ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΕΤΟΣ 2013-2014 ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: «ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» ΘΕΜΑ: «ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ» TITLE: DELIMINATION OF CONSTITUTIONAL RIGHTS ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Γ. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΝΘΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΡ. ΜΗΤΡΩΟΥ: 1340201200541 ΕΞΑΜΗΝΟ Δ ΑΘΗΝΑ ΜΑΙΟΣ 2014 1
Περιεχόμενα 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 5 2. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ... 6 2.1 Ο ΚΥΛΙΝΔΡΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΟΥ (539 Π.Χ.)... 6 2.2 H ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ... 6 2.3 Η ΜΑΓΚΝΑ ΚΑΡΤΑ (1215)... 6 2.4ΑΝΑΦΟΡΆ ΔΙΚΑΊΟΥ (1628)... 7 2.5 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ (1776)... 7 2.6 ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ (1787) ΚΑΙ Η ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ (1791)... 7 2.7 Η ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ... 8 2.8 Η ΠΡΩΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ (1864)... 8 2.9 Ο ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ (1945)... 9 2.10 Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ (1948)... 9 2.11 Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ... 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 - ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ... 12 3.1 ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ... 12 3.2 ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ... 13 3.3 Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ... 15 2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4... 16 4.1ΈΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗΣ... 16 4.2. ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΡΙΟΘΕΤΙΚΕΣ ΡΗΤΡΕΣ... 17 4.2.1 ΡΗΤΡΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ... 18 4.2.2 ΡΗΤΡΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ... 18 4.2.2.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ... 19 4.2.2.2 ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ... 19 4.2.2.3 ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ... 20 4.3ΡΗΤΡΑ ΧΡΗΣΤΟΤΗΤΑΣ... 21 4.3.1 ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ... 21 4.3.2ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ... 21 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5... 22 5.1 ΔΙΑΦΟΡΑ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗΣ - ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ... 22 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 23 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 24 SUMMARY... 24 ΒΑΣΙΚΑ ΛΗΜΜΑΤΑ... 25 KEY WORDS... 25 ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ... 26 3
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 28 ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 28 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1... 29 4
1. Εισαγωγή Η μάχη για την κατάκτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων χάνεται στα βάθη των αιώνων. Το δικαίωμα της ψήφου, το άσυλο της οικίας, η ανεξιθρησκεία, η προστασία των προσωπικών δεδομένων κ.α. πολλά, μπορεί στις ημέρες μας να θεωρούνται δεδομένα αλλά δεν ήταν πάντοτε έτσι. Αγώνες έγιναν και πολύ μελάνι, πολύ περισσότερο αίμα δε, χύθηκε, για την απόκτηση και συνταγματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων αυτών. Η εργασία αυτή που πραγματοποιείται στα πλαίσια του μαθήματος «Ατομικά και Κοινωνικά δικαιώματα» του Δ Εξαμήνου, έχει σαν θέμα την «Οριοθέτηση των Συνταγματικών δικαιωμάτων». Επιχειρείται μια σύντομη περιγραφή και ανάλυση αρχικά της έννοιας των δικαιωμάτων και δη των συνταγματικών δικαιωμάτων και ακολουθεί περιγραφή της έννοιας της οριοθέτησης των συνταγματικών δικαιωμάτων, των αρχών που τη διέπουν και της διαφοράς της από τον περιορισμό των δικαιωμάτων. Η πορεία ανάπτυξης της εργασίας περιλαμβάνει: Κεφ. 1 - Ιστορική αναδρομή της εξέλιξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την αρχαιότητα έως σήμερα στον διεθνή αλλά και στον ελληνικό χώρο Κεφ. 2 - Αναφορά στα Συνταγματικά Δικαιώματα (Ορισμός, Πεδίο Εφαρμογής τους, Δομή) Κεφ. 3 - Ειδική αναφορά στην Οριοθέτηση και τις ρήτρες που την διέπουν Κεφ. 4 -Αναφορά στις διαφορές μεταξύ οριοθέτησης και περιορισμού των συνταγματικών δικαιωμάτων. Κεφ. 5 - Συμπεράσματα Το θέμα της Οριοθέτησης των συνταγματικών δικαιωμάτων είναι αρκετά σημαντικό γιατί όπως είναι γνωστή σε όλους η ρήση: «Η ελευθερία του καθενός σταματά εκεί που ξεκινά η ελευθερία του άλλου», για να ορισθεί και να υπάρξει αυτή η ελευθερία αλλά πάνω απ όλα για να λειτουργήσει, πρέπει να ορισθούν οι περιοχές που κινείται το άτομο σε σχέση με τα δικαιώματά του τόσο ατομικά όσο και σαν μέλος ενός κοινωνικού συνόλου, οι υπόλοιποι γύρω του καθώς και το κράτος, να τεθούν περιοχές- όρια δηλαδή εξάσκησης αυτής της ελευθερίας. Από πού ξεκινά και πού τελειώνει η ελευθερία μου και πού η ελευθερία του οποιουδήποτε άλλου 5
2. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Σύντομη ιστορική αναδρομή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων 2.1 Ο Κύλινδρος του Κύρου (539 π.χ.) Το 539 π.χ., τα στρατεύματα του Κύρου του Μεγάλου, του πρώτου βασιλιά της αρχαίας Περσίας, κατέκτησαν την πόλη της Βαβυλώνας. Αλλά οι επόμενες ενέργειές του ήταν αυτές που σήμαναν μια μεγάλη πρόοδο για τον Άνθρωπο. Ελευθέρωσε τους σκλάβους, διακήρυξε ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να επιλέγουν τη θρησκεία τους και εδραίωσε φυλετική ισότητα. Αυτές και άλλες αποφάσεις καταγράφηκαν σε ένα κύλινδρο από ψημένο πηλό, στην Ακκαδική γλώσσα, με σφηνοειδή γραφή. Το αρχαίο αυτό αρχείο, γνωστό σήμερα ως Κύλινδρος του Κύρου, θεωρείται ως ο πρώτος χάρτης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο. Έχει μεταφραστεί και στις έξι επίσημες γλώσσες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και οι διατάξεις του προσομοιάζουν με τα τέσσερα πρώτα άρθρα της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. 2.2 H Εξάπλωση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Από τη Βαβυλώνα, η ιδέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γρήγορα εξαπλώθηκε στην Ινδία, στην Ελλάδα και τελικά στη Ρώμη. Εκεί, προέκυψε η έννοια του «φυσικού νόμου», αφού παρατηρήθηκε το γεγονός ότι οι άνθρωποι τείνουν να ακολουθούν συγκεκριμένους άγραφους νόμους στη ζωή τους και το Ρωμαϊκό δίκαιο βασιζόταν σε ορθολογικές ιδέες που προέκυπταν από τη φύση των πραγμάτων. Έγγραφα που αποδεικνύουν τα δικαιώματα του ατόμου, όπως η Μάγκνα Κάρτα (1215), Αναφορά Δικαίου (1628), το Σύνταγμα των ΗΠΑ (1787), η Γαλλική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη (1789) και η Διακήρυξη Δικαιωμάτων των ΗΠΑ (1791), είναι οι γραπτοί πρόγονοι πολλών από τα σημερινά έγγραφα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. 2.3 Η ΜΑΓΚΝΑ ΚΑΡΤΑ (1215) Η Magna Carta, ή «Μεγάλη Χάρτα», που υπογράφηκε από το βασιλιά της Αγγλίας το 1215, ήταν μια κρίσιμη καμπή στα ανθρώπινα δικαιώματα. 6
Η Μάγκνα Κάρτα ή «Μείζων Χάρτης» ήταν αναμφίβολα η πιο σημαντική πρώιμη επιρροή στην ευρεία ιστορική διαδικασία που οδήγησε στον κανόνα του συνταγματικού δικαίου στο σημερινό Αγγλόφωνο κόσμο. Το 1215, αφού ο βασιλιάς της Αγγλίας Ιωάννης παραβίασε πολλούς από τους αρχαίους νόμους και τα έθιμα βάσει των οποίων κυβερνούνταν η Αγγλία, οι υπήκοοί του τον ανάγκασαν να υπογράψει τη Μάγκνα Κάρτα στην οποία απαριθμούνται αυτά που αργότερα θεωρήθηκαν ως ανθρώπινα δικαιώματα. Μεταξύ αυτών ήταν το δικαίωμα της εκκλησίας να μην υφίσταται κυβερνητικές επεμβάσεις, το δικαίωμα όλων των ελεύθερων πολιτών να κατέχουν και να κληροδοτούν περιουσία και να προστατεύονται από υπέρμετρη φορολογία. Εδραίωσε το δικαίωμα στις χήρες που είχαν περιουσία να επιλέγουν να μη ξαναπαντρεύονται και εγκαθίδρυσε αρχές νόμιμων διαδικασιών και ισότητα ενώπιον του νόμου. Περιείχε επίσης προβλέψεις για την απαγόρευση της δωροδοκίας και τις παραβάσεις καθήκοντος των αξιωματούχων. Η Μάγκνα Κάρτα θεωρείται γενικώς ως ένα από τα πλέον σημαντικά νομικά έγγραφα στην εξέλιξη της σύγχρονης δημοκρατίας και αποτέλεσε ένα σημείο καμπής στη μάχη για την θεμελίωση της ελευθερίας. 2.4Αναφορά Δικαίου (1628) Το επόμενο καταγεγραμμένο ορόσημο στην επέκταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ήταν η Αναφορά Δικαίου, που δημιουργήθηκε το 1628 από το Αγγλικό Κοινοβούλιο και στάλθηκε στον Κάρολο τον Α ως δήλωση πολιτικών ελευθεριών. Η Αναφορά Δικαίου δημιουργήθηκε από τον Σερ Έντουαρντ Κόουκ και στηριζόταν σε προηγούμενα θεσπίσματα και χάρτες και αποτελείτο από τέσσερις αρχές: (1) Δεν πρέπει να επιβάλλονται φόροι χωρίς τη συναίνεση του Κοινοβουλίου, (2) Κανένας υπήκοος δεν μπορεί να φυλακίζεται χωρίς αποδείξεις (επαναβεβαίωση της αρχής του habeas corpus), (3) Κανένας στρατιώτης δεν μπορεί να στρατωνίζεται από πολίτη και (4) Ο Στρατιωτικός Νόμος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εν καιρώ ειρήνης. 2.5 Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών (1776) Στις 4 Ιουλίου 1776, το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών, ενέκρινε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας βασικός συντάκτης της οποίας ήταν ο Τόμας Τζέφερσον. Από φιλοσοφικής άποψης η Διακήρυξη έδινε έμφαση σε δυο θέματα: τα ατομικά δικαιώματα και το δικαίωμα στην επανάσταση. Αυτές οι ιδέες καθώς υποστηρίχτηκαν ευρύτατα από τους Αμερικανούς και διαδόθηκαν διεθνώς, επηρέασαν ειδικά τη Γαλλική Επανάσταση. 2.6 Το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (1787) και η Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (1791) Η Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Συντάγματος των ΗΠΑ προστατεύει τις βασικές ελευθερίες των πολιτών στις Ηνωμένες Πολιτείες. 7
Το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών γράφτηκε το καλοκαίρι του 1787, στη Φιλαδέλφεια και αποτελεί το θεμελιώδη νόμο του ομοσπονδιακού συστήματος διακυβέρνησης των ΗΠΑ καθώς και ένα ιστορικό έγγραφο για το Δυτικό κόσμο. Είναι το παλιότερο γραπτό σύνταγμα ενός έθνους, το οποίο ισχύει ακόμη και καθορίζει τα βασικά όργανα διακυβέρνησης, τις δικαιοδοσίες τους και τα βασικά δικαιώματα των πολιτών. Οι δέκα πρώτες τροπολογίες του Συντάγματος η Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τέθηκαν σε ισχύ στις 15 Δεκεμβρίου 1791, οριοθετούν τις εξουσίες της ομοσπονδιακής διακυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών και προστατεύουν τα δικαιώματα όλων των πολιτών, των κατοίκων και των επισκεπτών στην Αμερικανική επικράτεια. Η Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προασπίζει την ελευθερία του λόγου, την ελευθερία στη θρησκεία, το δικαίωμα κατοχής και οπλοφορίας, το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι, και το δικαίωμα της αναφοράς στις Αρχές. Επίσης, απαγορεύει την αδικαιολόγητη έρευνα και σύλληψη, τις σκληρές και ασυνήθιστες τιμωρίες και την αυτο-ενοχοποίηση κατόπιν πίεσης. Μεταξύ άλλων, η Διακήρυξη Δικαιωμάτων παρέχει νομική προστασία από την αυθαίρετη νομολογία του Κογκρέσου σχετικά με την εγκαθίδρυση μιας θρησκείας και απαγορεύει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να στερήσει από κάποιο άτομο τη ζωή, την ελευθερία ή την περιουσία του, χωρίς να ακολουθηθεί η κανονική νομική διαδικασία. Στις περιπτώσεις ομοσπονδιακών εγκλημάτων απαιτείται παραπομπή από ανώτερο δικαστήριο για κάθε μείζον αδίκημα ή ειδεχθές έγκλημα και εξασφαλίζει άμεση δημόσια δίκη από ένα αμερόληπτο δικαστήριο στην περιοχή όπου διαπράχθηκε η εγκληματική πράξη και απαγορεύει τη δίωξη για αδίκημα για το οποίο ο κατηγορούμενος έχει ήδη δικαστεί. 2.7 Η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη Το 1789 ο λαός της Γαλλίας επέφερε την κατάργηση της απόλυτης μοναρχίας και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την καθιέρωση της πρώτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη (Déclaration des droits de l Homme et du citoyen) υιοθετήθηκε από την Εθνική Συνταγματική Συνέλευση ως το πρώτο βήμα για τη σύνταξη του συντάγματος της Γαλλικής Δημοκρατίας. Η Διακήρυξη δηλώνει ότι εγγυάται για όλους τους πολίτες τα δικαιώματα «της ελευθερίας, της περιουσίας, της ασφάλειας και της αντίστασης κατά της καταπίεσης». Διατυπώνει την άποψη ότι η ανάγκη για την ύπαρξη νομοθεσίας προέρχεται από το γεγονός ότι «...η άσκηση των φυσικών δικαιωμάτων κάθε ανθρώπου περιορίζεται μόνο από την εξασφάλιση ότι και τα άλλα μέλη της κοινωνίας απολαμβάνουν των ίδιων δικαιωμάτων». Έτσι, η Διακήρυξη θεωρεί το νόμο ως «έκφραση της γενικής θέλησης» που σκοπό έχει την προώθηση της ισότητας έναντι των δικαιωμάτων και την απαγόρευση «μόνο των πράξεων εκείνων οι οποίες είναι επιβλαβείς για την κοινωνία». 2.8 Η Πρώτη Συνθήκη της Γενεύης (1864) Το πρωτότυπο έγγραφο από την πρώτη Σύμβαση της Γενεύης το 1864 προβλέπει τη μέριμνα για τους τραυματισμένους στρατιώτες. 8
Οι κύριες αρχές που διατυπώθηκαν σ αυτή τη Συνθήκη και διατηρήθηκαν από τις επόμενες Συνθήκες της Γενεύης προβλέπουν την υποχρέωση εκτεταμένης περίθαλψης στο ασθενές και τραυματισμένο στρατιωτικό προσωπικό με σεβασμό και χωρίς διακρίσεις, καθώς και την υιοθέτηση χαρακτηριστικής ένδειξης στις στολές του ιατρικού προσωπικού μεταφοράς και τον εξοπλισμό με το σήμα ενός κόκκινου σταυρού σε λευκό φόντο. 2.9 Ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών (1945) Τον Απρίλιο του 1945, εκπρόσωποι χωρών συναντήθηκαν στο Σαν Φρανσίσκο γεμάτοι αισιοδοξία και ελπίδα. Σκοπός της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών, ως ένας Διεθνής Οργανισμός, ήταν να σχεδιάσει ένα διεθνές σώμα για την προώθηση της ειρήνης και την αποτροπή των μελλοντικών πολέμων. Τα ιδανικά του οργανισμού διατυπώθηκαν στο προοίμιο του προτεινόμενου χάρτη τους: «Εμείς, οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών, είμαστε αποφασισμένοι να σώσουμε τις μελλοντικές γενιές από τη μάστιγα του πολέμου, η οποία δυο φορές στο διάστημα της ζωής μας επέφερε ανείπωτη θλίψη στο ανθρώπινο γένος». Ο Χάρτης του νέου Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών τέθηκε σε ισχύ στις 24 Οκτωβρίου 1945, μια ημερομηνία που γιορτάζεται έκτοτε κάθε χρόνο, ως η Ημέρα των Ηνωμένων Εθνών. 2.10 Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (1948) Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει εμπνεύσει μια σειρά από άλλους Νόμους και Συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε ολόκληρο τον κόσμο. Μέχρι το 1948, η νέα Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών είχε τραβήξει την προσοχή του κόσμου ολόκληρου. Υπό τη δυναμική προεδρία της Ελέανορ Ρούζβελτ, χήρας του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Φρανκλίνου Ρούζβελτ, υπερμάχου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αντιπροσώπου των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, η Επιτροπή ξεκίνησε την προπαρασκευή του εγγράφου που θα γινόταν η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η έμπνευσή του αποδόθηκε στην Ελέανορ Ρούζβελτ η οποία την αποκάλεσε Μάγκνα Κάρτα για όλη την ανθρωπότητα. Υιοθετήθηκε από τον ΟΗΕ στις 10 Δεκεμβρίου 1948. Στο προοίμιό της, και στο Άρθρο 1, η Διακήρυξη δηλώνει κατηγορηματικά τα εγγενή δικαιώματα όλων των ανθρωπίνων όντων: «Η παραβίαση και η περιφρόνηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου οδήγησαν σε πράξεις βαρβαρότητας, που εξεγείρουν την ανθρώπινη συνείδηση και η προοπτική ενός κόσμου όπου οι άνθρωποι θα είναι ελεύθεροι να μιλούν και να πιστεύουν, λυτρωμένοι από τον τρόμο και την αθλιότητα, έχει διακηρυχθεί ως η πιο υψηλή επιδίωξη του ανθρώπου...όλα τα ανθρώπινα πλάσματα έχουν γεννηθεί ελεύθερα και ίσα στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα». Ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών καθιέρωσε έξι βασικούς οργανισμούς, μεταξύ των οποίων είναι η Γενική Συνέλευση, το Συμβούλιο Ασφαλείας, το Διεθνές Δικαστήριο και, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, ένα Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο (ECOSOC). Ο ΟΗΕ εξουσιοδότησε το ECOSOC να ιδρύσει «επιτροπές στο οικονομικό και στο κοινωνικό πεδίο για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων...» Μια απ αυτές ήταν η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, η οποία κάτω από την 9
Προεδρία της Ελέανορ Ρούσβελτ, επέβλεψε την δημιουργία της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η Διακήρυξη συντάχθηκε από εκπροσώπους όλων των περιφερειών του κόσμου και περιλάμβανε όλες τις νομικές παραδόσεις. Εγκρίθηκε επίσημα από τα Ηνωμένα Έθνη στις 10 Δεκεμβρίου του 1948 και είναι το πιο οικουμενικό έγγραφο που υπάρχει σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, στον οποίο οριοθετούνται τα τριάντα θεμελιώδη δικαιώματα που αποτελούν τη βάση για μια δημοκρατική κοινωνία. Μετά την ιστορική αυτή πράξη, η Γενική Συνέλευση ζήτησε από όλα τα Κράτη Μέλη να δημοσιεύσουν το κείμενο της Διακήρυξης και να «προκαλέσουν τη διάδοσή του, την έκθεση, την ανάγνωση και την υιοθέτησή του σε σχολεία και άλλους εκπαιδευτικούς οργανισµούς, αδιακρίτως της πολιτικής κατάστασης στις διάφορες χώρες και εδάφη». Σήμερα, η Διακήρυξη είναι ένα ζωντανό έγγραφο που έχει γίνει αποδεκτό ως μια σύμβαση μεταξύ μιας κυβέρνησης και του λαού της σε ολόκληρο τον κόσμο. Σύμφωνα με το Βιβλίο Ρεκόρ Guinness, είναι το πιο μεταφρασμένο κείμενο του κόσμου. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο το 1950 τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης υπέγραψαν τη Σύμβαση της Ρώμης ή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ). Η Σύμβαση άρχισε να ισχύει το Σεπτέμβριο του 1953 και έχει συμπληρωθεί με 12 πρόσθετα Πρωτόκολλα. Στα πλαίσια της ΕΣΔΑ και με σκοπό την εφαρμογή και τον έλεγχό της ιδρύθηκαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με έδρα τους το Στρασβούργο. Η ΕΣΔΑ έχει γενική εφαρμογή ως προς τα πρόσωπα, δηλαδή προστατεύει τόσο τους πολίτες του κάθε συμβαλλόμενου κράτους όσο και αλλοδαπούς πολίτες τρίτων κρατών ή ανιθαγενείς, που βρίσκονται κάτω από την προστασία του τρίτου κράτους, και ισχύει σ αυτήν η αρχή της αλληλεγγύης, ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα αφού τα αναγνωριζόμενα από τη Σύμβαση δικαιώματα δεν τελούν υπό τον όρο της αμοιβαιότητας και κάθε κράτος υποχρεούται να εφαρμόζει τις διατάξεις της ανεξάρτητα από το τί πράττουν τα άλλα κράτη. Τέλος, στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1989 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε «τη Διακήρυξη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων», κείμενο όμως χωρίς νομική δεσμευτικότητα. Το ίδιο όμως δε συμβαίνει και με το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος υιοθετήθηκε το 2000 από τη σύνοδο Κορυφής στη Νίκαια της Γαλλίας. Ο Χάρτης περιλαμβάνει τα κυριότερα θεμελιώδη δικαιώματα, τα οποία εξάλλου κατοχυρώνονται τόσο από την ΕΣΔΑ όσο και από τα Συντάγματα των διαφόρων κρατών μελών, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο σαφήνεια στο πεδίο της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Φορείς των δικαιωμάτων του Χάρτη είναι άλλοτε «κάθε φυσικό πρόσωπο» και άλλοτε οι κοινοτικοί πολίτες, ενω αποδέκτες του είναι τα Όργανα της Ε.Ε. και τα όργανα των κρατών μελών. Η Ελλάδα δεσμεύεται από τις παραπάνω Διεθνείς Συμβάσεις, αφού το αρθ. 28 παρ. 1 του Ελληνικού Συντάγματος ορίζει ότι «... οι διεθνείς συμβάσεις από την επικύρωσή τους με νόμο και τη θέση σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους της καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού εσωτερικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου». Η χώρα μας έχοντας επικυρώσει με νόμο τις ανωτέρω διεθνείς συμβάσεις οφείλει να σέβεται και να προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα τόσο των Ελλήνων πολιτών όσο και των ξένων υπηκόων. Εξάλλου η προστασία είναι κατά κύριο λόγο εθνική, έστω κι αν βασίζεται σε διεθνή κανόνα αφού αυτός ο κανόνας αποκτά σε κάθε χώρα λειτουργικότητα με τις ενέργειες των κρατικών οργάνων. Τα διεθνή όργανα παρεμβαίνουν πάντα διορθωτικά και 10
μόνο αφού διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή συγκεκριμένων κανόνων, απροθυμία ή ανικανότητα των οργάνων του κράτους. 2.11 Η εξέλιξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον ελληνικό χώρο Η «ελευθερία» για την οποία ήταν υπερήφανοι οι αρχαίοι Έλληνες, δεν ήταν ελευθερία του ατόμου έναντι της πόλης. Το ιδεώδες ήταν μια ελεύθερη πόλη: ελεύθεροι ήταν οι άνθρωποι που ζούσαν σε ελεύθερη πόλη και μπορούσαν να συμμετέχουν στη διοίκηση των κοινών. Μάλιστα την ελευθερία αυτή απολάμβανε μόνο ένας περιορισμένος αριθμός ανθρώπων, δηλαδή μόνο όσοι είχαν την ιδιότητα του πολίτη, ενώ για τους υπόλοιπους γυναίκες και δούλους η ελευθερία αυτή ήταν ανύπαρκτη. Για τους πολίτες η ατομική ελευθερία ήταν μια πραγματική κατάσταση και δεν έχρηζε νομικής κατοχύρωσης, δεδομένου ότι οι πολίτες συμμετείχαν άμεσα στην άσκηση της εξουσίας και δεν είχαν λόγο να επιδιώξουν την προστασία απέναντι της. Πρέπει βέβαια να διευκρινιστεί πως όλα τα ανωτέρω ίσχυαν μόνο στις αρχαιοελληνικές πόλεις στις οποίες είχε επικρατήσει το «δημοκρατικό» πολίτευμα και όχι εκεί που κυριαρχούσε η μοναρχία και η ολιγαρχία όπου η άσκηση της πολιτικής εξουσίας και κατά συνέπεια η όποια τυχόν αναγνώριση ελευθεριών ήταν προνόμιο του κυρίαρχου μονάρχη ή μιας περιορισμένης αριθμητικά άρχουσας τάξης. Η νομική προστασία των ατομικών ελευθεριών αποτελεί ιστορικό επίτευγμα των νεότερων χρόνων. Όσον αφορά τα ελληνικά συνταγματικά κείμενα, όλα ανεξαιρέτως, από το «σχέδιο» του Ρήγα Βελεστινλή (1797), το προσωρινό Σύνταγμα της Επιδαύρου και μέχρι σήμερα κατοχυρώνουν τα ατομικά δικαιώματα. Τα κείμενα αυτά ήταν πολύ προοδευτικά για την εποχή τους κάτι το οποίο γίνεται εμφανές από το περιεχόμενό τους. Στο «σχέδιο» του Ρήγα για «δίκαια του ανθρώπου», στο Σύνταγμα της Επιδαύρου (1822), υπάρχει τμήμα με την ονομασία «Περί των Γενικών Δικαιωμάτων των κατοίκων της Επικράτειας της Ελλάδος», ενώ στο Σύνταγμα του Άστρους (1823) περιλαμβάνεται ο τίτλος «Περί των Πολιτικών Δικαιωμάτων των Ελλήνων». Από το Σύνταγμα της Τροιζήνας μέχρι και το Σύνταγμα του 1952, τα ατομικά δικαιώματα κατοχυρώνονται συστηματικά και η ρύθμισή τους περιλαμβάνονταν στο τμήμα του Συντάγματος με τίτλο «Δημόσιο Δίκαιο των Ελλήνων» ή «Περί του Δημοσίου Δικαίου των Ελλήνων». Ισχύον Ελληνικό Σύνταγμα (1975/1986/2001/2008) Το ισχύον Σύνταγμα του 1975, όπως αναθεωρήθηκε τα έτη 1986 και 2001 και 2008, έχει ως κύριο στόχο την ενίσχυση και την πλήρη προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Το Σύνταγμα αυτό συντάχθηκε και ψηφίστηκε ύστερα από την επώδυνη για τη χώρα εμπειρία της δικτατορίας και της κατάλυσης του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπου δεν υπήρχε ίχνος προστασίας του ανθρώπου και των ελευθεριών του. Η ενίσχυση λοιπόν του περιεχομένου και της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων αποτελούσε αδήριτη ανάγκη. Τα συνταγματικά δικαιώματα κατοχυρώνονται στο δεύτερο μέρος του συνταγματικού κειμένου, με τίτλο «Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα». Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ισχύοντος στην Ελλάδα Συντάγματος είναι ο ανθρωποκεντρικός του χαρακτήρας που διαφαίνεται από το δεύτερο μόλις άρθρο του, όπου ορίζεται ότι «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας». Η προστασία και η διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποτελούν συνταγματική επιταγή και κρατικό χρέος. Το άρθρο 25 παρ.1 11
όπως αναθεωρήθηκε το 2001 καθιστά το κράτος εγγυητή της άσκησης των ατομικών δικαιωμάτων ορίζοντας ότι «τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους». Βασικό επίσης χαρακτηριστικό του συνταγματικού κειμένου είναι ότι προάγει το κοινωνικό κράτος και κατ επέκταση το κοινωνικό σύνολο σε σχέση με τον ανθρωποκεντρισμό. Αυτό ωστόσο δεν συνεπάγεται την υποκατάσταση του ατόμου από το σύνολο, αλλά μόνο σε περίπτωση σύγκρουσης ατομικού συμφέροντος έναντι του γενικού, το Σύνταγμα περιορίζει το ατομικό δικαίωμα υπέρ του γενικού συμφέροντος. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 - Συνταγματικά Δικαιώματα 3.1 Ορισμός και Παρουσίαση Το δικαίωμα αποτελεί το νομικό θεσμό, με τον οποίο το δίκαιο συστηματοποιεί την ιδιωτική σχέση των μελών της κοινωνίας μεταξύ τους. Είναι η εξουσία που παρέχει το σύστημα του δικαίου σε πρόσωπο ή κατηγορία προσώπων ή σε ένωση προσώπων για την ικανοποίηση ενός συμφέροντος στο οποίο έτσι δίδει νομική υπόσταση 1. Από οντολογικής άποψης το δικαίωμα συνιστά εξουσία, δηλαδή νομικά αναγνωριζόμενη ικανότητα επιβολής θέλησης. 2 Το προστατευόμενο από το δίκαιο συμφέρον από και δια της προστασίας του καθίσταται έννομο συμφέρον. «Συνταγματικά Δικαιώματα καλούνται τα παρεχόμενα στα άτομα και ως μέλη του κοινωνικού συνόλου θεμελιώδη, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα, τα οποία αποτελούν τις κατά την αντίληψη του συντακτικού νομοθέτη βασικές εξειδικεύσεις της ανθρώπινης αξίας και των οποίων το αμυντικό περιεχόμενο στρέφεται κατά της κρατικής και κάθε άλλης εξουσίας, το προστατευτικό περιεχόμενο στρέφεται μόνο προς το κράτος αξιώνοντας την παροχή βοήθειας για την απόκρουση κάθε απειλής, το δε εξασφαλιστικό, εφόσον αναγνωρίζεται, στρέφεται επίσης προς το κράτος, αξιώνοντας την παροχή των απαραίτητων μέσων για την άσκηση του δικαιώματος. 3» Ο όρος «Συνταγματικά Δικαιώματα» σημαίνει πως τα συγκεκριμένα δικαιώματα είναι καταγραμμένα στο Συνταγματικό κείμενο και απόρροια αυτού είναι η συνακόλουθα αυξημένη τυπική ισχύς τους. Τα δικαιώματα αυτά δημιουργούνται και ισχύουν «δια του Συντάγματος». Η συνταγματική αναγνώριση αποτελεί το βασικό στοιχείο του συνταγματικού δικαιώματος, που το διαφοροποιεί από τα δικαιώματα του κοινού δικαίου. Συνταγματικό δικαίωμα απλά, είναι το δικαίωμα που παρέχεται στους πολίτες απευθείας από το Σύνταγμα. Η έννοια του συνταγματικού δικαιώματος δεν διαφέρει από την έννοια του κοινού δικαιώματος όπως αυτό ρυθμίζεται στην κοινή νομοθεσία. Και τα δύο αποτελούν εξουσία παρεχόμενη στο άτομο από το δίκαιο, που αποσκοπεί στην ικανοποίηση συμφέροντος. Παρέχεται έτσι η ικανότητα επιβολής θελήσεως στο φορέα του δικαιώματος είτε στο ίδιο το άτομό του είτε σε πράγματα, με την επιφύλαξη όμως η θέσπιση της 1 (Συνταγματικό Δίκαιο, Γ Θεμελιώδη Δικαιώματα Τσάτσος, Σελ.21). 2 (Συνταγματικά Δικαιώματα Τόμος Γ, Γενικό και Ειδικό μέρος, Κος. Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος). 3 (Συνταγματικά Δικαιώματα Τόμος Γ, Γενικό και Ειδικό μέρος, Κος. Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος). 12
εξουσίας αυτής να μην οδηγεί σε κυριαρχία πάνω σε άλλους ανθρώπους. Τα δικαιώματα λοιπόν είναι προσωπικά, είναι δικαιώματα του ανθρώπου στο άτομό του. Εκτός από τον όρο συνταγματικά δικαιώματα χρησιμοποιούνται από τους συγγραφείς και οι όροι θεμελιώδη δικαιώματα, ατομικά ή ανθρώπινα δικαιώματα. Τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα διακρίνονται σε: κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά, διάκριση η οποία δεν διαχωρίζει τα δικαιώματα απόλυτα αλλά τα καθιστά μια ενιαία ενότητα, ένα σύστημα που βασίζεται στην ανθρώπινη αξία. Τα συνταγματικά δικαιώματα, ενσωματούμενα στις συνταγματικές διατάξεις, δεν μπορούν να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν με τη συνήθη διαδικασία και παρέχουν επιπλέον εγγυήσεις στους πολίτες. Έχουν καταρχήν ατομικό χαρακτήρα αλλά και κοινωνικό γιατί αναγνωρίζονται υπέρ του ανθρώπου ως ατόμου αλλά και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου (με την εξέλιξη τα δικαιώματα επίσης εξελίχθηκαν και προχώρησαν από τον αρχικά ατομικιστικό τους χαρακτήρα προς έναν ευρύτερο κοινωνικό χαρακτήρα στη σύγχρονη εποχή). Αποστολή των συνταγματικών δικαιωμάτων είναι ο καθορισμός του συνξταγματικού προτύπου του πολίτη και γενικότερα του ανθρώπου ενώ αντικείμενο των συνταγματικών δικαιωμάτων είναι η γενικότερη προστασία διαφόρων βασικών εκφάνσεων της ανθρώπινης ζωής. Το περιεχόμενό τους διακρίνεται σε αμυντικό, προστατευτικό και εξασφαλιστικό. Το αμυντικό περιεχόμενο των συνταγματικών δικαιωμάτων στρέφεται ενάντια σε κάθε απειλή ανεξάρτητα από την προέλευσή της (δηλ. ενάντια και στην κρατική αλλά και στην ιδιωτική εξουσία). Αποκρούει τις προσβολές που προέρχονται από τις επιθετικές ενέργειες άλλων ανθρώπων και έχει απόλυτη ενέργεια, ισχύει δηλαδή erga omnes. Το προστατευτικό στρέφεται προς το κράτος, όχι όμως και προς τους συνανθρώπους και αξιώνει την παροχή βοήθειας για απόκρουση απειλών προερχόμενων από επιθετικές ενέργειες των συνανθρώπων. Το εξασφαλιστικό περιεχόμενο στρέφεται επίσης αποκλειστικά προς το κράτος και αξιώνει την παροχή των υλικών εκείνων μέσων και υπηρεσιών που είναι απαραίτητα για την άσκηση του δικαιώματος. 4 Για τα Ελληνικά δεδομένα τα συγκεκριμένα δικαιώματα διατυπώνονται στα άρθρα 4-25 του Ελληνικού Συντάγματος. Στο Παράρτημα 1 αναφέρονται τα συνταγματικά δικαιώματα. 3.2 Πεδίο εφαρμογής των συνταγματικών δικαιωμάτων Τα συνταγματικά δικαιώματα εφαρμόζονται σε δυο διαφορετικά επίπεδα: στο επίπεδο της γενικής σχέσης και στο επίπεδο της ειδικής. Ανάλογα με τα πιο πάνω επίπεδα η εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων διακρίνεται σε γενική και ειδική (θεσμική). 5 4 (Συνταγματικά Δικαιώματα Τόμος Γ, Γενικό και Ειδικό μέρος, Κος. Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος). 5 (Η συνταγματική προστασία του ανθρώπου από την ιδιωτική εξουσία σ.225 επ., Κος. Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος). 13
Το γενικό πεδίο περιλαμβάνει τη γενική κυρίαρχη σχέση (γενική σχέση κράτους πολιτών) και τη γενική διαπροσωπική σχέση, δηλαδή τη γενική κοινωνική σχέση μεταξύ των πολιτών. Παράλληλα το ειδικό πεδίο περιλαμβάνει τις ειδικές διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των πολιτών (τριτενέργεια). Η διάκριση των δυο πεδίων εφαρμογής, γενικού και ειδικού, είναι κεφαλαιώδους σημασίας διότι διαφοροποιείται σημαντικά η νομική μεταχείριση των συνταγματικών δικαιωμάτων στη μία ή στην άλλη περίπτωση. Στο πλαίσιο της γενικής σχέσης πραγματοποιούνται οριοθετήσεις, ενώ σε εκείνο των ειδικών σχέσεων επιβάλλονται περιορισμοί. Η μεταξύ τους ποσοτική διαφοροποίηση (ευρύτητα) οδηγεί στην ποιοτική τους διαφοροποίηση. Η γενική σχέση είναι η περιοχή της οριοθετούμενης ελευθερίας. Κάθε θεμελιώδες δικαίωμα έχει γενικό περιεχόμενο (κτήση και άσκηση), το οποίο είναι το ευρύτερο δυνατό περιεχόμενο και εφαρμόζεται στη γενική κυριαρχική σχέση κράτους - πολίτη. Η γενική σχέση αφορά ακριβώς σε αυτό το γενικό - ευρύτερο περιεχόμενο των συνταγματικών δικαιωμάτων. Το γενικό περιεχόμενο των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι το ευρύτερο περιεχόμενό τους, το οποίο συνιστά το μέγιστο δυνατό προσδιορισμό του δικαιώματος. Το γενικό περιεχόμενο διαγράφεται με τις οριοθετήσεις οι οποίες σχηματίζουν τον «μέγιστο κύκλο», το μέγιστο περιεχόμενο του δικαιώματος. Κατά την παραδοσιακή θεωρία, εφαρμογή των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων χωρεί μόνο στη γενική κυριαρχική σχέση, στη σχέση δηλαδή που συνδέει το κράτος με τους πολίτες. Σύμφωνα εξάλλου με τους ορισμούς της παραδοσιακής θεωρίας, τα θεμελιώδη δικαιώματα κατοχυρώθηκαν συνταγματικά γι αυτό και μόνο το σκοπό, να προστατεύουν δηλαδή τους πολίτες από αυθαίρετες επεμβάσεις του κράτους. Η ζωή όμως του ανθρώπου δεν εξαντλείται στο πλαίσιο της γενικής κοινωνικής ή κυριαρχικής σχέσης κράτους πολιτών. Το άτομο εισέρχεται σε μερικότερα επίπεδα σχέσεων, σε θεσμούς κρατικής, δημόσιας υφής (σχολείο, πανεπιστήμιο, εκκλησία, κόμματα κλπ) είτε ιδιωτικής προέλευσης (οικογένεια, συναλλαγές κλπ) και στους οποίους το άτομο εισέρχεται εκούσια (πχ γάμος, σπουδές κλπ ή υποχρεωτικά (πχ στρατιωτική θητεία). Η είσοδος σε κάθε θεσμό συνεπάγεται μεγαλύτερη ή μικρότερη «θεσμοποίηση της ελευθερίας». Με άλλα λόγια το άτομο δεν μπορεί στα πλαίσια αυτών των σχέσεων να ασκεί τα δικαιώματά του όπως στα πλαίσια της γενικής σχέσης. Το Σύνταγμα δεν προστατεύει μόνο θεσμούς ή μόνο δικαιώματα αλλά και τα δύο. Από την τελολογική εξάλλου ερμηνεία του συντάγματος προκύπτει ότι σκοπός του συντακτικού νομοθέτη είναι να το καταστήσει ρυθμιστή της συνολικής έννομης τάξης (ιδιωτικής- δημόσιας) κάτι το οποίο προκύπτει εμφανώς από το αρθ. 25 παρ. 1 εδαφ. γ. Από το ίδιο αυτό άρθρο συνάγεται και η αρχή της βασικής ισχύος των συνταγματικών δικαιωμάτων κατά την οποία «κατ αρχήν όλα τα συνταγματικά δικαιώματα εφαρμόζονται σε όλες τις έννομες σχέσεις και ως προς όλο τους το περιεχόμενο». Ο συντακτικός νομοθέτης επιτάσσει την εκατέρωθεν εφαρμογή του περιεχομένου δικαιωμάτων και θεσμών, έτσι ώστε η εφαρμογή των μεν να μην γίνεται εις βάρος της εφαρμογής των δε. Η καθολικότητα αυτή της εφαρμογής των συνταγματικών δικαιωμάτων σημαίνει ότι αυτά ισχύουν και εφαρμόζονται όχι μόνο στο γενικό κυριαρχικό πεδίο όπως η παραδοσιακή θεωρία ορίζει - αλλά και στα δυο πεδία ταυτόχρονα. 14
3.3 Η δομή των συνταγματικών δικαιωμάτων Το δικαίωμα έχει δυο βασικές πλευρές, τα τμήματα του περιεχομένου του: την κτήση και την άσκηση. Το σχήμα του κύκλου θα μπορούσε να αποδώσει αρκετά καλά τις περιοχές που δομούν το δικαίωμα. Στον κύκλο η περιοχή γύρω από το κέντρο, ο πυρήνας δηλαδή μπορεί να παραστήσει την περιοχή της κτήσης του συνταγματικού δικαιώματος, ενώ η περιοχή της άσκησης μπορεί να παρασταθεί από την περιοχή γύρω από το κέντρο και μέχρι την περιφέρεια του κύκλο. Η περιοχή της άσκησης δηλαδή είναι η περιοχή που περικλείεται μεταξύ των δυο ομόκεντρων κύκλων. Ο πυρήνας περιλαμβάνει το προστατευόμενο αγαθό το οποίο μέσω της συνταγματικής κατοχύρωσης ανάγεται από απλό πνευματικό ή υλικό αγαθό σε συνταγματικό. Τα συνταγματικά κατοχυρωμένα αυτά αγαθά αποτελούν εκφάνσεις της ζωής του ανθρώπου, μορφές συμπεριφοράς, οι οποίες χρήζουν προσδιορισμού. Ο προσδιορισμός του προστατευόμενου αγαθού, γίνεται μέσω του λεγόμενου «εννοιολογικού προσδιορισμού» που εξειδικεύει το κάθε δικαίωμα και δείχνει πως το αντιλαμβάνεται ο συντακτικός νομοθέτης, προσδιορισμός, ο οποίος πραγματοποιείται με την ερμηνεία των κανόνων του συντάγματος. Τέλος στον πυρήνα των συνταγματικών δικαιωμάτων περιλαμβάνεται η ικανότητα κτήσης κάθε δικαιώματος, η οποία συνιστά τη νομική αναγνώριση του ανθρώπου, ως ανθρώπου και που αφορά στην ικανότητά του να είναι φορέας συνταγματικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Έτσι κάθε άτομο έχει τη γενική ικανότητα να είναι φορέας συνταγματικών δικαιωμάτων, όχι όμως όλων. Η ικανότητα κτήσης είναι διαφορετική από την ικανότητα άσκησης. Την κτήση και την άσκηση του δικαιώματος την έχει κάθε άνθρωπος. Ο πυρήνας αφορά την κτήση του δικαιώματος και ταυτίζεται με αυτή. Η κτήση οριοθετεί τον πυρήνα έναντι της άσκησης. Κτήση είναι η νομική σύνδεση δικαιώματος και δικαιούχου. 6 Χωρίς την κτήση δεν υπάρχει δικαίωμα στη κυριολεξία του όρου. Ο πυρήνας, η κτήση, περιλαμβάνει δύο στοιχεία, ένα αντικειμενικό, δηλαδή το προστατευόμενο συνταγματικό αγαθό και ένα υποκειμενικό, το υποκείμενο, τον φορέα. Η ανάλυση του πυρήνα καταλήγει ότι ο πυρήνας δεν είναι ενιαίος, αλλά τριχοτομείται και περιλαμβάνει μια εσωτερική δομή το προστατευόμενο αγαθό, τον πρώτο φλοιό που αποτελείται από τους εννοιολογικούς προσδιορισμούς και τον δεύτερο φλοιό που είναι η ικανότητα κτήσης. Άσκηση του δικαιώματος σημαίνει την εξουσία του δικαιούχου να ενεργήσει για την αξιοποίηση του περιεχομένου του δικαιώματος, για παράδειγμα να ασκήσει το δικαίωμα για να προστατευθεί ή για να επωφεληθεί της ωφέλειάς του (π.χ. ο κύριος ενός ακινήτου μπορεί να το μισθώσει). Η άσκηση του δικαιώματος είναι κατά κανόνα απεριόριστη, κατ εξαίρεση ο νόμος θέτει κάποιους φραγμούς όταν έρχεται σε αντίθεση με το σκοπό του δικαιώματος ή αυτή η άσκηση προσβάλλει το κοινό για το δίκαιο αίσθημα. Παράλληλα η άσκηση του δικαιώματος είναι προαιρετική και δεν αποτελεί υποχρέωση του δικαιούχου. Σε ορισμένες όμως περιπτώσεις η μη άσκηση του δικαιώματος για μεγάλο διάστημα μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για τον δικαιούχο όπως για παράδειγμα την παραγραφή της αξιώσεως. 6 (Συνταγματικά Δικαιώματα Τόμος Γ, Γενικό και Ειδικό μέρος, Κος. Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος, Ο «πυρήνας» του δικαιώματος). 15
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 4.1Έννοια της Οριοθέτησης «Οριοθέτηση είναι ο με διατάξεις δικαίου στο πλαίσιο της γενικής σχέσης πραγματοποιούμενος καθορισμός του γενικού περιεχομένου, ο προσδιορισμός των ανωτάτων ορίων άσκησης του δικαιώματος» 7. Με την οριοθέτηση δεν περιορίζεται η ελευθερία, αλλά πραγματοποιείται ο καθορισμός του γενικού περιεχομένου του δικαιώματος. Ο Οριοθέτηση δεν συνιστά περιορισμό. Ανήκει στη δομή του δικαιώματος και αποτελεί ουσιαστικά το «εξωτερικό σύνορο» του δικαιώματος. Τα θεμελιώδη δικαιώματα έχουν περιεχόμενο συγκεκριμένο, ορισμένο και οριοθετούμενο. Δεν είναι «ανοιχτά» προς τα πάνω. Η συγκεκριμένη ρύθμιση των δικαιωμάτων τα συγκεκριμενοποιεί και τα διαμορφώνει ειδικά. Η οριοθέτηση είναι ουσιαστικά τμήμα του δικαιώματος. Ακριβώς επειδή το δικαίωμα έχει νομικό μέγεθος η οριοθέτησή του δεν μπορεί παρά να αναφέρεται σε κανόνες δικαίου, σε νομικές ρυθμίσεις. Τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα και κατά συνέπεια ο προσδιορισμός του περιεχομένου τους πραγματοποιείται με διατάξεις συνταγματικές, τα όρια της άσκησής των οποίων θέτει ο συντακτικός νομοθέτης. Η οριοθέτηση έχει γενικό χαρακτήρα και αναφέρεται σε όλους τους τομείς των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Θέτει όριο δράσης της κρατικής εξουσίας αλλά και των ιδιωτών. Ο χαρακτήρας της είναι πάγιος και τακτικός. Διακριτικό γνώρισμα των οριοθετήσεων είναι ο καθολικός τους χαρακτήρας. Εφαρμόζονται σε όλα τα συνταγματικά δικαιώματα και αρκεί η γενική πρόβλεψη στο συνταγματικό κείμενο και δεν είναι απαραίτητο να επαναλαμβάνεται η οριοθέτηση σε κάθε συνταγματική διάταξη, σε κάθε δικαίωμα. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθεί η γενικά προβλεπόμενη οριοθέτηση και η ειδικά προβλεπόμενη οριοθέτηση. Γενικά προβλεπόμενη οριοθέτηση είναι ο με γενικές διατάξεις καθορισμός του γενικού περιεχομένου του δικαιώματος. Στο ελληνικό Σύνταγμα οι διατάξεις αυτές βρίσκονται αρχικά στο άρθρο 5 παρ.1 όπου ορίζεται ότι «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη». Επίσης το άρθρο 25 στο σύνολό του προκρίνονται και επαναλαμβάνονται οι αυτές οριοθετήσεις. Από το συνδυασμό των δύο αυτών άρθρων προκύπτουν τρείς επάλληλες και αλληλοσυμπληρούμενες γενικές οριοθετικές ρήτρες. Η ρήτρα της συνταγματικής νομιμότητας, η ρήτρα της κοινωνικότητας και η ρήτρα της χρηστότητας. Ειδικά προβλεπόμενη οριοθέτηση είναι ο με ειδικές διατάξεις καθορισμός του γενικού περιεχομένου του δικαιώματος. Η ειδική οριοθέτηση συνίσταται αρχικά στον καθορισμό του περιεχομένου κάθε συνταγματικού δικαιώματος και ελευθερίας, από το συντακτικό 7 (Συνταγματικά Δικαιώματα Τόμος Γ, Γενικό και Ειδικό μέρος, Κος. Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος, Σελ.155 Γενικές οριοθετήσεις άσκησης ). 16
νομοθέτη, ο οποίος χρησιμοποιεί λέξεις που έχουν συγκεκριμένο σημασιολογικό εύρος. Άλλοτε οι λέξεις που χρησιμοποιούνται από το συντάκτη του Συντάγματος συμπίπτουν με την κοινή τους χρήση, οπότε είναι κατανοητές και δεν χρήζουν κάποιου ορισμού. Άλλες πάλι φορές γίνεται χρήση όρων οι οποίοι υπάρχουν και σε άλλα νομοθετικά κείμενα, έχοντας κάποτε το ίδιο περιεχόμενο και την ίδια ευρύτητα όπως και σ αυτά, ενώ άλλοτε στα κείμενα αυτά οι όροι έχουν αρκετά περιορισμένο περιεχόμενο με αποτέλεσμα να καθίσταται απαραίτητη η ευρύτερη ερμηνεία τους, από τη στιγμή μάλιστα που οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό θεμελιωδών για τον άνθρωπο δικαιωμάτων. Σημαντικό παράδειγμα σ αυτή την περίπτωση αποτελούν οι όροι «οικογένεια» (άρθρο 21 Σ) και «κατοικία» (άρθρο 9) όπου στο κείμενο του Συντάγματος έχουν ιδιαίτερη ευρύτητα και απέχουν πολύ από τους αντίστοιχους έννοιες του Αστικού Δικαίου. Οι οριοθετήσεις είναι οριοθετήσεις άσκησης του δικαιώματος. Προϋποθέτουν κτήση του δικαιώματος και αποτελούν «νομικό οδηγό» της χρήσης. Πέρα από τα οριοθετούμενα όρια (τα εξωτερικά σύνορα) αρχίζει η απαγορευμένη περιοχή. Η οριοθέτηση όμως δεν περιορίζει το δικαίωμα ούτε το συρρικνώνει, αντίθετα επεκτείνει στο μέγιστο δυνατό την περιοχή άσκησής του (το νομικό σύνορο της άσκησης του δικαιώματος). Το σύνορο αυτό επίσης καθορίζει τη μέγιστη περιοχή στην οποία μπορεί το άτομο να ασκήσει το δικαίωμά του αλλά και θέτει και τα όρια μέχρι τα οποία μπορούν εξωτερικοί παράγοντες (κράτος, άλλα άτομα) να εισέλθουν. Παράδειγμα στο άρθρο 5 Α του Συντάγματος όπου αναγνωρίζεται το δικαίωμα του καθενός στην πληροφόρηση, ενώ συγχρόνως ο συντακτικός νομοθέτης θέτει όρια στην ελεύθερη άσκηση του εν λόγω δικαιώματος προκρίνοντας την εθνική ασφάλεια, την καταπολέμηση του εγκλήματος αλλά και την προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των τρίτων. Η υπέρβαση της οριοθέτησης συνιστά παράβαση και οδηγεί σε κυρώσεις και περιορισμούς ή και απώλεια του δικαιώματος. Ο δικαιούχος εξασφαλίζεται από εισβολές αλλά εμποδίζεται να εισβάλει και ο ίδιος (να εξέλθει από τα δικά του σύνορα και να εισέλθει στον χώρο εξάσκησης δικαιώματος των άλλων ατόμων). 4.2. Οι τρεις βασικές οριοθετικές ρήτρες Στο άρθρο 5. Παρ. 1 ορίζεται: «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.» Και στο άρθρο 25: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. Η αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη. Η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται. 17
Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης.» Όπως φαίνεται στα συγκεκριμένα άρθρα τίθενται γενικές οριοθετήσεις: Τα δικαιώματα των άλλων Το Σύνταγμα Τα χρηστά ήθη Απαγόρευση καταχρηστικής άσκησης των δικαιωμάτων Κοινωνική οριοθέτηση 4.2.1 Ρήτρα συνταγματικής νομιμότητας Από το άρθρο 5 παρ.1 που αναφέρθηκε πιο πάνω, προκύπτει η ρήτρα της συνταγματικής νομιμότητας. Σύμφωνα με την αρχή της συνταγματικής νομιμότητας η γενικότερη δράση όλων των κοινωνών του δικαίου, ιδιωτών και κρατικών οργάνων, πρέπει να είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα και με τους σύμφωνους προς αυτό νόμους. Το Σύνταγμα και οι νόμοι που απορρέουν από αυτό, καθίστανται όριο στην άσκηση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και συγχρόνως ορίζουν τη δράση των οργάνων της κρατικής εξουσίας. Η κατοχύρωση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και η συνταγματική διασφάλιση οιουδήποτε θεμελιώδους δικαιώματος δεν παρέχουν εξουσία παραβίασης των συνταγματικών διατάξεων. Οι συνταγματικές διατάξεις θέτουν ένα ευρύτερο πλαίσιο, μέσα στο οποίο πρέπει να ασκούνται τα θεμελιώδη δικαιώματα. Για το λόγο αυτό άλλωστε και όχι μόνο οι αναφερόμενες στα θεμελιώδη δικαιώματα συνταγματικές διατάξεις δεν πρέπει να ερμηνεύονται απομονωμένα αλλά σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες διατάξεις του Συντάγματος. Η αναγωγή επομένως του Συντάγματος σε γενική οριοθέτηση της άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν προκύπτει απλά και μόνο από το άρθρο 5 του Συντάγματος. Θα υπήρχε ακόμη και αν το Σύνταγμα δεν την ανέγραφε ρητά. Προκύπτει άλλωστε και από τη γενική υποχρέωση σεβασμού του Συντάγματος που κατοχυρώνεται στο άρθρο 120 παρ. 2. Η ρήτρα αυτή ισχύει παντού και πάντοτε και δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνεται σε κάθε διάταξη. Στις γενικές οριοθετήσεις της δράσης του ατόμου ανήκει η απαγόρευση παραβίασης του Συντάγματος. 4.2.2 Ρήτρα κοινωνικότητας Στο άρθρο 5 παρ.1 του Συντάγματος ορίζεται ότι «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων», ενώ στο άρθρο 25 παρ.1ορίζεται πως «τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους...» β) στην παρ.2 «η αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη» και γ) στην 18
παρ.4 «το κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης». Από τις παραπάνω διατάξεις του συνταγματικού κειμένου γίνεται σαφές ότι ο συντακτικός νομοθέτης αντιμετωπίζει τους φορείς των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ως μεμονωμένα άτομα και ως μέλη του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. Από τις παραπάνω επιταγές του συντάκτη του νομοθετικού κειμένου προκύπτει η ρήτρα της κοινωνικότητας η οποία έχει δύο διαστάσεις: προς ένα έκαστο των κοινωνών του δικαίου αλλά και προς όλους μαζί, δηλαδή προς το κοινωνικό σύνολο. 4.2.2.1 Κοινωνική οριοθέτηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων Η κοινωνική οριοθέτηση των συνταγματικών δικαιωμάτων αποτελεί καταρχήν πραγματική αναγκαιότητα που απορρέει από αυτή την ίδια την κοινωνική συνύπαρξη. Δεν είναι περιορισμός αλλά οριοθέτηση στην κυριολεξία του όρου. Δεν περιορίζει κάποια «προϋπάρχουσα, απεριόριστη» ελευθερία αλλά μορφοποιεί την ελευθερία, που αναγνωρίζεται και πρόκειται να ασκηθεί σε δεδομένο κοινωνικό σύνολο. Το δικαίωμα έχει λόγο ύπαρξης μόνο μέσα στην κοινωνία, καθόσον υπάρχει μόνο εφόσον αναγνωρίζεται από αυτή, ο κοινωνικός χαρακτήρας των συνταγματικών δικαιωμάτων είναι δεδομένος. Τα συνταγματικά δικαιώματα, η ελευθερία, δεν είναι ελευθερία του Ροβινσώνα όπως χαρακτηριστικά λέγεται. Δεν είναι ελευθερία του μεμονωμένου ατόμου. Η ελευθερία των άλλων δεν είναι μόνον όριο, αλλά και προϋπόθεση για την ελευθερία του καθενός, έτσι ώστε κανένας να μην αρνείται στους άλλους την ελευθερία που διεκδικεί για τον εαυτό του (κάτι που θυμίζει την καντιανή "κατηγορική προσταγή" και την παλαιότερη ευαγγελική ρήση "καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως") 8 Η κοινωνική οριοθέτηση αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα: Γενική αφηρημένη κοινωνική οριοθέτηση του άρθρου 25 παρ. 2 (αντικοινωνική είναι η άσκηση του συνταγματικού δικαιώματος που δε συμβάλλει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη). Γενικές ρήτρες των άρθρων 5 παρ. 1 και 25 παρ. 3. Εδώ ανήκουν τα δικαιώματα των άλλων, τα χρηστά ήθη, η απαγόρευση της κατάχρησης δικαιώματος. Ειδικές ρήτρες σε ειδικές διατάξεις (εφαρμόζονται μόνο για τα δικαιώματα για τα οποία προβλέπονται). 4.2.2.2 Γενικό συμφέρον Το προσωπικό συμφέρον, η ευημερία του ατόμου, οφείλει κατά το Σύνταγμα να αποτελεί βασική επιδίωξη του σύγχρονου δημοκρατικού κοινωνικού κράτους. Ταυτόχρονα η ατομική ή γενικότερα η ιδιωτική δραστηριότητα στον κοινωνικό, τον πολιτικό και τον οικονομικό χώρο δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται πέρα από τους σκοπούς, που θέτει το ίδιο το Σύνταγμα. Ο συγκερασμός αυτός κοινού και προσωπικών συμφερόντων, αποτελεί βασική αρχή 8 (Μάνεσης Αρ.: Προβλήματα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου). 19
της σύγχρονης ελληνικής συνταγματικής τάξης. Στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αναφέρεται στην αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου. Επίσης το άρθρο 106 παρ. 2 η ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή προς βλάβη της εθνικής οικονομίας. Στη σύγχρονη εποχή που οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις έχουν οδηγήσει στην σε μεγάλο βαθμό αλληλεξάρτηση των μελών της κοινωνίας το κοινό συμφέρον δεν είναι αντίθετο αλλά περιλαμβάνει τα προσωπικά συμφέροντα. Ο κανόνας δικαίου είτε του «ιδιωτικού» είτε του «δημοσίου», θεμελιούμενος στην ανθρώπινη αξία δεν μπορεί παρά να έχει ως επιδίωξη το συγκερασμό των συμφερόντων. Η ισοτιμία των δύο αυτών στοιχείων του δικαίου αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό του σύγχρονου φιλελεύθερου δημοκρατικού κράτους. Στο Σύνταγμα δεν προβλέπεται κάποια γενική ρήτρα υπέρ του «δημοσίου συμφέροντος» υπεράνω, πέρα και ανεξάρτητα από τα ατομικά και προσωπικά συμφέροντα όλων, μπροστά στην οποία θα έπρεπε να υποχωρήσουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών. Ο συντακτικός νομοθέτης αντιλαμβάνεται το δημόσιο συμφέρον ως γενικό συμφέρον, ως τη σύνθεση δηλαδή των συμφερόντων των φορέων των συνταγματικών δικαιωμάτων. Επομένως δεν μπορεί να εισαχθεί κανένας περιορισμός ατομικού συνταγματικού δικαιώματος εν ονόματι του γενικού-δημοσίου συμφέροντος. Στο Σύνταγμα, προβλέπονται ειδικές ρήτρες κατά τις οποίες το γενικό συμφέρον τίθεται ως όριο, μόνο εφόσον πρόκειται για την άσκηση οικονομικών δικαιωμάτων, όπως προκύπτει από τα άρθρα 17 παρ.1 και 106. 4.2.2.3 Τα δικαιώματα των άλλων Το άρθρο 5 παρ.1 του Συντάγματος ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική,οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων». Ο όρος «δικαιώματα των άλλων» έχει το χαρακτήρα γενικής οριοθέτησης. Ο συντακτικός νομοθέτης εννοεί με τη διάταξη αυτή τα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των άλλων φορέων αλλά επίσης δικαιώματα των άλλων είναι όλα τα ατομικά και ιδιωτικά δικαιώματα καθώς και εκείνα που προκύπτουν από το νόμο είτε από σύμβαση. Η οριοθέτηση αυτή είναι περίπου «αυτονόητη» και κατά κάποιο τρόπο περιέχεται και στην πρώτη οριοθέτηση του άρθρου 5 παρ. 1. («Τα δικαιώματα των άλλων εμπεριέχονται και στη αρχή της συνταγματικής νομιμότητας, εφόσον το Σύνταγμα και γενικότερα το δίκαιο τα αναγνωρίζει). Ο συντακτικός νομοθέτης απευθυνόμενος σε κάθε κοινωνό του δικαίου, ορίζει ότι μπορεί να ασκεί ελεύθερα τα δικαιώματά του μέχρι όμως το σημείο που δεν περιορίζει και δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων, οι οποίοι έχουν τα ίδια δικαιώματα μ αυτόν. Όπως η ρήτρα της συνταγματικής νομιμότητας, έτσι και τα «δικαιώματα των άλλων» δεν παρέχουν στον κοινό νομοθέτη εξουσία εισαγωγής αορίστων περιορισμών. Η οριοθέτηση των ατομικών δικαιωμάτων σε συνάρτηση με τις ελευθερίες των άλλων είχε ήδη προβλεφθεί από την Γαλλική διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη το 1789, όπου στο άρθρο 4 ορίζονταν ότι «η ελευθερία έγκειται στο να μπορεί κανείς να κάνει κάθε τι που δεν βλάπτει τον άλλο έτσι η άσκηση των φυσικών δικαιωμάτων κάθε ανθρώπου δεν έχει άλλα όρια από εκείνα που εξασφαλίζουν στα μέλη της κοινωνίας την απόλαυση αυτών των ίδιων δικαιωμάτων». 20
Αλλά και ο Ρήγας Φεραίος είχε χρησιμοποιήσει το απόφθεγμα πως «το δικαίωμα του ενός σταματά εκεί που ξεκινά το δικαίωμα του άλλου». Παρόμοιες διατάξεις υπάρχουν επίσης στην Οικουμενική Διακήρυξη του 1948. 4.3Ρήτρα χρηστότητας Ομοίως από το άρθρο 5 παρ.1 που αναφέρθηκε πιο πάνω, προκύπτει η ρήτρα της χρηστότητας κατά την οποία οι φορείς των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων οφείλουν κατά την άσκηση τους να σέβονται τα χρηστά ήθη, να τηρούν την αρχή της καλής πίστης και να μην κάνουν κατάχρηση των παρεχομένων σ αυτούς δικαιωμάτων. Στη γενική αυτή ρήτρα προβάλλεται ο σεβασμός στα «χρηστά ήθη». 4.3.1 Χρηστά ήθη Χρηστά ήθη είναι άγραφοι κανόνες κοινωνικής ηθικής. Τα χρηστά ήθη αποτελούν πρωτογενή πηγή του δικαίου. Τα χρηστά ήθη δεν αφορούν μόνο τη γενετήσια ηθική αλλά αφορούν όλο το πλέγμα των διανθρωπίνων σχέσεων. Τα χρηστά ήθη αναδεικνύουν τη συμπεριφορά του εντίμου ανθρώπου που ενισχύει την εμπιστοσύνη μεταξύ των κοινωνών του δικαίου. Η γενική ρήτρα του σεβασμού των χρηστών ηθών αποσκοπεί στην αποτροπή κάθε ανήθικης άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Αποδέκτες της οριοθετικής αυτής ρήτρας είναι τόσο οι φορείς των συνταγματικών δικαιωμάτων όσο και ο κοινός νομοθέτης, ο οποίος δεν δύναται να νομοθετεί αντίθετα προς τα χρηστά ήθη, αλλά ούτε μπορεί να εισάγει περιορισμούς στα δικαιώματα που παρέχει το Σύνταγμα «εν ονόματι των χρηστών ηθών». Τα χρηστά ήθη υπάρχουν και θέτουν όρια στη συμπεριφορά των κοινωνών του δικαίου και σ άλλους τομείς του και κυρίως στον Αστικό Κώδικα, όπου γίνεται λόγος για σεβασμό στα χρηστά ήθη. 4.3.2Κατάχρηση δικαιώματος Κατάχρηση δικαιώματος (άρθρο 25, παρ. 3 του Συντάγματος) είναι η νομότυπη πλην όμως η υπερβολική άσκηση δικαιώματος και για το λόγο αυτό μη ανεκτή από την έννομη τάξη. Για το συντακτικό νομοθέτη η έννοια της κατάχρησης δικαιώματος θεωρείται δεδομένη και δεν ορίζεται περαιτέρω. Κατά την κατάχρηση δικαιώματος ο ασκών το δικαίωμα το ασκεί νόμιμα αλλά σε υπερβολικό βαθμό. Και ακριβώς αυτό το σημείο της υπερβολής είναι αυτό που τελικά καθορίζει την παράνομη συμπεριφορά στην άσκηση του δικαιώματος. Ο καταχρώμενος το δικαίωμά του εκμεταλλεύεται την εξουσία που του αναγνωρίζει η έννομη τάξη για σκοπούς αντίθετους προς αυτή σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους παρεσχέθη). Τα όρια ανάμεσα στη θεμιτή χρήση και την αθέμιτη κατάχρηση δικαιώματος είναι συχνά δυσδιάκριτα, από τη στιγμή μάλιστα που ο συντακτικός νομοθέτης δεν ορίζει την έννοια της κατάχρησης δικαιώματος. Τα όρια αυτά προκύπτουν από τη σύνολη συνταγματική τάξη και ειδικότερα από το σκοπό του εκάστοτε δικαιώματος. Ο συντακτικός νομοθέτης στο άρθρο 25 παρ. 3 θέτει βασικό αξίωμα, γενικότερη αρχή δικαίου. Απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος στο πλαίσιο των σχέσεων κράτους πολιτών αλλά και στο πλαίσιο των διαπροσωπικών σχέσεων.. Το Σύνταγμα θέτει 21