Groupe de recherche et d échanges technologiques RAPPORT D ETUDE Αντίκτυπος των µέτρων στήριξης των εξαγωγών και της επισιτιστικής βοήθειας στην επισιτιστική ασφάλεια Σύνοψη Arlène Alpha Françoise Gérard Bénédicte Hermelin Anne Wagner Οκτώβριος 2006 ΗΜΟΣΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΙΕΘΝΕΙΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Οι περιπτωσιολογικές µελέτες ανά χώρα διενεργήθηκαν από τα εξής πρόσωπα: > Arlène Alpha και Anne Wagner (Μπαγκλαντές), Olivier Renard (Αιθιοπία), Maryline Cailleux και Thierry Lassalle (Μαλάουι), Andrea Seeling (Τατζικιστάν) Gret > Robin Bourgeois και εµπειρογνώµονες του UN CAPSA (I.W. Rusastra, T. Napitupulu, I. Dian Kusumaningrum) για την Ινδονησία Jean-François Bélières (Μαλί) Cirad > Célia Coronel (Αίγυπτος), Vanessa Flores (Γουατεµάλα) Iram. Η έκθεση αυτή χρηµατοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Γ Γεωργίας). Το περιεχόµενό της δεν δεσµεύει τους συντάκτες της και δεν προδικάζει τη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Groupe de recherche et d échanges technologiques 211-213 rue La Fayette 75010 Paris, France Tél. : 33 (0)1 40 05 61 61 - Fax : 33 (0)1 40 05 61 10 gret@gret.org - http://www.gret.org
Εισαγωγή Οι βασικές χώρες εξαγωγών γεωργικών προϊόντων χρησιµοποιούν διάφορα µέσα για την προώθηση των εξαγωγών τους: εξαγωγικές επιδοτήσεις, εξαγωγικές πιστώσεις και εγγυήσεις εξαγωγικών πιστώσεων, κρατικές εµπορικές επιχειρήσεις (ΚΕΕ), ιδιωτικά µονοπώλια που προέκυψαν από κάποια ΚΕΕ. Από το 1995 η χρήση των εξαγωγικών επιδοτήσεων ρυθµίστηκε στο πλαίσιο του ΠΟΕ. Οι τρέχουσες εµπορικές διαπραγµατεύσεις 1 προβλέπουν την παράλληλη κατάργηση όλων των µορφών εξαγωγικών επιδοτήσεων και των ρυθµίσεων για τα µέτρα ισοδυνάµου αποτελέσµατος, συµπεριλαµβανοµένης της επισιτιστικής βοήθειας. Οι εν λόγω στηρίξεις των εξαγωγών ευθύνονται για τη δηµιουργία αθέµιτου ανταγωνισµού στις γεωργικές αγορές των αναπτυσσοµένων χωρών, συµπιέζοντας τις τιµές και επιδεινώνοντας την επισιτιστική ασφάλεια. Η επισιτιστική ασφάλεια είναι µια πολυδιάστατη έννοια, η οποία περιλαµβάνει τις πτυχές της διαθεσιµότητας, της δυνατότητας πρόσβασης, της χρησιµοποίησης των τροφίµων και του ευάλωτου χαρακτήρα των νοικοκυριών ή της χώρας. Ένας από τους λόγους της συνεχιζόµενης επισιτιστικής ανασφάλειας στον κόσµο συνδέεται µε τις εµπορικές συναλλαγές. Η επισιτιστική βοήθεια αποτελεί µία δυνατότητα αντίδρασης σε καταστάσεις επισιτιστικής ανασφάλειας, ιδίως στις πλέον ακραίες περιπτώσεις. Η χορηγός χώρα µπορεί να παρέχει επισιτιστική βοήθεια απευθείας από τα γεωργικά της αποθέµατα ή τα τρόφιµα (συνδεδεµένη ενίσχυση) ή υπό µορφή µεταφορών χρηµατοοικονοµικών πόρων για την αγορά τροφίµων. Η συνδεδεµένη επισιτιστική βοήθεια µπορεί να θεωρηθεί ως ένα µέσο για τις χορηγούς χώρες να µειώσουν τα γεωργικά τους πλεονάσµατα. Για την επιβεβαίωση ή τη διάψευση αυτών των εκτιµήσεων, η εν λόγω µελέτη πρέπει να απαντήσει στην ακόλουθη ερώτηση: ποιος είναι ο πραγµατικός αντίκτυπος των µέτρων στήριξης των εξαγωγών και της επισιτιστικής βοήθειας των βασικών εξαγωγέων για την επισιτιστική ασφάλεια των πληθυσµών στις χώρες προορισµού; Χρησιµοποιηθείσα µεθοδολογία Η ερώτηση αυτή θέτει το ακόλουθο πρόβληµα: η στήριξη των εξαγωγών και η επισιτιστική βοήθεια έχουν αντίκτυπο στις τιµές των τοπικών αγορών και/ή στις διαθέσιµες ποσότητες στις χώρες προορισµού; Ερώτηση η οποία πρέπει να απαντηθεί λαµβάνοντας υπόψη διάφορα επίπεδα ανάλυσης: διεθνές (διακύµανση ή όχι των διεθνών τιµών) και εθνικό (σχέση µεταξύ διεθνών αγορών και εθνικών και τοπικών αγορών, και αντίκτυπος στους παραγωγούς και τους καταναλωτές). Για τη διευκρίνιση της ερώτησης αυτής η εν λόγω µελέτη στηρίζεται σε ανάλυση των µέτρων στήριξης των εξαγωγών των σηµαντικότερων γεωργικών χωρών εξαγωγής και της πρακτικής τους σε θέµατα επισιτιστικής βοήθειας, των επιπτώσεών τους στις παγκόσµιες αγορές και σε περιπτωσιολογικές µελέτες που πραγµατοποιήθηκαν σε αναπτυσσόµενες χώρες. Στη µελέτη αυτή δεν λαµβάνονται εποµένως υπόψη οι διάφορες µορφές εσωτερικής στήριξης της γεωργικής παραγωγής στις χώρες εξαγωγής. Λαµβανοµένου υπόψη του εύρους του εξεταζόµενου θέµατος, επιλέγησαν σύνολα «εξαγόµενα προϊόντα/χώρες παραγωγής/µέτρα στήριξης των εξαγωγών». Για τις περιπτωσιολογικές µελέτες 1 Οι διαπραγµατεύσεις του αναπτυξιακού γύρου στο πλαίσιο του ΠΟΕ έχουν ανασταλεί από τον Ιούλιο του 2006. 3
επιλέγησαν οκτώ χώρες εισαγωγής και σε κάθε µία από τις χώρες αυτές µελετήθηκαν ορισµένοι κλάδοι. Ανάλυση των µέτρων στήριξης των εξαγωγών και της επισιτιστικής βοήθειας Οι εξαγωγικές επιδοτήσεις ανά εξαγόµενο τόνο στις Ηνωµένες Πολιτείες είναι µεγαλύτερες από ό,τι στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά το σιτάρι, το γάλα, και τα πουλερικά 2. Οι δαπάνες στήριξης είναι παρόµοιες για το βόειο κρέας. Σε αντίθεση µε τις Ηνωµένες Πολιτείες, στην ΕΕ δεν υπάρχει στήριξη των εξαγωγών για τη σόγια ή τα φυτικά έλαια, όσον αφορά όµως τη ζάχαρη η κατάσταση είναι τελείως αντίθετη. Αφετέρου, οι δαπάνες των Ηνωµένων Πολιτειών διαφέρουν σε µεγαλύτερο βαθµό από έτος σε έτος από ό,τι οι δαπάνες της ΕΕ. Τέλος, για τους δύο αυτούς εξαγωγείς, τα προϊόντα που εξάγονται µε στήριξη διοχετεύονται κυρίως σε κοντινές χώρες. Θα µπορούσε εποµένως να συναχθεί το συµπέρασµα ότι τα µέτρα στήριξης των εξαγωγών είναι καταρχάς µέσα προώθησης του εµπορίου και δεν αποτελούν µέσο εφοδιασµού µε τρόφιµα των φτωχών χωρών µε επισιτιστικό έλλειµµα. Οι κρατικές εµπορικές επιχειρήσεις (ΚΕΕ) οι οποίες απετέλεσαν αντικείµενο µελέτης κατέχουν στη χώρα τους το µονοπώλιο όσον αφορά τις εξαγωγές. Το µονοπώλιο αυτό, το οποίο για τις καναδικές ΚΕΕ εξακολουθεί να είναι κρατικό, σε άλλες χώρες έχει ανατεθεί σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες στην Αυστραλία αντικατέστησαν τις κρατικές εµπορικές επιχειρήσεις για τη ζάχαρη και το σιτάρι και στη Νέα Ζηλανδία για το γάλα. Οι ΚΕΕ, µε εξαίρεση την καναδική επιτροπή γάλακτος, αντιπροσωπεύουν σηµαντικό µερίδιο της παγκόσµιας αγοράς. Αυτό προσδίδει στις επιχειρήσεις σηµαντική ισχύ στην αγορά, που τους επιτρέπει να µειώσουν το κόστος συναλλαγής και τις τιµές πώλησης. Θα µπορούσε εποµένως να συναχθεί το συµπέρασµα ότι τα µονοπώλια εξαγωγών, δηµόσια ή ιδιωτικά, αποτελούν ένα µέσο στήριξης των εξαγωγών. Οι Ηνωµένες Πολιτείες είναι παγκοσµίως ο σηµαντικότερος χορηγός συνδεδεµένης επισιτιστικής βοήθειας από τα αποθέµατά τους. Οι Ηνωµένες Πολιτείες παρέχουν επισιτιστική βοήθεια για ένα συγκεκριµένο προϊόν όταν η τιµή του είναι ιδιαίτερα χαµηλή (και εποµένως η προσφορά είναι πλεονάζουσα) και περιορίζουν τη βοήθεια τους όταν η τιµή αρχίζει να ανεβαίνει. Η παροχή επισιτιστικής βοήθεια σε ρύζι από την Ιαπωνία συνδέεται επίσης µε το επίπεδο των εσωτερικών αποθεµάτων της σε ρύζι. Η συνδεδεµένη επισιτιστική βοήθεια µπορεί εποµένως να υπαχθεί στα µέτρα στήριξης των εξαγωγών. Παρέµβαση στις εξαγωγές, επισιτιστική βοήθεια και διάρθρωση των παγκόσµιων αγορών Η ανάλυση των παγκόσµιων αγορών έχει ως στόχο να εκτιµήσει τις αλλαγές σε περίπτωση άρσης των µέτρων στήριξης και της επισιτιστικής βοήθειας. Τρία είδη συµπερασµάτων θα µπορούσαν να συναχθούν από τα αποτελέσµατα αυτών των αναλύσεων. Οι Ηνωµένες Πολιτείες κατέχουν ηγετική θέση στην αγορά αραβοσίτου, η οποία αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ήµισυ των παγκόσµιων εξαγωγών (µοναδική περίπτωση µεταξύ των προϊόντων που έχουν αποτελέσει αντικείµενο µελέτης). Οι Ηνωµένες Πολιτείες στηρίζουν σε πολύ µικρό βαθµό τις εξαγωγές τους αραβοσίτου µε µέτρα απευθείας στήριξης των εξαγωγών. Η ερώτηµα που τίθεται είναι εποµένως άνευ αντικειµένου για τον αραβόσιτο. Ένας µικρός αριθµός εξαγωγέων προµηθεύει τις παγκόσµιες αγορές µε σιτάρι, σόγια, ζάχαρη, βόειο κρέας και κρέας πουλερικών. Πρόκειται για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Ηνωµένες 2 Για τις εγγυήσεις εξαγωγικών πιστώσεων των Ηνωµένων Πολιτειών λήφθηκαν υπόψη οι δηµοσιονοµικές δαπάνες των αναφεροµένων ετών. Ένα µέρος των πιστώσεων αυτών έχει καταρχήν επιστραφεί, αλλά δεν διατίθενται στοιχεία ούτε για τα ποσά που επιστράφηκαν ούτε για τις προθεσµίες επιστροφής. 4
Πολιτείες, τη Βραζιλία, την Αργεντινή, την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Νέα Ζηλανδία και την Ταϊλάνδη. Οι περισσότερες από αυτές (µε εξαίρεση τη Βραζιλία και την Αργεντινή) στηρίζουν τις εξαγωγές τους χρησιµοποιώντας διάφορα µέσα. Μετά από τη µείωση των εξαγωγικών επιδοτήσεων από το 1995 για όλα τα οικεία προϊόντα, παρατηρείται τροποποίηση του µεριδίου αγοράς των εξαγωγέων, αλλά όχι αύξηση των παγκόσµιων τιµών. Για τα προϊόντα αυτά είναι πιθανό ότι η κατάργηση των µέτρων στήριξης των εξαγωγών να έχει ως συνέπεια αναδιανοµή των µεριδίων αγορών µεταξύ των εξαγωγέων, προς όφελος εκείνων που δεν στηρίζουν τις εξαγωγές τους. Όσο η προσφορά στην παγκόσµια αγορά δεν συρρικνώνεται, δεν αναµένεται να υπάρχουν επιπτώσεις στις διεθνείς τιµές. Οι σηµαντικότεροι εξαγωγείς στηρίζουν τόσο τις εξαγωγές ρυζιού όσο και τις εξαγωγές γάλακτος. Επιπλέον, το ρύζι και το γάλα παράγονται σε πολλές χώρες έτσι ώστε µεσοπρόθεσµα υφίστανται περιορισµένες µόνο δυνατότητες αύξησης των εξαγωγών. Θα µπορούσε εποµένως εύλογα να συναχθεί το συµπέρασµα ότι για το ρύζι όπως και για το γάλα η κατάργηση των µέτρων στήριξης των εξαγωγών θα προκαλούσε µείωση της προσφοράς των κύριων προµηθευτών και εποµένως µείωση των ποσοτήτων που διατίθενται στη διεθνή αγορά, χωρίς να είναι σε θέση οι νέοι εξαγωγείς να καλύψουν αυτή τη µείωση. Το αποτέλεσµα θα ήταν ενδεχοµένως αύξηση των τιµών των προϊόντων αυτών παγκοσµίως. Αντίκτυπος στην επισιτιστική ασφάλεια Η ανάλυση επικεντρώνεται σε οκτώ χώρες µε διαφορετικές καταστάσεις επισιτιστικής ανασφάλειας. Η Αιθιοπία και το Μαλάουι παρουσιάζουν εκ νέου προβλήµατα εφοδιασµού, στα οποία προστίθενται δυσχέρειες πρόσβασης που συνδέονται µε χρόνια φτώχεια. Το Μπαγκλαντές, το Μαλί και το Τατζικιστάν βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση όσον αφορά τον εφοδιασµό, λόγω της προόδου που έχει επιτευχθεί σε θέµατα παραγωγής σιτηρών. Η επισιτιστική ανασφάλεια συνδέεται κυρίως µε τη φτώχεια, η οποία είναι ακόµη µαζική, καθώς και µε ελλείψεις τροφίµων. Στην Αίγυπτο, τη Γουατεµάλα και την Ινδονησία δεν υπήρχαν προβλήµατα εφοδιασµού κατά την περίοδο που αποτέλεσε αντικείµενο µελέτης, αλλά η επισιτιστική ανασφάλεια συνδέεται µε προβλήµατα δυνατότητας πρόσβασης, ιδίως στην ύπαιθρο, όπου πολλοί παραγωγοί έχουν περιορισµένη πρόσβαση στη γη και υπάρχουν µεγάλες ανισότητες. Οι επιπτώσεις στις διεθνείς τιµές δεν συνεπάγονται κατ ανάγκη επιπτώσεις στην επισιτιστική ασφάλεια της χώρας εισαγωγής. Πρέπει επίσης να λαµβάνονται υπόψη παράγοντες όπως είναι οι οικονοµικές και οι εµπορικές πολιτικές καθώς και το κόστος των συναλλαγών στο εσωτερικό της χώρας. Η οικονοµική πολιτική έχει κεφαλαιώδη σηµασία στην Αίγυπτο, όπου τα συστήµατα επιδότησης για το σιτάρι και τον αραβόσιτο προστατεύουν τόσο τους παραγωγούς (αγορά σε εγγυηµένη τιµή) όσο και τους καταναλωτές (πώληση επιδοτούµενου ψωµιού) και στην Ινδονησία όπου προστατεύονται οι παραγωγοί ζάχαρης. Η εµπορική πολιτική ήταν καθοριστική στη Γουατεµάλα, όπου, αντίθετα, παρατηρήθηκε αύξηση των εισαγωγών πουλερικών και κίτρινου αραβόσιτου (για τις ζωοτροφές) µετά από την άρση της επιβολής ποσοστώσεων στις εισαγωγές. Τα µεταφορικά έξοδα αυξάνουν φυσικά τις τιµές των εισαγωγών στο Τατζικιστάν, στο Μαλί, στην Αιθιοπία και στο Μαλάουι. Συνέπειες του ανταγωνισµού µεταξύ εισαγωγών και τοπικής παραγωγής: Ο ανταγωνισµός µεταξύ των εισαγωγών και της τοπικής παραγωγής είναι πράγµατι ιδιαίτερα αισθητός, ιδίως στην Ινδονησία, όσον αφορά τη σόγια και τη ζάχαρη. Από την ελευθέρωση του εξωτερικού εµπορίου και µετά οι εσωτερικές τιµές σηµείωσαν πτώση και η παραγωγή υπέστη σοβαρό πλήγµα. 5
Έντονος ανταγωνισµός µε δυσµενείς συνέπειες για την τοπική παραγωγή παρατηρήθηκε επίσης για τις εισαγωγές κίτρινου αραβοσίτου και κρέατος πουλερικών στη Γουατεµάλα µε τιµές χαµηλότερες από τις εγχώριες. Περιορισµένες ή µηδενικές συνέπειες του ανταγωνισµού µεταξύ εισαγωγών και τοπικής παραγωγής Στο Μπαγκλαντές οι παραγωγοί ρυζιού φαίνεται να προστατεύονται από το υψηλό κόστος των εισαγωγών που οφείλεται στη µη ικανοποιητική λειτουργία της αγοράς εξαιτίας του µεγάλου αριθµού των µεσαζόντων. Στην Αίγυπτο ο καθορισµός από το κράτος των τιµών γεωργικών προϊόντων που χρεώνουν οι παραγωγοί και των τιµών που καταβάλλουν οι καταναλωτές για τρόφιµα αποµονώνει τους οικονοµικούς φορείς από τις διεθνείς τιµές. Αξιοσηµείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι οι εισαγωγές δεν έχουν καµία επίπτωση στην τοπική παραγωγή γάλακτος στην Ινδονησία και ρυζιού στο Μαλί. Την ανάπτυξη της παραγωγής παρεµποδίζουν άλλα προβλήµατα. Η έλλειψη ανταγωνισµού όσον αφορά τις εισαγωγές που παρατηρήθηκε στο Τατζικιστάν και το Μαλάουι οφείλεται κυρίως στη γεωγραφική αποµόνωση αυτών των δύο χωρών. Η κατάτµηση των αγορών περιορίζει τον ανταγωνισµό µεταξύ της τοπικής παραγωγής και των εισαγωγών. Ο τοπικά παραγόµενος σίτος (στην Αίγυπτο, την Αιθιοπία ή στο Μπαγκλαντές) δεν είναι αρτοποιήσιµος, ενώ ο εισαγόµενος σίτος είναι αρτοποιήσιµος. Στο Μαλάουι, στη Γουατεµάλα και στην Αίγυπτο υπάρχουν δύο αγορές αραβοσίτου: ο λευκός αραβόσιτος, που παράγεται τοπικά προορίζεται για την ανθρώπινη κατανάλωση, ενώ ο εισαγόµενος κίτρινος αραβόσιτος προορίζεται για ζωοτροφές. Η σηµασία της επισιτιστικής βοήθειας Η επισιτιστική βοήθεια είναι απαραίτητη προκειµένου να συµπληρώνει εν µέρει την ανεπαρκή τοπική παραγωγή και να αντισταθµίζει την προφανή αδυναµία πληρωµών των πληθυσµών. Οι συνέπειές της εξαρτώνται από τον τρόπο διανοµής (στοχοθέτηση ή όχι, χορήγηση της βοήθειας σε χρήµα στις τοπικές αγορές) και από το χρονοδιάγραµµα. Παράλληλα, οι θετικές συνέπειες της βοήθειας είναι αναµφισβήτητες, όχι µόνο λόγω του ρόλου που διαδραµατίζει σε οξείες κρίσεις αλλά επίσης λόγω του αναπτυγµένου δικτύου υποδοµών που απαιτείται για τη διακίνησή της. Αντίκτυπος στην κατανάλωση Κατά τον ίδιο τρόπο η ανάλυση των διακυµάνσεων της κατανάλωσης τροφίµων στα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κατάσταση επισιτιστικής ανασφάλειας, οι οποίες παρατηρούνται µετά από κάποια µεταβολή των τιµών των εισαγόµενων προϊόντων ή των διατιθέµενων ποσοτήτων επισιτιστικής βοήθειας, παρέχει αντιφατικά αποτελέσµατα. Οι χαµηλές τιµές για τα εισαγόµενα προϊόντα φαίνεται να ευνοούν τους καταναλωτές σε κατάσταση επισιτιστικής ανασφάλειας όσον αφορά τον σίτο στο Τατζικιστάν, το ρύζι στο Μπαγκλαντές και τον αραβόσιτο στο Μαλάουι. Η ανάπτυξη των εισαγωγών κρέατος πουλερικών στη Γουατεµάλα συνέβαλε πιθανώς στην αύξηση της κατανάλωσης πουλερικών από τα φτωχά νοικοκυριά. Όσον αφορά άλλα προϊόντα - σίτο και φυτικά έλαια στην Αιθιοπία, βόειο κρέας στην Αίγυπτο, γάλα και ζάχαρη στην Ινδονησία - η κατανάλωση από τα νοικοκυριά που πλήττονται από την επισιτιστική ανασφάλεια είναι χαµηλή, και οι διακυµάνσεις των τιµών έχουν εποµένως µικρές επιπτώσεις. Συµπέρασµα 6
Τα µέτρα στήριξης των εξαγωγών που εφαρµόζονται από τους κύριους εξαγωγείς γεωργικών τροφίµων είναι καταρχάς µέσα εµπορικής πολιτικής. Η χρήση τους δεν αποσκοπεί στη µείωση των τιµών των γεωργικών εισαγωγών των φτωχών χωρών µε επισιτιστικό έλλειµµα. Άρση των µέτρων αυτών και ο περιορισµός της επισιτιστικής βοήθειας θα είχαν πιθανώς ως συνέπεια την αύξηση της τιµής του ρυζιού και του γάλακτος, όχι όµως των άλλων τροφίµων. Η αύξηση αυτή θα έχει αρνητική επίπτωση στους καταναλωτές, θετική όµως για τους παραγωγούς (που είναι επίσης καταναλωτές), όπως δείχνει το παράδειγµα του γάλακτος στο Μαλί και στην Ινδονησία. Το ερώτηµα που τίθεται αφορά εποµένως την επίτευξη ισορροπίας µεταξύ της ευηµερίας των παραγωγών, οι οποίοι στην πλειονότητά τους είναι φτωχοί στις χώρες που αποτέλεσαν αντικείµενο µελέτης, και της ευηµερίας των καταναλωτών. Η συνδεδεµένη επισιτιστική βοήθεια, η οποία προέρχεται από τα πλεονάσµατα της χώρας χορηγού, αποτελεί ένα µέσο διαχείρισης των αγορών 3. Πράγµατι, όταν πέφτουν οι τιµές αυξάνεται και όταν αυξάνουν οι τιµές µειώνεται, δηλαδή ακριβώς τότε που οι φτωχές χώρες πρέπει να ξοδεύουν περισσότερα για τρόφιµα. Όταν η συνδεδεµένη επισιτιστική βοήθεια κατανέµεται στην αποδέκτρια χώρα έχει αρνητικές επιπτώσεις σε περίπτωση που χορηγείται σε χρήµα (διατάραξη των αγορών), πραγµατοποιείται χωρίς στόχο και σε ακατάλληλη χρονική περίοδο (συγκοµιδή). Η παύση της συνδεδεµένης επισιτιστικής βοήθειας δεν θα πρέπει να έχει συνέπειες στις ποσότητες της διαθέσιµης επισιτιστικής βοήθειας, διότι οι ενδιαφερόµενες χώρες µπορούν να προσφύγουν σε χρηµατοοικονοµικές µεταφορές, οι οποίες καθιστούν δυνατές τις τοπικές ή τριγωνικές αγορές. Τέλος, φαίνεται δύσκολο να συναχθούν γενικά συµπεράσµατα σχετικά µε τη φύση του αντίκτυπου των µέτρων στήριξης των εξαγωγών και της επισιτιστικής βοήθειας στην επισιτιστική ασφάλεια των παραγωγών και των καταναλωτών των χωρών προορισµού, δεδοµένου ότι το κοινωνικοοικονοµικό πλαίσιο για τις εισαγωγές ή την επισιτιστική βοήθεια είναι καθοριστικό. Οι συνέπειες της επισιτιστικής βοήθειας και των επιδοτούµενων εξαγωγών στις χώρες προορισµού όσον αφορά τα προϊόντα και τις χώρες που επιλέγησαν γι αυτήν τη µελέτη είναι ιδιαίτερα αντιφατικές και κυµαίνονται από «καµία συνέπεια» έως «έντονος ανταγωνισµός» που θέτει σε κίνδυνο την τοπική παραγωγή. Στο σύνολο των χωρών που µελετήθηκαν, εκτός από ορισµένες ειδικές περιπτώσεις, ο ανταγωνισµός των εισαγωγών δεν φαίνεται να αποτελεί το κύριο πρόβληµα που αντιµετωπίζουν οι παραγωγοί. Ο βασικός περιοριστικός παράγοντας φαίνεται να είναι εν γένει η έλλειψη κεφαλαίων: η βελτίωση των υποδοµών µε την παροχή δηµόσιων αγαθών, οι επενδύσεις στα εγγειοβελτιωτικά έργα, καθώς και οι επενδύσεις στην εκπαίδευση και στην υγεία θα συνέβαλαν αναµφίβολα σε σηµαντική βελτίωση της επισιτιστικής ασφάλειας. 3 Περίπτωση του ρυζιού στην Ιαπωνία και πολλών προϊόντων στις Ηνωµένες Πολιτείες. 7