Εργασία στο μάθημα των Εφαρμογών Δημοσίου Δικαίου με θέμα την Κριτική της Στάθμισης

Σχετικά έγγραφα
Μάθημα: «Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου» ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Η Αρχή της Νομιμότητας ως Οριοθέτηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων

ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Προπτυχιακή Εργασία. Παληοθόδωρου Ευσταθία. Σύγκρουση Δικαιωμάτων 1. ΤΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ-ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

«ΥΠΑΓΩΓΗ ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ»

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

«Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ»

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

ΕΡΓΑΣΙΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Δικαίωμα συνέρχεσθαι

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 1 Η ΕΡΓΑΣΙΑ

ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ. στο μάθημα: Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου. «Σύγκρουση Συνταγματικών Δικαιωμάτων»

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: «ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ» ΘΕΜΑ: «ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΙΣΗ

Αρχή της ισότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου. Ενότητα 8 η : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Τα ατομικά δικαιώματα συνιστούν εξουσίες που το εκάστοτε. ισχύον δίκαιο απονέμει στα άτομα προκειμένου να τους εξασφαλίσει

Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες δύναμης ΓΣΕΕ

Μερικές σκέψεις πάνω στην αρχή της ισότητας µε αφορµή την Α.Π. 668/2003 Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά δικαιώματα.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Δεύτερη Γραπτή Εργασία. Διοικητικό Δίκαιο. Θέμα

«Η ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ» ΜΑΘΗΜΑ: «ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ» ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΣΕΛΙΓΚΑ ΕΛΕΝΗ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ»

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΑ:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE v01-00)

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις παραγράφους και στις σελίδες, όπου ενδείκνυται)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 20/01/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Υπουργείο Εσωτερικών Δ/νση Μεταναστευτικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ένταξης, Τμήμα Νομοθετικού Συντονισμού και Ελέγχου Ευαγγελιστρίας Αθήνα

Transcript:

Εργασία στο μάθημα των Εφαρμογών Δημοσίου Δικαίου με θέμα την Κριτική της Στάθμισης Υπεύθυνος Καθηγητής: Ανδρέας Δημητρόπουλος Φοιτήτρια: Στυλιανή Μαυρομμάτη Α.Μ.: 1340200900508 Έτος 2013

Πίνακας περιεχομένων Ε ι σ α γ ω γ ή... 3 Κ ε φ ά λ α ι ο 1 ο... 5 Οι βασικές έννοιες... 5 Ι. Συνταγματικά δικαιώματα και περιορισμοί... 5 II. Συρροή συνταγματικών δικαιωμάτων... 6 α ) Λύσεις στο ζήτημα της συρροής... 7 β ) Παραδείγματα συρροής δικαιωμάτων... 8 γ ) Παράδειγμα συρροής δικαιωμάτων από τη νομολογία... 8 III. Η σύγκρουση δικαιωμάτων... 9 α ) Πραγματική σύγκρουση... 10 β ) Διαπροσωπική ενέργεια και σύγκρουση δικαιωμάτων... 10 γ ) Η άμεση σύγκρουση... 11 δ ) Η πλαστότητα της νομικής σύγκρουσης δικαιωμάτων... 11 ε ) Ιεράρχηση των συνταγματικών δικαιωμάτων... 11 Κ ε φ ά λ α ι ο 2 ο... 13 Η μέθοδος της στάθμισης συμφερόντων... 13 Ι. Η έννοια της στάθμισης... 13 α ) Στάθμιση και αναλογικότητα... 14 II. Το πεδίο εφαρμογής της στάθμισης... 17 α ) Η μέθοδος της στάθμισης στις συγκρούσεις... 17 β ) Οι νομιμοφανείς συγκρούσεις... 18 Κ ε φ α λ α ι ο 3 ο... 19 Η κριτική στη θεωρία της στάθμισης... 19 Ι. Η τυπική ισοδυναμία των συνταγματικών διατάξεων... 19 α ) Παράδειγμα από τη νομολογία... 20 II. Τα κριτήρια της στάθμισης... 21 III. Η έλλειψη αντικειμενικότητας... 21 IV. Η προβληματική βάση της στάθμισης... 23 Κ ε φ ά λ α ι ο 4 ο... 25 Στάθμιση και νομολογία... 25 Ι. Η νομολογία του ΓΟΣΔ... 25 ΙΙ. Η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων... 26 α ) Ο τελευταίος πειρασμός... 27 β ) Υπόθεση περιβάλλοντος και οικονομίας... 27 γ ) Έγκριση περιβαλλοντικών όρων για την εκμετάλλευση των μεταλλείων Κασσάνδρας στην ανατολική ακτή της Χαλκιδικής... 28 Ε π ί λ ο γ ο ς... 30 Β ι β λ ι ο γ ρ α φ ί α... 31 Ν ο μ ο λ ο γ ί α... 31 Λ ή μ μ α τ α... 31 ~ 2 ~

Ε ι σ α γ ω γ ή Τα θεμελιώδη δικαιώματα αποτελούν τη σπουδαιότερη κατηγορία δημοσίων δικαιωμάτων, δηλαδή δικαιωμάτων που ρυθμίζονται από το δημόσιο δίκαιο. Ως θεμελιώδη θεωρούνται εκείνα τα δικαιώματα, που κατοχυρώνονται από κείμενα αυξημένης τυπικής ισχύος και ιδίως από το Σύνταγμα και τα οποία έτσι δεσμεύουν τις τρείς συντεταγμένες εξουσίες (νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική). Τα θεμελιώδη δικαιώματα, δηλαδή, ταυτίζονται με τα συνταγματικά δικαιώματα 1. Τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν πρωτοεμφανίστηκαν στη σύγχρονη έννομη τάξη ξαφνικά, έχουν χαράξει μία μακραίωνη πορεία στο χρόνο μέχρι να λάβουν τη τελική σημερινή μορφή τους. Τα θεμελιώδη δικαιώματα αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους από την αρχαιότητα, όπου αναγνωρίζονταν μόνο πολιτικά δικαιώματα. Στο Μεσαίωνα η προστασία του ανθρώπου προέκυπτε από τις φεουδαλικές συμβάσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ενώ στους νεότερους χρόνους η προστασία του ανθρώπου εξαρτιόταν από τις προσωπικές παραχωρήσεις του μονάρχη 2. Επιστρέφοντας στη σύγχρονη έννομη τάξη, η άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων από τους φορείς τους γίνεται στα πλαίσια της δράσης των ατόμων στο χώρο που διαβιούν. Άσκηση είναι η ενεργοποίηση της εξουσίας που εμπεριέχεται στο δικαίωμα σύμφωνα με τους κανόνες του δικαίου. Ειδικότερα, πρόκειται για την απόλαυση, τη προστασία και τη διάθεση του δικαιώματος από το δικαιούχο 3. Στα πλαίσια της άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της πρακτικής εφαρμογής τους πολλές φορές κάνουν την εμφάνισή τους προβλήματα. Η ανθρώπινη δραστηριότητα δεν ανταποκρίνεται πάντοτε αλλά ούτε και κατά κανόνα στους τύπους της δραστηριότητας που προβλέπουν οι αφηρημένοι κανόνες του δικαίου και στο περιεχόμενο εν προκειμένω των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Αντίθετα αναπτύσσει κάθε φορά τη δική της μοναδικότητα που προσδιορίζεται από τη ποικιλία των συνθηκών της κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής. Πολλές φορές δηλαδή η ίδια δραστηριότητα εμπίπτει καθολικά ή μερικά όχι σε ένα αλλά σε περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα 4. Πρόκειται για το ζήτημα της συρροής ή της σύγκρουσης δικαιωμάτων. Στις περιπτώσεις αυτές απαιτείται μία λύση για την άρση της συρροής ή της σύγκρουσης. Το ζήτημα έχει απασχολήσει τη θεωρία και τη νομολογία και μία από τις λύσεις που προτάθηκε για το ζήτημα ήταν η θεωρία της στάθμισης συμφερόντων. Η θεωρία της στάθμισης ως λύση βασίζεται στη προτίμηση ενός από τα περισσότερα δικαιώματα τα οποία συγκρούονται ή συρρέουν. Πρόκειται για μια θεωρία με αρκετές ιδιομορφίες, της οποίας η θεωρητική επεξεργασία δεν έχει προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό, με αποτέλεσμα να την περιβάλλει μια θολή εικόνα. Έχει εφαρμοστεί νομολογιακά, αλλά έχει γίνει και αποδέκτης έντονης 1 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 39-40 2 Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1987, σελ. 52-53 3 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 147 4 Δ. Θ. Τσάτσου, οπ. π., σελ. 289 ~ 3 ~

αμφισβήτησης και κριτικής. Η κριτική αφορά την αποτελεσματικότητα και τη συμβατότητα της μεθόδου με βασικές συνταγματικές αρχές 5. Η θεωρία της στάθμισης συμφερόντων θα είναι το αντικείμενο της παρούσας εργασίας και πιο συγκεκριμένα θα δοθεί έμφαση στη κριτική που έχει ασκηθεί σ αυτή. Για να γίνει κατανοητή η ίδια η θεωρία αλλά και η κριτική της κρίνεται σκόπιμο να προηγηθούν ορισμένες πληροφορίες για κάποιες βασικές έννοιες που περιβάλλουν τη θεωρία αυτή. Έτσι, θα γίνει αναφορά και της συρροής, της σύγκρουσης δικαιωμάτων αλλά και των περιορισμών αυτών, χωρίς όμως να δοθεί υπέρμετρη έκταση σε αυτά, σε μία προσπάθεια να εμμείνουμε στο κύριο θέμα της εργασίας, που δεν είναι άλλο από την κριτική της στάθμισης. 5 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 1-2 ~ 4 ~

Κ ε φ ά λ α ι ο 1 ο Οι βασικές έννοιες Ι. Συνταγματικά δικαιώματα και περιορισμοί Τα συνταγματικά δικαιώματα δεν ασκούνται ανεξέλεγκτα από τους φορείς τους, αλλά υπόκεινται σε κάποιους περιορισμούς 6. Οι περιορισμοί αυτοί με μία ευρεία έννοια είναι κάθε συρρίκνωση του γενικού περιεχομένου του δικαιώματος 7. Οι δεσμεύσεις αυτές εξαρτώνται από εξωτερικούς παράγοντες καταλήγοντας σε περιορισμούς των δικαιωμάτων. Απεριόριστη συνταγματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων δεν μπορεί να υπάρξει. Η απεριόριστη συνταγματική κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων θα κατέληγε στην απόλυτη αδυναμία ασκήσεως αυτών. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 25 παρ. 1 Σ προβλέπει την αυτονόητη γενική αρχή ότι οι περιορισμοί των δικαιωμάτων πρέπει να θεσπίζονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα (συνταγματικοί περιορισμοί) είτε από νόμο μετά από σχετική εξουσιοδότησή τού (νομοθετικοί περιορισμοί) 8. Συγκεκριμένα η διάταξη αναφέρει: «Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας». Συνεπώς, τα δικαιώματα που δεν περιορίζονται από το Σύνταγμα ή το νόμο κατοχυρώνονται κατ αρχήν απόλυτα. Έτσι τα ατομικά δικαιώματα διακρίνονται από την άποψη της εκτάσεως προστασίας τους σε τρείς κατηγορίες: 1. στα κατοχυρωμένα υπό την επιφύλαξη του Συντάγματος 2. υπό την επιφύλαξη νόμου 3. χωρίς καμία επιφύλαξη ή ανεπιφύλακτα Οι περιορισμοί αποτελούν συρρίκνωση του προστατευτικού κύκλου του δικαιώματος 9. Το Σύνταγμά μας καθιερώνει ειδικούς περιορισμούς ορισμένων ατομικών δικαιωμάτων, απαγορεύει τη καταχρηστική άσκηση οποιουδήποτε θεμελιώδους δικαιώματος και επιτρέπει την αναστολή ορισμένων ατομικών δικαιωμάτων σε ορισμένες περιπτώσεις 10. Ο απλός περιορισμός αποτελεί επιτρεπόμενη συρρίκνωση ενώ η απαγορευμένη συρρίκνωση αποτελεί προσβολή. Το θέμα του περιορισμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων το οποίο αναπτύχθηκε συνοπτικά έχει ιδιαίτερη σημασία. Με το θέμα των περιορισμών των θεμελιωδών δικαιωμάτων συνδέεται το πρόβλημα της συγκρούσεως θεμελιωδών δικαιωμάτων 11. Το θέμα της συγκρούσεως και της συρροής δικαιωμάτων θα αναλυθεί αμέσως παρακάτω. 6 Π. Δ. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, Εκδ Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2010, σελ. 140-142 7 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 184 8 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 181-182 9 Α. Γ. Δημητρόπουλου, οπ. π., σελ. 185 10 Α. Γ. Ράϊκου, οπ. π., σελ 182 11 Α. Γ. Ράϊκου, οπ. π., σελ. 237 ~ 5 ~

II. Συρροή συνταγματικών δικαιωμάτων Πολλές φορές μία συμπεριφορά ενός προσώπου καλύπτεται από το περιεχόμενο περισσότερων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Το φαινόμενο αυτό καλείται συρροή δικαιωμάτων. Στη συρροή, δηλαδή, η ίδια ενέργεια του φορέα του δικαιώματος εμπίπτει στο πεδίο προστασίας περισσότερων δικαιωμάτων. Έτσι, η συρροή δικαιωμάτων ομοιάζει με την κατ ιδέα συρροή εγκλημάτων του ποινικού δικαίου (άρθρο 94 παρ. 2 Π.Κ.), που είναι η διάπραξη περισσότερων εγκλημάτων με μία πράξη ενός ατόμου 12. Η συρροή δικαιωμάτων εμφανίζεται υπό δύο μορφές 13 : Υπό τη μορφή της μερικής καλύψεως της συμπεριφοράς του προσώπου από τα συρρέοντα δικαιώματα Υπό τη μορφή της πλήρους καλύψεως από τα δικαιώματα Για να γίνει σαφέστερη αυτή η διμερής διάκριση αλλά και το ίδιο το φαινόμενο της συρροής χρήσιμη είναι η αναφορά των ακόλουθων παραδειγμάτων: Α) Για τη μερική κάλυψη: Ένα άτομο με δημόσια δήλωσή του υποστηρίζει την ανάγκη ιδρύσεως ενός σωματείου και ζητεί τη σύμπραξη άλλων ατόμων για την πραγματοποίηση του σκοπού αυτού. Στο παράδειγμα αυτό η ενέργεια του ατόμου καλύπτεται από το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης (άρθρο 14 παρ. 1 Σ) και από το δικαίωμα της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 12 παρ. 1 Σ). Β) Για την πλήρη κάλυψη: Ένας φοιτητής αποφασίζει να γίνει μέλος ενός φοιτητικού συλλόγου. Η ενέργεια αυτή του φοιτητή καλύπτεται από την ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ) και από την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 12 παρ. 1 Σ). Σε μία περαιτέρω προσπάθεια να αναλυθεί το ζήτημα αυτής της διμερούς διάκρισης, θα μπορούσαν να παρατεθούν ορισμένα πρόσθετα στοιχεία για τη μερική κάλυψη της συμπεριφοράς από δικαιώματα. Στη περίπτωση αυτή τα πραγματικά τους, δηλαδή ορισμένα περιστατικά υπάγονται στη μία ή στην άλλη διάταξη και άλλα και στις δύο μαζί ή σε περισσότερες αν συρρέουν. Παράλληλα, εφόσον πρόκειται για συρροή συνταγματικών δικαιωμάτων, πρέπει κατ αρχήν να δεχτούμε ότι αυτή είναι σωρευτική, δηλαδή οι έννομες συνέπειες των δικαιωμάτων που συρρέουν δεν αλληλοαποκλείονται, αλλά αντίθετα αλληλοσυμπληρώνονται. Ό,τι δεν ρυθμίζει η ειδική διάταξη, ανάγεται στη προστασία της γενικής 14. Αρκεί να παραβιάζεται έστω ένα από αυτά τα δικαιώματα για να κριθεί η συμπεριφορά αντισυνταγματική. Επιπλέον, δεν τίθεται θέμα επιλογής ενός από τα συρρέοντα δικαιώματα π.χ. αυτού με τους λιγότερους περιορισμούς, αλλά ισχύει η προστασία όλων για το καθένα ξεχωριστά και χωρίς να επηρεάζονται από τα υπόλοιπα, εκτός αν προκύψει από δεν πρόκειται για περιορισμό απλώς του δικαιώματος, αλλά της σχετικής δραστηριότητας καθεαυτής 15. Παράδειγμα: Οι περιορισμοί που προβλέπει το άρθρο 13 παρ 2 Σ για τη θρησκευτική λατρεία, ισχύουν είτε πρόκειται για ατομική άσκηση της είτε για λατρευτικές 12 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 237 13 Α. Γ. Ράϊκου, οπ. π. σελ. 237-238 14 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 225 15 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 100-101 ~ 6 ~

εκδηλώσεις στα πλαίσια θρησκευτικού σωματείου, χωρίς η συρροή της ελευθερίας της συνένωσης ( άρθρο 12 παρ. 1 Σ ) να επιφέρει διαφοροποίηση. α ) Λύσεις στο ζήτημα της συρροής Το ζήτημα της συρροής δικαιωμάτων έχει συζητηθεί αρκετά στη Γερμανία. Σε ορισμένες περιπτώσεις αποτελεί πρόβλημα η συρροή, και ειδικότερα όταν τα δύο ή περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα στα οποία υπάγεται η πράξη προβλέπουν διαφορετικής έκτασης περιορισμούς 16. Για τη λύση του έχουν υποστηριχθεί διάφορες γνώμες όπως: Η αποφυγή δημιουργίας της συρροής δικαιωμάτων με την ερμηνεία και την ακριβή οριοθέτηση του περιεχομένου τους Το περισσότερο περιορίσιμο δικαίωμα να έχει προβάδισμα Το λιγότερο περιορίσιμο δικαίωμα να έχει προβάδισμα Εφαρμογή μίας στάθμισης συμφερόντων Ως προς τις παραπάνω λύσεις πάντως, στη πράξη παρατηρήθηκε μέσα από τη νομολογία του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου, ότι το τελευταίο αποφεύγει τη συρροή δικαιωμάτων με τον ακριβή καθορισμό του περιεχομένου τους. Δέχεται όμως συρροή νόμων εφαρμόζοντας την αρχή της επικράτησης της ειδικής διατάξεως έναντι της γενικής, μέθοδος η οποία θα αναλυθεί και στη συνέχεια. Πάντως το Δικαστήριο δεν αίρει τις συρροές δικαιωμάτων με στάθμιση συμφερόντων 17. Η συρροή δικαιωμάτων θεωρείται κατά την κρατούσα γνώμη του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας μια συρροή νόμων, που ομοιάζει, όπως ήδη προεκτέθηκε, με τη φαινομενική κατ ιδέα συρροή των εγκλημάτων του ποινικού δικαίου. Ως λύση στο πρόβλημα της συρροής προτείνεται η γενική ερμηνευτική αρχή της επικράτησης της ειδικής ή ειδικότερης συνταγματικής διάταξης έναντι της άλλης γενικής συρρέουσας συνταγματικής διάταξης ( lex specialis derogat generali ) 18. Με άλλα λόγια το ειδικότερο δικαίωμα επικρατεί του γενικότερου 19. Πιο συγκεκριμένα, το πραγματικό μίας (ειδικής) διάταξης περιέχει όλα τα στοιχεία του πραγματικού της άλλης (γενικής) διάταξης και επιπλέον ένα τουλάχιστον επιπρόσθετο στοιχείο, έτσι ώστε το πεδίο εφαρμογής της μίας (ειδικής) να αποτελεί υποσύνολο του πεδίου εφαρμογής της άλλης (γενικής). Παρατηρείται όμως ότι εάν οι νομικές συνέπειες των κανόνων οι οποίοι συρρέουν μεταξύ τους είναι συμβατές μεταξύ τους, είναι ζήτημα ερμηνείας κατά πόσο οι συνέπειες του ειδικού κανόνα συμπληρώνουν, τροποποιούν ή παραμερίζουν εκείνες του γενικού 20. Όταν γίνεται αναφορά στη συρροή δικαιωμάτων και τη λύση του μέσα από την αρχή της επικράτησης της ειδικότερης διάταξης έναντι της γενικότερης, τίθεται ένα ζήτημα προτίμησης και εφαρμογής μίας από τις συρρέουσες διατάξεις. Μάλιστα αυτό 16 Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1987, σελ. 291 17 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 218-220 18 Π. Δ. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, Εκδ Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2010, σελ. 132-133 19 Α. Γ. Ράϊκου, οπ. π., σελ. 220 20 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 99 ~ 7 ~

τίθεται διαζευκτικά όπως για παράδειγμα στη περίπτωση της θρησκευτικής λειτουργίας τίθεται το ερώτημα εφαρμογής του άρθρου 11 για το δικαίωμα του συνέρχεσθαι ή του άρθρου 13 για τη θρησκευτική ελευθερία. Η επιλογή, όμως, της μίας ή της άλλης διάταξης μπορεί να συνεπάγεται διαφοροποιήσεις ως προς τη συνταγματική προστασία. Γι αυτό, ειδικά σε περιπτώσεις μικτών δικαιωμάτων όπως αυτό του θρησκευτικού συνεταιρίζεσθαι προτιμάται η σύνθεση των περισσότερων συνταγματικών διατάξεων σε μία ενιαία ρύθμιση. Σε αυτή τη συνθετική ερμηνεία προέχει η παροχή όσο το δυνατόν μεγαλύτερης συνταγματικής προστασίας 21. Τέλος, ως λύση προτείνεται από τη θεωρία η αρχή in dubio pro libertate, που διαχέει την προστασία της προσωπικής ελευθερίας. Αυτή η αρχή επιβάλλει να δεχτούμε πως εφόσον μία πράξη εμπίπτει εξίσου στο πεδίο προστασίας περισσότερων δικαιωμάτων, εφαρμοστέα είναι η διάταξη με τους λιγότερους περιορισμούς. Η αρχή αυτή, όμως, προϋποθέτει ίση νοηματική σχέση της πράξης προς δύο ή περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα 22. β ) Παραδείγματα συρροής δικαιωμάτων Σε αυτό το σημείο είναι σκόπιμο να παρατεθούν και αυτοτελώς ορισμένα απλά παραδείγματα για να γίνει αντιληπτή και πρακτικά η συρροή δικαιωμάτων: 1. Η χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή (περιουσία του Πανεπιστημίου Αθηνών) από φοιτητή(του προαναφερθέντος ιδρύματος) για να συλλέξει στοιχεία για την εργασία του, εμπίπτει στο άρθρο 16 (δικαίωμα δωρεάν παιδείας) καθώς και στο άρθρο 5Α παρ.2 (δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας. 2. Η απόφαση πολίτη να εγγραφεί σε πολιτικό κόμμα εμπίπτει στο άρθρο 29 (δικαίωμα συμμετοχής σε πολιτικά κόμματα) και στο άρθρο 5 (ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας). Στην περίπτωση αυτή τα δύο άρθρα έχουν σχέση ειδικού προς γενικό. Γενική εδώ είναι η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας, και ειδική η διάταξη του άρθρου 29, η οποία εξειδικεύει την ελευθερία του άρθρου 5. 3. Η κυκλοφορία εφημερίδας πολιτικού περιεχομένου εμπίπτει στο άρθρο 14 (διάδοση στοχασμών) και στο άρθρο 5 παρ.1 (ελεύθερη ανάπτυξη προσωπικότητας) γ ) Παράδειγμα συρροής δικαιωμάτων από τη νομολογία Για να γίνει καλύτερα κατανοητό το φαινόμενο της συρροής δικαιωμάτων θα παρατεθεί και ένα παράδειγμα από τη γερμανική νομολογία. Στο παράδειγμα αντιμετωπίστηκε από τους δικαστές το φαινόμενο αυτό, με χρήσιμα συμπεράσματα για τα ζητήματα που ανακύπτουν σε περιπτώσεις συρροής. Το 1962 υπήρχε στη Γερμανία μία νομοθετική διάταξη, η οποία απαγόρευε σε μία συγκεκριμένη κατηγορία αστυνομικών οργάνων τη σύναψη γάμου κατά τη διάρκεια 21 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 225-226 22 Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1987, σελ. 292 ~ 8 ~

της εκπαίδευσης τους, και την επέτρεπε μόνο κατόπιν ρητής άδειας. Ένας αστυνομικός που υπαγόταν σ αυτή τη ρύθμιση άσκησε αίτηση ακύρωσης κατά της συγκεκριμένης διάταξης 23. Το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο της Γερμανίας σε απόφασή 24 του που εξεδόθη στις 22.2.1962 δέχθηκε μία συρροή του θεμελιώδους δικαιώματος της συνάψεως γάμου με την ιδιωτική αυτονομία (ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας). Πιο συγκεκριμένα, το Δικαστήριο έκρινε το κύρος του επίμαχου νομοθετικού περιορισμού του πρώτου δικαιώματος και ενόψει της συρροής του με το δεύτερο δικαίωμα, με την άσκηση του οποίου ο αιτών αποδέχτηκε τον περιορισμό αυτό (αυτοπεριορίστηκε). Στην απόφασή του διατύπωσε ότι μία τέτοια σύγκρουση δικαιωμάτων πρέπει να αίρεται με στάθμιση συμφερόντων 25. Δέχτηκε το προβάδισμα της ιδιωτικής αυτονομίας με την ακόλουθη σκέψη: «Κατά τη στάθμιση αυτή μπορεί σύμφωνα με τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης να ανήκει το προβάδισμα στην ιδιωτική αυτονομία, όταν η αυτοδέσμευση αποδεικνύεται απολύτως αναγκαία από τα ιδιαίτερα υπηρεσιακά δεδομένα, για τα οποία αυτή έγινε, και όταν επιπλέον η έντασή της δεν υπερβαίνει τις επιβαλλόμενες από αυτά απαιτήσεις. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές θα μπορούσε ο ισχυρισμός του καθ ου η αίτηση περί της εκούσιας εισόδου στην υπαλληλική σχέση να δικαιολογήσει τη ρύθμιση της άδειας γάμου ως καλυπτόμενη από το άρθ. 2 παρ. 1 του Θεμελιώδους Νόμου. Κατά τα λοιπά όμως πρέπει να τηρείται το όριο που θέτει το δικαίωμα συνάψεως γάμου και ιδρύσεως οικογένειας. Από την υπέρβαση του ορίου αυτού ο πολίτης πρέπει κατά τις περιστάσεις να προστατεύεται ακόμα και εναντίον του εαυτού του». III. Η σύγκρουση δικαιωμάτων Σύγκρουση δικαιωμάτων υπάρχει όταν η άσκηση ενός δικαιώματος από ένα πρόσωπο αποκλείει αναγκαίως εν όλω ή εν μέρει τη σύγχρονη άσκηση του ίδιου ά άλλου δικαιώματος από άλλο ή άλλα πρόσωπα 26. Χαρακτηριστικό της νομικής σύγκρουσης είναι η νόμιμη άσκηση των δικαιωμάτων από όλους τους φορείς. Έτσι, πολλές φορές είναι ανέφικτη η υλοποίηση ενός κοινωνικού δικαιώματος χωρίς αντίστοιχο περιορισμό ενός ατομικού, όπως όταν το κράτος πρέπει να απαλλοτριώσει μία έκταση, για να ανεγερθούν εκεί εργατικές κατοικίες (άρθρα 17 παρ.2 και 21 παρ 4 Σ). Επιπλέον, μπορεί και η άσκηση ενός δικαιώματος ταυτόχρονα να καθίσταται ανέφικτη από πολλούς φορείς. Για παράδειγμα η ταυτόχρονη διέλευση των αυτοκινήτων από μία πολυσύχναστη διασταύρωση είναι αδύνατη 27. Η σύγκρουση των δικαιωμάτων παρουσιάζει μία ιδιομορφία. Παρά το ότι η άσκηση των δικαιωμάτων από όλους τους φορείς είναι νόμιμη, θίγεται κάποιο θεμελιώδες δικαίωμα. Έτσι, τίθεται ένα ζήτημα για το κατά πόσο μπορεί αυτή η σύγκρουση να είναι νομική. Εάν δεν μπορεί να θεωρηθεί νομική, τότε θα πρέπει να θεωρηθεί πραγματική σύγκρουση. 23 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 230-231 24 Αποφ. της 22.2.1962, BVewGE 14, 21 επ. (25) 25 Α. Γ. Ράϊκου, οπ. π., σελ. 241-242 26 Α. Γ. Ράϊκου, οπ. π., σελ. 242 27 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 102 ~ 9 ~

α ) Πραγματική σύγκρουση Πραγματική σύγκρουση καλείται η παραβίαση του δικαιώματος του άλλου, η οποία και αποδοκιμάζεται από το δίκαιο. Πιο συγκεκριμένα, κάποιος φορέας (επιτιθέμενος) ενεργοποιείται πέρα από το επιτρεπόμενο δικαιικό πλαίσιο, με αποτέλεσμα να ενεργεί χωρίς δικαίωμα. Με την ενέργειά του αυτή παραβιάζει το δικαίωμα κάποιου άλλου, πράγμα που, όπως προαναφέρθηκε, αποδοκιμάζεται από το δίκαιο 28. β ) Διαπροσωπική ενέργεια και σύγκρουση δικαιωμάτων Κατά τη παραδοσιακή μεθοδολογία τα θεμελιώδη δικαιώματα εφαρμόζονται μόνο στις σχέσεις δημοσίου δικαίου, δηλαδή στις σχέσεις στις οποίες μόνο το ένα μέρος είναι φορέας δικαιωμάτων (το άτομο), ενώ το άλλο μέρος δεν είναι(το κράτος). Κατά την ατομικιστική όμως θεωρία, η οποία επικράτησε και στη σύγχρονη θεωρία, τα θεμελιώδη δικαιώματα εφαρμόζονται και στις διαπροσωπικές σχέσεις, δηλαδή σε σχέσεις στις οποίες και τα δύο μέρη είναι φορείς θεμελιωδών δικαιωμάτων 29. Μέσα από την πρακτική της εφαρμογής των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις αναδύεται και το πρόβλημα της σύγκρουσής τους. Το πρόβλημα, όμως, δεν δημιουργείται από την ίδια την τριτενέργεια, αλλά από τη δομή και τη λειτουργία της ατομικιστικής έννομης τάξης 30. Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι η σύγκρουση δύο θεμελιωδών δικαιωμάτων γίνεται δεκτή στο μέτρο που γίνεται δεκτή η απόλυτη τριτενέργειά τους 31. Η ερμηνευτική αυτή άποψη εξηγείται καλύτερα μέσα από το ακόλουθο παράδειγμα: Ένας επιχειρηματίας προσλαμβάνει μόνο άτομα που ανήκουν σε ορισμένη φυλή ή θρησκεία. Εδώ συγκρούονται το δικαίωμα του επιχειρηματία κατά το άρθρο 5 παρ. 1 (ελεύθερη συμμετοχή στην οικονομική ζωή και αντίστοιχη ελευθερία σύναψης ή μη σύναψης μίας σύμβασης εργασίας) με το δικαίωμα του εργαζομένου κατά το άρθρο 4 Σ (αρχή της ισότητας). Στη περίπτωση αυτή η διαπίστωση της σύγκρουσης των δικαιωμάτων προϋποθέτει αποδοχή της τριτενέργειάς τους. Αυτό όμως δεν συμβαίνει πάντοτε. Η τριτενέργεια δεν είναι απαραίτητα ο λόγος σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων 32. Και αυτό θα διαπιστωθεί και πάλι μέσα από ένα παράδειγμα: Έξω από ένα ναό έχουν τοποθετηθεί τόσο ισχυρά μεγάφωνα που εμποδίζουν, κατά τις ώρες της θείας λειτουργίας, ακόμα και τη λεκτική επικοινωνία μεταξύ των περιοίκων. Οι μεν κάτοικοι αξιώνουν από την πολιτεία να παρέμβει εναντίον της πηγής της ηχορύπανσης ενώ οι εκκλησιαζόμενοι ζητούν από την πολιτεία να απόσχει από τη παρέμβαση εις βάρος τους και χάριν των διαμαρτυρόμενων περιοίκων. Δέκτης και των δύο θεμελιωδών δικαιωμάτων που επικαλούνται τα δύο μέρη είναι η κρατική 28 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 219-220 29 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 33-37 30 Α. Γ. Δημητρόπουλου, οπ. π., σελ. 220-221 31 Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1987, σελ. 295-296 32 Δ. Θ. Τσάτσου, οπ. π., σελ 295-296 ~ 10 ~

εξουσία. Σε αυτή τη περίπτωση δηλαδή έχουμε σύγκρουση δικαιωμάτων χωρίς καν να τίθεται θέμα τριτενέργειας. γ ) Η άμεση σύγκρουση Η σύγκρουση κατά μία άποψη της θεωρίας καλείται και άμεση όταν συνδέεται με την άμεση τριτενέργεια. Όταν τα θεμελιώδη δικαιώματα δεσμεύουν άμεσα μόνο τους φορείς δημόσιας εξουσίας, μία τέτοια σύγκρουση μπορεί να είναι έμμεση. Εάν όμως δεχτούμε ότι δεσμεύονται άμεσα και οι ιδιώτες, έχουμε άμεση τριτενέργεια. Η άποψη αυτή συνδέει την άμεση τριτενέργεια με τη σύγκρουση μεταξύ δικαιωμάτων 33. δ ) Η πλαστότητα της νομικής σύγκρουσης δικαιωμάτων Σύμφωνα με άποψη της θεωρίας, όταν η σύγκρουση δικαιωμάτων εξετάζεται υπό το πρίσμα της ατομικιστικής έννομης τάξης, εμφανίζεται μία πλαστή εικόνα της νομικής σύγκρουσης των δικαιωμάτων. Η ατομικιστική νομική παράδοση βασίζεται σε νομικά πρότυπα που δεν θέτουν πάντα σαφή όρια στην άσκηση των δικαιωμάτων. Στη σύγχρονη έννομη τάξη, ωστόσο, τα θεμελιώδη δικαιώματα που εξειδικεύουν την ανθρωπιστική αρχή, οριοθετούν το δικαίωμα κάθε φορέα. Όπως προκύπτει από την αρχή αυτή, αναγνωρίζεται μόνο η εξουσία κάθε ανθρώπου στο άτομό του (αυτοεξουσία, αυτοπροσδιορισμός) όχι όμως η εξουσία του πάνω σε άλλα άτομα. Παράλληλα, η εξουσία του ανθρώπου πάνω σε πράγματα δεν επιτρέπεται να οδηγεί σε εξουσία πάνω σε άλλα άτομα. Έτσι, με την έννοια ότι τα δύο δικαιώματα συγκρούονται κατά νόμιμο τρόπο, δεν υπάρχει από νομική άποψη σύγκρουση δικαιωμάτων. Εφόσον ο ένας από τους δύο φορείς έχει θίξει τα δικαιώματα του άλλου και προσβάλλεται ένα θεμελιώδες δικαίωμα, υπάρχει προσβολή δικαιώματος. Όπως προαναφέρθηκε η σύγκρουση δικαιωμάτων σημαίνει την ταυτόχρονη άσκηση δύο ή περισσότερων δικαιωμάτων. Διατυπώνονται, ωστόσο, επιφυλάξεις για το κατά πόσο μπορεί το δίκαιο να επιτρέπει και να απαγορεύει ταυτόχρονα μία συμπεριφορά. Η ύπαρξη μίας πραγματικής σύγκρουσης γίνεται δεκτή, αλλά ως προς τη νομική σύγκρουση προκύπτει μία πλαστότητα για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Εφόσον η πραγματική σύγκρουση υπάρχει, αυτό σημαίνει ότι κάποιος από τους φορείς υπερέβη τα όρια της άσκησης των δικαιωμάτων του ή με άλλη διατύπωση παρέβη τις υποχρεώσεις που του επιβάλλει το δίκαιο, δηλαδή ενήργησε χωρίς δικαίωμα. Συμπερασματικά, σύμφωνα με αυτή την άποψη η εικόνα της σύγκρουσης δικαιωμάτων είναι πλαστή και προκύπτει από τις επιρροές της θεωρίας του ατομικισμού 34. ε ) Ιεράρχηση των συνταγματικών δικαιωμάτων Οποιαδήποτε προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος της σύγκρουσης οφείλει να σέβεται τη θεμελιώδη αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων. Κατά συνέπεια, δεν τίθεται θέμα in abstracto προτίμησης οποιασδήποτε συνταγματικής διάταξης σε βάρος άλλης, εκτός βέβαια αν υπάρχει σχέση ειδικότερης διάταξης, όπως αναπτύχθηκε στη συρροή δικαιωμάτων. Δεδομένου ότι πρόκειται για 33 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 242-243 34 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 221-224 ~ 11 ~

τυπικά ισοδύναμες διατάξεις, η σύγκρουση τους θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με βάση μία ad hoc σχέση προτιμήσεως ανάμεσά τους, με γνώμονα τη βέλτιστη δυνατή έκβαση στη σύγκρουση 35. Η τυπική ισοδυναμία των συνταγματικών διατάξεων ισχύει παρά την ύπαρξη του άρθρου 48 παρ. 1 Σ, για την περίπτωση κήρυξης της χώρας σε κατάσταση ανάγκης και την θέση εκτός ισχύος ορισμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η ratio της επιλογής αυτής δεν είναι η αντικειμενική σημασία του κάθε δικαιώματος του οποίου επιτρέπεται προσωρινή αναστολή, αλλά η αντιμετώπιση έκτακτης ανάγκης. Γι αυτό το Σύνταγμα προβλέπει και τη δυνατότητα να τεθούν εκτός ισχύος ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα ανάλογα με τις λειτουργικές ανάγκες της συγκεκριμένης περίπτωσης. Η διαφοροποίηση, λοιπόν, των θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά το άρθρο 48 παρ.1 Σ δεν θεμελιώνει μια ιεράρχηση που να ισχύει έξω από τη στιγμή της κατάστασης ανάγκης. Άρα, η διαφοροποίηση αυτή δεν περιέχει το κριτήριο για τη λύση της σύγκρουσης θεμελιωδών δικαιωμάτων 36. 35 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 102-103 36 Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1987, σελ. 296-297 ~ 12 ~

Κ ε φ ά λ α ι ο 2 ο Η μέθοδος της στάθμισης συμφερόντων Ι. Η έννοια της στάθμισης Η στάθμιση ως νομική θεωρία αντιμετωπίζει ζητήματα σύγκρουσης δικαιωμάτων με μία ιδιαίτερη διαδικασία η οποία μάλιστα έχει γίνει αποδέκτης, όπως αναφέρθηκε και στη εισαγωγή, μίας έντονης κριτικής. Η κριτική της αφορά κυρίως το ότι παρά τη γενικότερη αποδοχή της δεν υπάρχει μια συγκροτημένη θεωρία στάθμισης που να είναι ανάλογη της σοβαρότητας του όλου ζητήματος. Μάλιστα υπάρχουν πολλά θέματα, που αφορούν την αποτελεσματικότητα και τη συμβατότητά της με συνταγματικές αρχές, τα οποία δεν έχουν ξεκαθαριστεί ακόμα μέσα από θεωρητική επεξεργασία 37. Στις περιπτώσεις πού δεν είναι δυνατή η ταυτόχρονη άσκηση περισσότερων δικαιωμάτων, οπότε η άσκηση του ενός αποκλείει ή περιορίζει αναπόφευκτα το άλλο, η αρμόδια αρχή μπορεί να προβεί σε στάθμιση συμφερόντων. Σε αυτή τη περίπτωση προκρίνει τη προστασία της μίας σε βάρος της άλλης ατομικής ελευθερίας 38. Κατά τη διαδικασία αυτή σταθμίζονται τα νομικά βάρη των δύο μερών λαμβάνοντας υπόψη τα δύο μέρη τα ίδια, τα πραγματικά περιστατικά και τα νομικά επιχειρήματα. Με άλλα λόγια υπολογίζεται η πραγματική και η νομική διαφορά σε μία προσπάθεια να βρεθεί ποιο από τα δύο μέρη έχει το μεγαλύτερο νομικό βάρος. Αυτό που είναι βαρύτερο θα είναι νόμιμο ενώ το νομικά ελαφρύτερο θα κριθεί παράνομο 39. Τα κρατικά όργανα οφείλουν να αίρουν τις συγκρούσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η υποχρεούνται να αίρουν τις συγκρούσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η υποχρέωση αυτή συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 Σ κατά την οποία αυτά οφείλουν να εξασφαλίζουν την ακώλυτη άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η άρση των συγκρούσεων μπορεί να γίνεται με τη στάθμιση συμφερόντων σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση 40. Η στάθμιση συμφερόντων υποστηρίζεται και από την κρατούσα στη γερμανική επιστήμη γνώμη και από την πάγια νομολογία του γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Μέσα από τη νομολογία του αναπτύχθηκε η θεωρία αυτή, καθώς είχε να αντιμετωπίσει τις πλέον δύσκολες υποθέσεις εφαρμογής θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πεδίο των μεταξύ ιδιωτών σχέσεων. Η θεωρία της στάθμισης συμφερόντων συνδέεται στενά με την αντίληψη, που επικρατεί στη Γερμανία, για το αξιολογικό σύστημα και την αξιολογική φύση της γερμανικής έννομης τάξης 41. 37 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 1-2 38 Α. Μάνεσης, Ατομικές ελευθερίες, σελ 64-65 39 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 2 40 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 243 41 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 3 ~ 13 ~

Όπως διαφαίνεται ήδη, η μέθοδος της στάθμισης συμφερόντων παρουσιάζει κάποιες δυσκολίες. Αρχικά, δεν μοιάζει να αποτελεί μια μέθοδο αποκλειστικά του δικαίου αλλά και της ηθικής, δεδομένου ότι κατά την αναζήτηση της «νόμιμης» άσκησης του δικαιώματος παρεισφρέουν και εξωνομικοί παράγοντες που αφορούν τα πραγματικά περιστατικά και τα οποία καλείται να αξιολογήσει ο δικαστής. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο δικαστής έχει μία διακριτική ευχέρεια, η οποία όμως πρέπει να ασκείται με κριτήρια αντικειμενικά και όχι με βάση αυθαίρετες ιεραρχικές κατατάξεις και υποκειμενικές εκτιμήσεις ιδεολογικής ή πολιτικής υφής 42. Η στάθμιση της εκάστοτε προτεραιότητας, δηλαδή η προστασία της μίας και ο περιορισμός της άλλης ατομικής ελευθερίας, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση είναι ζήτημα πραγματικό, εξαρτώμενο από τις συντρέχουσες συγκυρίες. Κατά μία άποψη της θεωρίας (Γ. Μιχαηλίδης- Νουάρος) υπάρχει η θεωρία της συγκεκριμένης στάθμισης των αγαθών. Η στάθμιση αυτή συντελείται τόσο σε ένα αντικειμενικό επίπεδο με βάση τις επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις όσο και σε ένα επίπεδο υποκειμενικό που προσδιορίζεται από τη βούληση του ενδιαφερόμενου ατόμου. Η στάθμιση αυτή οφείλει να αναζητήσει την όσο το δυνατό αποτελεσματικότερη προστασία και των δύο συγκρουόμενων δικαιωμάτων. Αυτός ο κανόνας προκύπτει από την αρχή ότι πριν φτάσει ο ερμηνευτής στη διαπίστωση της αντίφασης οφείλει να αναζητήσει τη νοηματική ενότητα του Συντάγματος, αφού το Σύνταγμα δεν είναι άθροισμα αλλά σύστημα κανόνων δικαίου 43. Πρέπει, δηλαδή, να τηρείται η αρχή της πρακτικής αρμονίας σε συνδυασμό με την αρχή ενότητας του Συντάγματος. Με άλλα λόγια το αρμόδιο κρατικό όργανο και ιδίως το δικαστήριο πρέπει να προσπαθήσει να άρει τη σύγκρουση κατά τέτοιο τρόπο ώστε να πετυχαίνει τη μεγαλύτερη δυνατή άσκηση όλων των συγκρουόμενων δικαιωμάτων με τον ανάλογο περιορισμό τους 44. Η επιλογή του ενός δικαιώματος σε βάρος του άλλου έχει θέση αν η προηγούμενη ερμηνευτική προσπάθεια αποδειχτεί ατελέσφορη στη συγκεκριμένη συγκυρία. Παράδειγμα: Στη περίπτωση του δικαιώματος δημόσιας συνάθροισης που εμποδίζει τη κυκλοφορία πεζών και οχημάτων και τη λειτουργία καταστημάτων (σύγκρουση ελευθερίας συναθροίσεως, ελευθερίας κινήσεως και επαγγελματικής ελευθερίας), το όργανο οφείλει με ανάλογο περιορισμό του χρόνου ή του τόπου πραγματοποιήσεως της συναθροίσεως να πετύχει τη μικρότερη δυνατή προσβολή των δύο άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων. α ) Στάθμιση και αναλογικότητα Η στάθμιση αρχικά θεωρούταν αυτοτελής μέθοδος, στη συνέχει όμως εντάχθηκε στη μέθοδο της αναλογικότητας ως τρίτο στάδιο αυτής. Όπως προεκτέθηκε η μέθοδος της στάθμισης ξεκινά από τη βάση της νόμιμης άσκησης των δικαιωμάτων και από τα δύο μέρη της διαφοράς και αντιμετωπίζοντας το θέμα περιπτωσιολογικά προβαίνει 42 Α. Μάνεσης, οπ.π., σελ 65 43 Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1987, σελ. 297 44 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 246-247 ~ 14 ~

στη στάθμιση των στάθμιση των συμφερόντων. Στις περιπτώσεις λοιπόν σύγκρουσης δικαιωμάτων οι ανώτερες αξίες υπερτερούν, ενώ οι κατώτερες αξίες υποχωρούν 45. Η αρχή της αναλογικότητας Η αρχή της αναλογικότητας επιτάσσει να υπάρχει εύλογη σχέση ανάμεσα στον επιδιωκόμενο σκοπό και στον περιορισμό του συνταγματικού δικαιώματος ως μέσου για την επίτευξη του σκοπού. Ο περιορισμός πρέπει να είναι κατάλληλος και αναγκαίος 46. Η καταγωγή της αρχής αυτής ανάγεται στο γερμανικό και το γαλλικό αστυνομικό δίκαιο και στη συνέχεια επεκτάθηκε και στο διοικητικό δίκαιο 47. Η αρχή αυτή καθιερώθηκε ρητά στο Σύνταγμα με το άρθρο 25 παρ. 1 εδάφιο δ, χωρίς όμως να παρέχονται περαιτέρω διευκρινήσεις και χωρίς να απαντώνται τα ειδικότερα προβλήματα που σχετίζονται με την εφαρμογή της 48. Το άρθρο αυτό ορίζει ότι όλοι οι περιορισμοί των θεμελιωδών δικαιωμάτων πρέπει να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, τα ατομικά δικαιώματα πρέπει να περιορίζονται μόνο εφόσον και καθόσον είναι απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου δημοσίου σκοπού. Οι νομοθετικοί περιορισμοί, οι οποίοι υπερβαίνουν το μέτρο αυτό είναι πρόδηλα αυθαίρετοι και ως τέτοιοι δεν παραβιάζουν μόνο την αρχή της αναλογικότητας αλλά και τη γενική αρχή της ισότητας που απαγορεύει την αυθαιρεσία όλων των κρατικών οργάνων 49 Η αρχή της αναλογικότητας εφαρμόζεται νομολογιακά. Αρχικά, εφαρμόζεται από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο (ΓΟΣΔ) το οποίο μάλιστα με τη νομολογία του έχει προσδιορίσει ότι ο νομοθετικός περιορισμός πρέπει να ανταποκρίνεται προς τα πράγματα, να θεμελιώνεται από τη φύση του πράγματος και δεν επιτρέπεται ο νομοθέτης να εισάγει περιορισμούς ξένους προς αυτή. Επιπλέον, εφαρμόζεται και από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο δέχεται στη νομολογία του ότι οι πράξεις των Οργάνων της Ένωσης πρέπει να τελούν σε ανάλογη προς το σκοπό σχέση και να μην υπερβαίνουν το απαραίτητο για την επίτευξη μέτρο. Ακόμη, η αρχή καθιερώνεται στα άρθρα 8-11 της ΕΣΔΑ και εφαρμόζεται στη νομολογία του ΕΔΔΑ. Τέλος, η αρχή εφαρμόζεται και στη νομολογία του ΣτΕ σύμφωνα με την οποία η αρχή της αναλογικότητας συνάγεται από την έννοια του κράτους δικαίου 50. Το ΓΟΣΔ είχε αναλύσει την αρχή της αναλογικότητας σε ένα εκτεταμένο obiter dictum 51 σημειώνοντας ως βασικά χαρακτηριστικά της τα εξής 52 : Η επέμβαση στο θεμελιώδες δικαίωμα πρέπει να θεμελιώνεται με ανταποκρινόμενες προς τα πράγματα και έλλογες παραμέτρους δημοσίου συμφέροντος και δεν επιτρέπεται να καταχραστεί της νομοθετικής εκουσίας για σκοπούς ξένους προς τη φύση του πράγματος. 45 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 3 46 Α. Γ. Δημητρόπουλου, Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 226-227 47 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 212 48 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 92 49 Α. Γ. Ράϊκου, οπ. π., σελ 213-214 50 Α. Γ. Δημητρόπουλου, οπ. π., σελ. 227 51 BVerfGE 30,292, 316-7 52 Χρυσογόνος Κ., οπ. π., σελ. 92 ~ 15 ~

Το μέσον πρέπει να είναι κατάλληλο και αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Όσο πιο σοβαρά περιορίζονται οι φορείς του δικαιώματος τόσο ισχυρότεροι πρέπει να είναι οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος τους οποίους εξυπηρετεί η νομοθετική ρύθμιση. Ο σκοπός του νόμου Τα ελληνικά δικαστήρια ελέγχουν τον επιδιωκόμενο σκοπό του νόμου για να εξετάσουν τη νομιμότητα του περιορισμού των συνταγματικών δικαιωμάτων στα πλαίσια της αρχής της αναλογικότητας. Ο σκοπός του νομοθέτη θα πρέπει να είναι σύμφωνος προς το Σύνταγμα 53. Η αλήθεια όμως του παραπάνω δηλωμένου σκοπού δεν αμφισβητείται κατ αρχήν από τα δικαστήρια, δεν ελέγχεται δηλαδή η κατάχρηση νομοθετικής εξουσίας. Με την έννοια αυτή θα μπορούσε να γίνει λόγος για ένα είδος τεκμηρίου συνταγματικότητας των νόμων 54. Η καταλληλότητα ή προσφορότητα Κατάλληλος είναι ο περιορισμός όταν μπορεί να επιφέρει τον επιδιωκόμενο σκοπό. Πρέπει λοιπόν ο περιορισμός να είναι μέτρο πρόσφορο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού 55. Η αναγκαιότητα Το ΣτΕ έχει αποδεχτεί ότι εξετάζεται εάν ο περιορισμός ενός ατομικού δικαιώματος ξεπερνά το αναγκαίο μέτρο. Προστίθεται μάλιστα ότι επι επάλληλων περιορισμών προβλεπομένων από το νόμο η διοίκηση πρέπει να εφαρμόζει τους κατ αρχήν ηπιότερους 56. Μία περίπτωση στο ελληνικό Σύνταγμα, που δείχνει την εφαρμογή και την αξία της αρχής της αναλογικότητας, είναι αυτή του άρθρου 5 παρ. 3 για τη προσωπική ελευθερία και τη προσωποκράτηση ως περιορισμό της stricto sensu ελευθερίας του ατόμου 57. Για την επιβολή της προσωποκράτησης, ως βαρύτατου περιορισμού, δεν αρκεί η νομοθετική πρόβλεψη, αλλά πρέπει να εκτιμά ο δικαστής και σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση αν και κατά ποίο βαθμό είναι αναγκαίο και πρόσφορο αυτό το μέτρο για το συγκεκριμένο άτομο, αφού ληφθούν όλα τα πραγματικά περιστατικά υπόψη 58. Η αναλογικότητα stricto sensu Όπως προαναφέρθηκε στην αρχή της αναλογικότητας εντάχθηκε η στάθμιση των συμφερόντων, η οποία αρχικά θεωρείτο αυτοτελής μέθοδος. Η μέθοδος αυτή βασίστηκε στην αρχή της αναλογικότητας. Υποδεικνύει μια μορφή αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του σκοπού του νόμου και του περιοριστικού νομοθετικού μέσου της οποίας η εφαρμογή δυσχεραίνεται 59. Η μέθοδος της στάθμισης εντάχθηκε στην τρίτη φάση του ελέγχου της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας, ο οποίος κατά τη γερμανική νομολογία αποτελεί τον έλεγχο της αναλογικότητας υπό στενή έννοια 53 Α. Γ. Δημητρόπουλου, οπ. π., σελ.228 54 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 93 55 Α. Γ. Δημητρόπουλου, οπ. π., σελ 228 56 Χρυσογόνος Κ., οπ. π., σελ. 94 57 Χρυσογόνος Κ., οπ. π., σελ 94 58 Α. Γ. Δημητρόπουλου, οπ. π., σελ. 227 59 Α. Γ. Δημητρόπουλου, οπ. π., σελ. 229-230 ~ 16 ~

(stricto sensu) ή της σχέσης μεταξύ βαρύτητας της προσβολής του συνταγματικού δικαιώματος αφενός και της δικαιολογητικής της βάσης αφετέρου. Ο έλεγχος της αναλογικότητας stricto sensu είναι μία στάθμιση κόστους-οφέλους, η οποία είναι επισφαλής, γιατί λείπουν σταθερά νομικά κριτήρια πάνω στα οποία θα μπορούσε να βασιστεί. Πάντως βασίζεται πάνω σε πραγματικά δεδομένα που σε τελική ανάλυση παραπέμπουν περισσότερο στη σφαίρα της σκοπιμότητας παρά στη σφαίρα της συνταγματικότητας 60. Για να κλείσει το θέμα της αρχής της αναλογικότητας, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι αντίθετα π.χ. προς την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ)δεν είναι βέβαια συνταγματικός κανόνας με αυτοτελές περιεχόμενο, ώστε να μπορεί να αποτελέσει από μόνη της κριτήριο ελέγχου των νομοθετικών επιλογών. Η αρχή αυτή χρησιμεύει απλώς για τον καθορισμό του επιτρεπτού ορίου περιορισμών των κατ ιδίαν συνταγματικών δικαιωμάτων, σε συνάρτηση και αναφορά προς τα οποία μπορεί μόνο να εφαρμοστεί 61. II. Το πεδίο εφαρμογής της στάθμισης Η μέθοδος της στάθμισης δεν είναι μία γενική σε κάθε περίπτωση εφαρμοζόμενη μέθοδος διάκρισης της νομιμότητας από τη παρανομία. Έχει ένα συγκεκριμένο πεδίο εφαρμογής και ο προσδιορισμός του έχει ενδιαφέρον. α ) Η μέθοδος της στάθμισης στις συγκρούσεις Η μέθοδος της στάθμισης εφαρμόζεται σε ορισμένες ιδιαίτερα δυσχερείς περιπτώσεις, στις οποίες η διάκριση του νόμιμου από το παράνομο εμφανίζει μεγάλη δυσκολία ή τουλάχιστον δεν είναι αμέσως ορατή. Όταν, δηλαδή, η διάκριση της νομιμότητας από τη παρανομία είναι ευκρινής η στάθμιση μοιάζει περιττή. Έτσι, η στάθμιση είναι περιττή στις νομιμοφανείς συγκρούσεις, στις συγκρούσεις στις οποίες και τα δύο μέρη διεκδικούν ευλόγως υπέρ αυτών τη νομιμότητα. Οι δυσχερείς περιπτώσεις, στις οποίες ο δικαστής καταφεύγει στη στάθμιση, είναι οι περιπτώσεις σύγκρουσης δικαιωμάτων με τον τρόπο που εκτέθηκε παραπάνω. Ειδικότερα, η μέθοδος της στάθμισης εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που δεν είναι δυνατή η ταυτόχρονη πραγματοποίηση του περιεχομένου δύο ή περισσότερων εννόμων αγαθών. Έτσι, αντιπαρατίθενται τα έννομα αυτά αγαθά για να βρεθεί σε ποιο από αυτά θα δοθεί προτεραιότητα 62. Όπως γίνεται αντιληπτό, υπάρχει μία στενή σχέση ανάμεσα στη στάθμιση και στη σύγκρουση, με την τελευταία να προσφέρει θεωρητικό και πραγματικό υπόβαθρο. Η πραγματική σύγκρουση των φορέων και των συμφερόντων τους αποτελεί τη πραγματική βάση επί της οποίας βασίζεται η στάθμιση. Η σύγκρουση, δηλαδή, είναι το ίδιο το πρόβλημα ενώ η στάθμιση είναι η λύση του. Η πρώτη προϋποθέτει τη 60 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 94-95 61 Χρυσογόνος Κ, οπ. π., σελ. 95 62 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 4-5 ~ 17 ~

δεύτερη, αν δεν υπάρχει σύγκρουση δεν υπάρχει και στάθμιση. Με άλλα λόγια, η σύγκρουση είναι causa της στάθμισης, και μάλιστα πρέπει να υπάρχει στη δυσχερή της μορφή. Άρα, η στάθμιση είναι η νομική μέθοδος άρσης των συγκρούσεων. β ) Οι νομιμοφανείς συγκρούσεις Οι νομιμοφανείς συγκρούσεις είναι εκείνες στις οποίες τα μέρη εμφανίζονται ότι ασκούν νομίμως το δικαίωμά τους, αλλά δεν μπορεί να γίνει ταυτόχρονη εφαρμογή και των δύο δικαιωμάτων ως προς όλο το μήκος του γενικού περιεχομένου τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις το δικαστήριο καταφεύγει στη στάθμιση όταν για παράδειγμα στη συγκεκριμένη σύγκρουση δεν υπάρχει διάταξη νόμου ή όταν πιστεύει ότι και τα δύο μέρη ασκούν εύλογα το συνταγματικό τους δικαίωμά. Σε όλες πάντως αυτές τις περιπτώσεις η δράση του κάθε μέρους βρίσκεται εντός του γενικού περιεχομένου του δικαιώματός τους 63. Μπορούμε να διακρίνουμε τις συγκρούσεις σε δύο κατηγορίες η κάθε μία από τις οποίες έχει κάποια διακριτικά χαρακτηριστικά: 1. Εμφανείς συγκρούσεις: Σ αυτή τη κατηγορία ενώ η δράση του ενός μέρους (αμυνόμενου) βρίσκεται εντός του γενικού περιεχομένου του δικαιώματος του, η δράση του άλλου μέρους (επιτιθέμενου) έχει υπερβεί τα όρια και προφανώς βρίσκεται εκτός του γενικού περιεχομένου. 2. Νομιμοφανείς συγκρούσεις: Η δράση και των δύο μερών της διαφοράς εμπίπτει στο γενικό περιεχόμενο των αντίστοιχων δικαιωμάτων με αποτέλεσμα και οι δύο συμπεριφορές να φαίνονται νόμιμες, πράγμα που προσδίδει μία ιδιαίτερη δυσχέρεια σε αυτή τη κατηγορία. Για την επίλυση της νομιμοφανούς σύγκρουσης είναι ανάγκη να προσδιοριστεί το θεσμικό περιεχόμενο. Η συμπεριφορά κάποιου από τα δύο μέρη ναι μεν βρίσκεται εντός του γενικού περιεχομένου αλλά έχει υπερβεί τα όρια που θέτει το θεσμικό περιεχόμενο. Η συμπεριφορά αυτή παρουσιάζεται ως νόμιμη ενώ δεν είναι. 63 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 5-6 ~ 18 ~

Κ ε φ α λ α ι ο 3 ο Η κριτική στη θεωρία της στάθμισης Η θεωρία της στάθμισης, όπως έχει αναφερθεί και παραπάνω έχει δεχτεί δριμύτατη κριτική. Η κριτική αυτή αφορά την έλλειψη θεωρητικής επεξεργασίας αλλά και την πρακτική εφαρμογή της στάθμισης. Ειδικότερα, εστιάζει στην ασυμβατότητά της με την αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων και την έλλειψη σαφών κριτηρίων για να γίνεται η στάθμιση συμφερόντων. Οι λόγοι για τους οποίους δέχεται κριτική η στάθμιση θα εκτεθούν αναλυτικά σε αυτό το κεφάλαιο δίνοντας μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την ίδια τη θεωρία της στάθμισης. Ι. Η τυπική ισοδυναμία των συνταγματικών διατάξεων Το βασικότερο επιχείρημα όσων ασκούν κριτική στη θεωρία της στάθμισης είναι ότι η θεωρία της στάθμισης προσκρούει στην αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων 64. Ο δικαστής σταθμίζοντας τις συνταγματικές διατάξεις, τις θέτει σε ένα ζυγό προκειμένου να βρεί το βάρος τους και να σχηματίσει την απόφασή του. Από μία δογματική-θεωρητική άποψη η στάθμιση προϋποθέτει νομική ανισότητα των αγαθών και των διατάξεων, που τις κατοχυρώνουν. Με άλλα λόγια, προϋποτίθεται ότι το βάρος των νομικών μεγεθών δεν είναι το ίδιο και επομένως γι αυτό το λόγο σταθμίζονται, προκειμένου να διακριβωθεί ποιο έχει το μεγαλύτερο και ποιο το μικρότερο. Ωστόσο, η αρχή της τυπικής ισοδυναμίας αποτυπώνει ακριβώς αυτή την έλλειψη διαφοράς στα νομικά βάρη των συγκρουόμενων συνταγματικών διατάξεων 65. Όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι κατ αρχήν ισότιμα 66. Η πλήρης ισοτιμία των δικαιωμάτων προκύπτει όχι μόνο από την καθιέρωσή τους από το ίδιο όργανο, τον συντακτικό νομοθέτη, αλλά και από το ότι αυτά αποτελούν συγκεκριμενοποιήσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Οι συνταγματικές διατάξεις, ως προϊόν της συντακτικής βούλησης, προστατεύονται από αυτή, και αφενός μεν συγκεκριμενοποιεί τις γενικότερες αρχές που έχει θεσπίσει, αφετέρου δε προβλέπει γι αυτές όποιους περιορισμούς ή εξαιρέσεις έκρινε σκόπιμες 67. Η ισότητα της βαρύτητας των συνταγματικά προστατευόμενων αγαθών ανήκει στις βάσεις του νομικοπολιτικού συστήματος και συνιστά κανόνα, που δεν δικαιούται να παρακάμψει ο δικαστής, έστω και αν κατά τη γνώμη του το ένα αγαθό υπερτερεί του άλλου 68. 64 Π. Δ. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2010, σελ. 135 65 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 7 66 Α. Μάνεσης, Ατομικές ελευθερίες, σελ. 65 67 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 244 68 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 8 ~ 19 ~

Γίνεται, λοιπόν, δεκτό ότι μεταξύ των διαφόρων θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν υπάρχει σχέση ιεραρχίας. Η διάκριση των δικαιωμάτων σε αναθεωρήσιμα και μη σύμφωνα με το άρθρο 110 παρ. 1 Σ, αποτελεί μία ιεράρχηση που ισχύει μόνο για τη διαδικασία της αναθεώρησης και δεν μπορεί να μεταφερθεί στο θέμα της σύγκρουσης, διότι δεν συντρέχει η ταυτότητα του λόγου που θα επέτρεπε την ανάλογη εφαρμογή της. Το ίδιο ακριβώς θα πρέπει να γίνει δεκτό και για το άρθρο 48 παρ. 1 Σ, που για τη περίπτωση κήρυξης της χώρας σε κατάσταση ανάγκης επιτρέπει να τεθούν εκτός ισχύος ορισμένα μόνο από τα θεμελιώδη δικαιώματα. Η ratio της επιλογής αυτής των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν είναι η αντικειμενική σημασία του κάθε δικαιώματος του οποίου επιτρέπεται η προσωρινή αναστολή, αλλά η αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης. Η διαφοροποίηση, λοιπόν, των θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά το άρθρο 110 παρ. 1 και το άρθρο 48 παρ. 1 Σ δεν θεμελιώνει μία γενική ιεράρχησή τους, δηλαδή μία ιεράρχηση που να ισχύει έξω από τη στιγμή της αναθεώρησης και της έκτακτης ανάγκης 69. Άρα, η διαφοροποίηση αυτή δεν περιέχει το κριτήριο της λύσης όταν σε μία περίπτωση συγκρούονται δύο δικαιώματα και η άρση της σύγκρουσης θέλουμε να γίνει με στάθμιση συμφερόντων. Το ζήτημα όμως είναι πολύ αμφίβολο στη γερμανική επιστήμη, ενώ η σχετική θέση του ΓΟΣΔ δεν είναι σαφής. Σύμφωνα με νομολογία του τελευταίου από την αρχή της ισοτιμίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων υπάρχει μία αυτονόητη εξαίρεση, η ανθρώπινη ζωή. Αυτή είναι η υπέρτατη αξία και αποτελεί μάλιστα την προϋπόθεση όλων των υπόλοιπων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να σταθμιστεί σε καμία περίπτωση με κανένα άλλο θεμελιώδες δικαίωμα, έχοντας πάντοτε το προβάδισμα απέναντι σε αυτά. Κατ ακολουθία, ο καθορισμός της προτεραιότητας των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι ζήτημα πραγματικό και πρέπει να γίνεται ανάλογα με τη σημασία που έχουν τα δικαιώματα αυτά στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η άποψη αυτή όμως επικρίθηκε έντονα στη Γερμανία ως πρόδηλα ασυμβίβαστη με τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και του προβλεπτού κρατικών πράξεων, που παράλληλα δίνει στο δικαστή μία εξουσία που δεν έχει κατά την απλή ερμηνεία των νόμων 70. Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι η στάθμιση οδηγεί στην αναίρεση της αρχής της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων. Η αρχή αυτή κατοχυρώνεται και ισχύει ανεξάρτητα από το ζήτημα της ουσιαστικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων. Εν κατακλείδι, στο κανονιστικό περιεχόμενο της προαναφερθείσας αρχής εμπεριέχεται απαγόρευση της στάθμισης. α ) Παράδειγμα από τη νομολογία Προς την κατεύθυνση της ιεράρχησης συνταγματικών αρχών φαίνεται να προχώρησε απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου 71. Αυτή δέχτηκε ότι η προστασία της ελευθερίας της επιστήμης (άρθρο 16 παρ. 1 Σ) και ης έκφρασης (άρθρο 14 Σ) «επειδή αποσκοπεί στη διαφύλαξη ύψιστων κοινωνικών αγαθών, 69 Δ. Θ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Γ Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα 1987, σελ. 296-297 70 Α. Γ. Ράϊκου, Συνταγματικό Δίκαιο Θεμελιώδη δικαιώματα (τόμος β ), 3 η Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 245-246 71 ΑΠ 13/1999, Ολ., ΤοΣ 1999 ~ 20 ~

καλύπτει και προσβολές του δικαιώματος της προσωπικότητας που τυχόν ενυπάρχουν στην ενάσκησή τους, οι οποίες έτσι, εφόσον δεν προσβάλλεται η αξία του ανθρώπου, δεν είναι παράνομες διότι η προσωπικότητα, κι αν θίγεται, έχει στη συγκεκριμένη περίπτωση υποδεέστερη σημασία σε σχέση με το αγαθό των ως άνω ελευθεριών». Προκύπτει έτσι μία ιεράρχηση με την αξία του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 Σ) στην κορυφή, τις ελευθερίες της επιστήμης και της έκφρασης σε ένα επόμενο επίπεδο και τέλος το -κατοχυρωμένο επίσης από το Σύνταγμα- δικαίωμα της προσωπικότητας υποδεέστερο από αυτές. Το κριτήριο για την ιεράρχηση αυτή είναι η αξιολόγηση των προστατευομένων αγαθών, χωρίς καμία περαιτέρω διευκρίνιση για το που στηρίζεται η αξιολόγηση αυτή. Όμως, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η αξιολόγηση αυτή δεν έγινε αυθαίρετα, κατά την υποκειμενική κρίση του δικαστή, αλλά με βάση τις κρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις, το πρόβλημα δεν λύνεται, αφού παρόμοιες αξιολογήσεις θέτουν αναπόφευκτα θέματα που βρίσκονται από τη φύση τους στο κέντρο της πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης. Εξάλλου, εφόσον ο ίδιος ο συντακτικός νομοθέτης δεν προέβη σε ιεράρχηση των συνταγματικών δικαιωμάτων, δεν επιτρέπεται να τον υποκαταστήσει ο δικαστής 72. II. Τα κριτήρια της στάθμισης Η θεωρία της στάθμισης έχει δεχτεί επιπλέον κριτική γιατί, ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα ίσχυε η αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων, θα έπρεπε να υπάρχουν αντικειμενικά και μόνιμα κριτήρια, σταθμά για τη λειτουργία της. Σε αυτό το σημείο θα γίνει αναφορά σε αυτό το πρόβλημα της μεθόδου της στάθμισης. Αρχικά, το πρόβλημα εντοπίζεται στην έλλειψη ικανοποιητικών επιστημονικών κριτηρίων. Ειδικότερα, δεν έχουν προταθεί από την επιστήμη αντικειμενικά και μόνιμα κριτήρια, τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως σταθμά σε κάθε περίπτωση. Η στάθμιση που αφορά μόνο μία συγκεκριμένη περίπτωση (in concreto) είναι εξαιρετικά σχετική, και όχι γενική 73. Ακόμα όμως και αν υπήρχαν κριτήρια, αυτά θα έπρεπε να αναφέρονται στο ίδιο το Σύνταγμα. Αυτό θα ήταν απαραίτητο για θα εισήγαγαν εξαιρέσεις από την αρχή της τυπικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει καμία τέτοια πρόβλεψη στο Σύνταγμα, δεν μπορεί να είναι επιτρεπτή η στάθμιση νομολογιακά. III. Η έλλειψη αντικειμενικότητας Στις περιπτώσεις στάθμισης συμφερόντων το αρμόδιο κρατικό όργανο έχει μία διακριτική ευχέρεια, την οποία όμως πρέπει να ασκεί με κριτήρια αντικειμενικά, και 72 Χρυσογόνος Κ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 103 73 Α. Γ. Δημητρόπουλος, Προβλήματα της στάθμισης ως νομικής μεθόδου, Διαθέσιμο σε: < http://www.greeklaws.com/pubs/uploads/2566.pdf >, σελ. 9 ~ 21 ~