«Η ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ»

Σχετικά έγγραφα
Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2009/2170(INI) Σχέδιο έκθεσης Diana Wallis (PE )

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. V. Η εμπιστοσύνη ως αυτόνομο θεμέλιο ευθύνης του παραγωγού 17

PUBLIC ΤΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 9755/98 LIMITE JUSTCIV59 ΣΗΜΕΙΩΜΑ. της Προεδρίας ΡΩΜΗΙ

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας

Εισαγωγή στο δίκαιο ΕΕ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Ένδικα μέσα και κυρώσεις σε υποθέσεις διακρίσεων: ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες δύναμης ΓΣΕΕ

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ. Μου ζητήθηκε από την Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. να γνωμοδοτήσω επί των κάτωθι ερωτημάτων:

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ Διεθνείς Πτωχεύσεις

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

Η επιλογή της προσήκουσας νομικής βάσης για το οικογενειακό δίκαιο Μελλοντικές προοπτικές

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Φεβρουαρίου 2013 (OR. en) 6206/13 Διοργανικός φάκελος: 2012/0262 (NLE) JUSTCIV 22 ATO 17 OC 78

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Άγγελος Π. Μπώλος ημήτριος-παναγιώτης Λ. Τζάκας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4135, 18/7/2007

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις παραγράφους και στις σελίδες, όπου ενδείκνυται)

ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΠΙ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ 2. (Εγκρίθηκαν στις 19 Μαρτίου 2015) 3. εφαρμοστέου δικαίου επί των διεθνών εμπορικών συμβάσεων.

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Οµοσπονδίες δύναµης ΓΣΕΕ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Η ΣΧΕΣΗ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΩΝ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

Διοικητικό Δίκαιο. Πηγές διοικητικού δικαίου - 3 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Περιγραφή του ισχύοντος συστήµατος οριοθέτησης αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών µελών

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Τα μαθήματα που θα προσφερθούν στις κατευθύνσεις του ΠΜΣ της Νομικής Σχολής είναι τα ακόλουθα:

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επισκόπηση της ισχύουσας ενωσιακής νομοθεσίας για την ισότητα και ορισμοί των βασικών εννοιών

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ «ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ» Α' - ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

της δίωξης ή στην αθώωση.

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

L 283/36 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ι

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

Η λειτουργία του ΚΕΔΠ στο πλαίσιο του κανονισμού Ρώμη Ι

ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 666 final.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2117(INI)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0175/79. Τροπολογία. Simona Bonafè, Elena Gentile, Pervenche Berès εξ ονόματος της Ομάδας S&D

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες...15 Ελληνικές...15 Ξενόγλωσσες...18

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Πρωτοφανής στην ιστορία του τόπου η μη εκπροσώπηση των

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3610, 7/6/2002

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ» ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε. ΣΙΒΕΝΑ ΕΛΠΙΔΑ Α.Ε.Μ. 529 ΜΑΘΗΜΑΤΑ Β ΕΤΟΥΣ ΣΠΟΥΔΩΝ: 1) ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ: διδάσκοντες καθηγητές ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ- ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε./ ΚΟΥΡΤΗΣ Β. 2) ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ: διδάσκουσα καθηγήτρια ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ- ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ ΧΡ. 3) ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ: διδάσκοντες καθηγητές ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Κ./ ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΙΔΗΣ Μ. ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Κυριότερες Συντομογραφίες... 3 Ι. Εισαγωγή... 4 ΙΙ. Συλλογική Δράση- Προκαταρκτικά ζητήματα 1. Ιδιαιτερότητα της συλλογικής δράσης... 7 2. Είδη συλλογικής δράσης... 9 3. Νομοθετική κατοχύρωση... 10 4. Διασυνοριακή Συλλογική Δράση κατά το Εργατικό και Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο... 13 III. Διεθνής Δικαιοδοσία. Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 17 Β. Βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας... 18 1. Η γενική δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου (αρθρ.2 Καν. 44/2001) 20 2. Το άρθρο 6 Καν. 44/2001... 21 3. Η ειδική δωσιδικία της αδικοπραξίας. Το άρθρο 5 σημ.3 Καν. 44/2001... 23 4. Η δικαιοδοσία επί αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων... 27 IV. Εξωσυμβατικές Ενοχές και Εφαρμοστέο Δίκαιο- Κανονισμός «Ρώμη ΙΙ». Α. Το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές- Γενικές παρατηρήσεις.. 29 Β. Ελληνικό ιδιωτικό διεθνές δίκαιο των αδικοπραξιών (αρθρ. 26 ΑΚ)- Περιπτώσεις αδικοπρακτικής ευθύνης λόγω ανάληψης συλλογικής δράσης... 32 Γ. Κανονισμός Ρώμη ΙΙ.... 34 i.εισαγωγικά... 34 ii. Πεδίο εφαρμογής... 36 iii. Γενικός κανόνας... 37 iv. Ειδικές αδικοπραξίες... 41 V. Άρθρο 9 Κανονισμού «Ρώμη ΙΙ». Α. Ιστορική αναδρομή- αρθρ. 9 ΚανΡώμη ΙΙ.42 Β. Πεδίο εφαρμογής του αρθρ. 9 ΚανΡώμη ΙΙ..49 1. Ratione personae... 49 2. Ratione materiae... 51 3. Ανάληψη Συλλογικής Δράσης και ασφαλιστικά μέτρα... 59 Γ. Εφαρμοστέο δίκαιο... 59 [1]

1. Οι κανόνες συνδέσεως... 59 i. Ελευθερία επιλογής δικαίου... 61 ii. Κοινή συνήθης διαμονή κατά το χρόνο επέλευσης της ζημίας... 64 iii. Το δίκαιο της χώρας στην οποία πρόκειται να λάβει ή έλαβε χώρα η δράση... 65 2. Κανόνες αμέσου εφαρμογής και επιφύλαξη της δημόσιας τάξης... 69 3. Το εφαρμοστέο δίκαιο στην περίπτωση ανάληψης συλλογικής δράσης από περισσότερους φορείς... 72 VI. Συμπερασματικές παρατηρήσεις. 75 Βιβλιογραφία... 76 Αρθρογραφία... 79 Νομολογία... 82 Ιστότοποι... 82 [2]

Κυριότερες συντομογραφίες. άρθρ. άρθρο, άρθρα βλ. βλέπε ΔΕΕ Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΔΕΚ Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δ.σ.ε. Διεθνές Σύμφωνο Εργασίας ΕΕ Επίσημη Εφημερίδα Ε.Ε. Ευρωπαϊκή Ένωση EK Ευρωπαϊκές Κοινότητες ΕΚΧ Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης ΕΕργΔ Επιθεώρηση Εργατικού Δικαίου (νομικό περιοδικό) ΕΕΕυρΔ Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου (νομικό περιοδικό) ΕΕΝ Εφημερίς Ελλήνων Νομικών (νομικό περιοδικό) ΕΠολΔ Επιθεώρηση Πολιτικής Δικονομίας (νομικό περιοδικό) ΕΣΔΑ Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εκδ. εκδόσεις ΕΟΚ Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα επομ. επόμενα ΚανΒρ Ι Κανονισμός 44/2001 ΚανΡώμη ΙΙ Κανονισμός 864/2007 κλπ και λοιπά ν. νόμος ν.δ. νομοθετικό διάταγμα ΝοΒ Νομικό Βήμα (νομικό περιοδικό) ΟΗΕ Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ο.π. όπως παραπάνω σημ. σημείο ΣυνθΕΕ Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση ΣυνθΕΚ Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ΣΛΕΕ Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποσημ. υποσημείωση ΧρΙΔ Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου [3]

Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο Κανονισμός 864/2007 (Κανονισμός «Ρώμη ΙΙ») του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια της Ένωσης για «Εναρμόνιση του Ευρωπαϊκού Δικαίου των Αδικοπραξιών». Ο λόγος, ο οποίος ώθησε την Ένωση να επιδιώξει την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών, ήταν η διαπίστωση της υπάρξεως αποκλινόντων κανόνων ουσιαστικού δικαίου μεταξύ των κρατών μελών αναφορικά με την έννοια της αδικοπραξίας, οι οποίοι δεν μπορούν παρά να ασκούν επιρροή στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο. Τα πρώτα «δείγματα» της προσπάθειας αυτής, ανευρίσκονται στο κείμενο της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (1950) και συγκεκριμένα στο άρθρ. 215 παρ.2, όπου θεσπίζεται ειδικός κανόνας για την εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας για ζημίες που προξενούν τα όργανά ή οι υπάλληλοί της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και δυνάμει της οποίας, η Κοινότητα υποχρεούται να αποκαθιστά τη ζημία αυτή, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών 1. Η εν λόγω διάταξη αποτέλεσε έρεισμα για έκδοση πλειόνων αποφάσεων, βασιζόμενες σε πολύ ενδιαφέρουσες συγκριτικές αναλύσεις που ανευρίσκονται, κυρίως, στις προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα. Στο κείμενο της Συνθήκης, υπάρχουν και άλλες διατάξεις, όπως, λ.χ. οι κανόνες για τον ανταγωνισμό των αρθρ. 85-86 ΣυνθΕΟΚ, οι οποίες παρουσιάζουν, επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον για το δίκαιο των αδικοπραξιών 2. Κατά τις επόμενες δεκαετίες, ο κοινοτικός νομοθέτης θέσπισε κανόνες δικαίου, οι οποίοι άμεσα ή έμμεσα επηρέασαν το δίκαιο των αδικοπραξιών (λ.χ. η Οδηγία 85/374 για την ευθύνη του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων). Η Σύμβαση δε των Βρυξελλών του 1968 για τη Διεθνή Δικαιοδοσία και την Εκτέλεση αποφάσεων εμπεριέχει ad hoc διατάξεις για τις εξωσυμβατικές ενοχές. Παράλληλα, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (νυν ΔΕΕ) επεξεργάστηκε την αρχή της ευθύνης του κράτους για πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του, που προκύπτουν από το Κοινοτικό Δίκαιο, και εγκαθίδρυσε μία σειρά κοινών κανόνων σε μία προσπάθεια εναρμόνισης των εθνικών δικαίων. 1 Βλ. εκτενέστερα για το ζήτημα της Εναρμόνισης του Ευρωπαϊκού Δικαίου των Αδικοπραξιών μεταξύ άλλων ΤAGARA H., «European Harmonization of Τort Law», RHDI 2005, σελ. 1 επομ. 2 Βλ. ΤAGARA H., ό.π., σελ. 3. [4]

Ωστόσο, η πιο συστηματική και η περισσότερο ολοκληρωμένη προσπάθεια της Ένωσης για ομοιόμορφη αντιμετώπιση των ζητημάτων του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου των αδικοπραξιών αντανακλάται στον Κανονισμό 864/2007 (εφεξής, ΚανΡώμη ΙΙ) για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές 3. Οι ρυθμίσεις του κοινοτικού αυτού κειμένου, δεν οδηγούν απλώς στην ενοποίηση των κανόνων περί εφαρμοστέου δικαίου σε ένα τόσο σημαντικό τομέα του δικαίου, αλλά ειδικότερα, όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη, συμβάλλουν στην αντιμετώπιση πολλών ειδικότερων ζητημάτων, για την επίλυση των οποίων δεν αρκεί πλέον η γενική διάταξη του αρθρ. 26 ΑΚ 4. Ο Κανονισμός επιλέγει ως βασικό κανόνα συνδέσεως το δίκαιο του τόπου όπου επήλθε η ζημία (lex loci damni), ενώ, παράλληλα, εισάγει ειδικούς κανόνες συγκρούσεως για συγκεκριμένα είδη ενοχών. Με την επιλογή του ως άνω ευέλικτου, κατά κοινή ομολογία, κανόνα συγκρούσεως, ο ενωσιακός νομοθέτης επιχειρεί να ακολουθήσει τις σύγχρονες τάσεις στο χώρο του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου των αδικοπραξιών. Ένα από τα ειδικότερα ζητήματα που ρυθμίζει ο παρών Κανονισμός, είναι η ευθύνη από την ανάληψη συλλογικής δράσης. Το αρθρ. 9 ΚανΡώμη ΙΙ αποτελεί μία από τις καινοτομίες του Κανονισμού, αφού για πρώτη φορά σε επίπεδο Ένωσης θεσπίζεται ad hoc κανόνας για τη ρύθμιση των αδικοπρακτικών ενοχών εξ αναλήψεως συλλογικής δράσης. Ιδιαίτερο δε, χαρακτηριστικό γνώρισμα του εν λόγω άρθρου είναι η πρόβλεψη του δικαίου του τόπου πραγματοποιήσεως της συλλογικής δράσης ως συνδέσμου. 3 ΕΕ L 199/40. Για τις εργασίες που προηγήθηκαν του τελικού αυτού κειμένου βλ. την αρχική πρόταση [COM(2003) 427 τελικό], καθώς και την τροποποιημένη πρόταση [COM(2006) 83 τελικό]. Βλ. επίσης την κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 22/2006, της 25ης Σεπτεμβρίου 2006, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του αρθρ. 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για την έκδοση Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ). 4 Γενικώς για τις αδικοπραξίες στο πεδίο της ελληνικής βιβλιογραφίας του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου βλ. ενδεικτ. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α., «Οι αδικοπρακτικές ενοχές στο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο», Πανεπιστημιακές Παραδόσεις, Θεσσαλονίκη 1986, ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ, «Αδικοπρακτικές Ενοχές: Καιρός για αναθεώρηση του άρθ. 26 ΑΚ», ΕΕΕυρΔ 4/1994, σελ. 1032 επομ., ΚΟΥΝΟΥΓΕΡΗ- ΜΑΝΩΛΕΔΑΚΗ Ε., «Η αδικοπρακτική ευθύνη εξ αυτοκινητικού ατυχήματος εν όψει των σύγχρονων τάσεων του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου», Θεσσαλονίκη 1974, ΣΤΑΜΑΤΙΑΔΗΣ Δ., «Ζητήματα σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στο χώρο των διεθνών αδικοπραξιών», ΕΕΝ 1998, σελ. 229 επομ., ΤΕΝΕΚΙΔΟΥ- ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΙΚ., «Η αδικοπραξία κατά το ιδιωτικόν διεθνές δίκαιον», Αθήναι 1956. [5]

Στην παρούσα εργασία, θα μελετηθούν ζητήματα Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου που ανακύπτουν από την ανάληψη συλλογικής δράσης, όταν αυτή ενέχει στοιχείο αλλοδαπότητας, με απότοκο την ανάμειξη περισσότερων της μιας έννομων τάξεων. Αφού προηγηθούν σκέψεις σχετικά με την έννοια και την ιδιαιτερότητα της συλλογικής δράσης, θα γίνει σύντομη αναφορά στα συνδεόμενα με την ευθύνη από συλλογική δράση δικονομικά ζητήματα. Εν συνεχεία, ακολουθούν γενικές παρατηρήσεις για το εφαρμοστέο δίκαιο επί εξωσυμβατικών ενοχών και εξετάζεται συνοπτικά ο Κανονισμός «Ρώμη» ΙΙ. Στο επόμενο μέρος της εργασίας θα μελετηθεί ο κανόνας συγκρούσεως του αρθρ. 9 ΚανΡώμη ΙΙ και ειδικότερα, η προέλευση του κανόνα, το πεδίο εφαρμογής αυτού (υποκειμενικό και αντικειμενικό), και τέλος μεγαλύτερη έμφαση θα δοθεί στην εξέταση του κανόνα συγκρούσεως. [6]

ΙΙ. ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΔΡΑΣΗ- ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ 1. Ιδιαιτερότητα της Συλλογικής Δράσης. Το δίκαιο που διέπει την συλλογική δράση είναι αναπόσπαστο κομμάτι του εθνικού Εργατικού Δικαίου, ενός ιδιαιτέρως ευαίσθητου τομέα Δικαίου, που εμφανίζει βαθιά εγχαραγμένο στο σώμα του το στίγμα της εθνικής ταυτότητας, καθώς συγκροτεί μία κεντρική συνιστώσα της ιδιαίτερης νομικής φυσιογνωμίας μίας χώρας, ακρογωνιαίο συνάμα λίθο της συνταγματικά οργανωμένης κοινωνικοοικονομικής της τάξης 5. Το δικαίωμα ανάληψης συνδικαλιστικής δράσης αναγνωρίζεται, παρά τις επιμέρους διαφορές ως προς το εύρος προστασίας και τη θεσμική κατοχύρωση μεταξύ των εθνικών νομικών συστημάτων, σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο 6. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι πρόκειται για ένα θεμελιώδες δικαίωμα απότοκο της κατοχυρωμένης αρχής της συλλογικής αυτονομίας, που αποσκοπεί στην άσκηση πίεσης σε κάποιο από τα μέρη των συλλογικών εργασιακών σχέσεων (είτε εργοδότη, είτε εργαζομένου) ώστε να προωθηθεί και να καταστεί εφικτή η επίτευξη των συμφερόντων της εκάστοτε πλευράς 7. Λόγω αυτού του θεμελιώδους χαρακτήρα, κάθε περιορισμός αυτού θα πρέπει να προβλέπεται με κανόνα δικαίου. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η ύπαρξη και μόνο τέτοιας πρόβλεψης στο εσωτερικό δίκαιο δεν είναι αρκετή, αλλά οι κανόνες που θέτουν περιορισμούς στην εφαρμογή του, θα πρέπει να είναι συγκεκριμένοι 8. Η ασφαλιστική αυτή δικλείδα αφορά οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο δικαιούται να ασκήσει το θεμελιώδες αυτό δικαίωμα. Και ειδικότερα, επί ανάληψης συλλογικής δράσης, αναφέρεται στους εργαζόμενους, στους εργοδότες, αλλά και αντίστοιχες επαγγελματικές οργανώσεις αυτών. 5 ΤΡΑΥΛΟΣ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟΣ Δ., «Εργασιακές σχέσεις με στοιχεία άλλοδαπότητας», ΕΕργΔ 50, σελ. 338-339. 6 βλ. DORSSEMONT F., HOEK VAN A. A.H., Collective action in labour conflicts under the Rome II Regulation σε Collective action and fundamental freedoms in Europe: striking the balance, VOL. 23, P.213-242, Intersentia 2010, σελ. 215. 7 Βλ. ΚΑΖΑΚΟΣ Α., ό.π., σελ. 4, ΛΕΒΕΝΤΗΣ Γ., «ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ», εκδ. Δελτίο Εργατικής Νομοθεσίας, Αθήνα 1996, σελ. 69. 8 βλ. Vontas and others v. Greece, Application nο. 43588/06, Judgment on the merits 5 February 2009, 35, Apostolidi and others v. Turkey, Application nο. 45628/99, 27 March 2007, 70. [7]

Η πρόβλεψη ευθύνης για αποκατάσταση ζημίας που προκλήθηκε από την άσκηση συλλογικής δράσης αναπόφευκτα λογίζεται ως σημαντικός περιορισμός του δικαιώματος. Η ανάληψη συλλογικής δράσης συνεπάγεται, συνήθως, ζημία για τον εργοδότη ή για τρίτο πρόσωπο, καθώς η πρόκληση ή η απειλή ζημίας, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος αυτού 9. Σε περίπτωση, λοιπόν, που η συλλογική δράση κριθεί παράνομη, τότε ο εργοδότης δύναται να λάβει ασφαλιστικά μέτρα εναντίον των συμμετεχόντων εργαζομένων. Μία τέτοια, όμως, κρίση ίσως να οδηγούσε σε απόφαση δικαστηρίου, η οποία είτε θα απαγόρευε την συνέχιση της συλλογικής δράσης, είτε θα διέτασσε την αποκατάσταση της ζημίας ex delictu 10. Το ζήτημα εάν η ανάληψη συλλογικής δράσης είναι παράνομη ή προστατεύεται από κανόνα δικαίου, συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με την πρόβλεψη ευθύνης των συμμετεχόντων ή/και των παρακινητών της δράσης αυτής. Η ασφάλεια δικαίου δεν είναι ζητούμενο μόνο για τους εργαζόμενους, οι οποίοι εμπλέκονται σε διεθνή συλλογική δράση, αλλά είναι, επίσης, προαπαιτούμενο και για συλλογική δράση με αυστηρά εθνικό χαρακτήρα 11. Προς την κατεύθυνση αυτή, κινήθηκαν τα εθνικά δικαστήρια, τα οποία αναγνώρισαν ότι η έλλειψη νομικής κατοχύρωσης- ασφαλείας, δύναται να αποτρέψει ένα μέρος από την ενάσκηση του θεμελιώδους δικαιώματος της ανάληψης συλλογικής δράσης 12. Για το λόγο αυτό, η εφαρμογή των κανόνων δικαίου του τόπου, όπου έλαβε χώρα η συλλογική δράση, φαίνεται να διασφαλίζει την προβλεψιμότητα των περιορισμών του δικαιώματος αυτού που επιβάλλονται από κανόνες εσωτερικού δικαίου, καθώς δίνει τη δυνατότητα στο πρόσωπο (ή/και την οργάνωση) που ασκεί το δικαίωμά του αυτό, να γνωρίζει εκ των προτέρων τους περιορισμούς αυτού. Από τα ως άνω καθίσταται σαφές ότι το ίδιο συμβαίνει και με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως, λόγου χάρη, η ελευθερία της έκφρασης, όπου η ευθύνη αποζημίωσης επιτελεί την ίδια περιοριστική λειτουργία. Το σημείο, όμως, που διαφοροποιεί το δικαίωμα συλλογικής δράσης, είναι η πρόκληση ζημίας τόσο στην απέναντι πλευρά (είτε είναι ο εργοδότης, είτε είναι ο εργαζόμενος), όσο και στο κοινωνικό σύνολο, καθώς η πρόκληση ζημίας είναι εγγενές στοιχείο αυτού, 9 DORSSEMONT F., HOEK VAN A. A.H., ό.π., σελ. 215. 10 DORSSEMONT F., HOEK VAN A. A.H., ό.π., σελ. 216. 11 DORSSEMONT F., HOEK VAN A. A.H., ό.π., σελ. 216. 12 Ανώτατο Ολλανδικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο εργοδότης δεν μπορεί να λάβει πειθαρχικά μέτρα εναντίον εργαζομένου, ο οποίος έλαβε μέρος σε συλλογική δράση που από νομική άποψη χαρακτηρίζεται ως απεργία. DORSSEMONT F., HOEK VAN A. A.H., ό.π., σελ. 216. [8]

συνυφασμένο με την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος αυτού. Το γεγονός αυτό δεν συνιστά δικαιϊκή αντινομία, διότι είναι στοιχείο σύμφυτο με το περιεχόμενο του κατοχυρωμένου δικαιώματος της συλλογικής αυτονομίας και μάλιστα, είναι οιονεί προγραμματισμένη σε όλα τα δίκαια που αναγνωρίζουν το δικαίωμα ανάληψης συλλογικής δράσης 13. Για το λόγο αυτό, κάθε ρύθμιση της ευθύνης από ανάληψη συλλογικής δράσης, ακόμα και στο επίπεδο του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου, θα πρέπει να συνυπολογίζει επαρκώς και την παράμετρο αυτή. Στις περιπτώσεις αυτές, δε διακυβεύεται απλώς και μόνο η αποκατάσταση της ζημίας, αλλά και το θεμελιώδες δικαίωμα της συλλογικής δράσης. 2. Είδη Συλλογικής Δράσης. Η κατοχύρωση του δικαιώματος ανάληψης συλλογικής δράσης ως μέσο αυτοπροστασίας και βελτίωσης των εν γένει εργασιακών σχέσεων δεν είναι μόνο ζητούμενο κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και όρος ομαλής αναπαραγωγής των κοινωνικών σχέσεων 14. Σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον εργασίας που προτείνεται και προωθείται «βίαια» η αλλαγή μοντέλου στις εργασιακές σχέσεις, διαμορφώνονται νέοι, σύγχρονοι όροι εργασίας, οι οποίοι διαφοροποιούνται σε σχέση με το παρελθόν 15. Αναπόφευκτα, τούτο έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση νέων μορφών συλλογικής δράσης και νέων τρόπων πραγμάτωσης συλλογικών διεκδικήσεων, οι οποίες δεν αποτελούν παρά απόρροια της εν γένει εξέλιξης και αναμόρφωσης των σχέσεων εργοδοτών και εργαζομένων. Στη δυναμική αυτή του αναπροσανατολισμού και αναπροσδιορισμού του κέντρου βάρους της συλλογικής δραστηριότητας, πλάι στο κατ εξοχήν αγωνιστικό μέσο, την απεργία 16, βρίσκονται οι επονομαζόμενες «go-slow» απεργίες, το μποϋκοτάζ, το slow mobbing 17, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο πολλαπλασιασμός της συχνότητας εμφάνισης συλλογικών δράσεων αλληλεγγύης, ήτοι κινητοποιήσεων με χαρακτήρα συμπαράστασης και υποστήριξης αναληφθείσας συλλογικής δράσης 18. Στην έννοια 13 Βλ. ΚΑΖΑΚΟ Α., ό.π., σελ. 322. 14 Βλ. ΚΑΖΑΚΟ Α., ό.π., σελ. 3. 15 Βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., «Απεργίες με στοιχεία αλλοδαπότητας- Μία επίκαιρη εργατοδιεθνολογική προσέγγιση», ΕΕργΔ 51, σελ. 301 επ. 16 Βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., «Η απεργία αλληλεγγύης στις πολυεθνικές επιχειρήσεις», εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1995, σελ. 32. 17 βλ. ILLMER Μ. σε HUΕBER P.(ed.), ό.π.,σελ. 268 και DORSSEMONT F., VAN HOEK A. A.H., ό.π., σελ.228. 18 Βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., Απεργίες με στοιχεία αλλοδαπότητας, ό.π., σελ. 301 επομ. [9]

της συλλογικής δράσης συμπεριλαμβάνεται και η αντίδραση της εργοδοτικής πλευράς είτε αυτοτελώς, είτε συνηθέστερα σε απάντηση αναληφθείσας δράσης εκ μέρους των εργαζομένων, οπότε γίνεται λόγος για ανταπεργία (ή lock out) 19. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το σχετικό με τη ρύθμιση ζητημάτων συλλογικής δράσης νομικό πλαίσιο δεν είναι εναρμονισμένο. Με δεδομένο ότι η ΕΕ ρητά στερείται τέτοιας αρμοδιότητας (αρθρ. 153 5 ΣΛΕΕ), και σε συνδυασμό με τις σημαντικές αποκλίσεις που παρατηρούνται μεταξύ των εθνικών έννομων τάξεων και την ευαισθησία προσέγγισης των εν λόγω ζητημάτων, παρίσταται ιδιαίτερα δυσχερής, αν όχι ακατόρθωτη, η επίτευξη ομοιόμορφων, κοινά αποδεκτών λύσεων. Έτσι, ενώ το δικαίωμα της απεργίας αναγνωρίζεται στο σύνολο των έννομων τάξεων των κρατών μελών, με διαφορετικό, βέβαια, νομικό υπόβαθρο -είναι χαρακτηριστικό ότι σε ορισμένα κράτη μέλη απολαμβάνει συνταγματική προστασία-, δεν ισχύει το ίδιο για την ανταπεργία (lock-out) 20, ή την απεργία αλληλεγγύης 21. Ο ενωσιακός νομοθέτης, λαμβάνοντας υπ όψιν τις διαφοροποιήσεις των έννομων τάξεων των κρατών- μελών ως προς τη ρύθμιση ζητημάτων συλλογικής δράσης και ελλείψει σχετικής αρμοδιότητας της Ε.Ε., επέλεξε, κατά τη διαμόρφωση του ειδικού κανόνα συγκρούσεως του αρθρ. 9 Κανονισμού 864/2007, τη γενική αναφορά στη συλλογική δράση, ώστε στη ρυθμιστική εμβέλεια του άρθρου να υπαχθούν όλες οι σύγχρονες μορφές συλλογικού αγώνα, ακόμα και αν δεν προσιδιάζουν στον παραδοσιακό χαρακτήρα της απεργίας ή της ανταπεργίας. 3. Νομοθετική κατοχύρωση. Αν εξετάσει κανείς τα ευρωπαϊκά συστήματα εργασιακών σχέσεων, θα διαπιστώσει μία διαφοροποίηση τους ως προς το νομικό υπόβαθρο κατοχύρωσης του δικαιώματος ανάληψης συλλογικής δράσης, λόγω της στενής σύνδεσης αυτού με τα 19 Βλ. ΚΟΡΟΤΖΗ Ι., ό.π, σελ. 287. 20 Xαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ελληνική έννομη τάξη, η οποία απαγορεύει ρητά την ανταπεργία (αρθρ. 22 παρ. 2 Ν. 1264/1982). Σημειώνεται ότι εάν ο Έλληνας νομοθέτης στο Ν. 1426/84, με τον οποίο επικύρωσε τον ΕΚΧ, δε διατύπωνε την επιφύλαξη ότι «από τις διατάξεις του ΕΚΧ, που κυρώνεται με το νόμο αυτό, δε δεσμεύουν την Ελλάδα οι διατάξεις των αρθρ. 5 και 6», τότε οι διατάξεις των αρθρ. 5 και 6 του ΕΚΧ -οι οποίες κατοχυρώνουν εξ ίσου για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους τη συνδικαλιστική ελευθερία και το δικαίωμα της απεργίας- θα υπερίσχυαν του Ν. 1264/1982, λόγω του αρθρ. 28 παρ. 1 Συντάγματος, και θα έθεταν εκτός εφαρμογής την απαγόρευση της ανταπεργίας. 21 Σημειώνεται ότι η απεργία αλληλεγγύης δεν αναγνωρίζεται από το γερμανικό δίκαιο. [10]

ιστορικά, τα πολιτιστικά, τα οικονομικά και τα νομικά δεδομένα της κάθε χώρας 22. Η διαφοροποίηση, βέβαια, αυτή δικαιολογείται, για το λόγο ότι κάθε δικαιϊκό σύστημα εκφράζει όχι μόνο μία ορισμένη λογική ή δογματική κατασκευή, αλλά και μία συγκεκριμένη αντίληψη για τη ζωή, την κοινωνία, τον άνθρωπο 23. Παρά τις αποκλίσεις των έννομων τάξεων αναφορικά με την ανάληψη συλλογικής δράσης και την απουσία εναρμόνισης του ρυθμιστικού πλαισίου των σχετικών ζητημάτων, το δικαίωμα στη συλλογική δράση αναγνωρίζεται ως θεμελιώδες και κατοχυρώνεται τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Ανεξάρτητα από τις ειδικότερες διαβαθμίσεις και τις ποιοτικές εκφάνσεις της προστασίας του δικαιώματος αυτού, υφίσταται ένα ελάχιστο προστατευτικό πλέγμα, το οποίο θεωρείται κεκτημένο στο σύνολο των εννόμων τάξεων. Σε διεθνές επίπεδο, το δικαίωμα συλλογικής δράσης κατοχυρώνεται και προστατεύεται σε πολλά διεθνή κείμενα και συμβάσεις, μεταξύ των οποίων σε περίοπτη θέση βρίσκεται η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας (εφεξής, δ.σ.ε.) 87/1948, η οποία, απευθύνεται στους εθνικούς νομοθέτες και αποτελεί οδηγό ερμηνείας, αφού τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να προβαίνουν κάθε φορά σε μία σύμφωνη με τη διεθνή σύμβαση εργασίας 87 ερμηνεία του εθνικού του δικαίου 24. Το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα που συνήφθη στο πλαίσιο του ΟΗΕ κατοχυρώνει με το άρθρ. 8 παρ. 1 το δικαίωμα απεργίας, γεννώντας υποχρέωση των εθνικών νομοθετών προς συμμόρφωση, καθώς και των εθνικών δικαστηρίων για εναρμονισμένη ερμηνεία του εθνικού δικαίου 25. Σε ενωσιακό επίπεδο, το δικαίωμα στη συλλογική δράση κατοχυρώνεται, στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Σύμβαση της Ρώμης- ΕΣΔΑ- κύρωση αυτής και του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου για την προστασία της περιούσιας με το ν.δ. 53/1974) και 22 βλ. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ- ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ Χ., «Η συμμετοχή των εργαζομένων στις πολυεθνικές επιχειρήσεις και η κοινοτική εναρμόνιση της» σε ΚΟΥΚΙΑΔΗ Ι.- ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ- ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ Χ., «Διεθνείς και Πολυεθνικές Διαστάσεις Εργατικού Δικαίου- Πολυεθνικοί όμιλοι επιχειρήσεων και εργασιακές σχέσεις», εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 115. 23 βλ. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ- ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ Χ., «Συγκριτικό Δίκαιο», εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 42. 24 βλ. ΚΑΖΑΚΟΣ, ό.π., σελ. 323, ΛΕΒΕΝΤΗΣ, ό.π., σελ. 628 επομ. 25 βλ. ΚΑΖΑΚΟΣ, ό.π., σελ. 28. [11]

στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη (ΕΚΧ) του 1961 26 οικονομικά δικαιώματα 27. για τα κοινωνικά και Ειδικότερα, με την παρ. 1 του αρθρ. 11 της ΕΣΔΑ προστατεύεται η ελευθερία των συναθροίσεων, η ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και συνδικαλιστική ελευθερία 28, ενώ ταυτόχρονα, το ΕΔΔΑ έχει καθιερώσει με τη μέχρι τώρα νομολογία του ένα γενικό δικαίωμα απεργίας. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της ΕΣΔΑ είναι ότι είναι ότι εφαρμόζεται άμεσα και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών και μάλιστα, με υπερνομοθετική ισχύ βάσει του αρθρ. 28 παρ.1 Συντάγματος 29. Από την άλλη πλευρά, με το αρθρ. 6 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη 30 προστατεύεται το δικαίωμα χρήσης αγωνιστικών μέσων τόσο από την πλευρά των εργαζομένων, όσο και από την πλευρά των εργοδοτών (δικαίωμα ανταπεργίας), συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος απεργίας. Ο ΕΚΧ συνδέει την άσκηση της συνδικαλιστικής ελευθερίας με το δικαίωμα για ελεύθερης διαπραγμάτευσης προς σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας, κατοχυρώνει την συνδικαλιστική ελευθερία για όλους τους απασχολούμενους (συμπεριλαμβανομένων και των δημοσίων υπαλλήλων), με εξαίρεση τους υπηρετούντες στα σώματα ασφαλείας 31. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει, επίσης, στο αρθρ. 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., ο οποίος έχει αποκτήσει δεσμευτική ισχύ μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας 32. Το αρθρ. 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. σε 26 Ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης κυρώθηκε με το ν. 1420/1984. 27 βλ. Προοίμιο του ΕΚΧ. 28 Σύμφωνα με το αρθρ. 11 «όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να συνεταιρίζονται ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος να συνιστούν συνδικαλιστικές οργανώσεις ή να προσχωρούν σ αυτές προς προστασία των συμφερόντων τους». 29 Βλ. μεταξύ άλλων BELLING D./ ΟΡΦΑΝΙΔΗ Δ., «Η δράση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο Ιδιωτικό Δίκαιο», ΝοΒ 53 (2005), σελ. 41 επ. 30 αρθρ. 6 ΕΚΧ «για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος της συλλογικής διαπραγμάτευσης τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση: 1) να ευνοούν την ισομερή συνεννόηση μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, 2) να προωθούν την καθιέρωση διαδικασιών εκούσιας διαπραγμάτευση, προκειμένου να ρυθμίζονται οι όροι απασχόλησης με ΣΣΕ, 3) να ευνοούν την καθιέρωση και τη χρησιμοποίηση κατάλληλων διαδικασιών συνδιαλλαγής και διαιτησίας και αναγνωρίζουν: 4) το δικαίωμα των εργαζομένων και των εργοδοτών για συλλογικές ενέργειες σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων περιλαμβανομένου και του δικαιώματος απεργίας, υπό την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν από τις ισχύουσες ΣΣΕ». 31 βλ. ΛΕΒΕΝΤΗΣ Γ., ό.π., σελ. 75. 32 Σημειώνεται ότι ενώ ο Χάρτης αναγνωρίστηκε στη Νίκαια αποκλειστικά και μόνο ως πολιτική διακήρυξη, εν τούτοις τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην του Δικαστηρίου, αυτοδεσμεύτηκαν να επιδεικνύουν κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους σεβασμό στο Χάρτη, επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο την διείσδυση του στο ευρωπαϊκό θεσμικό γίγνεσθαι. Πριν ακόμη αποκτήσει δεσμευτική ισχύ με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το Δικαστήριο συμπεριέλαβε τον Χάρτη στην τετράδα των πηγών από τις οποίες αντλούσε θεμελιώδη δικαιώματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι οι υποθέσεις Viking και Laval, όπου το Δικαστήριο αξιοποίησε τον Χάρτη και αναγνώρισε το δικαίωμα [12]

συνδυασμό με το αρθρ. 6 ΕΚΧ επιτάσσει ένα ελάχιστο πλαίσιο για το τι μπορεί να υπαχθεί στην έννοια της συλλογικής δράσης, ώστε τα περιθώρια διακριτικής ευχέρειας των κρατών μελών να συρρικνώνονται, χωρίς φυσικά να εξαλείφονται 33. Τέλος, δέον να επισημανθεί ότι στις περισσότερες έννομες τάξεις (λ.χ. Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα) υπάρχει συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος απεργίας. Αν και η συνταγματική προστασία δεν εκτείνεται σε κάθε μορφή συλλογικής δράσης, εν τούτοις η συνταγματική πρόβλεψη δύναται να επιτρέψει μία ευρεία πρόσληψη και μία ευνοϊκή προσέγγιση κάθε μέσου συλλογικής δράσης. 4. Διασυνοριακή Συλλογική Δράση κατά το Εργατικό και Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο. Η διάσταση ανάμεσα στην διεθνοποίηση των οικονομικών σχέσεων και στον εθνικό προσανατολισμό, αποτελεί, ίσως, το σημαντικότερο παράγοντα κρίσης του εργατικού δικαίου, με συνέπεια την επιτακτική ανάγκη αντιμετώπισής του, καθώς η προϊούσα διεθνοποίηση αποσταθεροποιεί ή αναιρεί πλήρως ορισμένους όρους και παραμέτρους που συνδέονται με την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματική αξίωση ισχύος του εθνικού εργατικού δικαίου 34. Αν και εγγενείς δυσκολίες εμποδίζουν την ανάληψη μίας νομοθετικής πρωτοβουλίας στο κρίσιμο διεθνές περιβάλλον, εν τούτοις η διεθνοποίηση των οικονομικών σχέσεων οδηγεί αναπόφευκτα στη συνεχή αύξηση των εργασιακών σχέσεων που εμφανίζουν νομικά αξιόλογα στοιχεία αλλοδαπότητας 35. Κατόπιν τούτων, καθίσταται σαφές ότι σε μία ανάληψης συλλογικής δράσης (συμπεριλαμβανομένου και του θεμελιώδους δικαιώματος στην απεργία), θέτοντας παράλληλα, περιορισμούς για την ενάσκηση του δικαιώματος αυτού. βλ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΎΛΟΥ Λ. «Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΕ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΑΙ Ο ΧΑΡΤΗΣ: Η προδρομική σκέψη και η συμβολή του Γιώργου Παπαδημητρίου», ανακτημένο από την ηλεκτρονική διεύθυνση: http://law-constitution.web.auth.gr/lina/files/27.- 2011_prostasia.dikaiomaton_G.Papadimitriou.pdf (15.09.2012). 33 B. Veneziani, «Rights of collective bargaining and action (Article 28)», σε: «European Labour Law and the EU Charter of Fundamental Rights», B. Bercusson (ed.), Nomos, 2006, σ. 291επ., B. Veneziani, «Το δικαίωμα συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών δράσεων (άρθρο 28)», στο: «Ευρωπαϊκό εργατικό δίκαιο και ο Χάρτης θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (συνοπτική έκδοση)), επιμ. Μπ. Μπερκάσον, European Trade Union Institute, Brussels 2003 (μετάφρ. Β. Κούρτης), σ. 55-64 34 ΤΡΑΥΛΟΣ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟΣ Δ., «Εργασιακές σχέσεις με στοιχεία άλλοδαπότητας», ΕΕργΔ 50, σελ. 341. 35 ΚΟΥΚΙΑΔΗΣ Ι., «ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ: Ζητήματα εφαρμοστέου δικαίου και διεθνούς δικαιοδοσίας», ΕΕργΔ 53, σελ. 209 επομ. [13]

περίοδο παγκοσμιοποίησης και εξευρωπαϊσμού ήταν σίγουρο ότι η συλλογική δράση θα γινόταν αντικείμενο μελέτης του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου. Ένα κλασσικό παράδειγμα συλλογικής δράσης με στοιχεία αλλοδαπότητας βάσει των σύγχρονων εργατοδιεθνολογικών σχέσεων είναι η επονομαζόμενη «απεργία διεθνούς αλληλεγγύης» 36, όπως λ.χ. στις υποθέσεις Top Caledonia, Viking και Laval. Με αφετηρία τον έντονο εθνοκεντρισμό του δικαίου της απεργίας 37 και συνακόλουθα, το εύλογο ενδιαφέρον κάθε κράτους για τη ρυθμιστική κατάληψη των απεργιών που εμφανίζουν έναν «έμφυτο δεσμό» (genuine link) με την εργασιακήοικονομική συνταγματική του τάξη, proper law της απεργίας ανεξαρτήτως μορφής, αποτελεί το δίκαιο του τόπου διεξαγωγής της 38. Ο κανόνας αυτός συνδέσεως, ενώ φέρει τα χαρακτηριστικά ενός κλασσικού διμερούς κανόνα 39, λόγω της φύσης του ρυθμιστικού αντικειμένου, οδηγεί μέσω εργατοδιεθνολογικής αξιοποίησης του Συντάγματος, των κανόνων άμεσης εφαρμογής και της επιφύλαξης της δημόσιας τάξης- σε αποτελέσματα παρόμοια με εκείνα των μονομερών κανόνων συγκρούσεων 40. Σύμφωνα με τον ανωτέρω κανόνα συγκρούσεως, η νομιμότητα της απεργίας διεθνούς αλληλεγγύης κρίνεται κατά το δίκαιο της χώρας διεξαγωγής της. Με δεδομένο, όμως, ότι προϋπόθεση νομιμότητας της απεργίας αλληλεγγύης είναι η νομιμότητα της κύριας απεργίας 41, η τελική κρίση της νομιμότητας εξαρτάται από τη διευθέτηση του προδικαστικού ζητήματος, της κρίσης, δηλαδή, της νομιμότητας της κύριας απεργίας από το δίκαιο του locus actus. Πρόκειται για μία νομοτελειακή εργατοδιεθνική συνέπεια της αποδοχής της αρχής του παρεπόμενου από το ουσιαστικό εργατικό δίκαιο της χώρας πραγματοποίησης της απεργίας αλληλεγγύης, που έχει σαν αποτέλεσμα την τελική υπερφαλάγγιση της τυχόν, καταρχήν, ευνοϊκής 36 βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., Απεργίες με στοιχεία αλλοδαπότητας, ό.π., σελ. 301 επομ. με τις εκεί περαιτέρω παραπομπές. 37 βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., Απεργίες με στοιχεία αλλοδαπότητας, ό.π., σελ. 296, Πρβλ. ΒLANPAIN R./ ΚΟΥΚΙΑΔΗΣ Ι., «Το κοινοτικό δίκαιο της εργασίας: Πριν και μετά το Μάαστριχ», Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 75 / για το βασικό εθνοκεντρικό προσανατολισμό του εργατικού δικαίου βλ. ΤΡΑΥΛΟΣ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟΣ Δ., Εργασιακές σχέσεις, ό.π., σελ. 338 επομ. και τις εκεί περαιτέρω παραπομπές. 38 Βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., Η απεργία αλληλεγγύης στις πολυεθνικές επιχειρήσεις, ό.π., σελ. 35 επ. με τις εκεί περαιτέρω παραπομπές. 39 Βλ. μεταξύ άλλων ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ- ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 32. 40 Βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., Η απεργία αλληλεγγύης στις πολυεθνικές επιχειρήσεις, ό.π., σελ.37. 41 βλ. DORSSEMONT F., VAN HOEK A. A.H., ό.π., σελ. 216., και βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., Η απεργία αλληλεγγύης στις πολυεθνικές επιχειρήσεις, ό.π., σελ.37. με τις εκεί περαιτέρω παραπομπές. [14]

για την απεργία αλληλεγγύης αξιολόγησης της απεργίας αυτής, μάλιστα, ακόμη και όταν η κύρια απεργία θα ήταν καθόλα νόμιμη σύμφωνα με το δίκαιο αυτό 42. Επίσης, εμπίπτουν στο πεδίο του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου και περιπτώσεις ανάληψης συλλογικής δράσης, οι οποίες, αν και βάσει του Εργατικού Δικαίου δεν προσλαμβάνουν χαρακτήρα διασυνοριακής διαφοράς, εν τούτοις εμφανίζουν στοιχεία αλλοδαπότητας λόγω της φύσεως των εργατικών σχέσεων. Πρόκειται για τις περιπτώσεις δανεισμού/ απόσπασης μισθωτών 43, όπου το δίκαιο του locus laboris και το εφαρμοστέο δίκαιο επί της σύμβασης εργασίας διαφέρει και συνακολούθως, ανακύπτουν ζητήματα εφαρμοστέου δικαίου επί περιπτώσεων ανάληψης συλλογικής δράσης από εργαζομένους που εμπλέκονται σε «διεθνείς» εργασιακές σχέσεις. Θα εφαρμοστεί, λοιπόν, το δίκαιο του τόπου όπου έλαβε χώρα η συλλογική δράση, ή το δίκαιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις; Με δεδομένο ότι το εφαρμοστέο δίκαιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις των αποσπασμένων εργαζομένων, πιθανόν, να διαφέρει από το δίκαιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις των εγχώριων εργαζομένων, το συνδετικό στοιχείο του locus laboris παρουσιάζει το πλεονέκτημα ότι η συλλογική δράση όλων των εργαζομένων θα διέπεται από ίδιο δικαιϊκό σύστημα. Όμως, όλες οι περιπτώσεις συλλογικής δράσης που εμφανίζουν στοιχεία αλλοδαπότητας, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι περιπτώσεις συλλογικής δράσης, οι οποίες αν και εμφανίζουν στοιχεία αλλοδαπότητας, εν τούτοις δεν προσλαμβάνουν διασυνοριακό χαρακτήρα, υπό το πρίσμα του Εργατικού Δικαίου 44. Απεργιακές κινητοποιήσεις που υποκινούνται από διεθνείς οργανώσεις και λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, δεν υπόκεινται στο πεδίο του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου, αλλά κάθε κράτος μέλος αξιολογεί την νομιμότητα της δράσης που λαμβάνει χώρα εντός της επικράτειας αυτού, βάσει των κανόνων δικαίου που ισχύουν εντός αυτής 45, καθώς είναι απίθανο τα νομικά συστήματα όλων των κρατών μελών που εμπλέκονται, να επιτρέπουν τη συμμετοχή σε τέτοιες συλλογικές κινητοποιήσεις. 42 Για τα προβλήματα που γεννώνται όταν από το δίκαιο της χώρας πραγμάτωσης της κύριας απεργίας είναι εχθρικό προς το δικαίωμα απεργίας και τους μηχανισμούς εκτοπισμού του από το δίκαιο της χώρας πραγμάτωσης της απεργίας αλληλεγγύης βλ. ΤΡΑΥΛΟ- ΤΖΑΝΕΤΑΤΟ Δ., Απεργίες με στοιχεία αλλοδαπότητας, ό.π., σελ. 301 επομ. και τις εκεί περαιτέρω παραπομπές. 43 βλ. εκτενέστερα μεταξύ άλλων ΚΟΥΚΙΑΔΗ I., «ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ: Ζητήματα εφαρμοστέου δικαίου και διεθνούς δικαιοδοσίας», ΕΕργΔ 53, σελ. 209 επομ. 44 βλ. DORSSEMONT F., VAN HOEK A. A.H., ό.π., σελ. 222. 45 βλ. DORSSEMONT F., VAN HOEK A. A.H., ό.π., σελ. 222. [15]

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί, ότι μεγάλος αριθμός συλλογικών δράσεων λαμβάνει χώρα εντός των συνόρων ενός συγκεκριμένου κράτους και δεν ενέχει κάποιο στοιχείο αλλοδαπότητας. Επηρεάζει μόνο τους εργοδότες που δραστηριοποιούνται στην χώρα, όπου έλαβε χώρα η ενέργεια, καθώς μόνο αυτοί υφίστανται τυχόν ζημίες. Θεωρούνται καθαρά εγχώριες διαφορές, αν και επηρεάζουν εργαζόμενους σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη και συνεπώς, εκπίπτουν του πεδίου εφαρμογής του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου 46. 46 βλ. DORSSEMONT F., VAN HOEK A. A.H.,ό.π., σελ. 222. [16]

ΙΙΙ. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις. Η ύπαρξη διαφορών με στοιχεία αλλοδαπότητας συνεπάγεται τη σύνδεση της εκάστοτε διαφοράς με περισσότερες έννομες τάξεις. Η επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου σε μία σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας θεωρείται θέμα ουσιαστικού δικαίου, ενώ η διεθνής δικαιοδοσία, χαρακτηρίζεται δικονομικό ζήτημα 47. Λειτουργικά τα δύο ως άνω θέματα είναι αλληλένδετα, διότι ορισμένες φορές η επιλογή δικαστηρίου σημαίνει και επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου 48. Τούτο δε, καταφαίνεται και από το φαινόμενο του forum shopping, ή άλλως άγρα δικαστηρίου: Όταν, δηλαδή, οι δικονομικοί κανόνες των διαφόρων δικαίων, που λίγο ή πολύ συνδέονται με μία διαφορά, το επιτρέπουν, ο ενδιαφερόμενος επιλέγει το δικαστήριο εκείνο που θα εφαρμόσει τέτοιους κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, ώστε η ουσιαστική λύση να είναι η πλέον ευνοϊκή για τον ίδιο 49. Καθίσταται, λοιπόν, σαφές ότι κάθε ενασχόληση με ζητήματα εφαρμοστέου δικαίου κρίνεται ελλιπής, αν δεν συνυπολογίζει κανείς τα ανακύπτοντα, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, θέματα. Με δεδομένο ότι η ανεύρεση του αρμόδιου δικαστηρίου, όχι μόνο προηγείται χρονικά του εντοπισμού του εφαρμοστέου δικαίου, αλλά είναι και σε θέση να επιδράσει καταλυτικά στο τελικό συμπέρασμα περί εφαρμοστέου δικαίου, κρίνεται σκόπιμη στο σημείο αυτό η σύντομη παρουσίαση των δικαιοδοτικών ζητημάτων, τόσο για συστηματικούς, όσο κυρίως για ουσιαστικούς λόγους. Άλλωστε, η ίδια η νομολογία του ΔΕΚ (νυν ΔΕΕ) έχει καταδείξει ότι συχνά ανακύπτουν ίδια ερμηνευτικά ζητήματα, είτε πρόκειται για προβληματισμό στη βάση της διεθνούς δικαιοδοσίας, είτε στη βάση του εφαρμοστέου δικαίου 50. Το γεγονός αυτό καθίσταται ιδιαίτερα εμφανές κατά την προσπάθεια προσδιορισμού εννοιών που απαντώνται τόσο ως βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας, όσο και ως σύνδεσμοι για την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου 51. Ταυτόχρονα, δεν αποκλείεται η 47 Βλ. εκτενέστερα για τη διεθνή δικαιοδοσία ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 384 επομ. 48 ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 385. 49 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 112. 50 Βλ. λ.χ. την απόφαση DFDS Torline ΔΕΚ 05.02.2004, C-18/02, DFDS Torline A/S, Συλλ 2004, σελ. Ι-01417. 51 Με χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα την έννοια της διαμονής. [17]

αποκρυστάλλωση μίας έννοιας ή ενός όρου, στα πλαίσια ερμηνείας ενός νομικού κειμένου σχετικού με τη διεθνή δικαιοδοσία, να παράσχει χρήσιμα ερμηνευτικά εργαλεία για την προσέγγιση με αντίστοιχο τρόπο της ίδιας έννοιας σε νομικό κείμενο περί εφαρμοστέου δικαίου 52. Μάλιστα, η ανάγκη αυτή αναδεικνύεται εντονότερα όσον αφορά τη θεματική της συλλογικής δράσης, ιδίως αν συνυπολογιστεί ότι η διαμόρφωση του ειδικότερου κανόνα του άρθρ. 9 Κανονισμού 864/2007 υπαγορεύτηκε σε μεγάλο βαθμό από τη νομολογία του ΔΕΕ (απόφαση DFDS Torline) 53, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία σε περίπτωση αναληφθείσας συλλογικής δράσης 54. Έτσι, η ρύθμιση του εφαρμοστέου δικαίου στον τομέα αυτό και η νομοθετική της διαμόρφωση τελεί σε στενή συνάφεια με τα ανακύψαντα δικαιοδοτικά ζητήματα. Β. Βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας. Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαθέτουν δύο συστήματα διεθνούς δικαιοδοσίας: α) τους εθνικούς κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας των κρατών μελών και β) τον Κανονισμό 44/2001 (ΚανΒρ Ι) του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις 55,56. Καθίσταται, λοιπόν, σαφές, ότι, εφόσον πληρούνται οι όροι εφαρμογής του Κανονισμού, η διεθνής δικαιοδοσία για τις περιπτώσεις ζητημάτων εξωσυμβατικής ενοχής από συλλογική δράση με στοιχείο αλλοδαπότητας που εμφανίζονται εντός του ευρωπαϊκού χώρου καθορίζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό 44/2001. Ο ΚανΒρ Ι εφαρμόζεται αποκλειστικά σε «αστικές και εμπορικές» υποθέσεις, εφόσον περιέχουν στοιχείο αλλοδαπότητας και αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής αυτού, όσες εξαιρούνται ρητώς στο πρώτο άρθρο. Η οριοθέτηση της έννοιας «αστικές και εμπορικές υποθέσεις» δεν γίνεται ρητώς από τον Κανονισμό, αλλά πλέον προκρίνεται από το ΔΕΚ (νυν ΔΕΕ) οι χρησιμοποιούμενες στη Σύμβαση των Βρυξελλών έννοιες να ερμηνεύονται με βάση το σύστημα κανόνων και τους στόχους της Συμβάσεως, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή της στα 52 Βλ. DICKINSON A., ό.π,. σελ. 472. 53 Βλ. ό.π. υποσημ. 50. 54 βλ. DICKINSON A., ό.π,. σελ. 472. 55 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ΕΕ L 12 της 16.1.2001. 56 Βλ. ΚΟΥΡΤΗ Β., ό.π., σελ. 157. [18]

κράτη όπου αυτή ισχύει 57, χωρίς, όμως, να παραγκωνίζονται οι γενικές αρχές οι οποίες πηγάζουν από τις εθνικές έννομες τάξεις. Συνεπώς, αστικές αξιώσεις αποζημιώσεως για ζημίες που ανέκυψαν από την άσκηση συλλογικής δράσης εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚανΒρ Ι, ενώ σχετικές ποινικές υποθέσεις, λόγω του δημοσίου χαρακτήρα τους, τίθενται εκτός του πεδίου εφαρμογής του αυτού και διέπονται από τις εθνικές διατάξεις για τη διεθνή δικαιοδοσία. Ο ΚανΒρυξ Ι δεν διαθέτει ειδικές διατάξεις για την ευθύνη λόγω ανάληψης συλλογικής δράσης, όπως συμβαίνει με άλλες κατηγορίες έννομων σχέσεων 58 και συνεπώς, τυγχάνουν εφαρμογής οι γενικές διατάξεις αυτού. Το αρθρ. 2 ΚανΒρ Ι καθιερώνει γενική δωσιδικία, σύμφωνα με την οποία, ο εναγόμενος δωσιδικεί σε δικαστήρια του κράτους της κατοικίας του, εφόσον κατοικεί σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τους όρους των αρθρ. 59 και 60 ΚανΒρ Ι 59. Υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 5 και 6 ΚανΒρ Ι, ο ενάγων έχει τη δυνατότητα να επιλέξει να ασκήσει την αγωγή του και σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., εκτός από εκείνο της κατοικίας του εναγομένου. Ειδικότερα για «ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίες», το αρθρ. 5 σημ. 3 αναγνωρίζει συντρέχουσα ειδική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας «του τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός». Σε σχέση δε με την προγενέστερη Σύμβαση των Βρυξελλών 60, στο σημείο 3 προστέθηκε ότι, προκειμένου, ο εναγόμενος μπορεί να εναχθεί και «ενώπιον του τόπου όπου ενδέχεται να συμβεί» το ζημιογόνο γεγονός. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, και η εμφάνιση περιστατικών χωρίς εμπλοκή στοιχείων των κρατών μελών 61, οπότε δεν χωρεί εφαρμογή του Κανονισμού 44/2001. Στις περιπτώσεις αυτές η δικαιοδοσία θα ρυθμιστεί από τις αντίστοιχες εθνικές διατάξεις, οι οποίες πολύ συχνά είναι όμοιες με αυτές του Κανονισμού. Εν προκειμένω, στην ελληνική έννομη τάξη θα εφαρμοστεί ο ελληνικός Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας. 57 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 421. 58 Όπως οι υποθέσεις ασφαλίσεων (αρθρ. 8-14), οι συμβάσεις καταναλωτών (αρθρ. 15-17) και οι ατομικές συμβάσεις εργασίας (αρθρ. 18-21). 59 ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., «Ζητήματα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου στη Σύμβαση των Βρυξελλών για τη Διεθνή Δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», ΕΕΕυρΔ 10 (1990), σελ. 683 επ. 60 Αρθρ. 5 σημείο 3 ΚανΒρυξ Ι «ως προς ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας, ενώπιον του τόπου όπου συνέβη ή ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός». Στο σημείο αυτό δέον να επισημανθεί ότι εν προκειμένω, δε δύναται η ανταγωγή να απορρέει από την ίδια σύμβαση, διότι πρόκειται για εξωσυμβατική ενοχή. 61 βλ. ILLMER M., σε HUEBER P. (ed.), ό.π., σελ. 282 [19]

Στο σημείο αυτό, δέον να επισημανθεί ότι δε δύναται χωρήσει σωρευτική εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού με τις αντίστοιχες κοινές διατάξεις 62. Αφ ης, λοιπόν, στιγμής η επίδικη περίπτωση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού με βάση το αντικείμενο της διαφοράς και υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι ο εναγόμενος κατοικεί σε κάποιο κράτος μέλος, ο εφαρμοστής του δικαίου δεν μπορεί να προσφύγει στις αντίστοιχες διατάξεις του ΚΠολΔ. Δεδομένου όμως ότι από την άλλη πλευρά ο Κανονισμός δεν αποτελεί πλήρη Κώδικα Ευρωπαϊκής Πολιτικής Δικονομίας, για μία σειρά θεμάτων, ως προς τα οποία δεν υφίσταται ρύθμιση στο κείμενο του Κανονισμού, θα αναγκαστεί να προσφύγει ο Δικαστής και στις εσωτερικές δικονομικές διατάξεις, καθώς, επίσης, και ως προς ορισμένα ζητήματα ευθέως συνδεόμενα με το αντικείμενο ρυθμίσεως του Κανονισμού 63. 1. Η γενική δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου (αρθρ.2 Καν 44/2001). Και στις περιπτώσεις συλλογικής δράσης ισχύει ο γενικός κανόνας για εγκαθίδρυση διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του τόπου κατοικίας του εναγομένου. Το βασικό δίλημμα μεταξύ ιθαγένειας και κατοικίας ως βασικού συνδέσμου διεθνούς δικαιοδοσίας επιλύεται υπέρ της δεύτερης, καθώς προβλέπεται ότι τα πρόσωπα που κατοικούν στο έδαφος κάποιου κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους, όπου κατοικούν, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς τους 64. Η έννοια της κατοικίας και ο καθορισμός εάν υπάρχει κατοικία εναγόμενου στο έδαφος του κράτους-μέλους, στα δικαστήρια του οποίου απευθύνεται ο ενάγων, θα προσδιοριστεί σύμφωνα με τις εσωτερικού δικαίου διατάξεις της lex fori, που ορίζουν πότε αποκτάται κατοικία στο κράτος αυτό (αρθρ. 59 παρ. 1) 65. Ακόμα και αν δεν υφίσταται κατοικία του διαδίκου στο κράτος αυτό, το δικαστήριο θα κρίνει αν ο τελευταίος κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις 62 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 422. 63 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 423. 64 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 423, ΒΡΕΛΛΗΣ ΣΠ., ό.π., σελ. 368. 65 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 423. [20]

εσωτερικού δικαίου του εν λόγω κράτους μέλους (αρθρ. 59 παρ. 2), πράγμα δυσχερές, αλλά απαραίτητο για την ίδια την εφαρμογή του Κανονισμού 66. Με δεδομένο ότι η συλλογική δράση αναλαμβάνεται ως επί το πλείστον από αρμόδια και αντιπροσωπευτικά νομικά όργανα, ενώ είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που μεμονωμένοι φορείς είτε εργαζομένων, είτε εργοδοτών, αναλαμβάνουν τέτοιου είδους δράση, κρίνεται σκόπιμο στο σημείο αυτό να αναφερθούμε στην υπαγωγή των νομικών προσώπων στις διατάξεις του Κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 60 παρ. 1 Κανονισμού 44/2001, για να εφαρμοστεί ο Κανονισμός επί νομικών προσώπων, θα πρέπει να βρίσκεται στο έδαφος κάποιου κράτους μέλους είτε η καταστατική του έδρα, είτε η κεντρική διοίκηση (ταυτίζεται στην ουσία με την πραγματική έδρα του) είτε η κεντρική εγκατάστασή του 67. Πρόκειται για ρύθμιση που απηχεί τη συνεκτίμηση διαφορετικών προβλέψεων στα εθνικά δίκαια, ως προς το κατά πόσο λαμβάνεται υπόψη η πραγματική ή καταστατική έδρα, καθώς το ζήτημα αυτό έχει ιδιαίτερη πρακτική σημασία καθώς, πολύ συχνά η πραγματική διοίκηση του νομικού προσώπου πραγματοποιείται σε άλλη χώρα, από εκείνη που βρίσκεται η έδρα, την οποία ορίζει το καταστατικό. Το θέμα παραμένει ανοικτό εν όψει και της σχετικά πρόσφατης νομολογίας του ΔΕΚ στην υπόθεση Cartesio 68, όπου το Δικαστήριο υπαναχώρησε προς στιγμήν από τη θέση του να αναβαθμίζει τη καταστατική έδρα του νομικού προσώπου. Ως προς τα ισχύοντα στην ελληνική έννομη τάξη, σημειώνεται ότι η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου δέχθηκε ως έδρα του νομικού προσώπου κατ άρθρο 10 ΑΚ την πραγματική έδρα 69. 2. Το άρθρο 6 του Κανονισμού 44/2001. Με το αρθρ. 6 Κανονισμού 44/2001 θεσπίζεται ειδική δικαιοδοτική βάση που προβλέπει ότι είναι δυνατή, επί πολλών εναγομένων, η εναγωγή όλων ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου κάποιος από αυτούς έχει την κατοικία του. Εν προκειμένω, περιθώριο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης διανοίγεται σε περίπτωση 66 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚH Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 424. 67 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 424. 68 ΔΕΚ 16.12.2008, C- 210/06 Cartesio Oktató és Szolgáltató bt, ανακτημένο από την ηλεκτρονική διεύθυνση http://eur-law.eu/el/apophase-dikasteriou-tmema-meizonos-suntheseos-tes-16es- Dekembriou,502635,d (03.11.2012). 69 ΑΠ Ολ. 2/2003 ΝοΒ 2003.1392. [21]

εμπλοκής περισσότερων συνδικαλιστικών οργανώσεων ή ενώσεων που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των εργοδοτών στην αυτή συλλογική δράση. Τούτο λ.χ. συμβαίνει όταν η συλλογική δράση που αναλαμβάνουν εθνικές οργανώσεις είτε εργαζομένων, είτε εργοδοτών, συνεπικουρείται από μία ευρωπαϊκής εμβέλειας οργάνωση. Απεναντίας, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του αρθρ. 6 ΚανΒρυξ Ι, η περίπτωση παράλληλων τοπικών συλλογικών δράσεων και αναφορικά με αξιώσεις κατά ενώσεων ή μεμονωμένων εργαζομένων 70. Συνεπώς, κατά το άρθρο 6, επί πολλών εναγομένων, ένα πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους μπορεί, επίσης, να εναχθεί και ενώπιον δικαστηρίου όπου βρίσκεται η κατοικία ενός από αυτούς, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι υφίσταται τόσο στενή συνάφεια μεταξύ των αγωγών, ώστε να ενδείκνυται να συνεκδικασθούν και να κριθούν συγχρόνως, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος έκδοσης ασυμβίβαστων αποφάσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν από τη χωριστή εκδίκασή τους 71. Από το γράμμα της διάταξης σε συνδυασμό με προγενέστερη απόφαση του ΔΕΚ (νυν ΔΕΕ) 72, καθίσταται σαφές ότι η δωσιδικία της παθητικής ομοδικίας μπορεί να λειτουργήσει μόνο για εναγομένους που κατοικούν στο έδαφος κάποιου κράτους μέλους. Ως προς την ανταγωγή που ενδέχεται να ασκηθεί στα πλαίσια μίας ήδη ασκηθείσας αγωγής για εξωσυμβατική ενοχή από συλλογική δράση, διεθνή δικαιοδοσία έχει το δικαστήριο που εκκρεμεί η αγωγή, εφόσον, φυσικά, η ανταγωγή απορρέει από τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία εδράζεται η κύρια αγωγή. Χάρη στον ενιαίο κανόνα συγκρούσεως του αρθρ. 9 ΚανΡώμη ΙΙ, επί περιπτώσεων συλλογικής δράσης, τυχόν κίνδυνοι για ευδοκίμηση μεθόδων forum shopping που δημιουργεί το αρθρ. 6, ελαχιστοποιούνται, με αποτέλεσμα η επιλογή του ενός ή του άλλου δικαστηρίου να μην έχει ιδιαίτερη σημασία. 70 βλ. ILLMER M., ό.π., σελ. 283. 71 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε. σε ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ- ΑΛΕΞΙΟΥ Α./ΠΑΠΑΣΙΩΠΗ-ΠΑΣΙΑ Ζ./ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗΣ Ε., ό.π., σελ. 432. 72 ΔΕΚ 27.9.1988, 189/87 Καλφέλης, Συλλ.1988, σελ. 5565. [22]

3. Η ειδική δωσιδικία της αδικοπραξίας. Το άρθρο 5 σημ. 3 του Κανονισμού 44/2001. Το αρθρ. 5 σημ. 3 ΚανΒρυξ Ι, θεσπίζει ειδική, συντρέχουσα με τη γενική δωσιδοκία του άρθρου 2, δικαιοδοτική βάση αναφορικά με αξιώσεις απορρέουσες από αδικοπραξία και συγκεκριμένα, τη δωσιδικία του τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός 73. Η διάταξη αυτή, η οποία προϋπήρχε στη Σύμβαση των Βρυξελλών, κατά την επαναδιατύπωση της, εμπλουτίστηκε με μία ενδιαφέρουσα καινοτομία και ειδικότερα, στη νέα αυτή δικαιοδοτική βάση ρητά πλέον υπάγονται και οι αγωγές «προληπτικού χαρακτήρα», με τις οποίες αποσκοπείται η παροχή έννομης προστασίας εν όψει επαπειλούμενης, αλλά όχι ακόμη συντελεσθείσας αδικοπραξίας 74. Στην ειδική δικαιοδοτική βάση του αρθρ. 5 σημ. 3 ΚανΒρυξ Ι, υπάγονται οι «ενοχές εξ αδικοπραξίες ή οιονεί αδικοπραξίας». Το ΔΕΚ (νυν ΔΕΕ) έχει δεχθεί την οριοθέτηση των εννοιών αυτών, όπως και της έννοιας της «διαφοράς εκ συμβάσεως», κατά τρόπο αυτοτελή, ήτοι το Δικαστήριο υιοθέτησε ερμηνεία ανεξάρτητη από το περιεχόμενο που αποδίδουν στις έννοιες αυτές οι εθνικές έννομοι τάξεις των κρατών μελών, αποσκοπώντας στην ομοιόμορφη εφαρμογή τους 75. «Προκειμένου να διασφαλιστεί κατά το μέτρο του δυνατού η ισότητα και η ομοιομορφία που των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη ΣυμΒρυξ για τα συμβαλλόμενα κράτη και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα» 76, το ΔΕΚ (νυν ΔΕΕ) στην υπόθεση Καλφέλης τάχθηκε υπέρ της αυτόνομης ερμηνείας της έννοιας της ενοχής εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας, χωρίς, ωστόσο, να προβεί σε θετική οριοθέτησή της 77. Στο πεδίο εφαρμογής του αρθρ. 5 σημ. 3 εντάσσεται το σύνολο των ενοχών, οι οποίες δεν χαρακτηρίζονται ως συμβατικές. Ο γενικόλογος τρόπος με τον οποίο διαγραμμίζεται η έννοια της αδικοπραξίας στον Κανονισμό, δημιουργεί δυσκολίες στον καθορισμό της έννοιας των αδικοπρακτικών ενοχών, καθώς δε χαράσσονται 73 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε., «Ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας επί διαφορών από σύμβαση και από δικαιοπραξία», Σάκκουλας, Αθήνα Θεσσαλονίκη, 2004, σελ. 169 με τις εκεί περαιτέρω παραπομπές. 74 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε., Ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας, ό.π., σελ. 170. 75 Βλ. ΚΟΥΡΤΗ Β., ό.π., σελ. 123. 76 ΔΕΚ 17.9.2002, C-334/00 Fonderie Officine Meccaniche Tacconi SpA κατά Heinrich Wagner Sinto Maschinenfabrik GmbH (HWS), Συλλ.2002, σελ.ι-07357. 77 ΜΑΚΡΙΔΟΥ Κ., «Ερμηνευτικά ζητήματα της δωσιδοκίας της «αδικοπραξίας» και «οιονεί αδικοπραξίας» του αρθρ. 5 παρ. 3 της Συμβάσεως των Βρυξελλών», Αρμ 44(1990), σελ. 1166 επ. [23]

σαφή όρια μεταξύ των δύο πεδίων 78. Συνεπώς, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο οι κατ ακριβολογία και υπό στενή έννοια αδικοπραξίες, αλλά και οι εν γένει εξωσυμβατικές ενοχές. Υπό τα πλαίσια αυτά, και με δεδομένο ότι το πεδίο εφαρμογής του αρθρ. 9 ΚανΡώμη ΙΙ περιορίζεται σε εξωσυμβατικές ενοχές που απορρέουν από την ανάληψη συλλογικής δράσης και κατά συνέπεια, το αντικείμενο μιας διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου θα είναι η αξίωση για αποκατάσταση της προκληθείσας από πραγματοποιηθείσα ή επικείμενη συλλογική δράση ζημιάς, η συνηθέστερα εμφανιζόμενη και άρα η με μεγαλύτερο πρακτικό αντίκρισμα βάση διεθνούς δικαιοδοσίας θα είναι η προβλεπόμενη στο αρθρ. 5 σημ. 3 του Κανονισμού 44/2001 ειδική δωσιδικία της αδικοπραξίας. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, το άρθρ. 5 σημ. 3 ΚανΒρυξ Ι αναφέρει και καθιερώνει κατ αρχάς τη δωσιδικία του δικαστηρίου του τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός. Θεμέλιο, επομένως, για τη ειδική δικαιοδοτική βάση του αρθρ. 5 σημ. 3 ΚανΒρυξ Ι αποτελεί, σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ, η ύπαρξη ενός ιδιαιτέρως στενού δεσμού μεταξύ της υπό κρίση διαφοράς και δικαστηρίων, άλλων από εκείνα του τόπου κατοικίας των εναγομένων 79. Η εγγενής δυσχέρεια όσον αφορά την εξεύρεση του δικαστηρίου που μπορεί ως forum delicti να επιληφθεί διαφοράς από αδικοπραξία, συνίσταται στον καθορισμό του τόπου όπου συνέβη η γενεσιουργός αιτία της ζημίας και του τόπου όπου επήλθε ή εκδηλώθηκε το ζημιογόνο αποτέλεσμα, όταν οι συνέπειες της αδικοπραξίας εκδηλώνονται σε περισσότερα κράτη 80. Το ΔΕΚ (νυν ΔΕΕ) εξειδίκευσε τον χρησιμοποιούμενο δικαιοδοτικό σύνδεσμο, ήδη από πολύ νωρίς από την εποχή δηλ. που ίσχυε η ΣυμβΒρ 81 -, και κατευθύνθηκε στην αποδοχή ως τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός τόσο του τόπου όπου έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, όσο και του τόπου όπου επήλθε το ζημιογόνο αποτέλεσμα 82. 78 Βλ. ΚΡΕΜΛΗ Γ., σε ΚΕΡΑΜΈΑ Κ./ΚΡΕΜΛΗ Γ./ΤΑΓΑΡΑ Χ., «Η Σύμβαση των Βρυξελλών για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων, όπως ισχύει στην Ελλάδα- Ερμηνεία κατ άρθρο», Αθήνα- Κομοτηνή 1989, σ. 51-52. 79 Βλ. ΚΟΥΡΤΗ Β., ό.π., σελ. 133. 80 Βλ. ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΗ Ε., Ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας, ό.π., σελ. 215. 81 H Σύμβαση Βρυξελλών αντικαταστάθηκε ως γνωστόν με κάποιες βελτιώσεις αλλά με πανομοιότυπη δομή από τον Κανονισμό 44/2001(ο οποίος γι αυτό άλλωστε ονομάζεται Κανονισμός Βρυξέλλες Ι), βλ. αναλυτικότερα ΣΑΧΠΕΚΊΔΟΥ E. «Ειδικά Μαθήματα Δικαίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων» (Πανεπιστημιακές παραδόσεις), Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 122 82 ΔΕΚ 30.11.1976, 21/76 Mines de potasse d Alsace, Συλλ.1976, σελ. 1735 [24]