Παπαγεωργίου Αγγελική,, 2008, Εγκυκλοπαίδεια Περίληψη : Το βρισκόταν κοντά στις εκβολές του Δνειστέρου ποταμού, στη θέση αρχαίας ελληνικής αποικίας. Κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο ήταν πιθανώς υπό βυζαντινό έλεγχο, αλλά αργότερα πέρασε στην εξουσία διάφορων λαών της περιοχής (Πετσενέγκοι, Ρως, Κουμάνοι, Τάταροι). Από τα τέλη του 13ου αιώνα υπήρξε εμπορικός σταθμός των Γενουατών, ενώ το 15ο αιώνα διατέλεσε ως έδρα των ηγεμόνων της Μολδαβίας. Κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς το 1484. Άλλες Ονομασίες Λευκοπολίχνη, Maurocastrum/Moncastro, Cetatea Albă, Akkerman Γεωγραφική Θέση Ουκρανία Ιστορική Περιοχή Βεσσαραβία Διοικητική Υπαγωγή Βυζαντινή Αυτοκρατορία, κράτος Πετσενέγκων, κράτος Ρως, κράτος Κουμάνων, κράτος Τατάρων, Πογδανία (Μολδαβία) 1. Το από τον 4ο έως το 10ο αιώνα Το (σημ. Bilhorod-Dnistrovs kyi, Ουκρανία) τοποθετείται στη δεξιά (νότια) όχθη του ποταμού Δνειστέρου, σε απόσταση 16 χλμ. από τις εκβολές του. Βρισκόταν στη θέση της αρχαίας ελληνικής αποικίας Τύρας ή Οφιούσσα, τα ερείπια της οποίας εντοπίζονται κάτω από το μεσαιωνικό φρούριο. Ο Τύρας είχε περάσει στη ρωμαϊκή σφαίρα επιρροής τον 1ο αι. μ.χ., αλλά λίγο πριν από τα μέσα του 3ου αιώνα καταλήφθηκε από τους Γότθους και πιθανόν καταστράφηκε ή αφέθηκε να παρακμάσει. 1 Δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες για την πόλη κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, αλλά μεταγενέστερες μαρτυρίες κάνουν λόγο για πιθανή ύπαρξη ερειπίων χριστιανικών ναών. Συνεπώς, μπορούμε να υποθέσουμε ότι μετά τον 4ο αιώνα η περιοχή παρέμεινε, αν όχι υπό βυζαντινή εξουσία, τουλάχιστον στη σφαίρα επιρροής του Βυζαντίου. Πιθανολογείται ότι μετά τον 7ο αιώνα η βυζαντινή εξουσία στην περιοχή, όπως και σχεδόν στο σύνολο των βόρειων ακτών του Εύξεινου Πόντου, υποκαταστάθηκε από τους διάφορους λαούς της στέπας. Η πρώτη βυζαντινή πηγή που κάνει λόγο για το, το έργο Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ Πορφυρογέννητου (944-959), αναφέρει ότι η πόλη ήταν εγκαταλελειμμένη και ερειπωμένη, ενώ το νέο της ελληνικό όνομα φαίνεται ότι προερχόταν από μετάφραση του ονόματος που της είχαν δώσει οι τουρκόφωνοι Πετσενέγκοι λόγω του λευκού χρώματος των οχυρώσεών της. 2 Η πολιτική υπαγωγή της δεν είναι σαφής, αλλά πιθανότατα την περίοδο εκείνη (μέσα 10ου αιώνα) ανήκε στο κράτος των Πετσενέγκων, αν και λίγο αργότερα ένα ρωσικό χρονικό περιλαμβάνει το (Belgorod) στις πόλεις που ανήκαν στο κράτος των Ρως του Κιέβου. 2. Το από τον 11ο αιώνα έως το 1484 Πιθανολογείται ότι τον 11ο αιώνα το πέρασε εκ νέου στη ζώνη επιρροής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μάλλον μετά το 1016, έτος κατά το οποίο βυζαντινές δυνάμεις εκστράτευσαν εναντίον των Χαζάρων στη βόρεια ακτή του Εύξεινου Πόντου. Σε επισκοπικό κατάλογο, που σώζεται σε χειρόγραφο του 12ου αιώνα και χρονολογείται στην εποχή του Αλεξίου Α Κομνηνού (1081-1118), εμφανίζεται ως επισκοπή «Μαυροκάστρου ἤ τοι Νέας Ῥωσίας», η ίδρυση της οποίας τοποθετείται χρονικά περί το 1060-1064. 3 Αν και οι περισσότεροι ερευνητές ταυτίζουν απόλυτα το τοπωνύμιο «Μαυρόκαστρο» (από το οποίο προέρχεται το λατ. Maurocastrum και το ιταλ. Moncastro) με το, στην πραγματικότητα το πρώτο βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το δεύτερο, στην αριστερή (βόρεια) όχθη του Δνειστέρου, 4 όπως άλλωστε στην Αρχαιότητα η Νικωνία ήταν χτισμένη απέναντι από τον Τύρα. 5 Παρά ταύτα, στο εξής οι δύο οικισμοί Δημιουργήθηκε στις 18/9/2017 Σελίδα 1/5
Παπαγεωργίου Αγγελική,, 2008, Εγκυκλοπαίδεια αντιμετωπίζονται ως ενιαίο μόρφωμα. Το 13ο αιώνα το πέρασε στον έλεγχο των Κουμάνων, αλλά στα μέσα περίπου του ίδιου αιώνα το κράτος τους καταλύθηκε από τους Τατάρους της Χρυσής Ορδής, οι οποίοι έθεσαν υπό την εξουσία τους το μεγαλύτερο μέρος της Κριμαίας και των βόρειων ακτών του Εύξεινου Πόντου, συμπεριλαμβανομένου και του Ασπροκάστρου. Παράλληλα, τις τελευταίες δεκαετίες του 13ου αιώνα εγκαθίστανται στην περιοχή Γενουάτες έμποροι: από το 1290 και εξής αναφέρονται συχνές επαφές ανάμεσα στο και τη γενουατική εμπορική παροικία του Κάφφα στην Κριμαία. 6 Πληροφορίες για το το 14ο αιώνα αντλούμε από το Βίο του νεομάρτυρα Ιωάννου του Νέου (προστάτη αγίου της Μολδαβίας), ο οποίος εκτελέστηκε από τους Τατάρους το 1330. Εκτός από τους Τατάρους, στην πόλη αναφέρεται ότι κατοικούν ή δραστηριοποιούνται Ιταλοί και Αρμένιοι (προφανώς έμποροι), Εβραίοι, καθώς και ελληνόφωνοι, εντόπιοι ή έμποροι, από το Βυζάντιο ή την Τραπεζούντα (από την τελευταία προερχόταν και ο Ιωάννης). Γύρω στα μέσα του 14ου αιώνα το πέρασε στην εξουσία των Γενουατών, οι οποίοι το κατέστησαν σημαντικό κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου, κυρίως σιτηρών και κεριού. Την τελευταία δεκαετία του 14ου ή την πρώτη του 15ου αιώνα η πόλη ενσωματώθηκε στο νεοσύστατο κράτος της Μολδαβίας, αν και η επιρροή του Βυζαντίου στην περιοχή δε μειώθηκε, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι τα νομίσματα που κόβονταν στην πόλη έφεραν ελληνικές επιγραφές («Ασπροκάστρου»). Το 1420 οι Οθωμανοί επιτέθηκαν πρώτη φορά στην περιοχή και πολιόρκησαν την ακρόπολη, αλλά αναχαιτίστηκαν από το Μολδαβό ηγεμόνα Αλέξανδρο. Το 1437 οι Βενετοί πέτυχαν να εγκαταστήσουν εμπορική αποστολή στο, ο λιμένας του οποίου αποτελούσε σημείο διέλευσης πολλών ταξιδιωτών για την Κεντρική Ευρώπη: από εκεί πέρασε δύο έτη αργότερα ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Η Παλαιολόγος (1425-1448) και η συνοδεία του, επιστρέφοντας από τη σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Μία μεταγενέστερη και αμφίβολης αξιοπιστίας πηγή αναφέρει ότι μετά το 1453 ο σουλτάνος Μεχμέτ Β (1451-1481) μετέφερε κατοίκους του Ασπροκάστρου και άλλων περιοχών στην Κωνσταντινούπολη για να ενισχύσει τον πληθυσμό της. Στις 5 Αυγούστου 1484 7 το ήταν η τελευταία παραθαλάσσια πόλη του Εύξεινου Πόντου που καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς. Ο Μολδαβός ηγεμόνας Στέφανος ο Μέγας (1457-1504), ο οποίος είχε εγκαταστήσει την έδρα του στην πόλη από το 1457, δεν μπόρεσε να την υπερασπιστεί, καθώς έπρεπε να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο εισβολής των Πολωνών. Οι Τούρκοι παραπλάνησαν τους κατοίκους της ακρόπολης, λέγοντάς τους ότι ο Στέφανος είχε συνθηκολογήσει και τους έπεισαν να παραδοθούν υπό όρους. Οι τελευταίοι δεν τηρήθηκαν και οι υπερασπιστές της πόλης εκτελέστηκαν. Οι προσπάθειες του Στεφάνου να ανακαταλάβει την περιοχή δεν είχαν επιτυχία και οι Οθωμανοί εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο, το οποίο το μετονόμασαν σε Άκκερμαν (= λευκός βράχος). 1. Οι τελευταίες κοπές του νομισματοκοπείου του Τύρα ανάγονται στη βασιλεία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Σεβήρου, ο οποίος πέθανε το 235. Πιθανόν η κατάληψη της πόλης από τους Γότθους συνέβη λίγα χρόνια αργότερα. Βλ. Minns, E.H., Scythians and Greeks. A Survey of Ancient History and Archaeology on the North Coast of the Euxine from the Danube to the Caucasus (Cambridge 1913), σελ. 447-448, ο οποίος δε διευκρινίζει αν η πόλη καταστράφηκε. Ο Rostovtzeff, M., Iranians and Greeks in South Russia (Oxford 1922), σελ. 216-217, υποστηρίζει ότι η πόλη συνέχισε να υπάρχει μετά την κατάληψή της από τους Γότθους, αλλά σταδιακά παρήκμασε. 2. Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν, Moravcsik, G. Jenkins, R.J.H. (επιμ.), Constantine Porphyrogenitus. De Administrando Imperio (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 1, Washington 1967), 37.58-67. Από την ίδια ετυμολογία προέρχονται η ρουμανική (Cetatea Albă), η ρωσική (Belgorod), η ουκρανική (Bilhorod) και η τουρκική (Akkerman) μορφή του τοπωνυμίου, ενώ ο Βυζαντινός ιστορικός Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, Αποδείξεις Ιστοριών δέκα, Darkó, E. (επιμ.), Laonici Chalcocondylae Historiarum Demonstrationes 1 (Budapest 1922), 125.4-5, εξαττικίζει το μεσαιωνικό τοπωνύμιο σε «Λευκοπολίχνη». 3. Honigmann, E., Studies in Slavic Church History, Byzantion 17 (1944-1945), σελ. 158-162, ο οποίος θεωρεί λανθασμένα ότι η επισκοπή ήταν βραχύβια, αν και στην πραγματικότητα αναφέρεται στις πηγές (ως επισκοπή Ασπροκάστρου πλέον) και τους επόμενους αιώνες: βλ. Andreescu, Ş., The Δημιουργήθηκε στις 18/9/2017 Σελίδα 2/5
Παπαγεωργίου Αγγελική,, 2008, Εγκυκλοπαίδεια Metropolitanate of Halicz and the Bishopric of Asprokastron. A few considerations (Études byzantines et post-byzantines 4, Iaşi 2001). 4. Honigmann, E., Studies in Slavic Church History, Byzantion 17 (1944-1945), σελ. 159-161. Ο Bromberg, J., Toponymical and Historical Miscellanies on Medieval Dobrudja, Bessarabia and Moldo-Wallachia, Byzantion 13 (1938), σελ. 50-68, θεωρεί λανθασμένα ότι το ιταλικό Moncastro δεν προερχόταν από το τοπωνύμιο «Μαυρόκαστρο/Maurocastro», αλλά από υποτιθέμενη παραφθορά του «Albocastro» =. 5. Για τη Νικωνία απέναντι από τον Τύρα, βλ. Minns, E.H., Scythians and Greeks. A Survey of Ancient History and Archaeology on the North Coast of the Euxine from the Danube to the Caucasus (Cambridge 1913), σελ. 14. Το τοπωνύμιο «Μαυρόκαστρο» αναφέρεται και στον επονομαζόμενο «τοπάρχη Γοτθίας», που παλιότερα τοποθετούνταν στα μέσα του 10ου αιώνα, αλλά, όπως απέδειξε ο Ševčenko, I., The Date and Author of the So- Called Fragments of Toparcha Gothicus, Dumbarton Oaks Papers 25 (1971), σελ. 115-188, πρόκειται για πλαστό κείμενο των αρχών του 19ου αιώνα. 6. Browning, R., Asprokastron, στο Kazhdan, A. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1 (New York Oxford 1991), σελ. 212. Καθώς όλες οι ιταλικές πηγές της εποχής αναφέρονται στην πόλη με τα ονόματα Maurocastrum ή Moncastro, πρέπει να υποθέσουμε ότι ο εμπορικός σταθμός των Γενουατών δε βρισκόταν ακριβώς στο, αλλά στο Μαυρόκαστρο, στην απέναντι όχθη. 7. Ο Browning, R., Asprokastron, στο Kazhdan, A. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1 (New York Oxford 1991), σελ. 212, χρονολογεί την άλωση του Ασπροκάστρου από τους Οθωμανούς στο έτος 1485. Βιβλιογραφία : Minns E.H., Scythians and Greeks. A Survey of Ancient History and Archaeology on the North Coast of the Euxine from the Danube to the Caucasus, Cambridge 1913 Obolensky D., The Byzantine Commonwealth. Eastern Europe, 500-1453, London 1971 Brătianu G., Recherches sur le commerce génois dans la Mer Noire au XIIIe siècle, Paris 1929 Rostovtzeff M., Iranians and Greeks in South Russia, Oxford 1922 Iorga N., Studii istorice asupra Chiliei si Cetatii Albe, Bucharest 1990 Andreescu Ş., The Metropolitanate of Halicz and the Bishopric of Asprokastron. A few considerations, Iaşi 2001, Études byzantines et post-byzantines 4 Brătianu G.I., Recherches sur Vicinia et Cetatea Albă, Bucureşti 1935 Bănescu N., "Maurocastrum Mo(n)castro Cetatea Albă", Academia Romane, Memoriile secţiunii istorice, 22, 1939, 165-178 Bromberg J., "Toponymical and Historical Miscellanies on Medieval Dobrudja, Bessarabia and Moldo- Wallachia", Byzantion, 13, 1938, 9-71 Browning R., "Asprokastron", Kazhdan A. (ed.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1, New York Oxford 1991, 212 Honigmann E., "Studies in Slavic Church History", Byzantion, 17, 1944-1945, 119-162 Ševčenko I., "The Date and Author of the So-Called Fragments of Toparcha Gothicus", Dumbarton Oaks Papers, 25, 1971, 115-188 Δημιουργήθηκε στις 18/9/2017 Σελίδα 3/5
Παπαγεωργίου Αγγελική,, 2008, Εγκυκλοπαίδεια Δικτυογραφία : Akkerman Fortress Project http://www.akkermanfortress.org.ua/satellite_face/external/main/go/sat_home Γλωσσάριo : Χρυσή Ορδή, η Συμβατική ονομασία του κράτους του Ουλούς Τζότσι ή του Χανάτου Κιπτσάκ. Πρόκειται για ένα λαό που ήταν επιμειξία Τούρκων και Μογγόλων και κατοικούσε στο δυτικό τμήμα της Μογγολικής Αυτοκρατορίας. Η Ορδή άκμασε από τα μέσα του 13ου μέχρι και τα τέλη του 14ου αιώνα και ανέπτυξε εμπορικές σχέσεις με λαούς της Μεσογείου, κυρίως Γενουάτες. Πηγές Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν, Moravcsik, G. Jenkins, R.J.H. (eds), Constantine Porphyrogenitus. De Administrando Imperio (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 1, Washington 1967). Δούκας, Ιστορία, Bekker, I. (ed.), Ducae Michaelis nepotis Historia Byzantina (Bonn 1834). Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, Aποδείξεις Iστοριών δέκα, Darkó, E. (ed.), Laonici Chalcocondylae Historiarum Demonstrationes 1 (Budapest 1922). Παραθέματα Η πρώτη αναφορά του Ασπροκάστρου σε βυζαντινή πηγή (μέσα 10ου αιώνα): Ἰστέον, ὅτι ἔνθεν τοῦ Δανάστρεος ποταμοῦ πρὸς τὸ ἀποβλέπον μέρος τὴν Βουλγαρίαν εἰς τὰ περάματα τοῦ αὐτοῦ ποταμοῦ εἰσὶν ἐρημόκαστρα κάστρον πρῶτον τὸ ὀνομασθὲν παρὰ τῶν Πατζινακιτῶν Ἄσπρον διὰ τὸ τοὺς λίθους αὐτοῦ φαίνεσθαι καταλεύκους, κάστρον δεύτερον τὸ Τουγγάται, κάστρον τρίτον τὸ Κρακνακάται, κάστρον τέταρτον τὸ Σαλμακάται, κάστρον πέμπτον τὸ Σακακάται, κάστρον ἕκτον <τὸ> Γιαιουκάται. Ἐν αὐτοῖς δὲ τοῖς τῶν παλαιοκάστρων κτίσμασιν εὑρίσκονται καὶ ἐκκλησιῶν γνωρίσματά τινα καὶ σταυροὶ λαξευτοὶ εἰς λίθους πωρίνους, ὅθεν καί τινες παράδοσιν ἔχουσιν, ὡς Ρωμαῖοί ποτε τὰς κατοικίας εἶχον ἐκεῖσε. Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν, Moravcsik, G. Jenkins, R.J.H. (eds.), Constantine Porphyrogenitus. De Administrando Imperio (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 1, Washington 1967), 37.58 67. Το Ασπρόκαστρο έδρα βλαχικής ηγεμονίας (περί το 1429): ὁ βασιλεὺς φιλοτιμήσας δὲ καὶ εἰς μίαν τῶν μεγίστων νηῶν εἰσάξας ἔστειλεν αὐτὸν ἀπὸ τοῦ Ποντικοῦ πελάγους εἰς τὸ Ἀσπρόκαστρον. ἐκεῖ δὲ οἱ τῆς Βλαχίας εὑρισκόμενοι ἄρχοντες εὐφήμησαν αὐτὸν ὡς ἡγεμόνα καὶ εἰς τὴν παππικὴν ἡγεμονίαν ἀπεκατέστησαν, κτείναντες τὸν νόθον υἱὸν τοῦ Μύλτζα. Δούκας, Ιστορία, Bekker, I. (ed.), Ducae Michaelis nepotis Historia Byzantina (Bonn 1834), 202.9 14. Βυζαντινός ιστορικός του 15ου αιώνα αναφέρεται στο Ασπρόκαστρο ως πρωτεύουσα της Μολδαβίας: ἡ μὲν μέλαινα Πογδανία, ἡ ἐν τῇ Λευκοπολίχνῃ καλουμένῃ τὰ βασίλεια ἔχουσα, ἀπὸ Δακῶν τῶν παρὰ τὸν Ἴστρον ἐπὶ Λιτουάνους καὶ Σαρμάτας διήκει. Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, Αποδείξεις Ιστοριών δέκα, Darkó, E. (ed.), Laonici Chalcocondylae Historiarum Demonstrationes 1 (Budapest 1922), 125.4 7. Χρονολόγιο μέσα 3ου αιώνα: O Τύρας καταλαμβάνεται από τους Γότθους. Πιθανή σταδιακή παρακμή και εγκατάλειψη της πόλης Δημιουργήθηκε στις 18/9/2017 Σελίδα 4/5
Παπαγεωργίου Αγγελική,, 2008, Εγκυκλοπαίδεια μέσα 10ου αιώνα: Πρώτη αναφορά βυζαντινής πηγής στο Ασπρόκαστρο περί το 1060 1064: Πιθανή χρονολογία ίδρυσης επισκοπής στην περιοχή αρχές 13ου αιώνα: Το Ασπρόκαστρο περνά στον έλεγχο των Κουμάνων μέσα 13ου αιώνα: Το Ασπρόκαστρο υπό τους Τατάρους της Χρυσής Ορδής β μισό 13ου αιώνα: Εγκατάσταση γενουατικού εμπορικού σταθμού στην περιοχή 1330: Σύμφωνα με την παράδοση, το έτος αυτό μαρτύρησε στην πόλη ο άγιος Ιωάννης ο Νέος μέσα 14ου αιώνα: Το Ασπρόκαστρο περνά στον έλεγχο των Γενουατών τέλη 14ου ή αρχές 15ου αιώνα: Προσαρτάται στη νεοσύστατη ηγεμονία της Μολδαβίας 1420: Αποτυχημένη απόπειρα των Οθωμανών να καταλάβουν την πόλη 1437: Εγκατάσταση βενετικού εμπορικού σταθμού στην πόλη 1439: Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Η Παλαιολόγος διέρχεται από το Ασπρόκαστρο επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη μετά το 1453: Πιθανή μεταφορά κατοίκων του Ασπροκάστρου στην Κωνσταντινούπολη από το σουλτάνο Μεχμέτ Β 1457: Το Ασπρόκαστρο γίνεται έδρα του Μολδαβού ηγεμόνα Στεφάνου του Μεγάλου 5 Αυγούστου 1484: Κατάληψη της πόλης από τους Οθωμανούς Δημιουργήθηκε στις 18/9/2017 Σελίδα 5/5