ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΟΣΟΥΝΙΔΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ BERKELEY ΚΑΙ KANT ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Σχετικά έγγραφα
GEORGE BERKELEY ( )

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΝΕΟΤΕΡΟ ΑΓΓΛΙΚΟ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΝΟΝΑΣ

ΚΕΙΜΕΝΑ Ι 1. 1 Τα κείμενα που ακολουθούν συνοδεύουν και υποβοηθούν τη μελέτη των αντίστοιχων

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ.

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

EDMUND HUSSERL ( Ε. ΧΟΥΣΕΡΛ, )

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

ΤΖΟΡΤΖ ΜΠΕΡΚΛΕΫ (George Berkeley, )

Λογική. Μετά από αυτά, ορίζεται η Λογική: είναι η επιστήμη που προσπαθεί να εντοπίσει και να αναλύσει τους καθολικούς κανόνες της νόησης.

Σέλλινγκ (Friedrich Wilhelm Joseph Schelling )

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

EΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

4. Η τέχνη στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του Χέγκελ για την ιστορία

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

< > Ο ΚΕΝΟΣ ΧΩΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΕΞΗΓΗΣΗ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΝΕΥΜΑ

Μάθημα 1 ο Immanuel Kant. Η μουσική στη φιλοσοφία του κριτικού ιδεαλισμού

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Το ζήτημα της πλάνης στο Σοφιστή του Πλάτωνα

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

"ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑΣ" του Δημητρίου Α. Φιλάρετου

ΒΙΟΗΘΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

Ηθική & Τεχνολογία Μάθημα 1 ο Εισαγωγή στις Βασικές Έννοιες

1. Τι γνωρίζετε για τα τρία βασικά ερωτήµατα, στα οποία στηρίχτηκε ο Καντ για να αντιµετωπίσει τον ακραίο σκεπτικισµό του Χιουµ;

Εισαγωγή στη φιλοσοφία

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα... 17

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ-ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΣΤΟΝ J. LOCKE ΚΑΙ ΣΤΟΝ D. HUME

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

Θέματα Επιστημολογίας. Ρένια Γασπαράτου

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΓΟΥΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ Β3 (υπεύθυνη καθηγήτρια :Ελένη Μαργαρίτου)

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Εισαγωγή στη φιλοσοφία

Αναπληρωτής Καθηγητής Γεώργιος Παύλος. 1 Ο πολιτισμός ευαθείον του ανθρώπου, η φαντασία της προόδου και ο φετιχισμός της τεχνικής

Η έννοια της αιτιότητας στη φιλοσοφία του Kant: η σημασία της Δεύτερης Αναλογίας

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

Θέματα Επιστημολογίας. Ρένια Γασπαράτου

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΕΔΡΑΙΩΜΕΝΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΒΑΝΤΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΗΤΑΣ ΟΤΙ Η ΦΥΣΗ ΔΕ ΣΥΓΚΡΟΤΕΙΤΑΙ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΥΛΗ

Αριστοτέλη "Ηθικά Νικομάχεια" μετάφραση ενοτήτων 1-10 Κυριακή, 09 Δεκέμβριος :23 - Τελευταία Ενημέρωση Δευτέρα, 16 Σεπτέμβριος :21

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Πρόταση. Αληθείς Προτάσεις

Ο Άνσελμος για την ύπαρξη του Θεού (Monologion κεφ. 1)

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Διδάσκοντες: Β. Τσελφές, Α. Παρούση. Επιμέλεια: Βλαχοδημητράκου Δήμητρα Τζιμπλάκη Αντωνία Παππά Ιωάννα Σπάρταλη Αργυρώ

Θεός και Σύμπαν. Source URL:

Λούντβιχ Βιτγκενστάιν

ΕΙΝΑΙ Η ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ ΜΙΑ ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ; 1

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ» Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2013

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Η μεθοδολογία της επιστήμης

Οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι είναι μια φιλοσοφική, θρησκευτική και πολιτική σχολή που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα π.χ από τον Πυθαγόρα τον Σάμιο στον Κρότωνα

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 1: Οι φιλοσοφικές καταβολές της ψυχολογίας

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΦΑΣΗ 1 η )

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

1.5 ΑΘΕΪΑ (5 ο δίωρο)

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

μέρους έμβια ουσία που διαθέτει αίσθηση; Αν κάτι είναι αναντίρρητο για τα επί μέρους όντα είναι ότι δεν μπορούν να κατηγορηθούν σε πολλά.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Η έννοια του συνόλου. Εισαγωγικό κεφάλαιο 27

Φροντιστήρια Εν-τάξη Σελίδα 1 από 5

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα Φυσικής Σημειώσεις Ανάλυσης Ι (ανανεωμένο στις 5 Δεκεμβρίου 2012)

ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ:

2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία

Μαθηματικά: Αριθμητική και Άλγεβρα. Μάθημα 3 ο, Τμήμα Α. Τρόποι απόδειξης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MANAGEMENT ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ. Ορισμοί

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

7. Η θεωρία του ωφελιµ ισµ ού

Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΟΣΟΥΝΙΔΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ BERKELEY ΚΑΙ KANT ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΤΗΓΗΣ: ΑΥΓΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΜΑΡΤΙΟΣ 2007

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 5 Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΣΤΟΝ BERKELEY I. TA AΙΣΘΗΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΩΝ II. ΑΦΗΡΗΜΕΝΕΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ 11 III. ΥΛΙΚΟ ΣΩΜΑ ΥΛΙΚΗ ΟΥΣΙΑ 14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο 17 O ΚΑΝΤ KAI H ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ BERKELEY I. ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΑΓΜΑ ΚΑΘΑΥΤΟ 22 II. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟΝ BERKELEY ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΑΝΤ 30 III. ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ 32 IV.ΥΠΕΡΒΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ 34 V.ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΥΠΕΡΒΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ 35 ΕΠΙΛΟΓΟΣ 39 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 42

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Καθώς το άτομο περνούσε οδυνηρά τα διάφορα στάδια του γίγνεσθαι και προόδευε, βαθμιαία, συνετελέστηκε η εξασθένηση και η καταστροφή της πρωτόγονης, μυθικο-θρησκευτικής, ερμηνείας του Σύμπαντος και στη θέση της αναδύθηκε η φιλοσοφία που δεν αρκούνταν πλέον, όπως στα πρώτα της βήματα, στην «επιδίωξη της σοφίας», αλλά αενάως προσπαθούσε με μεθοδική και συνεπή εργασία του πνεύματος, να επιλύσει το πρόβλημα του Όντος. Η νέα κοσμοεικόνα που πρόβαλε, σαν αποτέλεσμα της μετατροπής του αρχαίου φιλοσοφικού στοχασμού, δεν είναι άλλη από την επιστήμη στην καθολικότητά της. Η απαρχή της πορείας της, 1 σηματοδοτεί, απ τη μια πλευρά, τη μεταφορά και μετεξέλιξη αυτής της φιλοσοφικής κοσμοεικόνας και απ την άλλη, τη σπουδαιότητα του ρόλου της στη συντελούμενη μετάβαση από τον αρχαίο στο νέο κόσμο, μετάβαση που τα πρώτα θεμέλιά της χάραξε η ευρωπαϊκή φιλοσοφική σκέψη της Αναγέννησης αλλά οριστικοποίησε και διεύρυνε ο Διαφωτισμός. Διασχίζοντας, όχι απρόσκοπτα, ο ευρωπαϊκός στοχασμός, τις βαθύτατες ζυμώσεις της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής των λαών της Ευρώπης, αφήνει, πίσω του, τα αφετηριακά χαρακτηριστικά της Μεσαιωνικής του κληρονομιάς, δηλ. (α): την απλή προσοικείωση των βασικών ιδεών της ελληνικής και ελληνιστικής ρωμαϊκής περιόδου, και (β):την αδιαμφισβήτητη υποταγή στη διδασκαλία του χριστιανικού δόγματος( παντοδύναμου μέχρι πρότινος, αλλά ευάλωτου εσωτερικά, ως προς την ιδεολογική του ενότητα, εξαιτίας της βαθύτατης κρίσης που προκάλεσε στους κόλπους του ο Προτεσταντισμός ως εγγύτερος στα ουμανιστικά ιδεώδη) καταλήγοντας, στην ανάπτυξη του επιστημονικού πνεύματος, που με τη σειρά του, παραδίδει τη μεγάλη του κατάκτηση, τη νέα κοσμοεικόνα του ιδεαλισμού. Ο ιδεαλισμός, τις πρώτες του καταβολές, τις οφείλει και πάλι σε κάποιες μεγαλοφυείς, σπερματικές, κατ επίφαση, ιδεαλιστικές, αλλά, στο βάθος τους ρεαλιστικές σκέψεις του Ελεάτη Παρμενίδη και του Πλάτωνα 2 σκέψεις που απέχουν, μακράν, του συνεπούς μεθοδικού ιδεαλισμού που ανέπτυξε ο Rene Descartes, διακόπτοντας τη μακρά ρεαλιστική παράδοση, με την ριζική του ανατοποθέτηση, πάνω στο «πρόβλημα του όντος» και στη «μέθοδο γνώσης του υποκειμένου».η μεταφυσική αξίωση του Descartes να συμπεράνει από το συγκεκριμένο δικό του cogito,από μια μερική εμπειρική σκέψη ή παράσταση,όχι μόνο για την προσωπική ατομική του ύπαρξη αλλά γενικά για μια ουσία χωριστή από το σώμα προκάλεσε την μετωπική αντίθεση με την ρεαλιστική παράδοση σε τέσσερα βασικά σημεία. Ο ρεαλισμός υποστήριζε, ότι α) : Το Είναι δεσπόζει και περιέχει στους κόλπους του το Συνειδέναι, β) : Κάθε γνωστική σχέση εγγράφεται μέσα στην Οντική και ο- 1 Νίκος Αυγελής, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, Θεσ/νίκη 2001 (γ έκδοση), σελ. 5-205,από τους Ίωνες στους Πυθαγορείους, στον Παρμενίδη και την Ελεατική Σχολή, στους ατομικούς Εμπεδοκλή, Αναξαγόρα, Λεύκιππο, Δημόκριτο, στους Σοφιστές, στο Σωκράτη, στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη μέχρι το Rene Descartes, Spinoza, Berkeley και Kant 2 Ε.Π. Παπανούτσου, Γνωσιολογία, Αθήνα 1954, σελ.17 1

πωσδήποτε την προϋποθέτει γ) : Το υποκείμενο της γνώσης διακαθορίζεται, υπαγόμενο, στους ορισμούς του αντικειμένου της γνώσης δ) : Η οντολογική θεώρηση είναι αυτή που λογικά προηγείται και θεμελιώνει τη γνωσιολογία 3. Ο ιδεαλισμός υποστήριζε τα τέσσερα, ως άνω, σημεία, αντεστραμμένα 4.Συνοπτικά, θα εκθέσουμε τις απόψεις του Descartes 5 διότι, εκτός των προσφερόμενων νέων προοπτικών, θέτουν στο επίκεντρο των φιλοσοφικών αναζητήσεων το υπερβατολογικό πρόβλημα (transcendental problem) που η επίλυση του, αρχίζει να πραγματοποιείται με το «cogito ergo sum», αντιστροφή που ξεκινά μεν, γεωμετρικά και μεθοδικά με τον Descartes, αλλά επιλύεται σχηματοποιούμενη, οριστικώς,στον Kant με τη μορφή της Κοπερνίκειας αντιστροφής. Ο Husserl Edmund (μαθητής του Μπρεντάνο, επηρεασμένος από το Φρέγκε,υποστήριξε ότι τα θεμέλια της λογικής και των Μαθηματικών, δεν μπορούν να είναι η ψυχολογία, αφού αυτή είναι ε- μπειρική επιστήμη) υπέρμαχος του φιλοσοφικού συστήματος του Descartes, που προσπάθησε να καταστήσει τον Καρτεσιανισμό ριζικότερα σαφή στις αρχές του, γράφει για τον γεωμέτρη φιλόσοφο της «Μathematique universelle»: «Ο Descartes εγκαινιάζει ένα νέο τύπο φιλοσοφίας. Μ αυτόν, η φιλοσοφία αλλάζει εντελώς γραμμή και περνάει ριζικά απ τον απλοϊκό αντικειμενισμό στον υπερβατολογικό υποκειμενισμό, ένα υποκειμενισμό που παρά τα αδιάκοπα ανανεούμενα και διαρκώς ανεπαρκή σχεδιάσματά του, φαίνεται ότι τείνει προς μια οριστική μορφή». Ο απλοϊκός αντικειμενισμός 6 δέχεται το αναιρετικό πλήγμα του ιδεαλιστικού επιχειρήματος στο ερώτημα «πώς από το percipi περνούμε στο esse?», απάντηση που δόθηκε αρχικά από τον Descartes αλλά, όπως γράφει ο Etienne Gilson «Μπορεί κανείς ν αρχίσει με τον Descartes αλλά τότε δε μπορεί παρά να τελειώσει με τον Berkeley ή με τον Κant». 7 Ο Windelband 8 υποστηρίζει ότι ο Descartes, κληρονόμος των κοινών μεθοδολογικών απόψεων του Βάκωνα και του Γαλιλαίου εμπλουτίζει τη βαρύτατη φιλοσοφική κληρονομιά με τη θέση ότι η επαγωγική ή η αναλυτική μέθοδος πρέπει να οδηγήσει τελικά στην κατάκτηση μίας και μοναδικής αρχής υπέρτατης και απόλυτης βεβαιότητας, βάση της οποίας κατόπιν, πρέπει να ερμηνευτεί με τη συνθετική μέθοδο, ο κόσμος της εμπειρίας σ όλη του την έκταση. Η ίδια η ριζική αμφιβολία μου για τα πάντα αποδεικνύει ότι. 3 ό. π, σελ. 16 4 Ε.Π. Παπανούτσου,Γνωσιολογία, Αθήνα 1954,σελ.16 5 W. Windelband H. Heimsoeth, Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, Αθήνα 2003, 2 ος τόμος, σελ.147-149, 159-167, 167-169, 171-180, 183-190, 256-259, 338-341 6 Ε.Π. Παπανούτσου, ό.π, σελ.19 (Philosophia perennis, La Realisme methodique (ανάλεκτα προς τιμή του J. Geyser, τόμ.ιι, σελ.747-748) 7 Θεόδωρος Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Αθήνα 2004,σελ. 725-726. 8 W. Windelband H. Heimsoeth, ό.π, σελ.147-149, 153-157, 159, 166, 171, 173, 185, 186, 194, 205, 211, 236 2

υπάρχω ως οντότητα που σκέπτεται ως res cogitans καμία άλλη δραστηριότητά μου, εκτός από τη συνειδησιακή δεν περιέχει τη βεβαιότητα του είναι βεβαιότητα που δεν έχει τη σημασία της εμπειρίας όσο την έννοια της πρώτης θεμελιακής λογικής αλήθειας αποκτημένης με άμεση ενορατική βεβαιότητα. Άρα, ότι είναι τόσο καθαρό και σαφές όσο η αυτογνωσία της συνείδησης, είναι κατ ανάγκη αληθινό (συνθετική μέθοδος), όπως αληθινές είναι κι οι έμφυτες ιδέες που έχουν χαραχτεί στην ψυχή του ανθρώπου από το Θεό (ιδέα του Θεού). Κατ αναλογία (απ το κριτήριο της καθαρότητας και της ευκρίνειας),συνάγεται ότι, η γνώση των πεπερασμένων πραγμάτων και ειδικότερα των υλικών σωμάτων είναι δυνατή, μόνο, στο βαθμό που μπορούμε να έχουμε γι αυτά καθαρές και σαφείς παραστάσεις(που τις προσφέρουν μόνο οι μαθηματικές, περιορισμένες σε ποσοτικούς καθορισμούς ενώ οι ποιοτικοί καθορισμοί της αισθητηριακής αντίληψης μας προσφέρουν ασαφείς και συγκεχυμένες παραστάσεις). Η διδασκαλία του ορθολογιστή Descartes για το δυϊσμό των ουσιών επηρεάζει βαθύτατα τον αρχηγέτη του αγγλικού εμπειρισμού John Locke 9 (κοινά σημεία αναπαραστατική θεωρία της αντίληψης) και στην πραγματικότητα παρόλο που θεωρούνται συχνά θεμελιωτές 2 αντίθετων σχολών 10 (Cenny, σελ. 182), οι κοινές παραδοχές των δύο στοχαστών είναι σημαντικότερες απ τα θέματα που τους χωρίζουν και σε μεγάλο βαθμό τα επιχειρήματά τους βαδίζουν παράλληλα το ένα με το άλλο 31, τόσο ώστε, ο Ιρλανδός επίσκοπος Berkeley θεμελιώνοντας λογικά, την απόρριψη α) : της διάκρισης πρωτευουσών και δευτερευουσών ιδιοτήτων του Locke, β) της έννοιας της ουσίας (υπόστασης) και γ) της γνώσης του εξωτερικού κόσμου), να κάνει το 2 ο μεγάλο βήμα προς τον μεθοδικό ιδεαλισμό, δηλ. την ολοκληρωτική απόρριψη της υλικής ουσίας. Η διαδρομή από τον Descartes που υποστήριζε, «πως μια υπόσταση που ολόκληρη η ουσία ή η φύση της δεν είναι παρά το να σκέπτεται και που δεν έχει ανάγκη για να υπάρχει από κανένα τόπο κι ούτε εξαρτάται από τίποτα το υλικό» 12 (Σημείωση Παπανούτσου, σελ. 19) μέχρι, τον ακραίο νομιναλισμό και φαινομεναλισμό του αντιϋλιστή, πνευματοκράτη, Berkeley ήταν σχετικά μικρή. Σύμφωνα μ αυτόν αποκλείεται κάθε οντολογικός χαρακτηρισμός της πραγματικότητας, διότι υποστηρίζει ότι :«τα αντικείμενα δεν είναι παρά μόνο συμπλέγματα αισθημάτων που υποπίπτουν άμεσα στην αντίληψή μας και συνεπώς δεν υφίσταται οντολογική αυτονομία του εξωτερικού κόσμου». Ο Berkeley και ο Kant,τέκνα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού (Αγγλικού και Γερμανικού αντίστοιχα), αφομοίωσαν, διαφορετικά, στα φιλοσοφικά τους συστήματα, τον κεντρικό του στόχο :την απαλλαγή του ανθρώπου από τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες, με τη βοήθεια του λογικού. Ο Berkeley,θεώρησε, ότι ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός με την τεράστια ώθηση που έδωσε στις θετικές επιστήμες και στη φιλοσοφία, άνοιξε ακόμη περισσότερο τις πύλες στην αισθησιαρχία, τον υλισμό και την αθεϊα, συντελώντας, 9 Windelband - H.Heimsoeth, ό. π, τόμος 2 ος, σελ.176,218,220,228, 10 Anthony Kenny,Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, Αθήνα 2005,σελ.182 11 Windelband - H.Heimsoeth, ό. π, τόμος 3 ος, σελ. 219-220,234,243,258 12 Ε.Π.Παπανούτσου, ό. π, σελ. 19 3

με τη διάδοση των νέων ιδεών, στην φθορά του θρησκευτικού συναισθήματος και της πίστης, με τελικό αποτέλεσμα την απομάκρυνση της θρησκείας, από το επίκεντρο της καθημερινής ζωής (Copernicus Nikolas 13, Galileo Galilei 14, Newton Isaac 15, William Harvey 16,Boyle Roberts 17 ). Ο δογματισμός στον οποίο στηρίχτηκε, για την υποστήριξη των φιλοσοφικών του αξιώσεων, αποτελεί φυσικό επακόλουθο του στοχασμού του και εντοπίζεται, κυρίως, στα εξής σημεία: α) στη συμπόρευση με την κοινή λογική των απλών ανθρώπων, την οποία διαρκώς επικαλείται ως αδιάσειστο τεκμήριο αντικειμενικότητας β) στο ότι αμφισβητεί το πάγιο δικαίωμα του ανθρώπου να ρωτάει όχι μόνο για τα αυτονόητα αλλά για το κάθε τι γ) στο ότι, απροκάλυπτα, χρήζει την θρησκευτική αποστολή του για την υποστήριξη «ακατάλυτων αληθειών» σε θεωρητικό φιλοσοφικό πλαίσιο που κατά την άποψή του ατράνταχτα αποκαλύπτει τη μόνη αλήθεια για το είναι και το συνειδέναι. Ο δογματισμός του Berkeley,σύμφυτος του σαφέστατου υποκειμενικού του ιδεαλισμού, βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τον κριτικό ιδεαλισμό του Kant κριτικός ιδεαλισμός ο οποίος εμφορούμενος από πρωτοποριακή φιλοσοφική σκέψη και θεμελιωμένος σε άρτια αρχιτεκτονική δομή επιχειρημάτων ξεριζώνει την αναχρονιστική, Δογματική Μεταφυσική της εποχής του και θεμελιώνει μια διαχρονική κριτική που έχει σαν σκοπό να προστατεύσει το ανθρώπινο πνεύμα από τη φενάκη που δημιουργεί ο Λόγος στην Διαλεκτική του ανέλιξη. Ο Κant δεν υποβαθμίζει τα φαινόμενα σε στείρα επιφανειακότητα 18 και ως εκ τούτου το «πράγμα καθαυτό» 19, στηρίζει την υλική ουσία, η οποία αποτελεί την αιτία εμφάνισης των αντικειμένων στα φαινόμενα έτσι, στην ουσία, κατορθώνεται η σύζευξη υλιστικών και ιδεαλιστικών στοιχείων, στοιχείων που θαύμαζε στο Νεύτωνα 20 και στο Ρουσσώ 21 και τεκμηριώνεται ότι η κριτική σκέψη αποτελεί τη μοναδική διέξοδο του ανθρώπινου πνεύματος 22 «Διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από την ανωριμότητα, για την οποία ο ίδιος είναι υπαίτιος. Ανωριμότητα είναι η αδυναμία να μεταχειρίζεται το νου του δίχως την καθοδήγηση ενός άλλου και είναι υπαίτιος γι αυτήν την ανωριμότητα ο άνθρωπος, όταν η αιτία της βρίσκεται στην έλλειψη όχι του νου, αλλά της απόφασης και του θάρρους, που χρειάζεται για να μεταχειριστεί το νου του, χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου». 13 Windelband - Heimsoeth, ό. π,τόμος Β, σελίδες 120,135,154,158 14 Θεόδωρος Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Αθήνα 2004, σελ.743 15 Windelband and- Heimsoeth,ό.π, τόμος Β, σελίδες 146,148,157,171,174,185, 194-196, 266, 274, 279-280, 341 16 Θεόδωρος Πελεγρίνης, ό. π, σελ. 1290 17 Windelband -H Heimsoeth, ό. π, τόμος Β, σελίδες 148, 176, 194,279 18 Ralph C. S Walker, Kant, The Arguments of the Philosophers, London 1978 ( The Tracen dental Object -«it is a pity that Kant...object», σελ. 106-121 μεταφρασμένο) 19 ό. π, σελ 106 20 Ernst kassirer, Καντ και Ρουσσώ, Αθήνα 1991, σελ.5-75 21 ό.π, Διαφωτισμός και Θρησκεία, Αθήνα 1994,σελ.36 22 Ε.Π.Παπανούτσου,Δοκίμια,Αθήνα1971,σελ.71-89 4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΣΤΟΝ BERKELEY I. TA AIΣΘΗΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΩΝ Κεντρική θέση στο φιλοσοφικό δόγμα του Berkeley 1, κατέχει ο ισχυρισμός, ότι ο υλιστής είναι ένας σκεπτικιστής που διακατέχεται πάντα από την αμφιβολία που αρχικά τον οδηγεί στην αμφισβήτηση έγκυρων και παγιωμένων αξιών και τελικά στην υπονόμευσή τους, με αποτέλεσμα τη διασπορά κλίματος αβεβαιότητας για τη δυνατότητα απόκτησης της αλήθειας και της έγκυρης γνώσης. Κατά τη συγγραφή των τριών διαλόγων του ο Berkeley δημιουργεί 2 χαρακτήρες, τον Hylas (υλιστή) και τον Philonous (ο ίδιος ο Berkeley). Ο Φιλόνους, χρησιμοποιεί την κεντρική παραδοχή των υλιστών, την ύπαρξη υλικής ουσίας (κύριο υπόβαθρο της πραγματικότητας και αποκλειστική πηγή ερμηνείας της κοσμοεικόνας τους), εναντίον τους : μεταστρέφοντας το επιχείρημά τους, σε δικό του αφετηριακό επιχείρημα, το υφαρπάζει για να καταδείξει ότι η υλική ουσία είναι υπόλογος σαν παθογόνα εστία σκεπτικιστικής απορίας. Έτσι, η υλική ουσία, συνυφαίνεται πια με την αθεϊα και αμφισβητείται από τον Berkeley, μέσω, μιας βαθμιαίας, ανελικτικά, αναπτυσσόμενης διαδικασίας και επιχειρηματολογίας. Στην πρώτη, ψευδεπίγραφα, αναλογεί η τεχνική επίφαση της Σωκρατικής μαιευτικής και στη δεύτερη, επαξίως, ο τίτλος μιας σοφιστικής λογικής και ρητορικής, αρμονικά, συνδυασμένης και αλληλοσυμπληρούμενης, αλλά, εν τούτοις, επιφανειακής. Ο υλιστής Ύλας, σχεδόν, καταρρέει, από την δήθεν ανεπάρκεια του θεωρητικού του οπλοστασίου που αναγνωρίζει εξαναγκασμένος, από τη βάσανο της επίπλαστης υπεροχής του θεωρητικού οπλοστασίου του Berkeley. Ο Φιλόνους, ο μπερκλεϊκός εκπρόσωπος του ιδεαλισμού, στον Πρώτο διάλογο, εισπράττει την ειρωνεία του Ύλα για τη δυσπιστία του προς την πραγματικότητα των αισθητών πραγμάτων αλλά ο Φιλόνους επιμένει ότι πρέπει να εξεταστεί τι σημαίνει ο όρος αισθητά πράγματα. Υποστηρίζει ο Ύλας ότι σκεπτικιστής είναι αυτός που αρνείται την πραγματικότητα και αλήθεια των πραγμάτων και ο Φιλόνους ανταπαντά ότι: οι αρχές και τα θεωρήματα των επιστημών, όντως καθολικές έννοιες της νόησης, είναι ανεξάρτητες από την ύλη και επομένως η άρνηση της ύλης δεν συνεπιφέρει άρνηση αυτών των αρχών (Τρεις Διάλ. Σελ.16-17). Ο υλιστής Ύλας, επιμένοντας, προσθέτει, ότι γνωρίσματα του σκεπτικιστή είναι: α)η δυσπιστία προς τις αισθήσεις, β)η άρνηση της πραγματικής ύπαρξης των αισθητών πραγμάτων( ή ο ισχυρισμός ότι δε γνωρίζουμε τίποτα γι αυτά) συμφωνώντας, τελικά, με τον Φιλόνοο ότι : ο τίτλος του σκεπτικιστή, πρέπει να αποδοθεί σ αυτόν που δηλώνει άρνηση για την πραγματικότητα των αισθητών πραγμάτων ή δηλώνει τη μεγαλύτερη άγνοια γι αυτά. Συμπερασματικά παραδίδεται πολύ εύκολα στην επιμονή του Φιλόνοου να τεθεί σε εξέταση η σημασία του όρου «αισθητά πράγματα» υπάρχουν κάποια πράγματα που τα γνωρίζουμε μέσω των αισθήσεων, αλλά μόνο έμμεσα, μέσα από σύμβολα ή εντυπώσεις. 1 George Berkeley,Τρεις διάλογοι μεταξύ Ύλα και Φιλόνοου, μετάφραση Δημόπουλος Θεσσαλονίκη 1993 5

ΦΙΛΟΝΟΥΣ: Αυτό που άμεσα αντιλαμβάνομαι καθώς διαβάζω ένα βιβλίο είναι τα γράμματα` ωστόσο μέσω των γραμμάτων υποβάλλονται έμμεσα στο νου μου οι έννοιες του Θεού, της αρετής, της αλήθειας κ.α. Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία ότι τα γράμματα είναι όντως αισθητά, ή αντιληπτά από την αίσθηση, πράγματα. Θα ήθελα να ξέρω αν θεωρείς αισθητά πράγματα και τα πράγματα που τα γράμματα υποβάλλουν στο νου. ΥΛΑΣ: Ασφαλώς όχι. Θα ήταν παράλογο να θεωρώ το Θεό ή την αρετή αισθητά πράγματα, παρόλο που μπορεί να υποδηλώνονται ή να υποβάλλονται στο νου μέσα από αισθητά σημεία, με τα οποία έχουν αυθαίρετη σχέση. ΦΙΛΟΝΟΥΣ: Φαίνεται λοιπόν ότι με τα αισθητά πράγματα εννοείς μόνον αυτά που μπορούν να γίνουν άμεσα αντιληπτά από την αίσθηση. ΥΛΑΣ: Σωστά (ό. π. σελ.18) Ο Ύλας, λοιπόν, παραδέχεται, ότι με τον όρο «αισθητά πράγματα», εννοεί τα πράγματα που γίνονται αντιληπτά με την αίσθηση και ότι στην πραγματικότητα οι αισθήσεις δεν αντιλαμβάνονται κάτι που δεν μπορούν να το αντιληφθούν άμεσα κι αυτό γιατί δεν εξάγουν συμπεράσματα (ό. π. σελ.18). Ο Ύλας, εμφανίζεται, ως ένας, όχι και τόσο πιστός φίλος της ύλης, γιατί παραδέχεται πρόχειρα, ότι αντιλαμβανόμαστε όχι τα υλικά πράγματα καθαυτά, αλλά τις αισθητές ποιότητες, εγκαταλείποντας, με τη σκόπιμη καθοδήγηση του Berkeley, τη θεωρία της άμεσης πραγματοκρατίας 2 (immediate/direct realism) για την αντίληψη που συνοπτικά υποστήριζε ότι όταν αντιλαμβανόμαστε ένα πράγμα ερχόμαστε σ άμεση επαφή με τα συστατικά του πράγματος που αντιλαμβανόμαστε, υιοθετώντας τελικά την θεωρία της αναπαραστατικής πραγματοκρατίας για την αντίληψη (της οποίας βασικός εισηγητής υπήρξε ο Locke, «An Essay Concerning on Human Understanding»). Αυτή υποστήριζε ότι αντιλαμβανόμαστε τις ιδιότητες των πραγμάτων, τις επονομαζόμενες ποιότητες, μέσω των αντίστοιχων ιδεών που υπάρχουν εντός της εμπειρίας μας δηλ. ότι αντιλαμβανόμαστε έμμεσα ένα πράγμα μέσω των εικόνων που σχηματίζονται στην εμπειρία μας διά των αισθήσεών μας, π.χ. όταν αντιλαμβανόμαστε ένα λουλούδι, το χρώμα, η οσμή, η απαλότητα των πετάλων κ.α. (που συγκροτούν το λουλούδι) δεν είναι τα ίδια τα συστατικά του χρώματος, της οσμής, της απαλότητας των πετάλων στο όμορφο λουλούδι που θαυμάζουμε έξω από μας, αλλά οι παραστάσεις (εικόνες) του χρώματος, της οσμής κ.α. που έχουν σχηματιστεί εντός μας μέσω των αισθήσεών μας. Δεν βλέπουμε δηλαδή το χρώμα του λουλουδιού αλλά την εικόνα του χρώματος του λουλουδιού που υπάρχει μέσα μας και μέσω αυτής, στη συνέχεια, υποθέτουμε την ύπαρξη αντίστοιχων χαρακτηριστικών στα πράγματα 3. Άρα: τα πράγματα του εξωτερικού κόσμου δεν συλλαμβάνονται διά των αισθήσεών μας άμεσα και όπως πράγματι είναι και υπάρχουν έξω από μας διότι, τότε, θα έπρεπε, πάντοτε κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες να παρατηρούμε τα ίδια αντικείμενα κάτι που ασφαλώς δεν ισχύει στην πραγματικότητα. Εν συντομία, σύμφωνα με τους υλιστές, οι πληροφορίες που μας δίνονται μέσω των αισθήσεων μας παρέχουν μια αντιπροσωπευτική εικόνα του αισθητού κόσμου και κανείς δεν μπορεί να διεισδύσει στην αληθινή ουσία 44 2 Θεόδωρος Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Αθήνα 2004,σελ.70 3 ό. π, σελ. 71 4 Δήμητρα Σφενδόνη, Οι έννοιες της ουσίας και του εγώ στη Φιλοσοφία του Locke, Θεσσαλονίκη 1974,4-10 6

κανενός πράγματος το οποίο πηγάζει είτε από την εξωτερική είτε από την εσωτερική αίσθηση (Locke). Ο Berkeley υιοθετεί την άποψη αυτή για την ουσία αλλά προχωρεί ακόμα περισσότερο κι αυτό γίνεται ολοφάνερο στη συνέχεια των τριών διαλόγων. Ο Ύλας επιθυμεί να υπερασπιστεί την αντικειμενικότητα των αισθητών ποιοτήτων και ο Μπέρκλεϊ 5 προκειμένου να ανατρέψει τη συγκεκριμένη θέση, βάζει τον Φιλόνοο, να εκθέσει τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησε ο Locke για να αποδείξει την υποκειμενικότητα της θερμότητας (προηγούμενο του Locke,σχήμα διάκρισης πρωτευουσών και δευτερευουσών ιδιοτήτων του Decartes-Boyle) Ποια είναι όμως τα επιχειρήματα του Locke που χρήζουν διεξοδικής ανάλυσης και κριτικής και ποιοι οι ισχυρισμοί που έβαλε στο στόχαστρο ο Berkeley, μέσω του Φιλόνοου? Συνοπτικά, σύμφωνα με τον Locke, το μοναδικό περιεχόμενο του νου μας είναι ιδέες: είτε αυτές προέρχονται από την εξωτερική αίσθηση (sensation-αντικειμενικός κόσμος), είτε προέρχονται από την εσωτερική αίσθηση (reflexion) που μας τροφοδοτεί με ιδέες από τον εσωτερικό μας κόσμο. Οι ιδέες, όπως προαναφέραμε στον Locke 6 είναι σύμβολα των ιδιοτήτων των διαφόρων αντικειμένων που έχουν προκύψει αφαιρετικά και έχουν χαρακτήρα καθαρά αντιπροσωπευτικό. Επειδή όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος σκεπτικιστικού ολισθήματος (όπως π.χ.στην ιδέα της ουσίας), ο Locke, για να τον αποφύγει, στηρίζεται στη διάκριση πρωτευουσών και δευτερευουσών ιδιοτήτων. Οι πρωτεύουσες ιδιότητες των σωμάτων ανταποκρίνονται σε πραγματικές ιδιότητες των σωμάτων : μορφή, στερεότητα, κίνηση κ.τ.λ. ενώ οι δευτερεύουσες ιδιότητες όπως χρώματα, ήχοι, οσμές, δεν έχουν την αντίστοιχη πραγματική ιδιότητα, αλλά είναι υποκειμενικές (σχηματίζονται στο νου μας υπό την επίδραση δυνάμεων που έχουν οι πρωτεύουσες ιδιότητες να προκαλούν μέσα μας τη δημιουργία διαφόρων αισθημάτων). Άρα : ο Locke υποστηρίζει ότι οι δευτερεύουσες ποιότητες δεν υπάρχουν, αν δεν είναι αντιληπτές. Αυτό όμως δύσκολα ευθυγραμμίζεται με την άποψη ότι οι δευτερεύουσες ποιότητες είναι δυνάμεις. Ο Locke ισχυρίζεται ότι τα αντικείμενα δεν έχουν χρώμα στο σκοτάδι αυτό όμως αποτελεί έναν από τους ισχυρισμούς του. Συνοπτικά, υποστηρίζει, ότι: μόνο οι πρωτεύουσες ποιότητες ή ιδιότητες είναι αδιαχώριστες από τα υποκείμενά τους δεν μπορεί να υπάρξει σώμα χωρίς σχήμα ή μέγεθος, όπως μπορεί να υπάρξει σώμα χωρίς οσμή ή γεύση. Τι συμπεραίνουμε όμως απ αυτό το επιχείρημα? Μπορεί να είναι αλήθεια ότι ένα σώμα πρέπει να έχει το ένα ή το άλλο σχήμα ό- μως, κάθε συγκεκριμένο σχήμα, μπορεί ασφαλώς να χαθεί, όπως π.χ. ένα κομμάτι κερί μπορεί να πάψει να ναι κυβικό και να γίνει στερεό ή υγρό. Σίγουρα το ίδιο ισχύει και για ορισμένες δευτερεύουσες ποιότητες ένα σώμα μπορεί να πάψει να ναι θερμό, όμως θα πρέπει να χει μια κάποια θερμοκρασία. Ένας άλλος ισχυρισμός του συνάγεται απ το ότι προσπαθεί να αποδείξει, πως οι δευτερεύουσες ποιότητες δεν είναι παρά η δύναμη να παράγουμε αισθήσεις μέσα μας. Αν δεχτούμε ότι κάτι τέτοιο ισχύει, αυτό δε 5 Θεόδωρος Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Αθήνα 2004, σελ. 323 6 Νίκος Αυγελής, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία( γ έκδοση βελτιωμένη), Θεσ/νίκη 2001, σελ.288 7

σημαίνει ότι οι δευτερεύουσες ποιότητες δεν είναι γνήσιες ιδιότητες των αντικειμένων που τις έχουν, ούτε ότι είναι μόνο υποκειμενικές ιδιότητες. Το ότι μια ασθένεια είναι μεταδοτική σημαίνει ότι έχει τη δύναμη να προκαλεί ένα ανάλογο συγκεκριμένο παρόμοιο αποτέλεσμα σε άνθρωπο ή ζώο είναι όμως γεγονός που δύναται να εξακριβωθεί, αντικειμενικά, το αν κάτι είναι μολυσματικό, δηλητηριώδες κ.τ.λ. Μια ιδιότητα, όπως υποστηρίζει, ο Anthony Kenny 7 : ταυτόχρονα δύναται να ναι σχεσιακή και απολύτως αντικειμενική. Το ότι ο Kant γεννήθηκε 39 χρόνια μετά τον Berkeley, είναι μια σχεσιακή ιδιότητα όμως το αν ο Kant γεννήθηκε, τόσο αργότερα ή όχι, είναι ευθεία ερώτηση που αφορά το γεγονός. Άρα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι, οι δευτερεύουσες ποιότητες προσδιορίζονται από τις σχέσεις τους με τα αντιλαμβανόμενα όντα όμως μια ιδιότητα μπορεί να είναι σχεσιακή και ταυτοχρόνως απολύτως αντικειμενική. Ισχυρίζεται επίσης ότι: ο φορέας της δύναμης να παράγουμε ιδέες μέσα μας είναι οι πρωτεύουσες ποιότητες του αντικειμένου που έχει τη δύναμη. Η αίσθηση της θερμότητας π.χ. που έχω, προκαλείται από τα σωματίδια κάποιου άλλου σώματος που προκαλεί αύξηση ή περιορισμό της κίνησης των μικροσκοπικών μερών του σώματός μας. «Εάν βάλω το χέρι μου στη φωτιά, η φωτιά θα με κάνει να νιώσω θερμότητα και πόνο ο πόνος δεν είναι μέσα στο αντικείμενο, γιατί λοιπόν να θεωρήσουμε ότι η θερμότητα είναι» πάλι, φτάνει στην αναλογία από λάθος δρόμο. Η φωτιά είναι επώδυνη όπως και θερμή. Το ότι η φωτιά είναι επώδυνη δε σημαίνει ότι η φωτιά αισθάνεται πόνο ομοίως, το ότι η φωτιά είναι θερμή, δεν σημαίνει ότι η φωτιά αισθάνεται θερμότητα. Ο Locke υποστηρίζει ότι οι ιδέες που προκαλούνται από τις δευτερεύουσες ποιότητες δεν μοιάζουν με τις ποιότητες που ενυπάρχουν στα ίδια τα σώματα.«όμως αυτό το επιχείρημα για την υποκειμενικότητα των δευτερευουσών ποιοτήτων εδράζεται σε μια ψευδή αναλογία μεταξύ ιδεών και εικόνων. Αν η αντίληψη κάποιου πράγματος μπορεί να θεωρηθεί κατοχή της ιδέας του, τότε δεν υπάρχει λογική στο να περιμένει κανείς ότι το να κατέχει την ιδέα του χρώματος μοιάζει με το να είναι χρωματιστός, όπως δεν υπάρχει λογική στο να περιμένει ότι το να φάει μια πατάτα μοιάζει με πατάτα ή ότι το να ξέρει να παίζει πιάνο μοιάζει με πιάνο» 8..Ο Berkeley υιοθέτησε, όλες τις απόψεις για την υποκειμενικότητα των δευτερευουσών ιδιοτήτων που εδράζονται στον ανθρώπινο νου η κριτική του στον Locke στηρίχθηκε στα ίδια τα επιχειρήματα του Locke προσπαθώντας να αποδείξει ότι όσα αναφέρει ο Locke για τις δευτερεύουσες ιδιότητες των σωμάτων ισχύουν και για τις πρωτεύουσες καταλήγοντας, μ αυτό τον τρόπο, στο συμπέρασμα: πως οποιαδήποτε ιδιότητα των σωμάτων δεν είναι δυνατόν να υπάρξει πουθενά αλλού παρά μέσα στο πνεύμα (Τρεις Διάλογοι, σελ.38-43). Χωρίς τη διαλογική του μορφή, το επιχείρημα ακολουθεί την εξής πορεία: Όλοι οι βαθμοί θερμότητας γίνονται αντιληπτοί από τις αισθήσεις και όσο μεγαλύτερη είναι η θερμότητα τόσο πιο αισθητά γίνεται αντιληπτή (ό. π. σελ.20) και ένας μεγάλος βαθμός ισοδυναμεί με μεγάλο πόνο (ό. π. σελ.20). μια υλική υπόσταση είναι ανίκανη να νιώσει πόνο (ό. π. σελ.20), συνεπώς η υψηλή θερμότητα δεν υπάρχει στην υλική υπόσταση. 7 Anthony Kenny,Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, Αθήνα 2005,σελ.187 8 ό.π,σελ.189 8

Είναι μάταιο να επιχειρήσει, κανείς, να αποφύγει αυτό το συμπέρασμα διακρίνοντας τη θερμότητα από τον πόνο (ό. π. σελ.21) γιατί, ο Berkeley, ισχυρίζεται ότι :όταν κάποιος βάζει το χέρι του στη φωτιά, νιώθει μια ενιαία αίσθηση. Όλοι οι βαθμοί της θερμότητας είναι εξίσου πραγματικοί, έτσι αν ένας υψηλός βαθμός θερμότητας δεν είναι κάτι που συνυπάρχει σ ένα εξωτερικό αντικείμενο, το ίδιο ισχύει και για κάθε βαθμό θερμότητας. Ας δεχτούμε, χάριν επιχειρήματος, πως το ότι νιώθω τη θερμότητα και το ότι νιώθω τον πόνο είναι ένα και το αυτό συμβάν αλλά το ίδιο γεγονός, δε σημαίνει ότι ταυτίζονται η αισθητηριακή ποιότητα του αντικειμένου με την αισθητηριακή ικανότητα του υποκειμένου, που είναι 2 διαφορετικές δυνάμεις, η κάθε μία εκ των οποίων εξακολουθεί να υπάρχει εν τη απουσία της άλλης. Ο Berkeley, όπως και ο Locke, ισχυρίζεται ότι: τα αντικείμενα δεν έχουν χρώμα στο σκοτάδι όμως αυτό είναι συμπέρασμα που προκύπτει απ τη θέση του κι όχι επιχείρημα που την αιτιολογεί. Με το ότι οι δευτερεύουσες ποιότητες είναι ανθρωποκεντρικές και σχετικές, αυτό διόλου δεν σημαίνει ότι είναι υποκειμενικές ή με οποιονδήποτε τρόπο πλασματικές. Ανάλογες πλάνες βρίσκουμε και στα επιχειρήματα του Berkeley σχετικά με τις γεύσεις (Τρεις Διάλογοι, σελ.26), τις οσμές (Τρεις Διάλογοι, ό. π. σελ.50-51), τους ήχους (ό. π. σελ.28), τα χρώματα (ό. π. σελ.33). Ο Φιλόνους, παρασύρει, μαεστρικά,τον Ύλα, να αρνηθεί την αντικειμενικότητα της έκτασης, της κίνησης, της στερεότητας κ.α., καταλήγοντας αναρωτώμενος, στο συμπέρασμα του 1 ου διαλόγου: (ό.π. σελ.65-67) ΦΙΛΟΝΟΥΣ. Πώς μπορεί όμως το αισθητό να μοιάζει με το μη αισθητό? Μπορεί ένα αληθινό πράγμα, αόρατο καθαυτό, να μοιάζει με χρώμα? Ή ένα αληθινό πράγμα που δεν είναι δυνατό ν ακουστεί να μοιάζει με ήχο? Με μια λέξει μπορεί κάτι να μοιάζει με αντιληπτικό αίσθημα ή ιδέα εκτός από ένα άλλο αντιληπτικό αίσθημα ή ιδέα? Ο Ύλας, αποτυγχάνει πλήρως, κατά τον Berkeley, να υπερασπιστεί την πραγματικότητα των υλικών υποστάσεων: αποτυγχάνει να υπερασπιστεί ότι ένα ον του εξωτερικού κόσμου «είναι μια υλική υπόσταση μαζί με τις αισθητές ιδιότητες που ενυπάρχουν σ αυτό». Ο Berkeley (πραγματεία πάνω στις αρχές της ανθρώπινης νόησης) 9 λέει περιεκτικά: «ούτε οι σκέψεις ούτε τα πάθη μας ούτε οι ιδέες που σχηματίζονται με τη φαντασία υπάρχουν έξω από το νου κι αυτό είναι κάτι που όλοι θα το παραδεχτούν. Δεν είναι λιγότερο φανερό, κατά τη γνώμη μου, ότι τα διάφορα αισθήματα ή ιδέες που τυπώνονται στην αίσθηση, όπως κι αν είναι αναμεμιγμένα και συνδυασμένα μεταξύ τους (ο,τιδήποτε δηλ. αντικείμενα κι αν συνθέτουν) δεν μπορούν να υπάρχουν παρά μόνο μέσα σε μία νόηση που τα αντιλαμβάνεται Το esse τους είναι percipi και δεν είναι δυνατόν να έχουν καμία ύπαρξη έξω από τη νόηση ή τα σκεπτόμενα πράγματα που τα αντιλαμβάνονται. διότι τι άλλο είναι τα αντικείμενα που αναφέραμε ( Πραγματεία, ό. π. σελ.68 ) σπίτια, βουνά, ποτάμια, με μια λέξη όλα τα αισθητά αντικείμενα, παρά πράγματα που αντιλαμβανόμαστε με την αίσθηση και τι άλλο αντιλαμβανόμαστε εκτός από τις δικές μας ιδέες ή αισθήματα και τέτοια πιστεύω πως είναι η ολοφάνερη και σπουδαία αλήθεια: ότι όλο το ουράνιο στερέωμα και το βασίλειο της γης, 9 Berkeley,Πραγματεία πάνω στις αρχές της ανθρώπινης γνώσης, μετάφραση Δ. Σφενδόνη (Εκδόσεις Κωνσταντινίδη), σελ.68 9

με μια λέξη όλα αυτά τα σώματα που απαρτίζουν το πελώριο σώμα του κόσμου, δεν έχουν καμία υπόσταση έξω από τη νόηση, ότι η οντική τους υπόσταση (esse) πρέπει να αποτελεί αντικείμενο αντίληψης ή γνώσης, ότι κατά συνέπεια, όσο δεν υποπίπτουν ενεργητικά στην αντίληψή μου, ή δεν υπάρχουν μέσα στη δική μου νόηση ή στη νόηση οποιουδήποτε άλλου δημιουργημένου πνεύματος, θα πρέπει να μην έχουν καμία απολύτως ύπαρξη, είτε να υφίστανται στη νόηση κάποιου άλλου πράγματος διότι το να υπάρχει μία ιδέα μέσα σ ένα πράγμα που στερείται αντιλήψεως είναι ολοφάνερη αντίφαση, επειδή όταν λέμε πως έχει κανείς μια ιδέα είναι ακριβώς το ίδιο σα να λέμε πως αντιλαμβάνεται άρα αυτό μέσα στο οποίο υπάρχουν το χρώμα η μορφή και οι παρόμοιες ιδιότητες, θα πρέπει να τις αντιλαμβάνεται, πράγμα από το οποίο γίνεται φανερό πως δεν υπάρχει μη σκεπτόμενη ουσία ή υπόστρωμα αυτών των ιδεών (Πραγματεία, σελ.71). Ανάλογη πορεία, στο 2 ο διάλογο, επιχειρείται με τον Ύλα να παρουσιάζει πλήθος επιχειρημάτων για την υπεράσπιση της ύπαρξης της ύλης, το καθένα εκ των οποίων, ανατρέπεται γρήγορα: η ύλη δεν είναι αντιληπτή γιατί έχει γίνει δεκτό ότι μόνο οι ιδέες είναι αντιληπτές η ύλη κατά κοινή παραδοχή είναι μια εκτατή συμπαγής κινητή, μη σκεπτόμενη αδρανής υπόσταση κι ένα τέτοιο ον δεν μπορεί να γίνει αιτία των ιδεών μας, γιατί ό,τι είναι μη σκεπτόμενο δεν μπορεί να είναι αιτία σκέψης. Αφού λοιπόν τα αισθητά πράγματα δεν μπορεί να υπάρχουν μ άλλο τρόπο παρά σ ένα νου ή πνεύμα και καθώς τα βλέπω να μην εξαρτώνται από τη σκέψη μου και να έχουν ύπαρξη από το ότι γίνονται αντιληπτά από εμένα καταλήγω στο συμπέρασμα ότι πρέπει να υπάρχει κάποιος άλλος νους μέσα στο οποίο υπάρχουν ένας άπειρος νους ή Θεός (Τρεις Διάλογοι, 74-75). Είναι αδύνατον να υπερασπιστεί κάποιος την ύλη είτε αυτή νοείται ως αντικείμενο, υπόστρωμα, αιτία, όργανο, είτε ως ευκαιρία (Τρεις Διάλογοι, 89-97). Ο Φιλόνους σαρκάζει τον Ύλα λέγοντας: ΦΙΛΟΝΟΥΣ: Πες μου σε παρακαλώ αν το ζήτημα δεν τίθεται ως εξής: καταρχήν ξεκινώντας από μια πίστη στην υλική ουσία, είχες δεχτεί ότι τα άμεσα αντικείμενα υπάρχουν έξω από το νου κατόπιν ότι υπάρχουν αρχέτυπά τους ύστερα αιτίες στη συνέχεια όργανα κατόπιν συμπτωματικά αίτια τέλος, κάτι γενικώς που το ερμηνεύσαμε και αποδείχτηκε τίποτα. Έτσι η ύλη καταλήγει στο τίποτα (Τρεις Διάλογοι, σελ.91 LXVIII σελ.124). 10

II. ΑΦΗΡΗΜΕΝΕΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ Η κριτική του Berkeley επικεντρώνεται σε τρεις θεμελιώδεις θέσεις του Locke (α) : στη διάκριση μεταξύ πρωτευουσών και δευτερευουσών ιδιοτήτων που προαναφέραμε, (β) : στην έννοια των αφηρημένων γενικών ιδεών και (γ) : στην έννοια της υλικής υπόστασης. Ο εμπειρισμός του Locke, απογυμνωμένος από τα χαρακτηριστικά στα οποία εναντιώθηκε ο Berkeley, μετατράπηκε σε μία μοναδική μορφή ιδεαλισμού, την πνευματοκρατία ή αϋλοκρατία, τον απόλυτο ιδεαλισμό ή ιμματεριαλισμό. Η ατράνταχτη λογικά, θεωρία του, αντικατέστησε το ρεαλιστικό δυϊσμό με την αποδοχή της ύπαρξης 2 αρχών, μιας που νοεί δηλ. του πνεύματος και μιας που δημιουργεί δηλ. του απόλυτου, του Θείου ( που η ύπαρξη του, εντός του κόσμου, αποκλείει κάθε είδους υλική πραγματικότητα). Το πνεύμα που νοεί, το πεπερασμένο πνεύμα του Berkeley,είναι α- κραία νομιναλιστικό, περισσότερο του Locke. Σύμφωνα, με τη θεωρία της γλώσσας του Locke, οι λέξεις έχουν νόημα επειδή συμβολίζουν ιδέες κι οι γενικές λέξεις όπως είναι τα είδη, αντιστοιχούν σε αφηρημένες γενικές ιδέες. Η ικανότητα του ανθρώπου να σχηματίζει αφηρημένες γενικές ιδέες, είναι διαδικασία που η λειτουργία της τον διαφοροποιεί από τα ζώα και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα όταν η παραγωγή των αφηρημένων παραστάσεων στηρίζεται στα δεδομένα της αίσθησης. Κατά τη νομιναλιστική άποψη 1 οι γενικές παραστάσεις αποτελούν απλώς εσωτερικές, πνευματικές καταστάσεις ή επακόλουθα, διαμέσου της επενέργειας των σημείων και ιδιαίτερα της γλώσσας. Χάρη στη λίγο, ως πολύ, αυθαίρετη σύνδεσή τους με επιμέρους τμήματα του παραστατικού υλικού, τα σημεία αυτά, κατορθώνουν, αφ ενός: να αποσπούν τα επιμέρους από το ευρύτερο σύμπλεγμα στο οποίο ανήκαν αρχικά και αφ ετέρου: να ενεργοποιούν τις παραπέρα λειτουργίες με τις οποίες, τέτοια απομονωμένα και πάγια συνειδησιακά περιεχόμενα, συσχετίζονται, λογικά, το ένα με το άλλο. Έτσι, λοιπόν, στον Locke, η λογική ταυτίζεται, με τη θεωρία των σημείων τη «σημειωτική» Τα πραγματικά αντικείμενα που είναι συγκεκριμένα, μόνο ατομικά, κατατάσσονται σε γένη και είδη σύμφωνα με τις μεταξύ τους ομοιότητες(όπως είχε συμβεί παλαιότερα με τους επικούρειους και αργότερα με τους τερμινιστές) και χαρακτηρίζονται με ονόματα στα οποία κατά συνέπεια ανταποκρίνεται κάποια γενική παράσταση ή έννοια. Ο Locke υποστήριξε ότι ένας καθολικός όρος δεν είναι απλώς ένας ήχος αλλά συνιστά μια λέξη, έναν ήχο εφοδιασμένο με νόημα, ένα νόημα το οποίο αποκτά η λέξη χάρη στην αναφορά του χειριστή της σε μια νοητική εικόνα, στην έννοια που υπάρχει στο νου μ άλλα λόγια, οι καθολικοί όροι σύμφωνα με την εννοιοκρατική θεωρία για το καθόλου 2,δηλώνουν αντίστοιχες γενικές έννοιες ο καθολικός όρος π.χ. άνθρωπος αντιστοιχεί στη γενική έννοια του ανθρώπου. 1 Θεόδωρος Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Αθήνα 2004, σελ. 307-310 2 W. Windelband H. Heimsoeth, Εγχειρίδιο Ιστορίας της φιλοσοφίας, Αθήνα 2003, Β τόμος, σελ. 231 11

Ο Berkeley δεν αρκέστηκε να διακηρύξει ότι το να θεωρούμε τις αφηρημένες έννοιες κάτι το πραγματικό αποτελεί την πιο παράδοξη πλάνη της μεταφυσικής αλλά αρνιόταν ακριβώς όπως οι ακραίοι νομιναλιστές του Μεσαίωνατην ύπαρξη τέτοιων αφηρημένων ιδεών ακόμη και μέσα στο πνεύμα υποστηρίζοντας ότι η απατηλή αυτή εντύπωση δημιουργείται από το χαρακτηρισμό των ιδεών διαμέσου των λέξεων ενώ στην πραγματικότητα με το λεκτικό αυτό χαρακτηρισμό σκεπτόμαστε την αισθητηριακή παράσταση ή τη δέσμη των αισθητηριακών παραστάσεων που αρχικά έδωσαν την α- φορμή για τη διαμόρφωσή του. Κάθε προσπάθεια να σκεφτούμε το αφηρημένο μόνο του, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία εξαιτίας της αισθητηριακής παράστασης η οποία, πανταχού παρούσα, αποτελεί το μοναδικό περιεχόμενο της πνευματικής δραστηριότητας (αισθησιαρχία ή αισθησιοκρατία) 3 γιατί ακόμα κι οι αναμνηστικές παραστάσεις ή οι επιμέρους παραστάσεις που αποσπώνται απ αυτές δεν έχουν κανένα άλλο περιεχόμενο πέρα από τις αρχικές αισθητηριακές εντυπώσεις αφού μια ιδέα δεν μπορεί να απεικονίζει τίποτε άλλο παρά μόνο μια άλλη ιδέα. Επομένως κατά τον Berkeley, οι αφηρημένες ιδέες είναι πλάσμα σχολαστικό. Στην πραγματικότητα η πνευματική δραστηριότητα περιλαμβάνει μόνο αισθητηριακές παραστάσεις για τα επιμέρους και καθώς ο λεκτικός χαρακτηρισμός είναι ο ίδιος, μερικές από τις ατομικές παραστάσεις μπορούν ν αντιπροσωπεύουν άλλες, όμοιες μ αυτές. Τέτοια αντιπροσωπευτική σημασία έχουν λ.χ. οι μαθηματικές έννοιες. Ο Berkeley, σταχυολογεί από το «Δοκίμιο» του Locke πολλές διαφορετικές θεωρίες για το νόημα των γενικών όρων. Σύμφωνα, με την αναπαραστατική πραγματοκρατία για την αντίληψη η γενική ιδέα είναι μια επιμέρους ιδέα που έχει καταστεί γενική γιατί αντιπροσωπεύει, όπως παραπάνω αναφέραμε, όλα όσα ανήκουν σ ένα είδος με τον ίδιο τρόπο που ο δάσκαλος γεωμετρίας σχεδιάζει ένα συγκεκριμένο τρίγωνο για να αναπαραστήσει όλα τα τρίγωνα. Σύμφωνα με μια άλλη, την αφαιρετική, η γενική ιδέα είναι μια επιμέρους ιδέα που περιέχει, μόνο, ό,τι είναι κοινό σ όλα τα επιμέρους του ίδιου είδους η αφαιρετική ιδέα, για τον άνθρωπο, αφαιρεί, ό,τι, είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Πέτρου, του Ιακώβου, του Ιωάννη και διατηρεί μόνον ό,τι είναι κοινό και στους τρεις: το χρώμα, όχι όμως κάποιο συγκεκριμένο χρώμα, το ανάστημα, όχι όμως κάποιο συγκεκριμένο ανάστημα, κ.ο.κ. Στόχος του Berkeley είναι ένα συγκεκριμένο απόσπασμα, όπου ο Locke συνδυάζει στοιχεία και από τις 2 θεωρίες και εξηγεί ότι χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια και δεξιότητα για να σχηματιστεί η γενική ιδέα του τριγώνου «γιατί δεν πρέπει να ναι ούτε οξυγώνιο ή αμβλυγώνιο, ούτε ορθογώνιο, ισόπλευρο ή ισοσκελές, ούτε σκαληνό αλλά όλα αυτά μαζί και συγχρόνως τίποτα απ αυτά» (Πραγματεία, ό. π. σελ.48).ο Berkeley υποστηρίζει στην κριτική που ασκεί: «Η ιδέα του ανθρώπου όπως εγώ την σχηματίζω πρέπει να είναι ή ενός λευκού ή ενός μαύρου, ή ενός καστανόξανθου, ενός ευθυτενούς, ή ενός κυρτού, ενός ψηλού, ή ενός κοντού, ή ενός μετρίου αναστήματος ανθρώπου. Αδυνατώ, όσο και αν σκεφτώ, να συλλάβω την αφηρημένη ιδέα» (Πραγματεία, ό..π. σελ.50) 3 Καπόπουλος,Φιλοσοφικό, κοινωνιολογικό λεξικό, Αθήνα 1995, τόμος 1 ος,σελ.1-3 12

Όπως ο Locke, έτσι και ο Berkeley,λέγοντας ιδέα, εννοεί αδιακρίτως αισθητηριακή εμπειρία, εικόνα, δευτερεύουσα ποιότητα, ή έννοια. Δεν είναι σαφές αν η κριτική του ανήκει στη λογική ή στην ενδοσκοπική, πειραματική ψυχολογία. Αυτό που, όντως, φαίνεται σαφές, είναι ότι, στο σημείο αυτό διαφωνεί, όχι, με τη μετάβαση από την εικόνα στην έννοια, αλλά με την περιγραφή καθαυτή της εικόνας. Ο Berkeley φαίνεται να κάνει λάθος, όταν αρνείται τη δυνατότητα αφηρημένων εικόνων. Οι νοητικές εικόνες δεν χρειάζεται να έχουν όλες τις ιδιότητες εκείνου το οποίο απεικονίζουν, όπως κι ένα πορτραίτο δεν χρειάζεται να απεικονίζει όλα τα χαρακτηριστικά του μοντέλου. Ένα πατρόν φορέματος δε χρειάζεται να προσδιορίζει το χρώμα του φορέματος, παρόλο που κάθε πραγματικό φόρεμα πρέπει να έχει συγκεκριμένο χρώμα. Η νοητική εικόνα ενός φορέματος που δεν έχει συγκεκριμένο χρώμα είναι εξίσου προβληματική με ένα μη συγκεκριμένο σχέδιο φορέματος. Θα υπήρχε στην πραγματικότητα, κάτι το παράδοξο σε μια εικόνα που θα είχε όλα τα χρώματα και ταυτόχρονα κανένα χρώμα, όπως το τρίγωνο του Locke, που είχε όλα τα σχήματα και συγχρόνως κανένα σχήμα. Λέει ο Kenny 4 :«O Berkeley ορθώς πιστεύει ότι μπορεί κανείς να διαχωρίσει την τέλεια γνώση της γλώσσας από την κατοχή αφηρημένων γενικών εικόνων κάνει όμως λάθος να πιστεύει ότι ο τρόπος με τον οποίο τα νοήματα έχουν νοήματα είναι ότι σημαίνουν αδιακρίτως έναν μεγάλο αριθμό επιμέρους ιδεών. Από τη στιγμή που η κατοχή εννοιών διαφέρει από την καπηλεία εικόνων, οι νοητικές εικόνες καθίστανται φιλοσοφικά ασήμαντες. Η απεικόνιση δεν είναι περισσότερο απαραίτητη για τη σκέψη απ όσο οι εικονογραφήσεις για ένα βιβλίο» Ο Μπέρκλεϊ (Πραγματεία, σελ.15), υποστηρίζει, πως αν δεχθούμε πως πραγματικά υπάρχουν αφηρημένες ιδέες, τότε θα πρέπει να δεχθούμε πως αντικείμενα του νου δεν είναι μόνο οι αισθητές ιδιότητες, αλλά και άλλα πράγματα που δεν γίνονται αντιληπτά κι επομένως αποτελούν μια άγνωστη πραγματικότητα ξέχωρη από τις ιδέες. Έτσι οδηγούμαστε σε μια νέα περιοχή, σε μια νέα σύλληψη της πραγματικότητας ξέχωρη απ αυτή που αντιλαμβανόμαστε άμεσα. Πάνω σε μια τέτοια αντίληψη στηρίζεται η θεωρία που πρεσβεύει ότι η αλήθεια συνίσταται στη συμφωνία των ιδεών μας με την πραγματικότητα η οποία είναι διαφορετική από τις ιδέες και επομένως ά- γνωστη σ εμάς. Τότε, όμως, έχουμε το δικαίωμα να αναρωτηθούμε: πως είναι δυνατόν να ξέρουμε, αν και πότε οι ιδέες μας, συμφωνούν μ αυτή την άγνωστη πραγματικότητα που άλλοι την ονομάζουν ουσία και άλλοι ύλη? Τοιουτοτρόπως, φτάνουμε στην άρνηση της ύλης, ρίζας κάθε σκεπτικισμού εφόσον, απ τη μια μεριά η ύπαρξή της βεβαιώνει, πως το πραγματικό είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει γνωστό, κι απ την άλλη μας λέει πως η αλήθεια είναι η συμφωνία των ιδεών μας μ αυτό που είναι τελείως άγνωστο. 4 Anthony Kenny:Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, Αθήνα 2005,σελ 197 13

III. ΥΛΙΚΟ ΣΩΜΑ ΥΛΙΚΗ ΟΥΣΙΑ Ο Berkeley αποσυνθέτει την έννοια της υλικής ουσίας, βασισμένος στην κατάργηση της διάκρισης πρωτογενών και δευτερευουσών ιδιοτήτων (η οποία υποστηρίζει ότι μέρος από το σύμπλεγμα των ιδεών που η αισθητηριακή αντίληψη μας το παρουσιάζει ως σώμα πρέπει να αποχωριστεί και ένα άλλο μέρος να διατηρηθεί ως το μόνο πραγματικό) ισχυριζόμενος ότι και οι μαθηματικές ιδιότητες των σωμάτων (πρωτεύουσες) είναι ιδέες. Τα πράγματα, που νομίζουμε ότι υπάρχουν, γιατί τα βλέπουμε και μας δίνουν εντυπώσεις,είναι ιδέες που έχουμε στο πνεύμα μας και ως ιδέες δεν μπορούν να υπάρχουν έξω από τη συνείδησή μας, από το πνεύμα μας. Τα πράγματα δεν έχουν υλική υπόσταση. Είναι συμπλέγματα εντυπώσεων των αισθήσεων: της όρασης, της ακοής, της όσφρησης της γεύσης, της αφής. Υπάρχουν μέσα στη συνείδησή μας, η οποία υπάρχει πραγματικά και τα αντιλαμβάνεται. Αισθήματα και πράγματα είναι ένα και το αυτό πράγμα. Η ύλη είναι κατασκευή του πνεύματος. Ο χώρος, ο χρόνος, η κίνηση και οι ιδιότητες, πρωτεύουσες και δευτερεύουσες, δεν υπάρχουν στα πράγματα, είναι κατασκευές του υποκειμένου, υπάρχουν μέσα μας. Ο Berkeley, ταυτίζει το είναι με το συνειδέναι και αμφισβητεί, ότι φορέας των ιδιοτήτων του υλικού σώματος (ιδέες παραστάσεις) είναι μια αδιάγνωστη ουσία ή η ύλη, υπόβαθρο, των ιδιοτήτων, γιατί υποστηρίζει πως δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε κάτι αφηρημένο ως το μόνο πραγματικό. Για όποιον δεν παρασύρεται, το υλικό σώμα είναι κάτι που το βλέπουμε, το πιάνουμε, το γευόμαστε, το μυρίζουμε, το ακούμε, το esse του ταυτίζεται με το persipi του δηλ. το είναι του ταυτίζεται με τον τρόπο που γίνεται αντιληπτό διαμέσου των αισθήσεων. Το υλικό σώμα 1 λοιπόν είναι ένα πλέγμα από ιδέες. Αν π.χ. αφαιρέσουμε από μια κερασιά διαδοχικά όλες τις ιδιότητες που μπορεί κανείς να αντιληφθεί με τις αισθήσεις, τι θα απομείνει? Τίποτα. Πραγματικό, κατά τον Berkeley, στα υλικά σώματα είναι μόνο ότι γίνεται αντικείμενο παράστασης. Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι πίσω από τα σώματα ή μέσα σ αυτά υπάρχει και κάποια ουσία που «εμφανίζεται στις ιδιότητές τους». Τα υλικά σώματα δεν είναι τίποτε άλλο από το άθροισμα αυτών των ιδιοτήτων. Αυτόματα όμως ανακύπτει το ερώτημα: Σε τι έγκειται λοιπόν η διαφορά ενός «πραγματικού» απ ένα άλλο «φανταστικό» σώμα ή επίσης από ένα «ονειρικό όν» αφού έτσι κι αλλιώς όλα τα υλικά σώματα αποτελούν παραστάσεις-ιδέες παθητικές, αδρανείς, ενώ το μόνο πραγματικό, αποτελεί η δραστηριότητα του νου ή πνεύματος ή ψυχής αυτού δηλ. του ενεργητικού όντος που διαθέτει αντίληψη και που αποκαλώ νου, πνεύμα, ψυχή, ή εαυτό μου, κάτι που στην ουσία του είναι ολότελα ξέχωρο απ αυτές? Η απάντηση είναι πνευματοκρατική. Οι ιδέες που συγκροτούν το είναι του εξωτερικού κόσμου είναι δραστηριότητες των πνευμάτων. 1 Berkeley, Πραγματεία πάνω στις αρχές της ανθρώπινης γνώσης, μετάφραση Δ. Σφενδόνη, Θεσσαλονίκη 1979,σελ. 124( LXVIII-LXXX) 14

Από τους 2 κόσμους μόνο οι res cogitantes είναι πραγματικές ουσίες οι res extensae είναι απλώς παραστάσεις αυτών των ουσιών. Οι ιδέες όμως είναι δοσμένες στα πεπερασμένα πνεύματα κι η προέλευση όλων των παραστάσεων πρέπει να αναζητηθεί στο άπειρο πνεύμα, στο Θεό (Πραγματεία, CXLV, σελ.198). Επομένως η πραγματικότητα των υλικών σωμάτων έγκειται στο ότι οι ιδέες που σχηματίζονται γι αυτά δίνονται στο πεπερασμένο πνεύμα από το άπειρο πνεύμα του ενός, του αιώνιου, του άπειρα σοφού, αγαθού και τέλειου Θεού, του πνεύματος που τα δημιουργεί όλα και βρίσκεται μέσα σ όλα. Τη χρονική ακολουθία με την οποία συνηθίζει ο Θεός να δίνει αυτές τις ιδέες την αποκαλούμε φυσικό νόμο (ό.π. σελ.195, XCI σελ.145). Ο Berkeley, διευκρινίζει, σ όσους προβάλλουν αντιρρήσεις για να υποστηρίξουν τη φύση ότι: αν με τον όρο φύση εννοούμε την αισθητή σειρά των γεγονότων ή των αισθημάτων που τυπώνονται πάνω στη νόησή μας, σύμφωνα προς ορισμένους σταθερούς και γενικούς νόμους, τότε δε χωράει αμφιβολία πως η φύση μ αυτή τη σημασία, δεν μπορεί να παραγάγει τίποτα απολύτως και ακόμη περισσότερο μάταιο πλάσμα της φαντασίας αποτελεί η λέξη, αν εννοούμε ένα ον αυθύπαρκτο και ξέχωρο από το Θεό, ένα ον που δέχονται οι ειδωλολάτρες (CL, σελ.202).μόνο ένα στοιχείο είναι αυτό που περιλαμβάνεται στον αρνητικό ορισμό της ύλης και στο οποίο μπορούν να στηριχτούν οι υποστηριχτές της ύλης για να τη διακρίνουν από το τίποτα κι αυτό το στοιχείο αποτελεί η θετική αφηρημένη γενική ιδέα της ουσίας, οντότητας ή ύπαρξης (LXXXI, σελ.135). Ισχυρίζεται, ο Berkeley, ότι μένει κατάπληκτος από την επιμονή στη θέση αυτή (Locke), διότι κατά τη γνώμη του οι αφηρημένες γενικές ιδέες είναι ένα κατασκεύασμα, ένα επινόημα του νου που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα και ιδιαίτερα η πιο αφηρημένη και γενική απ όλες, η έννοια της ουσίας. Μέσα στη σκέψη υπάρχουν μόνο συγκεκριμένες ιδέες ακόμη και αυτές που φέρνουμε στη μνήμη δεν έχουν κανένα άλλο περιεχόμενο εκτός από την αισθητηριακή εντύπωση. (Στην εισαγωγή των «Αρχών» έχουμε την πιο διεξοδική εξέταση του θέματος). Ο επίσκοπος Berkeley δε βλέπει καμία μεταφυσική δυσκολία στο ότι ο Θεός υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σκόπιμα παρεκκλίνει από αυτή τη σειρά, οπότε ο άνθρωπος μιλά για θαύματα (CXLI σελ.194: η φυσική αθανασία της ψυχής). Η ψυχή είναι αδιαίρετη, ασώματη, μη-εκτεταμένη και κατά συνέπεια άφθαρτη. Η κίνηση, η μεταβολή, η φθορά και η διάλυση που επιδρούν πάνω στα φυσικά σώματα στη ροή της φύσης είναι ολοφάνερο πως δεν μπορούν να επιδράσουν επάνω σε μια ουσία ενεργητική, απλή και ξένη προς κάθε σύνθεση ένα τέτοιο ον δεν μπορεί να το αποσυνθέσει η δύναμη της φύσης, πράγμα το οποίο σημαίνει πως η ψυχή του ανθρώπου είναι από φυσικού της αθάνατη). Η ουσία του θεϊκού πνεύματος (όπως και των πεπερασμένων πνευμάτων) συνίσταται στην ελευθερία της βούλησης και οι παραστάσεις είναι απλώς οι μορφές της δραστηριότητας με την οποία εκδηλώνεται αυτή η ελευθερία. Αντί της υλιστικής αναπαραστατικής πραγματοκρατικής θεωρίας για την αντίληψη όπου ένα αισθητό αντικείμενο έχει αληθινές (πρωταρχικές) ιδιότητες τις οποίες οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ως αισθητές (δευτερεύουσες) ο Berkeley παραθέτει μια εναλλακτική θεωρία: ότι ο Θεός διατηρεί όλες τις ιδέες που συγκροτούν την ανθρώπινη πραγματικότητα και οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται αυτές τις ιδέες και αισθήσεις απευθείας από τον απέραντο νου του Θεού. Ο πεπερασμένος νους μπορεί να κάνει πεπερασμένες σκέ- 15

ψεις, μια σκέψη κάθε φορά τα αντικείμενα συνεχίζουν να υπάρχουν, επειδή ο άπειρος νους του Θεού με την απεριόριστη σκέψη τα αντιλαμβάνεται χωρίς όρια συνεχώς και πολλαπλώς (ο ιδεαλιστής δηλ. υποστηρίζει ότι ο ανθρώπινος νους είναι πεπερασμένος όσον αφορά την ικανότητα να αντιλαμβάνεται με τις αισθήσεις) το άτομο μπορεί να έχει μια μοναδική αίσθηση κάθε φορά). Ας αναλογιστούμε τη θεωρία του Berkeley σαν ένα μοντέλο δημιουργίας. Ένα ισοσκελές τρίγωνο χωρισμένο σε 3 μέρη: κορυφή, μέση και το κατώτερο τμήμα. Στην κορυφή τοποθετείται ο απέραντος νους του Θεού, το μεσαίο τμήμα καταλαμβάνεται από τον πεπερασμένο νου της ανθρωπότητας και το κατώτατο μέρος εμπερικλείει τις παθητικές ιδέες που αντιλαμβάνονται τα πνεύματα των ανθρώπων. Ο Θεός, επειδή βρίσκεται στην κορυφή, μπορεί κι Εκείνος να αντιληφθεί τις ιδέες που αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι, σ αντίθεση με τον πεπερασμένο νου των ανθρώπων που είναι ικανός να δημιουργεί μόνο ιδέες της φαντασίας και που όλες τις άλλες τις δέχεται παθητικά. Ο πεπερασμένος νους δεν μπορεί να αντιληφθεί τις απεριόριστες σκέψεις του θεού στην κορυφή του τριγώνου. Προσθέτοντας τις έννοιες των πνευμάτων και των ιδεών διαπιστώνουμε ότι τόσο η κορυφή όσο και το μεσαίο τμήμα του τριγώνου έχουν σχέση με το νου οπότε και τα 2 μέρη του τριγώνου σχετίζονται μ αυτόν που αντιλαμβάνεται ενώ στο κάτω μέρος τοποθετημένες οι παθητικές ιδέες (χωρίς βούληση) σχετίζονται μ αυτό που γίνεται άμεσα αντιληπτό. Αφού, λοιπόν, το να υπάρχει κάτι σημαίνει να γίνεται αντιληπτό και αφού κάθε τμήμα του τριγώνου υπακούει σ ένα απ αυτά τα κριτήρια, τότε ολόκληρο το τρίγωνο πρέπει να θεωρηθεί ότι υπάρχει μέσα από την έννοια του Θεού, σ έναν κόσμο χωρίς φυσικά αίτια με μόνα αληθινά αίτια τα πνεύματα διότι τα σώματα δεν μπορούν να ενεργήσουν το ένα επάνω στο άλλο (όπως π.χ. η φωτιά δεν αποτελεί το αίτιο της θερμότητας αλλά είναι απλά ένα σημάδι που μας προειδοποιεί ότι θα ακολουθήσει η θερμότητα). Οι φυσικοί νόμοι εκπίπτουν του ερμηνευτικού ρόλου τους και καθίστανται στείρα περιγραφικοί, διότι ο ρόλος της ερμηνείας αναλογεί στα τελικά αίτια, στους σκοπούς των ενεργητικών πνευμάτων. Ο Berkeley, υπό το πρόσχημα της καταπολέμησης και της απόρριψης του σκεπτικισμού, μετατρέπει την πραγματικότητα, σε σύστημα ιδεών που συντονίζονται από τη βούληση του Πανάγαθου, με σκοπό, την παροχή φιλοσοφικής προστασίας στη βαλλόμενη, από τις καινοφανείς θεωρίες, θρησκεία (κατά την άποψή του). Συνοπτικά υποστηρίζει τη θέση ότι: η τάξη των φαινομένων δηλώνει την βούληση του θεού είναι τα σημεία που μας πληροφορούν για τους σκοπούς του, οι οποίοι κάθε μέρα μιλάνε στις αισθήσεις μας ξεκάθαρα και πάντοτε για το καλό των δημιουργημένων πνευμάτων. Το σύστημα του Berkeley είναι περισσότερο αντιενορατικό από του Locke, σπιριτουαλιστικό, ως προς το ότι αρνείται την πραγματικότητα της ύλης και κάθε εξωνοητικής ύπαρξης. Η αντίληψη συνιστά τα πράγματα κι αυτά υπάρχουν επειδή υπάρχει η συνείδηση για την οποία δεν αποκτούμε καμία παράσταση αλλά μια άμεση διαμέσου της ενοράσεως βεβαιότητα, με την οποία μαθαίνουμε όχι μόνο ότι υπάρχουμε, αλλά και ότι είμαστε άυλα και ενεργά όντα σ ένα κόσμο που υπάρχει χάρη στη βούληση του Πανάγαθου. Ο νομιναλισμός του Berkeley δεν εκφράζει στο ελάχιστο την λανθάνουσα υλιστική τάση που ε- ντοπίζεται στην ιστορική συγκυρία του μεσαίωνα και που η εξέλιξή της στους νέους χρόνους τροφοδότησε ποικίλα ρεύματα του άκαμπτου μεταφυσικού 16

μηχανικισμού (T. Hobbes) που ανήγαγε τον κόσμο σε σύνολο σωμάτων. Ο Berkeley (φιλοσοφικά πολέμιος του Hobbes) και η ιδεοκρατική υποκειμενική αισθησιοκρατία του παραδεχόταν μόνο τα συγκεκριμένα εμπειρικά δεδομένα και ο νομιναλισμός του αδυνατούσε να συλλάβει τη φύση και τον χαρακτήρα των γενικών εννοιών και των κατηγοριών. Αγνοούσε το γεγονός ότι οι τελευταίες αντανακλούν πραγματικές ιδιότητες, συνάφειες, σχέσεις και διαδικασίες της αντικειμενικής πραγματικότητας που χαρακτηρίζουν και διέπουν τα καθ έκαστα και τα μοναδιαία πράγματα.έτσι ο Berkeley με τη θεωρία του για την αντίληψη, ως όρου της ύπαρξης αλλά κι ως απόδειξη τόσο του αντιληπτού όσο και της συνείδησης που το αντιλαμβάνεται, καταφέρνει με την θέση που της αποδίδει να θέσει τα προδρομικά θεμέλια για τον φαινομενισμό του Mach, ο οποίος με τη σειρά του οδήγησε στο λογικό θετικισμό του 20ου αι. 17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Ο KΑΝΤ ΚΑΙ Η ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ BERKELEY Είδαμε, παραπάνω, το χαρακτηριστικό φαινόμενο: ότι η απόπειρα του Berkeley (όπως και εκείνη του Discartes με την εντελώς διαφορετική αφετηρία) για να μην προσκρούσει στον άκρατο υποκειμενικό ιδεαλισμό- Solipsismus: (ο κόσμος ολόκληρος, πράγματα και πρόσωπα μαζί, υπάρχει τόσο μόνο, όσο είναι ή μπορεί να γίνει, παράσταση δική μου) καταφεύγει στην μεταφυσική υπαγωγή της ατομικής συνείδησης στην Απόλυτα Υπέρτερη Αυθεντία του Θεού αποδίδοντας στην φυσική τάξη των πραγμάτων που μας αποκαλύπτει η Εμπειρία, τη συμβολική γλώσσα του Θεού. Το ερώτημα που τίθεται στα πλαίσια της εργασίας μας είναι: Πώς ο Kant ανέτρεψε αυτό το δογματικό ιδεαλισμό του Berkeley και σε ποια σημεία βασιζόμενος? Υπήρξε, άραγε, αυτή η τιτάνια προσπάθεια, ανθεκτικά καρποφόρα? Το πιο ενδιαφέρον μέρος της συζήτησης στην οποία ο Kant δίνει το συγκεκριμένο τίτλο είναι «η ανατροπή του ιδεαλισμού» με διπλό στόχο: (α). τόσο του προβληματικού ιδεαλισμού του Descartes (res cogitans, Cognito ergo sum: το υπάρχω είναι ο μοναδικός αδιαμφισβήτητος εμπειρικός ισχυρισμός), (β). όσο και του δογματικού ιδεαλισμού του Berkeley (το esse είναι percipi - ο εξωτερικός κόσμος είναι πλασματικός). 1 Θέση κοινή και των δύο αποτελεί το γεγονός ότι είναι δυνατό να γνωρίσουμε με περισσότερη βεβαιότητα την εσωτερική αίσθηση από την εξωτερική και ότι οι εξωτερικές υποστάσεις συνάγονται από τις εσωτερικές εμπειρίες. Το επιχείρημα του Kant κατά του ιδεαλισμού θα διαγράψει συνοπτικά την εξής τροχιά: Έχω επίγνωση των μεταβαλλόμενων νοητικών καταστάσεων (όπως παραδέχονται οι ιδεαλιστές) και επομένως έχω συνείδηση της ύπαρξής μου στον χρόνο (δηλ. όπως όταν έχω εμπειρίες πρώτα τη μια στιγμή και μετά μιαν άλλη).h αντίληψη αυτής της αλλαγής όμως προϋποθέτει αντίληψη ενός κάτι 2 όμως αυτό το κάτι δεν είναι ο εαυτός μου το ενοποιητικό υποκείμενο της εμπειρίας μου είναι κάτι του οποίου έχω ανά πάσα στιγμή την επίγνωση αλλά όχι κάτι του οποίου έχω την εμπειρία. «Δεν είναι και στο χέρι μας να παρατηρούμε το πνεύμα μας το ίδιο με άλλο είδος εποπτείας από την εσωτερική μας αίσθηση γιατί σ αυτή ακριβώς βρίσκεται το μυστικό της αισθητικότητάς μας. Η σχέση της αισθητικότητας αυτής προς ένα αντικείμενο και το ποια μπορεί να είναι η υπερβατολογική αρχή αυτής της ενότητας, αυτά είναι πράγματα πολύ βαθειά κρυμμένα, ώστε εμείς, που μάλιστα και τον εαυτό μας τον ίδιο τον γνωρίζουμε μόνο με την εσωτερική αίσθηση, επομένως ως φαινόμενο, να μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ένα τόσο ακατάλληλο όργανο έρευνας, για να μην αποκαλύψουμε ποτέ κάτι άλλο εκτός πάλι από φαινόμενα και μόνο φαινόμενα που ασφαλώς θα θέλαμε πολύ να εξιχνιάσουμε την υπεραισθητή τους αιτία. Η εξαιρετική χρησιμότητα των συμπερασμάτων που αντλούμε από τα ενεργήματα του στοχασμού, συνεχίζει ο Kant, έγκειται σε τούτο: 1 Kant, Κ.Κ.Λ, μετάφραση Αναστάσιος Γιανναράς, Αθήνα, 1979, τόμος 2, σελ.260-281 2 ό.π.σελ.264 18