το μοναστήρι...». ια την σωτηρίαν της ψυχής μου ήρκουν τα ολίγα εκείνα κολλυβογράμματα, τα οποία αυτός με είχε διδάξει, και μάλιστα ήσαν και πολλά!... Και τώρα, όταν ενθυμούμαι το κοντόν εκείνο σχοινίον, από το όποιον έσχοινιάσθη κ' έπνίγη η Μοσχούλα, η κατσίκα μου, και αναλογίζομαι το άλλο σχοινίον της παραβολής, με το οποίον είναι δεμενος ο σκύλος εις την αυλήν του αφέντη του, διαπορώ μέσα μου αν τα δύο δεν είχαν μεγάλην συγγένειαν, και αν δεν ήσαν ως «σχοίνισμα κληρονομιάς» δι' έμέ, όπως η Γραφή λέγει. "Ω! ας ήμην ακόμη βοσκός εις τα όρη!..." ΕΡΩΣΗΕΙ 1. Το «Όνειρο στο κύμα» θεωρείται ηθογραφικό διήγημα, που πλησιάζει όμως και στην ψυχογραφία. Να εντοπίσετε δύο ηθογραφικά και δύο ψυχογραφικά στοιχεία στα δοθέντα αποσπάσματα. ΜΟΝΑΔΕ 15 2. «Τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη χαρακτηρίζονται από περιορισμένη δράση και στοιχειώδη πλοκή ο συγγραφέας διεγείρει την αγωνία του αναγνώστη με ένα απρόσμενο περιστατικό ενώ εξισορροπεί την

χαλαρότητα της σύνθεσης με την προσεγμένη αντιθετική διάταξη των θεμάτων». Να επισημάνετε τρία παραδείγματα που τεκμηριώνουν την ανωτέρω θέση. ΜΟΝΑΔΕ 20 3. α.να εντοπίσετε στα αποσπάσματα που σας δίνονται 4 διαφορετικές αφηγηματικές τεχνικές (παραπέμποντας σε ένα χωρίο για κάθε συγκεκριμένη τεχνική) και να αναλύσετε τη λειτουργία τους. ΜΟΝΑΔΕ 12 β. Να σχολιάσετε τις γλωσσικές επιλογές του Αλ. Παπαδιαμάντη στην ενότητα που σας δόθηκε. ΜΟΝΑΔΕ 13 4.Ο τίτλος του διηγήματος «Όνειρο στο κύμα» προμηνύει πως στο συγκεκριμένο έργο κυριαρχεί το ονειρικό στοιχείο. Σε ποια σημεία της ενότητας επιβεβαιώνεται η παραπάνω άποψη και πώς διαφοροποιείται το ονειρικό στοιχείο από τον κόσμο της πραγματικότητας; ΜΟΝΑΔΕ 20 5. Παράλληλο Κείμενο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Η νοσταλγός» Η Λιαλιώ έμεινε με το μεσοφούστανον, κοντόν έως τας κνήμας, λευκόν όσον και το κολόβιον, και με τας λευκάς περικνημίδας, υφ ας εμάντευέ τις τας τορνευτάς και κομψάς κνήμας, λευκοτέρας ακόμη. Έμεινε με τα κρίνα του λαιμού της ατελώς καλυπτόμενα από την πορφυράν μεταξωτήν τραχηλιάν της, κι εκάθησε συνεσταλμένη παρά την πρύμνην, βραχυσωμοτέρα ή όσον ήτο, με το μέτριον και χαρίεν ανάστημα...... Η χάρις του λιγυρού αναστήματός της δεν εξηλείφετο από την άνευ μέσης περιβολήν την οποίαν εφόρει. Και τα κατσαρά, τα οποία εκόσμουν το ηδυπαθές μέτωπόν της, ήσαν φυσικά και όχι επίπλαστα. Η λάμψις των βαθέων και μαύρων οφθαλμών της έκαιεν αμαυρά, υπό τας καμαρωτάς οφρύς, και τα πορφυρά χείλη της ερρόδιζον επί της ωχράς και διαυγούς χροιάς των παρειών της, αίτινες εβάπτοντο μ ελαφρόν ερύθημα εις τον παραμικρόν κόπον ή εις την ελαχίστην συγκίνησιν. Αλλά το λεπτόν και ήρεμον πυρ των οφθαλμών της έκαιε την καρδίαν του νέου. (απόσπασμα) *Κολόβιον: είδος πλεχτού γιλέκου+

Να συγκρίνετε τη Λιαλιώ στο παραπάνω απόσπασμα με τη Μοσχούλα στο Όνειρο στο κύμα. Ποια στοιχεία της γυναικείας εμφάνισης φαίνεται να εκτιμά ιδιαίτερα ο συγγραφέας; ΜΟΝΑΔΕ 20 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1.Στα αποσπάσματα από το «Όνειρο στο Κύμα» ο Παπαδιαμάντης συνδυάζει την ηθογραφία με το ψυχογράφημα. Με τον όρο «ηθογραφία» καλείται η ωραιοποιημένη και ειδυλλιακή αναπαράσταση της ελληνικής υπαίθρου με έμφαση στα ήθη και έθιμα των απλών ανθρώπων και δη των μικρών και κλειστών κοινωνιών, χωρίς να αποκρύπτονται οι σκοτεινές πλευρές της ζωής τους. Ειδικότερα, ηθογραφικό στοιχείο αποτελεί η έντονη θρησκευτικότητα και η χριστιανική πίστη των απλών ανθρώπων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του γεωργού αλλά και του κεντρικού ήρωα («Το χωράφι ήτον του γεωργού< τας διατάξεις του ευτερονομίου χωρίς να τας γνωρίζω»). Επιπλέον, στη ζωή και τις συνήθειες των ανθρώπων της ελληνικής υπαίθρου παραπέμπει και η αναφορά στις γεωργικές εργασίες με προφανή σκοπό την ωραιοποιημένη και ειδυλλιακή αναπαράσταση των ηθών και εθίμων της ελληνικής υπαίθρου («Της πτωχής χήρας... δια τρύγημα»). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ο Παπαδιαμάντης, θέλοντας να δώσει μία όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής των μικρών κλειστών κοινωνιών, δε διστάζει να αποκαλύψει και τις σκοτεινές πλευρές των απλών ανθρώπων, προβάλλοντας τις αρνητικές συνήθειές τους, όπως είναι η τάση των αγροφυλάκων να καρπώνονται τα χωράφια και η διάθεση του κυρ Μόσχου να οικειοποιηθεί τη φύση («Μόνους αντίζηλους... τρομεροί ανταγωνισταί δι εμέ», «Ο κυρ Μόσχος... και δια την ανεψιάν του»). Παράλληλα, αισθητή είναι στο κείμενο και η διάθεση του Σκιαθίτη διηγηματογράφου να ψυχογραφήσει τους ήρωές του. Συγκεκριμένα, στο πρώτο απόσπασμα καταγράφονται τα συναισθήματα του ήρωα όταν ζει μέσα στη φύση, κοινή συνισταμένη των οποίων είναι η ταύτισή του με το φυσικό περιβάλλον, εντός του οποίου βιώνει ένα αίσθημα ευτυχίας, ελευθερίας και αυτάρκειας («Η τελευταία χρονιά πού ήμην ακόμη φυσικός άνθρωπος...όλα εκείνα ήσαν ιδικά μου»). Εκ διαμέτρου αντίθετα είναι τα συναισθήματά του, όπως αυτά αποτυπώνονται στο δεύτερο απόσπασμα, όπου ο ώριμος πλέον αφηγητής αναπολεί το ευτυχισμένο παρελθόν του και συνειδητοποιεί την αμετάκλητη παροντική

του δυστυχία. Ιδίως η τελευταία φράση του κειμένου συμπυκνώνει με μοναδική δύναμη τον πόνο του πρωταγωνιστή για την αδυναμία του να επιστρέψει πίσω στο χρόνο και τον τόπο καταγωγής του («Ω! ας ήμην ακόμη βοσκός εις τα όρη...»). 2. Το διήγημα του Παπαδιαμάντη «Όνειρο στο κύμα» χαρακτηρίζεται από απλή υπόθεση, απουσία δράσης καθώς και στοιχειώδη πλοκή. Η ιστορία που μεταφέρεται στον αναγνώστη είναι εξαιρετικά απλή: ο νεαρός ήρωας-βοσκός ζει μια ευτυχισμένη ζωή με ευδαιμονία και ψυχική ομαλότητα, παραδομένος στην ομορφιά της φύσης. Πρόκειται σαφώς για μια κατάσταση ισορροπίας, που αποτελεί το πρώτο σκέλος της τριμερούς διάρθρωσης του κειμένου («Όλα εκείνα ήσαν ιδικά μου< τας διατάξεις του ευτερονομίου χωρίς να τας γνωρίζω»). Όμως η ομωνυμία ανάμεσα στην κατσίκα και την κοπέλα Μοσχούλα, η οποία προκαλεί σύγχυση στον ήρωα, καθώς τα δύο «αντικείμενα» συνυπάρχουν στη συνείδησή του χωρίς ο ίδιος να μπορεί να τα διαχωρίσει, περιπλέκει το χαλαρό μύθο και προετοιμάζει μια κατάσταση ανατροπής της αρχικής ισορροπίας. Καθώς εξελίσσεται, λοιπόν, το διήγημα ο ήρωας-βοσκός καλείται να διαλέξει ανάμεσα στις δύο Μοσχούλες. Όμως, το απρόσμενο περιστατικό της εμφάνισης της βάρκας και του επικείμενου πνιγμού της κοπέλας (ανατροπή), ευνοεί την κοπέλα-μοσχούλα, κάνοντας το βοσκό να την επιλέξει τελικά, προσδίδοντας στο μύθο το στοιχείο της κορύφωσης («Συγχρόνως τότε, κατά συγκυρίαν όχι παράδοξον,< γίνεται άφαντη εις στο κύμα»). Αναμφίβολα, όμως, η επιλογή του βοσκού να σώσει την κοπέλα Μοσχούλα αντί της κατσίκας δημιουργεί μια νέα κατάσταση με έντονο το στοιχείο της ψυχικής ανισορροπίας, που οδηγεί τελικά στη λύση του διηγήματος, με την τελεσίδικη δυστυχία του αφηγητή και αναπόφευκτα την αναπόληση της ευτυχισμένης ζωής του παρελθόντος. Ο ήρωας του Παπαδιαμάντη «εσωτερικεύει» τη δράση και αντί να δρα παραδίδεται στις σκέψεις, στις αναμνήσεις και στην ψυχολογική διερεύνηση του παρόντος και του παρελθόντος του, αποκαλύπτοντας αόρατες ψυχικές διεργασίες, που είναι αποτέλεσμα της σταδιακής συνειδητοποίησης του βίου του και της αυτογνωσίας. Ως εκ τούτου, το διήγημα διαψεύδει τις προσδοκίες για κίνηση και δράση μέσα στο χώρο, ενώ αντίθετα δημιουργεί την εντύπωση μιας στοχαστικής στάσης μέσα στο χρόνο, με την οποία αποκαλύπτεται ένα βίωμα ή μια ψυχική κατάσταση, στοιχείο που φαίνεται από τη στάση του αφηγητήδικηγόρου που «αναλώνεται» στην ψυχολογική διερεύνηση ενός παρελθοντικού βιώματος το οποίο στιγμάτισε τη ζωή του οδηγώντας τον στη δυστυχία («Τάχα η μοναδική εκείνη περίστασις,< και μάλιστα ήσαν πολλά!...»).

Η δεδομένη, λοιπόν, χαλαρότητα της σύνθεσης και η απουσία εξωτερικής δράσης εξισορροπείται εν μέρει από την αντιθετική διάταξη των θεμάτων. Αρχικά, κυρίαρχη είναι η αντίθεση ανάμεσα στη ζωή του βοσκού και τη ζωή του δικηγόρου με έμφαση στην ευτυχία και ευδαιμονία του ενός σε σχέση με τη δυστυχία και τη δουλικότητα του άλλου («Και τώρα, όταν ενθυμούμαι<ας ήμην ακόμη βοσκός εις τα όρη!...»). Ακόμη, αντίθεση εντοπίζεται ανάμεσα στον προπτωτικό άνθρωπο, όπως είναι ο βοσκός που υπακούει στη χριστιανική του πίστη και αντιστέκεται στον ερωτικό πειρασμό, και το μεταπτωτικό άνθρωπο, όπως είναι ο δικηγόρος, ο οποίος διατηρεί την «ονειρώδη ανάμνηση» του αμαρτωλού έρωτα και καλύπτει το ανικανοποίητο του συναίσθημα με τη γνώση και όχι με την μοναχική ζωή («Κι εγώ έμαθα γράμματα< να με κάνει να γίνω μοναχός»). Τέλος, διαφορετική είναι η στάση ζωής του ήρωα-βοσκού και του κυρ Μόσχου: από τη μια, ο φτωχός ποιμένας έχει την αίσθηση της κυριαρχίας της φύσης και της απόλαυσης των αγαθών της χωρίς κτητικότητα, και από την άλλη, ο πλούσιος γείτονάς του χαρακτηρίζεται από κτητική διάθεση που συνδέεται με τον ωφελιμισμό, ο οποίος παγιδεύει τον άνθρωπο σε μια «παράλογη» βίωση του φυσικού τοπίου και των χαρών του («Όλα εκείνα ήσαν ιδικά μου», «Ο κυρ Μόσχος είχεν αποκτήσει< δια την ανεψιάν του»). 3.Στα αποσπάσματα του κειμένου εντοπίζονται η αυτοδιηγητική αφήγηση, η αναδρομή στο παρελθόν, η περιγραφή και η θαμιστική αφήγηση. Κατ αρχάς, η αυτοδιηγητική αφήγηση με τη χρήση του πρώτου προσώπου παραπέμπει κυρίως στα απομνημονεύματα. Στην περίπτωση, όμως, του συγκεκριμένου κειμένου, ο Παπαδιαμάντης επιλέγει δύο χρονικές στιγμές, απομακρυσμένες μεταξύ τους για να αφηγηθεί την ιστορία, η μία σχετική με την παιδική- εφηβική ηλικία του βοσκού και η άλλη με την ωριμότητα του. Στόχος του συγγραφέα είναι να φανεί η μετάβαση από τα εξωτερικά γεγονότα στην ψυχή του ήρωα. Κατά συνέπεια, η αυτοδιήγηση του Παπαδιαμάντη κινείται ανάμεσα στο απομνημόνευμα και την εξομολόγηση («Και τώρα όταν ενθυμούμαι το κοντόν εκείνο σχοινίον,< ας ήμην ακόμη βοσκός εις τα όρη!...»). Συγχρόνως, άμεσα συνδεδεμένη με την αυτοδιηγητική αφήγηση είναι και η αναδρομική αφήγηση, καθώς ο πρωταγωνιστής κοιτάζει πίσω το χρόνο και βλέπει αναδρομικά τα γεγονότα της προηγούμενης ζωής του («Η τελευταία φορά που ήμην... του έτους 187...»). Σ αυτήν την περίπτωση ο αφηγητής έχει διπλή υπόσταση, το Εγώ που αφηγείται (δικηγόρος) και το Εγώ που βιώνει τα γεγονότα (βοσκός). Ο μεν αφηγητής-βοσκός έζησε και είδε τα γεγονότα, άρα έχει αντιληπτική οπτική γωνία, ο δε ώριμος αφηγητής- δικηγόρος δεν περιορίζεται στην απλή αναμετάδοσή τους αλλά επιπλέον αξιολογεί, αναλύει, εμβαθύνει σ αυτά (άρα έχει

εννοιολογική οπτική γωνία). Επομένως, υπάρχει σαφώς διαφορά στην προοπτική (οπτική γωνία), επειδή η αφηγηματική απόσταση από τα γεγονότα είναι μεγάλη. Η αφήγηση με τις δύο υποστάσεις και τις δύο προοπτικές της παρουσιάζεται χαρακτηριστικά στο δεύτερο απόσπασμα και ιδιαίτερα στην ολοκλήρωση της αφήγησης, όπου ο αφηγητής επιστρέφει στο παρόν της αφήγησης κλείνοντας την εξομολόγηση της ζωής του («Ησθάνθην ότι προσεκολλάτο< της άλλως ανωφελούς ζωής μου!», «Η Μοσχούλα έζησε, δεν απέθανε... όπως όλαι»). Επιπλέον, καθοριστική τεχνική στο κείμενο είναι η περιγραφή, κυρίως της φύσης και της κοπέλας Μοσχούλας. Με τη συγκεκριμένη αφηγηματική τεχνική ο Παπαδιαμάντης επιδιώκει να παρουσιάσει τη μεν φύση ως θεϊκό δημιούργημα, άξιο σεβασμού και αγάπης, τη φυσιολατρία αλλά και τη χριστιανική πίστη του βοσκού, που μένει άναυδος μπροστά σ αυτό το «θαύμα», τον δε έρωτα στο πρόσωπο της Μοσχούλας ως το καταλυτικό στοιχείο της ανθρώπινης ευδαιμονίας που άλλοτε είναι αγνός και άλλοτε βασανιστικός. Τελικά, οι περιγραφές αποτελούν εξιδανικευμένη αποτύπωση της πραγματικότητας και αποκαλύπτουν την πρόθεση του αφηγητή για αναπαράσταση της αλήθειας με εξωραϊστική διάθεση. Ευνοούν την ζωντάνια και την παραστατικότητα της αφήγησης και εξισορροπούν τον έντονο συντηρητισμό του συγγραφέα, δίνοντας ζωγραφικό χαρακτήρα στο κείμενο του και λειτουργώντας οδηγητικά για τον αναγνώστη («εις τα όρη τα παραθαλάσσια< όλος ο αιγιαλός και τα βουνά», «Ήτον απόλαυσις, όνειρον, θαύμα< ως πλέει ναυς μαγική, η ναυς των ονείρων<»). Τέλος, η θαμιστική αφήγηση παρατηρείται κυρίως στο πρώτο απόσπασμα με την επανάληψη των αγροτικών εργασιών και την τυπικότητα της ποιμενικής ζωής, στοιχείο που επιτρέπει να φαίνεται η ευδαιμονία της συγκεκριμένης ζωής και το κυκλικό πέρασμα του χρόνου χωρίς αλλαγή των καταστάσεων, στοιχεία που παρέχουν ευτυχία και ψυχική ανάταση («Το χωράφι ήτον του γεωργού< Όλον τον άλλον καιρόν ήτον κτήμα ιδικόν μου»). 4.Η καταληκτική φράση του διηγήματος κλείνει κυκλικά το νήμα της αφήγησης. Ο ώριμος αφηγητής διατυπώνει μια ευχή που φανερώνει τη νοσταλγία του για τη φυσική ζωή και την αποστροφή του για τον ανελεύθερο βίο που διάγει ως δικηγόρος στην πόλη. Ωστόσο, η ανεκπλήρωτη επιθυμία που εκφράζει η ευχή του σφραγίζει και την υπαρξιακή του αποτυχία, καθώς ο παράδεισος της εφηβικής αθωότητας, του αμέριμνου ποιμενικού βίου και της ευδαιμονίας είναι οριστικά χαμένος και ο ίδιος αμετάκλητα εγκλωβισμένος σε μια δυστυχισμένη ζωή. Μια τέτοια στάση συνιστά άρνηση ενός ευρέως αποδεκτού μοντέλου κοινωνικής επιτυχίας (ανώτατες σπουδές,

επαγγελματική ευστάθεια και καταξίωση, αστικός τρόπος ζωής), παραπέμπει στη φυγή και στον αναχωρητισμό, είναι όμως σύμφωνη με την κοσμοαντίληψη και τη βιοθεωρία του Παπαδιαμάντη, ο οποίος έβλεπε στον πολιτισμό των αστικών κέντρων την αλλοτρίωση και τη φθορά.