Δ Ι Π Λ Ω Μ Α Τ Ι Κ Η E Ρ Γ A Σ I A

Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος. Συντομογραφίες..

Το Προστατευόμενο Έννομο Αγαθό στην Πορνογραφία Ανηλίκων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...17 Α. Ελληνικές...17 Β. Ξενόγλωσσες...19

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ: «ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» A ΚΛΙΜΑΚΙΟ (Α-Κ)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΆΡΘΡΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ. (άρθρο 1 και άρθρο 12 της οδηγίας)

Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας και δικαιώματα των θυμάτων

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ... ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Ι. ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ... ΧVII II. ΞΕΝΕΣ... XVII

θέτει στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 17 [Σημείωση: Με την εν λόγω διάταξη ορίζεται ουσιαστικώς μία μεταβατική περίοδος που χρονικά τοποθετείται από

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ /12/ Εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών κατά την άσκηση αυτοτελούς επαγγελματικής δραστηριότητας

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Δικαίωμα συνέρχεσθαι

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Ευρωπαϊκό Κέντρο Καταναλωτή Ελλάδας

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2107/

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

«Επιλεγµένα ζητήµατα σχετικά µε τα εγκλήµατα κατά της τιµής (ά. 361 επ. ΠΚ)»

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΘΗΝΑ 2012

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Εξύβριση και Ελευθερία του Λόγου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2011

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

09. Ποινικό Δίκαιο & Ποινική Δικονομία

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ &ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

Κύκλος Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΠΟΡΙΣΜΑ. Θέμα: ΑΠΟΔΟΧΉ ΜΕΤΑΦΡΆΣΕΩΝ ΔΙΚΗΓΌΡΟΥ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά δικαιώματα.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή. 1. Προβληματισμός Μεθοδολογία... 5

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 4: Βασικές Αρχές της απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Νομολογία 261/2003 Μονομελές Πρωτοδικείο

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 13: H προστασία των προσωπικών δεδομένων και ιδίως στο διαδίκτυο. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2012

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2012

Αρχή της ισότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου. Ενότητα 8 η : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Η ποινική αξιολόγηση της ψυχοδιαγνωστικής εξέτασης του ανηλίκου θύματος στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας (αρ. 226 Α Κ.Π.Δ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Περιεχόμενα XXIII

1843 Ν. 187/91. Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 161/2011

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ: Ε. ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ ΚΑΣΤΑΝΙΔΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ: Ν. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ Μ. ΚΑΪΑΦΑ- ΓΚΜΠΑΝΤΙ Δ Ι Π Λ Ω Μ Α Τ Ι Κ Η E Ρ Γ A Σ I A Της ΖΑΧΑΡΙΑΔΟΥ ΜΑΡΙΑΣ του Αργυρίου ΘΕΜΑ: «Το έννομο αγαθό της τιμής και οι ειδικοί λόγοι άρσης του αδίκου στα εγκλήματα κατά της τιμής (άρθρα 366 παρ. 1 και 3 και 367 Π.Κ.)» Θ Ε Σ Σ Α Λ Ο Ν Ι Κ Η 2010

Σ Υ Ν Τ Ο Μ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Ε Σ ΑΔΑΕ ΑΠ αρ. Αρμ. α.υ. βλ. Γερμ. Π.Κ. ΕΔΔΑ επ. ΕΣΔΑ ΕΣΡ Εφ κ.ά. ΚΠΔ κ.τ.λ. λ.χ. ΜΜΕ ΝοΒ ΟλΑΠ ΠΚ ΠοινΔικ ΠοινΛογ ΠΧ πρβλ. π.χ. Συντ. σελ. ΣτΕ ΣυστΕρμΠΚ Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών Άρειος Πάγος αριθμός Αρμενόπουλος αντικειμενική υπόσταση βλέπε Γερμανικός Ποινικός Κώδικας Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επόμενα Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης Εφετείο και άλλα Κώδικας Ποινικής Δικονομίας και τα λοιπά λόγου χάριν Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης Νομικό Βήμα Ολομέλεια Αρείου Πάγου Ποινικός Κώδικας Ποινική Δικαιοσύνη Ποινικός Λόγος Ποινικά Χρονικά παράβαλε παραδείγματος χάριν Σύνταγμα σελίδα Συμβούλιο της Επικρατείας Συστηματική Ερμηνεία Ποινικού Κώδικα

Σχ. ΠΚ Υπερ υ.υ. ΧΘΔΕΕ Σχέδιο Ποινικού Κώδικα Υπεράσπιση υποκειμενική υπόσταση Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ευρωπαϊκής Ένωσης

Π I N A K A Σ Π E Ρ I E X O M E N Ω N ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1 2. ΤΟ ΕΝΝΟΜΟ ΑΓΑΘΟ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ... 2-10 3. Ο ΕΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΡΣΗΣ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 366 Π.Κ. 3.1. Γενικά 11-12 3.2. Νομική Φύση... 12-15 3.3. Οι αρνητικές προϋποθέσεις της άρσης του άδικου χαρακτήρα της δυσφήμησης (άρ. 366 παρ. 1 εδ. β και 366 παρ. 3 Π.Κ.) 3.3.1. Η πρώτη αρνητική προϋπόθεση (άρ. 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ.)...15-16 3.3.2. Δικαιολογητικός λόγος 16-17 3.3.3. Νομική φύση... 17-19 3.3.4. Ερμηνευτική προσέγγιση 19-21 3.4. Η δεύτερη αρνητική προϋπόθεση (άρ. 366 παρ. 3 Π.Κ.) 3.4.1. Γενικά... 21 3.4.2. Νομική φύση του «σκοπού εξύβρισης»... 22-27 3.4.3. Ερμηνευτική προσέγγιση... 28-29 4. ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 366 Π.Κ. ΣΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΞΥΒΡΙΣΗΣ (ΑΡΘΡΟ 361 Π.Κ.).. 30 5. ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 367 Π.Κ. 5.1. Γενικά... 31-32 5.2. Νομική Φύση και Δικαιολογητική βάση... 32-40

(α) Η θεωρία της κατάστασης ανάγκης (εν στενή έννοια)... 33-35 (β) Η θεωρία της σύγκρουσης και στάθμισης των αγαθών... 35-37 (γ) Η θεωρία του λέγειν την αλήθεια... 37 (δ) Η θεωρία της επιτρεπόμενης κινδυνώδους δράσης... 38-39 (ε) Η θεωρία του ορθού μέσου προς ορθό σκοπό ή θεωρία του σκοπού... 39-40 5.3. Πεδίο εφαρμογής... 40-42 5.4. Ερμηνευτική προσέγγιση των περιπτώσεων του άρθρου 367 παρ. 1 Π.Κ... 42-55 α) Δυσμενείς κρίσεις για επιστημονικές, καλλιτεχνικές ή επαγγελματικές εργασίες... 42-45 β) Δυσμενείς εκφράσεις που περιέχονται σε έγγραφο δημόσιας αρχής για αντικείμενα που ανάγονται στον κύκλο της υπηρεσίας... 45-47 γ) i) Εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων ή άσκηση νόμιμης εξουσίας.... 47-49 ii) Τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος... 49 iii) Από δικαιολογημένο ενδιαφέρον 50-54 δ) Σε ανάλογες περιπτώσεις..... 54-55 5.5. Προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 367 Π.Κ 55-62 5.5.1. Ερμηνευτική προσέγγιση των στοιχείων της καταλληλότητας, αναγκαιότητας και αναλογίας.. 56-62 α) Το στοιχείο της καταλληλότητας 57-58 β) Το στοιχείο της αναγκαιότητας.. 58-60 γ) Το στοιχείο της αναλογίας 60-62 5.6. Οι εξαιρέσεις της άρσης του άδικου χαρακτήρα του άρθρου 367 (αρ. 367 παρ. 2 Π.Κ.)... 63-69 α) Τέλεση συκοφαντικής δυσφήμησης (άρ. 363 Π.Κ.).. 63-68

β) Όταν από τον τρόπο της εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξύβρισης 68-69 6. Η ΣΕΙΡΑ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 366 ΚΑΙ 367 Π.Κ.. 70-72 7. ΜΜΕ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ. 73-89 7.1. Ρυθμιστικό πλαίσιο (Συνταγματικές και Υπερνομοθετικές διατάξεις).. 73-76 7.2. Η ποινική ευθύνη του εκδότη, διευθυντή και διευθυντή σύνταξης.. 76-78 7.3. Η λειτουργία των ΜΜΕ και η προστασία δικαιολογημένου ενδιαφέροντος.. 78-81 7.4. Προσβολή της τιμής και δημόσια πρόσωπα 82-84 7.5. Προσβολή της τιμής και εκκρεμής ποινική δίκη 84-88 7.6. Προσβολή της τιμής μέσω του διαδικτύου.. 87-89 8. ΕΠΙΛΟΓΟΣ. 90-91 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 92-94

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το κεφάλαιο των εγκλημάτων κατά της τιμής του Ποινικού μας Κώδικα (Κεφάλαιο ΚΑ, άρθρα 361-369 Π.Κ.) αποτελεί ένα κεφάλαιο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και με μεγάλη πρακτική εφαρμογή και εμφάνιση στα Ποινικά μας Δικαστήρια. Πράγματι, ομολογουμένως, το μεγαλύτερο ποσοστό των εκδικαζόμενων υποθέσεων των Ποινικών Δικαστηρίων μας αφορά εγκλήματα κατά της τιμής (ιδίως εξύβριση, δυσφήμηση, συκοφαντική δυσφήμηση), ώστε η Νομολογία μας να καθίσταται ιδιαίτερα πλούσια σε αποφάσεις πάνω στα θέματα αυτά, ήτοι πράξεις προσβολής της τιμής (άρ. 361, 361 Α, 362, 363, 364 και 365 Π.Κ.) και άρση ή μη του άδικου χαρακτήρα των πράξεων αυτών (άρ. 366 παρ. 1 και παρ. 3 και 367 Π.Κ.). Αντικείμενο και στόχος της παρούσας Διπλωματικής Εργασίας είναι καταρχήν η μελέτη του εννόμου αγαθού της τιμής και συγκεκριμένα του εννοιολογικού προσδιορισμού του και των διαφόρων απόψεων που έχουν διατυπωθεί σχετικά με αυτό μέσα από μία συμπερασματική και κριτική προσέγγιση. Ακολούθως, γίνεται μία προσπάθεια διεξοδικής παρουσίασης των Ειδικών Λόγων Άρσης του Άδικου χαρακτήρα των εγκλημάτων κατά της τιμής (άρ. 366 παρ. 1 και 3 και 367 Π.Κ.), με επιμέρους αναφορά στη νομική τους φύση, το δικαιολογητικό τους λόγο, ερμηνευτική τους προσέγγιση, νομολογιακή πρακτική, ερμηνευτικά εργαλεία και προσωπικές απόψεις της γράφουσας. Από τις προσβολές της τιμής ιδιαίτερη έμφαση, μέσω προσέγγισης σε ξεχωριστό κεφάλαιο, θα δοθεί στις προσβολές της τιμής μέσω των ΜΜΕ, αναλογιζόμενης τόσο της συχνότητας εμφάνισής τους στην πράξη όσο και της έντονης σύγκρουσης που δημιουργείται ανάμεσα στο έννομο αγαθό της τιμής και στο συμφέρον του κοινού για ενημέρωση περί θεμάτων που άπτονται του δημόσιου συμφέροντος. 1

2. ΤΟ ΕΝΝΟΜΟ ΑΓΑΘΟ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ Στο εικοστό πρώτο (ΚΑ ) Κεφάλαιο του Ποινικού μας Κώδικα, στο οποίο περιλαμβάνονται τα άρθρα 361-369, τυποποιούνται τα εγκλήματα κατά της τιμής, με προστατευόμενο έννομο αγαθό την τιμή. Ειδικότερα, βασικό έγκλημα κατά της τιμής είναι η δυσφήμηση (άρ. 362 Π.Κ.), ενώ η εξύβριση (άρ. 361 Π.Κ.) έχει επικουρικό χαρακτήρα και εφαρμόζεται, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, μόνο όταν δεν υπάρχει περίπτωση δυσφήμησης. Τέλος, η συκοφαντική δυσφήμηση (άρ. 363 Π.Κ.) αποτελεί διακεκριμένη μορφή του εγκλήματος που τυποποιείται στο άρθρο 362 Π.Κ. (δυσφήμηση). Η εννοιολογική προσέγγιση του εννόμου αγαθού της τιμής καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής συνεπεία τόσο του αφηρημένου περιεχομένου όσο και του έντονα κοινωνικού χαρακτήρα της. Εντούτοις, είναι μία διεργασία απαραίτητη και πρωταρχική καθόσον ο προσδιορισμός του εννόμου αγαθού αποτελεί τον πυρήνα του Ποινικού μας Δικαίου και κατ επέκταση την αφετηρία του ποινικού ενδιαφέροντος καθώς από αυτό ξεκινά το Δίκαιο για να πλάσει τις «αξίες» του και σ αυτό θεμελιώνεται η έννοια του εγκλήματος, αναλογιζόμενης μεταξύ άλλων και της κεφαλαιώδους σημασίας του στο ζήτημα της συρροής εγκλημάτων. Καταρχήν, αξίζει να αναφερθεί ότι η έννοια της τιμής διαφέρει από την έννοια της υπόληψης, παρότι η Νομολογία μας σε πάρα πολλές αποφάσεις της φαίνεται να ταυτίζει τις δύο αυτές έννοιες. Η διαζευκτική αναφορά σε αυτές στο άρθρο 362 Π.Κ., που έγινε με παρέμβαση του Ν. Χωραφά, δεν είναι τυχαία αλλά αποκτά νόημα μόνο εφόσον στην υπόληψη δοθεί περιεχόμενο διαφορετικό από εκείνο της τιμής. Αν, λοιπόν, ως τιμή ορίζεται η «κοινωνική παράσταση του ατόμου», όπως θα αναφερθεί στη συνέχεια της παρούσας, η υπόληψη αποδίδει «την καλή του φήμη» ως προς την εκπλήρωση ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων. Όταν λ.χ. ισχυρίζεται κάποιος για έναν έμπορο υφασμάτων ότι δεν μπορεί να διακρίνει τα βαμβακερά από τα μάλλινα 1, ο ισχυρισμός αυτός δεν μειώνει την τιμή του ατόμου, υποβιβάζοντάς τον σε θέση μειονεκτική ως προς τους υπόλοιπους 1 Βλ. για το παράδειγμα αυτό από Ν. Χωραφά, Ποινικόν Δίκαιον, Α, 9 η εκδ., 1978, 271 2

κοινωνούς, εντούτοις θίγει την καλή του φήμη ως εμπόρου, δηλαδή θίγει την υπόληψή του. Οι απόψεις που έχουν υποστηριχθεί σχετικά με το περιεχόμενο του εννόμου αγαθού της τιμής κρίνεται σκόπιμο να παρουσιαστούν κατηγοριοποιημένες και συμπερασματικά καθόσον η εκτενής παρουσίαση των εν λόγω απόψεων θα ξεπερνούσε κατά πολύ τα όρια της παρούσας εργασίας. Ειδικότερα, αυτές διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) στις γεγονοτικές, οι οποίες ταυτίζουν την τιμή με ένα πραγματικό γεγονός κυρίως ψυχολογικής φύσεως και β) στις αξιολογικές, οι οποίες αντιλαμβάνονται την τιμή ως το προϊόν μιας αξιολόγησης 2. Οι γεγονοτικές θεωρίες διακρίνονται ειδικότερα σε τρεις επιμέρους κατηγορίες: i) «εξωτερική τιμή», η οποία ορίζεται ως η παράσταση ή η εικόνα που έχουν οι άνθρωποι γενικά στην κοινωνία για την αξία ενός ορισμένου προσώπου (φήμη), η οποία εικόνα ανάλογα με τις διαμορφούμενες αντιλήψεις καταλήγει πολλές φορές να είναι αδικαιολόγητα καλή ή αδικαιολόγητα κακή ii) «η περί τιμής συνείδηση» (υποκειμενική), ως η παράσταση που έχει ένα πρόσωπο για την ίδια του την αξία ή ακόμη η γνώμη που έχουν οι άλλοι για την αξία αυτή και iii) «το περί τιμής συναίσθημα» (υποκειμενικό), ως η θέληση του ατόμου να διατηρεί και να έχει γενικότερα την αξία του και την εκτίμηση των άλλων για την αξία αυτή. Οι ως άνω [υπό στοιχεία i), ii) και iii)] επιμέρους κατηγορίες είναι ανεξάρτητες από την πραγματική αξία του ατόμου 3. Οι αξιολογικές θεωρίες αναλογίζονται την τιμή ως την αξία που έχει πραγματικά ένα άτομο, «εσωτερική τιμή», η οποία υπάρχει ανεξάρτητα αν 2 Βλ. ειδικότερη ανάλυση σε Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος Πανεπιστημιακές Παραδόσεις - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1980, 11 επ., ιδίου Το έννομο αγαθό της τιμής και αι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 49 επ. 3 Βλ. όπ. παραπάνω 3

και σε ποιο βαθμό την ξέρουν οι άλλοι άνθρωποι ή ακόμη και ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος 4. Ωστόσο, οι ως άνω θεωρίες προσδιορισμού του εννόμου αγαθού της τιμής παρουσιάζουν αρκετά ερμηνευτικά προβλήματα γίνει αντικείμενο κριτικής, με αποτέλεσμα να καθίσταται προβληματική η αποδοχή τους στο φιλελεύθερο ποινικό μας σύστημα. Καταρχάς, αναφορικά με τις γεγονοτικές θεωρίες: (α) Πρόβλημα γεννιέται αν αναλογιστούμε την περίπτωση εκείνη όπου κάποιο άτομο ζώντας μία ζωή μοναχική δεν έχει δημιουργήσει ούτε καλή ούτε κακή φήμη, ώστε να μην υφίσταται βλάβη το έννομο αγαθό της τιμής, (β) Επίσης, σε περίπτωση που ένα άτομο ανήκει σε περισσότερους κοινωνικούς κύκλους, λ.χ. σε δύο διαφορετικούς επαγγελματικούς κύκλους ή σε ένα φιλικό και ένα επαγγελματικό, τότε ζήτημα ανακύπτει ως προς το ποια φήμη θα ληφθεί υπόψη αν αυτές διαφέρουν μεταξύ τους, (γ) Ίδιο πρόβλημα δημιουργείται και στην περίπτωση όπου τα κριτήρια δημιουργίας φήμης ενός προσώπου στον κοινωνικό του κύκλο διαφέρουν από τα κριτήρια αξιολόγησης της έννομης τάξης, ώστε αυτή (έννομη τάξη) να μην έχει συμφέρον στην προστασία της τιμής, (δ) Επιπρόσθετα, το σημαντικότερο κατά τη γνώμη μου μειονέκτημα προκύπτει από το ότι εφόσον οι θεωρίες αυτές είναι ανεξάρτητες από την πραγματική αξία του ατόμου, η φήμη που προκύπτει για ένα άτομο μπορεί έτσι να είναι αδικαιολόγητα καλή ή αδικαιολόγητα κακή, με αποτέλεσμα, όμως, να δημιουργείται προφανής αντίθεση με το αίσθημα δικαίου, (ε) Τέλος, η προβληματική των γεγονοτικών θεωριών ανακύπτει νομίζω και από το ίδιο το γράμμα του νόμου σε συνδυασμό με μία ιστορικοβουλητική ερμηνεία των διατάξεων των εγκλημάτων κατά της τιμής και συγκεκριμένα από τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ., όπου εφόσον προβλέπεται το ατιμώρητο του δράστη στην περίπτωση που το γεγονός που ισχυρίζεται είναι αληθινό, 5 και δικαιολογημένα έχουν 4 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος Πανεπιστημιακές Παραδόσεις - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1980, 12, ιδίου Το έννομο αγαθό της τιμής και αι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 49 επ. 5 Βλ. ειδικότερα σε όπ. παραπάνω, 13-16 και ιδίου 70-101 4

καθίσταται προφανές ότι η βούληση του Νομοθέτη δεν είναι βεβαίως να προστατεύεται η αδικαιολόγητα καλή φήμη. Αντιθέτως, γίνεται μία στάθμιση από το Νομοθέτη σε ένα δεύτερο επίπεδο κρίσης (τελικό άδικο) από την οποία προκύπτει η υπεροχή της προσωπικής ελευθερίας κάθε ατόμου να ισχυρίζεται ή να διαδίδει αληθή γεγονότα για κάποιο άλλο πρόσωπο προς υποχώρηση του εννόμου αγαθού της τιμής. Επίσης, στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 363 Π.Κ., στην οποία η αναλήθεια του γεγονότος αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης (αρχικό άδικο). Αναφορικά με τις αξιολογικές θεωρίες: (α) Πρόβλημα γεννιέται με την προσβολή της «εσωτερικής τιμής» καθόσον αυτή οριζόμενη ως η αξία που έχει πραγματικά ένα άτομο, καθίσταται αδύνατο να προσβληθεί ή να μειωθεί από πράξεις τρίτων προσώπων, με αποτέλεσμα να καθίσταται αγαθό ανεπίδεκτο δικαστικής προστασίας. Βέβαια, στο σημείο αυτό -για την πληρότητα της παρουσίασης- αξίζει να αναφερθεί ότι ως αντίλογος προβάλλεται από τους υποστηρικτές των αξιολογικών θεωριών ότι αυτό που μπορεί να προσβληθεί δεν είναι η ίδια η «εσωτερική τιμή», αλλά η «αξίωση σεβασμού» που στηρίζεται στην πραγματική αξία (εσωτερική τιμή) του ανθρώπου. Ωστόσο, ακόμη και αν γίνει δεκτό το ως άνω επιχείρημα παραγνωρίζεται το γεγονός ότι αξίωση σεβασμού υπάρχει για όλα τα έννομα αγαθά και όχι μόνο για αυτό της τιμής, αλλά και πέρα από αυτό καθίσταται εύλογα αδύνατη η αξίωση από τα μέλη μιας κοινωνίας να τρέφουν αισθήματα σεβασμού προς τους άλλους συνανθρώπους τους (ουτοπικό) 6. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του Δ. Σπινέλλη 7, σύμφωνα με την οποία ως έννομο αγαθό στα εγκλήματα κατά της τιμής ορίζεται «το status τιμής που αντιστοιχεί στην ανθρώπινη αξία του ατόμου και είναι ανάλογο με το βαθμό της μη παραβάσεως από αυτό των κοινωνικοηθικών του 6 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος Πανεπιστημιακές Παραδόσεις - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1980, 15-16, ιδίου Το έννομο αγαθό της τιμής, 1976, 70-97 7 Βλ. ό.π. 16-30 και 131 επ. 5

καθηκόντων». Κατά την άποψη αυτή, η αξιολογική πλευρά της τιμής, στην οποία στηρίζεται το προστατευόμενο status τιμής, αποτελείται από δύο τμήματα, ένα σταθερό και ένα μεταβλητό: Το σταθερό τμήμα είναι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που αποτελεί τον πυρήνα της αξιολογικής πλευράς της τιμής του ανθρώπου, και η οποία είναι αμείωτη και ίση για όλους. Έτσι, δεν μπορεί να μειωθεί (αναλλοίωτη) και βρίσκεται σε συνάρτηση και με τα άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 2 του Συντ. Ενώ, το μεταβλητό τμήμα της τιμής ως αξίας αναφέρεται στην ατομική ικανότητα του ανθρώπου να εκπληρώνει τα κοινωνικοηθικά του καθήκοντα -είτε έχουν περιβληθεί την ισχύ νομικού κανόνα είτε όχι- αλλά και στη χρήση από κάθε άνθρωπο των ατομικών του ικανοτήτων στο πλαίσιο των ατομικών του καθηκόντων. Ειδικότερα, σύμφωνα με την άποψη αυτή γίνεται δεκτό ότι καταρχήν και τα δύο τμήματα της τιμής (σταθερό και μεταβλητό) είναι ίσα για όλους. Όμως, το μεταβλητό τμήμα της τιμής και κατ επέκταση μαζί με αυτό και η ίδια η τιμή ως αξία, είναι αυτό που μπορεί να μειωθεί όταν το άτομο παραβαίνει τα κοινωνικοηθικά του καθήκοντα. Συμπερασματικά, ο ορισμός (από οντολογικής και αξιολογικής πλευράς) για το έννομο αγαθό της τιμής που δίνεται από τον Δ. Σπινέλλη 8 είναι ο εξής: «το status τιμής που αντιστοιχεί στην ανθρώπινη αξία του ανθρώπου και είναι ανάλογο με το βαθμό της μη παραβάσεως από αυτό των κοινωνικοηθικών του καθηκόντων. Ενεργοποιείται με την κοινωνική παρουσίαση είτε των προϋποθέσεων της αξίας αυτής είτε των ρητών ή συμβολικών τρόπων συμπεριφοράς που συνδέουν το άτομο με το status». Ειδικότερα, ως status ορίζεται το σύνολο των θέσεων που κατέχει το άτομο στο κοινωνικό σύνολο, και προσδιορίζεται από το σύνολο των καθηκόντων και των προσδοκιών του. Εν συνεχεία, διακρίνοντας τις δύο πλευρές του εννόμου αγαθού της τιμής, ως αξιολογική ορίζεται ειδικότερα από τον Δ. Σπινέλλη ότι «κάθε άτομο πρέπει να απολαμβάνει στην κοινωνία ένα status τιμής ανάλογο με την ανθρώπινή του αξία και με το βαθμό της μη παραβάσεως από αυτό των κοικωνικοηθικών του καθηκόντων» 9. Ενώ, η 8 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος Πανεπιστημιακές Παραδόσεις - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1980, 27 9 Βλ. όπ. παραπάνω, 26-27 6

οντολογική ορίζεται ως «το status τιμής, το οποίο καθορίζεται από πρότυπα συμπεριφοράς, αντιστοιχεί στην πραγματική αξία του ατόμου και ενεργοποιείται με την κοινωνική παρουσίαση (πληροφορίες που ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα) είτε των προϋποθέσεων της αξίας αυτής (εσωτερική τιμή) είτε των ρητών ή των συμβολικών τρόπων συμπεριφοράς που συνδέουν το άτομο με το status» 10. Αντίθετη κατεύθυνση ακολουθεί η άποψη του Ι. Μανωλεδάκη11, η οποία εκκινεί από (α) την ομοιότητα και (β) την ισότητα των εννόμων αγαθών σε μία κοινωνία φιλελεύθερα προσανατολισμένη. Όπως και τα υπόλοιπα έννομα αγαθά έτσι και η τιμή θεωρείται κατά την άποψη αυτή ως ένα μέγεθος ισάξιο για όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τις εκτιμήσεις του καθενός για τους άλλους ή ακόμη και του ατόμου για τον ίδιο του τον εαυτό. Σύμφωνα, λοιπόν, με την άποψη αυτή, η τιμή αποτελεί μία κοινωνική ιδιότητα του ανθρώπινου σώματος, καθόσον προϋποθέτει αφενός την ύπαρξη κοινωνικού και όχι απλώς φυσικού χώρου και αφετέρου το περιεχόμενό της καθορίζεται από τις εκάστοτε επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις 12. Έτσι, ο κάθε άνθρωπος ως κοινωνικό ον έχει μία ορισμένη εξωτερικά διαμορφωμένη κοινωνική παράσταση, την οποία ορίζει για τον εαυτό του κινούμενος ελεύθερα και συνυπάρχοντας ισότιμα με τα υπόλοιπα πρόσωπα του κοινωνικού του χώρου. Με άλλα λόγια, η τιμή αποτελεί ισάξιο μέγεθος και έχει την ίδια νομική αξία για κάθε άτομο καθόσον αποτελεί προϊόν ισότητας και ελευθερίας. Κατά την ως άνω άποψη, στο πλαίσιο της σύγχρονης φιλελεύθερης κοινωνίας, η τιμή ως κοινωνική παράσταση του ανθρώπου προσδιορίζεται από δύο πολύ σημαντικούς παράγοντες: α) την ισοτιμία όλων των ανθρώπων και β) την ελευθερία αυτοπροσδιορισμού τους, τα οποία άλλωστε δικαιώματα είναι και Συνταγματικά κατοχυρωμένα και προασπίζονται στα 10 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος Πανεπιστημιακές Παραδόσεις - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1980, 21 11 Βλ. Ι. Μανωλεδάκη, Το έννομο αγαθό ως βασική έννοια του Ποινικού Δικαίου, 1998, 296-297 12 Βλ Ι. Μανωλεδάκη, Ποινικό Δίκαιο, Επιτομή Γενικού Μέρους στ έκδ., 2001, 123, σύμφωνη και η Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος δ έκδ. 1999, 212-213 7

άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 2 και 5 παρ. 1 αντίστοιχα του Συντάγματος. Ειδικότερα, σύμφωνα με την άποψη αυτή γίνεται δεκτό πως το στοιχείο της ελευθερίας θίγεται με τη μεταβολή της κοινωνικής παράστασης του ατόμου παρά τη θέλησή του (λ.χ. με τις έργω εξυβρίσεις, όπως φτύσιμο, ράπισμα), ενώ το στοιχείο της ισότητας θίγεται με τη μείωση, δηλαδή την υποβάθμιση της κοινωνικής παράστασης του ατόμου, που κατά κανόνα πραγματοποιείται στις περιπτώσεις της εξύβρισης με λόγια και της δυσφήμησης 13. Έτσι, η μείωση της κοινωνικής παράστασης πραγματοποιείται ακόμη και αν το άτομο ανήκει πράγματι στην «υποδεέστερη» κατηγορία στην οποία το εντάσσει ο δράστης, λ.χ. αν κάποιος αποκαλέσει κάποιον άλλο ως κλέφτη μπροστά σε τρίτους τότε υπάρχει προσβολή της τιμής του (αρχικό άδικο, 362 Π.Κ.), ακόμη και αν πράγματι το θιγόμενο πρόσωπο είχε κάνει κάποια πράξη κλοπής, διότι έχει μειωθεί η κοινωνική του παράσταση, ενώ είναι άλλο θέμα το ότι η αλήθεια του γεγονότος εφόσον αποδειχθεί- θα οδηγήσει στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης της δυσφήμησης (362 Π.Κ.) σε ένα δεύτερο επίπεδο κρίσης (τελικό άδικο) μέσα από μία στάθμιση του εννόμου αγαθού της τιμής με την προσωπική ελευθερία του ατόμου να λέει την αλήθεια (παρρησία) όπως θα αναφερθεί διεξοδικά στη συνέχεια της παρούσας- κατά τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. Αντιθέτως, στο ως άνω παράδειγμα, σύμφωνα με την άποψη του Δ. Σπινέλλη η προσβολή της τιμής υφίσταται μόνο όταν κανείς υποτιμά κάποιον σε σχέση με αυτό που πραγματικά αξίζει. Κατά τη γνώμη μου, ορθότερη, δικαιότερη και ανταποκρινόμενη πληρέστερα αφενός στο αίσθημα δικαίου και αφετέρου στο φιλελεύθερο ποινικό μας σύστημα και στην εγγυητική λειτουργία αυτού είναι η άποψη του Ι. Μανωλεδάκη, ο οποίος αντιλαμβάνεται την τιμή ως την κοινωνική παράσταση κάθε ατόμου στο κοινωνικό του περιβάλλον και ιδίως ως ένα αγαθό ισότιμο, ισάξιο και προϊόν της ελευθερίας αυτοπροσδιορισμού του. Ενώ, θεωρώ ότι η προσβολή του εννόμου αγαθού της τιμής σε καμία 13 Βλ. Ι. Μανωλεδάκη, Το έννομο αγαθό ως βασική έννοια του Ποινικού Δικαίου, 1998, 300-302 8

περίπτωση δεν πρέπει να εξαρτάται από την εκπλήρωση των κοινωνικοηθικών καθηκόντων των φορέων της, κριτήριο το οποίο αναμφίβολα δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου και αντίκειται στην αρχή της ισότητας (άρ. 4 παρ. 1 Συντ.). Επίσης, δεν συμφωνώ με τη θεωρία αυτή ιδίως ως προς το σκέλος της σύνδεσης των πράξεων προσβολής της τιμής με την υποτίμηση αυτού που πραγματικά αξίζει ένα άτομο, γεγονός το οποίο κρίνεται, όπως προαναφέρθηκε, ανάλογα με το αν το άτομο παραβαίνει τα κοινωνικοηθικά του καθήκοντα. Αντιθέτως, σε μία κοινωνία δημοκρατική και φιλελεύθερα προσανατολισμένη κάθε άτομο πρέπει να απολαμβάνει απόλυτη προστασία του εννόμου αγαθού της τιμής του, κάτι το οποίο άλλωστε προβλέπεται και από το Σύνταγμά μας στο άρθρο 5 παρ. 2, και ως εκ τούτου η τιμή πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένα μέγεθος ισάξιο για όλους τους ανθρώπους. Φορέας του εννόμου αγαθού της τιμής, δηλαδή εκείνος που έχει άμεσο συμφέρον στη διατήρηση του εννόμου αγαθού στη συγκεκριμένη μερικότητά του, είναι κάθε φυσικό πρόσωπο, περιλαμβανομένων ασφαλώς και των παιδιών (ηλικίας μεταξύ 8 ου και 13 ου έτους) και των ψυχικά ασθενών είτε μερικής είτε πλήρους διατάραξης της συνείδησής τους. Ενώ, τα νομικά πρόσωπα δεν έχουν τιμή, αλλά αυτό που προστατεύεται ως έννομο αγαθό στη διάταξη του άρθρου 364 Π.Κ. «Δυσφήμηση ανώνυμης εταιρίας» είναι η οικονομική και επιχειρηματική οντότητα του νομικού προσώπου της Α.Ε. καθώς και η εμπιστοσύνη του κοινού απέναντί της ή κατ άλλη έκφραση η οικονομική πίστη και η εμπιστοσύνη προς αυτή 14. Εν κατακλείδι, η προστασία του εννόμου αγαθού της τιμής ανάγεται στο ίδιο το Σύνταγμα, αποκτώντας κατ αυτόν τον τρόπο αυξημένη τυπική ισχύ. Ειδικότερα, στο άρθρο 5 παρ. 2 Συντ. προβλέπεται ρητά η απόλυτη προστασία της τιμής για όλους όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια. 14 Βλ. Μ. Μαργαρίτη σε κατ άρθρο ερμηνεία του Ποινικού Κώδικα, εισ. σημείωμα άρθρ. 361-369, 987 και ενδεικτικά από Νομολογία ΑΠ 94/1997, ΠΧ ΜΗ, 28, ΑΠ 139/2002, ΠοινΔικ 2002, 609 και ΑΠ 1711/2003, ΠΧ, ΝΔ, 624 9

Επίσης, έμμεση προστασία της τιμής μπορούμε να πούμε πως προκύπτει και από άλλες συνταγματικές διατάξεις, όπως ως έκφανση της ανθρώπινης προσωπικότητας, η ελεύθερη ανάπτυξη της οποίας κατοχυρώνεται ρητά στο άρθρο 5 παρ. 1 Συντ. και ως πτυχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στο άρθρο 2 παρ. 1 Συντ. 10

3. Ο ΕΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΡΣΗΣ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 366 Π.Κ. 3.1. ΓΕΝΙΚΑ Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. «αν το γεγονός του άρθρου 362 είναι αληθινό, η πράξη μένει ατιμώρητη». Με άλλα λόγια, ο ισχυρισμός ή η διάδοση ενός γεγονότος, το οποίο κρίνεται ότι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα (βλ. και άρ. 366 παρ. 2 Π.Κ.), οδηγεί στο ατιμώρητο (αθώωση) του δράστη παρότι επήλθε προσβολή του εννόμου αγαθού της τιμής με τη μείωση της κοινωνικής παράστασης του θύματος (αρχικό άδικο). Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι η ως άνω ατιμωρησία του δράστη θα επέλθει εφόσον δεν συντρέχουν οι δύο αρνητικές προϋποθέσεις που τίθενται από το Νομοθέτη ακολούθως στις διατάξεις των άρθρων: α) 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. και β) 366 παρ. 3 Π.Κ., οι οποίες θα αναφερθούν διεξοδικά στη συνέχεια της παρούσας. Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να γίνουν κάποιες επισημάνσεις, οι οποίες μάλιστα θα βοηθήσουν στον προσδιορισμό της νομικής φύσης της διάταξης, που θα ακολουθήσει κατωτέρω. Ως εκ τούτου πρέπει καταρχήν να τύχει ιδιαίτερης προσοχής ότι η αλήθεια ή όχι του δυσφημιστικού γεγονότος δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης της δυσφήμησης (άρθρο 362 Π.Κ.) 15. Έτσι, ανεξάρτητα αν το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι αληθές ή ψευδές εφόσον αυτό μπορεί να βλάψει την τιμή τρίτου προσώπου (έγκλημα δυνητικής διακινδύνευσης) 16, συνίσταται προσβολή του 15 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 215 επ., ιδίας, Μελέτες Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου, Οι ανεκτές προσβολές της τιμής, 2003, 717 16 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 215, ενώ διαφορετική άποψη εκφράζει ο Μπουρόπουλος, ο οποίος κάνει λόγο για έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης και ο Δ. Σπινέλλης, Εγκλήματα κατά της τιμής, 1982, 45 και 56, ιδίου, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 423-425, κατά τον οποίο η δυσφήμηση είναι έγκλημα αφηρημένης διακινδύνευσης, ομοίως και ο Γάφος και ο Καρανίκας, με το σκεπτικό ότι «η ύπαρξη κινδύνου δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης το οποίο πρέπει να ερευνάται από το Δικαστή, αλλά υπήρξε απλώς το κίνητρο για το Νομοθέτη». Ωστόσο, ορθώς αντικρούεται από την Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου ότι το στοιχείο ακριβώς αυτό είναι που θεμελιώνει για 11

εννόμου αγαθού της τιμής, στοιχειοθετούμενης της αντικειμενικής υπόστασης της δυσφήμησης (άρ. 362 Π.Κ.) σε επίπεδο αρχικού αδίκου. Με άλλα λόγια, όταν ισχυρίζεται κάποιος ένα γεγονός μειωτικό της τιμής ενός άλλου προσώπου, λ.χ. ισχυριστεί σε δημόσιο χώρο ότι ο Α τελεί ασελγείς πράξεις με ανηλίκους, τότε προσβολή της τιμής και πλήρωση του αρχικού αδίκου της πράξης της δυσφήμησης (άρ. 362 Π.Κ.) υφίσταται ακόμη και αν το γεγονός είναι αληθινό, ενώ η αλήθεια ή όχι του γεγονότος ενδιαφέρει σε επίπεδο τελικού αδίκου, όπου εφόσον το γεγονός κριθεί αληθές, θα αρθεί ο άδικος χαρακτήρας της πράξης της δυσφήμησης κατά τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. 3.2. ΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΗ Στο χώρο της Θεωρίας έντονη συζήτηση έχει δημιουργηθεί αναφορικά με τη σημασία της αλήθειας του γεγονότος ως λόγου που αποκλείει την ποινική κύρωση. Σύμφωνα με μία άποψη 17, η αλήθεια του γεγονότος στο άρθρο 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. αποτελεί αρνητικό εξωτερικό όρο του αξιοποίνου, δηλαδή λόγο που αποκλείει το αξιόποινο και που συνεπώς δεν απαιτείται να καλύπτεται από το δόλο του δράστη. Έτσι, γίνεται δεκτό ότι η απόδειξη της αλήθειας του γεγονότος, το οποίο ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο δράστης, έχει την έννοια ότι δεν υπέστη καν βλάβη το έννομο αγαθό της τιμής. Η άποψη αυτή συνάδει με τη πρώτη φορά το άδικο της πράξης και τυποποιείται στην αντικειμενική υπόσταση της διάταξης, δηλαδή η δυνατότητα να προκληθεί κίνδυνος στο έννομο αγαθό της τιμής. Στο μέτρο που ο Νομοθέτης απαιτεί το διαδιδόμενο γεγονός να είναι τέτοιο που να μπορεί αντικειμενικά να βλάψει την τιμή, ο κίνδυνος δεν αποτελεί απλώς κίνητρο του Νομοθέτη. Η δυνατότητα κινδύνου αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος το οποίο έτσι εντάσσεται στην κατηγορία των εγκλημάτων δυνητικής διακινδύνευσης (Για τα εγκλήματα αυτά, βλ. Ι. Μανωλεδάκη, Ποινικό Δίκαιο, Επιτομή Γενικού Μέρους, στ έκδ. 2001, 279-282) 17 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 425 επ., του ίδιου Εγκλήματα κατά της τιμής, 1982, 57, ιδίου σε ΠΧ ΝΣΤ, 969, ιδίου, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποινες προσβολές του (Τριάντα χρόνια μετά), ΠΧ 2006, 969, Γ. Μπέκα, Η διαδοχή συλλογισμών για την κατάφαση ποινικής ευθύνης στα εγκλήματα κατά της τιμής, Υπερ. 1996, 1253 επ., Μ. Μαργαρίτη, Ποινικός Κώδικας κατ άρθρο ερμηνεία, 2009, άρθρο 366, αριθ. 2 12

θεωρία του Δ. Σπινέλλη για το έννομο αγαθό της τιμής, όπως αυτή αναφέρθηκε παραπάνω 18, δηλαδή ως «το status τιμής που αντιστοιχεί στην ανθρώπινη αξία του ατόμου και είναι ανάλογο με το βαθμό της μη παραβάσεως από αυτό των κοινωνικοηθικών του καθηκόντων». Έτσι, σύμφωνα με την ως άνω άποψη, η κοινωνική παρουσίαση του ατόμου με την οποία ενεργοποιείται το status τιμής του κρίνεται δικαιολογημένη μόνο εφόσον ανταποκρίνεται στην αλήθεια, η οποία και προσδιορίζει έτσι τα όρια του εννόμου αγαθού της τιμής του καθενός. Επομένως, βλάβη της τιμής μπορεί να επέλθει μόνο όταν η δικαιολογημένη κοινωνική παρουσίαση της ηθικής ακεραιότητας του ατόμου αλλοιώνεται, όταν δηλαδή στο πλαίσιο της «υπολήψεως» προσφέρονται αναληθείς πληροφορίες που αφορούν κοινωνικοηθικά ή νομικά παραπτώματα. Έτσι, δημιουργείται μία διάσταση ανάμεσα στο έννομο αγαθό, ως κατάστασης που πρέπει να υπάρχει και της κατάστασης την οποία προκάλεσε η συμπεριφορά του δράστη. Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, η άποψη αυτή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όταν το γεγονός, που ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο δράστης, είναι αληθινό τότε η κατάσταση που δημιουργήθηκε με τη συμπεριφορά του δράστη δεν διαφέρει σε τίποτα από εκείνη που πρέπει να υπάρχει 19. Ενώ, σύμφωνα με μία δεύτερη άποψη 20, η αλήθεια του δυσφημιστικού γεγονότος αποτελεί (ειδικό) λόγο άρσης του άδικου χαρακτήρα της δυσφήμησης. Ειδικότερα, σύμφωνα με την άποψη αυτή, η μη επιβολή ποινής οφείλεται σε μία στάθμιση των εννόμων αγαθών του δράστη και του θύματος που γίνεται από το Νομοθέτη σε ένα δεύτερο επίπεδο κρίσης (τελικό άδικο). Στην εν λόγω στάθμιση προκρίνεται το συμφέρον του δράστη στην ελεύθερη 18 Βλ. σε Κεφάλαιο 2, Το έννομο αγαθό της τιμής, 5-7 19 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος Πανεπιστημιακές Παραδόσεις - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1980, 53 20 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 221, ίδιας σε Μελέτες Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου, 2003 - Οι ανεκτές προσβολές της τιμής, 713-726, ιδίας σε Εμβάθυνση στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, 2008 Οι ανεκτές προσβολές της τιμής, 877-890, ιδίας σε Υπερ. 1995, 580, Ι. Μανωλεδάκη, Το έννομο αγαθό ως βασική έννοια του Ποινικού Δικαίου, 1998, 305, Α. Κατσαντώνη, Γιατί μένει ατιμώρητος κατ άρθρο 366 παρ. 1 Π.Κ. ο δράστης δυσφημήσεως όταν λέγει τα αληθή σε ΠΧ ΚΣΤ, 273, Λ. Μαργαρίτη, Οι εξωτερικοί όροι του αξιοποίνου, 1983, 228 επ., Κ. Χατζηκώστα, Προσβολές της τιμής από δικαιολογημένο ενδιαφέρον, 2005, 12-13 13

ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, ειδικότερη έκφανση της οποίας αποτελεί η ελευθερία του να λέει την αλήθεια (παρρησία) 21, προς υποχώρηση του συμφέροντος του θύματος στην προστασία της τιμής του. Μάλιστα, υποστηρίζεται ότι στην πλάστιγγα της στάθμισης εκτός από την ελευθερία έκφρασης του δράστη λαμβάνεται υπόψη δευτερευόντως και το συμφέρον των πολιτών για ενημέρωση και γνώση της αλήθειας. Η ως άνω άποψη αντλεί επιχειρήματα από την Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου Ελληνικού Π.Κ. (σελ. 536), όπου ορίζεται ρητά ότι «δεν είναι πράγματι ούτε σκόπιμον ούτε και σύμφωνον προς την ανθρωπίνην φύσιν να υποχρεούται τις εις ψευδολογίαν ως εκ του ότι η αλήθεια ήθελεν είσθε πικρά και προσβλητική δι έτερον ή να υποχρεούται τις δια τον αυτόν λόγον εις σιωπήν εκ φόβου μήπως, ομιλών και την αλήθειαν λέγων, προβή εις εκδήλωσιν δυσμενή». Σε μία κριτική προσέγγιση των ως άνω απόψεων, θεωρώ ορθότερη τη δεύτερη, δηλαδή ότι η αλήθεια του γεγονότος στο άρθρο 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. αποτελεί ειδικό λόγο που αίρει τον αρχικά άδικο χαρακτήρα της δυσφήμησης για τους εξής λόγους: (α) Καταρχάς, ο εξωτερικός όρος του αξιοποίνου βρίσκεται «έξω» από την πράξη (είτε αυτή αποτελεί μυϊκή ενέργεια είτε παράλειψη) και ως εκ τούτου δεν την προσδιορίζει και δεν σχετίζεται με αυτή 22. Ειδικότερα, ο εξωτερικός όρος του αξιοποίνου αποτελεί οντολογική προϋπόθεση του αξιοποίνου, που διατηρεί ωστόσο δογματική αυτοτέλεια σε σχέση με τις άλλες δύο προϋποθέσεις του αξιοποίνου, δηλαδή την πράξη (α.υ.) και το βουλητικό σύνδεσμο του δράστη με το αποτέλεσμά της (υ.υ.), λ.χ. στο έγκλημα της συμπλοκής (άρ. 313 Π.Κ.) εξωτερικό όρο του αξιοποίνου αποτελεί ο όρος «επήλθε θάνατος ή βαριά σωματική βλάβη ανθρώπων». Ωστόσο, στη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. η αλήθεια του 21 Βλ. ειδικότερα για την έννοια της παρρησίας σε Ν. Παρασκευόπουλο, Τιμή, ύβρις και παρρησία, 1981, 60 επ., όπου αναφέρεται επί λέξει ότι «η παρρησία δεν αποτελεί την εξαίρεση ως λόγος άρσης του αδίκου, αλλά τον κανόνα ως όψη του αγαθού της ελευθερίας» 22 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 1999, 220-221, ομοίως σε, Οι ανεκτές προσβολές της τιμής, σε Μελέτες Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου, 2003, 713-726 είτε σε Εμβάθυνση στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, 2008, 877-890 είτε σε Υπερ. 1995, 580, Ι. Μανωλεδάκη, Ποινικό Δίκαιο, Επιτομή Γενικού Μέρους δ έκδ., 1996, 80-81 14

γεγονότος χαρακτηρίζει την πράξη, αφού γίνεται έρευνα εάν το γεγονός είναι αληθές ή ψευδές και κατά συνέπεια αποτελεί στοιχείο της εγκληματικής συμπεριφοράς, (β) η αλήθεια ή όχι του γεγονότος δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης της δυσφήμησης (βλ. άρ. 362 Π.Κ.), καθόσον σύμφωνα με τη διάταξη αυτή (362 Π.Κ.) η προσβολή προκύπτει από τον ισχυρισμό ή τη διάδοση γεγονότος που μπορεί να βλάψει το έννομο αγαθό της τιμής. Κατά συνέπεια, στοιχειοθετείται προσβολή της τιμής σε επίπεδο αρχικού αδίκου ακόμη και αν το γεγονός είναι αληθές, καθόσον μειώνεται η κοινωνική παράσταση του ατόμου στο κοινωνικό του περιβάλλον, (γ) υπέρ της ορθότητας της άποψης αυτής συνηγορεί και η Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου Ελληνικού Π.Κ. (σελ. 536), όπως αυτή αναφέρθηκε ανωτέρω. 3.3. ΟΙ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΣΗΣ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗΣ (ΑΡ. 366 ΠΑΡ. 1 ΕΔ. Β ΚΑΙ 366 ΠΑΡ. 3 Π.Κ.) 3.3.1. Η πρώτη αρνητική προϋπόθεση (άρ. 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ.) Η διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. εισάγει εξαίρεση στον κανόνα της διάταξης του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. και ειδικότερα απαγορεύει την απόδειξη της αλήθειας του δυσφημιστικού γεγονότος αν αυτό αφορά: (i) αποκλειστικά σχέσεις του οικογενειακού ή του ιδιωτικού βίου που (ii) δεν θίγουν το δημόσιο συμφέρον και (iii) ο ισχυρισμός ή η διάδοση έγιναν κακόβουλα». Τα ως άνω στοιχεία (i, ii, iii) πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά, δηλαδή πρώτα-πρώτα πρέπει να εξετάζεται αν το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός αφορά αποκλειστικά σχέσεις του οικογενειακού ή ιδιωτικού βίου, στη συνέχεια σε δεύτερο στάδιο πρέπει να διαπιστώνεται αν το εν λόγω γεγονός θίγει ή όχι το δημόσιο συμφέρον και τελικώς πρέπει να 15

διαπιστώνεται αν συντρέχει και το υποκειμενικό στοιχείο της κακοβουλίας από πλευράς του δράστη για τη διάδοση του γεγονότος. Όπως γίνεται αντιληπτό από τα ανωτέρω, ακόμη και αν το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι αληθές, κατ εξαίρεση του κανόνα που εισάγει η διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ., δηλαδή ότι αποκλείεται το αξιόποινο 23 σύμφωνα με την πρώτη άποψη ή ότι αίρεται το άδικο 24 σύμφωνα με τη δεύτερη άποψη, εφόσον συντρέχουν οι ως άνω υπό στοιχεία i), ii) και iii) όροι, ο δράστης θα τιμωρηθεί. 3.3.2. Δικαιολογητικός λόγος Η ως άνω διάταξη (366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ.) θεσπίστηκε για λόγους πρόνοιας και προστασίας του ιδιωτικού βίου του ατόμου. Άλλωστε η προστασία της ιδιωτικής ζωής του ατόμου κατοχυρώνεται ρητά και από το ίδιο το Σύνταγμα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 Συντ., όπου ορίζεται στο εδάφιο β ότι «η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη». Πρόνοια, λοιπόν, του Νομοθέτη είναι η προστασία του ιδιωτικού βίου του ατόμου από την περαιτέρω προσβολή που θα υφίστατο, αναμφίβολα, κατά την αποδεικτική διαδικασία ενώπιον του Ποινικού Δικαστηρίου, αναλογιζόμενου του δημόσιου χαρακτήρα αυτής 25. Έτσι, ακόμη και στην περίπτωση της αλήθειας του ισχυριζόμενου ή διαδιδόμενου γεγονότος που αφορούσε τον ιδιωτικό ή οικογενειακό βίο του ατόμου η ιδιωτική ζωή του ατόμου θα υφίστατο βλάβη καθόσον θα κοινολογούνταν οι ιδιωτικές του υποθέσεις. Με άλλα λόγια, η άρση του άδικου χαρακτήρα της δυσφήμησης λόγω της αλήθειας του ισχυριζόμενου ή διαδιδόμενου γεγονότος αποκλείεται και αντισταθμίζεται από την ανάγκη προστασίας του ιδιωτικού βίου του ατόμου. Μάλιστα στην Αιτιολογική Έκθεση του Σχ. Ελλ ΠΚ του 1933 (σελ. 536), ορίζεται ρητά ότι μοναδικός σκοπός της εισαγωγής της διάταξης αυτής, 23 Βλ. σελ. 12-13 της παρούσας 24 Βλ. σελ. 13-14 της παρούσας 25 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 1999, 224, Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 537-554 16

ήταν να μην επωφελείται ο δράστης «εν τη κακοβουλία του ορισμένων αληθών περιστατικών δια να δημιουργήσει επ αυτών την ηθική εξόντωση ετέρου ή δια να σύρη στηριζόμενος εις αυτά, εις την δημοσιότητα τον ιδιωτικόν και οικογενειακόν βίον ετέρου, εκεί όπου κανέν απολύτως κοινόν συμφέρον δεν επιβάλλει την πράξιν». Εν κατακλείδι, η διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. είναι δημόσιας τάξης, γεγονός που σημαίνει ότι ακόμη και αν το θύμα συναινεί ή προσφέρεται ή πολύ περισσότερο επιδιώκει να αποδείξει την αναλήθεια των δυσφημιστικών ισχυρισμών του δράστη, απαγορεύεται η απόδειξη της αλήθειας και ο δράστης θα τιμωρηθεί, για λόγους προστασίας της ιδιωτικής σφαίρας του ατόμου. 3.3.3. Νομική φύση Σύμφωνα με μία άποψη 26, η διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. αναφέρεται στον άδικο χαρακτήρα της πράξης της δυσφήμησης καθόσον υποστηρίζεται ότι προσβαλλόμενο έννομο αγαθό στη διάταξη αυτή είναι πρωτευόντως η τιμή και κατά δεύτερο λόγο η ιδιωτική σφαίρα του ατόμου. Έτσι, υποστηρίζεται ότι η τιμή σε συνδυασμό με την ιδιωτική σφαίρα του ατόμου υπερτερούν σε σχέση με την ελευθερία του ατόμου να λέει την αλήθεια κατ άρθρο 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ., με αποτέλεσμα η πράξη της δυσφήμησης, κατά την άποψη αυτή, να διατηρεί τον άδικο χαρακτήρα της. Ενώ, σύμφωνα με μία δεύτερη άποψη 27, η διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. έχει απλώς διαδικαστικό χαρακτήρα και δεν έχει να κάνει με τον άδικο χαρακτήρα της πράξης της δυσφήμησης, με τα ακόλουθα επιχειρήματα: (α) στη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. δεν ορίζεται 26 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Σωματικές βλάβες, 1991, 543, Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 551-554, ιδίου Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος Πανεπιστημιακές Παραδόσεις - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1980, 60, ο οποίος κάνει λόγο για «έγκλημα αδιακρισίας» 27 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 225 17

ότι η πράξη της δυσφήμησης είναι άδικη όταν το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός αναφέρεται στην οικογενειακή ή ιδιωτική ζωή του ατόμου, οπότε και θα μπορούσε να γίνει λόγος ότι προσβάλλεται μαζί και το έννομο αγαθό του ιδιωτικού βίου, αντιθέτως ορίζεται ότι απαγορεύεται απλώς η απόδειξη της αλήθειας (γραμματική ερμηνεία), (β) η απαγόρευση της απόδειξης της αλήθειας γεγονότος που αφορά τον ιδιωτικό ή οικογενειακό βίο πρέπει να συντρέχει σωρευτικά και με κακοβουλία του δράστη, γεγονός που σημαίνει ότι όταν δεν συντρέχει κακοβουλία αυτού τότε είναι δυνατό να αποδειχτεί η αλήθεια του γεγονότος παρότι αυτό αφορά τον ιδιωτικό ή οικογενειακό βίο του θύματος και εφόσον αποδειχτεί (η αλήθεια) θα αρθεί και ο άδικος χαρακτήρας της πράξης του δράστη. Κατά τη γνώμη μου, η ανωτέρω δεύτερη άποψη είναι ορθότερη διότι θεωρώ ιδιαίτερα καθοριστικό και πειστικό το ανωτέρω υπό στοιχείο (β) επιχείρημα, δηλαδή ότι στη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. σημαίνοντα ρόλο δεν έχει μόνο η ιδιωτική σφαίρα του ατόμου αλλά εξίσου κρίσιμο στοιχείο είναι και η από πλευράς του δράστη κακοβουλία (υποκειμενικό στοιχείο), η οποία πρέπει να συντρέχει σωρευτικά προκειμένου για τη στοιχειοθέτηση της ως άνω διάταξης. Ενώ, εάν αυτή (κακοβουλία) δεν συντρέχει τότε ο δράστης θα αθωωθεί παρότι ισχυρίστηκε ή διέδωσε γεγονός που αφορούσε τον ιδιωτικό βίο του θύματος, δηλαδή παρά την προσβολή του εννόμου αγαθού της ιδιωτικής σφαίρας του θύματος. Ωστόσο, θεωρώ ότι η προστασία του ιδιωτικού βίου του ατόμου αποτελεί τη ratio της θέσπισης της εν λόγω διάταξης από το Νομοθέτη προκειμένου να αποφευχθεί η επιπλέον προσβολή που θα υφίστατο η ιδιωτική σφαίρα του ατόμου κατά την αποδεικτική διαδικασία, και συνεπώς δεν έχει να κάνει με το άδικο της πράξης. 18

3.3.4. Ερμηνευτική προσέγγιση Ως «γεγονότα που αφορούν αποκλειστικά σχέσεις του οικογενειακού ή ιδιωτικού βίου που δεν θίγουν το δημόσιο συμφέρον» σύμφωνα με το υποκειμενικό κριτήριο θεωρούνται αυτά που το ενδιαφερόμενο άτομο επιθυμεί να κρατηθούν μακριά από τη δημοσιότητα, ενώ σύμφωνα με το αντικειμενικό κριτήριο λογίζονται αυτά που δεν αφορούν τη δημοσιότητα και που συνεπώς πρέπει να κρατηθούν μακριά από αυτή 28. Κατά τη γνώμη μου, μολονότι η επιθυμία του ατόμου περί περιφρούρησης του ιδιωτικού του βίου καθίσταται απολύτως σεβαστή και πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, εντούτοις, ορθότερο και πιο ασφαλές κριτήριο προκειμένου για τον χαρακτηρισμό του αν ένα γεγονός αφορά αποκλειστικά σχέσεις του οικογενειακού ή ιδιωτικού βίου ή όχι είναι το αντικειμενικό, δηλαδή οι σχέσεις εκείνες που η έννομη τάξη αποσκοπεί να προστατεύσει σύμφωνα με τις εκάστοτε επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις. Με άλλα λόγια, πρέπει να θεωρούνται όλες εκείνες οι εκδηλώσεις, καταστάσεις ή συμβάντα που έχουν καθαρά προσωπικό χαρακτήρα και που δεν επηρεάζουν με οποιοδήποτε τρόπο τα συμφέροντα άλλου ατόμου ή ευρύτερα του κοινωνικού συνόλου. Ωστόσο, επειδή ο προσδιορισμός του περιεχομένου του ιδιωτικού βίου του ατόμου καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής, στη θεωρία έχουν διατυπωθεί ενδεικτικά κάποιες σχέσεις που εντάσσονται σε αυτόν, όπως η σεξουαλική ζωή του ατόμου, οι προσωπικές σχέσεις μεταξύ των συζύγων, οι ασθένειες, οι προσωπικές συνήθειες, οι πεποιθήσεις κ.τ.λ. Οι ως άνω δύο προϋποθέσεις, δηλαδή (i) οι σχέσεις να αφορούν αποκλειστικά τον οικογενειακό ή ιδιωτικό βίο και (ii) να μη θίγουν το δημόσιο συμφέρον, σύμφωνα με την ορθότερη κατά τη γνώμη μου άποψη πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά και όχι διαζευκτικά, διότι αυτό συνάγεται από τη γραμματική διατύπωση της διάταξης (άρ. 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ.). 29. 30 28 Βλ. ειδικότερα, Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 532 επ. 29 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 223, Α. Μπουρόπουλο, Ερμηνεία του Ποινικού Κώδικος 1960, 674 και από Νομολογία ενδεικτικά σε ΑΠ 60/1979 ΠΧ ΚΘ, 374, ΑΠ 214/1952 ΠΧ Β, 365 30 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 555-558 19

Εξάλλου, υπάρχουν σχέσεις του ιδιωτικού βίου που θίγουν το δημόσιο συμφέρον, λ.χ. η περίπτωση της σύναψης εξωσυζυγικού δεσμού ενός Υπουργού της Κυβέρνησης με τρίτο πρόσωπο, το οποίο ασκεί επιρροή στην άσκηση των καθηκόντων και του δημόσιου λειτουργήματός του ή ένας συζυγικός καβγάς ο οποίος καταλήγει σε τραυματισμό του ενός συζύγου. Επομένως, όπως προκύπτει και από τα ως άνω παραδείγματα, δεν αποτελεί απαραίτητα στοιχείο της έννοιας των σχέσεων του οικογενειακού ή ιδιωτικού βίου το να μη θίγουν το δημόσιο συμφέρον, το οποίο νοείται ως το συμφέρον της κοινωνικής ολότητας. Ως «κακοβουλία», η οποία μάλιστα συναντάται και σε άλλες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα (βλ. άρ. 198, 199, 200, 312, 358 Π.Κ.), γίνεται δεκτό πως αποτελεί υποκειμενικό στοιχείο, δηλαδή ευρίσκεται στο χώρο της υποκειμενικής υπόστασης και εντάσσεται στον ευρύτερο χώρο του καταλογισμού, αποτελώντας αξιολογικό στοιχείο και έχει να κάνει με τα απώτερα ταπεινά κίνητρα του δράστη, όπως μίσος, εκδίκηση, εγωϊσμό, φιλαργυρία κ.ά. 31. Η «κακοβουλία», λοιπόν, γίνεται δεκτό πως αποτελεί μία γενική διάθεση βλάβης του εννόμου αγαθού της τιμής του θύματος και μαρτυρεί την αντικοινωνική προσωπικότητα του δράστη, αποδεικνυόμενη από τα ταπεινά κίνητρά του (μίσος, εκδίκηση κ.τ.λ.). 3.4. Η δεύτερη αρνητική προϋπόθεση (άρ. 366 παρ. 3 Π.Κ.) 3.4.1. Γενικά Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 3 Π.Κ. «η απόδειξη της αλήθειας του γεγονότος που αφορά η δυσφήμηση δεν αποκλείει την τιμωρία για εξύβριση, αν από τον τρόπο που εκδηλώθηκε ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε η δυσφήμηση προκύπτει σκοπός εξύβρισης». Έτσι, ακόμη και αν το 31 Βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 223-224, Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 566-569, Ι. Μανωλεδάκη σε Ερμηνεία κατ άρθρο των όρων του Ειδικού Μέρους του Π.Κ., 1996, 129 20

ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι αληθές, οπότε αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της δυσφήμησης, ο δράστης μπορεί να τιμωρηθεί για εξύβριση (άρ. 361 Π.Κ.), εφόσον από τον τρόπο εκδήλωσης ή τις περιστάσεις τέλεσης της πράξης προκύπτει σκοπός εξύβρισης, όπως ο όρος αυτός θα αναλυθεί στη συνέχεια της παρούσας. Με άλλα λόγια, η διάταξη του άρθρου 366 παρ. 3 Π.Κ. εισάγει έναν λόγο αποκλεισμού της άρσης του άδικου χαρακτήρα της πράξης της δυσφήμησης που εισήγαγε το άρθρο 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ. Σημειωτέον ότι πανομοιότυπη διατύπωση αλλά με διαφορετική ποινική κύρωση συναντάμε και στη διάταξη του άρθρου 367 παρ. 2 Π.Κ., όπως αυτή θα αναλυθεί στη συνέχεια της παρούσας. 3.4.2. Νομική φύση του «σκοπού εξύβρισης» Σύμφωνα με την αντικειμενική άποψη 32, ο σκοπός εξύβρισης προκύπτει όταν από τον τρόπο της διάδοσης ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη προκύπτει μία αυτοτελής, μειωτική της τιμής αξιολόγηση (εξύβριση) που δεν καλύπτεται από την ανάγκη έκφρασης του αληθινού γεγονότος. Έτσι, σύμφωνα με την άποψη αυτή, ο νομοθέτης παρέχει στον σκοπό αυτό επικαλυπτικό του αδίκου και όχι αυτοτελή χαρακτήρα, καθώς συνδέεται άμεσα με τον τρόπο εκδήλωσης και τις περιστάσεις τέλεσης της πράξης. Ειδικότερα, στα πλαίσια της αντικειμενικής άποψης, έχουν διατυπωθεί δύο ειδικότερες προσεγγίσεις: (α) Σύμφωνα με την πρώτη προσέγγιση 33, η οποία κάνει λόγο για «εξύβριση με τη μορφή», ο τρόπος της εκδήλωσης και οι εκάστοτε περιστάσεις αποτελούν 32 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 500-507, Α. Κατσαντώνη σε ΠοινΧρ 1971, 612, Ε. Συμεωνίδου Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 223, ομοίως σε, Οι ανεκτές προσβολές της τιμής, σε Μελέτες Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου, 2003, 719 είτε σε Εμβάθυνση στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, 2008, 877-890 είτε σε Υπερ. 1995, 580, Ν. Παρασκευόπουλο, Τα θεμέλια του Ποινικού Δικαίου, 2008, 171-172. 33 Βλ. Δ. Σπινέλλη, Το έννομο αγαθό της τιμής και οι αξιόποιναι αυτού προσβολαί, 1976, 500-507 21

στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης της εξύβρισης. Σύμφωνα με την άποψη αυτή εξύβριση μπορεί να διαπραχθεί και μόνο με τον τρόπο και τη μορφή της εκδήλωσης, ανεξάρτητα από το περιεχόμενό της. Ειδικότερα, «εξύβριση με τη μορφή» υφίσταται, όταν ο τρόπος και οι περιστάσεις της εκδήλωσης κατά την αντικειμενική τους ερμηνεία αντιστοιχούν σε ένα καταφρονητικό περιεχόμενο, έχουν δηλαδή σημασία εξυβριστική. Η αντικειμενική εκτίμηση ότι ο τρόπος και οι περιστάσεις της εκδήλωσης έχουν καταφρονητικό περιεχόμενο δικαιολογείται από το γεγονός ότι η μορφή μιας εκδήλωσης, επαναλαμβανόμενη διαρκώς στις κοινωνικές σχέσεις, συνδέεται πολύ συχνά τόσο με το περιεχόμενό της ώστε να αποκτά ένα «αντικειμενικό νόημα», ένα δηλαδή διανοητικό περιεχόμενο γνωστό σε ευρύ κοινό 34. Στο βαθμό, λοιπόν, που η χρησιμοποίηση μιας μορφής έκφρασης γίνεται αντιληπτή, τόσο από το δράστη όσο και από τους αποδέκτες της, ως μετάδοση συγκεκριμένου διανοητικού περιεχομένου, ο δράστης χρησιμοποιώντας τη συγκεκριμένη αυτή μορφή, μεταδίδει εσκεμμένα το αντίστοιχο διανοητικό περιεχόμενο. Στην προκειμένη περίπτωση το διανοητικό αυτό περιεχόμενο έχει χαρακτήρα καταφρονητικό. Από υποκειμενικής πλευράς, όπως και στην εξύβριση (361 Π.Κ.) αρκεί η γνώση από τον δράστη του εξυβριστικού χαρακτήρα της εκδήλωσης ή της συμπεριφοράς και η βούληση να περιέλθει σε γνώση του αποδέκτη της. Η διάταξη του άρθρου 366 παρ. 3 Π.Κ., καταλήγει η άποψη αυτή, αφορά το αξιόποινο του υπόλοιπου προσβολής της τιμής, που απομένει μετά από την άρση του άδικου χαρακτήρα του περιεχομένου της εκδήλωσης, όταν υφίσταται «εξύβριση με τη μορφή». Ενώ, στις περιπτώσεις που δεν συντρέχει λόγος άρσης του αδίκου, η απαξία της μορφής απορροφάται από την απαξία του περιεχομένου της προσβλητικής εκδήλωσης. Ως τρόπος της εκδήλωσης, που θα πρέπει να είναι εμφανώς μειωτικός και προσβλητικός, νοείται λ.χ., κατά την άποψη αυτή, η έκφραση που χρησιμοποιήθηκε, ο τόνος της φωνής (εριστικός, υψωμένος) καθώς και η υπερβολή δημοσιότητας, όταν δηλαδή δίνεται περισσότερη δημοσιότητα σε 34 Βλ. ειδικότερα, όπου παραπάνω, σ. 504 22

ένα θέμα από όση θα δικαιολογούσε το συμφέρον του κοινού για ενημέρωση, λ.χ. ένα γεγονός μικρής εγκληματικότητας τοποθετείται στην πρώτη σελίδα και με μεγάλο τίτλο εφημερίδας πανελλήνιας κυκλοφορίας και με ευρύ αναγνωστικό κοινό. (β) Σύμφωνα με τη δεύτερη προσέγγιση 35, ο σκοπός εξύβρισης (στην αρνητική του μορφή) αποτελεί διαγνωστικό μέσο για την πλήρωση των αντικειμενικών όρων της άρσης του αδίκου. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η πραγμάτωση της προσβλητικής εκδήλωσης κατά τρόπο και υπό περιστάσεις που αντικειμενικά δεν προδίδουν σκοπό εξύβρισης, που δεν δίνουν δηλαδή την εντύπωση ότι ο δράστης διαπνέεται από σκοπό εξύβρισης (τήρηση των προϋποθέσεων της καταλληλότητας, της αναγκαιότητας και της αναλογίας με τη στενή έννοια, όπως αναλυτικά θα αναφερθούν στη συνέχεια της παρούσας) αποτελεί προϋπόθεση της άρσης του αδίκου. Κατά την άποψη αυτή, σκοπός εξύβρισης προκύπτει όταν ο τρόπος και οι περιστάσεις της έκφρασης είναι προφανώς δυσανάλογες προς το γεγονός που ισχυρίζεται ο δράστης, με άλλα λόγια όταν ο τρόπος παρουσίασης του γεγονότος υπερακοντίζει το περιεχόμενό του και γενικότερα όταν οι περιστάσεις και ο τρόπος τέλεσης της πράξης οδηγούν σε μεγαλύτερης έντασης προσβολή της τιμής. Για παράδειγμα, ο Α σε μία φιλική συγκέντρωση όπου συμμετέχει και ο Β με δυνατή φωνή, χειρονομίες, χλευασμό και εριστικό ύφος αναφέρει για τον Β ότι είναι ομοφυλόφιλος και συμμετέχει σε ομοφυλοφιλικές πράξεις, γεγονός το οποίο ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Στο παράδειγμα αυτό, ο Α θα μείνει ατιμώρητος για την πράξη της δυσφήμησης (άρ. 362 Π.Κ.) σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. α Π.Κ., διότι το γεγονός που ισχυρίστηκε ήταν αληθές, ωστόσο θα τιμωρηθεί για εξύβριση (άρ. 361 Π.Κ.), διότι ο τρόπος εκδήλωσης της συμπεριφοράς του, ήτοι τόνος φωνής, έκφραση, και όχι το περιεχόμενο των λόγων του, συνιστά αυτοτελή προσβολή της τιμής του Β. Σημειωτέον ότι το ως 35 Βλ. Α. Κατσαντώνη σε ΠΧ 1971, 612, Ε. Συμεωνίδου Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, 1999, 223, ομοίως σε, Οι ανεκτές προσβολές της τιμής, σε Μελέτες Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου, 2003, 719 είτε σε Εμβάθυνση στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, 2008, 877-890 είτε σε Υπερ. 1995, 580. 23

άνω παράδειγμα εμπίπτει και στη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 εδ. β Π.Κ. καθόσον ο ισχυρισμός αφορούσε γεγονός του ιδιωτικού βίου (σεξουαλικές προτιμήσεις), που δεν θίγει το δημόσιο συμφέρον και εφόσον κριθεί ότι έγινε από το δράστη κακόβουλα. Από υποκειμενικής πλευράς, κατά την άποψη αυτή, όπως και με την ως άνω πρώτη άποψη, αρκεί η γνώση από τον δράστη του εξυβριστικού χαρακτήρα της εκδήλωσης ή της συμπεριφοράς του και η βούληση να περιέλθει σε γνώση του αποδέκτη της. Σύμφωνα με την υποκειμενική άποψη 36, ο σκοπός εξύβρισης αποτελεί αρνητικό υποκειμενικό όρο άρσης του αδίκου (animus iniuriadi), δηλαδή ειδικό λόγο που αποκλείει την ήδη διαπιστωθείσα άρση του αδίκου από δικαιολογημένο ενδιαφέρον. Κατά την άποψη αυτή, λοιπόν, σκοπός εξύβρισης είναι η επιδίωξη του δράστη να μειώσει την τιμή του θύματος με την πράξη του (άμεσος δόλος α βαθμού) 37. Η ως άνω άποψη αντλεί επιχειρήματα καταρχάς από το γράμμα του νόμου, ήτοι από τη διατύπωση της διάταξης του άρθρου 366 παρ. 3 Π.Κ., στην οποία γίνεται λόγος ρητά για «σκοπό εξύβρισης» και όχι για «τρόπο τέλεσης της πράξης», ώστε κατά την άποψη αυτή η έμφαση να δίνεται στο σκοπό εξύβρισης (υποκειμενικό στοιχείο) και όχι στον τρόπο και τις περιστάσεις τέλεσης της πράξης (αντικειμενικό στοιχείο). Σύμφωνα με την ως άνω άποψη, η εξάρτηση της άρσης του αδίκου από ένα στοιχείο υποκειμενικό δικαιολογείται από το γεγονός ότι εφόσον η δικαιολόγηση της αρχικά άδικης συμπεριφοράς επιτυγχάνεται με πιο ευνοϊκούς όρους σε σχέση με τους άλλους γενικούς λόγους άρσης του αδίκου, όπως άμυνα (άρ. 22 Π.Κ.), κατάσταση ανάγκης (άρ. 25 Π.Κ.), ώστε να αποβαίνει σε βάρος του εννόμου αγαθού της τιμής, ο Νομοθέτης προκειμένου να αποκαταστήσει την ισορροπία επέλεξε να εξαιρέσει από το πεδίο της 36 Βλ. Κ. Χατζηκώστα, Προσβολές της τιμής από δικαιολογημένο ενδιαφέρον, 119 επ., Π. Παπαδάτο, σε ΠοινΧρ 1955, 218-219, Δ. Καρανίκα, σε Αρμ 1962, 115 37 Βλ. ενδεικτικά ΑΠ 27/1990, ΑρΧΝ 1990, 178, ΔΝαυτΠειρ 421/1993, ΠΧ, ΜΔ, 256, ΑΠ 1886/1997, ΑΠ 1008/1992, Υπερ. 1993, 60 24