Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2003, Περίληψη : Θέατρο ρωμαϊκού μικρασιατικού τύπου στην πόλη Μύρα (σημ. Demre) της επαρχίας της Λυκίας, στο νότιο τμήμα της Τουρκίας. Είναι χτισμένο εντός των ορίων της πόλης, με προσανατολισμό προς τα νότια. Χρονολογείται στα Αυτοκρατορικά χρόνια, συγκεκριμένα στο 2ο αιώνα (141 150), ενώ σε μεταγενέστερους χρόνους υπέστη μετατροπές: τον 3ο αιώνα μεταβλήθηκε σε αρένα για αμφιθεατρικά παιχνίδια και αργότερα, το 300, μετατράπηκε σε πισίνα για θεάματα που σχετίζονται με το νερό. Σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση το κοίλο του, ενώ από το σκηνικό οικοδόμημα διατηρείται και ο όροφος. Φέρει πλούσιο γλυπτό διάκοσμο με ανάγλυφες μορφές. Χρονολόγηση 2ος αιώνας Γεωγραφικός Εντοπισμός Μύρα, Λυκία 1. Θέση Εντός της αρχαίας πόλης Μύρα της Λυκίας, στα ανατολικά της Νεκρόπολης βρίσκεται το θέατρο. Είναι χτισμένο πάνω σε φυσική πλαγιά, εκμεταλλευόμενο την κλίση της, και έχει προσανατολισμό προς τα νότια. 1 2. Αρχιτεκτονικός σχεδιασμός Πρόκειται για θέατρο ρωμαϊκού-μικρασιατικού τύπου, που παρουσιάζει κατασκευαστικές ομοιότητες στο κοίλο και στο σκηνικό οικοδόμημα και με άλλα θέατρα της Μικράς Ασίας, όπως, για παράδειγμα, αυτά που βρίσκονται στις πόλεις Τλω, Ξάνθο, Λίμυρα, Kαδύανδα, Aρύκανδα, Πίναρα, Τερμησσό, Σέλγη, Σαγαλασσό. 2 Για την κατασκευή των αναλημμάτων χρησιμοποιήθηκαν θολωτές υποκατασκευές, προκειμένου να καλυφθεί η διαφορά κλίσης του εδάφους. 3 Το κοίλο, διαμέτρου 110 μ. και γενικού ύψους 23,44 μ., έχει σχήμα μεγαλύτερο του ημικυκλίου και είναι προσανατολισμένο προς τα νοτιοδυτικά. Διαιρείται σε δύο τμήματα (maeniana) μέσω ενός περιμετρικού διαδρόμου. To κάτω τμήμα του κοίλου (θέατρο, ima cavea) αποτελείται από είκοσι εννέα σειρές εδωλίων και διαιρείται μέσω δεκατεσσάρων κλιμάκων σε δεκατρείς στενές κερκίδες (cunei). 4 Ο περιμετρικός διάδρομος (διάζωμα) περιλαμβάνει σειρά μαρμάρινων θρόνων με ερισίχειρα μορφής δελφινιού. Στο πίσω μέρος του ορίζεται από στηθαίο πάνω στο οποίο διακρίνονται χαραγμένα ονόματα (graffiti), πιθανότατα ενδείξεις ότι οι θέσεις αυτές προορίζονταν για συγκεκριμένα άτομα. Από το άνω τμήμα του κοίλου (summa cavea, επιθέατρο), το οποίο διαιρείται σε είκοσι έξι στενές κερκίδες μέσω είκοσι επτά κλιμάκων, σώζονται οι πρώτες έντεκα σειρές εδωλίων. Στο πίσω μέρος των εδωλίων δημιουργείται μια φαρδιά εγκοπή που χωρίζει το κυρίως κάθισμα από τα πόδια του υπερκείμενου θεατή. Πιθανότατα πάνω από το άνω τμήμα του κοίλου υπήρχαν στηρίγματα για το σκίαστρο (velum), που σήμερα δε σώζονται, και στεγασμένος περιμετρικός διάδρομος ύψους 3,30 μ. Η ορχήστρα, διαμέτρου 30 μ., υπέστη τροποποιήσεις τον 3ο αιώνα, όταν το θέατρο μετατράπηκε σε αρένα: ο περιμετρικός τοίχος της έγινε πιο ψηλός, σαν στηθαίο, για την προστασία των θεατών από τα βίαια δρώμενα. Οι πάροδοι, που αρχικά ήταν ανοιχτοί στεγάστηκαν με ημικυλινδρικό θόλο, ενοποιώντας έτσι το κοίλο με το σκηνικό οικοδόμημα. Αυτό είναι ορατό σήμερα μόνο στην ανατολική πάροδο. Το σκηνικό οικοδόμημα είναι επίμηκες, ορθογώνιας κάτοψης και διαθέτει γωνιακούς χώρους. 5 Η πρόσοψη της σκηνής διαμορφωνόταν από κίονες κορινθιακού ρυθμού, οι οποίοι πατούσαν πάνω σε ορθογώνια βάθρα και χωρίζονταν σε τέσσερις ομάδες των τεσσάρων, ενώ δύο ζεύγη κιόνων διαμορφώνονταν στα ακραία τμήματα. Σώζονται αρκετοί από τους γρανιτένιους κίονες, καθώς και άλλα στοιχεία της ανωδομής. Οι πέντε θύρες της πρόσοψης της σκηνής έφεραν υπέρθυρα και παραστάδες με πλούσια διακόσμηση από κυμάτια (λέσβιο, ιωνικό, δωρικό) και αστραγάλους. Δημιουργήθηκε στις 25/8/2017 Σελίδα 1/5
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2003, Το θέατρο στα Μύρα της Λυκίας φέρει συνολικά πλούσιο γλυπτό διάκοσμο. 6 Στο διαχωριστικό στηθαίο του περιμετρικού διαδρόμου που χωρίζει τα δύο τμήματα του κοίλου ανοίγονται κόγχες διακοσμημένες με ανάγλυφες μορφές: απεικονίζονται η Τύχη της πόλης, αντίγραφο του αγάλματος που ο Οπραμόας ανέθεσε μετά το σεισμό του 141, και η Άρτεμις Ελευθέρα, αντίγραφο του λατρευτικού αγάλματος της θεάς στον ομώνυμο ναό στα Μύρα. Το κλειδί του τόξου της ανατολικής παρόδου κοσμείται με ανάγλυφη κεφαλή Μέδουσας. Τα φατνώματα της οροφής της σκηνής κοσμούνται με δύο ανάγλυφες μορφές, της Μέδουσας και του Γανυμήδη με φρυγικό σκούφο και τον αετό του Δία. Τέλος η πρόσοψη της σκηνής κοσμείται με ζωφόρους θεατρικών προσωπείων, τοποθετημένων άλλοτε ανάμεσα σε γιρλάντες και άλλοτε διαχωριζόμενων από βλαστούς και έλικες. 7 3. Οικοδομική Το κοίλο του θεάτρου είναι κατασκευασμένο από τοπικό ασβεστόλιθο κατά το ισόδομο σύστημα τοιχοποιίας. Το σκηνικό οικοδόμημα και το προσκήνιο έχουν χτιστεί με ωμές πλίνθους (opus latericium) σε συνδυασμό με χυτή τοιχοποιία (opus caementicium). Οι λιθόπλινθοι είναι καλά λαξευμένοι και φέρουν περιταίνιο. 4. Χρονολόγηση Από τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα η χρονολόγηση του θεάτρου ανάγεται στο 2ο αιώνα. Πιθανότατα χτίστηκε μετά το σεισμό του 141, στη θέση προγενέστερου θεάτρου. 8 Χρηματοδότες στάθηκαν ο Οπραμόας από τη Ροδιάπολη, ο Ιάσων, γιος του Νικοστράτου από τις Κυανές, ο Licinius Langus από τα Οινόανδα. 9 Κατά τον 3ο αιώνα η ορχήστρα μετατράπηκε σε αρένα για αμφιθεατρικά παιχνίδια. Αργότερα, γύρω στο 300, τροποποιήθηκε σε πισίνα για θεάματα που σχετίζονται με το νερό (εικονικές ναυμαχίες, μπαλέτα). 5. Σημερινή κατάσταση Το θέατρο σώζεται σε καλή κατάσταση, ιδιαίτερα το σκηνικό οικοδόμημά του που θεωρείται από τα πιο καλοδιατηρημένα στην περιοχή της Λυκίας. Πλήθος αρχιτεκτονικών μελών (ζωφόροι με θεατρικές μάσκες, κίονες, βάσεις, επιστύλια, κιονόκρανα, επίκρανα κ.ά.) βρίσκονται διάσπαρτα στην ευρύτερη περιοχή. Το θέατρο μελετήθηκε πρώτη φορά το 19ο αιώνα από το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, ενώ ανασκάφηκε και αναστηλώθηκε αργότερα. 10 1. Toksöz, C., Ancient Cities of Lycia (Istanbul 1988), σελ. 109-110. 2. Βλ. Knoblauch, P. Özbek, H.Y., Neuere Untersuchungen an der scenae frons des Theaters von Myra, στο Blakolmer, F. Krierer, K.R. Kollegen, Schülern und Freunden I (Wien 1996), σελ. 191-193. 3. Sear, F., Roman Theatres. An Architectural Study (Oxford 2006), σελ. 370. 4. Knoblauch, P. Özbek, H.Y., Neuere Untersuchungen an der scenae frons des Theaters von Myra, στο Blakolmer, F. Krierer, K.R. Krinziger, F. κ.ά. (επιμ.), Fremde Zeiten: Festschrift für Jürgen Borchhardt zum sechzigsten Geburtstag am 25. Februar 1996 dargebracht von Kollegen, Schülern und Freunden I (Wien 1996), σελ. 191, όπου αναφέρει 30 σειρές εδωλίων που χωρίζονται από 14 κλίμακες. 5. Το συνολικό ύψος της σκηνής από το επίπεδο της ορχήστρας έως το θριγκό του άνω ορόφου (22,73 μ. μαζί με 2-2,5 μ. μέχρι την οροφή) έρχεται σε αναλογία με το ύψος του κοίλου: Knoblauch, P. Özbek, H.Y., Neuere Untersuchungen an der scenae frons des Theaters von Myra, στο Blakolmer, F. Krierer, K.R. Krinziger, F. κ.ά. (επιμ.), Fremde Zeiten: Festschrift für Jürgen Borchhardt zum sechzigsten Geburtstag am 25. Februar 1996 dargebracht von Kollegen, Schülern und Freunden I (Wien 1996), σελ. 206. Δημιουργήθηκε στις 25/8/2017 Σελίδα 2/5
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2003, 6. Borchhardt, J. Feld, O., Myra. Eine lykische Metropole in antiker und byzantinischer Zeit (Istambuler Forschungen 30, Berlin 1975), σελ. 58-60, πίν. 22-27 LIMC II (1983), σελ. 755, αρ. 2, βλ. λ. Artemis Eleuthera (R. Fleischer). 7. Borchhardt, J. Feld, O., Myra. Eine lykische Metropole in antiker und byzantinischer Zeit (Istambuler Forschungen 30, Berlin 1975), σελ. 59, πίν. 25 27. Διακοσμητικά θεατρικά προσωπεία εμφανίζονται πρώτη φορά στην περιοχή της Λυκίας, στο υστεροελληνιστικό θέατρο, στο εθνικό ιερό των Λυκίων στο Λητώον. Borchhardt, J. Feld, O., Myra. Eine lykische Metropole in antiker und byzantinischer Zeit (Istambuler Forschungen 30, Berlin 1975), σελ. 58, σημ. 47. 8. Βλ. Knoblauch, P. Özbek, H.Y., Neuere Untersuchungen an der scenae frons des Theaters von Myra, στο Blakolmer, F. Krierer, K.R. Kollegen, Schülern und Freunden I (Wien 1996), σελ. 205. 9. Βλ. Knoblauch, P. Özbek, H.Y., Neuere Untersuchungen an der scenae frons des Theaters von Myra, στο Blakolmer, F. Krierer, K.R. Kollegen, Schülern und Freunden I (Wien 1996), σελ. 191, 206. 10. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 204. Βιβλιογραφία : De Bernardi Ferrero D., Teatri classici in Asia Minore 3, Roma 1970 De Bernardi Ferrero D., Teatri classici in Asia Minore 4, Roma 1974 Ciancio Rossetto P., Pisani Sartorio G., Teatri Greci e Romani, alle Origini del Linguaggio rappresentato, ΙΙΙ, Seat 1994-1996 Sear F., Roman Theatres. An Architectural Study, Oxford 2006 Knoblauch P., Özbek H.Y., "Neuere Untersuchungen an der scenae frons des Theaters von Myra", Blakolmer, F. Krierer, K.R. Krinziger, F. (eds), Fremde Zeiten: Festschrift für Jürgen Borchhardt zum sechzigsten Geburtstag am 25. Februar 1996 dargebracht von Kollegen, Schülern und Freunden, I, Wien 1996, 189-207 Feld O., Borchhardt J., Myra. Eine lykische Metropole in antiker und byzantinischer Zeit, Berlin 1975, Istambuler Forschungen 30 Δικτυογραφία : Myra http://www.anatolia.luwo.be/index.htm?myra.htm&1 Γλωσσάριo : ανάλημμα, το 1. Τοίχος (ή σύστημα τοίχων) που οικοδομείται με σκοπό τη συγκράτηση όγκου χώματος. 2. Κατακόρυφοι τοίχοι που ορίζουν τα δύο πέρατα του κοίλου προς την πλευρά των παρόδων του αρχαίου θεάτρου. αστράγαλος, ο Διακοσμητικό μοτίβο που αποτελείται από ημιωοειδή στοιχεία εναλλάξ με φακοειδή πλακίδια. Στην αρχιτεκτονική o αστράγαλος εμφανίζεται συνήθως ανάγλυφος και η θέση του είναι κάτω από το ιωνικό και το λέσβιο κυμάτιο. Δημιουργήθηκε στις 25/8/2017 Σελίδα 3/5
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2003, βάθρο, το Βάση για τη στήριξη προτομής, στήλης ή αγάλματος. γιρλάντες, οι Διακοσμητικό μοτίβο που παριστάνει μπουκέτα από λουλούδια και πλεγμένους μίσχους φυτών. διάζωμα, το (λατ. praecinctio) Ο οριζόντιος περιμετρικός διάδρομος που χωρίζει το κοίλο των αρχαίων θεάτρων σε άνω και κάτω τμήμα. εδώλιο, το 1. Πάγκος, κάθισμα, έδρανο ξύλινο ή λίθινο. 2. Το κάθισμα του θεάτρου ή το σύνολο των καθισμάτων του κοίλου. έλικα, η α) Η περιστρεφόμενη ταινία γύρω από τον οφθαλμό του ιωνικού κιονοκράνου, β) το ελικοειδές ή κυματοειδές κόσμημα. επίκρανο, το Αρχιτεκτονικό μέλος που επιστέφει την παραστάδα ή τον πεσσό. επιστύλιο, το Η δοκός που ήταν τοποθετημένη πάνω από τους κίονες (στύλους) και ακριβώς πάνω από τα κιονόκρανα. Αρχικά το επιστύλιο κατασκευαζόταν από ξύλο, ενώ αργότερα ήταν λίθινο (πώρινο ή μαρμάρινο). Στους ναούς της Αρχαιότητας αποτελεί το κατώτατο τμήμα του θριγκού. ζωφόρος, η 1. (αρχιτεκτονική) Tμήμα του θριγκού πάνω από το επιστύλιο, το οποίο αποτελείται στο μεν δωρικό ρυθμό από εναλλασσόμενα τρίγλυφα και μετόπες, στο δε ιωνικό από ενιαία επιφάνεια που φέρει συνήθως ανάγλυφη διακόσμηση. 2. (ζωγραφική) Διακοσμητική οριζόντια ταινία που περιτρέχει διάφορα μέρη ενός αγγείου ή το άνω μέρος των τοίχων ενός δωματίου. θόλος, ο Ημισφαιρική οροφή. ισόδομο σύστημα, το Σύστημα δόμησης τοίχων και τειχών σε συνεχείς ισοϋψείς στρώσεις ισομεγέθων ορθογώνιων πλίνθων ή λίθων. Αυτοί τοποθετούνται σε σειρές έτσι ώστε το σημείο εφαρμογής των δύο υποκείμενων λίθων να βρίσκεται στο μέσο εκείνου της υπερκείμενης σειράς. Διακρίνεται σε ορθογώνιο και τραπεζιόσχημο, αναλόγως αν οι στενές πλευρές των λίθων είναι κατακόρυφες ή κεκλιμένες. κερκίδες, οι (cunei) Ομόκεντρα σφηνοειδή τμήματα στα οποία χωρίζονται, με τη βοήθεια στενών κλιμάκων, τα καθίσματα του κοίλου του αρχαίου θεάτρου. κίονας, ο Κατακόρυφο στήριγμα κυκλικής διατομής που αποτελείται κατά κανόνα από τρία μέρη: βάση, κορμό και κιονόκρανο. Υποβαστάζει το θριγκό ενός οικοδομήματος. Ο δωρικός κίονας δεν έχει βάση, σε αντίθεση με τον ιωνικό και τον κορινθιακό. κιονόκρανο, το Το επιστέφον στοιχείο ενός κίονα, που αποτελεί τη μετάβαση μεταξύ του κατακόρυφου στηρίγματος και του οριζόντιου στοιχείου του επιστυλίου. Κατά την Αρχαιότητα η διακόσμηση του κιονόκρανου αποτελεί το χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε ρυθμού. Το δωρικό κιονόκρανο φέρει άβακα και εχίνο, το ιωνικό επιπλέον έλικες και προσκεφάλαιο, ενώ το κορινθιακό φέρει άβακα και κάλαθο με φύλλα ακάνθου. κλειδί τόξου, το Ο κεντρικός σφηνόλιθος τόξου, θόλου ή καμάρας. κόγχη, η Ημικυκλικής κάτοψης εσοχή στην επιφάνεια του τοίχου. Κόγχη ονομάζεται επίσης η αψιδωτή απόληξη μιας πλευράς ορθογώνιου χώρου. κοίλο, το (cavea) Το ομόκεντρο, συνήθως ημικυκλικό, πρανές του αρχαίου θεάτρου, όπου κάθονται οι θεατές. κορινθιακός ρυθμός, ο Αρχιτεκτονικός ρυθμός, ο πιο διακοσμητικός από τους αρχαίους ρυθμούς. Αναπτύχθηκε τον 4ο αι. π.χ. στην κυρίως Ελλάδα και αποτέλεσε τον πιο διαδεδομένο ρυθμό κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο. Διαφέρει ελάχιστα από τον ιωνικό, διατηρώντας παραπλήσιες αναλογίες με αυτόν. Ο κίονάς του εμφανίζει τις ίδιες ραβδώσεις, στέφεται όμως από εντελώς διαφορετικό κιονόκρανο, το οποίο αποτελείται από κάλαθο επενδεδυμένη εξωτερικά με τρεις σειρές πλαστικού φυτικού διάκοσμου. Οι δύο κατώτερες επάλληλες σειρές αναπαριστούν φύλλα ακάνθου, ενώ η ανώτερη σειρά περιλαμβάνει τέσσερις έλικες, τοποθετημένες συμμετρικά ανά δύο. Από αυτές, οι δύο ακραίες έχουν μεγαλύτερο ύψος, προεξέχουν κατά τη διαγώνιο και υποστηρίζουν την προέχουσα γωνία του άβακα, ενώ οι μεσαίες κάμπτονται προς τον κεντρικό άξονα του κίονα. Ο θριγκός στον κορινθιακό ρυθμό είναι όμοιος με τον ιωνικό. Δημιουργήθηκε στις 25/8/2017 Σελίδα 4/5
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2003, κυμάτιο, το Διακοσμητικό μέλος μιας επιφάνειας με καμπύλη διατομή. Το κυμάτιο προορίζεται να χωρίσει ή να τονίσει δύο επιφάνειες. Στην αρχιτεκτονική της Αρχαιότητας ανάλογα με τη διατομή και τη διακόσμησή τους τα κυμάτια διακρίνονται σε δωρικά, ιωνικά και λέσβια. λιθόπλινθος, ο Λίθινο παραλληλεπίπεδο στοιχείο που προκύπτει από συνήθη κοπή και παρουσιάζει αναλογίες αντίστοιχες με την πλίνθο. Οι λιθόπλινθοι με όμοια ή ποικίλα μεγέθη χρησιμοποιούνται κυρίως στο ισόδομο σύστημα τοιχοποιίας. ορχήστρα, η Χώρος ανάμεσα στη σκηνή και το κοίλο του αρχαίου θεάτρου, όπου διεξάγονται τα θεατρικά δρώμενα. Είναι συνήθως ημικυκλικού σχήματος και σπανιότερα κυκλικού. παραστάδα, η Επίμηκες αρχιτεκτονικό μέλος, εγκάρσια τοποθετημένο σε τοίχους, συνήθως για τη στήριξη γείσων ή αετωμάτων. πάροδος, η Διάδρομος μεταξύ της σκηνής και των πλευρικών αναλημματικών τοίχων του κοίλου, από όπου έμπαινε ο χορός στην ορχήστρα του θεάτρου. περιταίνιο, το Η περιμετρική γλυφή πλάτους 0,5-3 εκ. που διαμορφώνεται σε ορισμένους λίθους, όταν εξομαλύνονται οι τέσσερις ή τουλάχιστον οι τρεις ακμές της ορατής επιφάνειάς τους. Η κυρτή επιφάνεια που παρέμενε μέσα σε αυτό το πλαίσιο λέγεται άπεργο ή καθρέφτης. ρωμαϊκού-μικρασιατικού τύπου θέατρο, το Το θεατρικό οικοδόμημα όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο στο μικρασιατικό χώρο. Αποτελεί συνδυασμό του ελληνικού και του ρωμαϊκού τύπου με κοίλο μεγαλύτερο του ημικυκλίου και μνημειώδη σκηνή πολλών ορόφων, η οποία συχνά εφάπτεται στα άκρα του πετάλου των κερκίδων και κλείνει το οικοδόμημα. σκηνή, η (scaena) Αρχικά το μέρος όπου έπαιζαν οι ηθοποιοί. Αργότερα αποτέλεσε το μόνιμο κτίσμα που έκλεινε τη μία πλευρά του θεάτρου και διέθετε βοηθητικούς χώρους για την προετοιμασία των ηθοποιών και τη φύλαξη των μηχανημάτων. σκίαστρο, το (πέτασος, τέντα, λατ. velum) Παραπέτασμα από καραβόπανο που στεγάζει το κοίλο προστατεύοντας τους θεατές από τις καιρικές συνθήκες. τόξο, το Ημικυκλική κατασκευή που καλύπτει ανοίγματα στην τοιχοποιία και είναι ικανή να φέρει το βάρος των υπερκείμενων όγκων και να μεταφέρει τις πιέσεις στα πλάγια. Συχνά έχει διακοσμητικό ρόλο. φάτνωμα, το Κοίλες εσοχές, τετράγωνης ή πολυγωνικής μορφής, με διακοσμητικό χαρακτήρα, που διαμορφώνονται στην οροφή των κτηρίων. Στο εσωτερικό τους έφεραν ανάγλυφη ή γραπτή διακόσμηση. Συνήθως διακοσμούνταν με φυτικά μοτίβα. χυτή τοιχοποιία, η (opus caementicium, το) Τρόπος δόμησης με τη χρήση ξυλότυπων, κονιάματος ως συνδετικού υλικού και αργών λίθων. Στο ανατολικό τμήμα του ρωμαϊκού κράτους διαδόθηκε από το 50 π.χ. και μετά. ωμοπλινθοδομή, η (opus latericium, το) Τρόπος δόμησης με άψητες χωματόπλινθες (lateres). Δημιουργήθηκε στις 25/8/2017 Σελίδα 5/5