Η ΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ



Σχετικά έγγραφα
οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

Φρούρια, Κάστρα Κέρκυρα. Παλαιό Φρούριο

ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΠΡΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΗΣΗ. Ανακτορούπολη - εξωτερικά της νότιας πλευράς του χώρου, Νέα Πέραμος

Ε.Μ.Π. ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 6 ΤΟΜΕΑΣ 1 ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

«ΠΗΛΙΟΝ ΟΡΟΣ» Παραλλαγές του οικείου

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

Το νησάκι της Δοκού απέχει 7 ναυτικά μίλια από το

Η Μάθηση και η Διδασκαλία με Χάρτες

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΟΜΗΜΕΝΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΑ ΖΑΓΟΡΟΧΩΡΙΑ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΒΙΤΣΑΣ

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017

ΤΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΕΩΡΩΝ

43378.JPG. Παλαιά παραλία JPG JPG JPG. Πορτρέτο στρατιωτικού. Στιγμιότυπο σεπεριοχή της Θεσσαλονίκης JPG JPG

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ

Η Πόλη έξω από τα Â Ë

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ

Β. ΓΙΑΤΗΧΑΛΚΙΔΑ. γενικά: πρωτεύουσα ν.ευβοίας 80 χλμ από την Αθήνα κάτοικοι επίσημα

ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

Λογιστικό έτος: 2011 Οργανική Μονάδα Έδρα Τοπική Αρμοδιότητα ΔΙΓΕΑΠ Εκμεταλλεύσεις Δαπάνη (1) (2) = (1) X 140 Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας κat

Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311. Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις.

Ο τόπος µας. Το σχολείο µας. Πολιτισµός. Η τάξη µας

ΠΕΤΡΑ - ΚΟΙΛΑΔΑ ΛΙΓΩΝΑ (ΥΔΡΟΜΥΛΟΙ) - ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ (ΜΟΝΑΣΤΗΡΕΛΙΑ) - ΒΑΦΕΙΟΣ - ΠΕΤΡΙ ΑΧΙΛΛΕΙΟΠΗΓΑΔΑ - ΠΕΤΡΑ)

ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

ΕΜΠ / ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ / ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ / ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2008

Το Φρούριο της Καντάρας. Κατεχόμενη Κύπρος

Γ. Ιωαννίδη 3 Πανόραμα, Θεσσαλονίκη Τ:

Η Λίνδος απέχει 50 χλμ. νότια από την πόλη της Ρόδου. Ο οικισμός διατηρεί το χρώμα και την ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής. Κυρίαρχο στοιχείο ο

Η Σπιναλόγκα του Σαρωνικού. Γιώργος Πρίμπας

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

Αγροτεμάχιο προς πώληση, 165 στρεμμάτων στην παραλία Ορκός της Κέας (Τζιας) στις Κυκλάδες ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΡΟΤΕΜΑΧΙΟ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 9. "Χαλκίδα - Ιστορική Εξέλιξη και Σύγχρονα Ζητήματα Σχεδιασμού"

Για τη χρήση των ιστορικών ιχνών στο σχεδιασμό

Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας Γ Λυκείου Κλάδος Οικονομίας. Διδακτική ενότητα: H ελληνική οικονομία μετά την επανάσταση

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

Σχολές Πόλεις ΑΕΙ/ΤΕΙ Βάσεις

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Αποτελέσματα Μετρήσεων. Ονομαστική ταχύτητα (Mbps) Υψηλότερο 95% (Μbps) Πακέτο 1. Λήψη 24,00 20,51 15,11 18,24. Αποστολή 1,00 0,87 0,78 0,83.

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΝΕΟΤΟΠΟΘΕΤΗΜΕΝΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΣΤΟ ΤΑΓΜΑ ΕΘΝΟΦΥΛΑΚΗΣ ΕΡΜΟΥΠΟΛΕΩΣ

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ

ΠΕΡΙΟΧΕΣ & ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΚΔΙΔΟΝΤΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ MEDISYSTEM ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Η Κρήνη είναι οικισμός και πρώην κοινότητα της Επαρχίας Πατρών του Νομού Αχαΐας και σήμερα είναι κοινοτικό διαμέρισμα του Δήμου Πατρέων, που

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Η Ναύπακτος από την αρχαιότητα ως σήμερα

Η προσεγγιση της. Αρχιτεκτονικης Συνθεσης. ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΓΡΑΦΑΚΟΥ Καθηγητρια της Σχολης Αρχιτεκτονων Ε.Μ.Π.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ στις 31/12/2014 ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Επιστήμες Οικονομίας και Πληροφορική

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ στις 31/12/2014 ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΑΠΩΛΕΙΩΝ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

VIVIANNA A METALLINOU Architect, Environmental Historian YPERIA 2013, AMORGOS

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΒΑΣΕΙΣ ΜΕΤΕΓΓΡΑΦΩΝ 2017

Προστατευόμενα μνημεία και χώροι, στην Υπάτη και την ευρύτερη περιοχή

1.3 Σκεπτικό Με τη δραστηριότητα χαρτογράφησης της Ανατολικής Μεσογείου σε µία εποχή έντονων συγκρούσεων για την κυριαρχία στην περιοχή, επιδιώκεται ο

Ο οικισμός του Σουλίου έχει ανακηρυχθεί διατηρητέος και κατοικούν εκεί λίγες οικογένειες κτηνοτρόφων.

ΥΠ.Π.Ε.Θ. Δ/νση: (210) - Δ/ΝΣΗ Δ.Ε. Β ΑΘΗΝΑΣ 1ο ΓΕΝ. ΛΥΚ. Ν.ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΕΤΑΔ (ΚΩΔ ) Επιτυχόντες Αποφοίτων Γενικού Λυκείου 2018.

Σε κάθε κεφάλαιο αναφέρει πρώτα την ιστορία της κάθε Μονής και μετά συμπληρώνει τις συνταγές που υλοποιούνται από τους μαγείρους μοναχούς.

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ

ΑΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΜΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ

ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ. Στοιχεία τοπογραφικών χαρτών

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Τίρυνθας

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

Ποσοστό εξυπηρέτησης παραπόνων τελικών χρηστών. Γενικά Πληροφοριακά Στοιχεία

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ

1ο χειμ. Εξαμηνο,

Caroline Pluvier & Ruud Schreuder 1

«γεωγραφικές δυναμικές και σύγχρονοι μετασχηματισμοί του ελληνικού χώρου» σ. αυγερινού- κολώνια, ε. κλαμπατσέα, ε.χανιώτου ακαδημαϊκό έτος

ΞΑΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ. Στρατηγική Συν-Κατοίκησης

ΒΑΣΕΙΣ ΜΕΤΕΓΓΡΑΦΩΝ 2017

Επειδή ο μεσημβρινός τέμνει ξανά τον παράλληλο σε αντιδιαμετρικό του σημείο θα θεωρούμε μεσημβρινό το ημικύκλιο και όχι ολόκληρο τον κύκλο.

Ομάδα «Αναποφάσιστοι» : Αθανασοπούλου Ναταλία, Μανωλίδου Εβίτα, Μήτση Βασιλική, Στέφα Αναστασία

Karystos Beach Front - Εύβοια. οικολογικό συγκρότημα

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 02/03/ :53:35 EET

Η μικρότερη από τις τέσσερις διαδρομές κινείται

ΚΩΔ ΙΔΡΥΜΑ ΟΝΟΜΑ ΣΧΟΛΗΣ

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ

Transcript:

Η ΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ Νίκος Μπελαβίλας Μέσα στη συλλογική συνείδηση της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας έχει διαμορφωθεί και είναι αναγνωρίσιμη μία ιδεατή εικόνα ενός "ιστορικού" τοπίου που καλύπτει τόσο τις πόλεις όσο και την ύπαιθρο. Για αυτή την ιδεατή εικόνα του αστικού και αγροτικού τοπίου, άλλες φορές υπαρκτού και άλλες ανύπαρκτου, ο όρος που χρησιμοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια είναι "παραδοσιακό". Πρόκειται για έναν σαφώς μη δόκιμο επιστημονικά όρο. Ενωρίτερα από τη δεκαετία του '60 θα συναντούσε κανείς τις αναφορές σε "γραφικό" τοπίο ενώ στα τέλη του 19 ου αιώνα πιθανόν το ίδιο να περιγραφόταν ως "ρομαντικό". Πρόκειται για μία εικόνα στην οποία οι παλαιότερες γενεές αναγνωρίζουν εύκολα τα χαρακτηριστικά της εποχής τους αλλά και την απροσδιόριστη εκ πρώτης ιστορικότητα του. Στο ίδιο τοπίο οι νεώτερες γενεές αναγνωρίζουν τα στοιχεία της προφορικής μαρτυρίας των παλαιοτέρων και τις συμβολοποιημένες εικόνες ενός παρελθόντος που συνήθως δεν βίωσαν παρά μόνο μέσω των διηγήσεων. Εστιάζοντας λίγο περισσότερο στην συλλογικά αποδεκτή ιδεατή "παραδοσιακή" εικόνα, υπαίθρου και πόλεων ή χωριών, αυτή φαίνεται ότι εντοπίζεται στις εποχές που προηγούνται της αστικοποίησης και της μετανάστευσης για τους κατοίκους της υπαίθρου που μετακινήθηκαν προς τις πόλεις, και στις εποχές που προηγούνται της μεταπολεμικής οικιστικής έκρηξης για τους αστούς κατοίκους των σύγχρονων πόλεων. Αυτή η "παραδοσιακή" εικόνα αστικού και αγροτικού τοπίου είναι ένα θολό μείγμα το οποίο σε πρώτο επίπεδο περιλαμβάνει κατηγορίες συμβολοποιημένων στοιχείων χώρου, όπως γειτονιές με γεράνια και καλντερίμια, ταβέρνες, μεσοπολεμικά καφενεία, χωριά με σπίτια με κεραμοσκεπές τριγυρισμένα από καλλιέργειες, πλατείες με πλατάνια και βρύσες, μονοπάτια και άνδηρα με ξερολιθιές, λιμανάκια με δίχτυα και ψαρόβαρκες, ανεμόμυλους, λευκές και πέτρινες εκκλησίες σε κορυφές λόφων. Οι σημαντικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των επιμέρους στοιχείων, διαφορές ιστορικής, χρονολογικής ή γεωγραφικής ταυτότητας, αστικού ή αγροτικού χαρακτήρα είναι απολύτως δυσδιάκριτες. Σε ένα δεύτερο επίπεδο λιγότερο αναγνωρίσιμο και προσιτό στον μέσο παρατηρητή περιλαμβάνονται οι μνημειακές ιστορικές ενότητες των πόλεων ή της υπαίθρου μέσα σε μία επίσης αταξινόμητη ιστορικότητα όπου μπορεί άνετα να συγχέεται η κλασσική αρχαιότητα με την Λατινοκρατία ή τους χρόνους της Ελληνικής Επανάστασης. Και εκεί στο μείγμα της ιδεατής εικόνας τοπίου συνυπάρχουν οθωνικά με βυζαντινά μέγαρα, ενετικά κάστρα με μοναστήρια της Τουρκοκρατίας, ταρσανάδες του 15 ου με φάρους του 19 ου αιώνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση μίας ιδεατής χαμένης εικόνας και εποχής, δεν συναντάται για πρώτη φορά. Η χρήση της ως στοιχείο ιστορικής ταυτότητας και ως αντίβαρο μίας ρέουσας πραγματικότητας επαναλαμβάνεται τουλάχιστον από τη στιγμή που η Ελλάδα εισήλθε στην τροχιά της βιομηχανικής επανάστασης και της οικιστικής ανάπτυξης από τα μέσα του 19 ου αιώνα. Με τον ίδιο τρόπο που σήμερα εκδηλώνεται η νοσταλγία στις παλαιές χαμένες εικόνες, εκδηλωνόταν και στα 1880 ή 1890 όταν η μαζική νεοκλασική οικοδόμηση, ανέτρεπε τα μέχρι τότε οικιστικά μεγέθη, η βιομηχανία διέλυε το αγροτικό τοπίο στις παρυφές των πόλεων, ο ατμός καταργούσε την ναυτιλία των ιστίων και οδηγούσε σε παρακμή τα λιμάνια στις ακτές του Αιγαίου και του Ιονίου, ή ο σιδηρόδρομος απλωνόταν στην ηπειρωτική 1

ενδοχώρα. Και αν αυτό έχει συμβεί τότε, στα τέλη του 19 ου αιώνα και μας είναι γνωστό από την λογοτεχνία ή την δημοσιογραφική αρθρογραφία που σώζεται μέχρι σήμερα, με ασφάλεια μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει ξανασυμβεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και σε άλλες εποχές κατά τις οποίες διαταράχθηκε η ομαλή συνέχεια στο ανθρωπογενές ή το φυσικό τοπίο. Η παραγωγή της ιστορικής εικόνας του ελληνικού τοπίου, έχει περάσει μέσα από μία μακρόχρονη διαδικασία η οποία προκάλεσε ισχυρές και ανθεκτικές καταγραφές στη συλλογική μνήμη και συνείδηση. Στα πλαίσια του άρθρου θα επιχειρηθεί να περιγραφούν τα μορφολογικά στοιχεία αυτού του τοπίου, το οποίο κρύβεται πίσω από την ιδεατή και συλλογικά αναγνωρίσιμη εικόνα όπως αναφέρθηκε, και να παρουσιασθούν σύντομα οι κατά εποχές καταγραφές τους μέχρι και τις αρχές του 19 ου αιώνα 1. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα τοπίο, αστικό και αγροτικό, το οποίο διαμορφώνεται σε εκείνη την περίοδο που χαρακτηρίζεται από τη σύγχρονη βιβλιογραφία ως νεώτερη ελληνική ιστορία. Η γέννηση αυτών των χαρακτηριστικών δεν μπορεί να εντοπιστεί με ακρίβεια στον χρόνο. Μπορεί να ειπωθεί ότι είχαν εμφανισθεί ήδη από τον 13 o αιώνα, ωρίμασαν προς το τέλος της Τουρκοκρατίας και συνέχισαν να παράγονται μέχρι τις αρχές του 20 ου. Ήδη από τα μέσα του 18 ου αιώνα εμφανίστηκαν οι τάσεις ανατροπής τους. Οι νέοι δυναμικοί οικισμοί, τα εμπορικά κέντρα και τα δίκτυα δρόμων, τα λιμάνια, αποτελούσαν την έκφραση στον χώρο της άνθησης του ελληνικού οικιστικού δικτύου στο τέλος της Τουρκοκρατίας. Αυτή ή έκφραση συγκροτήθηκε στην αρχή με σημειακές εξαιρέσεις, προϊόντα της δυναμικής των λατίνων, σε μία γεωγραφία που ελάχιστα είχε αλλάξει από τους τελευταίους αιώνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Πριν από την Ελληνική Επανάσταση οι τάσεις ανάπτυξης κυριάρχησαν και οι χωρικές τους εκφράσεις απλώθηκαν στο μεγαλύτερο μήκος των ακτών, στις εύφορες πεδιάδες και σε μεγάλες ενότητες ορεινών κοινοτήτων. Μετά την δημιουργία του ελληνικού κράτους, και την μεγάλη κινητικότητα στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο οι μέχρι τότε αργοί μετασχηματισμοί επιταχύνθηκαν. Η επιτάχυνση κορυφώθηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 19 ου αιώνα παρασύροντας το σύνολο των ελληνικών γεωγραφικών ζωνών. Το παλαιό τοπίο έδινε τη θέση του σε ένα νέο με έντονες ανθρωπογενείς επεμβάσεις. Η μικρή κλίμακα των πραγμάτων των προηγούμενων αιώνων υποχωρούσε μπροστά στα νέα μεγέθη. Οι άγριες φυσικές εκτάσεις έδιναν τη θέση τους στην εκτεταμένη γεωργική και κτηνοτροφική δραστηριότητα, οι οικισμοί μετατρέπονταν σε πόλεις, τα μικρά αγκυροβόλια σε οργανωμένα λιμάνια, τα μονοπάτια σε δρόμους. Η ταχεία αυτή εξέλιξη συνεχίστηκε με μία μικρή ύφεση κατά τις δεκαετίες του 1920, 1930 και 1940 για να ξαναρχίσει από το 1949 με αμείωτη ένταση μέχρι σήμερα. Οι γεωγραφικές διαφοροποιήσεις των τοπίων από περιοχή σε περιοχή ήσαν μεγάλες. Διαφοροποιήσεις οι οποίες με εξαίρεση την τυποποίηση της μορφολογίας της αρχιτεκτονικής και της οικοδομικής, παραμένουν ακωδικοποίητες ακόμη και σήμερα από τη βιβλιογραφία. Καθ' όλη τη διάρκεια της Λατινοκρατίας και της Τουρκοκρατίας οι μορφολογικές διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή ήσαν πολύ μεγαλύτερες από ότι οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των ιστορικών 1 Η ανάλυση του τοπίου μέσα από τις χαρτογραφικές αποτυπώσεις και ο προσδιορισμός της έννοιας του ιστορικού τοπίου έχουν επιχειρηθεί στο Δ.Ν. Καρύδης, Γ. Τόλιας, Α. Κουμαριανού, Ν, Μπελαβίλας, Χαρτογραφικές Αποτυπώσεις του Ελληνικού Παράκτιου και Νησιωτικού Χώρου, ΕΜΠ, ΓΓΕΤ, Αθήνα 1997 και στο Δ.Ν. Καρύδης, Ν. Μπελαβίλας, Μ.Γράβαρη, Ε. Καραθάνου, Διαδικασία Συγκρότησης και Μεθοδολογία Ανάλυσης του Ιστορικού Τοπίου στους Νησιωτικούς Οικισμούς του Αιγαίου, ΕΜΠ, ΓΓΕΤ, Αθήνα 1999. 2

υποπεριόδων. Υπάρχουν οικισμοί ή αγροτικές εκτάσεις που υπέστησαν ελάχιστες αλλαγές σε διαστήματα ενός και δύο αιώνων. Όπως υπάρχουν οικισμοί και τοπία που μοιάζουν εντυπωσιακά μεταξύ τους στο εσωτερικό των ίδιων γεωγραφικών ενοτήτων. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο σε όλη την έκταση του ελληνικού χώρου. Σαφώς διακριτά μεταξύ τους τοπία αναπτύχθηκαν στις μεγάλες γεωγραφικοπολιτικές ενότητες του ελλαδικού χώρου. Τα τοπίο των πόλεων και των οικισμών της ηπειρωτικής Ελλάδας ήταν τελείως διαφορετικά από αυτά της νησιωτικής. Στην νότια χώρα το αγροτικό και αστικό τοπίο διέφερε επίσης σημαντικά από αυτό των τις βόρειων πεδιάδων ή των ορεινών κορμών της Ηπείρου και της Μακεδονίας. Οι ακτές που βρίσκονται κοντά τους, αποτελούσαν συνήθως τον κοινό τόπο συνάντησης και επιμειξίας των διαφορετικών μορφών στους τύπους των πόλεων, των οικισμών, των κτιρίων, της οργάνωσης του αγροτικού ή του αστικού χώρου. Εικόνα 1. Σε λεπτομέρεια από τον χάρτη της Χίου, η πόλη απεικονίζεται με αρκετές λεπτομέρειες που αναδεικνύουν την πολεοδομική μορφή των αρχών του 15 ου αιώνα με τα τείχη και τους πύργους, το οχυρωμένο λιμάνι, τις οικιστικές ενότητες εκτός των τειχών, τα γειτονικά οχυρά και τις εκκλησίες της υπαίθρου. Σημειώνονται ακόμη με αφαιρετικό τρόπο στοιχεία του αγροτικού τοπίου και του γεωφυσικού υποβάθρου. Cristophoro Buondelmonti, Liber Insularum Arcipelagi, Venetia 1420, (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Η επιχείρηση ανασύστασης της εικόνας του τοπίου αυτής της νεώτερης ιστορικής περιόδου αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα όσο κανείς κινείται προς τις σκοτεινές εποχές του 14 ου ή του 15 ου αιώνα ενώ γίνεται πολύ πιο εύκολη πλησιάζοντας τον 18ο και 19 ο αιώνα 2. Παρ' ότι η επιστήμη της ιστορίας με τους κλάδους της κοινωνικής, της οικονομικής ιστορίας ή της ιστορίας της πόλης και της αρχιτεκτονικής, έχουν ερευνήσει συστηματικά τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες, τη Λατινοκρατία και τους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα 3, τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται όλο και περισσότερο ότι τα οικονομικά και τα πληθυσμιακά μεγέθη, οι κοινωνικές και πολιτικές δομές, ή τα μεγέθη των πόλεων, των οικισμών και οι μορφές 2 Βλ. Ιστορία του Τοπίου και Τοπικές Ιστορίες, ΕΙΕ, ΥΠΕΧΩΔΕ, Αθήνα 1998. 3 Μία σφαιρική προσπάθεια θεώρησης της εξέλιξης του οικισμένου χώρου έχει γίνει στο, Οικισμοί στην Ελλάδα, επιμέλεια Ο. Δουμάνης και P.Oliver, Αθήνα 1974. 3

των κτιρίων τους δεν δίνουν από μόνα τους τη δυνατότητα απεικόνισης του συνολικού χώρου μέσα στον οποίο έζησαν οι άνθρωποι και οι κοινωνίες τους 4. Οι πηγές οι οποίες παρέχουν υλικό για αυτή την προσέγγιση είναι πολύμορφες και ακόμη αρκετά ανεξερεύνητες όσον αφορά την πιστότητα των πληροφοριών που παρέχουν 5. Το κείμενο ενός περιηγητή σαν τον Pierre Belon du Mans ή τον Εβλιγιά Τσελεμπί έδωσε σε πολλούς ιστορικούς και συνεχίζει να μπορεί να δώσει λίγες αλλά πολύτιμες εικόνες μίας Ελλάδας του 1553 ή του 1671 αντίστοιχα. Μοναδικές πηγές γεωγραφικών πληροφοριών, όπως οι χάρτες του Cristophoro Buondelmonti του 1420 ή του Vincenzo Maria Coronelli του 1696, συμπληρώνουν τις εικόνες αλλά ταλαιπωρούν τον ερευνητή με την αμφιβολία για την πιστότητα τους καθώς κινούνται στα όρια του φανταστικού και της πραγματικότητας. Παράλληλα, χρηστικά μονολειτουργικά βοηθήματα της εποχής τους, όπως οι ναυτικές εκδόσεις του English Pilot ή των Van Keulen του τέλους του 17ου αιώνα, αποδεικνύονται πιο αξιόπιστες πηγές για την ανάγνωση του χώρου και του τοπίου από τις προηγούμενες, παρ' ότι δημιουργήθηκαν για να απευθύνονται μόνο σε πλοιάρχους. Και αυτές όπως περιορίζονται στην από τη θάλασσα οπτική γωνία. Εικόνα 2. Ένα αγαπημένο θέμα των πρώτων χαρτογράφων του Αρχιπελάγους ήταν η βραχονησίδα Καλόγερος, στο Κεντρικό Αιγαίο, μεταξύ της Χίου και της Άνδρου. Το μοναστήρι στο μικρό οροπέδιο και ο μηχανισμός ανέλκυσης λέμβων κάνουν το τοπίο τόσο ιδιόμορφο και αξιοπερίεργο ώστε η ασήμαντη βραχονησίδα καταλαμβάνει στις σελίδες των Ισολαρίων ισότιμη θέση με τα μεγάλα νησιά. Benedetto Bordone, Isolario, Venetia 1538 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Οι μέχρι σήμερα γνωστές απεικονίσεις, του ελληνικού τοπίου οι οποίες κατά κανόνα συνοδεύτηκαν και από περιηγητικά κείμενα εμφανίστηκαν στις αρχές του 15 ου αιώνα. Κατ' αρχήν κάλυψαν κυρίως τον χώρο των νησιών, με ελάχιστες αναφορές στον ηπειρωτικό κορμό, και αυτό διατηρήθηκε ως φαινόμενο για αρκετά μεγάλη περίοδο. Κατά την προηγούμενη, προ του 15 ου αιώνα, περίοδο, οι μοναδικές ίσως πηγές είναι τα διάφορα χρονικά του Βυζαντίου και της εποχής των Σταυροφοριών, όπου σε ελάχιστους στίχους των σώζονται αποσπασματικές σύντομες περιγραφές χώρου ενσωματωμένες στον γραπτό λόγο. Από τις χαρτογραφήσεις και τις απεικονίσεις του 15 ου και του 16 ου αιώνα, αντλούνται αρκετά ενδιαφέρουσες πληροφορίες, 4 Βλ. Α. Πολυχρονιάδης, Κ. Χατζημιχάλης, Η Δομή και τα χαρακτηριστικά του Φυσικού Περιβάλλοντος στη Νάξο, στο Οικισμοί στην Ελλάδα, ο.π. και K. Michaelides, Observations on three Aegean Islands στο The Growth of Cities, London 1971. 5 Βλ. Η Χατρογράφηση του Ελληνικού Παράλιου και Νησιωτικού Χώρου, Ελληνική Εταιρεία Χαρτογραφίας, Αθήνα 1994. 4

σημαντικές λόγω της μοναδικότητας τους, συνεχώς όμως ελεγχόμενες για την αξιοπιστία τους. Εστιάζοντας κανείς με προσοχή στα πρώτα χειρόγραφα ή τυπωμένα στη Βενετία Ισολάρια (νησιωτολόγια), το Liber Insularum του 1420 του Cristophoro Buondelmonti, το Isolario του 1485 του Bartolomeo dalli Sonetti, το Isolario του 1528 του Benedetto Bordone, και το Kitabi Bahriye του 1521 του τούρκου ναυάρχου Piri Reis, που καλύπτουν τον πρώτο αιώνα συστηματικής χαρτογράφησης του ελλαδικού χώρου παρατηρεί τις μορφές του τοπίου, κατά την περίοδο των μεγάλων στρατιωτικών συγκρούσεων και των αλλαγών του πολιτικού χάρτη των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Η έρημη ύπαιθρος και οι οχυρωμένες πολιτείες κυριαρχούν σε εκείνες τις απεικονίσεις. Στα αφαιρετικά τους σχέδια οι χαρτογράφοι αποδίδουν τα βουνά, τα δάση, και τις μεγάλες πολεοδομικές ενότητες, αγνοώντας ή μη εντοπίζοντας τους ελάχιστους μικρότερους οικισμούς. Από τις εικόνες λείπουν επίσης οι καλλιέργειες και τα μονοπάτια. Οι βαριοί όγκοι της βυζαντινής και της ενετικής αρχιτεκτονικής είναι διακριτοί παρά την αφαιρετική απεικόνιση. Οι πύργοι που υπερυψώνονταν στο μέσον των οχυρών πόλεων και οι ισχυροί περίβολοι, οι βίγλες, τα κτιστά λιμάνια με τους λιμενοβραχίονες, οι τρούλοι των ναών των πόλεων και ναΐσκων της υπαίθρου κυριαρχούν στις λιτές εκείνες χαρτογραφικές αποτυπώσεις. Εικόνα 3. Οι βενετσιάνοι χαρτογράφοι της Κρήτης και του Μοριά του 17 ου αιώνα εισήγαγαν νέους τρόπους απεικόνισης του τοπίου. Η οχυρή πόλη του Ρεθύμνου, η Φορτέτζα στον λόφο, οι λιμενοβραχίονες, τα κτίρια, η βίγλα με τον καπνό στον ορίζοντα, η βλάστηση και οι ακτές έχουν σχεδιασθεί με σχεδόν ρεαλιστικό τρόπο. Η εικόνα συμπληρώνεται από ένα γαλλιόνι και άλλα μικρότερα ιστιοφόρα που πλέουν γύρω από την πόλη. Marco Boschini, Il Regno tutto di Candia, Venetia 1651(Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Χρειάστηκε να περάσουν περισσότερο από δύο αιώνες από τον καιρό που ο φλωρεντίνος αναγεννησιακός καλόγερος Buondelmonti εικονογραφούσε το τοπίο των τελευταίων χρόνων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Μέσης Ενετοκρατίας, για 5

να κάνουν την εμφάνιση τους κάποιες νέας τεχνοτροπίας χαρτογραφικές αποτυπώσεις. Στις χαρακτηριστικότερες εξ αυτών, το Creta Regnum του 1618, του Francesco Basilicata, το Il Regno tutto di Candia του 1651 και το L'Archipelago του 1658, του Marco Boschini σχεδιάστηκαν εντυπωσιακά πιστές απεικονίσεις τοπίου. Τα οχυρά, οι πόλεις και τα λιμάνια της Κρήτης, των Κυθήρων και του Μοριά αποτυπώθηκαν σε προοπτικές εικόνες για τις ανάγκες του βενετσιάνικου στρατιωτικού μηχανισμού λίγο πριν ή και κατά τη διάρκεια των τελευταίων μεγάλων ενετοτουρκικών ναυτικών συγκρούσεων στο Αιγαίο. Οχυρά συγκροτήματα με πύργους και προμαχώνες πυροβολικού, στους λόφους επάνω από τις ακτές, διάσπαρτοι ελαιώνες, συνοικίες έξω από τους περιβόλους των κάστρων, λίγα μικρά αγροτόσπιτα στην περιφέρεια των οικισμών ή μεμονωμένοι πύργοι στην ύπαιθρο, βίγλες με σήματα φωτιάς ή καπνού και ιστιοφόρα γαλλιόνια στα λιμάνια είναι η εικόνα που μεταφέρεται από τις χαρτογραφήσεις του μέσου 17 ου αιώνα. Εικόνα 4. Στην λεπτομέρεια από την απεικόνιση του Ναυπλίου κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Morosini, διακρίνονται αναλυτικές πολεοδομικές και αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες των οχυρώσεων, των συνοικιών και των κατοικιών της κάτω πόλης και της Ακροναυπλίας, των δημοσίων κτιρίων, του λιμανιού και της βλάστησης στον οικιστικό ιστό. (Βιβλιοθήκη Querini Stampalia, Βενετία, Το χειρόγραφο δημοσιεύτηκε από την Ε. Δ. Λιάτα στο Με την Αρμάδα στο Μοριά, ανέκδοτο ημερολόγιο με σχέδια, ΚΝΕ/ΕΙΕ, Αθήνα 1998). Μία ενδιαφέρουσα συλλογή τέτοιων απεικονίσεων συνόδευσε ένα χειρόγραφο ημερολόγιο ανώνυμου στρατιωτικού που συμμετείχε στην εκστρατεία του Francesco Morosini στον Μοριά, το 1684-1687. Οι πόλεις που πολιορκήθηκαν από τους Βενετσιάνους αποτυπώθηκαν ως εικόνες τοπίου και όχι ως τοπογραφικές κατόψεις. Στα προοπτικά σχέδια της Λευκάδας, του Ναυπλίου, της Μεθώνης, του Ναβαρίνου, της Πάτρας, της Ναυπάκτου σημειώθηκαν από τον συγγραφέα αρχιτεκτονικές και πολεοδομικές λεπτομέρειες με επεξηγήσεις, των οχυρώσεων και του οικισμένου χώρου. Σε αυτά τα σχέδια διακρίνονται οι πύλες των κάστρων, οι διατάξεις των προμαχώνων, οι κατοικίες με τα ανοίγματα των όψεων, τις στέγες, τις καπνοδόχους και τους εξώστες τους, τα δημόσια μέγαρα, οι αποθήκες, τα τζαμιά με τους τρούλους και τους μιναρέδες, τα τελωνεία και οι προκυμαίες των λιμανιών, τα υδραγωγεία και οι εξωτερικές συνοικίες. Διακρίνονται επίσης τα στοιχεία του γεωφυσικού υποβάθρου και η αστική βλάστηση ανάμεσα στα κτίρια των πόλεων. 6

Στο τέλος του αιώνα, το 1697 ο Vincenzo Maria Coronelli, με το Theatro delle Citta e Porti Pirincipali dell Europa επιβεβαίωσε την χαρτογραφική παράδοση των βενετσιάνων στρατιωτικών μηχανικών του αιώνα του και καθιέρωσε την τοπιολογική απεικόνιση με μία σειρά εικόνες πόλεων και κάστρων από τα νησιά και την ηπειρωτική Ελλάδα με έμφαση στην Πελοπόννησο. Με τις εικόνες του Coronelli αποκαλύπτεται η εικόνα της εξόδου των πόλεων από τα κάστρα τους. Οι νέες συνοικίες των πόλεων του Μοριά φαίνονται να καταλαμβάνουν τις πλαγιές των λόφων γύρω από τους αμυντικούς πυρήνες. Τα χαμηλά κτίρια με τις στέγες δημιουργούν μία χαρακτηριστική αντίθεση με τη μνημειώδη μορφή των παλαιών φράγκικων κυρίως τειχών. Αυτή η αντίθεση επρόκειτο να διατηρηθεί για πολλούς αιώνες ως στοιχείο του τοπίου των μικρών και μεσαίων ελληνικών πόλεων. Εικόνα 5. Στην εικόνα της Κυπαρισσίας του 1697 εμφανίζεται η συνύπαρξη των δύο τμημάτων της πόλης, του πυκνοδομημένου εντός των τειχών τμήματος και του αραιού ιστού εκτός των τειχών. Στις απεικονίσεις πλέον εισάγονται στοιχεία των όψεων και των μορφών των κτιρίων. Vincenzo Maria Coronelli, Theatro delle Citta e Porti principalli dell Europa, Venetia 1697 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Η ποιότητα της απεικόνισης του τοπίου είχε φθάσει ήδη σε αρκετά υψηλά επίπεδα. Το 1685, την ίδια σχεδόν εποχή με τον Coronelli, ένας αξιωματικός του γαλλικού ναυτικού ο Chevalier de Constantine, έδωσε ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής με μία απόλυτα πιστή απόδοση της εικόνας των κάστρων της Μυκόνου και της Νάξου από την θάλασσα. Το σκιτσάρισμα των παράλιων οικισμών από την πλευρά της θάλασσας, συνήθως από την κουβέρτα των αγκυροβολημένων πλοίων των περιηγητών άρχισε να καθιερώνεται από τότε, και να παράγει έναν από τους κλασικούς τρόπους απεικόνισης του νησιώτικου τοπίου. Από τις απεικονίσεις του Coronelli ή του Constantine φαίνονται καθαρά οι νέες πολεοδομικές μορφές με την επέκταση των οικισμών έξω από τα οχυρά. Τα κτίρια αυτών των νέων εκτός των τειχών συνοικιών φαίνονται μικρά και λιτά. Η απεικόνιση επιτρέπει να αναγνωρισθούν πλέον καθαρά οι μορφές και τα στοιχεία των όψεων των κτιρίων. Οι μεσαιωνικοί πυρήνες εξακολουθούν να έχουν ζωή στο εσωτερικό των οχυρών όμως οι κεντρικοί πύργοι δείχνουν ερειπωμένοι. Οι νέες συνοικίες των νησιώτικων οικισμών αναπτύχθηκαν και αυτές με ανάλογες δομές όπου ο παλαιός τύπος των πυκνοδομημένων ισογείων και διωρόφων και το λαβυρινθώδες οδικό δίκτυο, συνέχιζαν να κυριαρχούν. Αντίθετα στις πολιτείες της Πελοποννήσου οι 7

εκτός των παλαιών τειχών συνοικίες φαίνονται πιο αραιοκτισμένες από ότι στα νησιά. Εικόνα 6. Στην απεικόνιση του Κάστρου της Νάξου διακρίνονται οι νέες συνοικίες με τα κυβόσχημα κτίρια τους που απλώνονται ως την ακτή έχοντας παραβιάσει το αρχικό τείχος της Ενετοκρατίας. Ο κεντρικός πύργος φαίνεται ερειπωμένος. Η συστοιχία των ανεμόμυλων στον αυχένα νότια του οικισμού είναι ένα νέο στοιχείο για το Αιγαιοπελαγίτικο τοπίο. Chevalier de Constantine, Paris 1685 (Bibliotheque Nationale, Paris, εντοπίστηκε και δημοσιεύθηκε από τον Δ. Ν. Καρύδη στο Το Ελληνικό Αρχιπέλαγος, γεωγραφικές αναφορές του 17ου, 18ου 19ου αι. από γαλλικές αρχειακές πηγές, ΕΜΠ, Αθήνα 1989). Μέσα από αυτές τις εικόνες εντοπίζεται μία μεγάλη διαφορά που διακρίνει την αστική μορφολογία του μεγαλύτερου τμήματος της νησιωτικής χώρας από αυτή της ηπειρωτικής. Πρόκειται για τη διαφορά των στεγάσεων των κτιρίων, της οποίας η γέννηση οφείλεται στις πολύ διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες. Από τη μία πλευρά δωματοσκέπαστος τύπος κτιρίου κυριαρχεί στα νησιά και από την άλλη ο τύπος της στέγασης με δίρριχτες ή τετράριχτες στέγες επεκτείνεται σε όλη την ηπειρωτική χώρα και σε ορισμένα νησιά του Ανατολικού κυρίως Αιγαίου και του Ιονίου. Σε αυτόν το τομέα μικρές αλλαγές συνέβησαν προς το τέλος της Τουρκοκρατίας με την εισαγωγή του τύπου των ιταλικών όπως ονομάστηκαν τότε, με ξύλινα ζευκτά στεγών σε κάποιες ακμάζουσες νησιώτικες πολιτείες. Ένα άλλο νέο στοιχείο στην εικόνα του τοπίου είναι οι συστοιχίες από κυλινδρικούς ανεμόμυλους στους αυχένες των λόφων, δίπλα στους οικισμούς που εμφανίζονται για πρώτη φορά σε εικόνες εκείνης της εποχής. Περί το 1700 δημοσιεύτηκε στο Άμστερνταμ ένας χάρτης, με συντάκτη τον ολλανδό χαρτογράφο Petr Schenk. Ο χάρτης δημιουργήθηκε για να συνοδεύσει την δημοσιευμένη στο Λονδίνο, από το 1678, περιγραφή της Σάμου, Ικαρίας, Πάτμου και Αγίου Όρους του σαμιώτη επισκόπου Ιωσήφ Γεωργειρήνη. Η Σάμος απεικονίζεται με ιδιαίτερα αναλυτικές λεπτομέρειες του τοπίου πέρα από τα συνηθισμένα οικιστικά στοιχεία. Με αυτόν τον χάρτη η εικόνα του νησιώτικου τοπίου γίνεται πλήρης όσον αφορά τις βασικές του παραμέτρους, αν και ο χάρτης υστερεί σε μεγάλο βαθμό από τα βαρύτατα λάθη του χαρτογράφου ως προς τους βασικούς προσανατολισμούς του πολεοδομικού δικτύου. Οι καλλιεργημένες εκτάσεις, τα έλη και τα πευκοδάση, οι μεγάλοι οικισμοί της Σάμου αλλά και οι μικρές αγροτικές συναθροίσεις, τα μονοπάτια, σχεδιάσθηκαν σε σχεδόν πραγματικές αναλογίες. Στον χάρτη του Schenk διακρίνονται ακόμη τα μοναστήρια που εκείνη την περίοδο έχουν πάρει τη θέση τους στο σαμιακό τοπίο στη Σάμο. Το φαινόμενο ήταν γενικευμένο και μοναστήρια είχαν αρχίσει να εξαπλώνονται σε ολόκληρη την ελληνική ύπαιθρο. Έως τότε μόνο η Μονή του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου και η χερσόνησος του Άθω με τα μοναστικά συγκροτήματα της, αποτελούσαν σταθερά σημεία αναφοράς των χαρτογράφων. 8

Εικόνα 7. Στην λεπτομέρεια του χάρτη της Σάμου, φαίνεται η εισαγωγή στη χαρτογραφία αναλυτικών στοιχείων του αγροτικού τοπίου. Μαζί με τους οικισμούς και τα μοναστήρια της σαμιώτικης ενδοχώρας σημειώνονται η δασική βλάστηση, οι καλλιέργειες και τα μονοπάτια. Petr Schenk, Amsterdam 1700 (The British Library, London). Οι συστηματικοί ναυτικοί χάρτες και οι Πιλότοι (πλοηγοί), αντικατέστησαν τα Ισολάρια κατά τον 17 ο αιώνα και έδωσαν μία νέα διάσταση στην απεικόνιση του χώρου. Οι χαρτογραφήσεις επεκτάθηκαν πέρα από τα παραδοσιακά πεδία του Αρχιπελάγους, στην ακτογραμμή της ηπειρωτικής ενδοχώρας καλύπτοντας σε πρώτη φάση τις ακτές της νότιας και Ανατολικής Πελοποννήσου, τον Ευβοϊκό και κυρίως τη Χαλκίδα, τον Παγασητικό και τον Θερμαϊκό, λόγω της ύπαρξης των μεγάλων λιμανιών εκεί. Οι χάρτες δημιουργημένοι για τις ανάγκες της ναυτιλίας, χρηστικά βοηθήματα των πλοιάρχων, εστίαζαν στα αγκυροβόλια σημειώνοντας, τα οικιστικά μέτωπα, τα κορυφαία κτίρια, τους πύργους και τους ναούς, τις κάθε τύπου λιμενικές εγκαταστάσεις. Οι εγκαταστάσεις αυτές, από τις ελάχιστες σε μέγεθος των μικρών νησιωτικών λιμανιών έως τις βαριές των μεγάλων ναυτικών κέντρων και ναυστάθμων της Χίου, της Ρόδου, της Μεθώνης, του Ναβαρίνου, της Κέρκυρας, της Θεσσαλονίκης, ή των λιμανιών της Κρήτης περιλάμβαναν λιμενοβραχίονες, καρνάγια και νεωλκεία, μπούρτζια, φάρους και προβλήτες, και άλλα κτιστά στοιχεία συνδυασμένα συνήθως με τις οχυρώσεις. Γύρω τους σημειώνονταν πηγάδια, αρκετές φορές η φυσική βλάστηση και οι καλλιέργειες, τα αγροτικά συγκροτήματα, οι ναΐσκοι. Στο τέλος του 17 ου αιώνα, στις πρώτες εκδόσεις του English Pilot καλλιεργήθηκε ένας νέος τρόπος απεικόνισης, που αργότερα κυριάρχησε στη ναυτική χαρτογραφία, με σχέδια σε όψη των αναπτυγμάτων των νησιών όπως φαίνονταν από τα πλοία. Έτσι οι ακτές με τους οικισμούς ξεδιπλώνονται ως ασπρόμαυρες εικόνες δίνοντας εύστοχα την μακρινή εικόνα του νησιωτικού τοπίου. Η αποτύπωση και οι περιηγητικές περιγραφές των γεωγραφικών ζωνών του Αιγαίου και του Ιονίου, εξελισσόταν με συστηματικό τρόπο από τους αιώνες της Αναγέννησης μέχρι τον 18ο αιώνα. Οι ναυτικοί πόλεμοι, οι θαλάσσιες ρότες προς τους Αγίους Τόπους και το εμπόριο της Ανατολής προσέλκυαν ταξιδιώτες, στρατιωτικές αποστολές και χαρτογράφους. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο για το εσωτερικό της ηπειρωτικής χώρας. 9

Εικόνα 8. Στους ναυτικούς οδηγούς εμφανίστηκαν οι αποτυπώσεις των όψεων των νησιών από τη θάλασσα, ως βοήθημα στις διοπτεύσεις των πλοιάρχων. Η τεχνική αυτή εξελίχθηκε και παρήγαγε μετά από δύο αιώνες ιδιαίτερα μεγάλης πιστότητας εικόνες του νησιώτικου τοπίου. Στις όψεις του English Pilot σημειώνεται το Κάστρο της Μήλου στην κορυφή των λόφων από διαφορετικές οπτικές γωνίες. The English Pilot, the Mediterranean Sea, London 1671 (National Maritime Museum, Greenwich). Μόλις το 1667-1671 από τον Εβλιγιά Τσελεμπί γράφτηκε ένα από τα πρώτα συστηματικά περιηγητικά κείμενα που κάλυψε και την ηπειρωτική Ελλάδα. Η περιγραφή περιέλαβε τις όλες την κλίμακα πόλεων και οικισμών της ενδοχώρας σε όλα τα σημεία της διαδρομής που διέσχιζε την ελληνική χερσόνησο από την Θράκη έως τον Μοριά. Στο έβδομο και όγδοο βιβλίο του Seyahatname ενός μεγάλου οδοιπορικού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο τούρκος περιηγητής κατέγραψε μία μεγάλη αλυσίδα πόλεων στην οποία περιλαμβάνονται το Διδυμότειχο, η Κομοτηνή, η Καβάλα, η Θεσσαλονίκη, ο Δομοκός, η Λαμία, η Λιβαδειά, η Θήβα, η Χαλκίδα, η Αθήνα και μεγάλος αριθμός οικισμών της Αττικής, τα Μέγαρα, η Κόρινθος, τα Σάλωνα, η Ναύπακτος, το Καρπενήσι, τα σημαντικότερα κάστρα του Μοριά, το Μεσολόγγι, οι οικισμοί του Αμβρακικού, η Άρτα, τα Γιάννενα, η Πάτρα, η Μονεμβασιά, η Μάνη και από τα νησιά η Σαλαμίνα, η Αίγινα, η Χίος, η Σάμος, η Κως, η Ρόδος, η Σύμη, οι πόλεις της Κρήτης, η Ζάκυνθος, η Κεφαλλονιά και η Ιθάκη. Τα χαρακτηριστικά κτίρια της Τουρκοκρατίας, συστατικά των πόλεων και των οικισμών, αλλά και του αγροτικού τοπίου περιγράφηκαν παραστατικά από τον Τσελεμπί στο Seyahatname. Μεντρεσέδες (ιεροδιδασκαλεία), χαμάμ, τζαμιά με μολυβδοσκέπαστους θόλους, κρήνες, γεφύρια και υδραγωγεία, χάνια, μπεζεστένια (αγορές), μιχράμπ (μαυσωλεία), ασβεστοκάμινα και νερόμυλοι, ημιερειπωμένα φρούρια, εικονογραφούν μέσα από τον λόγο του περιηγητή το σχετικά άγνωστο τοπίο των πόλεων και οικισμών της Μέσης Τουρκοκρατίας. Το φρούριο της Κουμουλτζίνας (Κομοτηνή) είναι μία όμορφη και στέρεη κατασκευή από τούβλα και πέτρες Η περίμετρος του είναι περίπου χίλια βήματα. Πρόκειται για ένα μικρό κτίριο που κατοικείται όπως είπαμε μόνο από Εβραίους, Το μισό τουλάχιστον αποτελείται από χάνια που χρησιμοποιούνται από τους περαστικούς ως ξενοδοχεία. Δεν έχει τάφρο και επικοινωνεί με τον έξω κόσμο με δύο πύλες, η μία είναι στραμμένη στο Νότο και η άλλη στην Ανατολή. Σε μερικά σημεία το φρούριο είναι κατεστραμμένο. Δεν έχει ούτε οπλοστάσιο ούτε κανόνια. Κι επειδή βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, δεν έχει ούτε 10

πυριτιδαποθήκη, ούτε φρουρά, ούτε φρούραρχο. Το μόνο που διαθέτει είναι πολλούς Εβραίους.Το προάστιο χωρίζεται σε δεκαέξι μαχαλάδες, με πιο σπουδαίους: το Γενί Μαχαλέ και το μαχαλά του Τσουλχά Τζαμί. Υπάρχουν τέσσερις χιλιάδες περίπου σπίτια - μονώροφα ή διώροφα - πέτρινες γερές κατασκευές και καλοδιακοσμημένες. Τ αμπέλια και τα μποστάνια της πόλης απλώνονται στην ευρύχωρη πεδιάδα και οριοθετούνται με καλαμιές που φτάνουν στο μπόι του ανθρώπου. Την πόλη διασχίζουν τα ρυάκια Σικιαρλί Τσάι και Καλφά Τσάι, που πηγαίνουν στις γύρω εξοχές και παρέχουν άφθονο νερό. Υπάρχουν πέντε ξύλινα γεφυράκια σε διάφορα σημεία και γύρω από αυτά, ξαπλώνονται οι μαχαλάδες. Τα δύο ποταμάκια της Κουμουλτζίνας, αφού υδρεύσουν την πόλη και αρδεύσουν τα μποστάνια, τους παραμυθένιους μπαχτσέδες και τις καλλιέργειες με τα οπωροφόρα, ενώνονται παρακάτω και χύνονται στη Μεσόγειο Εβλιγιά Τσελεμπί Seyahatname, όγδοο βιβλίο, 1667 (μτφ Ν. Χειλαδάκης) Η συστηματοποίηση των επιστημών της χαρτογραφίας και γεωγραφίας από τις αρχές του 18 ου αιώνα οδήγησε στην επιχείρηση επαναχαρτογράφησης και καταγραφής των ελληνικών θαλασσών που αποτελούσαν ήδη το μεγάλο πεδίο άσκησης των ευρωπαίων χαρτογράφων. Ένα πλήθος ταξιδιωτών όπου συνήθως είναι δυσδιάκριτο αν βρίσκονταν σε επίσημη αποστολή ή σε ιδιωτικό ταξίδι, συναγωνίζεται για την όσο πιο εκτεταμένη καταγραφή του ελληνικού χώρου. Εικόνα 9. Ο Άγιος Νικόλαος της Τήνου γεννήθηκε στα τέλη του 16 ου αιώνα και είναι ένας από τους πρώτους ανοχύρωτους παράλιους οικισμούς του Αιγαίου. Πρόκειται για μία τυπική εικόνα τέτοιας συγκρότησης, με τον μικρό οικιστικό πυρήνα, την ενδιάμεση ζώνη της ακτής για τις επισκευές και την ανέλκυση των σκαφών, τους ανεμόμυλους και το τοπίο με την αραιή βλάστηση γύρω του. Pitton de Tournefort, Relation d un Voyage du Levant, Paris 1717 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Σε αυτόν τον συναγωνισμό οι Γάλλοι, οι Άγγλοι, και δευτερευόντως οι Ολλανδοί, πήραν τη σκυτάλη από τους Βενετσιάνους που μέχρι τότε κυριαρχούσαν στην χαρτογράφηση των παραλίων. Κατά το δεύτερο ήμισυ του αιώνα σε αυτούς προστέθηκαν και Ρώσοι, φαινόμενο όχι άσχετο με το αντίστοιχο κρατικό ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε για την Ελλάδα στη ρωσική αυλή. Από τον βοτανολόγο Pitton de Tournefort που δημοσίευσε το Relation d'un Voyage du Levant το 1717 ως αποτέλεσμα του ταξιδιού του 1701 μέχρι τον κόμη Choiseul-Gouffier ο οποίος από το 1782 κυκλοφόρησε μία μνημειώδη καταγραφή του Λεβάντε, το Voyage Pittoresque 11

de la Grece, στις δεκάδες εκδόσεις του 18 ου αιώνα αναπτύχθηκε μία ξεκάθαρη εικόνα του αστικού και αγροτικού ελληνικού τοπίου. Καταγράφηκαν οι άνθρωποι και ο χώρος, οι πόλεις οι οικισμοί, η ύπαιθρος, σε αναλυτικούς χάρτες και πανοραμικές συνήθως εικόνες που επιχειρούν να περιλάβουν όλες τις πτυχές του δομημένου και αδόμητου χώρου. Μαζί τους η πανίδα, η χλωρίδα, τα εργαλεία, οι ενδυμασίες, οι κοινωνικές συμπεριφορές και συνήθειες, η καθημερινή ζωή, σημειώνονται μέσα στα κείμενα και τις εικόνες ολοκληρώνοντας την συνολική εποπτεία. Ένα από τα πιο έντονα σύμβολα του ελληνικού τοπίου, οι ασβεστωμένες όψεις των κτιρίων έκανε για πρώτη φορά την εμφάνιση του σε αυτές τις απεικονίσεις και περιγραφές. Οι ανεπίχριστες πέτρινες όψεις που κυριαρχούσαν στις εικόνες των οικισμών έως τότε άρχισαν να εμφανίζονται σε κάποιες περιπτώσεις επιχρισμένες και λευκές, επιβεβαιώνοντας ότι η χρήση του ασβέστη εισήχθη μεν κατά τη Μέση Τουρκοκρατία αλλά επεκτάθηκε στην αρχιτεκτονική των όψεων εκείνη την περίοδο. Εικόνα 10. Ο πύργος του φάρου, το κάστρο και η νέα πόλη έξω από αυτό, οι μιναρέδες, η γαλλιότα που πλέει και άλλα πλοία που επισκευάζονται στην ακτή δίνουν μία ιδιαίτερα ανάγλυφη εικόνα του τοπίου στο βόρειο λιμάνι της Μυτιλήνης του τέλους του 18 ου αιώνα. Choiseul-Gouffier. Voyage Pittoresque de la Grece, Paris 1782-1822 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη Αθήνα). Οι πηγές του τέλους του 18 ου αιώνα, δίνουν τη δυνατότητα πλήρους αναγνώρισης των χαρακτηριστικών των χωριών, των πόλεων, των λιμανιών, των μονοπατιών και των γεφυριών της υπαίθρου, της αρχιτεκτονικής, της καλλιεργημένης γης, των βοσκότοπων, σε πυκνές σε πληροφορία εικόνες και περιγραφές. Τα ορθόδοξα μοναστήρια που τον 18 ο αιώνα που είχαν πληθύνει και αποτελούσαν πλέον σημαντικό συμπλήρωμα του αγροτικού τοπίου, με τους περιβόλους τους σε θέσεις εποπτείας ή στο μέσον καλλιεργημένων γαιών καταγράφηκαν από έναν Ρώσο μοναχό, τον Vasilι Barskij μεταξύ των ετών 1723 και 1747. 12

Εικόνα 11. Η ιδιαίτερα αναλυτική σχεδίαση τόσο των αρχιτεκτονικών μορφών όσο και του υπαίθριου χώρου, των καλλιεργειών και της φυσικής βλάστησης στην Μονή Ξηροποτάμου του Άγιου Όρους είναι χαρακτηριστική των δεκάδων αποτυπώσεων μοναστηριών του 18 ου αιώνα που έγιναν από τον V. Barskij. Stranstvovanija Vasilija Grigorovica-Barskago po sujatym mestam Vostoka..., Sankt Peterburg 1885-1887. Στο τέλος του αιώνα αποτυπώθηκαν οι ακτές του Ιονίου από τον Andre Grasset Saint- Sauveur το 1790, η Ήπειρος και η Μάνη από τους Dimo και Nicolo Stephanopoli το 1797-8, ο Μοριάς και η δυναμικά αναπτυσσόμενη Ύδρα από τον Antoine Laurent Castellan το 1797, όπως και από τον Thomas Hope το 1795, σε καλούς συνδυασμούς κειμένου και εικόνας.. Εικόνα 12. Το λιμάνι της Ύδρας την εποχή της μεγάλης οικιστικής ανάπτυξης. Ο οικισμός έχει επεκταθεί από τους λόφους όπου πρωτοκτίστηκε έως τη θάλασσα. Διακρίνεται το χαρακτηριστικό αμφιθεατρικό αστικό μέτωπο προς την ακτή με τα πρώτα μεγάλα κτίρια, το κωδωνοστάσιο της Μονής και τους ανεμόμυλους. Thomas Hope, 1795 (δημοσιευμένη από τη Φ.Μ.Τσιγκάκου στο Εικόνες από την Ελλάδα του 18 ου αιώνα, Αθήνα 1985). «...Είναι κτισμένη (η Ύδρα) πάνω σε πολλούς πυραμιδοειδείς βράχους αμφιθεατρικά γύρω από το λιμάνι. Στην κορυφή των βράχων φαίνονται περίεργοι ανεμόμυλοι με έξη έως οκτώ φτερά. Τα σπίτια είναι όλα πέτρινα κι όλα σχεδόν στο ίδιο σχέδιο: τετράγωνα μονώροφα, με πολλά μικρά παράθυρα. Μερικά έχουν ιταλικού τύπου σκεπές, αλλά τα περισσότερα καταλήγουν σε ταράτσες. Όλα είναι ασβεστωμένα κι έτσι 13

προβάλλουν πεντακάθαρα και ξεχωρίζουν ανάμεσα στις πρασινάδες που τα τριγυρίζουν και τους γκρίζους βράχους που πάνω τους είναι θεμελιωμένα. Μικρό το λιμάνι, μα βαθύ και σίγουρο. Τα καράβια μπορούν να ζυγώσουν και να δέσουν στο όμορφο μουράγιο όπου βλέπεις στοές για τον περίπατο και μαγαζιά γεμάτα με πραμάτειες... Το μουράγιο είχε πήξει από νησιώτες. Από ψηλά οι γυναίκες ανέμιζαν τις μαντήλες τους... όλα τα πλεούμενα ήταν σημαιοστολισμένα. Παπάδες περνούσαν από καράβι σε καράβι με καταστόλιστες βάρκες...» Castellan Antoine - Laurent, Lettres sur la Moree et les iles de Cerigo, Hydra et Zante Paris 1808 (μτφ. Κ. Σιμόπουλος) Στα υλικά αυτής της φάσης των απεικονίσεων που αρχίζει με τον Marco Boschini το 1651 και κορυφώνεται αμέσως μετά τη Γαλλική Επανάσταση, παρουσιάστηκε στις πραγματικές του σχεδόν διαστάσεις ο χώρος και μαζί του το τοπίο. Στις αστικές περιοχές τα οχυρά των προηγουμένων αιώνων συνέχιζαν να δεσπόζουν, ημιερειπωμένα σε πολλές περιπτώσεις περιβάλλοντας τα πολεοδομικά συγκροτήματα. Εικόνα 13. Το Αργοστόλι, ένας από τους μεσαίους παράλιους οικισμούς του Ιονίου του 18 ου αιώνα, απεικονίζεται με όλα τα σημάδια τη άνθησης των κοινοτήτων των ακτών. Τα υψηλά κτίρια δίπλα στο λιμάνι και τα κωδωνοστάσια των εκκλησιών σημαδεύουν με έντονο τρόπο το τοπίο. Andre Grasset Saint-Sauveur, Voyage Historique Literaire et Pittoresque... Paris an VIII. Η εικόνα που αποπνέουν τα φρούρια εκείνης είναι τις πιο πολλές φορές εικόνα παρακμής. Τα πολεοδομικά μεγέθη ασφυκτιούσαν πλέον μέσα στα σκληρά περιγράμματα των τειχών, και οι πόλεις έστηναν τα κέντρα και τις αγορές τους έξω από τα τείχη. Σε ελάχιστες περιπτώσεις όπως η Κέρκυρα, ο Χάνδακας, το Ναύπλιο, εκεί όπου η ενετοτουρκικές συγκρούσεις διήρκεσαν περισσότερα από ότι στην υπόλοιπη χώρα, τα φροντισμένα και καλοκτισμένα τείχη δείχνουν μέσω των εικόνων ότι εξακολουθούσε να επιβιώνει το μοντέλο της οχυρωμένης πολιτείας. Αντίθετα στα άλλοτε ελεγχόμενα από τους Λατίνους νησιά των Κυκλάδων, τα Δωδεκάνησα, και νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, τα τείχη απεικονίζονται γερασμένα και οι πυκνοδομημένες συνοικίες ή τα έχουν ενσωματώσει ή τα έχουν υπερβεί 14

Εικόνα 14. Το μισοερειπωμένο κάστρο στην κορυφή του λόφου, ο οικισμός που σχεδόν διαχέεται στον ελαιώνα οι μιναρέδες, και οι τετράριχτες στέγες των κτιρίων είναι τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της εικόνας των Σαλώνων στις αρχές του 19 ου αιώνα. Edward Dodwel, 1819 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Ομοίως στις ηπειρωτικές τουρκοκρατούμενες περιοχές, στη Θράκη, τη Μακεδονία, στη Ρούμελη, τα παλαιά βυζαντινά και φράγκικα ή καταλανικά τείχη είχαν ερημώσει ή επιβίωναν ασυντήρητα, μόλις για να διατηρούν στο εσωτερικό τους τις φρουρές των πόλεων. Εξαίρεση αποτελούσαν οι μεγάλες πόλεις-κόμβοι των εμπορικών δρόμων όπως η Θεσσαλονίκη ή τα Γιάννενα όπου οι πύλες και οι περίβολοι εξακολουθούσαν να έχουν σημαντικό ρόλο στη ζωή των πόλεων. Εικόνα 15. Η εικόνα της ακμάζουσας Πορταριάς στο Πηλίου σχεδιάστηκε περί το 1805. Οι μορφές του τοπίου αποδίδονται με απόλυτη ακρίβεια. Διακρίνονται τα επιμέρους μορφολογικά στοιχεία της πηλιορείτικης αρχιτεκτονική, ο βαρύς λιθόκτιστος κορμός των κτιρίων, οι ξύλινες υπερκατασκευές και οι στέγες με την επικάλυψη από σχιστόλιθους. Στην εικόνα φαίνεται παραστατικά η δομή ενός τυπικού αγροτικού οικισμού που αναπτύσσεται ελεύθερα και άνετα επάνω στο φυσικό ανάγλυφο. Simone Pomardi 1819 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). 15

Στο τέλος του 18 ου αιώνα η οικονομική άνθηση που γέννησε τις νέες τάξεις των εμπόρων, των ναυτικών, των μαστόρων άλλαξε το τοπίο και τη μορφή οικισμών και πόλεων. Στο Αιγαίο και το Ιόνιο κυριαρχούσαν οι σκάλες, οι νησιώτικοι ενδιάμεσοι ναυτικοί σταθμοί των θαλασσίων δρόμων με τα λιμάνια τους, τα ιστιοφόρα και τις νέες αρχοντικές κατοικίες. Στις πεδιάδες της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας είχαν αναπτυχθεί οι εμπορικοί σταθμοί των χερσαίων δρόμων προς τα Βαλκάνια με τα χάνια, τα υπαίθρια παζάρια και τα στεγασμένα μπεζεστένια-αγορές, τις κρήνες και τα λουτρά. Στον ορεινό κορμό της Πίνδου, στο Πήλιο και στην Αρκαδία ασήμαντες αγροτικές συναθροίσεις των προηγούμενων αιώνων είχαν μετασχηματισθεί σε πλούσιους οικισμούς με ανθηρές βιοτεχνίες και σινάφια μαστόρων, με πυργόσπιτα, κτίρια εργαστηρίων, νερόμυλους, αλευρόμυλους, κρήνες και πέτρινα γεφύρια Τότε και οι πλέον απρόσιτες γεωγραφικές ζώνες της ηπειρωτικής Ελλάδας ανακαλύφθηκαν από τους τολμηρούς ευρωπαίους ταξιδιώτες ή χαρτογράφους. Οι ορεινές περιοχές της Ηπείρου, το Πήλιο, τα χωριά της Θεσσαλίας και το εσωτερικό της Πελοποννήσου εικονογραφήθηκαν ίσως για πρώτη φορά. Τα επόμενα χρόνια, και με την ένταση που προκάλεσε στην Ευρώπη η Ελληνική Επανάσταση η παραγωγή υλικού απεικονίσεων ακολούθησε μία συνεχή ανοδική πορεία. Παράλληλα οι μεγάλες και οργανωμένες γεωγραφικές και υδρογραφικές αποστολές, αλλά και η συνέχιση μέχρι το τέλος του 19 ου αιώνα της παράδοσης των ιδιωτών περιηγητών, απέδωσαν εκατοντάδες απεικονίσεις του ελληνικού τοπίου με έντονα τα σημάδια του ρομαντισμού που κυριαρχούσε ως ρεύμα στην τέχνη της Ευρώπης. Από τα υλικά αυτής της τελευταίας περιόδου είναι δυνατή η πλήρης ανασύσταση των στοιχείων του τοπίου σε όλα του τα επίπεδα. Εικόνα 16. Η εικόνα μίας αγροικίας στη Γλαρέντζα της Πελοποννήσου, που εποπτεύει από την κορυφή ενός λόφου τη θάλασσα δείχνει τις αλλαγές που συνέβησαν στο ελληνικό τοπίο κατά τους τελευταίους αιώνες. Η αρχιτεκτονική του κτιρίου έχει καταγωγές από τις μορφές των αγροκτημάτων της νότιας Ιταλίας και Γαλλίας ενώ τίποτε δεν θυμίζει την παλαιότερη κυριαρχία των οχυρών στις εικόνες της Πελοποννήσου. Thomas Allason 1814 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Η ρομαντική διάσταση των απεικονίσεων του 19 ου αιώνα, η επέκταση της τοπιογραφίας και η διάκριση της από τις χαρτογραφικές αποτυπώσεις άρχισε να παράγει ένα προϊόν το οποίο επέστρεφε στις καταβολές του 15 ου αιώνα, όπου η απεικονίσεις είχαν εκτός από την χρηστική τους λειτουργία και τη λειτουργία του έργου τέχνης. Ενώ αντίθετα τα προϊόντα της χαρτογραφίας απογυμνώνονταν από τη καλλιτεχνική διάσταση και προορίζονταν πλέον αποκλειστικά στη χρηστική. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν η σε μεγάλο βαθμό δημιουργία μίας ταύτισης του έργου τέχνης της τοπιογραφίας με το ιδεατό τοπίο της συλλογικής συνείδησης που αναφέρθηκε στην αρχή του άρθρου. 16

Εικόνα 17. Ένα από τα ισχυρότερα σύγχρονα τοπόσημα του αγροτικού ελληνικού χώρου, το Ποντικονήσι της Κέρκυρας, έλκυε με ανάλογο τρόπο ως εικόνα στις αρχές του 19 ου αιώνα. Joseph Cartwright, Views in the Ionian Islands, London 1821 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Το φαινόμενο δεν μπορούσε παρά να επεκταθεί και στις εικόνες του αστικού χώρου. Έτσι εικόνες που καταξιώθηκαν μέσω της δημόσιας παρουσίας τους όλο τον 19 ο αιώνα καταξίωσαν και τα τοπία στα οποία αναφέρονταν. Εικόνες όπως αυτές των οικισμών του Αιγαίου του Choiseul-Gouffier του 1782, των Ιονίων ακτών του Andre Grasset-Saint Sauveur του 1790 και του Joseph Cartwright τoυ 1821, των πόλεων της Πελοποννήσου του Thomas Allason του 1814 και του βαρόνου Stackelberg του 1834, τα σχέδια του Edward Dodwel του 1801-6 και οι εικόνες των πηλιορείτικων χωριών του Simone Pomardi δημιούργησαν ιδεατά αγροτικά και αστικά τοπία τόσο ισχυρά ώστε και μετά από τις μεγάλης κλίμακας αλλαγές που έχουν συντελεσθεί τους τελευταίους δύο αιώνες να λειτουργούν ως σύμβολα ακόμη και τα ελάχιστα υπολείμματα τους. Αθήνα, Δεκέμβριος 1998 17