Βασικές Ερωτήσεις σχετικά με την Έγκριση επί της Αρχής και την Ελλάδα Τελευταία Επικαιροποίηση: 20 Ιουλίου 2017 Στις 20 Ιουλίου 2017, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ ενέκρινε επί της αρχής μια νέα Συμφωνία Stand-By του ΔΝΤ για την Ελλάδα. Η χρηματοδότηση της συμφωνίας πραγματοποιείται με την προϋπόθεση ότι θα ληφθούν συγκεκριμένες και αξιόπιστες διασφαλίσεις για την ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, ώστε να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του χρέους. Η συμφωνία λήγει στις 31 Αυγούστου 2018 λίγο μετά τη λήξη το προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ). Αν υλοποιηθεί πλήρως, το πρόγραμμα των Ελληνικών αρχών, με την υποστήριξη της Συμφωνίας Stand-By, θα βοηθήσει μεσοπρόθεσμα στην αποκατάσταση της μακροοικονομικής σταθερότητας και θα διευκολύνει την πρόσβαση στις αγορές, ενώ παράλληλα θα παράσχει τα περιθώρια για τη δρομολόγηση της στήριξης βαθύτερων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η Ελλάδα για να ευημερήσει μέσα στην Ευρωζώνη. Ερώτηση 1 η : Πώς θα βοηθήσει την Ελλάδα ένα νέο πρόγραμμα του ΔΝΤ; Ένα νέο πρόγραμμα μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα να αποκαταστήσει την μακροοικονομική σταθερότητα και να ανακτήσει την πρόσβαση στις αγορές. Συγκεκριμένα, οι δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις που θεσπίστηκαν πρόσφατα για το συνταξιοδοτικό και τις βάσεις στη φορολογία εισοδήματος μπορούν να βοηθήσουν ώστε να στηριχθούν μεσοπρόθεσμα οι στόχοι πρωτογενούς πλεονάσματος και να επιτρέψουν την μακροπρόθεσμη επανεξισορρόπηση του προϋπολογισμού προς την κατεύθυνση μιας πολιτικής που είναι πιο φιλική προς την ανάπτυξη. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα μειώσουν τόσο τις εξαιρετικά γενναιόδωρες φορολογικές απαλλαγές της μεσαίας τάξης, όσο και την δυσβάσταχτα υψηλή συνταξιοδοτική δαπάνη. Η Ελλάδα τώρα χρειάζεται να συνεχίσει τη μεταρρυθμιστική ορμή, ακόμη και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, ώστε να στηρίξει την
μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Επιπλέον, η Ελλάδα χρειάζεται περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους εταίρους της ώστε να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του χρέους. Έχει σημειωθεί πρόοδος στον περιορισμό του εύρους των διαφορών στις συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους για τη βιωσιμότητα του χρέους και το ΔΝΤ πιστεύει ότι υπάρχουν καλές προοπτικές για την επιτυχή ολοκλήρωση αυτών των διαπραγματεύσεων. Ερώτηση 2 η :Τι είναι η Έγκριση επί της Αρχής; Η Έγκριση επί της Αρχής είναι μια διαδικασία που επιτρέπει στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ να εγκρίνει μια συμφωνία χρηματοδότησης για μια χώρας-μέλος βάσει των οικονομικών πολιτικών που έχουν συμφωνηθεί με τη χώρα, με την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθεί μια συμφωνία ελάφρυνσης του χρέους ή νέας χρηματοδότησης μεταξύ της χώρας και των πιστωτών της. Η Έγκριση επί της Αρχής παρέχει πρόσθετο χρόνο για την επίτευξης μιας τέτοιας συμφωνίας. Όταν επιτευχθεί αυτή η συμφωνία με τους πιστωτές, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ θα πρέπει να λάβει μια δεύτερη απόφαση για την ενεργοποίηση της δικής του συμφωνίας, οπότε και οι οικονομικοί πόροι θα είναι διαθέσιμοι στη χώρα. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, το ΔΝΤ χρησιμοποίησε την Έγκριση επί της Αρχής σε πολλές περιπτώσεις σαν καταλύτη για την επίτευξη συμφωνιών μεταξύ χωρών-μελών του ΔΝΤ και των πιστωτών τους. Χρησιμοποιήθηκε σε περιπτώσεις όπου είχαν συμφωνηθεί οι πολιτικές που διέπουν μια συμφωνία του ΔΝΤ, όπου όμως δεν είχε επιτευχθεί πλήρης συμφωνία μεταξύ της χώρας-μέλους και την πιστωτών της για θέματα χρηματοδότησης ή ελάφρυνσης του χρέους. Χωρίς συμφωνία χρηματοδότησης ή ελάφρυνσης του χρέους, το ΔΝΤ δεν μπορούσε να εγκρίνει μια συμφωνία παροχής πόρων, γιατί το ΔΝΤ δεν μπορεί να χορηγεί δάνεια σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν επαρκείς
εξασφαλίσεις για την βιωσιμότητα του χρέους ή για τη χρηματοδότηση των προγραμμάτων. Αυτό δημιουργούσε μια δυνητική αντίθεση: οι πιστωτές καθυστερούσαν εν αναμονή της συμφωνίας του ΔΝΤ, όμως το ΔΝΤ δεν μπορούσε να εγκρίνει τη συμφωνία χωρίς επαρκείς δεσμεύσεις των πιστωτών. Η Έγκριση επί της Αρχής αντιμετώπισε το πρόβλημα αυτό επιτρέποντας στο ΔΝΤ να εγκρίνει επίσημα το πρόγραμμα πολιτικής της χώρας-μέλους διευκρινίζοντας όμως ότι η αποδέσμευση των πόρων από το ΔΝΤ θα πραγματοποιούνταν υπό την προϋπόθεση της επίτευξης συμφωνίας μεταξύ της χώρας-μέλους και των πιστωτών της για την ελάφρυνση του χρέους ή για νέα χρηματοδότηση. Ερώτηση 3 η : Πώς βοηθάει η Έγκριση επί της Αρχής την Ελλάδα; Η Έγκριση επί της Αρχής επιτρέπει στο ΔΝΤ να στηρίξει την πρόοδο που έχει σημειώσει η Ελλάδα σε θέματα πολιτικών, ακόμη κι αν η αποδέσμευση των πόρων του ΔΝΤ θα προϋπέθετε την παροχή δεσμεύσεων από τους Ευρωπαίους πιστωτές της Ελλάδας για μια ελάφρυνσης του χρέους που θα ήταν επαρκής ώστε να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του Ελληνικού χρέους, και με την επιφύλαξη της συνέχισης της εφαρμογής από την Ελλάδα του προγράμματος που υποστηρίζεται από το ΔΝΤ. Η χρήση της διαδικασίας της Έγκρισης επί της Αρχής θα παράσχει την πεποίθηση στους πιστωτές να κάνουν εκταμιεύσεις στην Ελλάδα τον Ιούλιο βάσει του προγράμματος του ΕΜΣ, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό πιθανές σοβαρές πιέσεις στην Ελληνική οικονομία και στο συνολικό χρηματοοικονομικό σύστημα. Θα δημιουργήσει επίσης εμπιστοσύνη στους επενδυτές σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας και της ευημερίας του Ελληνικού λαού. Ερώτηση 4 η : Πώς μπορεί να ξαναγίνει βιώσιμο το χρέος της Ελλάδας; Όπως αναφέρθηκε στην Ανάλυση Βιωσιμότητας του Χρέους που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, η αξιολόγηση του ΔΝΤ ότι το χρέος της Ελλάδας
δεν είναι βιώσιμο βασίζεται στην προσδοκία ότι η χρηματοδότηση από τις αγορές θα πρέπει σε κάποια στιγμή να αντικαταστήσει την υπάρχουσα υψηλά-επιδοτούμενη επίσημη χρηματοδότηση. Δοθέντος του μεγάλου ύψους του χρέους, το κόστος της χρηματοδότησης από τις αγορές είναι πιθανόν να οδηγήσει σε μια διαχρονική εκρηκτική τροχιά χρέους. Οι συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας σχετικά με τον τρόπο επίτευξης της βιωσιμότητας βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη. Το ΔΝΤ πιστεύει και το έχει δηλώσει επανειλημμένα- ότι το χρέος της Ελλάδας μπορεί να καταστεί βιώσιμο αν οι πιστωτές παρατείνουν τις λήξεις και τις περιόδους χάριτος των δανείων πέρα από αυτές που προτείνονται προς το παρόν. Οι πιστωτές πρέπει να εκμεταλλευτούν τις τρέχουσες συνθήκες των χαμηλών επιτοκίων και να «κλειδώσουν» το οικονομικό κόστος του χρέους της Ελλάδας για πολλαπλά χρόνια, ώστε η χώρα να μην εξαρτάται από χρηματοδοτήσεις μεγάλης κλίμακας από τις αγορές. Ερώτηση 5 η : Η ρύθμιση της «Έγκρισης επί της Αρχής» διατηρεί την αιρεσιμότητα, τις αξιολογήσεις και την Ανάλυση Βιωσιμότητας του Χρέους; Μια συμφωνία που εγκρίνεται επί της αρχής έχει τα ίδια τυπικά στοιχεία και τις ίδιες τυπικές απαιτήσεις με τις άλλες συμφωνίας του ΔΝΤ, και αναμένεται ότι οι αρχές θα αρχίσουν αμέσως την υλοποίηση. Η μόνη διαφορά είναι ότι δεν διατίθενται πόροι μέχρι να υπάρξουν ικανοποιητικές εξασφαλίσεις από τους πιστωτές για χρηματοδότηση ή για την ελάφρυνση του χρέους. Ερώτηση 6 η : Έχει χρονικές προθεσμίες η Έγκριση επί της Αρχής; Εξαρτάται από τη χώρα και τις περιστάσεις. Όταν η Έγκριση επί της Αρχής χρησιμοποιούνταν στη δεκαετία του 1980, υπήρχε συχνά μια προθεσμία 30 ημερών για την ενεργοποίηση της ρύθμισης. Όμως, υπήρξε ένας αριθμός περιπτώσεων όπου δεν υπήρχαν προθεσμίες, ή όπου η προθεσμία ήταν μεγαλύτερη από 30 ημέρες, ή όπου η αρχική προθεσμία παρατάθηκε.
Στην περίπτωση της Έγκρισης επί της Αρχής για την Ελλάδα, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ αποφάσισε να μην θέσει μια συγκεκριμένη προθεσμία μετά την λήξη της οποίας θα έληγε και η Έγκριση επί της Αρχής, ώστε να αποφύγει τη δημιουργία προσδοκιών οι οποίες, αν δεν εκπληρωθούν, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναταράξεις στην αγορά. Ερώτηση 7 η : Υπαναχωρεί το ΔΝΤ από την έμφαση που δίνει στην ελάφρυνση του χρέους; Για χώρες με θέματα βιωσιμότητας του χρέους, το ΔΝΤ διατηρεί την έμφαση που δίνει στην ελάφρυνση του χρέους, είτε παρέχεται έγκριση της οικονομικής συμφωνίας χωρίς προϋποθέσεις, είτε παρέχεται μια έγκριση επί της αρχής. Και στις δύο περιπτώσεις, η αποδέσμευση των πόρων του ΔΝΤ γίνεται με την προϋπόθεση ότι έχουν γίνει δεσμεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους, με άλλα λόγια, αν είναι βιώσιμο το χρέος. Ερώτηση 8 η : Υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές του ΔΝΤ που διέπουν την Έγκριση επί της Αρχής; Η διαδικασία της Έγκρισης επί της Αρχής αρχικά χρησιμοποιήθηκε σε αρκετές περιπτώσεις χωρίς κατευθυντήριες γραμμές. Ακόλουθα, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ υιοθέτησε κατευθυντήριες γραμμές το 1984, οι οποίες θέτουν τις γενικές αρχές χρήσης της Έγκρισης επί της Αρχής. Όμως, αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές δεν ισχύουν πλέον γιατί ήταν σχεδιασμένες για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου πλαισίου της πιστωτικής κρίσης της δεκαετίας του 1980, οι οποίες διέφεραν από τις τρέχουσες συνθήκες σε αρκετά σημαντικά ζητήματα. Ερώτηση 9 η : Η Έγκριση επί της Αρχής δεν έχει χρησιμοποιηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί την επαναφέρει τώρα το ΔΝΤ; Το ΔΝΤ χρησιμοποίησε την Έγκριση επί της Αρχής στο παρελθόν σε περιπτώσεις όπου υπήρχε συμφωνία σχετικά με τις πολιτικές στις οποίες θα βασίζονταν ένα πρόγραμμα που υποστηρίζονταν από το ΔΝΤ, αλλά όπου δεν είχε επιτευχθεί πλήρης συμφωνία μεταξύ της χώρας και των πιστωτών της
για χρηματοδότηση ή για την ελάφρυνση του χρέους. Συνολικά, χρησιμοποιήθηκε 19 φορές κατά τη διάρκεια της πιστωτικής κρίσης στη δεκαετία του 1980 σαν καταλύτης για τη χρηματοδότηση ή για την ελάφρυνση του χρέους στο πλαίσιο προγραμμάτων που υποστηρίζονταν από το ΔΝΤ στις ακόλουθες χώρες: στο Σουδάν, στο Εκουαδόρ, στο Ζαΐρ, στη Μαδαγασκάρη, στη Τζαμάικα, στη Ζάμπια, στην Ακτή του Ελεφαντοστού, στην Κένυα, στη Σομαλία, στη Χιλή, στη Δημοκρατία του Κογκό, στο Μεξικό, στη Νιγηρία, στην Αργεντινή, στη Γιουγκοσλαβία και στη Βραζιλία (στο Σουδάν, στο Ζαΐρ και στην Ακτή του Ελεφαντοστού, η διαδικασία της Έγκρισης επί της Αρχής χρησιμοποιήθηκε δύο φορές σε κάθε μια χώρα). Με την πάροδο του χρόνου, η Έγκριση επί της Αρχής περιήλθε σε αχρησία γιατί δεν χρειάζονταν πλέον. Αυτό αντανακλούσε κατά πολύ τη νέα προθυμία των επίσημων πιστωτών της Λέσχης του Παρισιού να παράσχουν δεσμεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους πριν από προγράμματα του ΔΝΤ. Επίσης, για ιδιώτες πιστωτές, η Έγκριση επί της Αρχής δεν χρειάζονταν πλέον όταν το ΔΝΤ απέκτησε τη δυνατότητα να «δανείζει για ληξιπρόθεσμες οφειλές». Αν και η διαδικασία δεν έχει χρησιμοποιηθεί πρόσφατα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις όπως κι αυτή, όπου έχουν συμφωνηθεί οι πολιτικές στις οποίες θα βασίζονταν μια συμφωνία του ΔΝΤ, αλλά όπου δεν έχει επιτευχθεί πλήρης συμφωνία μεταξύ της χώρας και των πιστωτών της για χρηματοδότηση ή για την ελάφρυνση του χρέους, και ο ρόλος του ΔΝΤ μπορεί να βοηθήσει δρώντας σαν καταλύτης για τη χρηματοδότηση και την ελάφρυνση του χρέους εκ μέρους των πιστωτών.