«Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ»

Σχετικά έγγραφα
Μάθημα: «Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου» ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Εργασία στο μάθημα των Εφαρμογών Δημοσίου Δικαίου με θέμα την Κριτική της Στάθμισης

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΑ:

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

«ΥΠΑΓΩΓΗ ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ»

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Προπτυχιακή Εργασία. Παληοθόδωρου Ευσταθία. Σύγκρουση Δικαιωμάτων 1. ΤΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ-ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: «ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ» ΘΕΜΑ: «ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΙΣΗ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η Αρχή της Νομιμότητας ως Οριοθέτηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά δικαιώματα.

ΕΡΓΑΣΙΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Σελ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

«Ατοµικά και Κοινωνικά ικαιώµατα» ιδάσκοντες:κ. ηµητρόπουλος Ανδρέας κ.βλαχόπουλος Σπυρίδων

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ. στο μάθημα: Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου. «Σύγκρουση Συνταγματικών Δικαιωμάτων»

Θέµα εργασίας: «Θεσµική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων».υπόθεση Κλόντια Σίφερ.

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

«Η ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ. «Σύγκρουση Συνταγµατικών ικαιωµάτων.» ιδάσκων: Καθηγητής ηµητρόπουλος Ανδρέας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Τα ατομικά δικαιώματα συνιστούν εξουσίες που το εκάστοτε. ισχύον δίκαιο απονέμει στα άτομα προκειμένου να τους εξασφαλίσει

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 1 Η ΕΡΓΑΣΙΑ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Διοικητικό Δίκαιο. Η γνωμοδοτική διαδικασία και η αιτιολογία της διοικητικής πράξης - 2 ο μέρος Περιεχόμενο και τύπος διοικητικής πράξης

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

"Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα στο Σύνταγμα του Μαυροβουνίου"

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

Αρχή της ισότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου. Ενότητα 8 η : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΙΟΥΝΙΟΣ 2007

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η

Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου. Εισαγωγή: Η πρακτική εφαρμογή των συνταγματικών δικαιωμάτων

Μεταπτυχιακή Εργασία. Καρκούλας Παναγιώτης. Λογική μέθοδος ερμηνείας

Υπουργείο Εσωτερικών Δ/νση Μεταναστευτικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ένταξης, Τμήμα Νομοθετικού Συντονισμού και Ελέγχου Ευαγγελιστρίας Αθήνα

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ «Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ» Γιώρτσου Κατερίνα ΑΜ: 1340200600068 ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ Επιβλέπων καθηγητής: ηµητρόπουλος Ανδρέας Ακαδημαϊκό έτος 2011-2012

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΕΛΙΔΕΣ A. Εισαγωγή... 3-4 B. Στάθμιση Συμφερόντων... 4-6 1. Σύγκρουση Δικαιωμάτων 5-6 α) Νομική σύγκρουση.. 5 β) Πραγματική σύγκρουση 5 γ) Σύγκρουση ως ψηφιδωτό 5-6 2. Αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων. 6-8 3. Ιεράρχηση Συνταγματικών Δικαιωμάτων.. 8-9 4. Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο.. 9-13 5. Αρχή της αναλογικότητας.. 13-17 6. Αρχή της πρακτικής εναρμόνισης 17-19 Γ. Κριτική της στάθμισης... 20-32 1. Υπέρ της στάθμισης 20-22 2. Κατά της στάθμισης 22-32 1 Σ ε λ ί δ α

α) Έλλειψη θεωρητικού θεμελίου-νομικής σύγκρουσης 22-24 β) Τυπική ισοδυναμία συνταγματικών διατάξεων... 24-26 γ) Έλλειψη κριτηρίων στάθμισης... 26-27 δ) Αποτελέσματα της στάθμισης... 27-30 i) Ανασφάλεια δικαίου... 27-28 ii) Μονομερής χαρακτήρας- αποκλεισμός μιας συνταγματικής διάταξης... 28-29 iii) Διακριτική ευχέρεια του δικαστή... 29-30 ε) Κριτική ΓΟΣΔ... 31-32 Δ. Εναλλακτική λύση: η Θεσμική Εφαρμογή... 33-37 Ε. Συμπέρασμα... 38-39 Βιβλιογραφία... 40-41 Ηλεκτρονική βιβλιογραφία... 41 2 Σ ε λ ί δ α

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το θέμα της κριτικής θεώρησης της στάθμισης. Στόχος μας είναι να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε τη στάθμιση των συμφερόντων ως μία νομική μέθοδο άρσης σύγκρουσης συμφερόντων και θεμελιωδών δικαιωμάτων, η οποία αν και έχει δεχτεί έντονη κριτική από τη θεωρία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στα δικαστήρια. Παρά τη γενικότερη αποδοχή της, η οποία έχει χαρακτηριστεί και αυθόρμητη από τον Α. Δημητρόπουλο, παρουσιάζει πολλές ατέλειες οδηγώντας σε ανασφάλεια δικαίου. Η βασική κριτική της μεθόδου στάθμισης συμφερόντων στηρίζεται στην αντίθεσή της με την συνταγματική αρχή της ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων, στις οποίες και κατοχυρώνονται τα συνταγματικά δικαιώματα, προσδίδοντάς της έναν παράνομο, αντισυνταγματικό χαρακτήρα. Προβληματική είναι και η θεωρητική βάση της στάθμισης, αφού στη σύγχρονη έννομη τάξη του κοινωνικού ανθρωπισμού δεν υπάρχει νομική σύγκρουση δικαιωμάτων, αλλά πραγματική σύγκρουση, προσβολή του δικαιώματος. Η ασάφεια και το επισφαλές της μεθοδολογίας λόγω της έλλειψης αντικειμενικών και μόνιμων κριτηρίων μεταθέτουν την επίλυση της διαφοράς των φορέων των 3 Σ ε λ ί δ α

συγκρουόμενων δικαιωμάτων στη διακριτική ευχέρεια του δικαστή,ο οποίος κρίνοντας περιπτωσιολογικά την αξία των δικαιωμάτων είναι δύσκολο να αποφύγει τις υποκειμενικές κρίσεις ιδεολογικοπολιτικής υφής,όντας μέλος της κοινωνίας. Β. ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ Η έννοια της μεθόδου της στάθμισης εύκολα γίνεται κατανοητή από το ρήμα σταθμίζω που σημαίνει ζυγίζω, μετράω και συγκρίνω το βάρος 2 μεγεθών. Η νομική λοιπόν διαδικασία στάθμισης αγαθών (Gueterabwaegung) σταθμίζει τα 2 μέρη της διαφοράς (θεμελιώδη συνταγματικά δικαιώματα, συμφέροντα, αξίες) και η πλάστιγγα της δικαιοσύνης κλίνει υπέρ εκείνου με το μεγαλύτερο νομικό βάρος με βάση τα πραγματικά περιστατικά και τα νομικά επιχειρήματα της συγκεκριμένης περίπτωσης. Αποτέλεσμα της στάθμισης είναι η υπεροχή του νομικά βαρύτερου, που είναι το νόμιμο, από το νομικά ελαφρύτερο αγαθό, που είναι το παράνομο, προσδίνοντας έτσι ένα τεχνικό νομικό περιεχόμενο (terminus technicus) στη στάθμιση. 1 Η στάθμιση λοιπόν, ως ένα νομικό εργαλείο επίλυσης συγκεκριμένων διαφορών και άρσης αντιθέσεων, χρησιμοποιείται από τον εφαρμοστή του δικαίου σε περιπτώσεις σύγκρουσης θεμελιωδών δικαιωμάτων. 1 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 2-3 4 Σ ε λ ί δ α

1.ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ α ) Σύγκρουση δικαιωμάτων υπό νομική έννοια είναι η ταυτόχρονη αναγνώριση και νόμιμη άσκηση των δικαιωμάτων περισσότερων φορέων, κατά τρόπο ώστε η νόμιμη άσκηση του ενός να περιορίζει την επίσης νόμιμη άσκηση του δικαιώματος του άλλου. Χαρακτηριστικό της νομικής σύγκρουσης είναι η νόμιμη άσκηση των δικαιωμάτων από όλους τους φορείς, κατά την οποία όμως ταυτόχρονα θίγεται κάποιο θεμελιώδες δικαίωμα. 2 β ) Αυτή η αντίθεσή της μας οδηγεί στην πραγματική σύγκρουση δικαιωμάτων, που είναι η αποδοκιμαζόμενη από το δίκαιο παραβίαση του δικαιώματος του άλλου. Κατά την πραγματική σύγκρουση ο ένας από τους φορείς, ο επιτιθέμενος ενεργεί χωρίς δικαίωμα, εκτός του επιτρεπόμενου δικαιϊκού πλαισίου παραβιάζοντας, προσβάλλοντας το δικαίωμα του αμυνόμενου. 3 γ ) Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη της Α. Φωτιάδου που παρομοιάζει τη σύγκρουση δικαιωμάτων με ένα ψηφιδωτό. Κάθε αναμέτρηση ενός δικαιώματος με ένα άλλο,η έκβαση κάθε επιμέρους πάλης, κάθε μικρή νίκη και κάθε μικρή ήττα ενσωματώνονται στο προστατευτικό πεδίο του δικαιώματος και συνθέτουν 2 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 219 3 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 220 5 Σ ε λ ί δ α

ένα ψηφιδωτό. Κάθε ψηφίδα του ψηφιδωτού αυτού απεικονίζει μια επιμέρους σύγκρουση, την έκβαση της σε μια συγκεκριμένη περίπτωση και την τεχνική που χρησιμοποίησε ο δικαστής για να οδηγηθεί στην έκβαση αυτή. Η σύγκρουση δικαιωμάτων οδηγεί στην αναπόφευκτη διαπλοκή τους. 4 2.ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΤΥΠΙΚΗΣ ΙΣΟΔΥΝΙΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ: Η άρση της σύγκρουσης ατομικών δικαιωμάτων δύο ή περισσότερων φορέων του ίδιου ή διαφορετικού δικαιώματος πρέπει να στηρίζεται στην θεμελιώδη αρχή της τυπικής νομικής ισοδυναμίας όλων των συνταγματικών διατάξεων. Η σύγκρουση θεμελιωδών δικαιωμάτων ( Grundrechtskollision) δεν λύεται λοιπόν με την ιεραρχική κλίμακα ισχύος. Δηλαδή δεν τίθεται θέμα in abstracto προτίμησης οποιασδήποτε συνταγματικής διάταξης σε βάρος άλλης, εκτός και αν υπάρχει μεταξύ τους σχέση ειδικότητας ( lex specialis derogate legi generali). 5 Όλα τα συνταγματικά κατοχυρωμένα θεμελιώδη δικαιώματα είναι ισοβαρή (gleichgewichtig). Παρά την ίδια βαρύτητα- αξία (Gleichwertigkeit) την οποία διαθέτουν, είναι δυνατή η σύγκρουσή τους, οπότε και 4 Α.Φωτιάδου, Σταθμίζοντας την ελευθερία του λόγου, σελίδα 5 5 Χρυσόγονος, Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελίδα 103 6 Σ ε λ ί δ α

θεωρείται απαραίτητη αντιπαράθεση και η έρευνα των έννομων αγαθών (Rechtsgueter), προκειμένου να διαπιστωθεί σε ποιο δικαίωμα πρέπει να εξασφαλιστεί in concreto προτεραιότητα. 6 Η σύγκρουση δηλαδή αποτελεί το νομικό και πραγματικό υπόβαθρο της στάθμισης. Αν δεν υπάρχει σύγκρουση δεν υπάρχει και στάθμιση, η σύγκρουση είναι η causa της στάθμισης ως νομική μέθοδος άρσης της σύγκρουσης. 7 Στις περισσότερες περιπτώσεις συγκρούσεων υπάρχει μερική επικάλυψη των πραγματικών των συγκρουόμενων δικαιωμάτων ή άλλων διατάξεων και ταυτόχρονα αντίθεση μεταξύ των έννομων συνεπειών τους. Σ αυτή τη βάση ερείδεται η άποψη ότι ο σπουδαιότερος ίσως περιορισμός των ατομικών, αλλά και των κοινωνικών δικαιωμάτων προέρχεται από την ανάγκη αμοιβαίας οριοθέτησης των βιοτικών σχέσεων που ρυθμίζουν, καθώς και η ένταξή τους στο συνολικό πλαίσιο της συνταγματικής τάξης κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συστηματική και τελολογική ενότητα του Συντάγματος. Η σύγκρουσή τους μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μία ad hoc και in concreto σχέση προτίμησης ανάμεσά τους, με γνώμονα τη βέλτιστη δυνατή έκβαση 6.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 4 7 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 4-5 7 Σ ε λ ί δ α

στη σύγκρουση των διακυβευόμενων δικαιωμάτων και έννομων αγαθών. 8 Σε αλλοδαπές συνταγματικές τάξεις, όπως π.χ. η αμερικανική, διαφαίνεται αντίθετα η τάση για a priori αξιολογική ιεράρχηση των ελευθεριών σε προτιμώμενες (preferred freedoms) και μη. 9 3.ΙΕΡΑΡΧΗΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ: Πρόσφατη νομολογία της Ολομέλειας του Άρειου Πάγου ( Α.Π. 13/1999) φαίνεται να προχωρεί προς την κατεύθυνση της ιεράρχησης συνταγματικών αρχών και δικαιωμάτων δεχόμενη ότι η προστασία της ελευθερίας της επιστήμης (άρθρο 16 παρ.1 Σ) και της έκφρασης (άρθρο 14 Σ) επειδή αποσκοπεί στη διαφύλαξη ύψιστων κοινωνικών αγαθών, νομιμοποιεί και προσβολές του θεμελιώδους δικαιώματος της προσωπικότητας, που τυχόν ενυπάρχουν στην ενάσκησή τους, οι οποίες έτσι, εφόσον δεν προσβάλλεται η αξία του ανθρώπου, δεν είναι παράνομες διότι η προσωπικότητα, κι αν θίγεται έχει υποδεέστερη σημασία σε σχέση με το αγαθό των ως άνω ελευθεριών. 8 Χρυσόγονος, Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελίδα 102-103 9 Χρυσόγονος, Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελίδα 103 8 Σ ε λ ί δ α

Προκύπτει λοιπόν μία ιεράρχηση με την ανθρώπινη αξία ( άρθρο 2 παρ.1 Σ) στην κορυφή ως καταστατική αρχή της έννομης τάξης του κοινωνικού ανθρωπισμού. Η ανώτατη δικαιοπολιτική αρχή της αξίας του ανθρώπου είναι απαραβίαστη, αφού ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας (κρατική εξουσία). Παράλληλα δημιουργείται και η συνταγματική υποχρέωση των ατόμων (ιδιωτική εξουσία) σεβασμού αυτού του μητρικού δικαιώματος. Η αξιολόγηση όμως των προστατευόμενων από το Σύνταγμα αγαθών χωρίς ιδιαίτερη διευκρίνιση για το πού στηρίζεται η αξιολόγησή αυτή προβληματίζει. 10 4.ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η θεωρία της στάθμισης αναπτύχθηκε κυρίως στα πλαίσια της νομολογίας του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου (Bundesverfassungsgericht) μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και συνδέεται με την ιδεαλιστικού τύπου αντίληψη για το αξιολογικό σύστημα και την αξιολογική φύση της γερμανικής έννομης τάξης. 11 10 Χρυσόγονος, Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελίδα 103 11 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 229 9 Σ ε λ ί δ α

Στο πρόβλημα της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις έρχεται η στάθμιση συμφερόντων να δώσει τη λύση ως μέθοδος άρσης της σύγκρουσης. Αυτό καταδεικνύει την επιρροή της σύγχρονης νομικής σκέψης από την ατομικιστική νομική παράδοση. Η εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις, φέρνει στην επιφάνεια το πρόβλημα σύγκρουσης θεμελιωδών δικαιωμάτων, που συνδέεται με τον τρόπο εφαρμογής τους στις διαπροσωπικές σχέσεις. Το πρόβλημα της σύγκρουσης δικαιωμάτων δεν είναι πρόβλημα τριτενέργειας. Δεν δημιουργεί η διαπροσωπική εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων το ζήτημα της σύγκρουσης, αλλά η δομή και η λειτουργία της ατομικιστικής έννομης τάξης. 12 Tα κρατικά όργανα οφείλουν να αίρουν τις συγκρούσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων, υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος. Κατά τη μέθοδο αυτή το αρμόδιο κρατικό όργανο έχει διακριτική ευχέρεια για την πρόκριση του δικαιώματος που θα επικρατήσει στην κάθε φορά κρινόμενη περίπτωση. 13 Η μέθοδος της στάθμισης των συμφερόντων ως δικανικός συλλογισμός ξεκινά από τη βάση της 12 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 220-222 13 Ράϊκος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 243 10 Σ ε λ ί δ α

νόμιμης άσκησης των δικαιωμάτων και από τα δύο μέρη της διαφοράς και ο δικαστής προβαίνει αντιμετωπίζοντας το όλο θέμα περιπτωσιολογικά και συνεκτιμώντας όλες τις ιδιαίτερες συνθήκες καταλήγει στην επιλογή του αγαθού- δικαιώματος, μετά από προσεκτική εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, που είναι άξιο προστασίας στη συγκεκριμένη περίπτωση. Στο άρθρο του Κ.Στρατηλάτη για τη <<συγκεκριμένη στάθμιση των συνταγματικών αξιών κατά τη δικαστική ερμηνεία>> παρατηρείται ότι η στάθμιση εμφανίζεται ως ένας τρόπος θεωρητικής διαμεσολάβησης της ανθρώπινης εμπειρίας από την κανονιστική ισχύ των δικαιϊκών ρυθμίσεων. Τόσο η διατύπωση του δικανικού συλλογισμού όσο και η θεμελίωση του σηματοδοτούν μια τομή στην πραγματικότητα της συνύπαρξης συμφερόντων, των οποίων η αντιθετικότητα σταθεροποιείται όχι στη βάση της κανονικότητας της κοινωνικής συμβίωσης, ή στην προοπτική εύλογων κανονιστικών προσδοκιών, αλλά μέσα από μία έλλογα διαρρυθμισμένη διαδικασία ανταλλαγής επιχειρημάτων. Στο επίπεδο αυτό, η ορθολογικότητα της δικαιοδοσίας στοιχειοθετείται μέσα από την άρθρωση ενός λογικά συνεκτικού συλλογισμού, ο οποίος ισορροπεί ανάμεσα στις 11 Σ ε λ ί δ α

ιδιαιτερότητες της υπό κρίση βιοτικής αντιδικίας και το ρυθμιστικό πλαίσιο της έννομης τάξης. 14 Στις περιπτώσεις λοιπόν σύγκρουσης δικαιωμάτων, οι ανώτερες αξίες υπερτερούν, ενώ οι κατώτερες αξίες υποχωρούν σύμφωνα με την θεωρία του ΓΟΣΔ. 15 Ο εφαρμοστής του δικαίου λοιπόν καλείται να εφαρμόσει έναν εκ των αντιτιθέμενων κανόνων δικαίου σταθμίζοντας τα αντικρουόμενα συμφέροντα, εξετάζοντας τα πραγματικά περιστατικά σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, ώστε να καταλήξει με όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά κριτήρια στην εφαρμογή ενός εκ των συνταγματικών δικαιωμάτων και τον περιορισμό του άλλου. Κατά τη διαδικασία αυτή ερευνάται ακόμα η ένταση του περιορισμού του συγκεκριμένου δικαιώματος, η σπουδαιότητα του λόγου που τον επιτάσσει, αλλά και οι συνέπειες της επιβολής του. Στην αξιολόγηση αυτή τα κριτήρια δεν πρέπει να είναι αυθαίρετα, και τη θέση των υποκειμενικών κρίσεων του δικαστή πρέπει να παίρνουν η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία. Τον κίνδυνο της δικαστικής αυθαιρεσίας και των υποκειμενικών κρίσεων επισημαίνει ο Μάνεσης τονίζοντας τη σημασία των 14 Στρατηλάτης, Η συγκεκριμένη στάθμιση των συνταγματικών αξιών κατά τη δικαστική ερμηνεία του Συντάγματος, στο συμπέρασμα, τελευταία σελίδα 15 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 229 12 Σ ε λ ί δ α

αντικειμενικών κριτηρίων που θα περιορίζει τη μεγάλη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου κρατικού οργάνου. 16 Το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο έχει δεχτεί και αναδείξει ως υπέρτατη αξία την ανθρώπινη ζωή, που δεν μπορεί να σταθμιστεί σε καμία περίπτωση με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, έχοντας πάντα το προβάδισμα απέναντι σ αυτά. Ο καθορισμός λοιπόν της προτεραιότητας μεταξύ των συγκρουόμενων δικαιωμάτων είναι ζήτημα πραγματικό και πρέπει να γίνεται ανάλογα με τη σημασία που έχουν τα δικαιώματα αυτά στη συγκεκριμένη περίπτωση. 17 Υποθέσεις σταθμοί του ΓΟΣΔ αποτέλεσαν οι υποθέσεις Lueth και Blinkfuer. 5.ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ: Αρχικά η στάθμιση συμφερόντων μάλλον εθεωρείτο αυτοτελής μέθοδος, εντάχθηκε όμως τελικώς στην αρχή της αναλογικότητας. Η αρχή της αναλογικότητας (Grundsatz der Verhaeltnismaessigkeit) επιτάσσει την ύπαρξη εύλογης σχέσης, εύλογης αναλογίας ανάμεσα στον επιδιωκόμενο σκοπό και στον περιορισμό συνταγματικού δικαιώματος, ως μέσου για την επίτευξη του σκοπού. Ο περιορισμός πρέπει να συγκεντρώνει τις ιδιότητες της καταλληλότητας και της 16 Μάνεσης, Ατομικές Ελευθερίας, σελίδα 65 17 Ράϊκος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 245 13 Σ ε λ ί δ α

αναγκαιότητας. Η αρχή της αναλογικότητας προσδιορίζει τη σχέση ανάμεσα στον σκοπό του νομοθέτη (κοινό δίκαιο) και το μέσο που χρησιμοποιεί για την επίτευξη του και το οποίο περιορίζει συνταγματικό δικαίωμα (συνταγματικό δίκαιο). 18 Η αρχή της αναλογικότητας μετά την αναθεώρηση του 2001 κατοχυρώνεται ρητά στο άρθρο 25 παρ.1 εδ.δ του Συντάγματος όπου ορίζεται ότι οι κάθε είδους περιορισμοί των συνταγματικών δικαιωμάτων πρέπει να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. Κατά το άρθρο ΙΙ-112 παρ.1 εδ.β του ΣχΕυρΣ, τηρούμενης της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμοί επιτρέπεται να επιβάλλονται, μόνο εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων. Η καταγωγή της αρχή αυτής ανάγεται στο γερμανικό αλλά και στο γαλλικό αστυνομικό δίκαιο. 19 Κατά το ΓΟΣΔ ο νομοθετικός περιορισμός του συνταγματικού δικαιώματος πρέπει να ανταποκρίνεται προς τα πράγματα, να θεμελιώνεται στη φύση του πράγματος και δεν επιτρέπεται ο νομοθέτης να εισάγει περιορισμούς ξένους προς αυτή. Την αρχή εφαρμόζει και το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο και δέχεται με τη 18 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 226 19 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 226-227 14 Σ ε λ ί δ α

νομολογία του, ότι οι πράξεις των κοινοτικών οργάνων πρέπει να τελούν σε ανάλογη προς τον σκοπό σχέση και να μην υπερβαίνουν το απαραίτητο για την επίτευξη του μέτρο. Η αρχή της αναλογικότητας κατοχυρώνεται στα άρθρα 8-11 ΕΣΔΑ και εφαρμόζεται από τη νομολογία του ΕΔΔΑ. 20 Στην Ελλάδα η αρχή ανάγεται από την αρχή του κράτους δικαίου, είχε ήδη εμφανιστεί στην παλαιότερη νομολογία του ΣτΕ και από το 1984 συναγόταν από τα άρθρα 5 παρ.1 και 25 παρ.1, μέχρι την αναθεώρηση του 2001 με την οποία κατοχυρώθηκε ρητά. Τα ελληνικά δικαστήρια ελέγχουν τον δηλωμένο σκοπό του νόμου, που πρέπει να είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα. Δεν ελέγχεται όμως δικαστικά η αλήθεια του δηλωμένου σκοπού του νομοθέτη, δηλαδή η κατάχρηση της νομοθετικής εξουσίας. Κατά τεκμήριο τα παραγωγικά αίτια της βούλησης του νομοθέτη συμπίπτουν με τον δηλωμένο σκοπό, δημιουργουμένου έτσι ενός τεκμηρίου συνταγματικότητας. Κατά τη νομολογία του ΣτΕ οι περιορισμοί πρέπει να συνάπτονται προς τον υπό του νόμου επιδιωκόμενο σκοπό. 21 Τα στάδια της μεθόδου της αναλογικότητας είναι: α) Η καταλληλότητα, προσφορότητα (Geeignetheit). Κατάλληλος ή πρόσφορος είναι ο περιορισμός, όταν 20 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 227 21 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 227-228 15 Σ ε λ ί δ α

μπορεί να επιφέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Η αρχή απαιτεί, όπως ο εισαγόμενος νομοθετικός περιορισμός αποτελεί κατ είδος και έκταση πρόσφορο μέσο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. β) Η αναγκαιότητα (Notwendigkeit, Erforderlichkeit). Αναγκαίος είναι ο περιορισμός, όταν αποκλείεται η επιλογή άλλου, εξίσου αποτελεσματικού, λιγότερου όμως περιοριστικού μέτρου. Αν δηλαδή το ίδιο αποτέλεσμα είναι δυνατόν να επιτευχθεί με μικρότερο περιορισμό, τότε ο επιβαλλόμενος περιορισμός δεν είναι αναγκαίος και άρα δεν είναι σύμφωνος με την αρχή της αναλογικότητας. Στην νομολογία του ΣτΕ φαίνεται να παγιοποιείται η θέση ότι η έκταση του περιορισμού συνταγματικού δικαιώματος ελέγχεται δικαστικά και κυρίως αν ο περιορισμός υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο. Εφόσον στον νόμο προβλέπονται περισσότεροι περιορισμοί, η διοίκηση οφείλει να εφαρμόζει τους ηπιότερους. Υ) Η αναλογικότητα stricto sensu (Verhaeltnismaessigkeit im engeren Sinne): Στην αναλογικότητα stricto sensu εντάχθηκε η αρχικώς αυτοτελής μέθοδος στάθμισης συμφερόντων. Η μέθοδος της στάθμισης όπως αναλύθηκε παραπάνω, η αρχή της αναλογικότητας, η οποία εφαρμόζεται για τον περιορισμό των δικαιωμάτων με επιφύλαξη νόμου και η πρακτική της εναρμόνισης, που χρησιμοποιείται 16 Σ ε λ ί δ α

χωρίς την επιφύλαξη νόμου είναι μέθοδοι που αναπτύχθηκαν για την επίλυση των διαφορών συνταγματικών δικαιωμάτων. 22 6.ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗΣ: Η πρακτική εναρμόνιση (praktische Konkordanz) προτάθηκε ως μέθοδος συγκεκριμενοποίησης του κανονιστικού περιεχομένου των συνταγματικών κανόνων και προβάλλεται κυρίως ως μέθοδος για την άρση των αντιθέσεων στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται επιφύλαξη υπέρ του νόμου. Ο περιορισμός συνταγματικού δικαιώματος είναι απαραίτητος, γι αυτό δεν περιορίζονται μόνο τα δικαιώματα που συνοδεύονται με επιφύλαξη νόμου, αλλά και τα ανεπιφύλακτα. Η δικαιολόγηση έγκειται στην ύπαρξη άλλης συνταγματικής διάταξης (kollidierendes Verfassungsrecht) κατά συστηματική ερμηνεία (systematische Interpretation). 23 Η αρχή της πρακτικής εναρμόνισης, που αναπτύχθηκε από τον Κ. Hesse, πρέπει να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με την αρχή ενότητας του Συντάγματος από το αρμόδιο κρατικό όργανο και από το δικαστήριο 22 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 228-230 23 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 230-231 17 Σ ε λ ί δ α

κατά την άρση των συγκρούσεων θεμελιωδών δικαιωμάτων. 24 Στόχος της είναι η εξασφάλιση της εφαρμογής όλων των διατάξεων (πχ. και των δύο θεμελιωδών δικαιωμάτων), ώστε να προκύψει δίκαιη εξισορρόπηση (schonender oder gerechter Ausgleich),στο πλαίσιο πάντοτε της συγκεκριμένης περίπτωσης (unter Beruecksichtigung aller Umstaende des Einzelfalles). Η θεωρία της πρακτικής εναρμόνισης υποδεικνύει ότι οι περιορισμοί των συνταγματικών δικαιωμάτων προκύπτουν από τη συστηματική ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων. Η χρησιμότητά της δεν περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις ανεπιφύλακτων δικαιωμάτων, αλλά και των δικαιωμάτων με επιφύλαξη νόμου, καθιστώντας έτσι τη μεθοδολογική διάκριση ανάμεσα στην αναλογικότητα και την πρακτική εναρμόνιση με κριτήριο την ύπαρξη επιφύλαξης υπέρ του νόμου αναποτελεσματική. 25 Η μέθοδος αυτή, που πετυχαίνει την μεγαλύτερη δυνατή άσκηση όλων των συγκρουόμενων δικαιωμάτων με τον ανάλογο περιορισμό τους, μόνο στην περίπτωση αδυναμίας επίτευξης του σκοπού αυτού μπορεί το κρατικό όργανο να δώσει, μετά από 24 Ράϊκος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 246 25 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 231 18 Σ ε λ ί δ α

στάθμιση συμφερόντων, το προβάδισμα σ ένα δικαίωμα εις βάρος του άλλου ή άλλων δικαιωμάτων. 26 Αντίθετα σύμφωνα με την κατευθυντήρια αρχή της πρακτικής αρμονίας η αμοιβαία οριοθέτησή τους οδηγεί στην καλύτερη πρακτική και των δύο ή τυχόν περισσότερων αγαθών που κατοχυρώνονται στις συνταγματικές διατάξεις. Γενικότερα η αρχή της πρακτικής εναρμόνισης συνεπάγεται την απαίτηση του σεβασμού της εύλογης σχέσης των χρησιμοποιούμενων μέσων, προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. 27 Παραπέρα, ο εφαρμοστής του Συντάγματος και ιδίως ο δικαστής οφείλει να λάβει υπόψη του τα πραγματικά δεδομένα και να τα εκτιμήσει κατά τρόπο τέτοιο ώστε οι σχετικές κρίσεις του να μπορούν να συναντήσουν ευρύτερη αποδοχή. Πρέπει να γίνει λοιπόν η νομική λύση διυποκειμενικά δεκτή, ακριβώς διότι είναι γενικεύσιμη σε κάθε περίπτωση, ασχέτως προς τα πρόσωπα αυτών που κρίνουν ή κρίνονται κάθε φορά. 28 26 Ράϊκος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 246-247 27 Χρυσόγονος, Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελίδα 104-105 28 Χρυσόγονος. Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, Β τόμος, σελίδα 105 19 Σ ε λ ί δ α

Γ. ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ: 1. ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ Η μέθοδος της στάθμισης έχει διχάσει τη νομική σκέψη. Η κρατούσα άποψη αναγνωρίζει τη στάθμιση ως μια ικανοποιητική νομική μέθοδο άρσης της σύγκρουσης δικαιωμάτων και η χρήση της από τους δικαστές γίνεται σε μεγάλο βαθμό. Δέχεται δηλαδή, ότι ο ερμηνευτής και ο εφαρμοστής του δικαίου πρέπει σε περίπτωση σύγκρουσης δικαιωμάτων να προχωρούν σε συμβιβασμό των δικαιωμάτων (compromise), έτσι ώστε να υποχωρούν και τα δύο δικαιώματα για ένα optimum αποτέλεσμα άσκησης των δικαιωμάτων αυτών. Διότι σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος τα δικαιώματα του ανθρώπου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους και όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Εφόσον δεν υπάρχουν υπερδικαιώματα στο Σύνταγμα όλα τα δικαιώματα είναι δυνατόν να περιοριστούν χωρίς όμως να θίγεται ο πυρήνας τους. Η Ζ.Παπαϊωάννου στο άρθρο για την <<ηλεκτρονική επιτήρηση των δημοσίων συναθροίσεων και συγκεντρώσεων από τις αστυνομικές αρχές>> αναφέρεται στη σύγκρουση των δικαιωμάτων της ιδιωτικής ζωής, του συνέρχεσθαι, της πληροφοριακής 20 Σ ε λ ί δ α

αυτοδιάθεσης έναντι της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και των δικαιωμάτων της υγείας, της ζωής και της ιδιοκτησίας τονίζοντας την αναγκαιότητα της στάθμισης τους με βάση τις αρχές της πρακτικής εναρμόνισης, της αναλογικότητας και του σκοπού. Η στάθμιση της εκάστοτε προτεραιότητας σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση είναι ζήτημα πραγματικό, εξαρτώμενο από τις συντρέχουσες συγκυρίες. 29 Σύμφωνα με τον Γ.Μιχαηλίδη Νουάρο ο οποίος πραγματεύεται τη σύγκρουση του ιδιωτικού βίου και του απορρήτου με το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης στοχασμών και της ελευθερίας του τύπου. Καταλήγει στην άρση της σύγκρουσης δεχόμενος την θεωρία της συγκεκριμένης στάθμισης των αγαθών αποτελούμενη από το κοινωνικό στοιχείο (τις κοινωνικές αντιλήψεις) και το υποκειμενικό στοιχείο (τη βούληση του ενδιαφερόμενου ατόμου) που εφαρμόζεται από τους δικαστές. Επιπρόσθετα τονίζει τη σημασία της κοινωνικής προσφορότητας μιας πράξης (Sozialadaequanz) σύμφωνα με την οποία μια πράξη που προσβάλλει ή 29 Ζ.Παπαϊωάννου, Η ηλεκτρονική επιτήρηση των δημοσίων συναθροίσεων και συγκεντρώσεων από τις αστυνομικές αρχές, Εφημ.Δ.Δ. 6/2007 21 Σ ε λ ί δ α

εκθέτει σε κίνδυνο ατομικά αγαθά είναι κοινωνικά πρόσφορη και συνεπώς θεμιτή, μόνο αν εμφανίζει κοινωνική χρησιμότητα ( εξυπηρετεί τομέα κοινωνικής ζωής) και δεν προξενεί στο προσβαλλόμενο πρόσωπο ζημία δυσανάλογη προς την κοινωνική χρησιμότητα της, δηλαδή ζημία που δεν βρίσκεται σε ορθή αναλογία με το μέγεθος της προσβολής/ διακινδύνευσης και συνεπώς δεν είναι ανεκτή από τις επικρατούσες ηθικές αντιλήψεις. 30 2. ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ Από την άλλη μεριά όμως έχει γίνει και αντικείμενο έντονης κριτικής από τη θεωρία. Η κριτική αφορά τη θεωρητική, αλλά και την πρακτική προσέγγιση της στάθμισης, αφορά τις θεωρητικές βάσεις της στάθμισης και τα αποτελέσματα στα οποία καταλήγει. α) ΕΛΛΕΙΨΗ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ-ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ: Ένας βασικός λόγος της κριτικής που ασκήθηκε στην στάθμιση είναι η έλλειψη του θεωρητικού της θεμελίου, που είναι η νομική σύγκρουση. Η στάθμιση είναι το νομικό εργαλείο με το οποίο επιλύεται το 30 Γ. Μιχαηλίδης Νουάρος, Το απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου και η ελευθερία του τύπου, ΤοΣ 1983 22 Σ ε λ ί δ α

πρόβλημα της σύγκρουσης συνταγματικών δικαιωμάτων. Εάν δεν υπάρχει σύγκρουση, δεν υπάρχει και στάθμιση, αφού η πρώτη είναι η προϋπόθεση της δεύτερης. Τα σταθμιζόμενα μέρη δηλαδή πρέπει να συγκρούονται, ώστε να επέλθει η διαδικασία της στάθμισης. Η νομική σύγκρουση όμως, η οποία τίθεται ως βάση της στάθμισης, δεν υπάρχει στη σύγχρονη έννομη τάξη, στην οποία ο συντακτικός νομοθέτης ρυθμίζει τα νομικά μορφώματα κατά τρόπο αρμονικό. Η ανθρωπιστική αρχή, στην έννομη τάξη του κοινωνικού ανθρωπισμού και τα θεμελιώδη δικαιώματα που την εξειδικεύουν, αφενός οριοθετούν το δικαίωμα κάθε φορέα, αφετέρου οριοθετούν τα δικαιώματα των άλλων φορέων, αναγνωρίζοντας μόνο την αυτεξουσία/ αυτοπροσδιορισμό και όχι την εξουσία του ατόμου πάνω σε άλλα άτομα. Επομένως δεν υπάρχει νομική σύγκρουση με την έννοια ότι δύο δικαιώματα συγκρούονται ασκούμενα κατά νόμιμο τρόπο. Η όλη θεωρία της στάθμισης λοιπόν εδράζεται πάνω σε ιδιαίτερα προβληματική βάση. Υπάρχουν ασφαλώς πραγματικές συγκρούσεις, δηλαδή πραγματικές παραβιάσεις των συνταγματικών δικαιωμάτων, όπου ένας από τους δύο φορείς έχει θίξει τα δικαιώματα του άλλου. Πρόκειται δηλαδή για προσβολή δικαιώματος και όχι για σύγκρουση δικαιωμάτων. 23 Σ ε λ ί δ α

Στην πραγματικότητα δηλαδή σταθμίζονται δύο ποιοτικά διάφορες συμπεριφορές, μία νόμιμη και μία παράνομη, οι οποίες αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο, συνσταθμίζοντας τη νομιμότητα με την παρανομία. Οπότε καταλήγουμε ότι η μια συμπεριφορά ήταν εξ αρχής παράνομη και η παρανομία αυτή κρίνεται απευθείας από το δίκαιο και όχι με τη διαδικασία της στάθμισης. 31 β) ΤΥΠΙΚΗ ΙΣΟΔΥΝΑΜΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ: Η κύρια κριτική της στάθμισης αφορά την ασυμβατότητα της μεθόδου αυτής με την θεμελιώδη αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών δικαιωμάτων. Μεταξύ των συνταγματικών δικαιωμάτων δεν υπάρχει σχέση ιεραρχίας, αφού όλες οι συνταγματικές διατάξεις στις οποίες κατοχυρώνονται τα δικαιώματα αυτά έχουν την ίδια τυπική δύναμη. Η στάθμιση λοιπόν προσκρούει σε ένα ανυπέρβλητο δογματικό εμπόδιο, την αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων, η οποία κατοχυρώνεται και ισχύει ανεξάρτητα από το ζήτημα της ουσιαστικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων (Σύνταγμα μέσα στο Σύνταγμα). Κατά το Σύνταγμα δεν υπάρχουν σημαντικότερα ή λιγότερο σημαντικά θεμελιώδη δικαιώματα. 32 31 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 8-9 32 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 7-8 24 Σ ε λ ί δ α

Η διάκριση των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε αναθεωρήσιμα και μη κατά το άρθρο 110 παρ.1 του Σ αποτελεί μία ιεράρχηση που αφορά μόνο τη διαδικασία αναθεώρησης. Ούτε το άρθρο 48 παρ.1 του Σ, που επιτρέπει σε περίπτωση κήρυξης της χώρας σε κατάσταση ανάγκης την αναστολή ισχύος ορισμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων, κατοχυρώνει μια γενική ιεράρχηση συνταγματικών δικαιωμάτων. Η ratio της επιλογής αυτή είναι η αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης. 33 Με την εφαρμογή της στάθμισης λοιπόν αναιρείται η παραπάνω αρχή, προσδίδοντας στην στάθμιση έναν αντισυνταγματικό χαρακτήρα. Ο συντακτικός νομοθέτης ορίζει ότι όλα τα συνταγματικά δικαιώματα είναι ισοβαρή, έχουν δηλαδή το ίδιο νομικό βάρος. Αυτό προκύπτει από την καθιέρωσή τους από το ίδιο όργανο, αλλά και από το γεγονός ότι όλα αποτελούν συγκεκριμενοποιήσεις της καταστατικής αρχής της έννομης τάξης, της ανθρώπινης αξίας. 34 Η διαδικασία της στάθμισης όμως προϋποθέτει την ανισότητα των συνταγματικών αγαθών, για να πραγματοποιηθεί δηλαδή η σύγκριση πρέπει να 33 Τσάτσος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 296 34 Ράϊκος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 246-247 25 Σ ε λ ί δ α

σταθμιστούν δύο άνισα μεγέθη. Οπότε η στάθμιση ίσων μεγεθών δεν έχει νόημα. Επιπρόσθετα, η ίση βαρύτητα, η ισοτιμία των προστατευόμενων συνταγματικών αγαθών αποτελεί θεμελιώδη συνταγματικοπολιτική απόφαση του συντακτικού νομοθέτη και ανήκει στις βάσεις του νομικοπολιτικού συστήματος. Συνιστά δηλαδή έναν κανόνα που δεν δύναται και δεν δικαιούται να παραβιάσει ο δικαστής. Από τον κανόνα αυτό προκύπτει επιταγή προς τον δικαστή που απαγορεύει τη στάθμιση των δικαιωμάτων. 35 Η στάθμιση δηλαδή θέτει το προβληματικό ζήτημα της υπεροχής του δικαστή έναντι του Συντάγματος. Εφόσον όμως ο ίδιος ο συντακτικός νομοθέτης δεν προέβη σε ιεράρχηση δικαιωμάτων, εν επιτρέπεται να τον υποκαταστήσει ο δικαστής. 36 γ) ΕΛΛΕΙΨΗ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ: Οποιαδήποτε στάθμιση προϋποθέτει και τα μέτρα και τα σταθμά δηλαδή τα κριτήρια, σύμφωνα με τα οποία θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η στάθμιση. Στην περίπτωση δηλαδή που δεν θα ίσχυε η τυπική ισοδυναμία των συνταγματικών διατάξεων, θα έπρεπε να υπάρχουν συγκεκριμένα αντικειμενικά, γενικά και μόνιμα κριτήρια. Στα κριτήρια αυτά θα πρέπει να 35 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 8 36 Χρυσόγονος. Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, Β τόμος, σελίδα 103 26 Σ ε λ ί δ α

στηρίζεται απαραίτητα ο δικαστής κάθε φορά για την απονομή δικαιοσύνης. Η έλλειψη σταθερών και επιστημονικών κριτηρίων, τα οποία θα εφαρμόζονται in abstracto, ανεξάρτητα από τις ιδιαίτερες περιστάσεις της συγκεκριμένης κάθε φορά περίπτωσης έχει προβληματίσει ιδιαίτερα, αφήνοντας μεγάλα περιθώρια αμφισβήτησης της αντικειμενικότητας του αποτελέσματος. Η στάθμιση δεν μπορεί παρά να είναι γενική. Η in concreto στάθμιση με κριτήρια που αφορούν μόνο την συγκεκριμένη περίπτωση είναι εξαιρετικά σχετική με κίνδυνο την κατάληξη σε αυθαίρετες και υποκειμενικές εκτιμήσεις. Βέβαια, ακόμα και αν υπήρχαν ικανοποιητικά επιστημονικά κριτήρια, θα ήταν απαραίτητη η expressis verbis συνταγματική τους θεμελίωση. 37 δ) ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ: i) Ανασφάλεια δικαίου: Η έλλειψη σαφών και αντικειμενικών κριτηρίων και η σχετικότητα της μεθόδου, η περιπτωσιολογική δηλαδή αντιμετώπιση της δημιουργούν ασάφεια και αοριστία. Η ασάφεια της μεθοδολογίας επίσης έγκειται στο ότι οποιοδήποτε συμφέρον μπορεί εύκολα να παρουσιαστεί ως υψηλή και ευγενής αξία, ενισχυόμενης με αυτόν τον τρόπο σημαντικά και της ευχέρειας της δικαστικής κρίσης και 37 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 9 27 Σ ε λ ί δ α

της αβεβαιότητας του δικαίου, οδηγώντας σε ανασφάλεια του δικαίου. 38 ii) Μονομερής χαρακτήρας- αποκλεισμός μιας συνταγματικής διάταξης: Η στάθμιση έχει έντονο μονομερή χαρακτήρα υπό την έννοια, ότι η ελλιποβαρής διάταξη συνήθως εξοστρακίζεται συνολικά από τη συγκεκριμένη περίπτωση. Η στάθμιση δηλαδή δεν στρέφεται προς την ταυτόχρονη εφαρμογή των δικαιωμάτων όπως η πρακτική εναρμόνιση, αλλά στρέφεται στην πλήρη εφαρμογή της υπέρβαρης και στον πλήρη αποκλεισμό της ελλιποβαρούς διάταξης. 39 Ενώ λοιπόν το Σύνταγμα είναι ένα σύστημα κανόνων δικαίου (νοηματική ενότητα του Συντάγματος), ένα πλέγμα κανόνων αρμονικά συνδυασμένων και όχι ένα απλό άθροισμά τους, ο δικαστής δεν προβαίνει στη στάθμιση, προσπαθώντας να πετύχει την άρση της σύγκρουσης με τη μεγαλύτερη δυνατή εφαρμογή και των δύο δικαιωμάτων, αλλά προβαίνει σε μια δημοψηφισματικού τύπου επιλογής του ενός με πλήρη αποκλεισμό του άλλου. Οι συνέπειες της στάθμισης είναι εξαιρετικά σημαντικές διότι οδηγεί στην ανενεργοποίηση in concreto συνταγματικής διάταξης, 38 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 9-10 39 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 10 28 Σ ε λ ί δ α

που όμως διαθέτει και αναπτύσσει πλήρη νομική δύναμη. 40 iii) Διακριτική ευχέρεια του δικαστή: Η έλλειψη προδιατυπωμένων και αντικειμενικών κριτηρίων, μιας γενικά αναγνωρισμένης και κατοχυρωμένης κατευθυντήριας αρχής, με βάση τα οποία ο δικαστής θα προχωρούσε στη στάθμιση και από τα οποία θα δεσμευόταν, παρέχει στο δικαστή μεγάλη διακριτική ευχέρεια. Κατά τη στάθμιση δηλαδή προβάλλεται έντονα ο κίνδυνος των υποκειμενικών κρίσεων του πολιτειακού οργάνου (διοικητικού και του δικαστή). Όπως παρατηρεί ο Μάνεσης η διακριτική ευχέρεια που έχει το αρμόδιο κρατικό όργανο σ αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να ασκείται με κριτήρια αντικειμενικά και όχι με βάση αυθαίρετες κατατάξεις και υποκειμενικές εκτιμήσεις ιδεολογικής ή πολιτικής υφής. Η κριτική εστιάζει στο κατά πόσο ο δικαστής, ως μέλος της κοινωνίας, είναι δυνατόν να έχει αντικειμενική κρίση όταν καλείται κατά την άσκηση του δημοσίου λειτουργήματός του να κάνει αξιολογικές επιλογές. 41 Η υποκειμενικότητα αυτή του δικαστή δημιουργεί αβεβαιότητα στους κοινωνούς και εγείρει αμφιβολίες 40 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 10 41 Τσάτσος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 297 29 Σ ε λ ί δ α

για την αξιοπιστία του θεσμού της δικαιοσύνης. Και ο δημόσιος λειτουργός μετέχει ως άτομο στην κοινωνική σύγκρουση, δύσκολα μπορεί να παραμείνει ανεπηρέαστος εγκυμονώντας τον κίνδυνο αυθαίρετων, μεροληπτικών αξιολογικών κρίσεων στη διαδικασία της στάθμισης. Όμως ακόμα και αν θεωρηθεί ότι η αξιολόγηση δεν έγινε αυθαίρετα, κατά την υποκειμενική κρίση του δικαστή, αλλά με βάση τις κρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις, το πρόβλημα δεν λύνεται, αφού παρόμοιες αξιολογήσεις θέτουν αναπόφευκτα θέματα που βρίσκονται από τη φύση τους στο κέντρο της πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης. Αυτό που πρέπει να αξιωθεί από το επιφορτισμένο με τη στάθμιση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων όργανο της πολιτείας είναι όχι η ανέφικτη και ίσως ανύπαρκτη αντικειμενικότητά του, αλλά η αμεροληψία του. Αντίθετα με την αντικειμενικότητα, με την αμεροληψία επιχειρείται ο αποχωρισμός της αξιολογικής κρίσης του οργάνου από τους ενδεχόμενους δεσμούς του με τα πρόσωπα ή τα συμφέροντα της συγκεκριμένης σχέσης. 42 42 Tσάτσος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 297-298 30 Σ ε λ ί δ α

ε) ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΟΣΔ: Η κριτική που ασκήθηκε στη μέθοδο της στάθμισης, όπως αναπτύχθηκε στα πλαίσια της νομολογίας του ΓΟΣΔ έχει την ίδια βάση με την κριτική της μεθόδου της στάθμισης γενικότερα. Επικρίθηκε το ότι και οι δύο φορείς των συγκρουόμενων δικαιωμάτων τα ασκούν νόμιμα ταυτοχρόνως. Επίσης η κριτική εστιάζεται στην περιπτωσιολογική αντιμετώπιση της στάθμισης, αφού αν και το ΓΟΣΔ ανέδειξε το δικαίωμα στη ζωή ως υπέρτερη αξία με προβάδισμα έναντι των άλλων δικαιωμάτων δεν προχώρησε σε μια γενικότερη ιεράρχηση δικαιωμάτων, τα οποία ανάλογα με την συγκεκριμένη περίπτωση αποκτούν περισσότερη ή λιγότερη αξία. Το ζήτημα της πλήρους ισοτιμίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι πολύ αμφίβολο στην γερμανική επιστήμη, ενώ η σχετική θέση της νομολογίας του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν είναι σαφής. Η ανθρώπινη ζωή έχει αυτονόητα εξαιρεθεί από την από την αρχή της ισοτιμίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων ως υπέρτατη αξία και προϋπόθεση όλων των άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Αυτό δέχτηκε και το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο και γι αυτό το λόγο και κατά τη στάθμιση του δικαιώματος της ανθρώπινης ζωής με άλλα δικαιώματα έχει πάντα το προβάδισμα απέναντι σε αυτά. Κατ 31 Σ ε λ ί δ α

ακολουθία ο καθορισμός της προτεραιότητας μεταξύ των συγκρουόμενων δικαιωμάτων είναι ζήτημα πραγματικό και πρέπει να γίνεται ανάλογα με τη σημασία που έχουν τα δικαιώματα αυτά στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η περιπτωσιολογική αυτή κρίση είναι πρόδηλα ασυμβίβαστη με τις αρχές ασφάλειας του δικαίου και του προβλεπτού κρατικών πράξεων και δίνει στο δικαστή μια εξουσία, που δεν έχει κατά την απλή ερμηνεία των νόμων. Για τους λόγους αυτούς επικρίθηκε στη Γερμανία η θεωρία του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου περί της εν λόγω συγκεκριμένης στάθμισης συμφερόντων. Εντούτοις δεν υπάρχει de lege lata άλλος τρόπος άρσης των συγκρούσεων θεμελιωδών δικαιωμάτων. 43 Επιπροσθέτως το ΓΟΣΔ δεν προχωράει στη θεωρητική διαμόρφωση του πρακτικού αποτελέσματος βάσει των αποφάσεών του, δεν αναφέρει τη μεταβολή της έννομης τάξης, καθώς και δεν εξηγεί πότε ο περιορισμός είναι ανεκτός και πότε συνιστά παραβίαση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η ασάφεια της μεθοδολογίας του ΓΟΣΔ λόγω της μη συγκεκριμενοποίησης του αξιολογικού συστήματος, η αβεβαιότητα λόγω της μεγάλης δικαστικής ευχέρειας, και τα κενά της, καθώς εντοπίζει αγεφύρωτες αντιθέσεις αποτέλεσαν αντικείμενο κριτικής. 43 Ράϊκος, Θεμελιώδη δικαιώματα, σελίδα 244-246 32 Σ ε λ ί δ α

Δ. ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΛΥΣΗ: Η ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ Με βάση τα προαναφερθέντα κρίνεται απαραίτητο η ανεύρεση μιας εναλλακτικής μεθόδου, νομικά ορθότερης και αποτελεσματικότερης, που σε αντίθεση με την στάθμιση συμφερόντων που εντοπίζει τις αντιθέσεις και καταλήγει με την προτίμηση του ενός δικαιώματος στον αποκλεισμό του άλλου, στρέφεται προς στον εντοπισμό της ενότητας και προς τη σύνθεση τους. Η θεσμική εφαρμογή προτείνεται αντί της στάθμισης ως μέθοδος άρσης της σύγκρουσης δικαιωμάτων με αμοιβαία προσαρμογή τους κατά το μέτρο, που επιβάλλει η μεταξύ τους αιτιώδης συνάφεια και με τελική σύνθεσή τους σε ενιαίο σύνολο. Η θεσμική εφαρμογή, που βασίζεται στην αιτιώδη συνάφεια δικαιώματος και θεσμού, εδράζεται στην ταυτόχρονη συνταγματική προστασία δικαιώματος και θεσμού (υποκειμενική / αντικειμενική) (πρόκειται δηλαδή για συστηματική ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων) και οδηγεί στην αμφίδρομη υλοποίηση του περιεχομένου τους επιτυγχάνοντας έτσι την θεσμική προσαρμογή των συνταγματικών δικαιωμάτων αλλά και την φιλελευθεροποίηση των θεσμών. Η μέθοδος της θεσμικής εφαρμογής μπορεί να δώσει με ακρίβεια απαντήσεις στις συγκρουσιακές καταστάσεις, διότι λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες 33 Σ ε λ ί δ α

κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης, ενώ ταυτόχρονα υπακούει σε γενικούς κανόνες εφαρμοζόμενους σε όλες τις περιπτώσεις. Η υλοποίηση της θεσμικής εφαρμογής σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων τόσο στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών όσο και στις σχέσεις κράτους πολιτών, αποδεικνύει ότι η αιτιώδης συνάφεια δικαιώματος και θεσμού αποτελεί ασφαλή μέθοδο άρσης των κάθε μορφής συγκρούσεων. 44 Οι βάσεις της εφαρμογής είναι: 1. Η τριμερής διάκριση του περιεχομένου κάθε συνταγματικού δικαιώματος σε αμυντικό, προστατευτικό και διασφαλιστικό. 2. Η αρχή της καθολικής εφαρμογής, κατά την οποία τα συνταγματικά δικαιώματα εφαρμόζονται στην συνολική έννομη τάξη. 3. Η αρχή της βασικής ισχύος των συνταγματικών δικαιωμάτων, κατά την οποία όλα τα συνταγματικά δικαιώματα εφαρμόζονται σε όλες τις έννομες σχέσεις και καταρχήν ως προς όλο το περιεχόμενό τους. 4. Η αρχή της εφαρμογής του αμυντικού (μόνο και όχι του προστατευτικού και του διασφαλιστικού) περιεχομένου στις διαπροσωπικές σχέσεις. 5. Η διάκριση των διαφόρων επιβαρύνσεων που υφίστανται τα συνταγματικά δικαιώματα σε 44 Α.Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, σελίδα 10-11 34 Σ ε λ ί δ α

απλές επιδράσεις, απλούς περιορισμούς και προσβολές. 6. Η διάκριση περιορισμού και οριοθέτησης. 7. Η αρχή ταυτόχρονης προστασίας δικαιωμάτων και θεσμών. 8. Η διάκριση των δύο επιπέδων εφαρμογής (γενική και θεσμική εφαρμογή). 9. Η αρχή του αιτιώδους των περιορισμών κατά την οποία επιτρέπονται οι αιτιώδεις και απαγορεύονται οι αναιτιώδεις περιορισμοί. 10)Η αρχή κατά την οποία τα συνταγματικά δικαιώματα, εφαρμοζόμενα στη γενική σχέση, δεν υπόκεινται σε περιορισμούς παρά μόνο σε οριοθετήσεις. 11) Η αρχή nulla restrictio sine lege constitutionale certa. 12) Η αντιπαράθεση υποκειμενικού (δικαιώματος) προς αντικειμενικό (θεσμό, έννομη σχέση). 35 Σ ε λ ί δ α

Η μέθοδος της θεσμικής εφαρμογής αναπτύσσεται σε τρία στάδια: α) Στο πρώτο στάδιο πρέπει να διακριβωθεί αν πράγματι στη συγκεκριμένη υπόθεση υπάρχει περιοριζόμενο δικαίωμα, αν υπάρχει δηλαδή ή όχι περιορισμός δικαιώματος. Εφόσον διαπιστωθεί το περιοριζόμενο δικαίωμα, εμφανίζεται η διάκριση αμυνόμενου και επιτιθέμενου. β) Εφόσον έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη περιορισμού, στο δεύτερο στάδιο ερευνάται το επίπεδο εφαρμογής του συνταγματικού δικαιώματος και συγκεκριμένα, αν πρόκειται για γενική σχέση ή ειδική σχέση. Σε περίπτωση που πρόκειται γενική σχέση δεν είναι απλός περιορισμός, αλλά προσβολή δικαιώματος, διότι οι περιορισμοί στην γενική σχέση προσκρούουν στην ελεύθερη δημοκρατική τάξη. Σε περίπτωση που πρόκειται για ειδική σχέση, αφού διακριβωθεί η δυνατότητα περιορισμού πρέπει να ερευνηθεί η νομιμότητα και η έκταση του περιορισμού. γ) Το τρίτο στάδιο της θεσμικής προσαρμογής μεσολαβεί μόνο αν πρόκειται για ειδική σχέση, για θεσμό. Έχει ήδη εντοπιστεί δηλαδή συγκεκριμένο δικαίωμα και συγκεκριμένος θεσμός μέσα στον οποίο, εφαρμοζόμενο, περιορίζεται και πρέπει να ερευνηθεί η νομιμότητα του περιορισμού. Πρώτον εξετάζεται αν για το περιοριζόμενο δικαίωμα προβλέπονται στο 36 Σ ε λ ί δ α

Σύνταγμα ρητοί περιορισμοί. Αν ο περιορισμός εμπίπτει και είναι σύμφωνος προς τις συνταγματικές ρυθμίσεις, πρόκειται για θεμιτό περιορισμό. Αν πάλι εμπίπτει, αλλά δεν είναι σύμφωνος πρόκειται για προσβολή θεμελιώδους δικαιώματος. Αν ο εξεταζόμενος περιορισμός δεν εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο της διάταξης, εξετάζεται η περίπτωση μη ρητού περιορισμού. Αν ο περιορισμός προβλέπεται από τον νόμο ερευνάται η συμφωνία του με τις συνταγματικές επιταγές. Το περιοριζόμενο δικαίωμα και η συνταγματική διάταξη που το προβλέπει, συνεφαρμόζεται με τον θεσμό και την συνταγματική διάταξη που τον αναγνωρίζει. Εφόσον δεν διακριβώνεται αιτιώδης συνάφεια, πρόκειται για προσβολή δικαιώματος, ενώ εφόσον διαπιστώνεται αιτιώδης συνάφεια και κατά το επιβαλλόμενο από αυτή μέτρο, πρόκειται για απλό περιορισμό. 45 45 Α.Δημητρόπουλος, Συνταγματικά δικαιώματα, Γενικό μέρος, Ειδικό μέρος, σελίδα 231-236 37 Σ ε λ ί δ α

Ε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Η θεωρία της στάθμισης είναι μία νομική μέθοδος γενικά αποδεκτή και ιδιαίτερα διαδεδομένη σε δικαστικές αποφάσεις, που σταδιακά όμως χάνει έδαφος. Απόφαση σταθμός ως εξαίρεση από τη στάθμιση αποτελεί η απόφαση 1317/2002 του Αρείου Πάγου ( Το παγκάρι της Αγίας Παρασκευής ), η οποία απομακρύνεται από τη συνήθη νομολογιακή πρακτική της στάθμισης και δέχεται τα αποδεικτικά στοιχεία για από κοινού εξακολουθητική κακουργηματική υπεξαίρεση, που προέκυψαν από τις βιντεοκασέτες απορρίπτοντας τον ισχυρισμό ότι πρόκειται για αθέμιτη μαγνητοσκόπιση, που προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή. Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η απαγόρευση δεν περιλαμβάνει πράξεις ή εκδηλώσεις που δεν ανάγονται στη σφαίρα της προσωπικής και ιδιωτικής ζωής, αλλά πραγματοποιούνται στα πλαίσια ανατιθεμένων υπηρεσιακών καθηκόντων και κατά την εκτέλεση τούτων. Από τη φύση και το είδος των εκπληρούμενων υποχρεώσεων προκύπτει ότι υπόκεινται σε δημόσιο έλεγχο και κριτική. Παρά τη συχνή της εφαρμογή από τα δικαστήρια έχει γίνει αντικείμενο έντονης κριτικής από νομικούς θεωρητικούς για τον αντισυνταγματικό της χαρακτήρα, τις υποκειμενικές και ανέλεγκτες εκτιμήσεις του δικαστή και την έλλειψη της θεωρητικής της βάσης. 38 Σ ε λ ί δ α

Ως ορθότερη νομική μέθοδος και σαν εναλλακτική λύση προτείνεται η θεσμική εφαρμογή, που σε αντίθεση με την στάθμιση στρέφεται στην αμοιβαία και ταυτόχρονη εφαρμογή των συγκρουόμενων δικαιωμάτων κατά το μέτρο, που επιβάλλει μεταξύ τους η αιτιώδης συνάφεια και στην τελική ενιαία σύνθεσή τους με την μεγαλύτερη δυνατή εφαρμογή τους. Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης, υπακούοντας όμως ταυτόχρονα σε γενικούς κανόνες, εφαρμοζόμενη σε σχέσεις μεταξύ ιδιωτών αλλά και σε σχέσεις κράτους και πολιτών, η θεσμική προσαρμογή αποδεικνύεται ως μία ασφαλής μέθοδος άρσης σύγκρουσης δικαιωμάτων. 39 Σ ε λ ί δ α

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Δημητρόπουλος Ανδρέας Γ., Συνταγματικά Δικαιώματα, Γενικό Μέρος, Ειδικό Μέρος, Τόμος Γ - Τεύχη Ι-ΙΙΙ, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα- Θεσσαλονίκη 2008 Δαγτόγλου Π.Δ., Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα Α, τρίτη αναθεωρημένη έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Κομοτηνή 1991 Μάνεσης Αριστόβουλος, Συνταγματικά δικαιώματα Α, Ατομικές ελευθερίες, Πανεπιστημιακές παραδόσεις, Δ Έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα- Θεσσαλονίκη 1982 Ράϊκος Γ. Αθανάσιος, Συνταγματικό δίκαιο, Τόμος Β, Τα θεμελιώδη δικαιώματα, Γ Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αντ.Ν., 2008 Χρυσόγονος Κώστας Χ., Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, Β Έκδοση Αναθεωρημένη, Εκδόσεις Σάκκουλα Αντ.Ν., 2002 Γέροντας Απόστολος: Η αρχή της αναλογικότητας στο γερμανικό δημόσιο δίκαιο, ΤοΣ 1983, Σπουδαστήριο Δημοσίου Τομέα Στρατηλάτης Κώστας, Η συγκεκριμένη στάθμιση των συνταγματικών αξιών κατά τη δικαστική ερμηνεία του Συντάγματος, Το Σύνταγμα, Τεύχος 3/2001 Τσάτσος Δημήτρης Θ., Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ, Θεμελιώδη Δικαιώματα, Ι Γενικό Μέρος, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα Αθήνα- Κομοτηνή 1988 40 Σ ε λ ί δ α

Δημητρόπουλος Ανδρέας Γ., Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου Φωτιάδη Αλκμήνη, Σταθμίζοντας την ελευθερία του λόγου, Δικαστικές τεχνικές και ελευθερία του λόγου στις Η.Π.Α. και στην Ελλάδα,13 Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα- Θεσσαλονίκη Γ. Μιχαηλίδης Νουάρος, Το απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου και η ελευθερία του τύπου, ΤοΣ 1983, Σπουδαστήριο Δημοσίου Τομέα Ζ.Παπαϊωάννου, Η ηλεκτρονική επιτήρηση των δημοσίων συναθροίσεων και συγκεντρώσεων από τις αστυνομικές αρχές, Εφημ.Δ.Δ. 6/2007 ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ "Βάση Νομικών Πληροφοριών." Βάση Νομικών Πληροφοριών. Web. 7 May 2012. <http://www.greeklaws.com/pubs/index.php?type=21.htm>. "Υπόθεση παγκάρι Αγίας Παρασκευής." Νομολογία 1317/2002 Άρειος Πάγος. 2002. Web. 09 May 2012. "KΕΝΤΡΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ EΡΕΥΝΩΝ." KΕΝΤΡΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ EΡΕΥΝΩΝ. Web. 09 May 2012. <http://www.greekmeds.gr/adim/index.html>. 41 Σ ε λ ί δ α