ΑΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ : ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΩΝΥΜΗ

Σχετικά έγγραφα
ιασυνοριακή µεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών

Nόµος 3412/05 ΦΕΚ Α 276/ Πλαίσιο Ρυθµίσεων για τη Σύσταση και τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Εταιρείας

ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΜΙΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία (ΙΚΕ)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΣΕΛΙ ΕΣ 1. Εισαγωγή Ιστορικά Βασικά χαρακτηριστικά της SE Η ίδρυση της Societa Europaea 11-33

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕ ΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ιασυνοριακές Συγχωνεύσεις Κεφαλαιουχικών Εταιρειών»

ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ N. 4548/2018 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΙΣΧΥΕΙ ΜΕ ΤΟΝ Ν. 4601/2019 ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Κ.Ν.

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3016/2002

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1.2. ΕΝΝΟΙΑ - ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ - ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 4

NOMOΣ ΥΠ ΑΡΙΘΜ Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών. (ΦΕΚ Α' 104/ ) Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ο νέος νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες 4548/2018

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ. Ο περί Εταιρειών Νόμος (ΚΕΦ.113)

ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ. Αθανάσιος Κουλορίδας Λέκτορας

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Τα βασικά νομικά χαρακτηριστικά των Ανωνύμων Εταιρειών είναι τα εξής:

H ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΤΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Η ιδιωτική αυτονομία και τα όριά της κατά τη διαμόρφωση των εταιρικών σχέσεων στην ΑΕ ...

Το Δ.Σ., δεδομένων των αποτελεσμάτων της χρήσης αυτής, εισηγείται να μην διανεμηθεί μέρισμα στους μετόχους.

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

«LAMDA DEVELOPMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ» Αριθμός Μητρώου Α.Ε. 3039/06/Β/86/28 Αριθμός Γ.Ε.ΜΗ.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ (A.E.)

Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία. διάγραμμα ύλης. 1. Πρόλογος. της Αλεξίας Α. Τζούνη δικηγόρου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3940, 31/12/2004

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΔΙΑΣΠΑΣΗ. Αθανάσιος Κουλορίδας Λέκτορας

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 3 ),

Συνοπτική Παρουσίαση των Τροποποιήσεων του Νόµου 2190/1920 Περί Ανωνύµων Εταιριών

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΑΘΙΟΣ ΠΥΡΙΜΑΧΑ ΑΕ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΗ, ΕΜΠΟΡΙΚΗ & ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΑΡ. ΜΑΕ. 6445/06/Β.

ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΩΝ 5. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ

Ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία

VIOHALCO SA 30 Avenue Marnix, 1000 Βρυξέλλες, Βέλγιο RPM (Βρυξέλλες)

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

(Άρθρα 1-11) ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α.

Βιλτανιώτη 24, Κ. Κηφισιά. Τηλ , , Fax Αριθμός Γ.Ε.Μ.Η.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ)

Σχέδιο Νόμου για τους Εταιρικούς Μετασχηματισμούς

ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 12ης Μαρτίου σχετικά με την ανακεφαλαιοποίηση των πιστωτικών ιδρυμάτων (CON/2013/17)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το ΔΣ και τα μέλη του

3. Εκλογή ελεγκτικής εταιρείας για τον έλεγχο των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της χρήσης 2019 και καθορισμός της αμοιβής τους.

Ο παρών Οδηγός πραγματοποιήθηκε από το εταιρικό σχήμα του έργου EIforFM

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ - ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΩΝ»

Εάν η εταιρεία είναι μονοπρόσωπη, στην επωνυμία συμπεριλαμβάνονται οι λέξεις «Μονοπρόσωπη Ι.Κ.Ε.».

Τελικές κατευθυντήριες γραμμές

Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής Ελέγχου

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3610, 7/6/2002

ΑΔΑ: ΒΛ4ΖΦ-ΡΔΩ. Αθήνα, Αριθμ. Πρωτ. : Κ Ως πίνακας αποδεκτών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Αρ. Γ.Ε.ΜΗ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η. Των μετόχων της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία ΚΡΕΤΑ ΦΑΡΜ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΠΡΩΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΤΟΣ ΙΔΡΥΣΕΩΣ: 1919 ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Ε.

1η Περίπτωση Το ΕΣΕ και μια Τοπική Διένεξη

Η ΟΔΗΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MIFID)

«ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ Α.Ε.»

«ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ Α.Ε.»

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ Α. ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

NOMOΣ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 4601/2019 Η Νέα Νομοθεσία για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΜΕΧΡΙ 2004

ΑΔΑ: Β41Α4691Ω3-Κ3Γ ΤΑΧ. Δ/ΝΣΗ : ΣΑΤΩΒΡΙΑΝΔΟΥ ΑΘΗΝΑ ΠΡΟΣ: ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΠΙΝΑΚΑ Α ΠΛΗΡ. : Β. ΜΠΕΡΟΥΤΣΟΥ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ: 44 ΤΗΛ.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3852, 30/4/2004

Β. ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1149

Η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012

«ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ Α.Ε.»

Α.Ε.Κ 2/305 ΦΕΚ 1360/Β/03 Λειτουργία παράλληλης αγοράς χρηματιστηρίου του άρθρου 32 του Νόμου 1806/1988 (ΦΕΚ Α 207).

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΙΝΤΕΡΤΕΚ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ» ΑΡ.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ (ΤΕ-ΓΟ) που εγκρίθηκε την 1η Ιουλίου 2014

ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗ Α.Ε.»

2) Πρακτικό Διοικητικού Συμβουλίου περί συγκροτήσεως σε σώμα, αλλαγής Διεύθυνσης. Μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την ημερομηνία συνεδρίασης του Δ.Σ.

Ε Π Ε Ι Γ Ο Ν ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ/ΣΗ:

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 14ης Απριλίου σχετικά με τροποποιήσεις του καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος (CON/2011/36)

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ»

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Αναθεωρημένη Ημερήσια Διάταξη της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης. Των μετόχων της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

L 294/2 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8) Το καταστατικό της ευρωπαϊκής ανώνυµης εταιρίας (εφεξής υπόψη το γεγονός ότι όσο

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/534 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤΗΣ «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ ΑΕ» Άρθρο 8 Ποσοστό συµµετοχής του Ελληνικού ηµοσίου

ΕΥΡΩΣΥΜΒΟΥΛΟΙ Α.Ε. Αντώνη Τρίτση 21, Θέρμη, Θεσσαλονίκη

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και δ.τ. «ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ Α.Ε.

ΑΠΟΦΑΣΗ 9 «Επιτροπή Κινδύνου»

««ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.» ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ. Άρθρο 1. Επωνυμία

I. ΑΝΩΝΥΜΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

Διασυνοριακές συγχωνεύσεις και διασπάσεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

«FF GROUP» Αριθμός Γενικού Εμπορικού Μητρώου: (Πρώην Αριθμός μητρώου Ανωνύμων Εταιρειών:14216/06/Β/86/06)

«FLEXOPACK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡEΙΑ ΠΛΑΣΤΙΚΩΝ»

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Άρθρο 310

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ Α.Ε. (ΑΝΕΚ) AΡ. Γ.Ε.ΜΗ

Transcript:

ΑΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ : ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΣΟΥΓΙΟΛΤΖΗ ΘΕΟΔΩΡΑ Α.Μ. 2080 ΗΡΑΚΛΕΙΟ 05/2007 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ.. 4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ-ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΙΔΡΥΣΗΣ... 8 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΗΣ SE......10 1) Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ.11 2) ΣΥΣΤΑΣΗ SE ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ ( HOLDING SE )... 12 3) ΣΥΣΤΑΣΗ ΘΥΓΑΤΡΙΚΗΣ SE 13 4) ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΣΕ SE..14 5) ΙΔΡΥΣΗ ΘΥΓΑΤΡΙΚΗΣ SE ΑΠΌ ΑΛΛΗ SE...14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΕΤΑΙΡΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ.....15 1) ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ...15 2) Η ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ..17 3) ΟΙ ΕΛΕΓΚΤΕΣ...18 4) Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ.18 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Η ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ SE ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ-ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΔΡΑΣ......23 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΑΛΛΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ SE........26 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ....27 1) Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ....27 2) ΕΙΝΑΙ Η SOCIENTAS EUROPEA ΕΤΑΙΡΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ;..30 3) ΟΙ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ.31 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ. 35 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 36 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. 49 3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Την 10 Νοεμβρίου 2001 δημοσιεύθηκαν στην «Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ» (L 294) δύο σημαντικά κείμενα: Ο Κανονισμός 2157/2001 της 8.10.2001 «περί του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Εταιρίας (SE)», ΜΕ 70 άρθρα και 2 παραρτήματα («Κ»), και η Οδηγία 2001/86/ΕΚ της 8.10.2001 «για την συμπλήρωση του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Εταιρίας όσον αφορά το ρόλο των εργαζομένων», με 17 άρθρα και ένα παράρτημα («Οδ.»). Πρόκειται για ένα νέο θεσμό που από καιρό έχει αποτελέσει κεντρικό σημείο προβληματισμού του ευρωπαικού εμπορικού δικαίου, ενός κλάδου στον οποίο έχει γενναιόδωρα εισφέρει ο τιμώμενος καθηγητής. Η ιστορία της Societas Europaea είναι λίγο πολύ γνωστή. Ήδη από τη δεκαετία του 60 η Επιτροπή είχε επιφορτιστεί ομάδα εμπειρογνωμόνων με την εκπόνηση κειμένου για μια υπερεθνική/ευρωπαική εταιρία. Η «ομάδα Sanders» παρουσίασε το 1967 προσχέδιο διεθνούς σύμβασης, τα βασικά στοιχεία του οποίου αποτέλεσαν το σχέδιο κανονισμού της 30.6.1970, βασιζόμενο στο άρθρο 235 (τώρα 308) της Συνθήκης. Ακολούθησε νεώτερο σχέδιο (της 30.4.1975). Επρόκειτο για μια μεγάλη προσπάθεια καθολικής ρύθμισης της νέας αυτής εταιρικής μορφής σε έκταση που υπερέβαινε τα 280 άρθρα ( περιελάμβανε και ακανθώδη ζητήματα όπως η εργατική συμμετοχή, δίκαιο ομίλων, φορολογικό δίκαιο κ.λπ.). Η συνέχεια ήταν μια σειρά από προσπάθειες, που προσέκρουσαν σε πολιτικές αντιρρήσεις, κυρίως από τα κράτη μέλη που απέρριπταν την προτεινόμενη κατά το γερμανικό μοντέλο εργατική συμμετοχή. Ακολούθησαν έτσι σχέδια κανονισμών (με αντίστοιχες συνοδευτικές Οδηγίες για το καθεστώς των εργαζομένων) του 1989 και του 1991, ενώ εκπονήθηκαν και άλλα σχέδια που δεν δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα, που στο ακανθώδες ζήτημα της εταιρικής συμμετοχής προέβλεπαν συμφωνία εταιρίας και εργαζομένων. Η πρόταση της «επιτροπής Davignon» (1997) για υιοθέτηση σταθερών «διατάξεων αναφοράς» σε περίπτωση μη επίτευξη συμφωνίας, σήμανε την απεμπλοκή, όχι όμως και τη λύση του ζητήματος, για το οποίο διαφωνίες εξακολουθούσαν να υπάρχουν για τις περιπτώσεις συνχωνεύσεων. Η ξαφνική υιοθέτηση της SE από τη σύνοδο της Νίκαιας του 4

Δεκεμβρίου 2000 στη βάση του άρθρου 308 της Συνθήκης (αντί των άρθρων 95 και 44, όπως ενδιαμέσως προτεινόταν ) επέτρεψε, λόγω της ομοφωνίας που χρειάσθηκε, να παρακαμφθεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, περιοριζόμενο σε «διαβουλεύσεις», και να επιταχυνθεί ή έκδοση των δύο κειμένων Κανονισμού και Οδηγίας. Οι λόγοι για τους οποίους επιτεύχθηκε η προώθηση και η τελική υιοθέτηση της SE ήταν αφενός πολιτικοί (εν μέρει αδιαφανείς) αφετέρου η απλοποίηση των κειμένων, λόγω της εν τω μεταξύ επιτευχθείσας προόδου στην εναρμόνιση των εθνικών δικαίων μέσω των Οδηγιών, κυρίως δε χάρη στο συμβιβασμό στο ζήτημα της εργατικής συμμετοχής σε περίπτωση συγχώνευσης, που σε κάποιο βαθμό και υπό προϋποθέσεις έγινε προαιρετική. Ο Κανονισμός θα αρχίσει να ισχύει την 8.10.2004, οπότε και θα πρέπει να έχουν ληφθεί και τα μέτρα εναρμόνισης των εθνικών δικαίων με την Οδηγία. Η υιοθέτηση της SE χαιρετίστηκε από πολλούς, χωρίς όμως να λείπουν και φωνές για το ανώφελο ή το κακότεχνο ή του εγχειρήματος. 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ - ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΙΔΡΥΣΗΣ Η SE είναι κεφαλαιουχική εταιρία με νομική προσωπικότητα. Πρέπει να έχει υποχρεωτικό ελαστικό «καλυφθέν» κεφάλαιο 120.000 ευρώ (Κανονισμός, άρθρο 4), ποσό που σχετικά δεν είναι υψηλό, δεν παρεμποδίζει δηλ., όπως προσδοκάται την πρόσβαση σ αυτήν των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (Κ.προοίμιο άρθρο 13). Η αναφορά σε «καλυφθέν» κεφάλαιο σημαίνει ότι, κατ εφαρμογή της «δεύτερης» Οδηγίας 77/910/ΕΟΚ, τουλάχιστον το ¼ θα πρέπει να έχει καταβληθεί κατά την ίδρυση (πρβλ. άρθρο 9 εδ. Γ, 10). Το κεφάλαιο της SE διαιρείται σε μετοχές (περισσότερες «κατηγορίες» μετοχών δεν αποκλείονται πρβλ. Κ, άρθρο 60 παρ. 1). Οι μέτοχοι ευθύνονται μόνο μέχρι του ποσού του κεφαλαίου, το οποίο έχουν καλύψει (Κ, άρθρο 1). Το κεφάλαιο της SE, η διατήρησή του, οι μεταβολές του (αύξηση και μείωση), καθώς και οι μετοχές, ομολογίες και άλλοι τίτλοι της SE διέπονται από τις διατάξεις που θα ίσχυαν για μία ανώνυμη εταιρία εδρεύουσα στο κράτος μέλος καταχώρησης της SE (Κ. άρθρο 5) συνεπώς διατάξεις που αναμένεται να είναι σύμφωνες με τη δεύτερη Οδηγία. Το ζήτημα όμως δεν είναι σαφές σε όλες τις λεπτομέρειες του, π.χ δεν είναι σίγουρο αν μπορούν να εκδοθούν μετοχές χωρίς ονομαστική αξία. Στην επωνυμία της SE περιλαμβάνονται υποχρεωτικά τα αρχικά «SE», μόνο δε οι SE επιτρέπεται να φέρουν το διακριτικό αυτό (Κ. άρθρο 11). Η ίδρυση της SE λαμβάνει χώρα καταρχήν σύμφωνα με τις διατάξεις του κράτους της καταστατικής έδρας (Κ, άρθρο 15), υπόκειται δε στη δημοσιότητα της «πρώτης» Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ, συντελούμενη με καταχώρηση σε μητρώο που ορίζεται από το εθνικό δίκαιο (Κ., άρθρο 12 παρ.1- βλ. συνεπώς άρθρο 7β Ν 2190/1920, που θα ισχύει και κατά τις διατάξεις του για τις «μικρές Α.Ε.»). Η καταχώρηση είναι το νομικό γεγονός που προσδίδει στη SE νομική προσωπικότητα (Κ., άρθρο 16 παρ.1). Η καταχώρηση είναι δυνατή μόνο αν έχει διακανονισθεί το ζήτημα του ρόλου των εργαζομένων, έτσι ώστε θα πρέπει τη στιγμή εκείνη να διαπιστώνεται το κατά πόσο υπήρξε η προβλεπόμενη συμφωνία με τους εργαζομένους, ή 6

συνέτρεξαν άλλες περιστάσεις, που επιτρέπουν παρά ταύτα την καταχώρηση (Κ., άρθρο 12 παρ. 2 και 3). Το ζήτημα αυτό είναι αρκετά πολύπλοκο, ρυθμίσθηκε δε έτσι για να παρακαμφθούν οι ισπανικές αντιρρήσεις στο ζήτημα της εργατικής συμμετοχής. Οι γενικές γραμμές του συστήματος θα εκτεθούν παρακάτω (IV E). Η έδρα της SE ορίζετε στο καταστατικό. Η καταστατική αυτή έδρα πρέπει να βρίσκεται στο κράτος καταχώρησης (Κ., άρθρο 12 παρ.1), και άρα στην Κοινότητα (Κ., άρθρο 7). Με δεδομένο ότι ο Κανονισμός υιοθετεί προς το παρόν το σύστημα της πραγματικής έδρας (αλλά με δυνατότητα μελλοντικής αναθεώρησης Κ-, άρθρο 69 εδ.α ), η καταστατική έδρα πρέπει να βρίσκεται στο ίδιο κράτος με την κεντική διοίκησή της. Μάλιστα ο Κανονισμός επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβλέψουν ότι καταστατική έδρα και κεντρική διοίκησή θα πρέπει να βρίσκονται στον «ίδιο τόπο» (Κ., άρθρο 7). Η Συνύπαρξη καταστατικής και πραγματικής έδρας ελέγχεται με αυστηρότητα, ο σχετικός δε έλεγχος ανατίθεται στο ίδιο το κράτος της καταχώρησης. Αν διαπιστωθεί ότι οι δύο έδρες έχουν παύσει να συμπίπτουν, αν δηλ. η κεντρική διοίκηση έχει εγκατασταθεί σε άλλο κράτος μέλος, το κράτος μέλος της καταχώρησης καλεί την εταιρία «να επανορθώσει την κατάσταση» εντός ορισμένης προθεσμίας. Η «επανόρθωση» μπορεί να γίνει είτε με επιστροφή της κεντρικής διοίκησης στο κράτος της καταστατικής έδρας της SE, είτε με μεταφορά της τελευταίας στο κράτος της κεντρικής διοίκησης, σύμφωνα με το άρθρο 8 (και με την αυτόνομη βέβαια προϋπόθεση ότι το τελευταίο αυτό κράτος είναι κοινοτικό). Αν η επανόρθωση αυτή δεν γίνει, το κράτος μέλος της έδρας θέτει την SE υπό εκκαθάριση (Κ., άρθρο 640. Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι αν διενεργήθηκαν πράξεις στο όνομα της SE κατά το προϊδρυτικό στάδιο (πριν δηλ. από την καταχώρηση), η δε SE δεν αναλάβει στη συνέχεια τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις πράξεις αυτές, τα πρόσωπα (φυσικά ή νομικά) που έχουν εκτελέσει τις πράξεις αυτές ευθύνονται γι αυτές εις ολόκληρο και απεριόριστο απέναντι σε τρίτους, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία (Κ., άρθρο 16). 7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΗΣ SE Η SE προσδιορίζεται από το βασικό της προορισμό, που είναι η χρήση της από επιχειρήσεις με διεθνή δραστηριότητα, δηλ. «των οποίων η δραστηριότητα δεν περιορίζεται στην ικανοποίηση καθαρά τοπικών αναγκών» (Κ., προοίμιο άρθρο 1.). Όμως η SE μπορεί κατά τα λοιπά να έχει οποιοδήποτε αντικείμενο και σκοπό (εμπορικό ή όχι, προϊόντα ή υπηρεσίες, να είναι πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική επιχείρηση κ.λ.π.). Μπορεί επίσης να πρόκειται για εταιρία με εισηγημένες τις μετοχές της στο χρηματιστήριο (πρβλ. Κ., προοίμιο άρθρο 12.). Παρατηρείται συνεπώς ότι η SE έχει «οικουμενική αποστολή» («vocation universelle»). Από την άλλη μεριά, η SE δεν είναι μια άμεσα διαθέσιμη εταιρική μορφή, με την έννοια ότι μπορεί να ιδρυθεί σε κάθε περίπτωση, από οποιουσδήποτε, φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Χρήση της μπορεί να γίνει μόνο από υφιστάμενες επιχειρήσεις, που σχεδιάζουν την «αναδιοργάνωση των δραστηριοτήτων τους σε κοινοτικό επίπεδο» (Κ., προοίμιο αρ.1). Κατ άλλη διατύπωση, η SE επιτρέπει στις επιχειρήσεις «να σχεδιάζουν και να αναδιοργανώνουν τις εργασίες τους σε κοινοτική κλίμακα» (Οδ., προοίμιο άρθρο 2). Σε συνέπεια με τις δύο αυτές παραμέτρους (διεθνής δραστηριότητααναδιοργάνωση) ο Κανονισμός προσδιορίζει αφενός μεν τις επιχειρήσεις που μπορούν να ιδρύσουν SE (επιχειρήσεις διαφόρων κρατών μελών ή με ορισμένη κοινοτική δικτύωση), αφετέρου δε τους (κατά numerus clauses απαριθμούμενους) τρόπους ίδρυσης. Τα δύο συνδυάζονται όχι ομοιόμορφα, ώστε να ανακύπτει κάποια όχι πάντοτε εξηγήσιμη πολυπλοκότητα και ίσως ασυνέπεια, ιδίως στην αξίωση ευρωπαικού δεσμού των συμμετεχουσών εταιριών. 8

ΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΙΔΡΥΣΗΣ: 1) Η Διεθνής Συγχώνευση Πρώτα-πρώτα η SE μπορεί να προέλθει από συγχώνευση ανωνύμων εταιριών, εφόσον δύο τουλάχιστον από αυτές διέπονται από το δίκαιο διαφορετικών κρατών μελών (Κ., άρθρο 2 παρ.1). Μία SE θεωρείται ανώνυμη εταιρία υπαγόμενη στο δίκαιο του κράτους μέλους της καταστατικής έδρας (Κ., άρθρο 3 παρ.1). Επομένως πρόκειται εδώ για δυνατότητα διεθνούς συγχώνευσης, κάτι που μέχρι τώρα (και εκκρεμούσας της «δέκατης» Οδηγίας για τις υπερορίες συγχωνεύσεις) ήταν εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο. Πρόκειται συνεπώς για την πιο ενδιαφέρουσα δυνατότητα ίδρυσης της SE. Η συγχώνευση μπορεί να γίνει είτε με απορρόφηση (οπότε η απορροφούσα μετατρέπεται συγχρόνως σε SE) είτε με σύσταση νέας εταιρίας, κατά τα σχήματα της «τρίτης» Οδηγίας 78/855/ΕΟΚ, όχι όμως και με τη μορφή «άλλων πράξεων που εξομοιώνονται με τη συγχώνευση» (βλ. κεφ. V της τρίτης Οδηγίας). Τα άρθρα 17-31 του Κανονισμού ρυθμίζουν κατά το πλείστον τη διαδικασία της συγχώνευσης στη βάση της τρίτης Οδηγίας (κατάρτιση σχεδίου συγχώνευσης, δημοσιεύσεις, έκθεση εμπειρογνωμόνων, έγκριση σχεδίου από τις γενικές συνελεύσεις ) παραπέμποντας κατά τα λοιπά στις εθνικές διατάξεις, που έχουν θεσπισθεί βάσει της Οδηγίας (άρθρο 18). Ιδιαίτερης σημασίας είναι η αρχή, κατά την οποία η εφαρμογή του εθνικού δικαίου γίνεται διανεμητικά, αφορά δηλ. κάθε μία από τις συγχωνευόμενες εταιρίες, όσον αφορά τόσο την προστασία των συμφερόντων των πιστωτών των συγχωνευομένων εταιριών, των κατόχων ομολογιών ή άλλων τίτλων, πλην μετόχων, που παρέχουν ειδικά δικαιώματα, «λαμβανομένης υπόψη της διασυνοριακής φύσεως της συγχωνεύσεως» (άρθρο 24), όσο και τον έλεγχο της νομιμότητας της συγχώνευσης (Κ., άρθρο 25 παρ.1). Η τήρηση των διατυπώσεων της συγχώνευσης πιστοποιείται για κάθε εταιρία από δικαστήριο, συμβολαιογράφο ή άλλη αρμόδια αρχή (Κ., άρθρο 25 παρ. 2), το εν λόγω πιστοποιητικό δε είναι απαραίτητο για την καταχώρηση της συγχώνευσης στο προς τούτο μητρώο (Κ., άρθρο 26-28). Ο Κανονισμός δεν παίρνει θέση στο ζήτημα αν ο κακός υπολογισμός της σχέσης ανταλλαγής επιφέρει ακυρότητα (όπως στη Γερμανία ή την Ιταλία), αν όμως κατά το δίκαιο 9

της μιας εταιρίας συμβαίνει το δεύτερο, η καταχώρηση της συγχώνευσης είναι εφικτή, παρά τις αντιρρήσεις των μετόχων, μόνο αν κάτι τέτοιο έγινε δεκτό από τις άλλες εταιρίες ήδη κατά την κατάρτιση του σχεδίου συγχώνευσης (Κ., άρθρο 25 παρ.3). Η συγχώνευση υπόκειται σε δημοσιότητα κατά το δίκαιο κάθε μιας από τις συγχωνευόμενες εταιρίες (άρθρο 27). Τα αποτελέσματα της συγχώνευσης διαγράφονται κατ αναλογία προς εκείνα της τρίτης Οδηγίας. Απλοποιημένη διαδικασία συγχώνευσης ορίζεται για τις περιπτώσεις κατά 100% ή τουλάχιστον κατά 90% θυγατρικής εταιρίας (Κ., άρθρο 31), σε αντιστοιχία προς το κεφάλαιο IV της Οδηγίας. 2) Σύσταση SE χαρτοφυλακίου ( Holding SE ) Η SE μπορεί να ιδρυθεί επίσης ως μητρική εταιρία ( holding ) με πρωτοβουλία κοινοτικών ανωνύμων εταιριών ή ΕΠΕ που είτε διέπονται από το δίκαιο διαφορετικών κρατών μελών είτε τουλάχιστον από διετίας έχουν θυγατρική εταιρία υπαγόμενη στο δίκαιο άλλου κράτους μέλους ή υποκατάστημα εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος (Κ., άρθρο 2 παρ.2). Και εδώ, μια υφιστάμενη SE θεωρείται ανώνυμη εταιρία υπαγόμενη στο δίκαιο του κράτους μέλους της καταστατικής της έδρας (Κ., άρθρο 3 παρ.1). Πρόκειται για διαδικασία μη ρυθμιζόμενη στο ελληνικό δίκαιο (αν όχι αδύνατη), συνισταμένη δε σε πρόσκληση προς τους μετόχους (ή εταίρους) των ενδιαφερομένων εταιριών να εισφέρουν τις μετοχές ή τα μερίδιά τους σε νεοιδρυμένη εταιρία (που έτσι γίνεται SE χαρτοφυλακίου), λαμβάνοντας μετοχές της τελευταίας. Οι εταιρίες που προωθούν την ίδρυση της holding SE εξακολουθούν υφιστάμενες (Κ., άρθρο 32 παρ.1), μετατρεπόμενες σε θυγατρικές της τελευταίας. Η διαδικασία περιλαμβάνει κατάρτιση σχεδίου συστατικής πράξης της holding, που, μεταξύ άλλων, πρέπει να ορίζει το ελάχιστο ποσοστό των μετοχών ή μεριδίων κάθε μίας από τις «επισπεύδουσες» εταιρίες, που θα πρέπει να εισφέρει (τουλάχιστον 50%), ώστε να προχωρήσει η ίδρυση της SE (Κ., άρθρο 32 παρ.2). Και εδώ θα πρέπει να υπάρξουν δημοσιεύσεις, έκθεση εμπειρογνωμόνων και έγκριση σχεδίου από τις γενικές συνελεύσεις (Κ., άρθρο 32 παρ.3-6). Οι μέτοχοι ή 10

εταίροι πρέπει να δηλώσουν την πρόθεσή τους να συμπράξουν (και να εισφέρουν τις μετοχές ή τα εταιρικά τους μερίδια) εντός τριμήνου από την οριστικοποίηση του σχεδίου σύστασης της SE (Κ., άρθρο 33). Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν διατάξεις για την προστασία των μετόχων μειοψηφίας που αντιτίθενται στη σύσταση της holding SE, των πιστωτών και των εργαζομένων (Κ., άρθρο 34). Τέθηκε το ζήτημα αν η πρόταση προς τους μετόχους να εισφέρουν τις (τυχόν εισηγμένες) μετοχές τους στην εταιρία holding υπάγεται στους κανόνες για τη δημόσια πρόταση αγοράς κινητών αξιών (βλ. στην Ελλάδα απόφαση Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 2/258/5.12.2002), και αν η holding SE που συνίσταται, έχοντας αποκτήσει τουλάχιστον το 50% των μετοχών των «επισπευδουσών» εταιριών, υπόκειται σε υποχρέωση να απευθύνει υποχρεωτική δημόσια πρόταση για εξαγορά των μετοχών που δεν συμμετείχαν στη σύσταση. Η απάντηση που δίνεται στο πρώτο ερώτημα είναι αρνητική, στο δεύτερο όμως θετική. 3) Σύσταση θυγατρικής SE Τρίτος τρόπος ίδρυσης SE (και απλούστερος όλων) είναι η ίδρυση κοινής θυγατρικής. Ο κύκλος των πιθανών ιδρυτών διαγράφεται με ευρύτητα. Πρόκειται για «εταιρίες κατά το άρθρο 48 της Συνθήκης, καθώς και άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, τα οποία έχουν συσταθεί δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους και έχουν την καταστατική έδρα τους και την κεντρική τους διοίκηση στην Κοινότητα», εφόσον τουλάχιστον δύο απ αυτές «α)διέπονται από το δίκαιο διαφορετικών κρατών μελών, ή β)τουλάχιστον από διετίας έχουν θυγατρική εταιρία υπαγόμενη στο δίκαιο άλλου κράτους μέλους ή υποκατάστημα εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος» (Κ., άρθρο 2 παρ.3). Και εδώ μια SE θεωρείται ανώνυμη εταιρία υπαγόμενη στο δίκαιο του κράτους μέλους της καταστατικής της έδρας (Κ., άρθρο 3 παρ.1). Ο Κανονισμός δεν περιέχει για την περίπτωση ειδικότερες ρυθμίσεις. 11

4) Μετατροπή ανώνυμης εταιρίας σε SE Τέταρτος τρόπος δημιουργίας SE (όχι κατά κυριολεξία ίδρυσης ) είναι η μετατροπή υφιστάμενης κοινοτικής ανώνυμης εταιρίας, που έχει τουλάχιστον από διετίας θυγατρική εταιρία υπαγόμενη στο δίκαιο άλλου κράτους μέλους (Κ., άρθρο 2 παρ.4). Πρόκειται για μετατροπή που εξασφαλίζει τη συνέχεια του νομικού προσώπου. Ο Κανονισμός καθορίζει τις προυποθέσεις και τη διαδικασία της μετατροπής. Η τελευταία περιλαμβάνει την κατάρτιση σχεδίου μετατροπής και σχετική επ αυτού έκθεση του διευθυντικού ή διοικητικού οργάνου της μετατρεπόμενης εταιρίας, εκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, καθώς και την ούτως ή άλλως απαιτούμενη απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων (άρθρο 37). Ο Κανονισμός προβλέπει και την αντίστροφη περίπτωση, τη μετατροπή δηλ. υφιστάμενης SE σε εθνική ανώνυμη εταιρία (Κ., άρθρο 66). 5) Ίδρυση θυγατρικής SE από άλλη SE Τέλος πρέπει να μνημονευθεί η δυνατότητα ίδρυσης SE από άλλη SE. Ενώ, δηλαδή, η πρόσβαση στην νέα εταιρική μορφή περιορίζεται στις προαναφερόμενες περιπτώσεις, άπαξ και ιδρυθεί SE μπορεί πλέον η ίδια να ιδρύει άλλες SE. Σε τέτοια περίπτωση μάλιστα εφαρμόζεται «αναλόγως» οι διατάξεις για τη μονοπρόσωπη ΕΠΕ που έχουν θεσπισθεί κατ εφαρμογή της Οδηγίας 89/667/ΕΟΚ (Κ., άρθρο 3 παρ.2), δηλ. στην Ελλάδα το άρθρο 43 α Ν 3190/1955. Αν όμως υφιστάμενη SE προχωρεί σε ίδρυση άλλης SE όχι μόνη της, αλλά με άλλες εταιρίες, που δεν είναι SE, μια τέτοια ίδρυση θα πρέπει να υπαχθεί σε μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 2. 12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΤΑ ΕΤΑΙΡΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ Ένα από τα μείζονα ζητήματα κατά την κατάστρωση της δομής της SE ήταν εκείνο ακριβώς που ταλαιπώρησε και το σχέδιο της 5 ης Οδηγίας και που, σε συνδυασμό με τις διατάξεις για την εταιρική συμμετοχή, οδήγησε στην ουσιαστική εγκατάλειψη της Οδηγίας αυτής. Ο Κανονισμός, ακολουθώντας το σχέδιο της 5 ης Οδηγίας, παρέχει επιλογή μεταξύ των δύο συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης, δηλ. το «μονιστικό» και το «δυαδικό». Επίσης ο Κανονισμός περιλαμβάνει διατάξεις για την Γ.Σ. των μετόχων, όχι όμως και για τον έλεγχο της εταιρίας. 1) Το διοικητικό όργανο Όπως είναι γνωστό στην Ευρώπη άλλα μεν κράτη (π.χ η Αγγλία ή η Ελλάδα) έχουν προβλέψει διοίκηση της ΑΕ από Δ.Σ. («μονιστικό σύστημα»), αλλά δε διπλό σύστημα, με συνύπαρξη οργάνων διοίκησης και εποπτείας (Γερμανία «δυαδικό σύστημα»), ενώ η Γαλλία προβλέπει και τα δύο τα συστήματα, αφήνοντας τις επιχειρήσεις να επιλέξουν το ένα ή το άλλο με καταστατικές προβλέψεις. Η τελευταία αυτή λύση υιοθετήθηκε και από τον «δυνατότητα» κάθε κράτους μέλους να εισαγάγει το σύστημα, για το οποίο «δεν υπάρχει διάταξη» στο δίκαιο του (Κ., άρθρο 39 παρ.5, 43 παρ.4), στην πραγματικότητα πρόκειται για υποχρεωτική πρόβλεψη αμφότερων των συστημάτων (πρβλ. Κ., προοίμιο, άρθρο 14: «η SE θα πρέπει να έχει την δυνατότητα επιλογής μεταξύ των δύο συστημάτων»), έτσι ώστε κάθε κράτος μέλος που δεν προσφέρει για τις δικές του Α.Ε. τις δύο δυνατότητες θα πρέπει να τις περιλάβει στο δίκαιό του, τουλάχιστον σε ότι αφορά τις SE. Η επιλογή θα είναι δυνατή ανεξάρτητα από τη μορφή εργατικής εμπλοκής που θα υιοθετείται σε κάθε περίπτωση. Κατά το δυαδικό σύστημα υπάρχει ένα «διευθυντικό» όργανο, που «ασκεί τη διοίκηση της SE» (Κ., άρθρο 39), και ένα «εποπτικό» όργανο, που «ελέγχει τη διοίκηση που ασκεί το διευθυντικό όργανο» (Κ., άρθρο 40). Το 13

πρώτο απαρτίζεται από ένα ή περισσότερα μέλη, διοριζόμενα και ανακαλούμενα από το εποπτικό όργανο (Κ., άρθρο 39 παρ. 2), χωρίς να είναι δυνατόν τα μέλη αυτά να είναι ταυτόχρονα και μέλη του εποπτικού οργάνου (Κ., άρθρο 39 παρ.3). Ο αριθμός των μελών του διευθυντικού οργάνου και οι κανόνες ανάδειξης τους ορίζονται από το καταστατικό της SE (Κ., άρθρο 39 παρ. 4). Το εποπτικό όργανο είναι πολυμελές. Τα μέλη του, ο αριθμός των οποίων ορίζεται από το καταστατικό, διορίζονται από τη Γ.Σ., με την επιφύλαξη των επιταγών της Οδηγίας 2001/86/ΕΚ. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων του το εποπτικό όργανο ενημερώνεται από το διευθυντικό όργανο τουλάχιστον ανά τρίμηνο για την πορεία των δραστηριοτήτων της SE και τις προοπτικές εξέλιξης της. Το διευθυντικό όργανο κοινοποιεί επίσης στο εποπτικό όργανο κάθε πληροφορία «για συμβάντα τα οποία ενδέχεται να έχουν αισθητές επιπτώσεις στην κατάσταση της SE» (Κ., άρθρο 41 παρ. 1 και 2). Ακόμη το εποπτικό όργανο μπορεί να ζητήσει και άλλες πληροφορίες που απαιτούνται για τον έλεγχο που ασκεί και να προβαίνει στις σχετικές επαληθεύσεις (Κ., άρθρο 41 παρ. 3 και 4). Κατά το μονιστικό σύστημα υπάρχει ένα διοικητικό όργανο, όχι υποχρεωτικά πολυμελές, διοριζόμενο από τη Γ.Σ. Το όργανο αυτό συνεδριάζει ανά τρίμηνο. Ο Κανονισμός δεν περιέχει διατάξεις, όπως το σχέδιο 5 ης Οδηγίας, για τη διάκριση των μελών του διοικητικού οργάνου σε εκτελεστικά και μη. Ο Κανονισμός περιέχει «κοινούς κανόνες» για το μονιστικό και το δυαδικό σύστημα. Ορίζεται π.χ. έτσι ότι η θητεία των μελών των οργάνων ορίζεται από το καταστατικό για περίοδο που δεν πρέπει να υπερβαίνει την εξαετία (Κ., άρθρο 46 παρ. 1, ότι μέλος οργάνου μπορεί να είναι και Ν.Π. (Κ., άρθρο 47), ότι το καταστατικό μπορεί να ορίζει πράξεις που δεν μπορούν να διενεργηθούν από το διευθυντικό όργανο χωρίς την έγκριση του εποπτικού ή χωρίς απόφαση του διευθυντικού οργάνου (Κ., άρθρο 48 παρ. 1- αυτό διευκολύνει ιδιαίτερα τις εταιρίες, αφού πολλές αμφιλεγόμενες πράξεις, όπως οι εγγυήσεις, μπορούν ελεύθερα να διενεργούνται, αν το καταστατικό απλώς σιωπά), ότι τα μέλη των οργάνων έχουν καθήκον εχεμύθειας (Κ., άρθρο 49), και ότι οι αποφάσεις των πολυμελών οργάνων λαμβάνονται με απλή απαρτία και πλειοψηφία, υπερισχύουσας της ψήφου του προέδρου (Κ., άρθρο 50). 14

Για πολλά και σημαντικά ζητήματα όμως ο Κανονισμός παραπέμπει στον εθνικό νομοθέτη. Αυτό γίνεται κατά τρεις τρόπους:πρώτον, η παραπομπή στο εθνικό δίκαιο είναι ευθεία, όπως π.χ. για το σημαντικό θέμα της ευθύνης των μελών των οργάνων (Κ., άρθρο 51), τις ανικανότητες συμμετοχής στα όργανα της SE ορισμένων προσώπων (Κ., άρθρο 47 παρ. 2), τη δυνατότητα διορισμού μέρους των μελών οργάνου από μειοψηφία ή άλλα πρόσωπα (Κ., άρθρο 47 παρ. 4- πρβλ. άρθρο 18 παρ. 3 Ν 2190/1920) ή την άρση της υποχρέωσης εχεμύθειας (Κ., άρθρο 49). Δεύτερον, ο Κανονισμός επιτρέπει στον εθνικό νομοθέτη να νομοθετήσει την εφαρμογή στην SE ορισμένων διατάξεων που ισχύουν και για τις εθνικές ΑΕ. Έτσι π.χ. ο εθνικός νομοθέτης μπορεί να ορίσει ότι και κάποιος διευθυντής ή διευθυντές «είναι υπεύθυνοι για την τρέχουσα διαχείριση υπό τους αυτούς όρους με τις ΑΕ που εδρεύουν στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους» (Κ., άρθρο 39 παρ. 1, 43 παρ. 1), ή ότι στο δυαδικό σύστημα μέλη του διευθυντικού οργάνου μπορούν να διορίζονται από τη Γ.Σ., όπως και για τις εθνικές ΑΕ (Κ., άρθρο 39 παρ.2). Τρίτον, ο Κανονισμός επιτρέπει στον εθνικό νομοθέτη να προβεί σε ρυθμίσεις που να αφορούν ειδικά τις SE. Έτσι π.χ. ο εθνικός νομοθέτης μπορεί να ορίζει ελάχιστο ή και μέγιστο αριθμό μελών του διευθυντικού οργάνου (Κ., άρθρο 39 παρ. 4), του εποπτικού οργάνου (Κ., άρθρο 43 παρ. 1). Ότι κάθε μέλος του εποπτικού οργάνου (και όχι μόνο το εποπτικό όργανο ως σώμα) έχει δικαίωμα να λάβει πληροφορίες από το διευθυντικό όργανο (Κ., άρθρο 41 παρ. 3). Ότι μέλος του οργάνου δεν μπορεί να είναι Ν.Π. (Κ., άρθρο 47 παρ. 1). Στις περιπτώσεις αυτές δηλ. η εισαγόμενη ρύθμιση μπορεί να παρεκκλίνει από το δίκαιο των εθνικών ΑΕ. Είναι φανερό το πόσο όλες αυτές οι δυνατότητες μπορούν να θολώσουν την εικόνα της τελικής ρύθμισης. 2) Η Γενική Συνέλευση Το δεύτερο όργανο της SE είναι η γνώριμη Γ.Σ. Σύμφωνα με το άρθρο 52 παρ. 1 η Γ.Σ. αποφασίζει για τα θέματα για τα οποία έχει «ειδική αρμοδιότητα» σύμφωνα με τον Κανονισμό και την Οδηγία 2001/86/ΕΚ. Όμως για τη Γ.Σ. γίνεται μαζική παραπομπή και στο εθνικό δίκαιο, είτε εκείνο που αφορά γενικά τις εθνικές Α.Ε., ως προς τα ζητήματα διοργάνωσης και 15

διεξαγωγής της Γ.Σ., καθώς και τις διαδικασίες ψηφοφορίας (Κ., άρθρο 53), είτε εκείνο που νομοθετείται ειδικά για τις SE. Λεπτομέρειες δεν είναι δυνατόν να δοθούν στο χώρο της παρούσας μελέτης, ισχύει όμως και εδώ η παρατήρηση που μόλις παραπάνω έγινε, για τους κινδύνους της πολύπλοκης ρύθμισης. Έτσι π.χ. το άρθρο 54 παρ. 1 ορίζει ότι η Γ.Σ. συνέρχεται μια φορά κάθε χρόνο, επιφυλάσσεται όμως για την περίπτωση όπου το εθνικό δίκαιο περί Α.Ε. προβλέπει μεγαλύτερη συχνότητα, ενώ το εθνικό δίκαιο για τις SE μπορεί να προβλέπει ότι η πρώτη Γ.Σ. μπορεί να συνέλθει εντός των 18 πρώτων μηνών μετά τη σύσταση της SE. Έτσι το άρθρο 54 παρ. 1 περιέχει διάταξη που παραπέμπει τόσο στην εθνική περί ΑΕ, όσο και στην εθνική περί SE νομοθεσία. Το ίδιο συμβαίνει με την απαιτούμενη πλειοψηφία, που είναι η «πλειοψηφία των εγκύρων ψήφων», αν ο Κανονισμός (όπως συμβαίνει με την τροποποίηση του καταστατικού κατά το άρθρο 59), ή άλλως η εθνική νομοθεσία δεν αξιώνουν υψηλότερο ποσοστό (Κ., άρθρο 57). Η Γ.Σ. μπορεί να συγκληθεί οποτεδήποτε μετά από πρόσκληση του διευθυντικού, του διοικητικού ή του εποπτικού οργάνου ή αρμόδιας αρχής σύμφωνα με την νομοθεσία των Α.Ε. του κράτους μέλους (Κ., άρθρο 54). Η σύγκληση (ή η εγγραφή θέματος στην ημερήσια διάταξη μιας Γ.Σ.) γίνεται και μετά από αίτηση μειοψηφίας του 10% (Κ., άρθρα 55 και 56). 3) Οι ελεγκτές Ελεγκτές δεν προβλέπονται από τον Κανονισμό, ορίζεται όμως στο άρθρο 61 ότι, όσον αφορά τον έλεγχο των ετήσιων και ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, η SE υπόκειται στο εθνικό περί Α.Ε. δίκαιο. 4) Ο ρόλος των εργαζομένων Ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα, που, όπως αναφέρθηκε, καθόρισαν τη μοίρα της SE και την καθυστέρηση υιοθέτησής της, ήταν ο «ρόλος των εργαζομένων» με τις τρεις πτυχές του: Ενημέρωση, διαβούλευση και συμμετοχή. Η κατά καιρούς σθεναρή αντίδραση ορισμένων κρατών μελών (ιδίως της Αγγλίας, τελευταία δε της Ισπανίας) σε μια ρύθμιση, που θα 16

αποσκοπούσε στην υποχρεωτική συμμετοχή των εργαζομένων στις εταιρικές υποθέσεις, και η θεώρηση μιας τέτοιας συμμετοχής ως handicap στο διεθνή ανταγωνισμό, έδινε κατά καιρούς την εντύπωση οριστικής ματαίωσης του εγχειρήματος, αφού εκείνοι που κυρίως επιδίωκαν τη συμμετοχή, κατά τα εθνικά πρότυπα (ιδίως η Γερμανία με τη Mitbestimmung) είχαν ακριβώς την αντίστροφη ανησυχία, μήπως δηλ. η δυνατότητα ίδρυσης SE χωρίς εταιρική συμμετοχή δημιουργούσε τάσεις φυγής από τις εθνικές εταιρικές μορφές. Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε επέτρεψε την αποφυγή υπό όρους της συμμετοχής (η ενημέρωση και η διαβούλευση δεν δημιουργούσαν ιδιαίτερα προβλήματα), έτσι ώστε τα κράτη που δεν την προβλέπουν ήδη να μπορούν να την αποφύγουν και στο μέλλον. Ο ρόλος των εργαζομένων διέπεται ειδικότερα από τις διατάξεις της Οδηγίας 2001/86/ΕΟΚ (Κ., άρθρο 1 παρ. 4), του παράλληλου (και πολύπλοκου) νομοθετήματος, με το οποίο οι εθνικές νομοθεσίες θα πρέπει να έχουν εναρμονιστεί το αργότερο την 8.10.2004, την ημέρα δηλ. που τίθεται σε ισχύ και ο Κανονισμός. Ο μηχανισμός της Οδηγίας είναι δομημένος κατά τέτοιο τρόπο, ώστε στόχος δεν είναι τόσο η επιβολή ομοιόμορφου ρόλου των εργαζομένων σε όλες τις SE, κάτι που άλλωστε θα ήταν αδύνατο λόγω της τεράστιας ποικιλίας των εθνικών δικαίων, όσο η διασφάλιση ότι η σύσταση της SE δεν θα επιφέρει κατάργηση ή μείωση των κεκτημένων δικαιωμάτων εργαζομένων (αρχή «πριν και μετά» - προοίμιο της Οδηγίας, αρ.18). Πολύ απλά ο μηχανισμός είναι διπλός: Ο ρόλος των εργαζομένων (ενημέρωση, διαβούλευση, συμμετοχή) προσδιορίζεται με βάση συμφωνία, άλλως με ορισμένες «διατάξεις αναφοράς», που (με εξαιρέσεις) ισχύουν αν δεν επιτευχθεί η συμφωνία αυτή. Η καταχώρηση μιας SE δεν είναι δυνατή, αν το ζήτημα του ρόλου των εργαζομένων δεν διευθετηθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ειδικότερα (αλλά πολύ συνοπτικά): Όταν πρόκειται να ιδρυθεί SE, συνίσταται μια «διαπραγματευτική ομάδα», εκπροσωπευτική των εργαζομένων των εταιριών που συμμετέχουν στην ίδρυση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 της Οδηγίας και τις διατάξεις των εθνικών δικαίων των κρατών μελών. Η ομάδα αυτή, βοηθούμενη ενδεχομένως από εμπειρογνώμονες της επιλογής της, διεξάγει διαπραγματεύσεις με τα διευθυντικά ή διοικητικά όργανα των συμμετεχουσών εταιριών και, σε περίπτωση θετικής έκβασης, συνάπτει συμφωνία για το ρόλο 17

των εργαζομένων. Προκειμένου να υπάρξει συμφωνία η διαπραγματευτική ομάδα αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των μελών της, εφόσον η πλειοψηφία αυτή αντιστοιχεί και στην απόλυτη πλειοψηφία των εργαζομένων. Αν όμως πρόκειται με την συμφωνία να μειωθούν τα δικαιώματα συμμετοχής, η παραπάνω πλειοψηφία αυξάνεται σε 2/3. Η συμφωνία καθορίζει το πεδίο εφαρμογής της, τη σύνθεση, αρμοδιότητες, συχνότητα συνεδριάσεων, οικονομικούς πόρους κλπ. Ενός «οργάνου εκπροσώπησης», που θα αποτελέσει στο μέλλον το «συνομιλητή» του αρμόδιου οργάνου της SE στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για την ενημέρωση και διαβούλευση (ή, αντί «οργάνου εκπροσώπησης», διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης), την τυχόν συμμετοχή εκπροσώπων των εργαζομένων στο διοικητικό ή εποπτικό όργανο της SE, καθώς και την ημερομηνία έναρξης ισχύος της (Οδ., άρθρο 5). Εφαρμοστέο δίκαιο στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων είναι εκείνο της καταστατικής έδρας της SE (Οδ., άρθρο 6). Πάντως η διαπραγματευτική ομάδα μπορεί να μην διεξαγάγει διαπραγματεύσεις ή και να τις διακόψει, οπότε για τους εργαζομένους θα ισχύσουν όχι οι «διατάξεις αναφοράς», άλλωστε οι διατάξεις του δικαίου του κράτους, όπου η SE έχει εργαζομένους (Οδ., άρθρο 3 παρ. 6). Εναλλακτική λύση είναι η εφαρμογή των «διατάξεων αναφοράς», που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα της Οδηγίας και τις οποίες τα κράτη μέλη οφείλουν να εισαγάγουν στη νομοθεσία τους. Πρόκειται για διατάξεις που αφορούν τη σύνθεση του οργάνου εκπροσώπησης, την ενημέρωση και τη διαβούλευση, καθώς και τη συμμετοχή των εργαζομένων στο διοικητικό ή το εποπτικό όργανο της SE. Σύμφωνα με το άρθρο 7 της Οδηγίας, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται είτε αν συμφωνήσουν απευθείας τα μέρη στην εφαρμογή τους, είτε αν παρέλθουν οι προθεσμίες του άρθρου 5, οπότε η καταχώρηση της SE θα είναι δυνατή με την προυπόθεση ότι το αρμόδιο όργανο κάθε συμμετέχουσας στην ίδρυση εταιρίας θα αποδεχθεί την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Οι διατάξεις αναφοράς επιβάλλουν την ίδρυση «οργάνου εκπροσώπησης», του οποίου ορίζεται ο τρόπος εκλογής των μελών και η λειτουργία. Παραπέρα ορίζονται οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες του οργάνου αυτού (τμήμα 1 του Παραρτήματος). Από το τμήμα 2 βασικής σημασίας είναι η διάταξη κατά την οποία «η αρμοδιότητα του οργάνου εκπροσώπησης 18

περιορίζεται στα ζητήματα που αφορούν την ίδια την SE ή οποιαδήποτε από τις θυγατρικές ή εγκαταστάσεις της που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος ή τα οποία υπερβαίνουν τις εξουσίες των οργάνων που λαμβάνουν αποφάσεις σε ένα και μόνο κράτος μέλος». Το όργανο εκπροσώπησης ενημερώνεται και γνωμοδοτεί, συνεδριάζει δε τουλάχιστον μία φορά το χρόνο σχετικά με την πρόοδο των δραστηριοτήτων της εταιρίας και τις προοπτικές της. Παραπέρα (στο τμήμα 3 του Παραρτήματος ) περιέχονται διατάξεις για την συμμετοχή των εργαζομένων. Και αν πρόκειται μεν για ίδρυση SE από μετατροπή, οι κανόνες που ίσχυαν σχετικά με τη συμμετοχή «συνεχίζουν να εφαρμόζονται» στην SE. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις οι εργαζόμενοι «δικαιούνται να εκλεγούν, να διορίζουν, να προτείνουν ή να απορρίπτουν το διορισμό ενός αριθμού μελών του διοικητικού ή εποπτικού οργάνου της SE ίσου προς το υψηλότερο ποσοστό που εφαρμόζεται στις οικείες συμμετέχουσες εταιρίες πριν από τη καταχώρηση της SE». Πάντως, στο πλαίσιο της αρχής «πριν και μετά», ορίζεται ότι «εάν καμία από τις εταιρίες αυτές δεν διέπετο από τους κανόνες συμμετοχής πριν από την καταχώρηση της SE, η SE δεν υποχρεούται να εισάγει ρυθμίσεις στον τομέα της συμμετοχής των εργαζομένων». Σημαντική είναι η παρ. 2 του άρθρου 7 της Οδηγίας, η οποία βοήθησε και στην παράκαμψη των αντιρρήσεων της Ισπανίας, την οποία ενοχλούσε η υποχρεωτική θέσπιση συμμετοχής των εργαζομένων στα εταιρικά όργανα. Σύμφωνα με αυτήν, οι διατάξεις αναφοράς που έχουν σχέση ειδικά με τη συμμετοχή των εργαζομένων στα εταιρικά όργανα (τμήμα 3 του Παραρτήματος) είναι υποχρεωτικές (και άρα εξαρτούν τη δυνατότητα καταχώρησης) μόνο υπό προυποθέσεις. Αν πρόκειται για ίδρυση με μετατροπή, θα πρέπει οι κανόνες ενός κράτους μέλους σχετικά με την συμμετοχή των εργαζομένων στο διοικητικό ή το εποπτικό όργανο να εφαρμόζονται σε εταιρία που έχει μετατραπεί σε SE (άλλως η συμμετοχή δεν είναι υποχρεωτική). Αν πρόκειται δε για ίδρυση με συγχώνευση ή σύσταση εταιρίας-χαρτοφυλακίου ή θυγατρικής εταιρίας, θα πρέπει να υπήρξαν προηγουμένως για μια ή περισσότερες από τις συμμετέχουσες εταιρίες μορφές συμμετοχής που να κάλυπταν τουλάχιστον το 50% του συνολικού αριθμού των εργαζομένων (25% στην περίπτωση της συγχώνευσης). Σε διαφορετική περίπτωση, από τις διατάξεις αναφοράς του Παραρτήματος δεν 19

θα ισχύσουν εκείνες που αφορούν τη συμμετοχή των εργαζομένων. Σύμφωνα πάντως με την παρ. 3 του άρθρου 7 της Οδηγίας (είναι η «ισπανική ρήτρα» που συμφωνήθηκε στη Νίκαια), τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι οι διατάξεις αναφοράς για τη συμμετοχή δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση συγχώνευσης, όπου μορφές συμμετοχής ίσχυαν για εργαζόμενους που ξεπερνούν το 25% του συνολικού αριθμού. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι σε μία τέτοια περίπτωση η SE δεν μπορεί καταρχήν να καταχωρηθεί κατ εξαίρεση, αν «έχει συναφθεί συμφωνία, κατά την έννοια του άρθρου 4 της Οδηγίας, ως προς τις διαδικασίες σχετικά με το ρόλο των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής», ή αν δεν «υπαγόταν καμία από τις συμμετέχουσες εταιρίες σε κανόνες συμμετοχής πριν από την καταχώρηση της SE» (Κ., άρθρο 12 παρ.3). Σύμφωνα με τα παραπάνω, η καταχώρηση μιας SE στο μητρώο είναι δυνατή μόνο αν έχει συναφθεί συμφωνία περί του ρόλου των εργαζομένων, σύμφωνα με το άρθρο 4 της Οδηγίας, ή αν η διαπραγματευτική ομάδα αποφασίσει να μη διεξαγάγει ή να διακόψει τις διαπραγματεύσεις κατά το άρθρο 3 παρ. 6 της Οδηγίας (οπότε θα ισχύσει το δίκαιο κάθε κράτους μέλους), ή, τέλος, αν έχει λήξει η περίοδος των διαπραγματεύσεων χωρίς τη σύναψη συμφωνίας (οπότε θα ισχύσουν οι διατάξεις αναφοράς του Παραρτήματος). Η τελική εντύπωση πάντως του αναγνώστη είναι το εξαιρετικά πολύπλοκο των ρυθμίσεων, αποτέλεσμα των συμβιβαστικών προσπαθειών. 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Η ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ SE ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΔΡΑΣ Ένα βασικό χαρακτηριστικό της SE, που τη διαφοροποιεί από τις εθνικές εταιρίες πολλών κρατών μελών, είναι η κινητικότητά της στον ευρωπαικό χώρο με μεταφορά της έδρας της (Κ., άρθρο 8 ). Η ιδέα της μεταφοράς αποτελεί απάντηση Daily Mail του Δ.Ε.Κ., που θεώρησε ότι κατά το ισχύον κοινοτικό δίκαιο η ελευθερία εγκατάστασης των εταιριών δεν περιλαμβάνει τη δυνατότητα μεταφοράς της έδρας από κράτος μέλος σε άλλο, αλλά και προέκταση της απόφασης Centros, τώρα δε και της Uberseering, εκ των οποίων η πρώτη θεώρησε επιτρεπτή την ίδρυση υποκαταστήματος εταιρίας που έχει τη μόνη της δραστηριότητα στο κράτος του τελευταίου και όχι σ εκείνο της καταστατικής έδρας, η δε δεύτερη επιβεβαίωσε ότι η αναγνώριση της εταιρίας από το κράτος υποδοχής είναι αναγκαία συνέπεια της άσκησης της ελευθερίας εγκατάστασης. Παράλληλα το άρθρο 8 προαναγγέλλει τη 14 η Οδηγία (σε σχέδιο ακόμη) για τη μεταφορά της έδρας. Η μεταφορά της έδρας σε άλλο κράτος μέλος γίνεται χωρίς λύση της εταιρίας ή δημιουργία νέου νομικού προσώπου. Απαιτούνται και εδώ «σχέδιο μεταφοράς» και σχετική έκθεση του «οργάνου διεύθυνσης ή διοίκησης», δημοσίευση του σχεδίου, απόφαση της γενικής συνέλευσης (με πλειοψηφία 2/3), πιστοποίηση αρμόδιας αρχής του κράτους «αποστολής» ότι τηρήθηκαν οι διατυπώσεις για τη μεταφορά, και τέλος καταχώρηση στο μητρώο της νέας έδρας. Μετά την καταχώρηση αυτή, η γραμματεία του μητρώου της νέας καταχώρησης ειδοποιεί το μητρώο της παλιάς για τη διαγραφή. Η μεταφορά θεωρείται συντελεσθείσα από τη νέα καταχώρηση, ενόσω όμως δεν έχει γίνει διαγραφή από το προηγούμενο μητρώο, οι τρίτοι μπορούν να εξακολουθήσουν να επικαλούνται την παλιά έδρα, εφόσον η εταιρία δεν αποδεικνύει ότι οι τρίτοι γνώριζαν τη νέα. Μετά τη νέα καταχώρηση το εφαρμοστέο στη SE δίκαιο μεταβάλλεται κατά μέγα μέρος, αφού πέραν του Κανονισμού θα πρέπει να εφαρμόζεται εφεξής το νέο εθνικό δίκαιο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9 και τις ειδικές διατάξεις του Κανονισμού. Το πράγμα μπορεί να δημιουργήσει μείζονες 21

δυσχέρειες αν το νέο εθνικό δίκαιο αυξάνει τις δεσμεύσεις των μετόχων, π.χ. αν το νέο δίκαιο επιτρέπει αποβολή μετόχου με διάταξη του καταστατικού (εισαγόμενη με την ευκαιρία μεταφοράς της έδρας), οπότε και τίθεται ζήτημα μήπως πρέπει να υπάρξει ατομική συναίνεση των μετόχων για το έγκυρο της μεταφοράς. Επίσης, η δυνατότητα που ο Κανονισμός παρέχει στο κράτος υποδοχής να αντιταχθεί στη μεταφορά για λόγους δημοσίου συμφέροντος (Κ., άρθρο 8 παρ. 14) δημιουργεί πρόσθετο πρόβλημα και εισάγει αβεβαιότητα στην ελευθερία μεταφοράς της έδρας. Ένα σημαντικό ζήτημα, μη ρυθμιζόμενο από τον Κανονισμό, είναι τα φορολογικά ζητήματα της μεταφοράς της έδρας. Καταχώρηση και Εκκαθάριση Η καταχώρηση και η εκκαθάριση μιας SE δημοσιεύονται προς ενημέρωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Κάθε Ευρωπαϊκή Εταιρία καταχωρείται στο κράτος μέλος της έδρας σε μητρώο που καθορίζεται από τη νομοθεσία του κράτους αυτού. Ετήσιοι λογαριασμοί Η Ευρωπαϊκή Εταιρία καταρτίζει ετήσιους λογαριασμούς μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται ο ισολογισμός, ο λογαριασμός κερδών και ζημιών καθώς και το παράρτημα και έκθεση διαχείρισης που περιλαμβάνει αναφορά στην εξέλιξη των υποθέσεων και στην κατάσταση της Εταιρίας και, κατά περίπτωση, των ενοποιημένων λογαριασμών. Φορολογία Σε ότι αφορά τη φορολογία, η SE αντιμετωπίζεται όπως οποιαδήποτε πολυεθνική, δηλαδή υπόκειται στο φορολογικό καθεστώς που προβλέπει η εθνική νομοθεσία, τόσο για την ίδια την Εταιρία όσο και για τα υποκαταστήματά της. Οι SE εξακολουθούν να υπόκεινται σε φορολογία σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένες σε σταθερή βάση. Υπό 22

αυτή την έννοια, το φορολογικό τους καθεστώς είναι ατελές, λόγω του ανεπαρκούς βαθμού εναρμόνισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον συγκεκριμένο τομέα. Λύση Η λύση, η εκκαθάριση, η αφερεγγυότητα και η παύση πληρωμών καλύπτονται σε μεγάλο βαθμό από το ισχύον εθνικό δίκαιο. Η μεταφορά της καταστατικής έδρας εκτός της Κοινότητας έχει σαν αποτέλεσμα τη λύση της SE μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου ή κάθε αρμόδιας αρχής. 23

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΆΛΛΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ SE Για την κατάρτιση, τον έλεγχο, τη δημοσίευση των ετήσιων και ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων ο Κανονισμός παραπέμπει στο δίκαιο της καταστατικής έδρας (Κ., άρθρο 61). Το ίδιο συμβαίνει με τη λύση, την εκκαθάριση, την αφερεγγυότητα, την παύση των πληρωμών και τις άλλες διαδικασίες (δηλ. τις «συλλογικές διαδικασίες»), θέματα για τα οποία το άρθρο 63 παραπέμπει επίσης στο εθνικό δίκαιο (υπόψη όμως και ο ήδη ισχύων Κανονισμός 1346/2000). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το άρθρο 63 είναι συνεπές με το προοίμιο του Κανονισμού (αρ. 20), που ρητά εξαιρεί του ρυθμιστικού πεδίου του τα ζητήματα (μεταξύ άλλων) του πτωχευτικού δικαίου. 24

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ Η παραπάνω επισκόπηση επιτρέπει την αναφορά σε ορισμένα γενικότερα ζητήματα της SE. 1) Η ιεραρχία των πηγών της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Ένα από τα δυσκολότερα ζητήματα της SE είναι το εφαρμοστέο δίκαιο. Η αρχική φιλοδοξία θέσπισης ολοκληρωμένου και συμπαγούς καθεστώτος, που να διέπει τα νέα εταιρική μορφή, δεν μπόρεσε τελικά να πραγματοποιηθεί, πρώτον διότι αυτό διόγκωνε το μέγεθος των ρυθμίσεων και άρα την απαιτούμενη κάθε φορά συναίνεση των κρατών μελών, αλλά και δεύτερον διότι εν τω μεταξύ ένα σημαντικό μέρος του εταιρικού δικαίου εναρμονίσθηκε με τις κοινοτικές Οδηγίες. Με τον τρόπο αυτό, η παραπομπή στο εθνικό δίκαιο ενείχε τη σιγουριά της προβλεπτής ρύθμισης (βλ. Κ, προοίμιο, αρ. 9). Ο Κανονισμός εισάγει δύο συστήματα διατάξεων που διέπουν τη SE: Κατά πρώτο λόγο το εφαρμοστέο δίκαιο είναι ο Κανονισμός, οι διατάξεις του καταστατικού της SE (Κ., άρθρο 9 παρ.1 εδ. α και β ). Επομένως η σχέση Κανονισμού και καταστατικού είναι σαφής: Μόνο εκεί όπου ο Κανονισμός ρητά το επιτρέπει, είναι η καταστατική διαμόρφωση των σχέσεων δυνατή. Πρόκειται για την υιοθέτηση του γερμανικού συστήματος σχέσεων νόμου και καταστατικού (παρ. AktG 23 αρ. 5) και μάλιστα προς το αυστηρότερο. Είναι σαφές εξάλλου, ότι ο Κανονισμός αποκλείει από το ρυθμιστικό του πεδίο το φορολογικό δίκαιο (υπόψη πάντως η Οδηγία 90/434/ΕΚ για τη φορολογική μεταχείριση των υπερόριων συγχωνεύσεων), το δίκαιο του ανταγωνισμού, το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας και το πτωχευτικό δίκαιο( Κ., προοίμιο, αρ. 20), αλλά θα έλεγε κανείς γενικότερα, το μη εταιρικό δίκαιο (άρα και το δίκαιο της κεφαλαιαγοράς). Αμφίβολο είναι αν το εθνικό δίκαιο ομίλων επιχειρήσεων (όπως σήμερα ισχύει στη Γερμανία και την Πορτογαλία) θα μπορεί να 25

εφαρμοστεί και στις SE που είναι καταχωρημένες στα κράτη αυτά, και μάλιστα τις εξαρτημένες. Κατά δεύτερο λόγο (Κ., άρθρο 9 παρ.1 εδ. γ ) και επικουρικά, δηλ. ως προς τα θέματα που ο Κανονισμός δεν ρυθμίζει μόνο εν μέρει και κατά το μέρος που οι σχέσεις δεν καλύπτονται από τον Κανονισμό, εφαρμογής τυγχάνουν οι εθνικές διατάξεις. Αυτό δηλ. θα συμβεί αν υπάρχει ρυθμιστικό κενό, η ύπαρξη του οποίου θα πρέπει να κρίνεται κατά κύριο λόγο τελολογικά με βάση το επιδιωκόμενο από τον κοινοτικό νομοθέτη αποτέλεσμα. Συγκεκριμένα εφαρμόζονται: Πρώτον, οι εθνικές νομοθετικές διατάξεις που αφορούν ειδικά τις SE, και οι οποίες «πρέπει να συμβαδίζουν» με τις κοινοτικές Οδηγίες που αφορούν τις ανώνυμες εταιρίες (Κ., άρθρο παρ. 2). Ο Κανονισμός αναγνωρίζει σε πολλά ζητήματα (π.χ. στα άρθρα 2 παρ. 4, 4 παρ. 3, 7 εδ. β, 8 παρ. 2, 5, 7, 14) δυνατότητα του εθνικού νομοθέτη να συμπληρώνει ή και να παρεκκλίνει από ρυθμίσεις του. Δεύτερον, οι εθνικές νομοθετικές διατάξεις (αλλά και γενικά γραπτοί ή μη κανόνες δικαίου, ανάλογα με τα εθνικά συστήματα), που αφορούν τις ανώνυμες εταιρίες γενικά. Πρόκειται για εξαιρετικής σημασίας διάταξη, διότι με τον τρόπο αυτό εμφανίζεται η μαζική επιρροή του εθνικού δικαίου στη SE, και αποβαίνει προβληματικός ο χαρακτηρισμός της ως «Ευρωπαϊκής» εταιρίας, όπως θα αναφερθεί και παρακάτω. Η παραπομπή γίνεται στο εκάστοτε ισχύον εθνικό δίκαιο της ανώνυμης εταιρίας («δυναμική» παραπομπή). Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Κανονισμός παραπέμπει στην εθνική νομοθεσία και με τις ειδικότερες διατάξεις, όπως είναι εκείνες των άρθρων 5 (εθνικές διατάξεις με το κεφάλαιο της SE, τη διατήρηση του, τις μεταβολές του, καθώς και τις μετοχές, ομολογίες και άλλους τίτλους, 15 ( εθνικές διατάξεις για την ίδρυση Α.Ε.), 18 (εθνικές διατάξεις για την συγχώνευση, για τους μη καλυπτόμενους από τον Κανονισμό τομείς), 51 (εθνικές διατάξεις για την ευθύνη των οργάνων), 53 (εθνικές διατάξεις για την οργάνωση και διεξαγωγή των Γ.Σ.) ή 61 (εθνικές διατάξεις για την κατάρτιση των ετησίων και ενδεχομένως των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, της επ αυτών έκθεσης διαχείρισης, του ελέγχου και της δημοσίευσης τους). Οι εθνικές ρυθμίσεις δεν απαιτείται να είναι σύμφωνες με τις Οδηγίες, εκτός αν ο Κανονισμός ορίζει διαφορετικά (βλ. π.χ. Κ., άρθρο 13, που αναφέρεται στη 26

δημοσιότητα σύμφωνα με «τη νομοθεσία του κράτους μέλους της καταστατικής έδρας της SE, σύμφωνα με την Οδηγία 68/151/ΕΟΚ»). Και τρίτον, εφαρμόζονται οι διατάξεις του καταστατικού, «υπό τις αυτές προϋποθέσεις που απαιτούνται και για την εφαρμογή του επί ανωνύμων εταιριών που έχουν συσταθεί κατά τη νομοθεσία του κράτους της καταστατικής έδρας της SE» ( Κ., άρθρο 9 παρ. 1 στ. γ ). Εδώ (και στο μέτρο αυτό), τα εθνικά συστήματα της επιτρεπτής καταστατικής διαμόρφωσης των εταιρικών σχέσεων, και μάλιστα όπως εκάστοτε ισχύον, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη. Έτσι π.χ. ενώ στη Γερμανία, όπως αναφέρθηκε, το καταστατικό μπορεί να εισαγάγει μόνο τις επιτρεπόμενες από το νόμο ρυθμίσεις (κάτι αντίστοιχο με την παρ. 1 εδ. β του Κανονισμού), σε άλλες χώρες, όπως η Αγγλία, οι συντάκτες του καταστατικού έχουν σημαντικά μεγαλύτερη ελευθερία, εκτεινόμενη σε κάθε ρύθμιση που ο νόμος δεν απαγορεύει, ενώ αλλού (π.χ. στη Γαλλία) το πράγμα είναι αμφισβητούμενο. Τέλος το άρθρο 9 παρ. 3 επιτρέπει στα κράτη να εφαρμόσουν «πλήρως» τις ειδικές διατάξεις της εθνικής τους νομοθεσίας, που αφορούν εταιρίες με ειδική δραστηριότητα, και συνεπώς οι εθνικές διατάξεις «άμεσης εφαρμογής» παραμένουν άθικτες. Κατά τα λοιπά η SE «τυγχάνει σε κάθε κράτος μέλος της αυτής μεταχείρισης με την ανώνυμη εταιρία τη συσταθείσα έδρας της SE» (Κ., άρθρο 10). Η διάταξη αυτή στη γενικότητά της δεν καλύπτει μόνο τη λειτουργία της SE, αλλά γενικότερα τον τρόπο μεταχείρισης της από το δίκαιο (ως προς την εμπορική της ιδιότητα, την ικανότητα της να αναλαμβάνει δραστηριότητες που έχουν επιφυλαχθεί σε Α.Ε., τη φορολογική της μεταχείριση κ.λ.π.). Το σύστημα που διαμορφώνεται από το άρθρο 9 ιδρύει μια πολύπλοκη ιεραρχία πηγών εξαιρετικά δύσκολης υλοποίησης κατά περίπτωση στην καθημερινή ζωή της εταιρίας. Ακόμη περισσότερο, που όμως αναφέρθηκε, η έκταση της καταστατικής ελευθερίας δεν είναι η ίδια σε όλα τα κράτη μέλη. Όπως έχει εύστοχα παρατηρηθεί, η πολυπλοκότητα αυτή και οι συγκρούσεις των ρυθμίσεων (πραγματικές ή νομιζόμενες), που μπορεί να ανακύψουν, κινδυνεύουν να περιπλέξουν σε τέτοιο βαθμό τη λειτουργία και τη λήψη των εταιρικών αποφάσεων, ώστε θα χρειασθεί η εγκατάσταση σημαντικού νομικού 27

επιτελείου για το έργο αυτό, το υψηλό κόστος του οποίου θα μπορούν να φέρουν μόνο μεγάλες εταιρίες. Κάτι βέβαια που τελικά έρχεται να διαψεύσει. 2) Είναι η Societas Europaea Εταιρία Ευρωπαϊκή; Η αρχική πρόθεση των εμπνευστών της SE ήταν η δημιουργία μιας υπερεθνικής σε ευρωπαικό επίπεδο εταιρικής μορφής. Το κύρος και το βεληνεκές μιας γνήσιας νομικής μορφής, ανεξάρτητης από τα κράτη μέλη αποτέλεσε πάντοτε στοιχείο της γοητείας του νέου θεσμού. Η ίδια η ονομασία societas europaea ανταποκρίνεται στη φιλοδοξία αυτή. Επαληθεύεται όμως ο χαρακτηρισμός αυτός από τα κείμενα; Σε πρώτη ματιά η απάντηση είναι θετική. Στο προοίμιο αναφέρεται η μέχρι τώρα ανάγκη των επιχειρήσεων να επιλέγουν μορφή εταιρίας «διεπόμενης από μια συγκεκριμένη εθνική νομοθεσία» (αρ. 3), και ότι συνεπώς «πρέπει να προβλεφθεί η δημιουργία, παράλληλα με τις εταιρίες που υπάγονται σε ορισμένο εθνικό δίκαιο και εταιριών των οποίων η ίδρυση και η λειτουργία διέπεται από κοινοτικό κανονισμό, άμεσα εφαρμοστέο σε όλα τα κράτη μέλη» (αρ.6.). Από την άλλη μεριά η SE είναι υποχρεωτικά και σε σημαντικό βαθμό δεμένη με το δίκαιο κάποιου κράτους μέλους. Από τη στιγμή που η ρύθμιση της SE δεν είναι ολοκληρωτική, αλλά γίνεται παραπομπή σε εθνικά δίκαια, η τελευταία αφαιρεί σημαντικό μέρος από τον κοινοτικό χαρακτήρα της SE και την εξαρτά από το κράτος της καταχώρησης. Πράγματι, ευρωπαϊκό μητρώο για την καταχώρηση της δεν υπάρχει, αλλά μόνο εθνικά μητρώα. Η αμφισημία αυτή οδηγεί στην ενδιάμεση άποψη, ότι η SE διατηρεί προνομιακούς δεσμούς με το κράτος καταχώρησης της και αποτελεί υβριδικό μόρφωμα κατά διασταύρωση του εθνικού και του κοινοτικού δικαίου. Με άλλη διατύπωση, η SE είναι μια «Ευρωπαϊκή Ανώνυμη Εταιρία Εθνικής Παραλλαγή». Αν συνεπώς κατά την ενδιάμεση αυτή άποψη η SE δεν είναι ακριβώς εθνική εταιρία, δεν είναι πάντως ούτε ευρωπαική. Υπάρχουν όμως και οι υποστηρίζοντες ότι η SE δεν είναι παρά μια νέα εθνική εταιρική μορφή, όπως όλες οι άλλες και ότι υπάρχουν τόσες SE όσα τα κράτη μέλη, με συνέπεια ότι «η αρχική φιλοδοξία για δημιουργία μιας πραγματικής Ευρωπαϊκής Εταιρίας 28

έχει σχεδόν καταλήξει στο μηδέν». Σε συνέπεια με αυτό επισημαίνεται ότι, από άποψη ιδ. δ.δ, η SE θα πρέπει να θεωρηθεί ως εταιρία όχι ευρωπαϊκή αλλά εταιρία που έχει την έδρα της σ ένα κράτος μέλος. Η τελευταία αυτή άποψη φαίνεται να είναι και η πιο ρεαλιστική. Η SE προσδιορίζεται από τον εθνικό της χαρακτήρα, ο τρόπος αυτός δε που νομοθετείται (με κοινοτικό Κανονισμό) όχι μόνο δεν είναι αποφασιστικός για τον υπερεθνικό της χαρακτήρα, αλλά και είναι εξόφθαλμα ανεπαρκής, αν ληφθούν υπόψη οι τόσες διατάξεις που παραπέμπουν στο εθνικό δίκαιο. Η SE μπορεί έτσι να συγκριθεί με τα κέρματα του ευρώ. Εκεί η μια όψη (η αληθινή) είναι ευρωπαική, ενώ η άλλη παραμένει εθνική, για λόγους περισσότερο ψυχολογικούς. Στην περίπτωση όμως της SE συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η «πρώτη όψη» (και η ονομασία) είναι ευρωπαϊκές, ενώ η άλλη όψη, η πραγματική, διατηρεί δεμένη τη νέα εταιρική μορφή με το εθνικό δίκαιο. 3) Οι προσδοκίες επιτυχίας της ευρωπαικής εταιρίας Η έλλειψη του ευρωπαϊκού χαρακτήρα της SE δεν είναι καθεαυτή επιβλαβής, αν κάνει κανείς αφαίρεση του ευρωπαϊκού prestige, που όμως είναι μια αμφίβολη ποσότητα. Ο γράφων νομίζει ότι ούτε οι διαφορές των εθνικών δικαίων θα συντελέσουν στην αποτυχία της SE. Οι διαφορές αυτές μάλλον θα οδηγήσουν σε law shopping, την προτίμηση δηλ. από τους ενδιαφερομένους του πιο ευνοϊκού δικαίου, συνήθως δε εκείνου με τη μικρότερη διασφάλιση των μετόχων μειοψηφίας ή των τρίτων δανειστών, κάτι που μπορεί βέβαια να οδηγήσει σε «φαινόμενο Delaware» ή «κούρσας προς τα κάτω», αφού ενδέχεται να δημιουργηθεί συναγωνισμός μεταξύ των κρατών μελών για την υιοθέτηση του απλούστερου δικαίου. Όμως το law shopping είναι κάτι το ήδη γνωστό, στο βαθμό που είναι εφικτό (και η πραγματικότητα δείχνει ότι δεν είναι πάντα!), αφού οι ενδιαφερόμενοι και τώρα επιλέγουν την εταιρική μορφή, που τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο τους συμφέρει. Ακόμη και τα δεσμά της εργατικής εμπλοκής (που δεν είναι αρεστά στους επιχειρηματίες) είναι ένας από τους παράγοντες που οι επιχειρηματίες θα λάβουν υπόψη, δεν είναι όμως αυτονόητα ο μόνος. Η επιλογή της εταιρικής μορφής γίνεται μετά από συνολική αξιολόγηση, ώστε να μην 29

αποκλείεται η επιλογή κράτους, ακόμη και με παράδοση εργατικής συμμετοχής, αν το δίκαιο του είναι γενικότερα ελκυστικό. Έτσι π. χ. παρατηρείται ότι δεν αποκλείεται η επιλογή της Γερμανίας, που προσφέρει ευνοϊκές διατάξεις για τις μικρές ΑΕ. Σε τι όμως τελικά μπορεί να χρησιμεύσει η SE. Ποια είναι τα τελικά πλεονεκτήματα της; Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Ήδη επισημαίνονται οι ρυθμίσεις (ή μη ρυθμίσεις) εκείνες, που καθιστούν το νέο εταιρικό όχημα εκ γενετής ξεπερασμένο. Οι διατάξεις του Κανονισμού (αν και με εξαιρέσεις) δεν προσφέρουν σημαντική ευλυγισία στους ενδιαφερομένους και η συμβατική ελευθερία κατά τη σύνταξη του καταστατικού είναι περιορισμένη. Έτσι π.χ. ο Κανονισμός δεν περιέχει διατάξεις για το αμεταβίβαστο των μετοχών ή τον αποκλεισμό μετόχου, διατάξεις που γίνονται όλο και περισσότερο αναγκαίες σήμερα, ενώ δεν υπήρξε τόλμη σε άλλα ζητήματα, που είναι στην ημερήσια διάταξη της αναμόρφωσης του δικαίου της Α.Ε. όπως είναι η σύγχρονη θεώρηση (και αναθεώρηση) του εταιρικού κεφαλαίου και της σημασίας του. Υπάρχουν οι υποστηρίζοντες ότι η απουσία διατάξεων για το κεφάλαιο και την προστασία του θα επέτρεπε στη SE χρήση σχημάτων (π.χ. παρεκκλίσεις από την αρχή «μία μετοχή μία ψήφος», εισαγωγή πολλαπλών μετοχών, tracking shares), και άρα ελαστικότητα που τώρα δεν έχει. Γενικότερα, οι ρυθμίσεις του Κανονισμού εμφανίζονται να αποπνέουν βαθύ «κλασικισμό» είναι άκαμπτες, ακριβώς σε μια εποχή όπου οι εθνικές νομοθεσίες γίνονται ελαστικότερες. Η επιλογή είναι σαφής: Η SE είναι περισσότερο θεσμός και λιγότερο σύμβαση. Εδώ εμφανίζεται μία μείζων αντίφαση στο θεσμό της SE. Από τη μία μεριά επιδιώχθηκε η «αναδιοργάνωση» Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, εγχείρημα που απαιτεί σχεδιασμό, ελαστικότητα και προσαρμογή στις ανάγκες των επιχειρήσεων με διεθνή δικτύωση, ενώ από την άλλη μεριά υιοθετήθηκε νομική ακαμψία. Αυτό που κρίνεται, ίσως δίκαια ως το σημαντικότερο μειονέκτημα της SE είναι τελικά η ίδια η vocation universelle, αφού παρέχεται τόσο για τις μικρές οικογενειακές, όσο και για τις μεγάλες επιχειρήσεις που προορίζονται να εισαγάγουν τις μετοχές τους στο χρηματιστήριο. Η κριτική αυτή, ανάλογη με εκείνη που απευθύνεται και στα 30