3 η Εργασία. «Η αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας στην ελληνική νοµολογία. Σκέψεις µε αφορµή την Α.Π. 1753/1983 (Α Τµ.)»

Σχετικά έγγραφα
ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ


# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Θέµα εργασίας : Γενικές Συνταγµατικές Αρχές «Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος» Καµιντζή Ιωάννα Α.Μ:322 Ε Mail:

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΞΙΑ ΩΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ (άρ.2 παρ.1 Σ) Σχολιασµός της ΑΠ Ολ. 40/1998 ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ 2003

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ Δ. ΥΦΑΝΤΗ & ΣΥΝ Τρίτη, 06 Νοέμβριος :00

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αθήνα ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Αριθ. Πρωτ. Τηλ. : Fax : ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ

Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ 40/1998 ΑΠ

ΕΛΕΝΗ Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ρ.ν Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ο Σ ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

Aθήνα, 10 Απριλίου Αρ.πρωτ.: /08 ΠΟΡΙΣΜΑ

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 1 Η ΕΡΓΑΣΙΑ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΕΡΓΑΣΙΑ. Θέµα: Απόφαση σχετική µε το απαραβίαστο της ανθρώπινης άξιας. Nοµικό ερώτηµα που τίθεται και γενική αναφορά στην ανθρώπινη άξια

ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιµέλεια εργασίας: Πολίτης Σπύρος Εmail: ιδάσκων: ηµητρόπουλος Ανδρέας ΙΑΓΡΑΜΜΑ. 2.Σχολιασµός απόφασης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Τα Συνταγματικά δικαιώματα των αλλοδαπών

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Εμβάθυνση στο συνταγματικό δίκαιο

Μερικές σκέψεις πάνω στην έννοια της «ερµηνείας» µε αφορµή την ΣτΕ 176/2002 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

PAPER 3 Σχολιασµός της απόφασης της Ολοµέλειας του Αρείου Πάγου 40/1998 κατά το µέρος που αναφέρεται στην ανθρώπινη αξία

ΕΡΓΑΣΙΑ: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΧΩΡΟ

ΚΥΚΛΟΣ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αρχή της ισότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου. Ενότητα 8 η : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Ο ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ( 2 1 Σ 1975/1086/2001)

Θέµα εργασίας. Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας (Εφετείο Λάρισας408/2002)

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΓΝΩΜΟ ΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

Δημοσιονομικό Δίκαιο ΠΜΣ Τα δημόσια έσοδα. Ανδρέας Τσουρουφλής

ΣτΕ 2582/2016 [Μη επιβολή με ΓΠΣ προσδιορισμένου πολεοδομικού βάρους σε ακίνητο εκτός σχεδίου]

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ (ΠΟΓΕΔΥ) ΓΕΩΠΟΝΟΙ ΔΑΣΟΛΟΓΟΙ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΙ ΙΧΘΥΟΛΟΓΟΙ - ΓΕΩΛΟΓΟΙ

Newsletter 12/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Φορολογικό 3-7 [ 2 ]

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΟΚΡΑΤΗΣΗ ΓΙΑ ΧΡΕΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΗΜΟΣΙΟ.

λειτουργεί αποτρεπτικά και εξυπηρετεί την τακτική της καθυστέρησης της γενικευµένης χορήγησης του επιδόµατος σε όλους τους δικαιούχους, πάγια θέση και

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 21/02/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1279-1/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 4 /2015

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθµός 111/2013 ΤΟ ΠΕΝΤΑΜΕΛΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ-ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕNΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟ ΩΝ ΓΕΝΙΚΗ /ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΗΜΟΣΙΩΝ

1.Δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση και εν γένει νομική υποστήριξη της ΑΑΔΕ

Transcript:

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών Σχολή Νοµικών, Οικονοµικών και Πολιτικών Επιστηµών Τµήµα Νοµικής, Τοµέας ηµοσίου ικαίου ----------------------------------------------------- Μεταπτυχιακό ίπλωµα ηµοσίου ικαίου Συνταγµατικό ίκαιο ιδάσκων : Καθηγητής κ. Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος 3 η Εργασία «Η αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας στην ελληνική νοµολογία. Σκέψεις µε αφορµή την Α.Π. 1753/1983 (Α Τµ.)» ΟΛΓΑ Ι. ΒΟΓΙΑΤΖΗ ΑΘΗΝΑ 15 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2004

ΠΛΑΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1. Η αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας στην ελληνική έννοµη τάξη α. Η αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας ως καταστατική αρχή της ελληνικής έννοµης τάξης β. Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας ως δεσµευτική αρχή, ως αντικειµενική αρχή της ελληνικής έννοµης τάξης και ως µητρικό δικαίωµα 2. ΑΠ 1753/1983 (Τµήµα Α ) εφαρµογή της αρχής του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας 3. Εφαρµογή της αρχής από τα ελληνικά δικαστήρια 4. Τελικές παρατηρήσεις 5. Κείµενο Απόφασης 6. Βιβλιογραφία 7. Περίληψη 8. Νοµολογία (χωρίς σχόλια) 2

1. Η αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας στην ελληνική έννοµη τάξη α. Η αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας ως καταστατική αρχή της ελληνικής έννοµης τάξης Το Σύνταγµα του 1975/1986/2001 αναγορεύει σε πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας το σεβασµό και την προστασία της «αξίας του ανθρώπου» (άρθρ. 2 παρ. 1). Η ανθρώπινη αξία αποτελεί τη νοµική µεταγλώτισση του όρου άνθρωπος. Είναι το σύνολο των υλικών, πνευµατικών και κοινωνικών γνωρισµάτων του ανθρωπίνου γένους. Είναι έννοια τρισδιάστατη. Η ανθρώπινη αξία, έµφυτη στον άνθρωπο, δεν αφαιρείται µε νοµικούς κανόνες. 1 Αντιπαρατίθεται, µάλιστα, προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η οποία αναφέρεται κυρίως στην κοινωνική διάσταση της ανθρώπινης φύσης 2. Η ανθρώπινη αξία κατοχυρώνεται, για πρώτη φορά στο ελληνικό σύνταγµα, expressis verbis ως το υπέρτατο αγαθό της ελληνικής έννοµης τάξης, ενώ ο κανόνας που την προστατεύει, δηλαδή, ο κανόνας του «απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας» αποτελεί την καταστατική αρχή της ελληνικής έννοµης τάξης 3. Ως καταστατική αρχή εννοούµε την αρχή εκείνη στην οποία ενσωµατώνεται η ιδέα της ικαιοσύνης, η οποία προσδιορίζει το ουσιαστικό περιεχόµενο, την ουσιαστική µορφή της έννοµης τάξης, τη µορφή του κράτους και το πρότυπο του πολίτη. 1 Για την έννοια της ανθρώπινης αξίας βλ. σχετικά Ανδρ. ηµητρόπουλο, Κοινωνικός ανθρωπισµός και ανθρώπινα δικαιώµατα σελ. 128 επ. 2 Αντίθετος ο Αθ. Ράικος, Θεµελιώδη ικαιώµατα, σελ. 249-250, όπου θεωρεί οτι οι δύο έννοιες ταυτίζονται. 3 Βλ. σχετικά Ανδρ. ηµητρόπουλο, Παραδόσεις Συνταγµατικού δικαίου σελ. 942 επ., Κοινωνικός ανθρωπισµός και ανθρώπινα δικαιώµατα σελ. 124 επ. 3

β. Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας ως δεσµευτική αρχή, ως αντικειµενική αρχή της ελληνικής έννοµης τάξης και ως µητρικό δικαίωµα Πρόκειται, επιπλέον, για µια συνταγµατικά δεσµευτική αρχή και όχι απλώς για µια κατευθυντήρια, προγραµµατική διάταξη. Η διάταξη θεσπίζει αµέσως ισχύοντα κανόνα δικαίου, είναι δηλαδή επιτακτική και άµεσης ισχύος. 4 Το άρθρ. 2 παρ. 1 Σ. καθιερώνει µια αντικειµενική συνταγµατική αρχή, αντικειµενικό δίκαιο δηλαδή, που ισχύει σε κάθε µερικότερη δικαιϊκή περιοχή, από την οποία απορρέει το υποκειµενικό δίκαιο, το δικαίωµα του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας. Τέλος, η διάταξη καθιερώνει και ένα αυτοτελές δικαίωµα, το οποίο χαρακτηρίζεται ως το ανώτατο µητρικό δικαίωµα 5, από το οποίο απορρεόυν όλα τα ανθρώπινα δικαιώµατα.. 2. ΑΠ 1753/1983 (Τµήµα Α ) - εφαρµογή της αρχής του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας Η σχολιαζόµενη απόφαση είναι η πρώτη, που εξετάζει για να απορρίψει- µια σειρά ενστάσεων που προβλήθηκαν για την αντισυνταγµατικότητα του µέτρου της προσωρινής κράτησης για χρέη προς το ηµόσιο. Μία από τις προβαλόµενες ενστάσεις είναι η αντίθεση των άρθρ. 9 παρ. 3, 63-72 του ν.δ. 356/1974 «περί Κώδικος εισπράξεων ηµοσίων Εσόδων» (ΚΕ Ε) -όπως αυτό ίσχυε πριν απο τις διαδοχικές τροποποιήσεις του µε τους ν. 1731/87, ν. 1858/1989, ν. 1867/89, ν. 2386/96, ν. 2579/98 ν. 2717/1999 και ν. 2873/2000- µε τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγµατος του 1975/1986/2001. 4 Βλ. Αθ. Ράικο, Συνταγµατικό ίκαιο- θεµελιώδη ικαιώµατα σελ. 254 επ. και Ανδρ. ηµητρόπουλο όπ. υποσηµ. 3., αγχτόγλου Ατοµικά ικαιώµατα Β (1991) σελ 1137, ο οποίος αποδέχεται το δεσµευτικό χαρακτήρα της αρχής. Αντίθετα, ο Αρ. Μάνεσης µιλά απλά για γενική αρχή,ατοµικές Ελευθερίες σελ. 110-111, η οποία δεν πρέπει να υπερτιµάται ούτε και να υποτιµάται. 5 Βλ. Ανδρ. ηµητρόπουλο, όπ. υποσηµ. 3 και αγτόγλου όπ. υποσηµ. 4. Αντίθετος εµφανίζεται ο Αρ. Μάνεσης που υποστηρίζει, οτι η διάταξη δεν ιδρύει αυτοτελές δικαίωµα, όπ. υποσηµ. 4. 4

Ο ΑΠ καλείται εδώ να κρίνει µία αίτηση αναιρέσεως κατά της τελεσιδίκου αποφάσεως του Πολιτικού Εφετείου, το οποίο θεωρείτο αρµόδιο να κρίνει εφέσεις κατά αποφάσεων πολιτικών Πρωτοδικείων, που επιλαµβάνονταν κατόπιν άσκησεως ανακοπής από τον οφειλέτη. Τα πολιτικά δικαστήρια εκδίκαζαν κάθε διαφορά που ανέκυπτε κατά την είσπραξη δηµοσίων εσόδων από κάθε απαίτηση, δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Ο αναιρεσείων επικαλείται το άρθρο 559 παρ. 1 του Κπολ και προβάλλει ως λόγο αναίρεσης, οτι το δικάσαν Εφετείο, δεχόµενο την επιβολή της προσωπικής κράτησης σε οφειλέτη του ηµοσίου, παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 6, 5, 2 παρ. 1 και 20 παρ. 1 του Συντάγµατος καθώς και τη διάταξη του άρθρου 5 της Σύµβασης της Ρώµης για την προάσπιση των δικαιωµάτων του ανθρώπου. Οι διατάξεις του ΚΕ Ε προβλέπουν την προσωπική κράτηση των οφειλετών του ηµοσίου, ως «αναγκαστικό µέτρο» διοικητικής εκτέλεσης (αρθρ. 9 παρ. 3), κατόπιν έκδοσης από το ιευθυντή του ηµοσίου Ταµείου εντάλµατος, εναντίον του οποίου προβλέπεται, όπως αναφέρθηκε, ανακοπή από τον οφειλέτη ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρ. 73 ). Ο ΑΠ εξετάζει καταρχήν το συµβατό της προβλεπόµενης ρύθµισης µε τη Σύµβαση της Ρώµης, και συγκεκριµένα µε το άρθρο 5, το οποίο στην παρ. 1 ορίζει µεταξύ άλλων ότι «ουδείς επιτρέπεται να στερηθή της ελευθερίας του ειµή εις τας ακολούθως περιπτώσεις και συµφώνως προς την νόµιµον διαδικασίαν», και κατόπιν παραθέτει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες συγχωρείται η στέρηση της ελευθερίας (περ. α,β,γ,δ,ε,στ). ιαλαµβάνει δε στο αιτιολογικό του, ότι το εν λόγω µέτρο εµπίπτει στην περ. β της παρ. 1 κατά την οποία επιτρέπεται εννοείται η στέρηση της ελευθερίας- «εις εγγύησιν εκτελέσεως υποχρεώσεως οριζοµένης υπό του νόµου», θεωρώντας οτι η υποχρεώση πληρωµής βεβαιουµένων φόρων είναι εκτέλεση υποχρέωσης που ορίζεται από το νόµο. Καταλήγει, 5

λοιπόν, στο συµπέρασµα, ότι το εν λόγω µέτρο δεν αντίκειται στη Σύµβαση της Ρώµης. Με την αιτιολογία αυτή το ανώτατο ικαστήριο δε δίστασε να παρερµηνεύσει τη Σύµβαση της Ρώµης, προκειµενου να προσδώσει στο µέτρο της προσωπικής κράτησης για χρέη µία ανύπερκτηέφόσον αυτό έχει καταργηθεί στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρεςέξωθεν καλή µαρτυρία. Εξάλλου, το ικαστήριο το Στασβούργου υποδεικνύει συσταλτική ερµηνεία για την ως άνω διάταξη, έχοντας κρίνει παράνοµες τόσο τη διοικητική κράτηση όσο και το διοικητικό εκτοπισµό. Το εδ. β αφορά µόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο νόµος επιτρέπει την κράτηση προσώπου σε εκτέλεση ρητής και ειδικής υποχρέωσης την οποία παρέλειψε να τηρήσει. Η κράτηση προσώπου που δικαιολογείται από τον εθνικό δικαστή µε αόριστη αναφορά στο νόµο δεν δικαιολογείται από τη Σύµβαση 6. Κατόπιν ο ΑΠ ελέγχει την αντίθεση της εν λόγω διάταξης, που προβλέπει την προσωπική κράτηση οφειλετών του ηµοσίου, µε το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγµατος, το οποίο ορίζει οτι «ο σεβασµός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν πρωταρχική υποχρεώση της πολιτείας». Καταλήγει στο συµπέρασµα, οτι η έκδοση εντάλµατος προσωπικής κράτησης δεν αντίκειται στη συνταγµατική αυτή διάταξη, παραθέτοντας µία λακωνική και ουδόλως πειστική αιτιολογία, κατά την οποία «το επιτρεπτόν ή µή της εν γένει προσωποκρατήσεως, ως θεσµού, δεν ρυθµίζεται ειδικώς υπ αυτής, αλλά υπ άλλων διατάξεων αυτού (άρθρα 5 και 6 αυτού)». Ενόψει της θέσης που καταλαµβάνει στην σύγχρονη ελληνική έννοµη τάξη η αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας ως καταστατικής αρχής, ως αρχής που διαµορφώνει την ιδέα της ικαιοσύνης, αλλά και ως ερµηνευτικής αρχής, βάσει της οποίας οφείλει να ερµηνεύεται οιαδήποτε διάταξη, κατά τη σύµφωνη προς το Σύνταγµα 6 βλ. Εµµανουήλ Ρούκουνα, ιεθνής Προστασία των Ανθρωπίνων ικαιωµάτων σελ. 147 επ. 6

ερµηνεία 7, εύλογα η απόφαση αυτή προκαλεί έκπληξη. Εξάλλου, η διάταξη αυτή είναι εκείνη που επικαλούνται περισσότερο οι υπέρµαχοι της αντισυνταγµατικότητας της προσωπικής κράτησης, δικαστήρια 8 και θεωρητικοί. 9 Τέλος, το ικαστήριο εξετάζει τη συµβατότητα της εν λόγω ρύθµισης µε το άρθρ. 6 παρ. 1 του Συντάγµατος, το οποίο κρίνει ως µή εφαρµοστέο, δεδοµένου, οτι «η κράτησις δια χρέη προς το ηµόσιον δεν αποτελεί δίωξιν εν τη εννοία της εν λόγω διατάξεως, ποινικού δηλονότι χαρακτήρος, αλλά στέρησιν της προσωπικής ελευθερίας ως µέσον αναγκαστικής εκτελέσεως, ρυθµιζοµένην υπό του άρθρου 5 παρ. 3 του ιδίου Συντάγµατος». Επιπλέον, απορρίπτει την αντισυνταγµατικότητα της ρύθµισης σε σχέση προς τα άρθρα 5 παρ. 1, 4 παρ.1 και 20 παρ. 1, µε την αιτιολογία, ότι η έκδοση του εντάλµατος σύλληψης και η επιβολή προσωπικής κράτησης δεν στερεί από τους καθ ών τους φυσικούς τους δικαστές, ενώ η ρύθµιση αυτή δεν ελήφθη κατά αυθαίρετο και αδικαιολόγητο τρόπο, αλλά επεβλήθη από λόγους δηµοσίου συµφέροντος, δηλαδή, προς πρόληψη αποστερήσεως του ηµοσίου από σηµαντικούς του πόρους. Ενώ, ακόµη, δεν αντίκειται στο άρθρ. 20 παρ. 2 του Συντάγµατος, διότι πριν από κάθε έκδοση εντάλµατος προσωποκράτησης προηγείται ειδοποίηση του ενδιαφεροµένου, µε την κοινοποίηση σε αυτόν ατοµικής πρόσκλησης της ιοίκησης. Κατα;λήγει, συνεπώς, οτι οι διατάξεις του ΚΕ Ε, οι οποίες προβλέπουν την έκδοση εντάλµατος προσωπικής κράτησης για χρέη προς το ηµόσιο, βρίσκουν πλήρες συνταγµατικό έρεισµα στη διάταξη του άρθρ. 5 παρ. 3 Σ, κατά την οποία «...κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαµβάνεται ούτε 7 βλ. Ανδρ. ηµητρόπουλο όπ. υποσηµ. 3 και Αθ. Ράϊκο όπ. υποσηµ. 3 και 4 8 βλ. ΜονΠρωτ.Αθ 12857/1983 (ασφ. µέτρα), και ΜονΠρωτΑθ (ασφ. µέτρα) 3093/1983, 4671/1983 9 βλ. Γ. Μητσόπουλο «Η επίδραση του Συντάγµατος επί της πολιτικής δικονοµίας» σελ.60, Κ.Μπέη, εισαγωγή στη δικονοµική σκέψη, σελ. 64, Ευ. Σπύρου Κρουσταλάκη «Η προσωπική κράτηση, ειδικώτερα σα µέσο αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπαρξη δηµοσίων εσόδων, υπό το πρίσµα του συντάγµατος του 1975», ίκη 13 (1982) σελ. 245 7

φυλακίζεται ούτε µε οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά µόνον όταν και όπως νόµος ορίζει». 3. Εφαρµογή της αρχής από τα ελληνικά δικαστήρια Η σχολιαζόµενη απόφαση, εν έτει 1983, είναι από τις πρώτες που κλήθηκαν να κρίνουν το ζήτηµα της αντίθεσης της ρύθµισης περί επιβολής προσωπικής κράτησης για χρέη προς το ηµόσιο προς τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγµατος. Σταδιακά, η ελληνική νοµολογία εξελίχθηκε, αλλάζοντας στάση, κρίνοντας συχνά, ότι µέτρο της προσωποκράτησης των οφειλετών του ηµοσίου και των ΝΠ αντίκειται, µεταξύ άλλων, στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Σ, που κατοχυρώνει το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας 10. Η ανθρώπινη αξία αποτελεί το απώτατο όριο κάθε περιορισµού των ατοµικών δικαιωµάτων. Με το πέρασµα των χρόνων καθίσταται σαφές στην αντίληψη του δικαστή, ότι ένα τέτοιο µέτρο, εφόσον δεν δικαιολογείται ειδικώς και επαρκώς ενόψει της συγκεκριµένης περίπτωσης, αντίστρατεύεται πλήρως την όλη ουσία της ανθρώπινης φύσης, την εγγενή αξία του κάθε ανθρώπου. Σηµειωτέον, δε, είναι το γεγονός, ότι σε πληθώρα αποφάσεων των ελληνικών δικαστηρίων, όλων των κλάδων του δικαίου, ανώτερων και κατώτερων 11, γίνεται ρητή µνεία και εφαρµογή της εν λόγω αρχής, καλύπτοντας όλο το φάσµα των δικαιϊκών σχέσεων. Συχνά, µάλιστα, τα δικαστήρια προβαίνουν και σε λεπτοµερή ανάλυση της αρχής 12 και επιβεβαιώνουν την περίοπτη θέση την οποία κατέχει στο ελληνικό δικαιϊκό οικοδόµηµα. 4. Τελικές παρατηρήσεις Η παρατηρούµενη αλλαγή στη στάση της νοµολογίας ανταποκρίνεται, εξάλλου, και στη σύγχρονη έννοια της έννοµης τάξης, 10 Βλ. ΕφΑΘ 4/2003, ΕΕ 2003 σελ. 697, 1303/1983 ΠρωτΠειρ. ίκη 15 σελ. 72, ΜΠρωτΑθ 12857/1983 ίκη 15 σελ 67 11 βλ. 5208/2000 Μον. Πρωτ. Αθ, Το Σ 2000 σελ. 572, ΜονΠρΑθ 17115/1988 (ασφ.µέτρα) ΝοΒ 1989 σελ 682, ΣΕ 1310/1983 ελτίο ΣΕ 1982 σελ. 10, ΣΕ 818/83 ΝοΒ 1983 σελ. 424 κ.ά. 12 βλ. ΣΕ 1460/1978 Τµήµα Γ 8

αυτής του λεγόµενου «κοινωνικού ανθρωπισµού», καταστατική αρχή της οποίας, κατά τα προαναφερθέντα, είναι η ανθρωπιστική αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας. Το απαραβίαστο, συνεπώς, της ανθρώπινης αξίας δεσµεύει την κρατική εξουσία (νοµοθετικήεκτελεστική-δικαστική), όπως επίσης τα άτοµα και τις οµάδες ατόµων. Η αρχή αυτή συνδέεται άρρηκτα µε δύο θεµελιώδεις συνταγµατικές υποχρεώσεις. Την υποχρέωση των ατόµων να σέβονται και την υποχρεώση του Κράτους να σέβεται και να προστατεύει την αξία του ανθρώπου. Ως προς, δε, τη σχολιαζόµενη στην παρούσα εργασία απόφαση 1753/1983 του ΑΠ, διαφάνηκε η απροθυµία της δικαστικής εξουσίας της δεκαετίας 1980 να συµβάλλει στην εξαφάνιση αυτού του βάρβαρου και εξευτελιστικού για τον άνθρωπο θεσµού, ο οποίος νοθεύει τον φιλελεύθερο και δηµοκρατικό χαρακτήρα του πολιτεύµατός µας. ---------------------------------------------------------- 9

5. Κείµενο αποφάσεως ΑΠ 1753/1983 Πρόεδρος : Γ. Κώνστας Εισηγητής : Σ. Παπαθανασίου, αρεοπαγίτης (απόσπασµα)...επειδή η, συµφώνως προς τας διατάξεις του ν.δ. 356/1974 «περί κώδικος εισπράξεωσ ηµοσίων Εσόδων» (άρθρα 9 παρ. 3, 63-72 αυτού ) έκδοσις εντάλµατος πριοσωπικής κράτησης, εναντίον του οποίου επιτρέπεται ανακοπή ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων(άρθρ.73), ως µέσον διοικητικής εκτελέσεως(9 παρ. 3) προς ικανοποίησιν απιτήσεων του ηµοσίου, προβλεπόµενον και υπό των διατάξεων της εν Ρώµη κατά την 4-11-1950 υπογραφείσης συµβάσεως «δια την προάσπισιν των δικαιωµάτων του ανθρώπου και των θεµελιωδών ελευθεριών», κυρωθείσης δια του ν.δ. 53/20-9-1974 και ως εκ τούτου κατααστάσης αναπόσπαστον µέρος του εσωτερικού ηµεδαπού δικαίου κατ άρθρον 28 παρ. 1 του ισχύοντος Συντ/τος, δοθέντος, οτι εκ της διατάξεως του άρθρου 5 αυτής συνάγεται οτι επιτρέπεται να στερηθή τις της ελευθερίας του «συµφώνως προς την νόµιµον διαδικασίαν», µεταξύ άλλων περιπτώσεων, και «εις εγγύησιν εκτελέσεως υποχρεώσεως οριζοµένης υπό του νόµου», οία είναι προδήλως και η υποχρέωσις προς πληρωµήν των βεβαιουµένων φόρων, δεν αντίκειται (η εκδοσις τοιούτου εντάλµατος) εις τας επικαλουµένας υπό του αναιρεσείοντος διατάξεις του Συν/τος. Ειδικώτερον, δεν αντίκειται αύτη εις την διάταξιν του άρθρ. 2 παρ. 1 του ισχύοντος Συν/τος 1975, διότι το επιτρεπτόν ή µή της εν γένει προσωποκρατήσεως ως θεσµού δεν ρυθµίζεται ειδικώς υπ αυτής, αλλά υπ άλλων διατάξεων αυτού (άρθρα 5 και 6 αυτού). Ούτε εις την διάταξιν του άρθρου 6 παρ. 1 του αυτού Συν/τος, διότι τούτο αναφέρεται αποκλειστικώς εις τας εγγυήσεις της προσωπικής ελευθερίας έναντι ποινικής διώξεως, η προσωπική όµως κράτησις δια χρέη προς το ηµόσιον δεν αποτελεί δίωξιν εν τη εννοία της εν λόγω διατάξεως, ποινικού δηλονότι χαρακτήρος, αλλά στέρησιν της προσωπικής ελευθερίας ως µέσον αναγκαστικής εκτελέσεως, ρυθµιζοµένην υπό του άρθρου 5 παρ. 3 του ιδίου Συντάγµατος. εν αντίκειται επίσης αύτη εις τας διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1. 2, 4 και 20 παρ. 1 του ισχύοντος Συν/τος, ως µή στερούσα τους καθ ών απειλείται η προσωπική κράτησις των φυσικών αυτών δικαστών. Αλλά ούτε και εις την τοιαύην του άρθρου 4 παρ. 1, όπερ καθιεροί την ισότητα των πολιτών, διότι τούτο δεν αποκλείει την δια κανόνων δικαίου ρύθµισιν των καθ έκαστα θεµάτων κατά 10

κατηγορίας υποθέσεων ή προσώπων υπό τας αυτάς περιστάσεις τελούντων, εφ όσον η τοιαύτη νοµοθετική ρύθµισις δεν ασκείται κατά τρόπον αυθαίρετον ή ανεπίδεκτον δικαιολογήσεως, εν προκειµένω δε το ανωτέρω αναγκαστικόν µέτρον επεβλήθη εκ λόγων δηµοσίου συµφέροντος, ήτοι προς πρόληψιν αποστερήσεως του ηµοσίου από σηµαντικών πόρων αυτού, αναγκαίων προς εκπλήρωσιν των κοινοφελών σκοπών του ακι, ως εκ τούτου, δεν ελήφθη κατ αυθαίρετον και αδικαιολόγητον τρόπον. Ούτε τέλος εις την διάταξιν του άρθρου 20 παρ 2 του Συν/τος, διότι προ πάσης εκδόσεως εντάλµατος προσωποκρατήσεως προηγείται ειδοποίησις του ενδιαφεροµένου δια κοινοποιήσεως αυτώ ατοµικής προσκλήσεως της διοικήσεως (αρθρ. 4 του ν.δ. 356/74). Αντιθέτως, αι ως άνω διατάξεις του, δι ων ως είρηται προβλέπεται η έκδοσις εντάλµατος προσωπικής κρατήσεως δια χρέη προς το ηµόσιον, ευρίσκουν πλήρες συνταγµατικόν έρεισµα εις την διάταξιν του άρθρ. 5 παρ. 3 του Συντάγµατος, καθ ήν ουδείς καταδιώκεται, συλλαµβάνεται, φυλακίζεται ή άλλως πως περιορίζεται «ει µή όταν και όπως νόµος ορίζη», οίος είανι και ο ουσιαστικός ως άνω νόµος περί ΚΕ Ε. Όθεν, ταύτα δεχθέν και το δικάσαν Εφετείον, ήτοι ότι, ως εκ της προσβαλλοµένης αποφάσεως προκύπτει, αι προαναφερεθείσαι διατάξεις τουκε Ε δεν αντίκεινται εις τας ως άνω διατάξεις του Συν/τος, δεν παρεβίασε ταύτας, διό και ο περί του εναντίου 1 ος εκ του άρθρου 559 αρ. 1 Κπολ λόγος αναιρέσεως δέον να απορριφθεί ως αβάσιµος. 11

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1) Π.. αγτόγλου «Ατοµικά ικαιώµατα» 2) Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος «Παραδόσεις Συνταγµατικού ικαίου» 3) Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος, «Κοινωνικός ανθρωπισµός και ανθρώπινα δικαιώµατα» 4) Αριστόβουλος Ι. Μάνεσης, «Συνταγµατικά ικαιώµατα Ατοµικές Ελευθερίες» 5) Αθανάσιος Γ. Ράικος «Συνταγµατικό ίκαιο Θεµελιώδη ικαιώµατα» 6) Γ. Μητσόπουλου, «Η επίδραση του Συντάγµατος επί της πολιτικής δικονοµίας» 7) Κ. Μπεής, «Εισαγωγή στη δικονοµική σκέψη» 8) Εµµανουήλ Ρούκουνας, «ιεθνής Προστασία Ανθρωπίνων ικαιωµάτων» ΑΡΘΡΑ ΜΕΛΕΤΕΣ ΣΕ ΝΟΜΙΚΑ ΠΕΡΙΟ ΙΚΑ Ευ. Σπύρου Κρουσταλάκη, «Η προσωπική κράτηση, ειδικώτερα ως µέσο αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη δηµοσίων εσόδων, υπό το πρίσµα του συντάγµατος 1975», ίκη 1982 σελ 245 12

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Περιεχόµενο της παρούσας εργασίας είναι η νοµολογιακή αντιµετώπιση της αρχής του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 παρ. 1 του ελληνικού Συντάγµατος. Για το σκοπό αυτό επελέγη η υπ αριθµ. 1753/1983 απόφαση του Αρείου Πάγου, που έκρινε το ζήτηµα της προσωπικής κράτησης οφειλετών του ηµοσίου, ως µέσον αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά τις διατάξεις του ΚΕ Ε - όπως αυτό ίσχυε πριν απο τις διαδοχικές τροποποιήσεις του µε τους ν. 1731/87, ν. 1858/1989, ν. 1867/89, ν. 2386/96, ν. 2579/98 ν. 2717/1999 και ν. 2873/2000. Προβλήθηκε από τον αναιρεσείοντα η αντίθεση της διάταξης του ΚΕ Ε, που προβλέπει την προσωποκράτηση, προς ορισµένες συνταγµατικές διατάξεις, µεταξύ των οποίων και το άρθρο 2 παρ. 1, που κατοχυρώνει το απαραβιάστο της ανθρώπινης αξίας. Καταλήγει στο συµπέρασµα, οτι η έκδοση εντάλµατος προσωπικής κράτησης δεν αντίκειται στη συνταγµατική αυτή διάταξη, παραθέτοντας µία λακωνική και ουδόλως πειστική αιτιολογία, κατά την οποία «το επιτρεπτόν ή µή της εν γένει προσωποκρατήσεως, ως θεσµού, δεν ρυθµίζεται ειδικώς υπ αυτής, αλλά υπ άλλων διατάξεων αυτού (άρθρα 5 και 6 αυτού)». ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ (χωρίς σχόλια) ΜονΠρωτ.Αθ 12857/1983 (ασφ. µέτρα), ΜονΠρωτΑθ (ασφ. µέτρα) 3093/1983, ΜονΠρωτΑθ 4671/1983 ΕφΑΘ 4/2003, ΕΕ 2003 σελ. 697 ΜΠρωτΠειραιά 1303/1983 ίκη 15 σελ. 72 ΜΠρωτΑθ 12857/1983 ίκη 15 σελ 67 Μον. Πρωτ. Αθ 5208/2000, Το Σ 2000 σελ. 572 ΜονΠρΑθ 17115/1988 (ασφ.µέτρα) ΝοΒ 1989 σελ 682 13

ΣΕ 1310/1983 ελτίο ΣΕ 1982 σελ. 10 ΣΕ 818/83 ΝοΒ 1983 σελ. 424. ΣΕ 1460/1978 Τµήµα Γ 14