11 Μ.Μ. ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΚΑΝΕΣ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΑΜΟΥ. Πολυαγαπημένε μου Ζέην, ΕΝΑ Σου είπα ότι θα σου έδινα την απάντησή μου το πρωί, αλλά γνωρίζω ότι αν βρισκόμουνα απέναντί σου δεν θα μπορούσα να σου πω όσα έχω στην καρδιά μου χωρίς να ξεσπάσω στα κλάματα. Θα έχανα το κουράγιο μου και θα κρυβόμουν στην αγκαλιά σου πριν προλάβω καλά-καλά να ξεκινήσω. Γι' αυτό, με σφιγμένη καρδιά, αποφάσισα να σου γράψω τις σκέψεις μου. Να ξέρεις, σε παρακαλώ, ότι σου γράφω αυτά τα λόγια επειδή νοιάζομαι για σένα και για μας τόσο πολύ. Ζέην, θέλω να αντικρίσεις μαζί μου το μέλλον σου. Ο πατέρας σου έχτισε αυτό το εργοστάσιο με τα πουκάμισα εδώ στη Μαλαισία και σιγά-σιγά σου αναθέτει όλο και πιο πολλές ευθύνες. Δεν θέλω να μειώσω τη σημασία της δουλειάς σου. Απλώς αναρωτιέμαι αν είναι αυτό που θέλεις να κάνεις όλη την υπόλοιπη ζωή σου. Στα μάτια σου δεν βλέπω πάθος για τη δουλειά αυτή. Ζέην, δεν γίνεται να ζήσεις να ζήσεις πραγματικά χωρίς πάθος για τη δουλειά σου. Επειδή είσαι Αμερικάνος νόμιζα ότι στη ζωή σου θα μπορούσες να κάνεις ό,τι θέλεις. Πού πήγε η ψυχή σου; Κοίτα γύρω σου, αγάπη μου, κοίτα πέρα από την πόλη μας, την Μπα- 17
ΒΡΕΣ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΟΥ τουπούρα, βρες τι θες να κάνεις στη ζωή σου πάνω από όλα, και φέρε μου αυτό το πάθος. Σε αγαπώ τόσο πολύ που θέλω να σου πω ένα μεγάλο "ναι" στην πρότασή σου αλλά, σε παρακαλώ, φρόντισε τώρα πρώτα τον εαυτό σου για χάρη της ευτυχίας μας. Σου φαίνονται λογικά αυτά που γράφω; Προσεύχομαι να τα καταφέρεις πολύ σύντομα. Φεύγω για το Χονγκ-Κονγκ. Το ινστιτούτο μάνατζμεντ με προσέλαβε σαν σύμβουλο σε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που καταστρώνουν. Αγαπημένε μου, μακάρι να μη χρειαστεί ποτέ ξανά να διαβάσεις στη ζωή σου γράμμα δυσάρεστο σαν κι αυτό, και μακάρι να μη χρειαστεί ποτέ ξανά να γράψω ένα τέτοιο στη ζωή μου. Είναι, όμως, ένα γράμμα που σου στέλνω με όλη μου την τρυφερότητα και αγάπη. Παντοτινά δική σου Ράινα Ο Ζέην άφησε το γράμμα να πέσει από τα χέρια του, κάθισε στα σκαλιά της βεράντας του σπιτιού του, και άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί μακριά, στα βουνά της Μπατουπούρα που α- χνοφαίνονταν μέσα από τα πορφυρά σύννεφα. Ένοιωσε ένα σφίξιμο στο στήθος του. Η γυναίκα που θαύμαζε και λάτρευε, η γυναίκα που ήθελε να παντρευτεί, τον είχε συνταράξει. Η ιδέα της απώλειας της Ράινας τον είχε συντρίψει, και η σκέψη η ενοχλητική σκέψη ότι δεν γνώριζε ποτέ του τι ήθελε να γίνει όταν θα μεγαλώσει γέμισε ξανά το μυαλό του σαν ξεχασμένος δαίμονας που επέστρεψε. Η σκέψη αυτή τον βασάνιζε από μικρό παιδί και τον ταλαιπωρούσε στα εφηβικά του χρόνια μέχρι σήμερα. Και η Ράινα είχε αναγνωρίσει το πρόβλημά του. 18
ARNIE WARREN Σήκωσε τα μάτια του, κοίταξε προς το σπίτι του πατέρα του, και είδε τον ηλικιωμένο άντρα να περπατάει στη βεράντα του. Όταν τον είδε ο Ατάν, σταμάτησε και έκανε ένα νόημα στο γιο του για να τον προσκαλέσει. Ο Ζέην δεν ήθελε να πάει πουθενά. Αν και αισθανόταν σαν παράλυτος από το σοκ, ανάγκασε το σώμα του να σηκωθεί και, σφίγγοντας στο χέρι του το γράμμα, ακολούθησε το μονοπάτι προς το σπίτι του πατέρα του. 19
"ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΓΙΕ ΜΟΥ" ΕΙΠΕ Ο ΑΤΑΝ. 21 ΔΥΟ Ο Ζέην ανέβηκε το σκαλί της βεράντας χωρίς να απαντήσει. "Είσαι εντάξει;" Έσπρωξε το γράμμα στα χέρια του πατέρα του. Κοιτάζοντας το γιο του στα μάτια, ο Ατάν πήρε το γράμμα και προχώρησε προς μια λευκή ψάθινη καρέκλα στη βεράντα. Κάθισε στην καρέκλα, έβγαλε από το τσεπάκι του πουκάμισού του τα γυαλιά του, τα φόρεσε, και διάβασε το γράμμα της Ράινας. Ο Ζέην κάθισε στην καρέκλα απέναντι από τον πατέρα του, με τα χέρια του σταυρωμένα σφιχτά επάνω στο στομάχι του. Άφησε το βλέμμα του να διασχίσει την γκρίζα βεράντα, πίσω από τον πατέρα του, πέρα από τα ακανόνιστα τοποθετημένα πιθάρια με τις πυκνές φτέρες, μέχρι να φτάσει στη γωνία του σπιτιού όπου μια γαλανοκίτρινη αιώρα κρεμόταν ράθυμα στη σιγαλιά του πρωινού. Ο πατέρας του σήκωσε τα μάτια του από το γράμμα. "Αχ, Ζέην," αναστέναξε, και κατόπιν σηκώθηκε και πήγε να σταθεί πίσω από την καρέκλα του γιου του. Ακούμπησε βαρύ το χέρι του στον ώμο του Ζέην και, σφίγγοντάς τον έγειρε και του ψιθύρισε, "Βρήκες μια σπουδαία γυναίκα, γιε μου. Μια πολύ καλή γυναίκα," πρόσθεσε απαλά.
ΒΡΕΣ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΟΥ "Είναι καλή μια γυναίκα που σου κομματιάζει την καρδιά;" είπε ο Ζέην, με φωνή τραχιά από τη συγκίνηση και πρόσωπο στεγνό και ανέκφραστο. "Αυτή η γυναίκα σε αγαπάει τόσο βαθιά που ρισκάρει να σε χάσει προκειμένου να βρεις τον εαυτό σου," απάντησε ο Ατάν κουνώντας πολλές φορές πάνω-κάτω το κεφάλι του για να ενισχύσει τα λόγια του καθώς επέστρεφε στην καρέκλα. Ο Ζέην σηκώθηκε και περπάτησε μέχρι την άκρη της βεράντας, με την πλάτη γυρισμένη στον πατέρα του. "Γιατί μου το έκανε αυτό;" "Δεν το έκανε σε σένα, το έκανε για σένα," είπε ο Ατάν. Έμειναν και πάλι σιωπηλοί. "Λέω να πάω στο Χονγκ-Κονγκ να της μιλήσω." "Και τι θα της πεις όταν πας εκεί;" "Δεν ξέρω. Είμαι πολύ αναστατωμένος. Δεν ξέρω τι μου γίνεται και είμαι θυμωμένος πληγωμένος και θυμωμένος. Και όμως, την αγαπάω ακόμη πιο πολύ." Ο Ατάν κοίταξε τα μακρινά βουνά καθώς συγκέντρωνε τις σκέψεις του. "Εγώ μάλλον συμφωνώ με τη σοφία της Ράινας. Αυτό που λείπει από τη ζωή σου είναι η ευκαιρία να εξερευνήσεις και να ανακαλύψεις τι θέλεις εσύ να κάνεις." "Νόμιζα ότι έκανα αυτό που πρέπει να κάνω." Ο Ατάν τον κοίταξε με το ένα φρύδι σηκωμένο και ο Ζέην κατάλαβε ξαφνικά ότι έκανε αυτό που ήθελε ο πατέρας του και ότι είχε εγκαταλείψει τη σκέψη να προσπαθήσει να ανακαλύψει τι ήθελε να κάνει ο ίδιος. Και αυτό ήταν που ήθελε η Ράινα, να τον βάλει να σκεφτεί. "Είμαι ευτυχισμένος με αυτό που κάνω," απάντησε επιφυλακτικά. 22
ARNIE WARREN "Πραγματικά," είπε σαρδόνια ο Ατάν. "Τότε πού είναι το πάθος που αναφέρει η Ράινα;" "Είσαι με το μέρος της;" "Και οι δύο μας είμαστε με το μέρος σου, γιε μου. Την αγαπάς τη Ράινα;" "Φυσικά." "Κι εκείνη θέλει να αγαπάς τη δουλειά σου με το ίδιο πάθος που αγαπάς και την ίδια." "Αλλά δεν ξέρω ποιο είναι το πάθος μου! Τα 'χουμε πει εκατοντάδες φορές, μπαμπά. Κι εσύ και η μαμά με ρωτούσατε πάντα τι θέλω να κάνω στη ζωή μου. Και τώρα ακόμα, δεν το ξέρω. Δεν ξέρω καν από πού ν' αρχίσω!" "Σου το είπε, στο γράμμα της." "Μου είπε να κοιτάξω γύρω μου." "Κοίτα, λοιπόν," του είπε ο πατέρας του. "Να κοιτάξω για ποιο πράγμα;" απάντησε αγριεμένος ο Ζέην. "Γι' αυτό που θέλεις πιο πολύ να κάνεις στη ζωή σου." "Και κοιτάζοντας γύρω μου θα το ανακαλύψω με κάποιο μαγικό τρόπο;" Ο Ατάν ξάπλωσε προς τα πίσω κάνοντας την καρέκλα να τρίξει. "Αν θέλεις τη Ράινα, πρέπει να φύγεις από δω. Δεν μπορείς να ελπίζεις ότι θα το βρεις, πρέπει να ενεργήσεις για να το βρεις." Ο Ζέην αναζήτησε στο βλέμμα του πατέρα του κάποια συμπόνια, αλλά συνάντησε μόνο άκαμπτη αποφασιστικότητα. Με φωνή τρεμάμενη από συγκίνηση, είπε, "Πριν εννέα χρόνια με έδιωξες για να πάω στο στρατό και τώρα με διώχνεις ξανά." 23
ΒΡΕΣ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΟΥ "Στο στρατό έμαθες τι δεν θέλεις να κάνεις. Τώρα πρέπει να βρεις τι θέλεις." Ο Ατάν σηκώθηκε από την καρέκλα του. "Πάμε να μιλήσουμε μέσα που είναι πιο δροσερά." Διέσχισαν και οι δύο τη βεράντα, με τις σκιές τους να σπινθηροβολούν πάνω στη στρώση της πρωινής δροσιάς που σκέπαζε τον τοίχο του σπιτιού. 24
ΤΡΙΑ Ο ΖΕΗΝ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΜΠΗΚΑΝ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ. Πέρασαν από το σιντριβάνι με τα παιχνιδιάρικα νερά που στόλιζε το κέντρο του φουαγιέ και έκανε με την υγρασία του το περιβάλλον ψυχρό και δροσερό, κατάλληλο για τις αναρριχώμενες φτέρες και τις ορχιδέες, και αφού διέσχισαν το χολ, έφτασαν στην κουζίνα. Ο Ζέην ήταν πια 27 χρονών, ψηλός και λεπτός, με μια πυκνή τούφα μαύρα μαλλιά να σκιάζει το μέτωπό του. Η επιδερμίδα του είχε το τέλειο μπρούτζινο χρώμα το αποτέλεσμα Αμερικανίδας μητέρας και Μαλαισιανού πατέρα. Η μητέρα του ήταν τραγουδίστρια οπερέτας, και βρισκόταν σε παγκόσμια τουρνέ. Σε μια παράσταση στην Κουάλα Λαμπούρ το φόρεμά της πιάστηκε σ' ένα καρφί στη σκηνή και οι υπεύθυνοι έφεραν ένα ράφτη, τον Ατάν Νασίρ, για να το διορθώσει. Τη στιγμή που συναντήθηκαν άρχισε ένα απίστευτο ειδύλλιο: η τραγουδίστρια και ο ράφτης, η Αμερικάνα και ο Μαλαισιανός. Μετά από ένα χρόνο αλληλογραφίας, ο Ατάν πήγε στην Αμερική, παντρεύτηκε τη Ναόμι, και εγκαταστάθηκε στη γενέτειρα πόλη της, στο Φολ Ρίβερ της Μασαχουσέτης μια πόλη με εντυπωσιακή υφαντουργία. Ο Ζέην γεννήθηκε τον επόμενο χρόνο. 25
ΒΡΕΣ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΟΥ Το όνομα του γιου τους αποδείχτηκε δύσκολη επιλογή. Ο Ατάν το ήθελε Μαλαισιανό, η Ναόμι προτιμούσε Αμερικάνικο. Ο Ατάν προτιμούσε τα Ομάρ, Ζέην, και Ράμλι. Η Ναόμι πρότεινε τα Μπομπ, Τσαρλς, και Χάρολντ. Μετά από ατέλειωτες συζητήσεις η Ναόμι δέχτηκε το όνομα Ζέην. Όσο πιο πολύ το έλεγε φωναχτά, τόσο πιο πολύ της άρεσε της θύμιζε το όνομα ενός καουμπόη, με ελεύθερο πνεύμα και ισχυρή θέληση. Ο Ζέην τράβηξε μια καρέκλα από το τραπέζι της κουζίνας και κάθισε. Άρχισε να σέρνει το νύχι του αντίχειρά του σε ένα από τα πολλά ανάγλυφα σκαλίσματα στο σκούρο ξύλο, ενώ ο Ατάν έφερνε φρέσκα φρούτα και δύο πιάτα στο τραπέζι και έψαχνε στο συρτάρι της κουζίνας για να βρει δυο μαχαίρια για ξεφλούδισμα. Ο Ζέην παρατήρησε προσεκτικά τον πατέρα του. Θυμόταν που είχε επιστρέψει από τη βασική εκπαίδευση στο στρατό και τον είχε βρει ολότελα αλλαγμένο. Το παντοτινά γελαστό πρόσωπό του που θυμόταν από τα παιδικά του χρόνια ήταν τώρα συννεφιασμένο από τη θλίψη για την απώλεια της Ναόμι. Ο Ζέην ήταν ακόμη στο γυμνάσιο όταν διέγνωσαν καρκίνο στη μητέρα του. Την έχασαν, απίστευτο, μέσα σε πέντε μόνο μήνες. Τα χρόνια στο γυμνάσιο πέρασαν μέσα σε μια θαμπή παραζάλη. Ο πατέρας του γνώριζε πολύ καλά σε τι κατάσταση βρισκόταν και όταν ο Ζέην τελείωσε το σχολείο, του είχε πει, "Πρέπει να φύγεις από δω. Πρέπει να βρεις κάτι που θα σε ζωντανέψει." "Τι θέλεις να κάνω;" "Να πας στο στρατό." "Στο στρατό;" είχε πει έκπληκτος. "Ναι, πήγαινε στη στρατολογία." 26
ARNIE WARREN Θυμόταν ακόμα τη συγκίνηση και την έξαψη που αισθανόταν γυρνώντας σπίτι του για να πει στον πατέρα του ότι τον είχαν δεχτεί. Δεκατρείς εβδομάδες αργότερα, αφού ολοκλήρωσε τη βασική του εκπαίδευση, πήρε άδεια και ήρθε στο σπίτι του. Ανυπομονούσε να δείξει στον πατέρα του τη στολή του αλλά έμεινε άναυδος με αυτό που είδε μόλις μπήκε στο σπίτι. Οι κουρτίνες δεν κρέμονταν πια στα παράθυρα και το σαλόνι ήταν γεμάτο κούτες. 'Τι συμβαίνει, πατέρα;" ρώτησε, με φωνή που αντηχούσε στο σχεδόν άδειο πια δωμάτιο. "Θα γυρίσω στη Μαλαισία." Δεν είχε φανταστεί ποτέ του ότι ο πατέρας του θα ήθελε να επιστρέψει στον τόπο που γεννήθηκε. Ποτέ δεν είχαν συζητήσει αυτό το θέμα. "Γιατί να κάνεις κάτι τέτοιο;" τον ρώτησε. Ο Ατάν του εξήγησε ότι αφού η Ναόμι δεν υπήρχε πια και ο Ζέην θα έφευγε από εκεί, μπορούσε πια να κάνει αυτό που ήθελε πάντα: να φτιάχνει πουκάμισα. Τα υφαντουργεία του Φολ Ρίβερ τού είχαν ξυπνήσει ξανά αυτό το πάθος. Ο Ζέην αισθάνθηκε να χάνει τον προσανατολισμό του. Το σπίτι του θα ήταν πια κάπου πολύ μακριά από το Φολ Ρίβερ, πολύ μακριά από την Αμερική. Δεν του έμενε πια κανένα στήριγμα αισθανόταν ξεριζωμένος σωματικά και συναισθηματικά. Η πρώτη μετάθεση του Ζέην ήταν για το Φορτ Ορντ, στην Καλιφόρνια. Του άρεσε ο στρατός, μέχρι που ένας λοχίας τον διέταξε να ξεχορταριάσει τις πλάκες στο πεζοδρόμιο. Τη στιγμή εκείνη εξαφανίστηκε κάθε σκέψη για στρατιωτική καριέρα. Έφυγε από το στρατό με το βαθμό του δεκανέα και διέσχισε τον Ειρηνικό για να δει για πρώτη φορά το νέο του σπίτι σε μια καινούργια χώρα. Ο πατέρας του τον περίμενε στο αε- 27
ΒΡΕΣ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΟΥ ροδρόμιο της Κουάλα Λαμπούρ και ταξίδεψαν μαζί δύο ώρες βόρεια μέχρι την Μπατουπούρα. Ο Ατάν είχε αγοράσει ένα κτήμα, όπου υπήρχε και ένα μικρό σπιτάκι το οποίο συνδεόταν με την κύρια κατοικία με ένα μονοπάτι. Το σπιτάκι ήταν για τον Ζέην. Στα χρόνια που πέρασαν συνέβησαν στον Ζέην δύο πράγματα: έμαθε να κουμαντάρει ένα εργοστάσιο με πουκάμισα και ερωτεύτηκε τη Ράινα. Η παρουσία της τον είχε θαμπώσει. Τώρα, όμως, είχε ταράξει τη μακαριότητά του και του είχε προσφέρει μια γερή δόση πραγματικότητας. "Δεν γίνεται να ζήσεις πραγματικά αν δεν έχεις πάθος με τη δουλειά που κάνεις στη ζωή σου." Ο Ατάν κάθισε στο τραπέζι, διάλεξε ένα μάνγκο από τη φρουτιέρα, και άρχισε να το ξεφλουδίζει. "Και τώρα τι γίνεται, πατέρα;" είπε νευρικά ο Ζέην. Ο Ατάν αγνόησε τον τόνο της φωνής του γιου του. "Σου δίνω την ελευθερία να βρεις ποιο είναι το πάθος σου στη ζωή. Την ελευθερία να πας οπουδήποτε για να το βρεις και με καλή τύχη, θα το βρεις. Ξεκίνα αύριο το πρωί." Ο Ζέην αισθανόταν αβεβαιότητα με την ιδέα να φύγει. Γνώριζε ότι η δουλειά του πατέρα του είχε βαλτώσει. Οι πωλήσεις έπεφταν παρά τη μοναδικότητα και την υψηλή ποιότητα των μαλαισιανών σχεδίων που δημιουργούσε ο πατέρας του. "Αν φύγω τώρα, μέχρι να επιστρέψω η επιχείρηση θα έχει κλείσει." "Δικιά μου δουλειά να κρατήσω την επιχείρηση ζωντανή," του απάντησε. "Κοιμάσαι κι ονειρεύεσαι," είπε με θράσος ο Ζέην. "Αν δεν ονειρευόμουνα, το εργοστάσιο δεν θα υπήρχε έτσι κι αλλιώς," απάντησε αποφασιστικά ο Ατάν. 28
ARNIE WARREN "Έλα τώρα μπαμπά, σκέψου ρεαλιστικά. Πού θα βρούμε τα λεφτά που χρειάζονται για κάτι τέτοιο;" Ο Ατάν χαμογέλασε πλατιά. "Εδώ είναι τα καλά νέα. Όταν αρρώστησε η μητέρα σου, αποφασίσαμε να ξεχωρίσουμε λίγες από τις οικονομίες μας και να τις βάλουμε στην άκρη για λογαριασμό σου, για κάποια εξαιρετική περίπτωση. Είναι δέκα χιλιάδες δολάρια." Ο Ατάν σηκώθηκε από το τραπέζι και πήγε στο δωμάτιό του, για να επιστρέψει μερικά λεπτά αργότερα με ένα φάκελο. "Ορίστε, Ζέην." Ο Ζέην κοίταξε το φάκελο. Μπροστά έγραφε Στον αγαπημένο μου γιο Ζέην. Η κόλλα είχε ξεραθεί και ο φάκελος άνοιξε χωρίς προσπάθεια. Έβγαλε σιγά-σιγά το γράμμα από μέσα. Αγαπημένε μου Ζέην, Γνωρίζω πως για να διαβάζεις το γράμμα μου, ο πατέρας σου είναι βέβαιος ότι βρίσκεσαι σε μια πολύ σπουδαία στιγμή της ζωής σου. Ίσως παντρεύεσαι, ίσως περιμένεις ένα παιδί. Δεν μπορώ καν να φανταστώ πώς θα χρησιμοποιήσεις τα χρήματα που αποταμιεύσαμε. Ο πατέρας σου κι εγώ συμφωνήσαμε ότι θα πρέπει να τα χρησιμοποιήσεις για κάτι πραγματικά μεγάλο, πραγματικά σπουδαίο. Ζέην, γιε μου, θα συμμετέχω κι εγώ στη χαρά που θα σου φέρει ο σκοπός για τον οποίο θα χρησιμοποιήσεις το δώρο μας. Με παντοτινή αγάπη Η μητέρα σου 29
ΒΡΕΣ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΟΥ Δάκρυα γέμισαν τα μάτια του. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Τέλος, κατάφερε να ξεστομίσει ένα "Ευχαριστώ, πατέρα." Ο Ζέην δίπλωσε το γράμμα προσεκτικά και το τοποθέτησε ξανά μέσα στο φάκελο. Ήταν όλα τόσο ήσυχα που μπορούσες να ακούσεις το νερό που έτρεχε στο σιντριβάνι του φουαγιέ και το τερέτισμα των τζιτζικιών έξω από το σπίτι. Με φωνή που μόλις ακουγόταν, ο Ζέην αναρωτήθηκε, "Από πού ν' αρχίσω;" "Προς τα νότια ζει μια ηλικιωμένη γυναίκα," είπε ο Ατάν α- κουμπώντας στην πλάτη της καρέκλας του, "που νομίζω ότι θα μπορέσει να σε βοηθήσει. Το όνομά της είναι Μάρα Χασίμι. Έχει ταξιδέψει όλον τον κόσμο υπηρετώντας ως γκουβερνάντα σε μερικές πολύ επιτυχημένες οικογένειες." "Πότε τη γνώρισες;" "Με είχαν προσκαλέσει στο πάρτι της συνταξιοδότησής της πριν πολλά χρόνια όταν ήσουν στο στρατό. Πολύ ενδιαφέρουσα κυρία. Ίσως οι εμπειρίες και η οξυδέρκειά της να σου δώσουν κάποια κατεύθυνση." "Και πού ακριβώς θα την βρω;" "Γύρω στα είκοσι χιλιόμετρα προς τα νότια θα συναντήσεις στα δεξιά σου μια σειρά από κρεμαστές γέφυρες επάνω από ένα χείμαρρο με λασπόνερα. Ζει κοντά στην τρίτη γέφυρα. Μόλις περάσεις τη γέφυρα, ρώτησε πού μένει η Μάρα Χασίμι." Σηκώθηκαν και οι δύο. Ο Ατάν κοίταξε κατάματα το γιο του, τον έπιασε από τους ώμους, και του είπε, "Ζέην, όταν ζούσαμε στο Φολ Ρίβερ γνώρισα πάρα πολλούς ανθρώπους που μισούσαν τη δουλειά τους, ήταν απογοητευμένοι με τη ζωή τους, και δεν ήξεραν τι να κάνουν. Η Ράινα κι εγώ δεν θέλουμε να συμβεί το ίδιο και σε σένα. Φύγε και βρες την καριέρα που σου ταιριάζει." Τον τράβηξε κοντά του και του ψιθύρισε, "Σε αγαπάω, γιε μου." 30
ARNIE WARREN Αγκαλιάστηκαν, και όταν ο Ζέην ένιωσε τα μπράτσα του πατέρα του να χαλαρώνουν, γύρισε, διέσχισε το χολ, και έφτασε στο φουαγιέ. Έσκυψε στο σιντριβάνι, γέμισε τη χούφτα του νερό, και έβρεξε πολλές φορές το πρόσωπό του μέχρι να δροσιστεί. Μετά βγήκε έξω, στην αφόρητη ζέστη της Μπατουπούρα. Περπατώντας το μονοπάτι προς το σπιτάκι του αναρωτήθηκε, "Τι θέλω να κάνω όταν μεγαλώσω;" Του φάνηκε διασκεδαστικό πόσο παιδική ακουγόταν αυτή η ερώτηση. Θυμήθηκε τη μητέρα του να του κάνει την ίδια ερώτηση. Όταν δεν μπόρεσε να της απαντήσει, του διάβασε τη βιβλική ιστορία του Βαρτιμαίου, του τυφλού άνδρα που καθόταν στην άκρη του δρόμου, χαμένος ανάμεσα στο πλήθος, όταν περνούσε από εκεί ο Βασιλιάς των Βασιλέων. Του ζήτησε βοήθεια, αλλά ο κόσμος προσπάθησε να τον κάνει να σωπάσει. Εκείνος όμως συνέχισε να φωνάζει μέχρι να ακουστεί. Και επειδή φώναξε, ξαναβρήκε την όρασή του. Η μητέρα του τελείωσε τη διήγησή της δραματικά, "Να, τώρα περνάει από μπροστά σου, Ζέην. Φώναξέ Τον. Ζήτησέ Του αυτό που θέλεις!" Ο Ζέην όμως δεν μπορούσε όχι ακόμη. Τώρα, όμως, σήκωσε το βλέμμα του προς τον ουρανό και ικέτευσε απελπισμένα, "Σε παρακαλώ. Βοήθησέ με να βρω τη σωστή καριέρα. Μια καριέρα που να με παθιάζει!" 31