ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 1999 Επιτροπή Προϋπολογισµών 2004 10 Φεβρουαρίου 2003 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ σχετικά µε τη δηµοσιονοµική κατάσταση των κοινοτικών πρωτοβουλιών Επιτροπή Προϋπολογισµών Συντάκτες: Giovanni Pittella και Jan Mulder DT\486602.doc PE 325.492
1. Με το παρόν έγγραφο εργασίας, οι συντάκτες επιθυµούν να επιστήσουν την προσοχή των µελών της Επιτροπής Προϋπολογισµών στα ζητήµατα που συνδέονται µε την εκτέλεση του προϋπολογισµού των κοινοτικών πρωτοβουλιών, ένα από τα ουσιαστικά προβλήµατα των οποίων αφορά τον αργό ρυθµό χρησιµοποίησης των πιστώσεων πληρωµών. Έπειτα από ανάλυση της κατάστασης στο τέλος του οικονοµικού έτους 2002, οι συντάκτες εκθέτουν τα αίτια των δυσκολιών που σχετίζονται µε τη διαχείριση των προβληµάτων αυτών, µαζί µε τα κατάλληλα σχόλια. 1. Η δηµοσιονοµική κατάσταση Οι πιστώσεις των κοινοτικών πρωτοβουλιών 2. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2000-2006, τα διαρθρωτικά ταµεία χρηµατοδοτούν τέσσερις κοινοτικές πρωτοβουλίες µε συγκεκριµένους στόχους. Ο προϋπολογισµός που διατίθεται ανέρχεται σε 11,129 δισεκατοµµύρια ευρώ, δηλαδή 5,3 % των συνολικών πιστώσεων των διαρθρωτικών ταµείων. 3. Η πρωτοβουλία INTERREG III χρηµατοδοτείται από το ΕΤΠΑ για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης µε ποσό ύψους 5,210 δισεκατοµµυρίων ευρώ. Στο πρόγραµµα συµµετέχουν επίσης αρκετές τρίτες χώρες και, σε ορισµένες περιπτώσεις, προβλέπεται χρηµατοδότηση και για τις περιφέρειες εκτός της ΕΕ των 15, µέσω των ISPA, SAPARD, TACIS και MEDA. Σε αυτή τη διπλή κοινοτική χρηµατοδότηση οφείλονται εξάλλου οι δυσκολίες υλοποίησης των προγραµµάτων. 4. Η πρωτοβουλία υλοποιείται σε τρία πεδία προτεραιότητας: τη διασυνοριακή συνεργασία για την προαγωγή της ολοκληρωµένης περιφερειακής ανάπτυξης µεταξύ των συνοριακών περιφερειών (σκέλος A), τη διακρατική συνεργασία για την ενίσχυση της εδαφικής ολοκλήρωσης των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και µε τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες ή άλλες γειτονικές χώρες (σκέλος B), τη διαπεριφερειακή συνεργασία για τη διευκόλυνση της βελτίωσης των πολιτικών περιφερειακής ανάπτυξης (σκέλος C). 5. Η πρωτοβουλία LEADER+ χρηµατοδοτείται από το ΕΓΤΠΕ-Τµήµα Προσανατολισµού µε ποσό ύψους 2,149 δισεκατοµµυρίων ευρώ. Στοχεύει στη συµπλήρωση των προγραµµάτων αγροτικής ανάπτυξης, ενθαρρύνοντας τους αγροτικούς παράγοντες να καταρτίζουν και να εφαρµόζουν ολοκληρωµένες και καινοτόµους στρατηγικές µέσω της συγκέντρωσης τεχνογνωσίας, ανθρωπίνων ή χρηµατοοικονοµικών πόρων και της ανταλλαγής εµπειριών. 6. Η πρωτοβουλία EQUAL χρηµατοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταµείο µε ποσό ύψους 3,026 δισεκατοµµυρίων ευρώ. Μέσω νέων πρακτικών, στοχεύει στην προώθηση µιας ανοικτής σε όλους αγοράς εργασίας, καταπολεµώντας τις διακρίσεις και τις ανισότητες κάθε είδους. ίνει έµφαση στο διακρατικό χαρακτήρα των σχεδίων, στη συµµετοχή περιφερειακών και τοπικών οργάνων καθώς και επιχειρήσεων, και στη διάδοση των καλύτερων εµπειριών. PE 325.492 2/10 DT\486602.doc
7. Η πρωτοβουλία URBAN II χρηµατοδοτείται από το ΕΤΠΑ έως το ποσό των 743,6 εκατοµµυρίων ευρώ. Επιδιώκει την ανάπτυξη καινοτόµων στρατηγικών οικονοµικής και κοινωνικής αναγέννησης σε πόλεις ή συνοικίες µε ιδιαίτερα προβλήµατα, διευκολύνοντας την ανταλλαγή εµπειριών και τον εντοπισµό ορθών πρακτικών. Είναι χρήσιµο να υπενθυµίσουµε ότι οι πιστώσεις του εν λόγω προγράµµατος προέρχονται από τη µείωση των κονδυλίων που προορίζονταν για καινοτόµους δράσεις. Η προσαρτηµένη στη ιοργανική Συµφωνία δήλωση προβλέπει τη χρησιµοποίηση του µέσου ευελιξίας, εφόσον κρίνεται αναγκαίο. Είναι έτοιµη η Επιτροπή να προβεί σε αξιολόγηση και να υποβάλει πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση; Η εκτέλεση του προϋπολογισµού στις 31 εκεµβρίου 2002 8. Η δυσκολία οφείλεται στην ελλιπή εκτέλεση των πιστώσεων πληρωµών, αφού οι αναλήψεις υποχρεώσεων πραγµατοποιούνται αυτόµατα σε ετήσιες δόσεις βάσει των προγραµµάτων. Ωστόσο, όσον αφορά τις πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων, πρέπει να σηµειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του 2000 δεν αναλήφθηκε καµία πίστωση, καθώς η Επιτροπή δεν ενέκρινε κανένα πρόγραµµα. Οι αντίστοιχες πιστώσεις µεταφέρθηκαν στο επόµενο οικονοµικό έτος. Όσο για τις πιστώσεις πληρωµών, η εκτέλεση του προϋπολογισµού περιλαµβάνει ένα µέρος πιστώσεων που υπάγονται στη νέα περίοδο και ένα άλλο µέρος που αφορά τις προηγούµενες περιόδους. Κατάσταση των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων και πληρωµών το 2002 (σε εκατ.) Νέα περίοδος 2000-2006 Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων στις 01.01.2002 Πιστώσεις πληρωµών στις 01.01.2002 Πληρωµές στις 31.12.2002 Πληρωµές (%) στις 31.12.2002 LEADER + 357,17 145,00 74,90 51,7 % INTERREG III 942,83 355,00 265,42 74,8 % EQUAL 508,92 157,00 11,26 7,2 % URBAN II 126,30 55,00 21,87 39,8 % Μερικό σύνολο 1.935,22 712,00 373,45 52,45% Προηγούµενες περίοδοι 1994-1999 1,00 1.478,00 180,92 12,2 % Γενικό σύνολο 1.936,22 2.190,00 554,37 25,3 % 9. Από τον ανωτέρω πίνακα προκύπτει ότι στο τέλος του οικονοµικού έτους 2002 το ποσοστό εκτέλεσης των πιστώσεων πληρωµών ανερχόταν σε 25,2 % και ότι για τα παλαιά προγράµµατα είχε καταβληθεί µόνο 12,2 %. Μολονότι η πρωτοβουλία INTERREG III εµφανίζει αξιόλογο ποσοστό εκτέλεσης, δεν ισχύει το ίδιο ούτε στην περίπτωση των τριών άλλων πρωτοβουλιών ούτε όσον αφορά την εκκαθάριση των παλαιών προγραµµάτων. Συνολικά, δεν δαπανήθηκαν 1,648 δισεκατοµµύρια ευρώ. DT\486602.doc 3/10 PE 325.492
10. Εξάλλου, η σύγκριση της εκτέλεσης των συσσωρευµένων πληρωµών από τις αρχές του 2000 έως το τέλος του 2002 µε τη συνολική πίστωση για την περίοδο 2000-2006 επιβεβαιώνει αυτή την ελάχιστα ικανοποιητική κατάσταση, όπως δείχνουν και τα ακόλουθα στοιχεία. Εξέλιξη των πληρωµών επί του συνόλου των πιστώσεων Προγράµµατα Κατάσταση στις Κατάσταση στις 31.12.2001 31.12.2002 LEADER + 3,8 % 7,3 % INTERREG III 1,6 % 6,7 % EQUAL 7,0 % 7,2 % URBAN II 5,8 % 8,7 % 11. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατανοµή των στοιχείων αυτών ανά χώρα. LEADER + INTERREG III * EQUAL URBAN II Αυστρία 9,1% 7,0% 7,0% Βέλγιο 7,0% 7,0% 7,0% Γαλλία 7,0% 7,5% 7,3% Γερµανία 7,0% 7,0% 8,7% ανία 7,0% 7,1% 7,0% Ελλάδα 7,0% 7,0% 7,0% Ηνωµένο 7,0% 7,9% 7,0% Βασίλειο Ιρλανδία 7,0% 7,7% 7,0% Ισπανία 7,0% 7,1% 12,2% Ιταλία 7,0% 7,0% 10,7% Κάτω Χώρες 7,0% 7,0% 10,3% Λουξεµβούργο 7,0% 8,4% Πορτογαλία 10,6% 9,1% 7,0% Σουηδία 7,0% 8,0% 7,0% Φινλανδία 10,5% 7,1% 7,0% ίκτυα 0% 2,0% 0% INTERREG 6,7% Σύνολο 7,3% 6,7% 7,2% 8,7% * Λόγω της διακρατικής, διασυνοριακής και διαπεριφερειακής φύσης του, το πρόγραµµα INTERREG III δεν περιλαµβάνει κατανοµή ανά χώρα. 12. Πρέπει επίσης να σηµειωθεί ότι στο αδύναµο αυτό αποτέλεσµα περιλαµβάνεται ήδη η προκαταβολή του 7 % στα κράτη µέλη, σύµφωνα µε τις κανονιστικές διατάξεις. Αυτό σηµαίνει ότι µόνο τα κράτη που παρουσιάζουν ποσοστό εκτέλεσης άνω του 7 % άρχισαν πραγµατικά να υλοποιούν τα προγράµµατά τους, υποβάλλοντας αιτήσεις εξόφλησης. PE 325.492 4/10 DT\486602.doc
13. Όσον αφορά την εξέλιξη του υπολοίπου προς εκκαθάριση (ΥΠΕ) των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων, η κατάσταση του ΥΠΕ, σε δισεκατοµµύρια ευρώ, έχει ως εξής: Έτος 31.12.2000 31.12.2001 31.12.2002 ΥΠΕ 4,233 3,902 5,257 Από την εκτέλεση του προϋπολογισµού προκύπτει, εποµένως, σηµαντική αύξηση του ΥΠΕ, το οποίο από 3,902 δισεκατοµµύρια ευρώ στην αρχή του οικονοµικού έτους ανήλθε σε 5,257 δισεκατοµµύρια ευρώ στις 31 εκεµβρίου 2002. 14. Το µέρος του ΥΠΕ των παλαιών προγραµµάτων των κοινοτικών πρωτοβουλιών ανερχόταν στις 31 εκεµβρίου 2002 σε 2,650 δισεκατοµµύρια ευρώ. Μέρους του ποσού αυτού περιλαµβάνει ακόµη προγράµµατα που δεν έχουν κλείσει, τα οποία σχετίζονται µε την περίοδο προ του 1994. Στην αρχή του οικονοµικού έτους 2002 ανερχόταν σε 2,822 δισεκατοµµύρια ευρώ. Εποµένως, µειώθηκε ελάχιστα, γεγονός που αντικατοπτρίζει τις δυσκολίες που σχετίζονται µε το κλείσιµο των παλαιών προγραµµάτων. 2. Τα αίτια των δυσκολιών 15. Οι αρχές λειτουργίας των διαρθρωτικών ταµείων ισχύουν επίσης και για τις κοινοτικές πρωτοβουλίες: η Επιτροπή διαπραγµατεύεται και εγκρίνει τα αναπτυξιακά προγράµµατα που προτείνουν τα κράτη µέλη και εν συνεχεία τους χορηγεί πιστώσεις. Τα κράτη και οι περιφέρειές τους διαχειρίζονται τα προγράµµατα, τα εφαρµόζουν επιλέγοντας τα σχέδια, τα ελέγχουν και τα αξιολογούν. Η Επιτροπή συµµετέχει στην παρακολούθηση των προγραµµάτων, επαληθεύει τα συστήµατα ελέγχου που έχουν θεσπιστεί, αναλαµβάνει υποχρεώσεις πληρωµής και καταβάλλει τις δαπάνες έπειτα από πιστοποίηση των λογαριασµών. Η αλληλοεπικάλυψη των περιόδων προγραµµατισµού 16. Σύµφωνα µε την ανακοίνωση της Επιτροπής «COM (2002) 528 τελικό» της 20ής Σεπτεµβρίου 2002 σχετικά µε την εξέλιξη της εκτέλεσης του προϋπολογισµού των διαρθρωτικών ταµείων και κυρίως του ΥΠΕ, η υστέρηση εκτέλεσης των πιστώσεων πληρωµών, η οποία αντικατοπτρίζει τη βραδύτερη από την προβλεπόµενη έναρξη των νέων προγραµµάτων κατά τα τρία πρώτα οικονοµικά έτη, οφείλεται εν µέρει στην αλληλοεπικάλυψη δύο περιόδων προγραµµατισµού, το 2000 και το 2001. Οι διοικητικοί και δηµοσιονοµικοί περιορισµοί που συνδέονται µε την προτεραιότητα της περαίωσης των παλαιών προγραµµάτων της περιόδου 1994-99 συνέβαλαν ως εκ τούτου στην καθυστέρηση της έναρξης των προγραµµάτων της νέας περιόδου: καθώς η οριακή ηµεροµηνία επιλεξιµότητας των πληρωµών της περιόδου προγραµµατισµού 1994-1999 ήταν η 31η εκεµβρίου 2001, τα κράτη µέλη επικέντρωσαν τις προσπάθειες και τους πόρους τους στο κλείσιµο των εργασιών αυτών. DT\486602.doc 5/10 PE 325.492
17. Θα µπορούσαµε να συµφωνήσουµε µε την ανάλυση αυτή, εάν είχε σηµειωθεί σηµαντική βελτίωση στην εκτέλεση του προϋπολογισµού και στην εξέλιξη του ΥΠΕ των παλαιών προγραµµάτων, γεγονός που δεν ισχύει. Η Επιτροπή αναγνωρίζει εξάλλου στο ίδιο έγγραφο ότι «υπάρχει ήδη δυνατότητα διατύπωσης µιας πλέον ανησυχητικής διαπίστωσης ως προς την κατάσταση που αφορά τα παλαιά προγράµµατα». 18. Έως την 31η Αυγούστου 2002, η Επιτροπή είχε στην πραγµατικότητα παραλάβει ένα µικρό µόνο µέρος των αιτήσεων τελικής εξόφλησης για τις οποίες, ως επί το πλείστον, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις εκτέλεσής τους, όπως η ύπαρξη των δηλώσεων σχετικά µε τους ελέγχους. Ως εκ τούτου, τα κράτη µέλη δεν τήρησαν την προθεσµία των έξι µηνών µετά το κλείσιµο των εργασιών (δηλαδή την 30ή Ιουνίου 2002) για την κατάθεση των αιτήσεών εξόφλησής τους, οι οποίες, εποµένως, στην καλύτερη περίπτωση, θα µπορέσουν να ικανοποιηθούν από το οικονοµικό έτος 2003 και έπειτα, δηλαδή τέσσερα έτη µετά το τέλος της περιόδου 1994-1999. Η µεγάλη διάρκεια των διαδικασιών προγραµµατισµού 19. Στο πλαίσιο αυτό, η σηµαντική υστέρηση εκτέλεσης των πιστώσεων πληρωµών οφείλεται πράγµατι στην καθυστέρηση της έγκρισης και εκτέλεσης των προγραµµάτων, καθώς και στην έλλειψη αξιοπιστίας των δηµοσιονοµικών προβλέψεων. Η διαπίστωση αυτή εγείρει το ζήτηµα της µεγάλης διάρκειας και της πολυπλοκότητας των διαδικασιών προγραµµατισµού, καθώς και το ζήτηµα της απουσίας υποβολής αιτήσεων εξόφλησης από τα κράτη µέλη για τις πιστώσεις που τους χορηγήθηκαν. 20. Παραδείγµατος χάρη, η Επιτροπή ενέκρινε τις κατευθύνσεις για το INTERREG III για την περίοδο 2000-2006 στις 28 Απριλίου 2000 και τα κράτη µέλη κλήθηκαν να υποβάλουν λεπτοµερείς προτάσεις εντός έξι µηνών από την ηµεροµηνία δηµοσίευσης στην Επίσηµη Εφηµερίδα στις 23 Μαΐου 2000. 21. Μετά την υποβολή των προγραµµάτων από τα κράτη µέλη κατά τη διάρκεια των δύο ετών 2000 και 2001, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ξεκίνησαν την εξέταση και, εν συνεχεία, τις διαπραγµατεύσεις µε τις ενδιαφερόµενες εθνικές και περιφερειακές αρχές, µε σκοπό την έγκρισή τους. Συνολικά, 44 από τα 53 διασυνοριακά προγράµµατα, 8 από τα 13 διακρατικά προγράµµατα, 2 από τα 4 διαπεριφερειακά προγράµµατα εγκρίθηκαν µόνο κατά τη διάρκεια του 2001. 22. Όσον αφορά την πρωτοβουλία URBAN II, 70 προγράµµατα υποβλήθηκαν από τα κράτη µέλη το πρώτο εξάµηνο του 2001 και, εν συνεχεία, αποτέλεσαν αντικείµενο εξέτασης, διαπραγµάτευσης, έγκρισης και ανάληψης υποχρεώσεων από την Επιτροπή κατά τη διάρκεια του δευτέρου εξαµήνου. Η υλοποίησή τους δεν κατέστη δυνατό να ξεκινήσει πραγµατικά πριν από το 2002, γεγονός που εξηγεί γιατί δεν έχει υποβληθεί µέχρι σήµερα καµία αίτηση εξόφλησης. PE 325.492 6/10 DT\486602.doc
23. Ακόµη µεγαλύτερη καθυστέρηση σηµειώθηκε στην έναρξη δύο άλλων κοινοτικών πρωτοβουλιών. Η πρώτη δράση του προγράµµατος EQUAL ξεκίνησε στις 15 Νοεµβρίου 2001 και µία δεύτερη στις 15 Μαΐου 2002. Όσο για την πρωτοβουλία LEADER, 56 προγράµµατα εγκρίθηκαν το 2001, ενώ η έγκριση των υπόλοιπων 17 µετατέθηκε για το πρώτο εξάµηνο του 2002. 24. Εποµένως, οι αιτήσεις εξόφλησης δεν µπορούν να υποβληθούν πριν από το οικονοµικό έτος 2003, στην καλύτερη περίπτωση. Ως εκ τούτου, το χαµηλό ποσοστό εκτέλεσης των πιστώσεων πληρωµών τα τρία πρώτα έτη έναρξης της νέας περιόδου θα έχει σηµαντικό αντίκτυπο στην εξέλιξη του ΥΠΕ και στον επαναπροσδιορισµό των χρονικών προθεσµιών για τις πληρωµές από το οικονοµικό έτος 2004. 25. Συµπερασµατικά, το 2001 αφιερώθηκε στη διαδικασία διαπραγµάτευσης και επιλογής των προγραµµάτων βάσει των κατευθύνσεων που είχαν οριστεί το προηγούµενο έτος και, ως εκ τούτου, η υλοποίηση των σχεδίων δεν κατέστη πραγµατικά δυνατό να ξεκινήσει πριν από το 2002. Οι δηµοσιονοµικές προβλέψεις των κρατών µελών 26. Σύµφωνα µε την Επιτροπή, η υστέρηση εκτέλεσης των πιστώσεων πληρωµών οφείλεται επίσης εν µέρει στην έλλειψη αξιοπιστίας των δηµοσιονοµικών προβλέψεων των κρατών µελών, τα οποία οφείλουν να υποβάλλουν, πριν από την 30ή Απριλίου κάθε έτους, επικαιροποιηµένες προβλέψεις αιτήσεων εξόφλησης για το τρέχον και το επόµενο οικονοµικό έτος. Τα στοιχεία αυτά βοηθούν την Επιτροπή στον καλύτερο καθορισµό των πιστώσεων πληρωµών βάσει των πραγµατικών αναγκών και, κατά συνέπεια, στον έγκαιρο προσδιορισµό των προγραµµάτων τα οποία µπορεί να αφορά η εφαρµογή του κανόνα «ν+2». 27. Ωστόσο ορισµένα κράτη µέλη, και ειδικότερα η Ιταλία, το Ηνωµένο Βασίλειο και η Πορτογαλία, ανακοίνωσαν προβλέψεις για ποσά που υπερέβαιναν κατά πολλά δισεκατοµµύρια ευρώ τις πραγµατικές πληρωµές. Κατά το παράδειγµα των ήδη προβλεπόµενων µέτρων στο πλαίσιο του ΕΓΤΠΕ-Τµήµα Εγγυήσεων, η Επιτροπή πρότεινε να προβλεφθούν ποινές για τις περιπτώσεις στις οποίες η απόκλιση µεταξύ της πρόβλεψης και της εκτέλεσης υπερβαίνει το 25 %. Οι συντάκτες του παρόντος εγγράφου χαιρετίζουν την πρόταση αυτή. 28. Έτσι, παρά τη θέσπιση νέου κανονιστικού πλαισίου το 1999, η πολυπλοκότητα των διαδικασιών και η µεγάλη διάρκεια των συζητήσεων µε την Επιτροπή για την οριστικοποίηση των προγραµµάτων δεν κατέστησαν δυνατή την επίσπευση των προθεσµιών έγκρισης. 29. Στην έκθεσή του για το 2001, το Ελεγκτικό Συνέδριο εκτιµά ότι η Επιτροπή δεν κατάφερε να απλοποιήσει τις διαδικασίες και το σύστηµα προγραµµατισµού. ιαπιστώνει εξάλλου ότι ο καταµερισµός των αρµοδιοτήτων και των ευθυνών µεταξύ της Επιτροπής και των κρατών µελών πρέπει να είναι ακριβής και σαφής. DT\486602.doc 7/10 PE 325.492
3. Τα σχόλια Ο αντίκτυπος των προτάσεων απλοποίησης 30. Τα αποτελέσµατα των µέτρων απλοποίησης που πρότεινε πρόσφατα η Επιτροπή δεν θα γίνουν εµφανή πριν από το 2004. Μπορεί άραγε η Επιτροπή να παρουσιάσει ήδη ακριβές χρονοδιάγραµµα υλοποίησης και να προβλέψει την αξιολόγηση των αναµενόµενων βελτιώσεων όσον αφορά τις προθεσµίες και την εκτέλεση του προϋπολογισµού; Αύξηση της προσπάθειας συντονισµού 31. Σύµφωνα µε την αρχή της εταιρικής σχέσης, το κανονιστικό πλαίσιο προβλέπει συντονισµό όχι µόνο µεταξύ της Επιτροπής, των κρατών µελών και των τρίτων χωρών, αλλά επίσης µεταξύ όλων των άλλων δηµοσίων και ιδιωτικών εταίρων για τον προγραµµατισµό και την υλοποίηση των σχεδίων. Λόγω της κατάστασης αυτής, όλοι οι συµµετέχοντες φορείς βρίσκονται αντιµέτωποι µε σηµαντικό φόρτο εργασίας όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών και το συντονισµό των δράσεών τους. 32. Εξάλλου, η πολλαπλότητα των κοινοτικών µέσων και πολιτικών καθώς και η διασπορά των αρµοδιοτήτων µεταξύ διαφόρων γενικών διευθύνσεων της Επιτροπής δηµιουργούν επίσης πρόσθετα εµπόδια. Οι συντάκτες του παρόντος εγγράφου θα ήθελαν να γνωρίζουν τα φιλόδοξα µέτρα που προτίθεται να λάβει η Επιτροπή τόσο για τη βελτίωση του συντονισµού στο πλαίσιο της εταιρικής σχέσης όσο και για την απλοποίηση των εσωτερικών οργανωτικών δοµών στο πλαίσιο της διοικητικής µεταρρύθµισης. Οι συνθήκες αξιολόγησης των προγραµµάτων 33. Εξάλλου, η ακολουθούµενη προσέγγιση για την αξιολόγηση των προγραµµάτων της προηγούµενης περιόδου δεν επιτρέπει πάντοτε την εξαγωγή διδαγµάτων από σφάλµατα του παρελθόντος ή από τις δυσκολίες που απαντήθηκαν, αφού ο νέος προγραµµατισµός θεσπίστηκε ενώ εκτελούνται ακόµη παλαιά προγράµµατα. Αντίθετα, η ενδιάµεση αξιολόγηση της νέας περιόδου θα µπορούσε να καταστήσει δυνατή την προσαρµογή και τη συνεκτίµηση των αλλαγών που µεσολάβησαν, συµπεριλαµβανοµένης της διεύρυνσης. Η ενδιάµεση επανεξέταση 34. Υπό τις συνθήκες αυτές και ενώ η πραγµατική υλοποίηση των κοινοτικών πρωτοβουλιών της περιόδου 2000-2006 έχει µόλις ξεκινήσει, θα έχει άραγε κάποιο νόηµα η ενδιάµεση επανεξέταση που προβλέπεται για το 2003; ηλαδή, πώς θα PE 325.492 8/10 DT\486602.doc
διαπιστωθεί η επιτευχθείσα πρόοδος κατά την εν λόγω επανεξέταση, βάσει των δεικτών αξιολόγησης που θέσπισαν τα κράτη µέλη, δεδοµένων των καθυστερήσεων που σηµειώνονται στην έγκριση και στην υλοποίηση των προγραµµάτων; Η κινητοποίηση του αποθεµατικού επιδόσεων 35. Η κινητοποίηση του αποθεµατικού επιδόσεων δεν ισχύει για τα προγράµµατα της κοινοτικής πρωτοβουλίας. Η εξόφληση των πληρωµών έναντι λογαριασµού 36. Ολόκληρο ή τµήµα του ποσού της πληρωµής έναντι λογαριασµού του 7 % πρέπει να αποδίδεται στην Επιτροπή, εφόσον, εντός 18 µηνών από την λήψη της απόφασης για την χορήγηση συνδροµής, δεν έχει υποβληθεί αίτηση πληρωµής. Η Επιτροπή έχει αναπτύξει ένα σύστηµα έγκαιρης προειδοποίησης. Το σύστηµα καθιστά δυνατή την ενηµέρωση των αρχών διαχείρισης µε προηγούµενη προειδοποίηση τριών µηνών, στη βάσει της ίσης µεταχείρισης. Οι συντάκτες του παρόντος εγγράφου θα ήθελαν να ενηµερωθούν σχετικά µε τα προγράµµατα που ενδεχοµένως θα αφορούσε ένα τέτοιο µέτρο. Ο κανόνας της αυτόµατης αποδέσµευσης (ν+2) 37. Τέλος, είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη ο µηχανισµός του κανόνα «ν+2». Η Επιτροπή ενέκρινε στις 27 Μαΐου του περασµένου έτους ανακοίνωση, η οποία καθορίζει το γενικό πλαίσιο εφαρµογής του εν λόγω κανόνα, σύµφωνα µε τον οποίο η ετήσια οικονοµική παροχή σε ένα πρόγραµµα που συγχρηµατοδοτείται από τα ταµεία πρέπει να δαπανηθεί πριν από το τέλος του δεύτερου έτους που ακολουθεί τη δέσµευση των πιστώσεων. Εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, τα κράτη µέλη χάνουν τις πιστώσεις που δεν χρησιµοποίησαν εντός αυτής της περιόδου. 38. Γενικά, ο κανόνας αυτός εφαρµόστηκε για πρώτη φορά την 31 εκεµβρίου 2002. Ωστόσο, λόγω της απουσίας ανάληψης δεσµεύσεων κατά τη διάρκεια του 2000, ο κανόνας «ν+2» δεν θα εφαρµοστεί για τις κοινοτικές πρωτοβουλίες πριν από την 31η εκεµβρίου 2003. Η κατάσταση αυτή απαιτεί ιδιαίτερα προσεκτική παρακολούθηση της εκτέλεσης των πληρωµών. Η αξιολόγηση των δηµοσιονοµικών αναγκών για το 2004 39. Λόγω της έλλειψης αξιοπιστίας των προβλέψεων ορισµένων κρατών µελών, είναι λογικό να αναρωτιέται κανείς µε ποια µέθοδο υπολογισµού θα προτείνει και θα καθορίσει η Επιτροπή τις πιστώσεις πληρωµών στο προσχέδιο του προϋπολογισµού για το 2004. DT\486602.doc 9/10 PE 325.492
40. Εξάλλου, το χαµηλό ποσοστό εκτέλεσης των πληρωµών κατά τα τρία πρώτα οικονοµικά έτη, από τις αρχές του 2000 έως το τέλος του εκεµβρίου 2002, θα έχει αντίκτυπο στις µελλοντικές προθεσµίες των πληρωµών. Ποιες θα είναι, λοιπόν, οι αναγκαστικά πιο αυξηµένες ανάγκες για τα οικονοµικά έτη από το 2004 και µετά; Εάν υποτεθεί ότι το ΥΠΕ θα µειωθεί κατά ένα τέταρτο το 2003, δηλαδή κατά 1,314 δισεκατοµµύρια ευρώ, και ότι το ποσοστό εκτέλεσης των πιστώσεων πληρωµών θα ανέλθει σε 75 % κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, δηλαδή σε 1,710 δισεκατοµµύρια ευρώ, οι συνολικές ανάγκες πιστώσεων πληρωµών το 2004 θα µπορούσαν να ανέλθουν σε 4,204 δισεκατοµµύρια ευρώ, δηλαδή περίπου το διπλάσιο του προβλεπόµενου ποσού στο αρχικό χρονοδιάγραµµα πληρωµών. Θα ήταν χρήσιµο να γνωρίζουµε τη θέση της Επιτροπής στο θέµα αυτό. Οι επιθυµητές βελτιώσεις µεσοπρόθεσµα 41. Ενόψει της διεύρυνσης, είναι επίσης σηµαντικό να σκεφτούµε ποιες είναι οι επιθυµητές βελτιώσεις µεσοπρόθεσµα. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή πρέπει να παρουσιάσει σύντοµα τις ιδέες της σχετικά µε την επόµενη περίοδο προγραµµατισµού, προκειµένου να διευκρινίσει τους µελλοντικούς στόχους και κατευθύνσεις, λαµβάνοντας υπόψη τις σηµερινές δυσκολίες εκτέλεσης των κοινοτικών πρωτοβουλιών. 4. Τελικές παρατηρήσεις 42. Συµπερασµατικά, η εκτέλεση του προϋπολογισµού των κοινοτικών πρωτοβουλιών αντικατοπτρίζει σε µεγάλο βαθµό τις µόνιµες και γενικές δυσκολίες εφαρµογής των διαρθρωτικών ταµείων. Έχοντας ως στόχο τη µείωση των αναπτυξιακών διαφορών µεταξύ των κρατών µελών και την αύξηση της οικονοµικής και κοινωνικής συνοχής, τα εν λόγω ταµεία αποτελούν ένα σύστηµα ανακατανοµής του πλούτου µέσω του κοινοτικού προϋπολογισµού. 43. Ευλόγως γεννάται το ερώτηµα εάν, στο πλαίσιο του προβληµατισµού σχετικά µε τους µελλοντικούς προσανατολισµούς της επόµενης περιόδου προγραµµατισµού, πρέπει να προταθούν πιο φιλόδοξα εξισωτικά µέτρα, ώστε να διασφαλιστεί αποτελεσµατικότερα η καλύτερη ανακατανοµή µεταξύ των κρατών µελών, µε χαµηλότερο κόστος προγραµµατισµού, διαχείρισης, ελέγχου και αξιολόγησης, βάσει της αρχής της επικουρικότητας και κατά το παράδειγµα των πολιτικών που εφαρµόζουν ορισµένα κράτη µέλη όσον αφορά τις δικές τους περιφερειακές και τοπικές κοινότητες. PE 325.492 10/10 DT\486602.doc