ΕΛΛΑΔΑ : ΝΕΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΚΛΕΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Δρ.Αλέξανδρος Φ.



Σχετικά έγγραφα
Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2009

Ομιλία «Economist» 11/05/2015. Κυρίες και Κύριοι,

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2010

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 8 η Μελετη «Εξελιξεις και Τασεις της Αγορας»

Αποτελέσματα B Τριμήνου 2009

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: α τρίμηνο 2012

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2011

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ

Αποτελέσματα Έτους 2009

Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα

Βασικά Χαρακτηριστικά

Αποτελέσματα Έτους 2011

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Ο Μ Ι Λ Ο Σ A T E b a n k - ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Α ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2009

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2013

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009

ΟΜΙΛΙΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. ΑΘΗΝΑ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 «Ο

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2012

Οικονομικά Στοιχεία A Τριμήνου

Ενημερωτικό δελτίο 1 ΓΙΑΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ Η ΕΕ ΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ;

Αποτελέσματα Ομίλου Εθνικής Τράπεζας

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

Αποτελέσματα Έτους 2012

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 1

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΠΙΔΟΣΗΣ 1 ου 3ΜΗΝΟΥ Αποτελέσματα

Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Παρουσίαση Έκθεσης Α τριμήνου 2018 Τετάρτη 30/5/2018

Ο Μ Ι Λ Ο Σ A T E b a n k - ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 9ΜΗΝΟΥ 2009

Δομή του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα Σύνθεση και διάρκεια λήξης

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Δημοσιονομικά στοιχεία για την περίοδο

Αποτελέσματα Δ Τριμήνου 2013

Οικονομικά Στοιχεία Β Τριμήνου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ: ΕΛΠΙΔΕΣ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΟΥ 2010

Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ «Το ΕΒΕΠ θέτει την ανάγκη διαμόρφωσης νέου τοπίου στα επιτόκια χορηγήσεων επιχειρηματικών δανείων»

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009

ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

Οικονομικά Στοιχεία Γ Τριμήνου 2016

Έλλειµµα

SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast. Περίληψη στα Ελληνικά

Εαρινές προβλέψεις : από την ύφεση προς τη βραδεία ανάκαμψη

Μακροοικονομικές προβλέψεις για την κυπριακή οικονομία

- Εξέλιξη βασικών μακροοικονομικών δεικτών

(Πολιτική. Οικονομία ΙΙ) Τμήμα ΜΙΘΕ. Καθηγητής Σπύρος Βλιάμος. Αρχές Οικονομικής ΙΙ. 14/6/2011Εαρινό Εξάμηνο (Πολιτική Οικονομία ΙΙ) 1

6 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 7 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2017

Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ανακοίνωση Ενοποιημένων Αποτελεσμάτων B Τριμήνου 2009 της Εμπορικής Τράπεζας

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. με σκοπό να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2008

Προτάσεις πολιτικής για τη διαχείριση προβληµατικών χαρτοφυλακίων δανείων

Ίδρυµα Οικονοµικών & Βιοµηχανικών Ερευνών. Τριµηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονοµία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Γ Τρίμηνο 2015

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. κ. ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ Ο.Κ.Ε. ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

Σωφρόνης Κληρίδης Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Οικονομικών Πανεπιστήμιο Κύπρου

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα A Τριμήνου2010

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ - ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΕΚΘΕΣΗ 2018

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: 2014

Οικονομικά Στοιχεία Γ Τριμήνου 2015

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Τι είπε ο Γιάννης Στουρνάρας στην Επιτροπή της Βουλής για Τράπεζες και οικονοµία

Αποτελέσματα Έτους 2008

Κρατικός Προϋπολογισμός 2013

Αποτελέσματα Β Τριμήνου 2014

EL Ενωµένη στην πολυµορφία EL B8-0655/1. Τροπολογία

Δελτίο τύπου. Το 2016 η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αθήνα, 19 Νοεμβρίου Θέμα: Ισοζύγιο Πληρωμών: ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Β Τρίμηνο 2015

Οι εκτιμήσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου στo πλαίσιο της συζήτησης του κρατικού προϋπολογισμού για το 2015.

ΟΜΙΛΟΣ MARFIN POPULAR BANK ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΙΑΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ

Εαρινές προβλέψεις : H ευρωπαϊκή ανάκαµψη διατηρεί τη δυναµική της, αν και υπάρχουν νέοι κίνδυνοι

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Χρήστος Σταϊκούρας Βουλευτής Φθιώτιδας ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Κεφάλαιο 5. Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία

Δημόσιο Χρέος & Δανεισμός. Ετήσια Ενημερωτική Έκδοση

Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2010

Επιστρέφει στην ανάπτυξη το 2015 η κυπριακή οικονομία

Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση Ετήσια Έκθεση 2019 Βασικά συμπεράσματα και εμπειρικά ευρήματα της Έκθεσης

Δ. Κ. ΜΑΡΟΥΛΗΣ Διευθυντής Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών Alpha Bank. H Ελληνική Εμπειρία ως Οδηγός για την Κύπρο

Marfin Popular Bank: Οικονομικά αποτελέσματα εννεαμήνου 2010

Η ΑΜΕΣΩΣ ΕΠΟΜΕΝΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΜΕΤΟΧΩΝ

Αποτελέσματα Γ Τριμήνου 2011

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

EPSILON EUROPE PLC. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2017

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Οικονομικά Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2017


Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2008

Αποτελέσματα Β & Γ Τριμήνου 2012

ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ 14 Οκτωβρίου 2013

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΔΗΜΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ

IMF Survey. Ο μεταρρυθμισμένος δανεισμός του ΝΤ λειτούργησε καλά στην κρίση

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 1ΟΥ ΤΡΙΜΗΝΟΥ 2011 ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΕΣΟΔΩΝ ΜΕΙΩΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

ΕΛΛΑΔΑ : ΝΕΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΚΛΕΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ Δρ.Αλέξανδρος Φ.Παπαρσένος Αλωνίων 34 Γ, 14 562 Κηφισιά Περίληψη Η εργασία αυτή θέτει το ερώτημα αν η προσδοκώμενη ανάπτυξη, μετά τη βαθιά κρίση της περιόδου 2008 2013, είναι δυνατή χωρίς επαρκή χρηματοδότηση (creditless development). Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ελληνική τραπεζική δομή χρειάζεται αρκετό χρονικό διάστημα για να «θεραπεύσει» τις συνέπειες της κρίσης (επισφάλειες, εκροή καταθέσεων, λόγος καταθέσεων προς δάνεια) και για το λόγο αυτό δεν μπορεί να ανταποκριθεί, στο άμεσο μέλλον, στην ανάγκη για πιστωτική επέκταση. Υπό αυτές τις συνθήκες, διαφαίνεται απαραίτητη η δημιουργία μιας νέας χρηματοοικονομικής δομής με στόχο την παροχή νέων προϊόντων και υπηρεσιών, ιδιαίτερα για την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και, κατά συνέπεια, του παραγωγικού ιστού της χώρας, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση των εξαγωγών. Η παρούσα κρίση παρουσιάζεται ως μια τέτοια ευκαιρία και δημιουργεί τις συνθήκες για τη πραγμάτωση της. «Λέξεις Κλειδιά»: Δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, οικονομική κρίση, τραπεζική χρηματοδότηση, ανάπτυξη ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στόχος της παρούσης εργασίας είναι να αναδείξει προβλήματα της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα, που περιορίζουν τις δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης και χρήζουν ως εκ τούτου παρεμβάσεων της Πολιτείας. Το Μέρος Α πραγματεύεται την ισχυρή επίδραση της τραπεζικής χρηματοδότησης στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας. Η κυρίαρχη τάση, την περίοδο 2000 2008, ήταν ο υπερδανεισμός των νοικοκυριών και η αύξηση του πιστωτικού κινδύνου με τη ταυτόχρονη ελλιπή στήριξη δυναμικών και εξωστρεφών κλάδων της οικονομικής παραγωγικής δραστηριότητας. Ερευνώντας διεξοδικά τις συνθήκες της κρίσης, την υφιστάμενη δομή του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τις αυξημένες ανάγκες χρηματοδότησης στο μέλλον, οδηγούμεθα στο συμπέρασμα ότι απαιτείται να δημιουργηθεί στη χώρα μας μια νέα χρηματοδοτική δομή, συμπληρωματική του υφιστάμενου τραπεζικού συστήματος, με προσανατολισμό προς επιχειρήσεις και δραστηριότητες παραγωγής ανταγωνιστικών, υψηλής ποιότητας και διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Το Μέρος Β εκτιμά τις ανάγκες χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα και προσδιορίζει τις κατευθυντήριες γραμμές και τη μορφή της νέας χρηματοοικονομικής δομής. 1

ΜΕΡΟΣ Α. ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Α.1. Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΜΑΣ Η βαθιά οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας εδώ και 6 χρόνια αποτυπώνεται, μεταξύ άλλων, στην πορεία δύο βασικών μακροοικονομικών μεγεθών Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και ανεργία και τριών δεικτών του τραπεζικού κλάδου καταθέσεις, χορηγήσεις και προβληματικά δάνεια. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε, μεταξύ των ετών 2008 και 2013, περισσότερο από 25%, ενώ η ανεργία, το μεγαλύτερο οικονομικό και κοινωνικό δράμα, υπερέβη το 27% το 2013 (Πίνακας 1). Στο ίδιο χρονικό διάστημα καταγράφεται τραπεζική πιστωτική συστολή (2009 2010) και πιστωτική ασφυξία (2011 2013), ενώ το ελληνικό χρηματοοικονομικό σύστημα παραμένει τραπεζοκεντρικό, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν σημαντικές, εκτός των τραπεζών, εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, ειδικά για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜΜΕ). Τα υπόλοιπα των δανείων μειώνονται κατά 30,1 δις μεταξύ των ετών 2009 και 2013, ποσό που ισοδυναμεί με ποσοστό 16,5% του ονομαστικού ΑΕΠ 2013. Παρόμοιο φαινόμενο κατάρρευσης του ΑΕΠ και πιστωτικής ασφυξίας δεν είχε εμφανιστεί ποτέ στη χώρα μας από το 1945 και μετά. Πίνακας 1: Ελλάδα Πορεία μεγεθών και δεικτών 2008 2009 2010 2011 2012 2013 ΑΕΠ (%) 0,2 3,1 4,9 7,1 6,4 4,0 Ανεργία (ως % του εργατικού δυναμικού) 7,2 8,9 11,8 16,3 23,6 27,0 Καταθέσεις (δις ευρώ, 31 Δεκ.) 227,2 237,3 209,5 174,1 161,4 160,2 Χρηματοδοτήσεις ιδιωτικού τομέα (δις 249,7 249,7 257,8 248,5 227,7 219,6 ευρώ, 31 Δεκ.) Ετήσιος ρυθμός μεταβολής 15,9 0 3,2 3,7 8,4 3,6 χρηματοδότησης (%, σε σχέση με προηγούμενο έτος) Δάνεια ιδιωτικού τομέα σε καθυστέρηση 5,1 7,3 10,5 16,0 24,5 31,2 (δις ευρώ,31 Δεκ) Για 2013: καταθέσεις, χρηματοδοτήσεις 31/10, δάνεια σε καθυστέρηση 30/9, ΑΕΠ 30/9 Πηγές : ΑΕΠ/ σταθερές αγοραίες τιμές 2005: ΤτΕ,Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2013, Φεβρ.2014, σελ.61, Ανεργία, γ τρίμηνο: ΤτΕ, Εκθέσεις του Διοικητή για το έτος 2012, Φεβρ.2013, σελ.76 και για το έτος 2013, Φεβρ.2014, σελ.73, Καταθέσεις, και Χρηματοδοτήσεις: ΤτΕ, Ενδιάμεση Έκθεση, Δεκ.2013, σελ.123, 125,Δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών: ΤτΕ, Εκθέσεις του Διοικητή για το έτος 2013, Φεβρ.2014, σελ.152 και για το έτος 2012, Φεβρ.2013 σελ.200 και Ενδιάμεσες Εκθέσεις, Δεκ.2013, σελ.108 και Νοέμ. 2011, σελ.140, 141. Σημείωση: Επειδή πληθαίνουν τα δάνεια σε καθυστέρηση πιθανώς να παρουσιάζεται τεχνητά μικρότερη μείωση στα υπόλοιπα των δανείων από ότι θα ήταν αν εξυπηρετούνταν όλα τα υφιστάμενα δάνεια. Η μη καταγραφή χρεολυσίων στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διογκώνει τεχνητά τις καθαρές ροές νέου δανεισμού, καθώς η καθαρή ροή υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ των εκταμιεύσεων των νέων δανείων και των καταγραφόμενων χρεολυσίων επί των υφιστάμενων δανείων. Μόνο κατά την διάρκεια της κατοχής καταρρέει η οικονομία και το Καθαρό Εθνικό Εισόδημα χάνει το 68,7% του μεγέθους του μεταξύ 1938 και 1945, από 67,3 δις δρχ. το 1938 σε 21,1 δις δρχ. το 1945, σε δρχ. 1938. 1 Την ίδια περίοδο, οι τραπεζικές πιστώσεις ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Το 1945 τα 1 Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ),1978, Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος 1928 1978, σελ.238 2

υπόλοιπα των δανείων αντιστοιχούσαν (σε δρχ. 1938) μόλις στο 2,17% των υπολοίπων των πιστώσεων του 1938, ενώ το 1946 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 22%. 2 Πίνακας 2: Χρηματοδότηση ιδιωτικού τομέα και μεταβολή ΑΕΠ, μέσος ετήσιος όρος περιόδου Μεταβολή % ΑΕΠ, σταθερές τιμές 1953 1957 1967 1975 1994 2008 1956 1966 1974 1993 2007 2013 7,9 6,1 7,7 1,8 3,6 4,2 Μεταβολή% τραπεζικού 20,0 16,7 20,0 16,6 17,1 0,5 δανεισμού, σε ονομαστικές τιμές Μεταβολή% τραπεζικού 15,0 14,6 15,7 0,8 12,2 1,6 δανεισμού, σε πραγματικές τιμές/αφαίρεση του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΓΔΤΚ) Επεξεργασία Στοιχείων Πηγές : ΤτΕ, Ετήσιες Εκθέσεις του Διοικητή για τα έτη 1975 έως 2013, Ενδιάμεσες Εκθέσεις Δεκ.2013 και Φεβρ. 2009 και Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος 1928 1978. Σημειώσεις : Μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 1973 και εξ αιτίας του υψηλού, εισαγόμενου κυρίως, πληθωρισμού, ακολουθείται αδιάλειπτα και μέχρι το 2001 μια πολιτική συγκράτησης της αύξησης της συνολικής ρευστότητας σε επίπεδα συμβατά με την αντιπληθωριστική κατεύθυνση της ακολουθούμενης πολιτικής. Τις περιόδους 1986 1987 και 1991 1993 η Ελλάδα εφαρμόζει προγράμματα λιτότητας και δημοσιονομικής προσαρμογής ως απόρροια δανειακών συμβάσεων με την ΕΕ. Μεταξύ των μέτρων συμπεριλαμβάνεται και η δραστική μείωση του ρυθμού της πιστωτικής επέκτασης στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Την οκταετία 1986 1993 η χώρα μας γνωρίζει 3 φορές ύφεση, ενώ συγχρόνως ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των υπολοίπων των δανείων του ιδιωτικού τομέα, σε πραγματικές τιμές, είναι αρνητικός στα 5 από τα 8 έτη, όπως φαίνεται ευθύς αμέσως : Μεταβολή ΑΕΠ (%) Υπόλοιπα Δανείων(%) 1986 1987 1988 1989 1990 1991 1992 1993 2,6 0,6 4,7 3,5 0,4 3,2 0,8 0,5 7,4 6,6 1,7 7,1 3,5 2,9 3,6 1,9 Πριν το Β Παγκόσμιο Πόλεμο σημαντική πτώση (περίπου 12%) καταγράφεται στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας μας την περίοδο της Μεγάλης Παγκόσμιας Ύφεσης 1928 1932 με το Εθνικό Εισόδημα να μειώνεται τρία χρόνια αδιάλειπτα, τα έτη 1929, 1930 και 1931. Στη μείωση του Εθνικού Εισοδήματος συνετέλεσαν πολλοί παράγοντες, αλλά η συγκράτηση της νομισματικής κυκλοφορίας είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, που εκφραζόταν από τον τύπο της εποχής με χαρακτηρισμούς όπως «κατάσταση χρηματικής ασφυξίας». 3 Είναι χρήσιμο για λόγους συγκρισιμότητας, να καταγραφεί η μεγάλη αλληλεπίδραση μεταξύ της τραπεζικής χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα και της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας κατά τη διάρκεια των τελευταίων εξήντα ετών (Πίνακας 2) καθώς και τα στοιχεία που αποδεικνύουν διαχρονικές παθογένειες της Ελλάδος και τη ροπή της προς τον διεθνή δανεισμό 2 ΤτΕ, 1978,Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος, 1928 1978, επεξεργασία στοιχείων πίνακα 39,σελ 262 3 ΤτΕ,1978, Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος 1928 1978, σελ.133. 3

Πίνακας 3: Διαχρονικές παθογένειες της Ελλάδος και συγκριτικά μεγέθη πριν την προσφυγή σε διεθνή δανεισμό 1984 1985 1989 1990 2008 2009 1. Ισοζύγιο τρεχουσών 6,5 9,8 4,7 5,4 14,9 11.1 συναλλαγών ως % του ΑΕΠ 2. Καθαρές δανειακές ανάγκες 15,4 17,9 14,5 15,1 7,4 14,1 ως % του ΑΕΠ 3. Δημόσιο χρέος ως % του ΑΕΠ 33,5 42,5 34,1 33,4 113,0 129,4 4. Ανεργία ως % του εργατικού 7,4 7,4 7,4 7,7 7,2 8,9 δυναμικού 5. Γενικός Δείκτης Τιμών 18,5 19,3 13,7 20,4 4.2 1,2 Καταναλωτή,% 6. Υπόλοιπα δανείων 31.12 50,3 49,3 45,3 43,1 103,9 107,7 ιδιωτικού τομέα ως % ΑΕΠ 7. Υπόλοιπα δανείων 31.12 6,8 6,6 7,0 6,9 50,3 51,6 νοικοκυριών ως % του ΑΕΠ 8. Υπόλοιπα δανείων 31.12 8,1 7,8 7,9 7,8 83,7 86,0 νοικοκυριών ως % ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος Επεξεργασία στοιχείων για τα σημεία 6,7,8. Πηγές: ΤτΕ, Ετήσιες Εκθέσεις του Διοικητή για τα έτη 1984 έως 1994 και 2008 έως 2013 και Έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, Ιούνιος 2009, OECD,Economic Surveys, Greece 1985/1986, 1986/1987, 1990/1991. Για το Δημόσιο Χρέος πολλές υποχρεώσεις του Κράτους δεν απεικονίζονταν ορθώς πριν το 1993, έτος εφαρμογής της Συνθήκης του Μάαστριχτ που υποχρέωσε όλα τα Κράτη Μέλη της ΕΕ να κοινοποιήσουν τις πραγματικές υποχρεώσεις. Τονίζεται ότι το ακαθάριστο εξωτερικό χρέος της χώρας, δηλαδή το άθροισμα των υποχρεώσεων της Ελλάδος έναντι άλλων χωρών, προσέγγισε τα 416,7 δις ή 179,9% του ΑΕΠ το 2009 από 308,5 δις το 2007, δηλαδή αυξήθηκε σε δύο χρόνια κατά 108,2 δις! Μολονότι οι περίοδοι που εξετάζονται διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το μίγμα της ακολουθούμενης γενικής οικονομικής πολιτικής, τα στάδια ανάπτυξης της χώρας, τις πολιτικοοικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, τις νομισματικές και συναλλαγματικές εξελίξεις (δραχμή, ευρώ), τις διεθνείς κρίσεις (πετρελαϊκές, χρηματοπιστωτικές), τις μεθόδους μέτρησης από τις αρμόδιες αρχές διαφόρων μακροοικονομικών μεγεθών και δεικτών, διαπιστώνεται ότι η επίτευξη υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης (όπως τις περιόδους 1953 1974 και 1994 2007) συνδέεται με την επαρκή χρηματοδότηση της οικονομίας και του ιδιωτικού τομέα. Αντίθετα, η ανώμαλη προσγείωση της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας την τελευταία εξαετία συνοδεύεται και από μία κάθετη πτώση των τραπεζικών πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, όπως και οι πενιχρότατες επιδόσεις της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο 1975 1993 συνδέονται στενότατα με τις αρνητικές πραγματικές ροές χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα την ίδια περίοδο. Α.2. ΑΧΙΛΛΕΙΟΣ ΠΤΕΡΝΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ : ΥΠΕΡΔΑΝΕΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΚΑΙ ΜΗ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ Η Ελλάδα, πριν την προσφυγή της τον Μάιο του 2010 στο διεθνή δανεισμό, χρησιμοποίησε ως Κράτος Μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) άλλες δύο φορές το ίδιο μέσο για να καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες, που είχαν προκληθεί από τις ίδιες παραδοσιακές παθογένειες, τα δίδυμα ελλείμματα (ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και δημοσιονομικό) και το χρέος του Ελληνικού Δημοσίου. Το Δεκέμβριο του 1985 και το Μάρτιο του 1991 συνήψε δάνεια με την ΕΕ ύψους ECU 1,75 δις και ECU 2,2 δις αντίστοιχα. Ο χρόνος εφαρμογής των προγραμμάτων αφορούσε 4

για το πρώτο δάνειο τη διετία 1986 1987 και για το δεύτερο δάνειο την τριετία 1991 1993. Τα δάνεια αυτά συνοδεύονταν από σκληρά μέτρα λιτότητας και δημοσιονομικής προσαρμογής (Πίνακας 4) για τα δεδομένα εκείνης της περιόδου. Σημειώνεται όμως ότι η οικονομική δραστηριότητα και η κοινωνία δεν υπέστησαν τις αρνητικές συνέπειες αυτών των προγραμμάτων προσαρμογής καθόσον στην περίοδο 1984 1993 διαπιστώνεται οικονομική ύφεση χαμηλής έντασης μόνο κατά την διάρκεια τριών ετών, 1987, 1990 και 1993 με πραγματικό ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ 0,6%, 0,4%, 0,5% αντίστοιχα. Γιατί όμως δεν υπήρξε βαθιά και παρατεταμένη ύφεση και οικονομική κατάρρευση στις περιπτώσεις αυτές ; Αν εξετάσουμε τις δύο περιόδους 1984 1993 και 2008 2013 και ειδικότερα τη διετία πριν την εφαρμογή των προγραμμάτων λιτότητας και προσαρμογής διακρίνουμε κάποια κοινά χαρακτηριστικά, όπως χαμηλές εξαγωγικές επιδόσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ, μη ορθολογική διάρθρωση της οικονομίας, όπου τη συντριπτική πλειοψηφία αποτελούν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις που από τη φύση τους είναι πολύ ευάλωτες σε περιόδους κρίσης, μεγάλη διαρροή συναλλάγματος και κεφαλαίων στο εξωτερικό και τεράστια φοροδιαφυγή, φοροκλοπή, εισφοροδιαφυγή, χαρακτηριστικά που επηρέασαν αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα και στις δύο περιόδους. Αλλά υπάρχουν και σημαντικές διαφοροποιήσεις. Την περίοδο 1984 1993 η Ελλάδα διέθετε το εργαλείο της συναλλαγματικής πολιτικής (υποτίμηση ή διολίσθηση της δραχμής), αλλά παράλληλα είχε πολύ υψηλό πληθωρισμό. Συγκριτικά με την περίοδο 2008 2013 οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές. Συγκεκριμένα, η παρούσα κρίση χαρακτηρίζεται από : α) πιστωτική συρρίκνωση σε μεγάλη ένταση σε συνδυασμό με την κατακόρυφη πτώση τόσο της αξίας των ιδιωτικών επιταγών (η αξία των ιδιωτικών επιταγών από 324 δις το 2007 ή 150% του ΑΕΠ βυθίστηκε στα 154 δις το 2012 ή 80% του ΑΕΠ) όσο και των εμπορικών πιστώσεων μεταξύ επιχειρήσεων Πίνακας 4 :Βασικοί όροι και στόχοι προγραμμάτων προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας 1986 1987 1991 1993 Σταθεροποίηση, σε απόλυτο Ναι Ναι μέγεθος, του εξωτερικού χρέους ή μείωση ως % ΑΕΠ Μείωση ελλείμματος Ναι Ναι τρεχουσών συναλλαγών ως % ΑΕΠ Μείωση πληθωρισμού 10% στα δύο έτη,παρά την Ναι εισαγωγή του ΦΠΑ που επιβάρυνε τον πληθωρισμό 3,1% το 1987 Επιβράδυνση ανόδου κόστους εργασίας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα Μείωση πραγματικών μισθών Μείωση πραγματικών μισθών 5

Μείωση καθαρών δανειακών αναγκών δημοσίου ως % ΑΕΠ Μείωση του ρυθμού της τραπεζικής πιστωτικής επέκτασης στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα 4% το 1986 και 4% το 1987 με αύξηση φόρων, μείωση δαπανών, άνοδο τιμών ΔΕΚΟ και εισαγωγή το 1987 του ΦΠΑ κλπ Για τον ιδιωτικό τομέα από 18,7% το 1985 σε 13,7% το 1986 και σε 9,7 το 1987 6,3% το 1991, 5,4,% το 1992, 3,5% το 1993 ή από 15,1% του ΑΕΠ το 1990 σε 1,5% του ΑΕΠ το 1993,με μείωση δαπανών,μείωση απασχολούμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα κατά 52.500 ή 10% των απασχολουμένων ( από 525.000 σε 472500),μείωση κρατικών επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων,κατάργηση της απευθείας από το ΥΠΟΙΚ παροχής εγγυήσεων σε βιοτεχνικά δάνεια κλπ. Στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς από δρχ. 1,67 τρις το 1991 σε 1,29 τρις το 1992 και 1,1 τρις το 1993,ήτοι 22,8% το 1992 και 14,7% το 1993.Τα υπόλοιπα των δανείων στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς αντιστοιχούσαν στο ¼ της συνολικής χρηματοδότησης Όχι υποτίμηση, αλλά διολίσθηση της δραχμής Συναλλαγματική Πολιτική Επίσημη υποτίμηση 15% της δραχμής και μετά διολίσθηση Πηγές : OECD,Economic Surveys,Greece,1983/1984,1985/1986,1986/1987,1990/1991 και ΤτΕ, Ετήσιες Εκθέσεις του Διοικητή για τα έτη 1985 έως 1994. Σημειώσεις : Σε γενικές γραμμές, η πλειοψηφία των παραπάνω στόχων επιτεύχθηκε τη διετία 1986 1987 με εξαίρεση τη μικρότερη μείωση του πληθωρισμού από 19,3% το 1985 σε 16,4% το 1987 και την αποτυχία δημοσιονομικής προσαρμογής το 1987 ( 0,7% αντί 4%). Οι αστοχίες ήταν περισσότερες τη τριετία 1991 1993, κυρίως στο χρέος και τη δημοσιονομική προσαρμογή με αποτέλεσμα το δάνειο του 1991 να μην εκταμιευθεί ολοσχερώς. β) εφαρμογή προγραμμάτων λιτότητας και προσαρμογής (εκκίνηση Μάιος 2010) με την οικονομία της χώρας όμως να διανύει ήδη το τρίτο χρόνο ύφεσης και να παρουσιάζει τεράστια δίδυμα ελλείμματα (δημοσιονομικό και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών) και δυσθεώρητο χρέος του Ελληνικού Δημοσίου, που δε συγκρίνεται με αυτό της περιόδου 1984 1993, γ) μίγμα σκληρών μέτρων και πολιτικών (βλέπετε μνημόνια και δη δραστικές περικοπές μισθών, συντάξεων, δημοσίων και κοινωνικών δαπανών) που συνδυάζονται όμως με υπερβολική φορολογική επιβάρυνση των ελλήνων πολιτών και δη της μεσαίας εισοδηματικής τάξης και σημαντική απομείωση του πλούτου των Ελλήνων (λόγω της μεγάλης πτώσης της αξίας των ακινήτων και των ενοικίων των ακινήτων, του κουρέματος των ελληνικών ομολόγων, των διαφυγόντων προσόδων από τόκους εξ αιτίας της μαζικής εκροής καταθέσεων 4, λόγω και της έλλειψης εμπιστοσύνης των ελλήνων πολιτών για την ικανότητα του πολιτικού συστήματος να ανταποκριθεί στην αντιμετώπιση της κρίσης, φαινόμενο όχι τόσο έντονο τη περίοδο 1984 1993) και τέλος από δ) υπερδανεισμό του ιδιωτικού τομέα και δη των νοικοκυριών που συντελέστηκε την περίοδο 2000 2008. Σημειώνεται ότι τα υπόλοιπα των δανείων του ιδιωτικού τομέα (επιχειρήσεων, ελεύθερων επαγγελματιών, νοικοκυριών) δεν ξεπέρασαν ποτέ ιστορικά (πχ. τη περίοδο 1970 2000) ως ποσοστό το 51% του ΑΕΠ, σε αντίθεση με τα έτη 2008 και 2009 που ανήλθαν σε ποσοστά 103,9% και 4 ΤτΕ Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2013, Φεβρ.2014, σελ.139,140, 141«η εκροή των καταθέσεων σωρευτικά ανήλθε σε 111 δις από το τέλος Οκτωβρίου του 2009 έως τον Ιούνιο του 2012 ή 39% των καταθέσεων του Σεπτεμβρίου 2009,ενώ το 2013 καταγράφηκαν εκροές καταθέσεων 7,2 δις». 6

107,7% αντίστοιχα, λόγω κυρίως του υπερδανεισμού των νοικοκυριών. Τα μεγέθη που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής είναι τα υπόλοιπα των δανείων των νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ και ως ποσοστό του Διαθέσιμου Εισοδήματος τους (Πίνακας 3). Τα υπόλοιπα των δανείων των νοικοκυριών μόλις 6,6% έως 7% του ΑΕΠ την περίοδο 1984 1990 και 12,5% του ΑΕΠ το 2000 ανήλθαν στο 50 52% του ΑΕΠ τη διετία 2008 2009, ενώ ως ποσοστό του ακαθάριστου διαθεσίμου εισοδήματος υπερέβησαν το 83% τη διετία 2008 2009 έναντι αντίστοιχου ποσοστού περίπου 8% την περίοδο 1984 1990. Ο δανεισμός των νοικοκυριών ως ποσοστό του Ακαθάριστου Διαθέσιμου Εισοδήματος αυξήθηκε κατά 45,5% μεταξύ των ετών 2000 και 2007 (από 26,8% το 2000 σε 72,3% το 2007) έναντι αντίστοιχης αύξησης κατά 21,7% στη ζώνη του ευρώ και 34,3% στις ΗΠΑ. Τα νοικοκυριά είδαν τη συμμετοχή τους να προσεγγίζει το 48,3% του συνόλου των δανείων του ιδιωτικού τομέα στο τέλος του 2008 έναντι ποσοστών 39,7%, 28,6%, 19,9% τα έτη 2003, 2000 και 1995 αντίστοιχα, μολονότι μακροοικονομικά στοιχεία και έρευνες έδειχναν ότι οι τράπεζες έπρεπε να είναι περισσότερο προσεκτικές στην αξιολόγηση και διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου των νοικοκυριών. «Οι επενδύσεις των νοικοκυριών, που αφορούσαν κυρίως την κατασκευή κατοικιών ήταν υψηλές την περίοδο 2000 2008 (12% του ΑΕΠ ετησίως σε σύγκριση με 6,9% του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ), υποβοηθούμενες και από την ταχεία πιστωτική επέκταση της περιόδου αυτής, ενώ αντίθετα οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών ήταν ιδιαίτερα χαμηλές, μόλις 2,1% ετησίως την ίδια περίοδο 2000 2008 σε σύγκριση με 9,4% του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ». 5 Σε έρευνα του 2007 για τον δανεισμό των νοικοκυριών, «περίπου 1 στα 2 νοικοκυριά δήλωσε ότι έχει κάποια δανειακή υποχρέωση και εξ αυτών το 40,1% ανέφερε ότι έχει στεγαστικό δάνειο. Επιπλέον, το 16% των νοικοκυριών με δάνειο (έναντι ποσοστού 12% το 2005) δήλωσε ότι το χρέος προς τις τράπεζες απορροφά πάνω από το 40% του εισοδήματός τους. Τα νοικοκυριά αυτής της συγκεκριμένης κατηγορίας συγκέντρωναν το 36,6% του συνολικού χρέους των νοικοκυριών (έναντι 29,9% το 2005), ποσοστό που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της καλύτερης διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου εκ μέρους των τραπεζών. Γενικότερα, τα αποτελέσματα της έρευνας καταδείκνυαν αύξηση της χρηματοοικονομικής πίεσης στα νοικοκυριά μεταξύ 2005 και 2007». 6 Πως όμως εξηγείται η επεκτατική πολιτική πιστώσεων των τραπεζών με στόχο τα ελληνικά νοικοκυριά, πολιτική που έγινε τελικά μπούμερανγκ για τις ίδιες τις τράπεζες μετά το 2008; Ο υπερδανεισμός των ελληνικών νοικοκυριών οφείλεται βασικά σε δύο λόγους : στις ευνοϊκές πιστωτικές συνθήκες της δεκαετίας του 2000 (ευρώ και χαμηλά επιτόκια) και στην πολιτική των διοικήσεων των τραπεζών για την επίτευξη, κάθε χρόνο, εντυπωσιακής ανοδικής πορείας των πωλήσεων με σκοπό να βελτιωθεί, μεταξύ άλλων, και ο δείκτης των προβληματικών δανείων, που ήταν ήδη υψηλός (11,7%) από το έτος 2000 (Πίνακας 5). Ο υψηλός αυτός δείκτης δημιουργήθηκε από τη στοχευμένη πολιτική πιστοδοτήσεων των τραπεζών την περίοδο 1995 2000, δηλαδή τη χρηματοδότηση ενός σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων για εισαγωγή στο Χρηματιστήριο και για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή διανομή μερισμάτων. Τελικά αυτή η πολιτική, λόγω της κατάρρευσης του χρηματιστηριακού δείκτη, ήταν αναποτελεσματική. Η βελτίωση του δείκτη ήταν δυνατή μόνο με την αύξηση των δανείων και δη των δανείων των νοικοκυριών, που το χρέος τους ανερχότανε το 2000 μόλις στο 12,5% του ΑΕΠ. Όμως ο αλόγιστος υπερδανεισμός των νοικοκυριών σε συνδυασμό με τη νέα οικονομική τάξη πραγμάτων μετά την εισβολή των μνημονίων (ανεργία, μείωση μισθών και συντάξεων, μείωση προσόδων από περιουσιακά στοιχεία και κυρίως από ακίνητα, υψηλή φορολογική επιβάρυνση και αύξηση των επιτοκίων των δανείων) οδήγησαν τα 5 ΤτΕ, Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση, Δεκ. 2013, σελ.68 6 ΤτΕ, Έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, Ιούνιος 2009,σελ. 45,46 7

ελληνικά νοικοκυριά σε οικονομικό αδιέξοδο και στην δικιά τους απομόχλευση, με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την αλματώδη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια σε καθυστέρηση φθάνουν το 25,8% και 45,8% του συνόλου των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων αντίστοιχα τον Σεπτέμβριο του 2013 ( έναντι ποσοστού 31,2% για το σύνολο των δανείων, ποσοστού υψηλότερου των αντίστοιχων ποσοστών χωρών των Βαλκανίων, ήτοι : Αλβανία 24,2%, Ρουμανία 21,6%, Σερβία 19,9%,Βουλγαρία 17,2% Τουρκία 2,7%). 7 Έτσι, ο φαύλος κύκλος υπερδανεισμού μη εξυπηρέτησης των δανείων οικονομικού αδιεξόδου των νοικοκυριών έδρασε ως καταλύτης μετά το 2008 στη κάθετη προσγείωση των πιστώσεων, διότι επηρέασε αρνητικά τόσο τη ζήτηση (νοικοκυριά) όσο και την προσφορά (τράπεζες) δανείων, με αρνητικές συνέπειες στο επίπεδο της κατανάλωσης, της επένδυσης και του ΑΕΠ. Συμπερασματικά, η Ελλάδα είχε, τη διετία 2008 2009, τεράστια δίδυμα ελλείμματα (ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και δημοσιονομικό) και δυσθεώρητο χρέος για την οικονομική αντοχή της, με αποτέλεσμα την εφαρμογή πολύ αυστηρών προγραμμάτων λιτότητας και δημοσιονομικής προσαρμογής, που θα βύθιζαν ούτως ή άλλως την οικονομία σε ύφεση. Για τον περιορισμό όμως της διάρκειας και του βάθους της ύφεσης η χώρα μας δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει ούτε το όπλο της συναλλαγματικής πολιτικής λόγω ευρώ, ούτε τα αναπτυξιακά από τη φύση τους εργαλεία, δηλαδή τις εξαγωγές και τις επενδύσεις. Οι εξαγωγές αγαθών και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών διατηρούνται δυστυχώς,και παρά την ανοδική πορεία τους την περίοδο 2010 2013, σε ένα πολύ χαμηλό επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ (μόλις 7,7% και 20,5%,9,7% και 23,4%,11,4% και 25,6%,12,3% και 27,4% του ΑΕΠ τα έτη 2010, 2011, 2012 και 2013 αντίστοιχα), ενώ οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα ατόνησαν λόγω και της οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας. Πίνακας 5 : Δάνεια Ιδιωτικού Τομέα σε καθυστέρηση και Δάνεια Νοικοκυριών Δάνεια σε καθυστέρηση ως % συνόλου δανείων Δάνεια νοικοκυριών ως % ΑΕΠ 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 11,7 8,3 7,4 7,0 7,0 6,3 5,4 12,5 16,3 20,6 24,4 29,6 35,6 41,2 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 Δάνεια σε 4,5 5,1 7,2 10,5 16,0 24,5 31,2 καθυστέρηση ως % συνόλου δανείων Δάνεια 46,8 50,3 51,6 53,2 54,2 55,0 55,5 νοικοκυριών ως % ΑΕΠ Επεξεργασία στοιχείων για τον υπολογισμό του δείκτη δάνεια νοικοκυριών ως % του ΑΕΠ.Για το έτος 2013 δάνεια σε καθυστέρηση Σεπτ.2013. Σημειώνεται ότι μέχρι το 2008 ο δείκτης δάνεια νοικοκυριών ως % του ΑΕΠ αυξάνεται λόγω της μεγαλύτερης αύξησης των δανείων σε σχέση με την αύξηση του ΑΕΠ. Αντίθετα, μετά το 2008 ο ίδιος δείκτης αυξάνεται διότι η πτώση του ΑΕΠ είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με την πτώση των δανείων. Πηγές: ΤτΕ, Έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, Ιούνιος 2009, σελ.100 101, Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση, Δεκ. 2013 και έκθεση του Διοικητή για το έτος 2013. 7 ΤτΕ, Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2013,σελ.46,153 8

Όμως, η βαθιά και παρατεταμένη κρίση στην Ελλάδα μετά το 2008, οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό και στην αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να διαδραματίσει ουσιώδη ρόλο στην στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας χρησιμοποιώντας μάλιστα τα ελάχιστα διαθέσιμά του στην αγορά Εντόκων Γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου. Επίσης, οφείλεται και στην τραπεζική πολιτική πιστοδοτήσεων, που οδήγησε σε υπερδανεισμό των νοικοκυριών καθώς και στη συγκέντρωση του πιστωτικού κινδύνου, κατά το 1/3 του συνόλου των δανείων σε στεγαστικά δάνεια αρνητικού σήμερα κεφαλαίου και κατά το 1/3 του συνόλου των επιχειρηματικών δανείων σε ένα μικρό αριθμό μεγάλων επιχειρήσεων (κυρίως εισηγμένων στο Χρηματιστήριο). 8 Ήταν αναπόφευκτο λοιπόν ο κύκλος της κρίσης μετά τη δημοσιονομική και μακροοικονομική κρίση να ολοκληρωθεί και με τη κρίση στο χρηματοπιστωτικό τομέα με επακόλουθο τελικά τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος με τη μέθοδο της ανακεφαλαιοποίησης. Α.3. ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Με δεδομένο ότι τα ελληνικά νοικοκυριά και το τραπεζομεσιτικό και ολιγοπωλιακό σύστημα είναι αναγκασμένα να συνεχίσουν την απομόχλευσής τους, 9 το πρώτο ερώτημα που τίθεται σήμερα (Μάρτιος 2014) είναι το ακόλουθο : είναι δυνατή η επίτευξη υψηλών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης στη χώρα μας χωρίς επαρκή τραπεζικό δανεισμό (creditless development) 10 ; Με βάση τη δομή και διάρθρωση του υφιστάμενου χρηματοπιστωτικού συστήματος και την ελληνική οικονομική ιστορία των τελευταίων 60 ετών η απάντηση είναι μάλλον όχι. Στη διεθνή βιβλιογραφία μνημονεύονται περιπτώσεις ανάκαμψης χωρών χωρίς τραπεζικό δανεισμό, όπως πχ. της Ιρλανδίας, Ισλανδίας και Λεττονίας μετά την διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2007. Αξίζει όμως να τονιστεί ότι και στις τρεις αυτές χώρες διαπιστώνεται υψηλός βαθμός εξαγωγικού προσανατολισμού (το 2012 οι εξαγωγές έφθασαν το 108%, 59% και 61% του ΑΕΠ στην Ιρλανδία, Ισλανδία και Λεττονία αντίστοιχα). Ακόμη, η Λεττονία είχε χαμηλό επίπεδο δημόσιου χρέους, με αποτέλεσμα να εφαρμόσει μικρής έντασης περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, η δε Ισλανδία έκανε χρήση και της επιθετικής συναλλαγματικής πολιτικής (υποτίμησε δραστικά το εγχώριο νόμισμα). Ένα δεύτερο ερώτημα που τίθεται είναι αν το υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα δύναται να διαθέσει την αναγκαία ρευστότητα και την απαραίτητη τεχνογνωσία για να στηρίξει, εντός της προσεχούς εξαετίας, ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο της ελληνικής οικονομίας με υψηλούς σχετικά ρυθμούς (πχ. αύξηση του ΑΕΠ 3% και άνω) διοχετεύοντας πόρους μακροπρόθεσμης διάρκειας και χαμηλού κόστους προς στρατηγικούς τομείς και προς ανταγωνιστικούς και εμπορεύσιμους διεθνώς κλάδους και δραστηριότητες. Σύμφωνα με την ΤτΕ «βραχυχρόνια οι δυνατότητες για πιστωτική επέκταση θα παραμένουν περιορισμένες. Το έλλειμμα αυτό μπορεί να αντισταθμιστεί με την άντληση πόρων από άλλες πηγές. Η κατανομή των πιστώσεων από τις τράπεζες την περίοδο 2009 2013 ήταν κατ αρχήν συνεπής με τις απαιτήσεις της παραγωγικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Κατ ανάγκην όμως η κλίμακα της πιστοδοτικής δραστηριότητας των τραπεζών δεν είναι επαρκής 8 ΤτΕ, Άσκηση Προσομοίωσης Ακραίων καταστάσεων για το Ελληνικό Τραπεζικό Τομέα 2013, Μάρτιος 2014 9 Μελέτη της εταιρείας Oliver Wyman, για λογαριασμό του ΥΠΑΝ, προβλέπει ότι η απομόχλευση του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών θα διαρκέσει τουλάχιστον 7 έτη. 10 ΤτΕ, Νομισματική Πολιτική, Δεκ 2013,σελ.73 76. Εισάγουμε εδώ την έννοια της «οικονομικής ανάπτυξης με υψηλούς ρυθμούς χωρίς τραπεζικό δανεισμό» (και χρησιμοποιούμε τον όρο στην αγγλική creditless development), σε αντιδιαστολή με την έννοια της «ανάκαμψης χωρίς τραπεζικό δανεισμό»,που πρωτοεμφανίστηκε στη διεθνή βιβλιογραφία το 2006 με τον όρο creditless recovery και αναφέρεται στο φαινόμενο της επιστροφής μιας οικονομίας σε θετικούς και όχι κατ ανάγκη υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης χωρίς παράλληλη ανάκαμψη του τραπεζικού δανεισμού. 9

για την οικοδόμηση του νέου παραγωγικού προτύπου». 11 Στα παραπάνω θα μπορούσαν να προστεθούν και άλλοι παράγοντες που συνηγορούν ότι στο άμεσο μέλλον θα υπάρχουν περιορισμοί στη προσφορά νέων δανείων, όπως : α) Η επιδείνωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου των δανείων (τα δάνεια σε καθυστέρηση ξεπερνούν το 1/3 του συνόλου των δανείων) καθώς και η απομείωση της αξίας των εξασφαλίσεων επί των δανείων (το 1/3 του συνόλου των δανείων είναι στεγαστικά δάνεια, δηλαδή είναι δάνεια αρνητικού κεφαλαίου, αφού η αξία των υπέγγυων ακινήτων σήμερα υπολείπεται της αξίας των δανείων) αυξάνουν τον πιστωτικό κίνδυνο. Η αύξηση του πιστωτικού κινδύνου αποθαρρύνει την χορήγηση νέων πιστώσεων και προκαλεί κλίμα για δυσμενείς όρους δανεισμού, δημιουργεί το ενδεχόμενο μελλοντικών απομειώσεων της κεφαλαιακής βάσης και συντηρεί την ανάγκη δέσμευσης κεφαλαίων για σχηματισμό υψηλών προβλέψεων. Αλλά και ο περιορισμός της τραπεζικής χρηματοδότησης δεν επιτρέπει ούτε καν την «τεχνητή αύξηση καταθέσεων» μέσω της ανακύκλωσης καθότι κατά την χορήγηση ενός δανείου ανοίγεται συνήθως λογαριασμός, όπου πιστώνεται το προϊόν του δανείου που θα βοηθούσε στην παροχή πιστώσεων, β) Η επιδείνωση του δείκτη χορηγήσεις προς καταθέσεις από 1,09 : 1 το 2008 σε 1,37 : 1 το 2013 και η μη διαφαινόμενη, για το άμεσο μέλλον, ισχυρή τόνωση των καταθέσεων οδηγεί στη συγκράτηση αν όχι στη συρρίκνωση των δανείων, έως ότου προσεγγίσει ο δείκτης ένα επίπεδο συντηρητικό (πχ 1:1). Επιπλέον, θα απαιτηθεί χρόνος έως ότου αποκατασταθεί η ομαλή προσφυγή των τραπεζών στις διεθνείς αγορές με ευνοϊκό επιτόκιο, κάτι που δεν ευνοεί την προσφορά νέων δανείων με ευνοϊκούς επίσης όρους, γ) Η επιτακτική ανάγκη επικέντρωσης του τραπεζικού συστήματος στη διαχείριση προβληματικών δανείων θα οδηγήσει, τουλάχιστον βραχυχρόνια, σε μία τραπεζική εσωστρέφεια και στην προσπάθεια διασφάλισης της βιωσιμότητας υφιστάμενων πελατών με κίνδυνο να αποκλειστούν νέα, αλλά αναγκαία για το νέο πρότυπο ανάπτυξης της χώρας, επιχειρηματικά εγχειρήματα που χρειάζονται μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση. Τούτων δοθέντων εκτιμάται ότι προέχει για το υφιστάμενο τραπεζικό σύστημα και αυτό μάλιστα απαιτεί ικανό χρόνο η βελτίωση των δεικτών ευρωστίας και ανθεκτικότητάς του. Στο ποσοτικό αυτό έλλειμμα θα πρέπει να προστεθεί και η υποχρεωτική αλλαγή της πολιτικής πιστοδοτήσεων του τραπεζικού συστήματος. «Αναμφισβήτητα τα δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα και ιδιαίτερα προς τα νοικοκυριά έτρεξαν με μεγάλους ρυθμούς την περίοδο 1994 2007 και ικανοποίησαν χρηματοοικονομικές ανάγκες τους, βοηθώντας χωρίς αντίρρηση χιλιάδες νοικοκυριά να βελτιώσουν βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα το επίπεδο διαβίωσής τους, αλλά συμπαρασύροντάς τα προς μία κουλτούρα και ροπή άκρατου καταναλωτισμού. Έτσι όμως οι ελληνικές τράπεζες δεν έπαιξαν τον ρόλο του καθοδηγητή και εμπνευστή στην απόρριψη του αδιέξοδου οικονομικού μοντέλου της χώρας μας. Δεν χρηματοδότησαν συστηματικά τομείς και δράσεις της λεγόμενης νέας οικονομίας του 21 ου αιώνα. Δεν σχεδίασαν χρηματοοικονομικά μακροπρόθεσμου χαρακτήρα προϊόντα για καινοτόμες επιχειρήσεις, για νεοσύστατες ή νέες επιχειρήσεις». 12 Για να στηρίξει το τραπεζικό σύστημα το νέο αναπτυξιακό πρότυπο πρέπει να αλλάξει πολιτική στο σκέλος των χορηγήσεων δανείων και της διαχείρισης κινδύνων, προτρέπει η ΤτΕ. «Η στήριξη προϋποθέτει ένα νέο πλαίσιο παροχής πιστώσεων και διαχείρισης κινδύνων, ώστε 11 ΤτΕ, Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2013, Φεβρ.2014, σελ. 25,145 12 Δρ.Αλέξανδρος Φ. Παπαρσένος, Χρηματοδοτικές Υποδομές και Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, Μάιος 2009,σελ 68,69 10

να αποφευχθούν οι τάσεις που παρατηρήθηκαν κατά την προηγούμενη δεκαετία, όταν ένα μεγάλο μέρος των πιστώσεων κατευθύνθηκε προς επενδύσεις σε κατοικίες και κατανάλωση. Αυτό συνεπάγεται ότι οι νέες πιστώσεις θα πρέπει να κατευθύνονται σε δυναμικές επιχειρήσεις με υψηλό βαθμό εξωστρέφειας και προοπτικές ανάπτυξης. Η κατανομή των χρηματοδοτικών πόρων θα πρέπει να γίνεται κατόπιν αξιολόγησης της επενδυτικής προοπτικής κάθε έργου και όχι με κύριο μέλημα την παροχή κεφαλαίων κίνησης». 13 Ασκεί επομένως κριτική η ΤτΕ για την πολιτική πιστοδοτήσεων που υποστήριξε μια οικονομία εσωστρεφή, χωρίς καινοτομία, χωρίς ισχυρό και ανταγωνιστικό πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, που διόγκωσε τους μη εμπορεύσιμους κλάδους (Λιανεμπόριο, Οικοδομή, Εστίαση, Καφέ Μπαρ, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, Υπηρεσίες Ομορφιάς, Καλλωπισμού και Ψυχαγωγίας κλπ.) στερώντας πόρους από επιχειρήσεις παραγωγής και προώθησης διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και την ελληνική τραπεζική εμπειρία καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι για να πετύχει η χώρα μας υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης χρειάζεται: α) το υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα να μπολιαστεί με νέες συμπεριφορές και με καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες, που απαιτεί όμως ικανό χρόνο και β) να εξευρεθούν και αντληθούν κεφάλαια και από άλλες πηγές εκτός του υφιστάμενου τραπεζικού συστήματος. Συνεπώς πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα χρηματοοικονομική δομή στη χώρα μας, με συμπληρωματικούς του υφιστάμενου χρηματοπιστωτικού συστήματος φορείς και χρηματοοικονομικά εργαλεία, με σκοπό να συνδράμει στην ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση της πιστωτικής επέκτασης και να στηρίξει την οικοδόμηση του νέου παραγωγικού προτύπου. Α.4. ΥΣΤΕΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΔΟΜΕΣ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΕ Το υφιστάμενο τραπεζικό σύστημα είναι απορροφημένο από τις διαδικασίες αναδιάταξης, εσωτερικών επιχειρησιακών αναδιαρθρώσεων, ανακεφαλαιοποίησης, διαχείρισης των προβληματικών δανείων, προσφυγής στη διεθνή χρηματοοικονομική αγορά και εν τέλει της αυτοσυντήρησής του. Στην πρόβλεψη ότι η τραπεζική πιστωτική επέκταση θα είναι περιορισμένη στο άμεσο μέλλον για τις ελληνικές επιχειρήσεις, προστίθεται και ο κίνδυνος που ελλοχεύει, να εμφανιστούν στο υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα, λόγω της ολιγοπωλιακής του μορφής, προβλήματα έλλειψης ανταγωνισμού, που θα επιδεινώσουν τους όρους του δανεισμού. Αλλά και άλλες εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, όπως το χρηματιστήριο, η αγορά εταιρικών ομολόγων, η αγορά εταιρειών συμμετοχών επιχειρηματικού κινδύνου και η αγορά εγγυήσεων ή αντεγγυήσεων είναι ανεπαρκείς ή ακατάλληλες για την συντριπτική πλειοψηφία των υφιστάμενων ελληνικών επιχειρήσεων και δεν είναι προσιτές στις υπό σύσταση ή νέες επιχειρήσεις. Επίσης, τα Ταμεία Ανακυκλούμενων Δανείων (ΕΤΕΑΝ / ΤΕΠΙΧ, ΤΑΝΕΟ) και οι πρωτοβουλίες και τα προγράμματα της ΕΕ και των χρηματοδοτικών φορέων αυτής (ΕΤΕΠ, ΕΤΑΕ, Jessica, Jeremie) δεν επαρκούν να καλύψουν, ποσοτικά και ποιοτικά, τις ανάγκες του ελληνικού επιχειρείν. Μάλιστα πολλά από τα ανωτέρω Ταμεία και Προγράμματα παρέχουν παρόμοια προϊόντα επικαλύπτοντας και όχι συμπληρώνοντας το ένα το άλλο, ενώ η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων/ ΕΤΕΠ έχει δημιουργήσει, μετά το 2009, προγράμματα εγγυοδοτικά ή δανειακά, που καλύπτονται από κονδύλια των Διαρθρωτικών Ταμείων της ΕΕ για την Ελλάδα ή από εγγυήσεις του Ελληνικού 13 ΤτΕ, Νομισματική Πολιτική,Δεκ.2013, σελ. 22 11

Δημοσίου. Καθώς οι διαδικασίες υλοποίησης των σχετικών πρωτοβουλιών και προγραμμάτων της ΕΤΕΠ είναι χρονοβόρες και έχουν πάντα ως γνώμονα τη διασφάλιση της πιστοληπτικής της διαβάθμισης τελικά όταν εισάγονται στην Ελλάδα της Κρίσης είτε δεν ικανοποιούν τις πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων είτε έχουν ήδη ξεπεραστεί από τα γεγονότα. Εκτός από το έλλειμμα (ποσοτικό και ποιοτικό) των προγραμμάτων και προϊόντων του υφιστάμενου χρηματοοικονομικού κλάδου, διαπιστώνεται δυστυχώς στην Ελλάδα και υστέρηση στις χρηματοοικονομικές της δομές σε σύγκριση με τις αντίστοιχες δομές άλλων κρατών μελών της ΕΕ. 14 Για παράδειγμα η Ελλάδα δε διαθέτει ειδικούς πιστοδοτικούς φορείς στήριξης των ΜΜΕ, όπως η Σουηδία, η Φινλανδία, η Αυστρία, η Γερμανία, η Γαλλία κλπ. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει αγορά υβριδικής χρηματοδότησης των ΜΜΕ (πχ. δάνεια μειωμένης εξασφάλισης, συμμετοχικά δάνεια, «χαλαρή» εταιρική συμμετοχή, μετατρέψιμο ομολογιακό δάνειο, κοινό ομολογιακό δάνειο) ούτε θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας αυτής, ενώ δεν λειτουργεί η αγορά επιχειρηματικού κινδύνου για τη χρηματοδότηση των αρχικών σταδίων μιας επιχείρησης (early stage). Στην Ελλάδα απουσιάζει εδώ και πολλά χρόνια, με εξαίρεση την ίδρυση του Ταμείου Εγγυοδοσίας ΜΜΕ/ ΤΕΜΠΜΕ το 2003 και τη μετατροπή του σε Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης / ΕΤΕΑΝ το 2011, στοχευμένη και εξειδικευμένη παρέμβαση της Πολιτείας για την κάλυψη των κενών του υφιστάμενου χρηματοοικονομικού κλάδου και για την υλοποίηση επιχειρηματικών εγχειρημάτων, που δεν μπορεί ή δεν επιθυμεί να χρηματοδοτήσει το υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η υστέρηση στις χρηματοοικονομικές δομές περιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξης της ελληνικής επιχειρηματικότητας και δεν επιτρέπει να καταστεί ανταγωνιστικό το μέσο κόστος δανεισμού μιας ελληνικής ΜΜΕ ίδιας πιστοληπτικής διαβάθμισης με επιχείρηση της ζώνης του ευρώ. Είναι άξιον απορίας ότι τα μνημόνια της τρόικας αγνόησαν παντελώς την ανάγκη της χώρας μας για νέους μηχανισμούς και αναπτυξιακούς θεσμούς παρά την βαθιά και παρατεταμένη κρίση και την υστέρηση των χρηματοοικονομικών δομών. Ακόμη και στο τελευταίο μνημόνιο συνεννόησης δε γίνεται ουδεμία μνεία για την ανάγκη δημιουργίας μιας ισχυρής συμπληρωματικής χρηματοοικονομικής δομής παρά τα κενά και τις αδυναμίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Απεναντίας, ζητάει «να δεσμευτεί η ελληνική κυβέρνηση για τη διατήρηση ενός τραπεζικού τομέα 4 πυλώνων, να μη λάβει μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής που θα υπονόμευαν τη φερεγγυότητα των τραπεζών, να μη λάβει αν δεν υπάρχουν διανεμόμενα κέρδη μέρισμα από τις προνομιούχες μετοχές και να διασφαλίσει ότι το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δεν θα παραγκωνίζει τον ανταγωνισμό στον χρηματοπιστωτικό τομέα και το κομμάτι του εμπορικού του τομέα, με την αναθεώρηση του νομικού του πλαισίου, δεν θα παρέχει νέα δάνεια και δεν θα δέχεται καταθέσεις, εξαιρουμένης της ανανέωσης υπαρχουσών καταθέσεων», 15 μολονότι η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι σε περιόδους μεγάλης κρίσης οι κυβερνήσεις δημιουργούν νέες ισχυρές χρηματοοικονομικές δομές. Αυτό αποτελεί την πραγματική μεταρρύθμιση σε μία οικονομία σε κρίση. Τρανταχτό παράδειγμα, η πιστοδοτική πολιτική της Δ. Γερμανίας από τον Αύγουστο του 1948 και μετέπειτα, που στήριξε με άφθονη χρηματοδότηση την εξωστρέφεια της οικονομίας και τις γερμανικές επιχειρήσεις και παράλληλα δημιούργησε μια νέα χρηματοοικονομική δομή, όπου σημαντικό ρόλο έπαιξε και παίζει μέχρι σήμερα μετά από 65 χρόνια η νεοϊδρυθείσα Τράπεζα Ανασυγκρότησης / KfW, συμπληρώνοντας το υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα και κατευθύνοντας τις πιστώσεις της 14 Δρ.Αλέξανδρος Φ.Παπαρσένος, Χρηματοοικονομικές Δομές και Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, Έκδοση ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, Μάιος 2009 15 Μνημόνιο Συνεννόησης στις συγκεκριμένες προϋποθέσεις οικονομικής πολιτικής, Κεφ. Σταθεροποίηση Τραπεζικού Συστήματος, σελ39 43, Αύγουστος 2013 12

σε στοχευμένες δραστηριότητες. Έτσι αυξήθηκαν κατακόρυφα οι πιστώσεις και κυρίως τα μακροπρόθεσμα δάνεια που βοήθησαν την υλοποίηση πολλών και κρίσιμων επενδύσεων, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν την περίοδο Σεπτ. 1949 Σεπτ. 1953 σχεδόν 2,5 εκατ. νέες θέσεις εργασίας! 16 Επομένως, και η υστέρηση του χρηματοοικονομικού κλάδου στο σύνολό του υποδηλώνει την αναγκαιότητα εμπλουτισμού του από μια ευρεία γκάμα προϊόντων, υπηρεσιών και προγραμμάτων ικανών να καλύψουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων. ΜΕΡΟΣ Β. ΑΝΑΓΚΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΝΕΑΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΟΜΗΣ Β.1. ΥΠΟΘΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΑΝΑΓΚΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΚΑΙ ΠΗΓΕΣ ΕΞΕΥΡΕΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Η καταπολέμηση της ανεργίας επιβάλλεται να είναι η προτεραιότητα των προτεραιοτήτων στο μίγμα της οικονομικής και κοινωνικής αναπτυξιακής πολιτικής την επόμενη δεκαετία. Για να επανέλθει η χώρα σε μια τροχιά ανάπτυξης, ικανή να θεραπεύσει εκτός από την ανεργία και τις περισσότερες διαχρονικές παθογένειες της οικονομίας, απαιτείται η εφαρμογή ενός νέου οικονομικού, παραγωγικού και αναπτυξιακού προτύπου. Οι βασικοί άξονες και οι προτεραιότητες του νέου αυτού προτύπου και οι επιμέρους πολιτικές του, όπως η Πολιτική Απασχόλησης και η Περιφερειακή Πολιτική Ανάπτυξης, θα έχουν μεγάλες πιθανότητες να εφαρμοστούν επιτυχώς εφόσον δεν αντιμετωπίσουν προβλήματα χρηματοδότησης. Επειδή διαφαίνεται ότι το τραπεζικό σύστημα δε θα μπορέσει να στηρίξει βραχυπρόθεσμα, και ενδεχομένως μεσοπρόθεσμα, μια οικονομική ανάπτυξη με υψηλούς ρυθμούς και με δεδομένο ότι η εθνική αποταμίευση είναι χαμηλή κρίνεται απαραίτητη η εξεύρεση χρηματοδοτικών πηγών και πόρων, που θα επιτρέψουν την αύξηση των επενδύσεων και τη δημιουργία χιλιάδων νέων επιχειρήσεων. Γεννιούνται επομένως ερωτήματα του τύπου : Αν προσδιορίσουμε κάποιους ποσοτικούς στόχους του νέου αναπτυξιακού προτύπου ποιες θα είναι μια αρχική τάξη μεγέθους οι ανάγκες χρηματοδότησής του; Πώς και από που θα εξευρεθούν οι πόροι χρηματοδότησης του νέου αναπτυξιακού προτύπου; Ποια θα μπορούσε να είναι η μορφή της νέας αρχιτεκτονικής δομής του ελληνικού χρηματοοικονομικού συστήματος και ποιες οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές της; Η πρώτη μέθοδος που υιοθετούμε για την εκτίμηση των αναγκών χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα τη περίοδο 2014 2020 βασίζεται σε προβλέψεις λογικές για τη μελλοντική πορεία του ΑΕΠ και την σύνθεση στοιχείων του και στην αποδεκτή απ όλους παραδοχή ότι τα μόνα στοιχεία του ΑΕΠ που μπορούν και πρέπει να αναπτυχθούν στο άμεσο μέλλον, περισσότερα απ όλα τα άλλα στοιχεία που συνθέτουν το ΑΕΠ, είναι οι επενδύσεις και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. 16 Erhard Ludwig, Prosperity through competition, London, 1958, Thames and Hudson, p. 34,35,64 13

Πίνακας 6: Χρηματοδότηση και Επενδύσεις του Ιδιωτικού Τομέα (σε % ΑΕΠ) 2000 2008 2000 2008 2009 2013 2009 2013 Ελλάδα Ζώνη του ευρώ Ελλάδα Ζώνη του ευρώ 29,5 35,4 14,8 27,0 Σύνολο Χρηματοδότησης Αποταμίευση και 11,5 18,9 10,9 18,8 Εσωτερική Χρηματοδότηση Τραπεζικός Δανεισμός 11,7 9,5 0,9 3,4 Αύξηση Μετοχικού 2,7 3,8 0,8 2,7 Κεφαλαίου (ΜΚ) Εκδόσεις Ομολόγων (ΕΟΜ) 1,3 0,5 0,4 0,7 Κεφαλαιακές 1,6 1,0 1,3 0,9 Μεταβιβάσεις( ΕΕ) Λοιπές Χρηματοδοτήσεις 0,7 1,7 0,5 0,5 (ΛΠ) Σύνολο Επενδύσεων 33,4 35,6 16,4 27,0 Ακαθάριστες Επενδύσεις 19,6 18,6 15,1 17,0 Κεφαλαίου Χρηματοοικονομικές 13,8 17,0 1,3 10,0 Επενδύσεις Πηγή: ΤτΕ, Νομισματική Πολιτική,Ενδιάμεση Έκθεση, Δεκ. 2013,σελ. 68 Σημειώσεις: Οι διαφορές μεταξύ χρηματοδότησης και επενδύσεων στην Ελλάδα οφείλονται πιθανόν στη φοροδιαφυγή καθώς τα αδήλωτα εισοδήματα δεν εμφανίζονται στους εθνικούς λογαριασμούς), σε στατιστικά λάθη κλπ. Οι κεφαλαιακές μεταβιβάσεις αντιπροσωπεύουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία χρηματοδοτήσεις από την ΕΕ. Ο τραπεζικός δανεισμός αποτελεί μόλις το 6,1% και το 6% της συνολικής χρηματοδότησης και των ακαθάριστων επενδύσεων κεφαλαίου την περίοδο 2009 2013. Οι ιδιωτικές επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο και μηχανολογικό εξοπλισμό υποχώρησαν στο 8,2% του ΑΕΠ τη διετία 2012 2013 έναντι ποσοστού 9,7% την περίοδο 2000 2008. Βασίζεται επίσης στα στοιχεία μελέτης της ΤτΕ (Πίνακας 6) για τις πραγματικές ακαθάριστες επενδύσεις κεφαλαίου (συμπεριλαμβάνονται και οι επενδύσεις σε κατοικίες και αγορά γης), τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις (καταθέσεις, ομόλογα, τραπεζογραμμάτια, μετοχές, επενδύσεις σε ασφαλιστικά ταμεία) και την αποταμίευση του ιδιωτικού τομέα την περίοδο 2000 2013. 17 Με πυξίδα την καταπολέμηση της ανεργίας ως πρώτη προτεραιότητα τίθενται ως βασικοί στρατηγικοί στόχοι για την περίοδο 2015 2020: 1) η ετήσια αύξηση του ονομαστικού ρυθμού του ΑΕΠ κατά 3% και των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 4% (ο ετήσιος ΓΔΤΚ υπολογίζεται γύρω στο 1%) ή κατά τι υψηλότερη του μέσου σταθμικού επιτοκίου του Δημοσίου Χρέους (Μάρτιος 2014, 2,6%). Με τον τρόπο αυτό και με την υπόθεση ότι δημιουργούνται κάθε χρόνο πρωτογενή πλεονάσματα στα δημόσια οικονομικά ικανά να καλύπτουν πλήρως τουλάχιστον τους τόκους του δημόσιου χρέους θα βελτιωθεί δραστικά και ο δείκτης Δημόσιο Χρέος προς ΑΕΠ. Για τη διατήρηση ισορροπίας ή μικρού πλεονάσματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εκτιμάται ότι οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξάνονται ετησίως κατά 2%, 2) η σταδιακή αύξηση των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα σε επίπεδα έως 18% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 έναντι ποσοστού 11,3% του ΑΕΠ ή περίπου 21 δις, κατά μέσο όρο ετησίως, τη διετία 2012 2013. Τούτο σημαίνει μία αύξηση των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα κατά 3δις ετησίως, μετά το έτος 2014. Εξυπακούεται ότι οι επενδύσεις θα είναι προσανατολισμένες στη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης, στη παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών της διεθνούς ζήτησης, στη 17 ΤτΕ, Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση,Δεκ 2013,Ειδικό θέμα III.I, σελ.64 72. 14

δημιουργία μιας νέας τάξης επιχειρηματιών και νέων επιχειρήσεων, αφού οι τελευταίες δημιουργούν πραγματικά νέες θέσεις εργασίας. Επίσης υποθέτουμε ότι: α) οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα της περιόδου 2014 2020 θα καλυφθούν κατά ένα μεγάλο μέρος από την αποταμίευση του ιδιωτικού τομέα (η οποία θα αντιστοιχεί στο 11% του ΑΕΠ ετησίως, δηλαδή όπως την περίοδο 2009 2013), από διάφορες μορφές δανεισμού πλην των τραπεζικών πιστώσεων καθώς και από κεφαλαιακές μεταβιβάσεις (ΕΕ), που θα αντιστοιχούν στο 5% του ΑΕΠ (έναντι ποσοστού 4,6%, μέσος όρος, της περιόδου 2000 2013). β) ο τραπεζικός δανεισμός (καθαρή ροή δανείων) θα βαίνει μειούμενος σταδιακά έως το 2019 και η μείωση αυτή (περίπου ίση με τη μείωση που εμφανίστηκε το 2013) θα αντιστοιχεί κατά μέσο όρο ετησίως στο 4,8 % του ΑΕΠ την περίοδο 2014 2020 με σκοπό τα υπόλοιπα των δανείων να προσεγγίσουν (σχέση 1:1) τις συνολικές καταθέσεις περί το τέλος της δεκαετίας, καταθέσεις που εκτιμάται ότι θα παραμείνουν στα επίπεδα του Δεκ. 2013, περίπου 160 δις. Με την παραπάνω μεθοδολογία προκύπτει κάθε χρόνο ένα χρηματοδοτικό κενό, το οποίο σωρευτικά για την περίοδο 2014 2020 ανέρχεται, σε ονομαστικές τιμές, στα 44 δις (Πίνακας 7) ή σε παρούσα αξία σε 32,2 δις, με ένα επιτόκιο αναγωγής 10%.Εξυπακούεται ότι μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ θα αυξήσει, όχι κατ ανάγκην αναλογικά, και το χρηματοδοτικό κενό, όπως και μια θετική τροπή της ρευστότητας των τραπεζών θα μετριάσει το άνοιγμα του χρηματοδοτικού κενού. Η δεύτερη μέθοδος εκτίμησης των αναγκών χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα βασίζεται στην υπόθεση ότι η οικονομία της χώρα μας είναι αναγκασμένη να δημιουργήσει τουλάχιστον 1 εκατ. νέες θέσεις εργασίας την περίοδο 2014 2020 ώστε να καταστεί βιώσιμο το συνταξιοδοτικό σύστημα, να επιτρέψει την μετακίνηση μεγάλου ποσοστού του εργατικού δυναμικού από μη εμπορεύσιμες σε εμπορεύσιμες διεθνώς δραστηριότητες, να διακόψει την εκροή του διανοητικού κεφαλαίου στο εξωτερικό και να συγκρατήσει την ανεργία σε επίπεδα ανεκτά για την ισορροπία του κοινωνικού ιστού. Με την υπόθεση, βασισμένη στην ελληνική εμπειρία, ότι το κόστος μιας νέας θέσης εργασίας κυμαίνεται γύρω στα 80.000 100.000 για μικρομεσαίες μεταποιητικές ή εξαγωγικού προσανατολισμού επιχειρήσεις και ότι ποσοστό περίπου 50 % καλύπτεται με δανεισμό, προκύπτει ανάγκη πρόσθετου δανεισμού ύψους 40 50 δις, ίδιο ποσό με τον πίνακα 7. Αν υποθέσουμε ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις θα κυμανθούν γύρω στο 1% του ΑΕΠ ετησίως, δηλαδή κατά τι υψηλότερες του αντίστοιχου ποσοστού (0,8%) της τελευταίας δεκαετίας καταλήγουμε σωρευτικά σε ένα ποσό 14 δις για την περίοδο 2014 2020. Επίσης, αν ληφθούν υπόψη τα υπόλοιπα των κεφαλαίων που διαθέτουν σήμερα (Μάρτιος 2014) διάφορα προγράμματα και φορείς, εθνικοί (ΕΤΕΑΝ/ΤΕΠΙΧ, ΤΑΝΕΟ, Ελληνικό Ταμείο Επενδύσεων) και κοινοτικοί (ΕΤΕΠ, ΕΤΑΕ, Προγράμματα Jeremie, Jessicα) καθώς και νέες κοινοτικές χρηματοδοτικές πρωτοβουλίες που θα τεθούν σε ισχύ από το 2015 προκύπτει συνολικά ένα ποσό προς διάθεση στις ελληνικές ΜΜΕ της τάξης των 4 5 δις ή μόλις το 2,7% του ΑΕΠ 2013. Συνεπώς, παραμένει ένα χρηματοδοτικό κενό για τη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα περίπου 25 δις για την περίοδο 2014 2020 ή σε παρούσα αξία 17,6 δις, αν οι ιδιωτικές επενδύσεις αυξηθούν από 21 δις σε 39 δις και το ΑΕΠ 15

από 183 δις σε 219 δις στα έτη 2014 και 2020 αντίστοιχα και η καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης είναι αρνητική έως το 2019. 18 Με δύο τρόπους είναι δυνατή η κάλυψη του αναμενόμενου χρηματοδοτικού κενού και της ποιοτικής υστέρησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος : α) να εξευρεθούν κατάλληλες εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης (πχ. χρήση ιδίων κεφαλαίων και αποταμίευσης από υγιείς επιχειρήσεις, άντληση νέων κεφαλαίων και έκδοση εταιρικών ομολογιακών τίτλων από τις αγορές χρήματος και κεφαλαίων, παροχή σε ελληνικές εξαγωγικού προσανατολισμού επιχειρήσεις εμπορικών πιστώσεων από εταιρείες εξωτερικού, δημιουργία ειδικών χρηματοδοτικών προγραμμάτων ενίσχυσης των ΜΜΕ, με κονδύλια της ΕΕ και των χρηματοδοτικών της φορέων Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ΕΤΕΠ, Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων / ΕΤΑΕ και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων / ΠΔΕ, εφαρμογή στοχευμένης φορολογικής πολιτικής υπέρ επιλεγμένων κλάδων, βελτίωση θεσμικού πλαισίου για την προώθηση της υβριδικής χρηματοδότησης υπέρ των ΜΜΕ ) και Πίνακας 7 :Υπόθεση Εργασίας: Μεσοπρόθεσμες Προβλέψεις (τρέχουσες τιμές, δις ευρώ) 2014 2015 2016 2017 2018 2019 2020 Αύξηση % 2014 2020 1.ΑΕΠ 183 188 194 200 206 212 219 19,7 1.1 Ιδιωτική και 156 157 159 161 163 165 168 7,7 Δημόσια Κατανάλωση 1.2 Ακαθ. Επενδύσεις 27 30 33 36 39 42 45 66,6 Κεφαλαίου 1.3. Ακαθ. Επενδ. 21 24 27 30 33 36 39 85,7 Ιδιωτικού τομέα Εξαγωγές Αγαθών 50 52 54 56 58 60 62 24,0 &Υπηρεσιών Εισαγωγές Αγαθών & 50 51 52 53 54 55 56 12,0 Υπηρεσιών 1.3. Κάλυψη Χρηματοδότησής του 2.Αποταμίευση 20 21 21 22 23 23 24 Ιδιωτ.Τομέα(=11%ΑΕΠ) 3.Σύνολο 9 9 10 10 10 11 11 ΜΚ,ΕΟΜ,ΕΕ,ΛΠ (=5% ΑΕΠ) 4. Τραπεζικός 11 10 10 10 9 8 0 Δανεισμός 4.1.Υπόλοιπα Δανείων 206 196 186 176 167 159 159 (= 5% ετησίως) Αρχικό Χρηματοδοτικό Κενό= 1.3. (2+3 4) 3 4 6 8 9 10 4 Σύνολο 44 δις Σημειώσεις: Μέγεθος ΑΕΠ ( 183 δις) για το έτος 2014 πρόβλεψη της εισηγητικής έκθεσης προϋπολογισμού 2014, σελ.75. Διάρθρωση του ΑΕΠ 2014 παρόμοια μ αυτή του 2013 σε τρέχουσες τιμές, με συμμετοχή των επενδύσεων (ιδιωτικών και δημόσιων) παγίου κεφαλαίου περίπου 15% (εκ των οποίων οι ιδιωτικές περίπου 11,5%), των εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών 27%,της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης 85%. Έχουν ληφθεί υπόψη: για ΑΕΠ προβλέψεις της ΕΕ και του ΔΝΤ αύξηση κατά 2,9% το 2015 και 3,7% το 2016, για αποπληθωριστή 0,1% το 2014, 0.3% το 2015 και 1% 18 Η Δημόσια Δαπάνη για το νέο ΕΣΠΑ 2014 2020 ανέρχεται σε 23,1 δις. (ΤτΕ, Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2013,σελ 40) και εκτιμάται, σύμφωνα με το ΥΠΑΝ, ότι θα δημιουργήσει 640.000 νέες θέσεις εργασίας την ίδια περίοδο. Επίσης, έρευνες από διάφορους διεθνείς οίκους (Holiver Wyman, Levy Economics Institute) εκτιμούν τις χρηματοδοτικές ανάγκες των ελληνικών επιχειρήσεων σε 20 30 δις. 16

το 2016 και Alpha Bank,21/3/2014,Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων, σελ 2«για εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών πρόβλεψη να ανέβουν στο 28% του ΑΕΠ το 2015». Εκτιμάται ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν θα καλύψει οποιοδήποτε χρηματοδοτικό κενό με περαιτέρω μείωση του χρηματοοικονομικού του πλούτου/χρηματοοικονομικές επενδύσεις και ότι δεν θα συμβεί μεσοπρόθεσμα κάποιο συμβάν στην ελληνική και διεθνή οικονομία που θα μπορούσε να ανατρέψει ουσιωδώς την προβλεπόμενη πορεία των μεγεθών του Πίνακα 7. Εξυπακούεται ότι η επίτευξη οποιουδήποτε ρυθμού ανάπτυξης δεν είναι εύκολη υπόθεση ούτε διατάσσεται από την κυβέρνηση. β) να δημιουργηθεί νέα χρηματοδοτική δομή, με προσανατολισμό κυρίως στις ΜΜΕ, δομή συμπληρωματική του υφιστάμενου τραπεζοκεντρικού συστήματος. Αυτό δε επιβάλλεται και για δύο πρόσθετους και σοβαρούς λόγους. Πρώτον, η ΕΕ προωθεί ένα νέο μοντέλο λειτουργίας και εκκαθάρισης τραπεζών, που θα οδηγήσει στην αυστηροποίηση των κριτηρίων πιστοληπτικής αξιολόγησης των δυνητικών πελατών και θα καταστήσει τις τράπεζες φειδωλές στην παροχή νέων πιστώσεων. Δεύτερον, όλες οι έρευνες έχουν καταδείξει ότι το μεγάλο πρόβλημα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι η έλλειψη ρευστότητας και ότι η πλειοψηφία αυτών αδυνατεί ή αποφεύγει να προσφύγει στον τραπεζικό δανεισμό. 19 Έχοντας εκτιμήσει τις ανάγκες χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα και χωρίς βέβαια να υπολογίζονται σ αυτές επενδύσεις μεγάλου βεληνεκούς (πχ. εκμετάλλευση του ορυκτού φυσικού πλούτου της χώρας) διατυπώνουμε στη συνέχεια, ενδεικτικά, ορισμένες σκέψεις για τις ενδεχόμενες πηγές, που θα μπορούσαν να προικίσουν με αρχικά κεφάλαια τη νέα χρηματοοικονομική δομή. Πηγές θα μπορούσαν να είναι το νέο ΕΣΠΑ μέσω κυρίως του ΕΤΠΑ (10% του συνόλου ΕΤΠΑ, που σημαίνει βέβαια αναθεώρηση του ΕΣΠΑ), ένα ποσοστό (10%) από το πρωτογενές εφόσον επιτυγχάνεται δημοσιονομικό πλεόνασμα ετησίως, ένα μέρος (10%) των εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις του ΤΑΙΠΕΔ, έσοδα από φόρους είτε των μη νόμιμων καταθέσεων στο εξωτερικό (25% των εσόδων) είτε των εσόδων (25%) από φοροδιαφυγή / φοροκλοπή. Χορηγίες, που θα μπορούσαν να εκπίπτουν από το φόρο εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και η έκδοση ενός ειδικού αναπτυξιακού μακροπρόθεσμου δανείου με επιτόκιο ελκυστικό και αφορολόγητους τόκους θα αποτελούσαν ισχυρό κίνητρο για την άντληση κεφαλαίων της νέας χρηματοοικονομικής δομής. Ακόμη, ειδικός φόρος επί τραπεζικών δανείων (0,1% επί του υπολοίπου των δανείων) που δεν επιβαρύνει το κόστος δανεισμού κάθε δανειζόμενου παρά ελάχιστα, όπως και ο ειδικός φόρος (1%) επί εισαγωγών αγαθών σε χώρες εκτός ΕΕ για μια τριετία, θα επέτρεπαν την εισροή σημαντικών κεφαλαίων στη νέα δομή. Επίσης, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η απαλλαγή φόρων για κάποιο χρονικό διάστημα (πχ. 3 ετών) για αγορά μετοχών των νέων χρηματοδοτικών δομών και μια λαχειοφόρος για την άντληση κεφαλαίων. 20 Β.2. ΑΡΧΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΟΜΗΣ Η χρηματοπιστωτική κρίση στην Ελλάδα έχει δημιουργήσει συνθήκες πιστωτικής ακρίβειας για τις επιχειρήσεις που δανείζονται ή πιστωτικής ασφυξίας για τους δυνητικούς πελάτες του τραπεζικού συστήματος. Κρίνεται λοιπόν σκόπιμο σήμερα να δρομολογηθούν όλες εκείνες οι απαραίτητες 19 Για παράδειγμα, σε έρευνα 1000 ΜΜΕ προέκυψε ότι το 2012 το 42% του συνόλου του δείγματος δεν κάλυψε τις χρηματοοικονομικές του ανάγκες (έναντι αντίστοιχου ποσοστού 33% το 2011) και το 31% ζήτησε δάνειο και πέτυχε έγκριση το 70% αυτών, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Δεκ 2013, ενώ «από τα τέλη του 2009 έως τα τέλη του 2012 η προσφορά των τραπεζικών πιστώσεων υπολειπόταν της ζήτησης» ΤτΕ, Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2012,σελ.193. 20 Σημαντικά ποσά θα μπορούσαν να εξευρεθούν και κατόπιν πολιτικών αποφάσεων εταίρων μας στην ΕΕ. Για παράδειγμα στα διμερή δάνεια των κρατών μελών της ΕΕ 52,9δις θα μπορούσε να αποφασιστεί από χώρες πλεονασματικές ένα ποσοστό (25%) των προς καταβολή τόκων της τριετίας 2014 2016 να κατευθυνθεί αντί για τις χώρες στις νέες χρηματοδοτικές δομές της πατρίδας μας. 17

ενέργειες ώστε να δημιουργηθεί μια νέα χρηματοοικονομική δομή στήριξης των επιχειρήσεων, ειδικά τώρα που η χώρα μας διέρχεται μια σοβαρή οικονομική και κοινωνική κρίση, η οποία θα οδηγήσει εκών άκον σε μια νέα οικονομική τάξη πραγμάτων και σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Κρίνεται δε επιτακτική η ίδρυση μιας νέας χρηματοοικονομικής δομής στήριξης των ΜΜΕ, διότι το μέλλον της χώρας μας εξαρτάται τα μέγιστα και από την πορεία αυτών των επιχειρήσεων. Την ίδρυση μάλιστα μιας νέας δομής στήριξης των ΜΜΕ προτείνουν εδώ και χρόνια τα επιμελητήρια της χώρας, η ΓΣΕΒΕΕ κλπ. Στο ερώτημα «ποιος είναι ο καταλληλότερος μηχανισμός στήριξης των επιχειρήσεων», η απάντηση είναι «ο μηχανισμός που θα καταφέρει να βοηθήσει και υποστηρίξει χιλιάδες δυναμικές, ελπιδοφόρες και εξωστρεφείς επιχειρήσεις και θα δημιουργήσει πολλαπλασιαστικά οφέλη, θα κατανείμει ορθολογικά τον πιστωτικό κίνδυνο μεταξύ των δανειστών και των δανειζομένων, θα μειώσει το κόστος του δανεισμού και θα αποφύγει την ανακύκλωση πιστώσεων σε υφιστάμενες μη εύρωστες επιχειρήσεις, που χωρίς τη συνεχιζόμενη τραπεζική χρηματοδότηση θα σταματούσαν να λειτουργούν». Επιπρόσθετα, για να καταστεί η νέα δομή αποτελεσματικό εργαλείο θα πρέπει να έχει τουλάχιστον τα εξής χαρακτηριστικά: Να είναι συμπληρωματική στο υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό και χρηματοοικονομικό σύστημα και στους κρατικούς και κοινοτικούς χρηματοδοτικούς φορείς και προγράμματα, Να είναι ελάχιστα δαπανηρή για το κράτος και σε βάθος χρόνου βιώσιμη και κερδοφόρα και κυρίως Να είναι προσανατολισμένη στην κάλυψη των πραγματικών αναγκών των ελληνικών επιχειρήσεων και να προσφέρει μια σειρά έξυπνων και κατάλληλων προϊόντων και υπηρεσιών. Η νέα αυτή χρηματοοικονομική δομή θα πρέπει να αποτελέσει βασικό εργαλείο του νέου αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, με σκοπό την αναβάθμιση τόσο της χρηματοοικονομικής τεχνικής (financial engineering), όσο και της επενδυτικής/ συμμετοχικής τεχνικής. Αυτό σημαίνει δημιουργία σύνθετων χρηματοοικονομικών προγραμμάτων, παροχή εξατομικευμένων, εξειδικευμένων προϊόντων και υπηρεσιών, νέους τρόπους χρηματοδότησης / στήριξης των επιχειρήσεων στο πλαίσιο της σχέσης Συμβούλου Συμμέτοχου Συνεργάτη, κάτι που δεν μπορεί να επιτελέσει το υφιστάμενο τραπεζικό σύστημα και στόχευση ειδικών τμημάτων (niches) της επιχειρησιακής αγοράς, κυρίως υπό σύσταση και νέων επιχειρήσεων που ενέχουν μεγαλύτερο του μέσου όρου της αγοράς κίνδυνο και αποκλείονται κατά κόρον από το υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα, μολονότι δημιουργούν πραγματικά νέες θέσεις εργασίας. Ενδεικτικά, η νέα δομή θα πρέπει να παράσχει μια μεγάλη ποικιλία χρηματοοικονομικών προϊόντων χαμηλού κόστους και μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, προϊόντα που δεν παρέχονται σήμερα από το υφιστάμενο τραπεζικό σύστημα. Θα πρέπει να δημιουργήσει ειδικά χρηματοοικονομικά προϊόντα για υπό σύσταση ή νέες επιχειρήσεις, για εξωστρεφείς επιχειρήσεις, καθώς και για κλάδους και υποκλάδους στρατηγικής σημασίας και με προοπτικές υψηλής ανάπτυξης. Οφείλει να παίξει τον πρωτεύοντα ρόλο στη δημιουργία ειδικών σύνθετων προϊόντων υβριδικής χρηματοδότησης και ειδικών προγραμμάτων για περιοχές με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (πχ νησιωτικές). Η νέα δομή θα πρέπει να σχεδιάσει ειδικά Ταμεία Συμμετοχών για επιχειρήσεις της Νέας Γενιάς και για την διατήρηση και ανάπτυξη παραδοσιακών τοπικών προϊόντων. Στην παρούσα φάση, δεν είναι δυνατόν να απαντηθεί ποιο είναι το ιδανικό αρχικό μετοχικό κεφάλαιο της νέας χρηματοοικονομικής δομής, αν δεν προσδιοριστούν με ένα ειδικό επιχειρησιακό σχέδιο η στρατηγική και η οργάνωση της δομής, το αναμενόμενο μερίδιο χρηματοοικονομικών 18

αναγκών της αγοράς που θα καλύψει, τα προσφερόμενα προϊόντα και η σύνθεση και οι όροι αυτών κλπ. Καταρχήν, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο πρέπει να είναι σχετικά υψηλό, για να καλύψει από την εκκίνησή του ένα μεγάλο μέρος των χρηματοοικονομικών αναγκών του ιδιωτικού τομέα (δάνεια, εγγυήσεις/ αντεγγυήσεις, υβριδική χρηματοδότηση, συμμετοχές / venture capital), να προσδώσει εμπιστοσύνη στην αγορά και να παίξει ουσιώδη ρόλο στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο. Για τον επιμερισμό του πιστωτικού κινδύνου στο χρηματοοικονομικό κλάδο θα μπορούσε να διαδραματίζει ρόλο επικεφαλής σε κλασσικά ή συμμετοχικά κοινοπρακτικά δάνεια καθώς και σε κοινοπρακτικές εγγυήσεις ή αντεγγυήσεις ή συνεγγυήσεις υπέρ των ΜΜΕ, ειδικά με τις συνεταιριστικές τράπεζες. Στην ΕΕ το χρηματοοικονομικό σύστημα αναμορφώνεται και μία επένδυση / έργο που γινότανε με χρηματοδότηση 2 3 τραπεζών γίνεται σήμερα με πολλαπλάσιους δανειστές. Το σχήμα της νέας δομής θα μπορούσε να είναι πολυμετοχικό, δηλαδή με τη συμμετοχή στο αρχικό κεφαλαίο και του ιδιωτικού τομέα (φυσικών ή νομικών προσώπων) με την παροχή ευνοϊκών φορολογικών κινήτρων για τη συμμετοχή του. Σε ότι αφορά την αρχιτεκτονική της, η νέα χρηματοοικονομική δομή θα ήταν ιδανικό να περιλαμβάνει έναν Φορέα Εθνικής Εμβέλειας, ο οποίος θα έχει υπό την εποπτεία του Διαπεριφερειακούς Φορείς ή Διαπεριφερειακούς Συνεργάτες, συγκεντρώνοντας μάλιστα όλα τα «εθνικά και κοινοτικά προγράμματα και τους εθνικούς πιστοδοτικούς φορείς» υπό την σκέπη του, για να επιτευχθούν οικονομίες κλίμακας και να σταματήσει η υλοποίηση ιδίων μέτρων και προγραμμάτων από διάφορους φορείς. Ένα ειδικό θεσμικό, νομικό πλαίσιο θα διέπει την ίδρυση και λειτουργία του Φορέα, ο οποίος τουλάχιστον στο πρώτο στάδιο εκκίνησής του δεν θα έχει την μορφή τράπεζας. Για να επιτύχει στην αποστολή της η νέα χρηματοοικονομική δομή, πρέπει: α) να στοχεύσει στο μέγιστο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα για την οικονομία και κοινωνία, ώστε το τελικό αποτέλεσμα από τη σύγκριση κόστους οφέλους να έχει θετικό πρόσημο στο ΑΕΠ και στην Απασχόληση και το κυριότερο β) να μην ακολουθήσει την τακτική προσαρμογής του όγκου των προσφερόμενων χρηματοοικονομικών προϊόντων και υπηρεσιών τους προς την αντίστοιχη ζήτηση, αλλά να αναλάβει πρωτοβουλίες για να επηρεάσει την παραγωγική δραστηριότητα προς επεκτατική κατεύθυνση. Αυτό θα είναι και το μεγάλο στοίχημα και η πρόκληση της νέας χρηματοοικονομικής δομής. ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ Η πολιτική ανάπτυξης είναι μια διαδικασία δυναμική και ως εκ τούτου μια διαδικασία εισαγωγής νέων θεσμών και φορέων. Η κρίση αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη δημιουργία μιας νέας αρχιτεκτονικής δομής στο χρηματοοικονομικό σύστημα της χώρας μας. Η νέα χρηματοοικονομική δομή θα στεφθεί με επιτυχία αν τελικά καταφέρει να «μπολιάσει» την οικονομία, την κοινωνία και την επιχειρηματικότητα με τη φιλοσοφία ότι εφεξής η αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα ή μη δημόσιων ή ιδιωτικών χρηματοοικονομικών δομών θα κρίνονται και θα αξιολογούνται σε μεσομακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα και όχι σε βραχυπρόθεσμο, φιλοσοφία που κυριάρχησε τα τελευταία τουλάχιστον 20 έτη με οδυνηρά τελικά αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. 19

Η ανεργία έχει απογειωθεί στην Ελλάδα με πολλές αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνική συνοχή περιθωριοποίηση και φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, πυροδότηση κοινωνικών και ενδοοικογενειακών εντάσεων και τριβών, εκροή του διανοητικού κεφαλαίου και νέων στο εξωτερικό, μετατροπή υγιών ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών φορέων σε προβληματικούς, έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα, μείωση αποταμίευσης, κατανάλωσης και επενδύσεων. Η καταπολέμηση της ανεργίας, που πρέπει να αποτελεί την προτεραιότητα των προτεραιοτήτων κάθε πολιτικής, δεν θα καταστεί εφικτή παρά μόνο με την εφαρμογή ενός νέου παραγωγικού, αναπτυξιακού προτύπου, που θα στοχεύει σε υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Για να επιτευχθεί όμως ταχεία και διατηρήσιμη ανοδική πορεία στο ΑΕΠ πρέπει πάση θυσία να αυξάνονται οι επενδύσεις και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. Αυτό προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, χορήγηση σημαντικού ύψους νέων κεφαλαίων στον ιδιωτικό τομέα με χαμηλό σχετικά κόστος και μακροπρόθεσμη διάρκεια, με σκοπό να υποστηριχθεί και προωθηθεί η παραγωγή ανταγωνιστικών, υψηλής ποιότητας και διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Καθώς για το άμεσο μέλλον, διαφαίνεται αδυναμία, πλήρους κάλυψης των αναγκών χρηματοδότησης ενός νέου παραγωγικού προτύπου με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης από το υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα, απαιτείται η παρέμβαση της Ελληνικής Πολιτείας με σκοπό τη δημιουργία μιας νέας χρηματοοικονομικής δομής, συμπληρωματικής του υφιστάμενου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η νέα χρηματοοικονομική δομή θα πρέπει να έχει ως βασική αποστολή όχι μόνο την κάλυψη αναγκών επιχειρήσεων αλλά και την προώθηση μιας νέας χρηματοπιστωτικής κουλτούρας και νέων χρηματοοικονομικών θεσμών υπέρ των Μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ). Επιβάλλεται δε η Ελληνική Πολιτεία να επέμβει τώρα που η χώρα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ. «Η πρόσφατη οικονομική θεωρία έχει εξηγήσει πως το κράτος και η αγορά μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται. Η ουσία του ζητήματος είναι ότι δεν έχει υπάρξει επιτυχημένη μεγάλη οικονομία όπου το κράτος να μην έχει παίξει σημαντικό ρόλο, ενώ στις χώρες με τους ταχύτερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης (όπως η Κίνα) και στις χώρες με το υψηλότερο βιοτικό επίπεδο (όπως οι σκανδιναβικές) το κράτος παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο». 21 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Παπαρσένος Φ. Αλέξανδρος (2009), Χρηματοδοτικές Υποδομές και Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, Αθήνα, ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ Τράπεζα της Ελλάδος (2014), Ετήσια Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2013, Φεβρουάριος, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος, Ετήσιες Εκθέσεις του Διοικητή για τα έτη 1975 έως 2012, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος (1978), Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος 1928 1978, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος (2009), Έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, Ιούνιος, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος (2009), Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση, Φεβρουάριος, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος (2011), Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση, Νοέμβριος, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος (2013), Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση,Μάιος, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος (2013), Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση, Δεκέμβριος, Αθήνα Τράπεζα της Ελλάδος (2014), Άσκηση Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων για τον Ελληνικό Τραπεζικό Τομέα 2013, Μάρτιος, Αθήνα 21 Joseph E.Stiglitz,Το τίμημα της ανισότητας,εκδ. Παπαδόπουλος, 2012, σελ 231. 20