Περίληψη : Η μονή Στουδίου ιδρύθηκε τον 5ο αιώνα από τον ύπατο Στούδιο, στη συνοικία Ψαμαθιά στην Κωνσταντινούπολη. Από το μοναστικό συγκρότημα σώζονται μόνο ορισμένα χαρακτηριστικά τμήματα της αρχικής τρίκλιτης βασιλικής. Η συμβολή της μονής στη θρησκευτική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της Κωνσταντινούπολης ήταν σημαντική. Χρονολόγηση περί το 450 Γεωγραφικός εντοπισμός Κωνσταντινούπολη Τοπογραφικός εντοπισμός περιοχή Ψαμαθίας 1. Εισαγωγή Η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου «του Στουδίου» ή του «εν τοις Στουδίου» (σε ιδιοκτησία του Στουδίου) ιδρύθηκε τον 5ο αιώνα. Βρισκόταν εντός των θεοδοσιανών τειχών, στη συνοικία Ψαμαθιά (σημερινή Samatya) στην Κωνσταντινούπολη, στη νοτιοδυτική πλευρά της πόλης, κοντά στη Χρυσή Πύλη. Η τρίκλιτη βασιλική, που σώζεται σήμερα χωρίς την οροφή και σε ερειπιώδη κατάσταση, είναι η αρχαιότερη σωζόμενη εκκλησία μέσα στην πόλη και διατηρεί μεγάλο μέρος από την πλούσια αρχική της διακόσμηση. Η μονή έπαιξε σημαντικό ρόλο στη θρησκευτική και πολιτική ζωή της Κωνσταντινούπολης, ιδίως στη διάρκεια της Εικονομαχίας και έπειτα από αυτήν. Το πλέον εξέχον μέλος της μονής ήταν ο Θεόδωρος Στουδίτης (759-826), ο οποίος ήταν ηγούμενος. 2. Ιστορία Η μονή Στουδίου ιδρύθηκε κάποια στιγμή πριν από το 454 (ενδεχομένως το 450) από κάποιον ύπατο και συγκλητικό Στούδιο, για τον οποίο έχουμε λίγες πληροφορίες. 1 Ελάχιστα γνωρίζουμε για τα πρώτα τριακόσια χρόνια της ιστορίας του μοναστηριού. 2 Ο Mango υποστηρίζει ότι η βασιλική χτίστηκε για να στεγάσει την κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, η οποία ανακαλύφθηκε το 453 στην Έμεσα. Το ιερό λείψανο εντούτοις δεν αποκτήθηκε εκείνη την εποχή, και η εκκλησία παραχωρήθηκε στους Ακοιμήτους (οι «ακοίμητοι μοναχοί», οι οποίοι τελούσαν λειτουργίες χωρίς διακοπή) περί το 460. Οι Ακοίμητοι υπηρέτησαν στο μοναστήρι μέχρι τον 8ο αιώνα. Η μονή απέκτησε εξέχουσα θέση την εποχή του περίφημου ηγουμένου της, του Θεοδώρου (759-826). Περί το 798 ο Θεόδωρος κλήθηκε από την αυτοκράτειρα Ειρήνη στην Κωνσταντινούπολη και έγινε ο επικεφαλής της μοναστικής κοινότητας στη μονή Στουδίου, που είχε εντωμεταξύ περιέλθει σε κατάσταση παρακμής. Ο Θεόδωρος υποστήριξε την ανεξαρτησία των μοναστηριών και αντιτάχθηκε στην αυτοκρατορική επέμβαση. Αντιτάχθηκε στην αυλή σε θέματα, όπως η περί μοιχείας έριδα και η Εικονομαχία, και εξορίστηκε δύο φορές. Πέθανε στην Πρίγκηπο το 826 και το λείψανό του μεταφέρθηκε στη μονή Στουδίου το 844. Η Διαθήκη 3 του Θεοδώρου κι ένα Τυπικό 4 για τη μονή του αποδείχθηκαν εξίσου σημαντικά ως προς την επιρροή τους στο βυζαντινό μοναχισμό μέχρι το 12ο αιώνα. Οι μεταρρυθμίσεις της λειτουργίας που εγκαινιάστηκαν στη μονή Στουδίου οδήγησαν στην επικράτηση του μοναστικού λειτουργικού τυπικού έναντι του τυπικού της Μεγάλης Εκκλησίας. Αυτή ήταν η Στουδιτική σύνθεση. 5 Μετά το 10ο αιώνα η μονή άλλαξε στάση και υποστήριζε τα συμφέροντα του παλατιού. Μετά την κατάκτηση από τους σταυροφόρους το 1204 η μονή Στουδίου εγκαταλείφθηκε. Επανιδρύθηκε το 1293 από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, αδελφό του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β, και λειτούργησε μέχρι το 1453. Μετά την οθωμανική κατάκτηση μετατράπηκε σε τζαμί. Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 1/8
3. Αρχιτεκτονική Παρά τη σπουδαιότητα της μονής Στουδίου για την ιστορία της πρώιμης βυζαντινής αρχιτεκτονικής, δε μελετήθηκε ενδελεχώς το μνημείο. Το Ρωσικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο μελέτησε το μνημείο στα 1907-1909, οπότε το κτήριο καθαρίστηκε, ανασκάφηκε μια κρύπτη κάτω από το ιερό και αποκαλύφθηκε ένα μαρμαροθετημένο δάπεδο, ενδεχομένως της Μέσης Βυζαντινής περιόδου, μαζί με ταφές στο νότιο κλίτος. 6 Εξαιτίας πολιτικών περιπλοκών, η έρευνα αυτή δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι Ebersolt, 7 Van Millingen, 8 Peschlow 9 και κυρίως ο Mathews 10 επίσης μελέτησαν το κτήριο, συνεισφέροντας στην έρευνα με πολύτιμες παρατηρήσεις και αναπαραστάσεις. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, η βασιλική του Στουδίου παραμελήθηκε αλλά και αναστηλώθηκε με υπερβολικό ζήλο. Η πρόσβαση στο χώρο απαγορεύεται σήμερα. Από τα αρχικά κτίσματα της μονής Στουδίου σώζεται σήμερα μόνο η κεντρική εκκλησία μαζί με μια δεξαμενή που βρίσκεται στα νοτιοανατολικά του κτηρίου. Ο Gourlay αναφέρει επίσης κάποιο δίστυλο παρεκκλήσιο στην περιοχή, από τα μέσα της Υστεροβυζαντινής περιόδου, το οποίο έκτοτε εξαφανίστηκε. 11 Ο κυρίως ναός είναι μια κομψή τρίκλιτη βασιλική, διαστάσεων περ. 27 x 26 μ., της οποίας προηγείται ένα ευρύχωρο αίθριο παρόμοιων διαστάσεων. Από αυτό το τελευταίο σώζονται μόνο κάποια ερείπια της ανατολικής κιονοστοιχίας, που προεκτεινόταν ως νάρθηκας, μαζί με μέρος του βόρειου εξωτερικού τοίχου. Το αίθριο ήταν τετράγωνο και, κρίνοντας από το βόρειο τοίχο, η πρόσβαση σε αυτό γινόταν μέσω των πολυθύρων που υπήρχαν σε κάθε πλευρά. Οι πηγές αναφέρουν την ύπαρξη σιντριβανιού, που πιθανότατα βρισκόταν στο μέσο του αύλειου χώρου. Πέντε θύρες βρίσκονταν στο δυτικό τοίχο της βασιλικής, τρεις εκ των οποίων οδηγούσαν στο κεντρικό κλίτος και δύο στα πλευρικά κλίτη. Επιπλέον είσοδοι υπήρχαν σε όλες τις πλευρές του ναού, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων στην ανατολική πλευρά. Στο εσωτερικό του ναού αξιοσημείωτα είναι τα ανοίγματα. 12 Δύο κιονοστοιχίες χώριζαν το κυρίως κλίτος από τα δύο πλευρικά από αυτές σώζεται μόνο η βόρεια, η οποία είναι φτιαγμένη από επτά θαυμάσιους κίονες από θεσσαλικό μάρμαρο. Η βασιλική είχε αρχικά υπερώο που εκτεινόταν πάνω από το νάρθηκα και τα πλάγια κλίτη. Ήταν προσβάσιμο μέσω κλιμακοστασίων που βρίσκονταν στο εξωτερικό του κτηρίου. 13 Το φράγμα πρεσβυτερίου ακολουθούσε την παραδοσιακή διάταξη σε σχήμα π, που προεκτεινόταν στο κεντρικό κλίτος. Στην αψίδα υπήρχε ένα σύνθρονο, αν και η ακριβής μορφή του δε μας είναι γνωστή. 14 Μια σταυρόσχημη κρύπτη βρισκόταν στη χορδή της αψίδας, τα σκαλοπάτια για την οποία βρίσκονταν στα ανατολικά. Η Αγία Τράπεζα βρισκόταν κατά πάσα πιθανότητα τοποθετημένη πάνω στην κρύπτη, όπου πιθανόν ήταν τοποθετημένα κάποια από τα πολυάριθμα ιερά λείψανα που διέθετε η μονή. 4. Διάκοσμος Μεγάλο μέρος της αρχικής πλούσιας διακόσμησης του ναού, που περιγράφεται από τους επισκέπτες του Μεσαίωνα, έχει χαθεί. 15 Ο Θεόδωρος Στουδίτης αφιέρωσε μια σειρά από επιγράμματα σε εικόνες αγίων, όπως ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ο Ευθύμιος, ο Δαλμάτιος και άλλοι, οι οποίες βρίσκονταν μέσα στη βασιλική. 16 Αυτά καταστράφηκαν κατά πάσα πιθανότητα στη δεύτερη φάση της Εικονομαχίας. Ο ποιητής του 10ου αιώνα Ιωάννης Γεωμέτρης παραδίδει μια εκτενή περιγραφή του κτηρίου σε έμμετρο λόγο, όπου περιγράφει, με σχετική ασάφεια, τη διακόσμηση της αψίδας. 17 Αυτή περιλάμβανε ένα Χριστό εν δόξη ένθρονο, πλαισιωμένο από τη Θεοτόκο, και τον άγιο Ιωάννη το Βαπτιστή. Ο Woodfin έχει χρονολογήσει με πειστική επιχειρηματολογία τη σύνθεση αυτή στους Μέσους Βυζαντινούς χρόνους. 18 Ένα αποσπασματικά σωζόμενο ψηφιδωτό, που απεικονίζει το πρόσωπο της Θεοτόκου και βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα, έχει εξακριβωθεί ότι προέρχεται από τη μονή Στουδίου. Τα μαρμαροθετήματα του δαπέδου βρίσκονται σήμερα σε κακή κατάσταση. Επρόκειτο για σκηνές εμπνευσμένες από θέματα Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 2/8
της κλασικής αρχαιότητας, όπως ο Ορφέας, ο Βελλεροφόντης και η Χίμαιρα, ενώ απεικονίζονταν και αετοί και γρύπες. Το δάπεδο χρονολογείται τον 5ο αιώνα 19 και στην Παλαιολόγεια περίοδο. 20 Ο Megaw υποστηρίζει ότι, ως προς την τεχνική κατασκευής και την εικονογραφία, το δάπεδο παρουσιάζει ομοιότητες με τα μαρμαροθετήματα του δαπέδου στο νότιο ναό της μονής Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη (πρώτο μισό 12ου αιώνα) και αποτελούσε μέρος της εκ νέου διακόσμησης του κτηρίου από τον Ισαάκ Κομνηνό, που έγινε μετά το 1059. 21 Το κτήριο διασώζει μεγάλα τμήματα του αρχικού γλυπτού διακόσμου του, όπως κιονόκρανα, θριγκούς, ορθομαρμαρώσεις, πλαίσια θυρών και παραθύρων πρόκειται για γλυπτική εξαιρετικής ποιότητας. 22 5. Παρεκκλήσια και ιερά λείψανα Στη μονή περιλαμβάνονταν αρκετά παρεκκλήσια. 23 Η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (που αποκτήθηκε τελικά το 10ο αιώνα) βρισκόταν στο παρεκκλήσιο στα δεξιά του κυρίως ναού. Υπάρχουν επίσης αναφορές για ένα παρεκκλήσιο αφιερωμένο στη Θεοτόκο, το οποίο κοσμούνταν με ψηφιδωτά, και για ένα άλλο αφιερωμένο στον άγιο Γεώργιο, όπου τάφηκε ο άγιος Βλάσιος του Αμορίου. Ο Πλάτων Σακκουδίωνος, ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο αδελφός του Ιωσήφ, ο διάδοχος του Θεοδώρου Ναυκράτιος και ο Νικόλαος Στουδίτης ετάφησαν στο παρεκκλήσιο των Σαράντα Μαρτύρων, που βρισκόταν στη δεξιά πλευρά της βασιλικής. Επιπλέον, η μονή διέθετε λείψανα του προφήτη Ζαχαρία, του αγίου Βαβύλα και άλλων. Κάποια από τα ιερά λείψανα φαίνεται ότι χάθηκαν μετά το 1204. 1. Mango, C., The date of the Studius Basilica at Istanbul, Byzantine and Modern Greek Studies 4 (1978), σελ. 115-122. Η χρονολόγηση στο έτος 450 προτάθηκε από τον Peschlow, βάσει των παρατηρήσεών του πάνω στα σφραγίσματα των οπτοπλίνθων από τον αρχαιολογικό χώρο, βλ. Peschlow, U., Die Johanneskirche des Studios in Istanbul, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 32 (1982), σελ. 429-434. 2. Για την ιστορία του μοναστηριού, βλ. Janin, R., La géographie ecclésiastique de l'empire byzantin I: Le siège Constantinople et le patriarcat oecuménique 3: Les églises et les monastères 2 (Paris 1969), σελ. 430-440 επίσης 3. Theodore Studites: Testament of Theodore Studites for the Monastery of St. John Stoudios in Constantinople, στο Thomas, J. Constantinides Hero, A. (επιμ.), Byzantine Monastic Foundation Documents. A complete translation of the surviving Founders' Typika and Testaments 1 (Washington D.C. 2000), σελ. 67-70, με βιβλιογραφία. 3. Patrologia Graeca 99, στήλ. 1813-1824 και σε αγγλική μετάφραση 3. Theodore Studites: Testament of Theodore Studites for the Monastery of St. John Stoudios in Constantinople, στο Thomas, J. Constantinides Hero, A. (επιμ.), Byzantine Monastic Foundation Documents. A complete translation of the surviving Founders' Typika and Testaments 1 (Washington D.C. 2000), σελ. 67-83. 4. Dmitrievsky, A., Opisanie liturgicheskikh rykopisei 1: Typika 1 (Kiev 1895), σελ. 224-238 (αποκατάσταση Α) Mai, A. Cozza-Luzi, J., Nova patrum bibliotheca 5 (Rome 1849), σελ. 111-125 (αποκατάσταση Β) πρβλ. Patrologia Graeca 99, στήλ. 1704-1720 και η αγγλική μετάφραση 4. Stoudios: Rule of the Monastery of St. John Stoudios in Constantinople, στο Thomas, J. Constantinides Hero, A. (επιμ.), Byzantine Monastic Foundation Documents. A complete translation of the surviving Founders' Typika and Testaments 1 (Washington D.C. 2000), σελ. 84-119. 5. Κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο (1261-1453), η Στουδιτική λειτουργία αντικαταστάθηκε από τη Νεο-Σαββαϊτική (μια επανεπεξεργασία του στουδιτικού λειτουργικού τυπικού από τις παλαιστινιακές μοναστικές κοινότητες που ακολουθούσαν το τυπικό της Λαύρας του Αγίου Σάββα), στην αθωνική του εκδοχή, βλ. Taft, R., The Byzantine Rite. A Short History (Collegeville 1992), σελ. 52-66. 6. Panchenko, B., Ha. Ioannes Studios, Izvestija Russkogo Arheologičeskogo Instituta 14 (1909), σελ. 136-152 ό.π., 15 (1911), σελ. 250-257 ό.π., 16 (1912), σελ. 1-359. 7. Ebersolt, J. Thiers, A., Les églises de Constantinople (Paris 1913), σελ. 3-18. 8. Van Millingen, A., Byzantine Churches in Constantinople. Their History and Architecture (London 1912), σελ. 35-61. 9. Peschlow, U., Die Johanneskirche des Studios in Istanbul, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 32 (1982), σελ. 429-434. Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 3/8
10. Mathews, T.F., The Early Churches of Constantinople. Architecture and Liturgy (Pennsylvania London 1971), σελ. 19-27. 11. Gourlay, C., Minor Churches of Constantinople, Journal of the Royal Institute of British Architects 14 (1907), σελ. 637-649. 12. Ενδέχεται πάντως τα ανοίγματα μεταξύ των πλευρικών και του κεντρικού κλίτους να ήταν φραγμένα, βλ. Peschlow, U., Dividing Interior Space in Early Byzantine Churches: The Barriers between the Nave and Aisles, στο Gerstel, S.E.J. (επιμ.), Thresholds of the Sacred: Architectural, Art Historical, Liturgical, and Theological Perspectives on Religious Screens, East and West (Washington D.C. 2006), σελ. 55. 13. Mathews, T.F., The Early Churches of Constantinople. Architecture and Liturgy (Pennsylvania London 1971), σελ. 23. 14. Mathews, T.F., The Early Churches of Constantinople. Architecture and Liturgy (Pennsylvania London 1971), σελ. 23-27. 15. De Clavijo, R.G., Embassy to Tamerlane, 1403-1406, Le Strange, G. (επιμ. μτφρ.), (New York 1928), σελ. 68 Majeska, G., Russian Travelers to Constantinople in the Fourteenth and Fifteenth Centuries (Washington D.C. 1984), σελ. 40. 16. Θεόδωρος Στουδίτης, Ίαμβοι εις διαφόρους υποθέσεις, Patrologia Graeca 99, στήλ. 1797-1801 Speck, P., Ein Heiligenbilderzyklus im Studios- Kloster um das Jahr 800, Actes du XIIe Congrès international d études byzantines III (Belgrade 1964), σελ. 333-344. 17. Ιωάννης Γεωμέτρης, Εις τον ναόν, Cramer, J.A., (επιμ.), Anecdota graeca e codd. manuscriptis bibliothecae regiae parisiensis IV (Oxford 1841, ανατ. Hildesheim 1977), σελ. 306-307 [= Patrologia Graeca 106, στήλ. 942B-944B]. 18. Woodfin, W., A Majestas Domini in Middle-Byzantine Constantinople, Cahiers Archéologiques 51 (2003-2004), σελ. 45-54. 19. Panchenko, B., Ha. Ioannes Studios, Izvestija Russkogo Arheologičeskogo Instituta 15 (1911), σελ. 255. 20. Schweinfurth, P., Ein Mosaik aus der Komnenenzeit in Istanbul, Belleten 17 (1953), σελ. 496 Schweinfurth, P., Der Mosaikfussboden der Komnenischen Pantokratorkirche in Istanbul, Jahrbuch des Deutschen Archäologischen Instituts 69 (1954), σελ. 255. 21. Megaw, A.H.S., Notes on Recent Work of the Byzantine Institute in Istanbul, Dumbarton Oaks Papers 17 (1963), σελ. 399. 22. Kautzsch, R., Kapitellstudien (Berlin Leipzig 1936), σελ. 131, 135-136, 167 Deichmann, F.W., Studien zur Architektur Konstantinopels (Baden Baden 1956), σελ. 56-108. 23. Janin, R., La géographie ecclésiastique de l empire byzantin I: Le siège Constantinople et le patriarcat oecuménique 3: Les églises et les monastères 2 (Paris 1969), σελ. 434-435, 439. Βιβλιογραφία : Θεοφάνης, Χρονογραφία, de Boor, C. (ed.), Theophanis Chronographia, Leipzig 1883 Janin R., La géographie ecclésiastique de l empire byzantin, Ι. Le Siège de Constantinople et le Patriarcat Oecuménique 3: Les églises et les monastères, 2, Paris 1969 Ebersolt J., Thiers A., Les Églises de Constantinople, Paris 1913 Mathews T.F., The Byzantine Churches of Istanbul. A Photographic Survey, University Park London 1976 Van Millingen A., Byzantine Churches in Constantinople, Their History and Architecture, London 1912, Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 4/8
repr. 1974 Mathews T.F., The Early Churches of Constantinople. Architecture and Liturgy, University Park, Pennsylvania London 1971 Ελληνική Ανθολογία, Beckby, H. (ed.), Anthologia Graeca, 1-4, München 1965-1968 Gourlay C., "Minor Churches of Constantinople", Journal of the Royal Institut of British Architects, 14, Aug. 1907, 637-649 Mango C., "The Date of the Studius Basilica at Istanbul", Byzantine and Modern Greek Studies, 4, 1978, 115-122 Panchenko Β., "Ha. Ioannes Studios", Izvestija Russkogo Arheologičeskogo Instituta, 14, 1909, 136-152 Panchenko Β., "Ha. Ioannes Studios", Izvestija Russkogo Arheologičeskogo Instituta, 15, 1911, 250-257 Panchenko Β., "Ha. Ioannes Studios", Izvestija Russkogo Arheologičeskogo Instituta, 16, 1912, 1-359 Peschlow U., "Die Johanneskirche des Studios in Istanbul", Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik, 32, 1982, 429-434 Speck P., "Ein Heiligenbilderzyklus im Studios-Kloster um das Jahr 800", Actes du XIIe Congrès international d études byzantines III, Belgrade 1964, 333-344 Woodfin W.T., "A Majestas Domini in Middle-Byzantine Constantinople", Cahiers Archéologiques, 51, 2003-2004, 45-54 Θεόδωρος Αναγνώστης, Εκκλησιαστική Ιστορία, Hansen, G.C. (ed.), Theodoros Anagnostes. Kirchengeschichte, Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten Jahrhunderte 54, Berlin 1971 Ιωάννης Γεωμέτρης, Carmina Varia, Cramer J.A. (ed.), Anecdota graeca e codd. manuscriptis bibliothecae regiae parisiensis IV, Oxford 1841; repr. 1977 Δικτυογραφία : Hag. Ioannes Prodromos en tois Stoudiou http://www.nyu.edu/gsas/dept/fineart/html/byzantine/index.htm?http&&&www.nyu.edu/gsas/dept/fineart/html/byzantine/15.htm Monastery of St John of Stoudios http://www.byzantium1200.com/studion.html Stoudios: Rule of the Monastery of St. John Stoudios in Constantinople http://www.doaks.org/publications/doaks_online_publications/typikapdf/typ010.pdf Theodore Studites: Testament of Theodore the Studite for the Monastery of St. John Stoudios in Constantinople http://www.doaks.org/publications/doaks_online_publications/typikapdf/typ009.pdf Γλωσσάριo : άτριο ή αίθριο, το 1. Αρχαιότητα: Ο εσωτερικός ελεύθερος χώρος (αυλή) ενός κτηρίου που σε όλες τις πλευρές του περιβάλλεται από κιονοστοιχίες. 2. Βυζάντιο: Το προαύλιο μιας εκκλησίας στην παλαιοχριστιανική, βυζαντινή και μεσαιωνική εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Κατά κανόνα περιβαλλόταν από τέσσερις κιονοστήρικτες στοές (τετράστωο, quadriporticus). αψίδα, η Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 5/8
Γενικά, καμπύλη ή τοξοειδής απόληξη ή διαμόρφωση τοίχου. Επίσης, τοξοειδής κατασκευή μνημειακού ή μη χαρακτήρα. Στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, αψίδα ονομάζεται η κόγχη του Ιερού Βήματος, η κάτοψη της οποίας μπορεί να είναι ημικυκλική, πεταλόμορφη, ορθογώνια ή και πολυγωνική εξωτερικά. Η αψίδα συνήθως προεξέχει στο ανατολικό άκρο του ναού. Στο εσωτερικό χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο. Αψίδες που εξέχουν ανατολικά του ναού μπορούσαν να έχουν και τα διαμερίσματα εκατέρωθεν του Ιερού (παραβήματα), συνήθως μικρότερες από την κεντρική αψίδα. έριδα της μοιχείας, η Η «έριδα της μοιχείας» προκλήθηκε το 795, όταν ο Κωνσταντίνος ΣΤ απομάκρυνε τη σύζυγό του Μαρία και παντρεύτηκε την ερωμένη του Θεοδότη. Ο πατριάρχης Ταράσιος δεν εμπόδισε το γάμο, όμως η αδιάλλακτη μοναστική παράταξη των ζηλωτών τον καταδίκασε ως μοιχεία. Η σύγκρουση που προκλήθηκε αποτελεί μια εκδήλωση της αντίθεσης ανάμεσα στους μοναστικούς κύκλους των ζηλωτών και την εκκλησιαστική και πολιτική ηγεσία, η οποία χαρακτήριζε τη θρησκευτική ζωή κατά τη διάρκεια και μετά την Εικονομαχία. θριγκός, ο Το τμήμα του οικοδομήματος πάνω από το επίπεδο των κιόνων. Αποτελείται από το επιστύλιο, τη ζωφόρο (ή τρίγλυφα και μετόπες στο δωρικό ρυθμό) και το γείσο. κλίτος, το Επιμήκης χώρος στο εσωτερικό κτηρίου ή ναού που δημιουργείται από την ύπαρξη κιονοστοιχίας. μαρμαροθέτημα, το (opus sectile) Τεχνική εντοίχιας ή επιδαπέδιας διακόσμησης. Προκύπτει από έγκοπτη εργασία ή συναρμογή μαρμάρινων ή λίθινων πλακών μικρού πάχους, έτσι ώστε να αποδίδεται κάποιο διακοσμητικό μοτίβο. Όταν χρησιμοποιείται γυαλί, ονομάζεται υαλοθέτημα. νάρθηκας, ο Στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική νάρθηκας ονομάζεται ο εγκάρσιος προθάλαμος στη δυτική πλευρά ενός ναού. Σε αυτόν παρέμεναν οι κατηχούμενοι και εκεί εκτελούνταν ορισμένες πράξεις της λειτουργίας. Ο προθάλαμος τοποθετείται μπροστά από το μεσαίο και τα πλάγια κλίτη ως εσωνάρθηκας ή μπροστά από την πρόσοψη της εκκλησίας ως εξωνάρθηκας. O εξωνάρθηκας μπορεί να έχει τη μορφή ανοιχτής κιονοστήρικτης στοάς. ορθομαρμάρωση, η Η επένδυση των τοίχων ενός ναού με μαρμάρινες πλάκες. Η επένδυση ξεκινούσε από το δάπεδο και έφτανε έως το ύψος της γένεσης των τόξων. σύνθρονο, το Διάταξη από μια σειρά υπερκείμενων εδράνων, ημικυκλικά τοποθετημένων κατά την εσωτερική περίμετρο της αψίδας του ναού (θυμίζουν μικρό κοίλο θεάτρου), στα οποία κάθονταν οι ιερείς κατά τη διάρκεια των ιεροπραξιών, όταν δε συμμετείχαν στα δρώμενα. Στο κέντρο του ανώτερου εδράνου υπήρχε συνήθως μαρμάρινος θρόνος, όπου καθόταν ο επίσκοπος (όταν ήταν παρών) ή, ενδεχομένως, ο ηγούμενος (όταν επρόκειτο για μοναστηριακό ναό). τρίκλιτη βασιλική, η Δρομικός (επιμήκης) τύπος ναού που υποδιαιρείται εσωτερικά σε τρία κλίτη: το μεσαίο και δύο πλάγια. Συχνά το μεσαίο κλίτος φωτίζεται από έναν υπερυψωμένο φωταγωγό. Κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο χαρακτηρίζεται από τις μεγάλες διαστάσεις του. ύπατος, ο (consul) Αξιωματούχος του ρωμαϊκού κράτους. Την περίοδο της Δημοκρατίας ήταν το ανώτατο πολιτικό και στρατιωτικό αξίωμα της πολιτείας, ενώ κάθε χρόνο εκλέγονταν δύο ύπατοι. Το υπατικό αξίωμα επιβίωσε και στην Αυτοκρατορική περίοδο με τιμητικό πλέον χαρακτήρα, καθώς και στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο. Μετά τον 6ο αιώνα η θέση του υπάτου στη βυζαντινή αυλική ιεραρχία ήταν χαμηλή, μόλις ανώτερη του σπαθαρίου, αλλά το 10ο αιώνα εμφανίζεται και πάλι ως αξίωμα, πιθανώς με δικαστικές αρμοδιότητες. Ο τίτλος του υπάτου παύει να χρησιμοποιείται μετά το 12ο αιώνα. υπερώο, το Το υπερώο (ή γυναικωνίτης) είναι το ανώτερο διαμέρισμα του ναού πάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα, από όπου παρακολουθούσαν τη λειτουργία τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας τη Βυζαντινή περίοδο οπότε το «αυτοκρατορικό θεωρείο» είχε ειδική είσοδο και τη Νεότερη περίοδο οι γυναίκες. φράγμα του πρεσβυτερίου, το Χαμηλό διαχωριστικό ανάμεσα στο Ιερό Βήμα και τον κυρίως ναό. Αρχικά είχε τη μορφή κιγκλιδώματος και αργότερα έγινε λίθινο ή μαρμάρινο. Συναντάται κατά κανόνα την Παλαιοχριστιανική εποχή. Στην κάτοψη είναι ευθύ ή σε σχήμα Π. Αποτελείται από κιονίσκους ή πεσσίσκους και ανάμεσα έχει πλάκες, τα θωράκια. Σταυροί και φυτικά μοτίβα είναι η συνήθης ανάγλυφη διακόσμηση του φράγματος. Χριστός εν δόξη, ο (λατ. Majestas Domini). Παράσταση του Χριστού που συνδυάζει στοιχεία από αποκαλυπτικά και προφητικά οράματα. Ο Χριστός εικονίζεται καθισμένος σε ουράνιο τόξο ή σε θρόνο, με υψωμένο το δεξί χέρι και κρατώντας κώδικα Ευαγγελίου στο αριστερό. Περιβάλλεται από δόξα από την οποία προβάλλουν τα τέσσερα σύμβολα των ευαγγελιστών, πολυόμματα, τροχοί και άγγελοι. Πηγές Anthologia Palatina I. 4, Beckby, Η. (επιμ.), Anthologia Graeca 2 1 (Munich 1965), σελ. 122. Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 6/8
Adler, Α. (επιμ.), Suda 4, Σ 1147 (Leipzig 1935), σελ. 438. Θεόδωρος Στουδίτης, Ίαμβοι εις διαφόρους υποθέσεις, Patrologia cursus completus, series graeca 99, στήλ. 1797 1801. Θεόδωρος Στουδίτης, Διαθήκη, Patrologia cursus completus, series graeca 99, στήλ. 1813 1824 Miller, Τ. (αγγλ. μτφρ.), Theodore Studites: Testament of Theodore Studites for the Monastery of St. John Stoudios in Constantinople, στο Thomas, J. Constantinides Hero, A. (επιμ.), Byzantine Monastic Foundation Documents. A complete translation of the surviving Foundersʹ Typika and Testaments 1 (Washington D.C. 2000), σελ. 67 83. Υποτύπωσις καταστάσεως της μονής του Στουδίου, Dmitrievsky, Α. (επιμ.), Opisanie liturgicheskikh rykopisei 1: Typika 1 (Kiev 1895), σελ. 224 238 (αποκατάσταση A) Mai, A. Cozza Luzi, J., Nova patrum bibliotheca 5 (Rome 1849), σελ. 111 125 (αποκατάσταση B) πρβλ. Patrologia cursus completus, series graeca 99, στήλ. 1704 1720 Miller, Τ. (αγγλ. μτφρ.), Stoudios: Rule of the Monastery of St. John Stoudios in Constantinople, στο Thomas, J. Constantinides Hero, A. (επιμ.), Byzantine Monastic Foundation Documents. A complete translation of the surviving Foundersʹ Typika and Testaments 1 (Washington D.C. 2000), σελ. 84 119. Ιωάννης Γεωμέτρης, Εις τον ναόν, Cramer, J.A. (επιμ.), Anecdota graeca e codd. manuscriptis bibliothecae regiae parisiensis IV (Oxford 1841, ανατ. Hildesheim 1977), σελ. 306 307 [= Patrologia cursus completus, series graeca 106, στήλ. 942 944]. Θεοφάνης, Χρονογραφία, de Boor, C. (επιμ.), Theophanis chronographia 1 (Leipzig 1883, ανατ. Hildesheim 1963), σελ. 113. Θεόδωρος Αναγνώστης, Εκκλησιαστική Ιστορία II.384, Hansen, G.C. (επιμ.), Theodoros Anagnostes. Kirchengeschichte (Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten Jahrhunderte 54, Berlin 1971), σελ. 108. De Clavijo, R.G., Embassy to Tamerlane, 1403 1406, Le Strange, G. (επιμ. μτφρ.), (New York 1928), σελ. 68. Παραθέματα Ο Ιωάννης Στούδιος δωρητής της βασιλικής Στουδίου (4.) Εἰς τὸν ναὸν τοῦ Προδρόμου ἐν τοῖς Στουδίου Τοῦτον Ἰωάννῃ, Χριστοῦ μεγάλῳ θεράποντι, Στούδιος ἀγλαὸν οἶκον ἐδείματο καρπαλίμως δὲ τῶν κάμεν εὕρετο μισθόν, ἑλὼν ὑπατηίδα ῥάβδον. Anthologia Palatina I. 4, Beckby, Η., (επιμ.), Anthologia Graeca 1 (Munich 1965), σελ. 122. Στούδιος, δυνάστης ὃς καὶ τὴν περιβόητον μονὴν ἔκτισε. ὅτι ἡ τῶν Στουδιτῶν μονὴ πρότερον καθολικῆς ἐκκλησίας, ὕστερον δὲ μετῆλθεν εἰς μονήν. Adler, A. (επιμ.), Suda 4, Σ 1147 (Leipzig 1935), σελ. 438. Έκφραση του ψηφιδωτού της Majestas Domini στην αψίδα της βασιλικής Στουδίου από τον Ιωάννη Γεωμέτρη Εἰ δὲ πρὸς αὐτοὺς οὐρανοῦ τοὺς ἀστέρας, Ἢ σφαῖραν αὐτὴν τοῦ πόλου ποθεῖς βλέπειν, Τεῖνον σὸν ὄμμα τμῆμα δὲ σφαίρας βλέπε Ἄνωθεν χρυσοῦν, φῶς ἀπαστράπτον μέγα Οὖ συνδραμοῦσα πᾶσα χροιὰ ψηφίδων, Ὦς εἴπερ ἦν τὸ σύμπαν οὐρανοῦ πλάτος Πάγχρους τις ἀστὴρ εἶς ἔρωτα τῶν ἄνω, Καὶ τὸν νοητὸν κόσμον ἐν τύπῳ βλέπε. Χριστὸς μὲν οὗτος, οὗ θρόνος λαμπρὸς πόλος. Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 7/8
Αὕτη δὲ Μήτηρ, ἧς μόνης ἁγνῆς Τόκος. Οὗτος δὲ λύχνος, οὗ λόγος φῶς, καὶ τρόπος. Οὗτοι δὲ φλόξ, νοῦς, πνεῦμα, φῶς, πῦρ Ἐῶ Σεραφὶμ τάγματα μυριομμάτων, Ἐῶ Χερουβὶμ ἁρμα τῶν φλογοτρόφων Καὶ τἆλλα φρικτὰ, καὶ λέγειν τε καὶ βλέπειν. Ιωάννης Γεωμέτρης, Εις τον ναόν, Cramer, J.A. (επιμ.), Anecdota graeca e codd. manuscriptis bibliothecae regiae parisiensis IV (Oxford 1841, ανατ. Hildesheim 1977), σελ. 307. Δημιουργήθηκε στις 20/6/2017 Σελίδα 8/8