Συνέντευξη με τον κύριο Γερεουδάκη Γεώργιο ή Μαρουβά 11-2-1999 Α. Πλευρά Κύριε Μαρουβά θέλω να μας πείτε πώς ξεκινήσατε να παίζετε λαγούτο και σε ποια ηλικία; Στα είκοσι χρόνια περίπου. Έπαιζε κανένας άλλος στην οικογένειά σας; Ο αδερφός μου ο Αντώνης κι αυτός στο όνομα Μαρουβάς κι αυτός. Επαγγελματικά έπαιζε; Επαγγελματικά. Ήταν μεγαλύτερος; Μεγαλύτερος δυο τρία χρόνια. Κι εσείς πώς και δεν είχατε ξεκινήσει νωρίτερα ν ασχολείστε με το λαγούτο; Τότες το τράκαρα. Εγώ το έμαθα μοναχός, ούτε να μου δείξει κανείς, ούτε τίποτα. Έτσι από τη μουσική το βγάνω κι έτσι όπως ακούσετε. Ο αδερφός σας σε ποια ηλικία είχε ξεκινήσει; Πολύ μικρός, γύρω τα δώδεκα, δεκατρία χρόνια. Δεν θυμάμαι και καλά. Άρα είχατε ακούσματα, στο σπίτι μέσα, δηλαδή, ακουγόταν το λαγούτο ταχτικά; Ναι, λίγο, γιατί είχαν μεταφερθεί τα αδέρφια μου τα μεγαλύτερα κάτω σε μια άλλη γειτονιά που λέγεται Κουλουκουθιανά κι εμείς εμέναμε στο χωριό. Πώς λεγόταν η γειτονιά; Κουλουκουθιανά, είχανε μαγατζί εκεί και είχανε κατέβει τα παιδιά κι εμείς ως παιδιά πάλι μικρότερα ήμασταν στο χωριό. Ο πατέρας, ο παππούς, κανένας θείος; Έπαιζε κι ο πατέρας μου. 1
Τι έπαιζε; Λαγούτο, αλλά από κει παλαιικά. Κι ο παππούς; Όχι ο παππούς. Στο χωριό τι άλλα όργανα παίζανε απ ό,τι θυμάστε σε μικρή ηλικία, εκτός από λαούτο τι άλλο όργανο παίζανε; Βιολιά ήτανε, πολλά βιολιά εκεί. Ποιους καλούς βιολάτορες θυμάστε; Την εποχή αυτή που βγήκα εγώ; Ήταν ο Μιχαλιός ο Παπουτσής, ήταν ο Μαριάννος στο βιολί, ήτανε ο Κουτσουρέλης στο Καστέλλι ένας παλιός, ήταν ο Χάρχαλης και κάτι άλλοι εκεί πέρα, τα οποία δεν έχουν κυκλοφορήσει. Έπειτα υπάρχουν πολλά βιολιά. Στο χωριό σας ποιος ήτανε; Ο Μιχάλης ο Παπουτσής, Μιχαλιό τονε λέγανε, ο Χαραλάμπης ο γιος του και πιο παλιοί, πιο γερόντοι, αλλά δεν μπορούμε να τους βάλουμε στους οργανοπαίχτες. Ένας Δροσερός που είπατε προηγουμένως, όταν παίζατε μιλήσατε για κάποιο συρτό του Δροσερού «η χαραυγή»; «Η χαραυγή» ναι. Αυτή την είχε βγάλει ο Γαλατιανός ο Στρατής. Από πού ήταν αυτός; Από τσι Κάμπους, Κεραμιανός, με τον Γαλάνη το Δημήτρη. Εσείς τα πρώτα μαθήματα του λαούτου από ποιον τα πήρατε, ποιος σας έμαθε τα πρώτα βήματα; Εγώ μοναχός. Και τη μουσική τη βγάζω εγώ και ορισμένα πράγματα μοναχός. Δηλαδή ποιος θα μου δείξει; Όχι τώρα, τότε, όταν ξεκινήσατε; Ναι μονάχος μου. Το πρώτο συρτό ποιος σας το μαθε; Μοναχός κι από μπουζουκάκι. Από μπουζούκι αρχίσατε ή από μαντολίνο; 2
Από μπουζούκι μ ένα τέλι. Πόσο χρονών ήσαστε τότε που αρχίσατε μπουζούκι; Καμιά εικοσαριά χρονών. Και τι παίζατε τότε στο μπουζούκι; Τίποτα σχεδόν, εκειά παίζαμε δεν εβγάζαμε τίποτα. Το πρώτο κομμάτι που παίξατε στο μπουζούκι τι ήταν, θυμάστε; Τίποτα. Το πρώτο κανονικό κομμάτι; Ε, πού θυμάμαι τώρα εγώ. Θυμάστε να μου πείτε αν είχατε παίξει ποτέ σε πανηγύρι και πόσο χρονών ήσασταν; Την πρώτη-πρώτη φορά; Πώς να σου πω τώρα, λες θυμάμαι να σου πω ακρίβειες. Κύριε Γιώργο, μας είπατε ο πατέρας σας έπαιζε λαγούτο, τον καλούσανε να παίζει σε γλέντια; Έπαιζε. Εκείνη την εποχή τώρα πώς γινόντουσαν τα γλέντια; Όπως γίνονται και τώρα, αλλά ούτε φωτισμό, με λούξια έτσι απλά πράγματα. Τον καλούσανε να παίξει με συμφωνία, δηλαδή λέγανε «θα παντρέψω την κόρη μου θέλω να ρθεις»; Όχι, όπως και τώρα. Παντρεύεσαι εσύ, ο τάδες και μου λέει «Μαρουβά θα έχεις ταμένα την Κυριακή», «όχι», «σε προσκαλώ να παίξεις στο γάμο», «εντάξει» πηγαίνομε Σαββάτο και Κυριακή. Τώρα έχουνε βγει και Σαββάτο γάμος και την Κυριακή γάμος, αλλάξανε τα πράματα. Η πληρωμή πώς γινότανε εκείνα τα χρόνια; Όταν θα χορέψουνε. Δηλαδή όποιος χόρευε πέταγε χρήματα; Ε, πέταγε πέντε χιλιάδες, σήμερα μπορεί να ναι εφτά, δέκα, δέκα πέντε, είκοσι αναλόγως. Την εποχή του πατέρα σας μιλάμε τώρα. 3
Πολύ λίγα πράγματα, με δραχμές, με δεκάρικα παλιά. Όποιος χόρευε δηλαδή; Πλέρωνε. Πλήρωνε το μουσικό μετά; Ναι. Ή καμιά φορά τώρα, σου λέει «κύριε για να ρθω» καλός προπαντός, σου λέει «πόσα θα μου δώσεις να ρθω να παίξω στο γάμο σου κι ό,τι βγάλω». Συμφωνίες τώρα. Παλιά τέτοιες συμφωνίες δεν γίνονταν; Δεν γίνονταν. Παλιά ήταν σου λέει «θα πάω σ ένα γλέντι κι αν δεν βγάλω, θα φάμε και θα πιούμε είντ άλλο θέλω». Θυμάστε παλιά να μου πείτε, είτε όταν πηγαίνατε με τον μπαμπά σας μαζί στα πανηγύρια, ή όταν πηγαίνατε μόνος σας, πού καθόντουσαν οι μουσικοί, είχανε πάλκο; Εβάναμε δυο καρέκλες με τάβλες σε βαρέλια απάνω, σε πάγκους. Ήτανε στη μέση; Όχι στο γύρω. Στην άκρη δηλαδή; Βέβαια. Και την εποχή του μπαμπά σας γινόταν αυτό εδώ στα Χανιά; Ναι, παντού ήταν έτσι, στην άκρη να κάτσουμε και βλέπουμε ότι έτσι βολεύει το γλέντι, εδώ θα κάτσουμε εμείς εδά στην εποχή μας, να βάλουμε τα ηχεία έτσι να πιάνει όλο το γλέντι. Στην εποχή σας υπήρχαν ηχεία; Τελευταία τώρα βγήκανε αυτά. Παλιά λέμε; Σκέτα πράγματα, αν εγρικούσανε, αν δεν εγρικούσανε δεν βαριέσαι. Την εποχή του πατέρα σας μας ενδιαφέρει αν τα όργανα καθόντουσαν στη μέση του δωματίου ή στην άκρη; Όχι, στο πλάι. Να πάμε στη μέση τι να κάνουμε; Παραγγελιές δίνανε; 4
Ναι, σου λέει «έχω σειρά μετά να χορέψω εγώ». Μάλιστα μετά το χορό αυτό θα χορέψω, εντάξει, ύστερα ένας άλλος, μετά το χορό εγώ έχω σειρά. (Τραγουδάει) «Έλα συ ξενιτεμένο / ταίρι μου αγαπημένο». Η μουσική ν αλλάζει και λίγο-λίγο καμιά φορά. Εγώ κατηγορώ οργανοπαίχτες, ενώ ν ακούσεις και μια πενιά μωρέ αλλάζει και λίγο-λίγο. Μωρ δεν πάει μωρ τα κάνουμε και πάνε όλα. Να παίξω να σας τραγουδήσω μανέ, να σου βάλω τσιφτετέλι καλό, δηλαδή στο όργανο την πενιά να ναι καθαρή και να σου τραβήξω μανέ. Θα ρθω μια μέρα στις Βουκολλιές και θα κάτσουμε μόνοι μας στο μαγαζί να τραγουδήσουμε ό,τι θέλουμε. Για πες μου τώρα κάτι. Έχουνε περάσει της μουσικής μεγάλοι ανθρώποι κι όντε τον έπαιξα, είχε κατεβεί ένας απ την Αθήνα κι έπαιζε, είχε τρία ούτι, το ούτι ξέρεις τι είναι, ωραίες αμανέδες και τέτοια και λέω «στάσου» κατεβάζω το όργανο εγώ από πάνω και του παίζω και μου λέει «αυτό το πράμα δεν το ξανάκουσα, η μουσική σου έχει βαθμούς, εκατομμύρια βαθμούς θα σου βάλω». Έπαιζε μουσικός. Ε, δεν κυκλοφόρησα, να μου πούνε έλα και να πάω, δεν πάω εγώ. Για πες μου κάτι, γιατί σε βγάλανε Μαρούβα; Διότι ο Μαρουβάς ήταν ο πατέρας μου και να πάνε να πιούνε δυο μαρουβαδάκια, ήταν το κρασί παλιό κι από κει δα τώρα βγήκε, όπως συνήθως όλα τα παρατσούκλια, μένουνε. Δεν έχει καμιά σχέση με τη μουσική δηλαδή; Όχι. Ύστερα από κει είχα ένα αδελφό τον Αντώνη και παίζανε με το Μαύρο το Νικολή. Αυτό θέλω να μου πεις, γιατί άκουσα ότι ήταν πολύ καλός λαουτιέρης ο αδελφός σου. Ο Θεός να τον συχωρέσει, λοιπόν και από κει Μαύρος, Μαύρος και ο Μαρουβάς και πέθανε, σκοτώθηκε το 46 είκοσι τεσσάρων χρονών. Πώς σκοτώθηκε; 5
Δυστύχημα με αυτοκίνητο. Κι από κει τώρα εγώ ετράβηξα αυτό το Μαρουβά για χατίρι του. Εμείς λεγόμαστε αδερφοί Γερεουδάκη γραφόμαστε στο μαγαζί, αλλά τώρα που έφυγα πού θα πας να ψωνίσεις απ του Μαρούβα, πού πας στου Μαρούβα, πού θα βρεις αυτό το πράμα στου Μαρούβα και δεν μας εξέρουν τώρα Γερεουδάκη. Αλλά το επίθετό μας είναι Γερεουδάκη ή Μαρουβάς. Για πες μου κάτι, ο αδελφός σου ο Αντώνης έπαιζε ζυγιά με το Μαύρο, δηλαδή ήταν, ας πούμε, του Μαύρου ο κολλητός; Ναι. Μ αυτόν έπαιζε πάντα; Πάντα, αλλά εσκοτώθηκε νωρίς. Εσύ αυτά που ξέρεις και παίζεις, όχι τα λαϊκά ή τους αμανέδες, αλλά τα κρητικά τα μαθες απ τον αδελφό σου; Όχι, εγώ. Ακούγοντας ποιους, ποιους άκουες και τα έμαθες, από πού είναι τ ακούσματά σου; Όταν θα μάθω ένα συρτό εγώ θα προσπαθήσω να τον βγάλω οργανωμένο πώς θα τον παρουσιάσω. Ενώ ένας άλλος τον βγάζει ως θα τονε παίξει. Από πού τ άκουες αυτά τα συρτά και τα μάθαινες; Εγώ του βάνω από δικό μου και λέω αυτή η πενιά χρειάζεται κι αυτό το πράμα. Αλλά το σκοπό του συρτού που παίζεις από πού τον έμαθες, από πού τους έμαθες αυτούς τους σκοπούς; Από άλλους ακούς,που παίζανε τα παλιά χρόνια, να παίξει αυτό, τονε μάθαινα. Δηλαδή ποιοι ήταν αυτοί ας το πούμε οι δάσκαλοί σου, να μάθεις τους σκοπούς; Ε, ήτανε όπως το παμε προηγουμένως ο Μιχαλιός ο Παπουτσής, ο γιος του ο Χαραλάς που παίζαμε δεκαπέντε χρόνια μαζί, ύστερα παίζαμε με 6
το Φοβάκη Γιώργης τριάντα χρόνια, από κει έχω παίξει με καλά βιολιά, με το Μιχάλη τον Κουνέλη, το Γαλαθιανό το Στρατή, με το Φώτη το Κατράκη, πάντα κυνήγουνα εγώ ένα καλό βιολί. Για ν αποδώσουμε, ν αποδώσω κι εγώ. Ναι, αλλά όταν παίζεις μ ένα καλό βιολί, υποτίθεται πως το ξέρεις και παίζεις, ξέρεις το σκοπό. Πού τον έμαθες το σκοπό; Έτσι τ ακούμε, θα μου τον πει ο βιολάτορας για πιάστον να δούμε, απ τον αυτόν απ τον άλλο, ε προχωρεί η μουσική. Κύριε Μαρουβά, όταν ξεκινάτε να παίζετε κάτι, όταν σας λένε «παίξτε μου ένα συρτό», με τι θα ξεκινήσετε; Το συρτό που θα ζητήσεις. Θα μου πεις θα χορέψω, αλλά θα παίξεις τον τάδε συρτό. Αν δεν σας ζητήσει κάποιος; Θα παίξουμε ό,τι θέλουμε. Πάντοτε το κρητικό όργανο αρχίζει από χανιώτικο. Και μετά; Συνεχίζουμε ό,τι θέλουμε. Δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη σειρά που ακολουθείτε; Ε, ναι. Έχουμε το χανιώτικο, ύστερα μπαίνεις ρουσακιανό, μπαίνεις στη σκάλα, στον ίδιο ρυθμό που χουμε κουρντίσει, δεν μπορούμε να φύγουμε από δω και να πεταχτούμε από κει. Δηλαδή μπαίνεις στην αυλακιά. Τις σειρές αυτές, τις ακολουθίες, από πού τις μάθατε εσείς; Από άλλους, τι να σου πω τώρα από πού τις μάθαμε. Η κοπελιά σε ρωτάει αν υπάρχουν καθορισμένες σειρές, τυποποιημένες ή κάθε φορά τις φτιάχνεις εσύ από μόνος σου; Όχι, είναι δηλαδή αρχίζουμε από το χανιώτικο, ποιος ταιριάζει να μπει στο ίδιο κούνημα, στην ίδια ακουή, ο ρουσακιανός, μετά το ρουσακιανό ποιος ακολουθεί άλλος να μπει, να μην αλλάξει η φωνή σαν να πούμε. Να μη τη βάλουμε ψηλά κι από χαμηλώσουμε κι ύστερα την πάμε εδώ, την πάμε εκεί. Αυτές είναι οι σειρές. 7
Ένας καλός οργανοπαίχτης για σας τι πρέπει να χει, ένα καλό βιολί ή ένα καλό λαγούτο; Εγώ, όπως παίζω τόσα χρόνια, δεν με πειράζει άλλος να πάει να φτιάξει καινούργιο λαγούτο, να νομίζει ότι θα φτιάξει και καινούργια μουσική. Δεν μιλάω για το όργανο, ένας καλός βιολάτορας, τι χαρακτηριστικά πρέπει να χει για να πείτε «α, αυτός παίζει ωραίο βιολί»; Πρέπει να παίζει όμορφα. Αυτό το όμορφα να μας πείτε. Τι προσέχεις, δηλαδή, σ ένα βιολάτορα και λες ότι αυτός είναι πολύ καλός; Αμέσως-αμέσως από το δοξάρι. Το δοξάρι πρέπει να έχει κοφτά πράματα, για να τραγουδήξω να σου πω να με καταλάβεις, να μη τα λέμε. Αυτό είναι, να προσφέρουν όμορφη μουσική. Όταν λέτε να παίζουν κοφτά, τι εννοείτε; Είναι το δοξάρι. (Τραγουδάει για να εξηγήσει τι εννοεί). Βλέπεις; Ένας χορευτής όταν θα χορέψει και πάει και κάνει ένα κόλπο αμέσως σου χτυπά, λες «μπράβο» και τον θέλεις να ξαναχορέψει. Όπως ο καλός χορευτής θα ντραγάρει από δω, θα τελειώσει. Να μην κάνει το κύκλο όλο, απού να χει αγωνία ο άλλος να τονε ξαναδεί να χορέψει. Έτσι κι εμείς καμιά φορά παίζουμε όλη μέρα, κάτσε να μη φύγουμε, κάτσε να βάλει ο Μαρουβάς πάλι καλό πράμα, να τον ακούσουμε πάλι. Κάθονται περιμένουνε, σ ένα διάλειμμα του χορού θα του βάλω έτσι να τον πιάσω, να τον ευχαριστήσει. Όπως έπαιξα ύστερα και λέω ένα τραγούδι και βάνω ταξίμι ωραίο και πιάνω όμορφη πενιά, τώρα θα τ ακούσεις. Επομένως το πρώτο είναι το δοξάρι. Το δοξάρι στο βιολί και στο λαγούτο στην πένα. Τι άλλο εκτός από το δοξάρι; Να ναι και γελαστός. Πρέπει να ναι γελαστός ένας οργανοπαίχτης; Ναι, να τραβάς και τον άλλο με την κουβέντα σου, με το γέλιο σου, με την καλοσύνη σου, γιατί ο άλλος μπορεί να παίζει καλά, αλλά να είναι 8
άνθρωπος που να μη σε τραβάει. Εγώ τώρα, όπως είδατε εσείς, ότι άμα τραγουδήσω μπορεί να βγει η φωνή από μέσα, τόσο που να χει ουσία, να βλέπεις την αγωνία πώς θα παίξω και πώς θα τραγουδήσω. Άλλοι τραγουδάνε από δω και πάνω. Εμένα θα βγει η φωνή χαμηλά. Τα χεις τελειώσει γιατί βιάζομαι να φύγω; Όχι, μας τα λέτε ωραία και θα σας κρατήσουμε. Τώρα που σε βρήκαμε θα σ αφήσουμε να φύγεις. Ως προς τη συμπεριφορά του πρέπει να προσέχει κάτι ένας οργανοπαίχτης; Βέβαια να προσέχει πρώτον την καρέκλα που κάθεσαι, δηλαδή να μη την προσβάλλεις, η καρέκλα του οργανοπαίχτη να ναι τίμια, δηλαδή να μη πάμε σ ένα γλέντι, δεν ξέρω αν τα γράφετε τούτανα που λέμε, πρέπει να σαι καθαρός οργανοπαίχτης. Καλός άνθρωπος, να καθίσεις να παίξεις τίμια να μην μεθύσεις ή να κάνεις χειρονομίες. Αυτές οι καλοσύνες κι όλα μαζί κι ένα καλό παίξιμο και συμπληρώνεις ότι παίζει καλά. Τώρα για το όργανο, καθαρά το όργανο, τι άλλο πρέπει να χει; Ας αφήσουμε τη συμπεριφορά του οργανοπαίχτη που πρέπει να ναι έτσι όπως είπαμε. Είπαμε το δοξάρι, άλλο; Ε, τι άλλο θες. Δηλαδή άμα έχει κάποιος ένα καλό δοξάρι και δεν ξέρει να παίζει πολλά συρτά. Όχι το δοξάρι, δοξάρι πώς θα το κάμει να το σπάσει, να χει άλλη ουσία. Σας είπα και τραγούδησα, το άκουσες τώρα το κομματάκι. Να σου το παίξω να καταλάβεις, τι να σου πω τώρα. Έχω ακούσει να παίζουν τα συρτά, άλλος τα παίζει απλά, άλλος βάζει πολλά γεμίσματα μέσα, στολίδια κλπ, ποιο είναι το πιο καλό κατά τη γνώμη σου; Τα πολλά που βάνει. Δηλαδή σου αρέσει πιο καλά όταν έχει πολλά γεμίσματα μέσα; Ναι, αυτό είναι. 9
Το ίδιο ισχύει και για το λαούτο. Το λαούτο πρέπει να κάνει γεμίσματα, πλουμίσματα; Το λαγούτο είναι δεύτερο όργανο, έρχεται δηλαδή πρώτο το βιολί. Αυτός θα αλλάξει τα συρτά, πού θα πάει, πότε θα σταματήσει και πώς θ αρχίσει. Εμείς ήμαστε ακομπανιαμέντο. Το λαούτο παίζει ακομπανιαμέντο, δηλαδή είναι σε στυλ μπασαδόρου ή παίζει και την ίδια μελωδία με το βιολί; Ε, δεν τ άκουσες τώρα; Άλλη μελωδία, αλλά αυτός κάνει κουμάντο πού θα σταματήσει ή πότε και τι συρτό θα βάλεις από το ένα συρτό πού θα καταλήξει σ άλλο συρτό. Απ όσο θυμάστε εσείς, τότε στα είκοσί σας χρόνια, όταν ξεκινήσατε να παίζετε λαούτο, το λαούτο έπαιζε ό,τι έπαιζε και το βιολί ή ήταν απλώς μπασαδόρος; Όχι, πρόσεχε εκεί πέρα ν ακολουθεί όπως παίζει. Άλλοι βαστούν κει πέρα μόνο έτσι. Τι συνηθίζεται θέλω να μου πείτε εδώ στα Χανιά, τι συνηθιζότανε; Να παίξεις ό,τι παίξεις να το βγάλει το δαχτύλι σου, να του βγάλει τη φωνή. Επιτρέπεται ο λαουτιέρης να κάνει πολλά στολίσματα και γυρίσματα μέσα; Πώς δεν μπορεί, όταν τα προλαβαίνει πολλά τα γυρίσματα, αν δεν τα προλαβαίνει. Ένας καλός λαουτιέρης τι κάνει όταν παίζει; Ένας πολύ καλός λαουτιέρης που να τον θαυμάσουνε όλοι, να πούνε «α, αυτό είναι καλό λαούτο»; Ε, όπως έπαιξα εγώ δυο πενιές και πρόσφερα πριν να παίξει το βιολί τ ακούσατε, να τραγουδήσει, να ξέρει ένα άλλο κομμάτι, ένα νησιώτικο να παίξει, να παρακολουθεί το βιολί με τον ίδιο ρυθμό, να μην παίζει αυτός άλλα κι εγώ άλλα. Αυτό είναι. Ένα λαγούτο θα πάρει ποτέ πρωτοβουλία ν αλλάξει εκείνο το σκοπό; Ναι, όταν αυτός δεν ξέρει. 10
Το βιολί δηλαδή πάντα; Ναι, όταν δεν ξέρει θα μου πει «Γιώργη θέλω να μου παίξετε τον καστελιανό», θα μου πει «δεν τονε ξέρω», «ε, σιγά-σιγά» θα τον αρχίσω εγώ, να μπει αυτός ύστερα, όπως πάει. Όταν παίζετε, όμως, μία σειρά εσείς ποτέ παίρνετε πρωτοβουλία να πάτε απ το λουσακιανό στον κολιμπαριανό; Όχι αυτός, διότι αυτός θα μπει κι εγώ τ ακολουθώ, όταν μπω εγώ κακομπαίνει αυτός εκειά που είμαι εγώ. Και πάντοτες έχει την προτεραιότητα αυτός. Ακολουθούμε εμείς. Και πότε θα σταματήσει και τι σκοπό θα παίξει, από τον ένα που θα κατεβεί σε άλλο σκοπό. Εμείς και προσέχουμε το βιολί και καταλαβαίνουμε πότε θ αλλάξει όταν παίζουμε μαζί. Παίζομε μέσα, αφήνει ένα κενό, «θα τον αλλάξει τώρα», να ετοιμαστώ κι εγώ, να τον βαστήξει αυτός να μπω κι εγώ. Δηλαδή συγχρόνως, γι αυτό τα όργανα πρέπει να παίζονται κι οι δυο θα παίζουνε πάντα μαζί. Όταν αλλάξεις τον ένα κι ύστερα σ έβγαλε ένας άλλος που δεν τον εξαναγνώρισες. Δεν μου λες Γιώργο, το βιολί είναι το πρώτο όργανο είπες, το λαούτο συνοδεύει; Συνοδεύει. Υπάρχουν περιπτώσεις ένας καλός λυράρης που αισθάνεται την ανάγκη καμιά φορά, σε ρωτάω αν σου τυχε εσένα αυτό το πράγμα, που αισθάνεται την ανάγκη να χαμηλώσει λίγο το βιολί και να βγει μπροστά το λαούτο, ενώ παίζει μια σειρά; Το κάνουν αυτό, είναι συνηθισμένο; Το κάνουνε αυτοί που υπάρχει μια συνεννόηση. Είναι πάλι άλλος απού θα παίξει και σου λέει «να δώσω ένταση στον ενισχυτή στο δικό μου κουμπί που να αγρικούμαι καλύτερα» και μ απομονώνει εμένα. Κι, όμως, οι καλοί μουσικοί θα ρωτήσουν εσένα που είσαι μουσικός, που ξέρεις από μουσική, από ψαλμωδία πώς πάνε τα όργανα, εντάξει. Δηλαδή να βγαίνουν και τα δυο συγχρονισμένα. Όταν βγάλει αυτός να ναι ψηλά κι εγώ χαμηλά 11
Όχι, εγώ δεν σε ρωτάω αυτό, σε ρωτάω κάτι άλλο. Ας πούμε πως δεν έχουμε καθόλου ενισχυτές, παίζουμε έτσι, ο καλός βιολάτορας, ή σου τυχε καμιά φορά ένας καλός βιολάτορας λίγο να χαμηλώσει το βιολί του για να σου δώσει εσένα την ευκαιρία ν ακουστεί και το λαούτο; Αυτό γίνεται μόνο στους ενισχυτές να χαμηλώσουνε το βιολί. Δηλαδή τώρα τι να κάνουνε να παίζει αλαφρά; Ναι, να παίζει αλαφρά. Ναι, το ξέρω και όταν μπορώ να τραγουδήσω αυτός δεν δυναμώνει, χαμηλώνει μόνο και βαστά ετσά τον ήχο μέχρι να τραγουδήσω την μαντινάδα και μετά μπορεί να το δυναμώσει. Για το τραγούδι το είδα να το κάνουνε, αλλά για το λαούτο το κάνουνε αυτό; Ε, καμιά φορά, άλλος σου λέει ο Σταύρος ο Καντηλιεράκης αγρικούνταν το βιολί και ο Μαρουβάς δεν αγρικούνταν. Μα αυτό δεν είναι νόστιμο. Όπως και η ψαλμωδία όταν ο παπάς βγει μέχρι εδώ η φωνή, είναι και ο ψάλτης υποχρεωμένος να βγει κι αυτός μέχρι εδώ. Αν στην άλλη ψαλμωδία μετά να συνεχίσει και πέσει ο ψάλτης χαμηλότερα, είναι ο παπάς υποχρεωμένος να πάει σύμφωνα με την φωνή, να μη κάνεις ψηλά. Εσύ ψάλλεις Γιώργη; Έπρεπε να ψέλνω ν ακούσεις μουσική ωραία, αλλά δεν αποφάσισα. Δεν κατάλαβα, ψάλλεις ή δεν ψάλλεις; Ψέλνω ωραία, αλλά δεν έκαμα πρόβα να ψάλλω στην εκκλησία στο στασίδι. Καταρχήν ένας καλός βιολάτορας ξέρει πώς θ αλλάξει το σκοπό, πώς θα πάει απ τον ένα στον άλλο; Αμέ. Μερικοί το κάνουν καλά, μερικοί όχι τόσο καλά; Μα έτσι πρέπει να γίνεται, διότι, όταν παίζεις συνέχεια χανιώτικο, σε κουράζει και αλλάζει κι αλαφρώνουμε κι εμείς. Αυτό το αλλάζει γίνεται σε όλους τους βιολάτορες το ίδιο; 12
Σε όλους, δεν μπορείς να παίζεις το ίδιο, το ίδιο. Όχι, δεν παίζουν το ίδιο, το αλλάζουνε, αλλά όλοι το αλλάζουν ωραία; Είπαμε ότι όταν παίζεις το χανιώτικο και τον παίζεις συνέχεια, συνέχεια κι εμένα με κουράζει. Θα σ αλλάξει ένα συρτό, έχει άλλο παίξιμο, άλλη ξεκούραση. Δεν με καταλάβατε. Έτσι που το λες εσύ, έτσι απαντώ κι εγώ. Σου λέω ότι πρέπει να τον αλλάξει, σου λέω ότι με κουράζει ο ίδιος συνέχεια, από χανιώτικα σε ρουσακιανό έχει άλλο παίξιμο. Πώς πηγαίνετε από το χανιώτικο στο ρουσακιανό, βάζετε κάτι; Όχι παιδί μου πώς τραγουδούμε το βιολί κάνει έτσι λες στο χανιώτη, ύστερα γυρίζει (τραγουδάει). Δηλαδή κατευθείαν από το χανιώτικο, τελειώνετε το χανιώτικο και κατευθείαν μπαίνετε στον άλλο. Απ τον άλλο στον άλλο κι απ τον άλλο στον άλλο κι όταν έρθει η ώρα να σταματήσουμε. Είπατε προηγουμένως ότι, αν παίζουν δύο μαζί χρόνια, ξέρει ο ένας πότε θ αλλάξει ο άλλος. Αυτό θέλω να μου εξηγήσετε λίγο, πώς το ξέρει; Εγώ στο λαγούτο το ξέρω ότι θα φύγουμε απ το χανιώτικο, ξέρω πού θα πάει. Θα πας στο ρουσακιανό ή θα πάει σ ένα άλλο συρτό. Εγώ τον καταλαβαίνω πού θα πάει. Εκείνη την ώρα εσείς πώς τον καταλαβαίνετε, τι κάνει δηλαδή; Θα μου δώσει να καταλάβω, όπως ο ντερμιτζής να πούμε κι επαέ, όταν χτυπάει μια τσάπα, για τι κάνει (δείχνει πώς χτυπάει), χτυπάει κι ο παραγιός την ίδια. Κοίταξε τώρα, χτυπώ κι ύστερα χτυπήσω και στο κενό σταματάω. Η τσάπα όταν τη βάνουνε στη φωτιά και λένε στη βράση κολλάει το σίδερο, όταν είναι ζεστό. Κολλάει και θα το κολλήσεις με ατσάλι. Λοιπόν του βάλαμε το ατσάλι, το βάνουμε στο φυσερό, αλλά εσείς δεν το χετε υπόψη σας. Τώρα το βγάνουμε από τη φωτιά είναι και τα δυο πυρωμένα, ολοκόκκινα, τώρα θα κολλήσει, γι αυτό το λέει κι 13
η παροιμία, στη βράση κολλάει το σίδερο. Λοιπόν, χτυπώ, χτυπάει κι ο άλλος ο παραγιός, ο βοηθός, όπως θες πες το, τακ, τακ κι εγώ. Εγώ τώρα όταν θέλω να μη χτυπήσει, χτυπώ εδώ δίπλα, δεν χτυπώ πια. Δίπλα χτυπά κι αυτός κι ύστερα θα τη γυρίσει ετσά τη τσάπα, θα τη γύρισει αλλιώς, ύστερα πάλι θα την ξαναβάλεις στη φωτιά, γιατί εντωμεταξύ αποζεσταίνεται δηλαδή κρυώνει. Θα την πυρώσει πάλι και θα μπορέσει να την χτυπάει έτσι και ο άλλος ντουκ κι εγώ ντουκ, όταν θέλω να μη χτυπήσει ο διπλανός μου, χτυπώ στο χέρι μου κι αυτός σταματάει να τη γυρίζει. Αυτό ακριβώς σε ρωτάει η Ειρήνη, όπως το είπες τώρα πολύ παραστατικά με τον ντερμιτζή να μας πεις και στη μουσική. Είπες ότι χτυπάει εκεί και καταλαβαίνει ο παραγιός ότι θα σταματήσει, ο βιολάτορας τι κάνει για να καταλάβεις εσύ ότι Αμέσως από το χανιώτικο, αφήνει και κάνει κενό. Εγώ ξέρω θα παίξει το χανιώτικο κι αν αφήσει το βιολί κενό σαν να πούμε όπως ο ντερμιτζής τ αφήνει κενό, χτυπάει δίπλα, έτσι θα καταλάβω. Αλλά εγώ τώρα με το να κάνουνε έτσι ξέρω σ είντα συρτό θα με βάλει. Γιατί έχουμε περπατήσει πολλά χρόνια μαζί και ξέρουμε έτσι με μια ματιά κι εγώ θα του πω, θα του γυρίσω, ξέρουμε με ματιές, καταλάβαμε, άλλαξέ τον γιατί με κουράζει. Δηλαδή δεν τον ξέρω καλά. Δηλαδή δεν είναι συνηθισμένο για να στο πω αλλιώς, να παίζεις χανιώτικο και μετά να γυρίσει να σου πει λουσακιανό. Όχι, μα ξέρω το δρόμο που θα πάρω για να πάω από δω που λέει επιτρέπεται θα πάω παρακάτω και θα δω το τόξο, από δω θα πάρω. Το ίδιο είναι και η μουσική, μη την ερευνάς τη μουσική, αλλιώς είναι ο ένας, αλλιώς ο άλλος. Κύριε Μαρουβά, μου είπατε μέσα για ένα κούρδισμα λεβό, τι είναι αυτό, εγώ δεν το ξέρω; Όπως είναι το κάτω τέλι είναι και το απάνω. Δηλαδή; 14
Να μοιάζει η μια χορδή με την άλλη. Φέρ το λαούτο να στο παίξω. Σε ποια συρτά το κάνετε αυτό το λεβό; Να ταιριάζει που να βάλω ταξίμι, να ταιριάζει που να βάλω ένα συρτό. Θυμάστε ονόματα συρτών να μου πείτε που παίζετε με λεβό; Όπως είναι ένα τσιφτετέλι, θα του βάλω τη μουσική, το ταξίμι του απού το γρικάω, να μην μπω απότομα στο παίξιμο του ίδιου του τραγουδιού, θα σου βάλω ένα άλλο να σε κατατοπίσω, να πεις μωρέ κάτι λέει για κάτσε να δούμε είντα θα βγάλει. Υπάρχουν συγκεκριμένα συρτά που παίζονται με αυτό το κούρδισμα, μόνο με λεβό; Ναι, εγώ τα παίζω στο μαγαζί. Ποια είναι αυτά πείτε μου. Όλα τα παίζω όταν είναι λεβά, δηλαδή από τη μέση του οργάνου και πάνω και στη φωνή πάει καλύτερα. Από τη μέση και κάτω του κοντακιού που βαστούμε είναι ψηλά. Βγαίνει πιο ψηλά κι είμαστε αναγκασμένοι να βγούμε ψηλά, όπως προσέξατε κι ύστερα, απού βαρεί ορισμένα συρτά αλλά δεν βγαίνουνε, εγώ τα βγάζω, σε γλέντι προ παντός και τα βγάζω όμορφα. Εδά τώρα με στενέψατε επαέ. Με βλέπει η κάμερα από κει. Εγώ μπορεί να παίξω μουσική να μην την εξανακούσεις, όταν μου βάζεις το μηχάνημα μπροστά μ ελέγχει και σε σφάλματα θα πέσω ή σε μαγνητόφωνα και με λέγει ο Γιάννης το γράψαμε κακά, εκεί δε είχαμε παραφωνία, ε, τι να κάνουμε. Γιατί μ ελέγχει αυτό, ενώ όταν δεν μ ελέγχει κανείς, το παίζω έτσι απλώς. Για πες μου Γιώργο, γιατί το κουρδίζεις στο λεβό, για ν ανεβεί ψηλά η φωνή ή για να κατέβει; Όχι, είναι πιο όμορφο το όργανο. Γιατί είναι πιο όμορφο; Γιατί θα χτυπήσω το κάτω τέλι, θα χτυπήσω και την επάνω, ίδια φωνή. Τώρα δεν είναι κανένα λαούτο, πού ναι ο Στέλιος. 15
Όχι το κατάλαβα τι κάνεις. Έχετε εσείς μία τάση έτσι που σας αρέσουν τα τσιφτετέλια οι αμανέδες, τα ταξίμια, τα παίζαν αυτά στην Κρήτη, γιατί έτσι; Αυτό είναι να κάτσεις σε μια παρέα να παίξεις, να βάλεις ένα καλαματιανό. Κύριε Μαρουβά, για κάντε μου ένα λεβό εδώ να το δω. Να πώς είναι το λεβό. (Παίζει με το λαγούτο για να δείξει το λεβό κούρδισμα). Αυτό τώρα τι είναι; Αυτά είναι του οργάνου, δεν ξέρω να σας τα προσφέρω να με καταλάβετε. Μας είπατε ότι θα μας τα δείξετε τώρα, γι αυτό φέραμε το όργανο. (Παίζει λαγούτο). Όπως είναι τώρα βγήκα εδώ, άλλη φωνή, δεν πάει. Για κοίταξε τι του κάμω εγώ. (Ποια νότα παίζει τώρα την πάνω-πάνω, όχι την τρίτη). Μου παίζετε μία μι απ τις χορδές. (Παίζει). (Μι, λα, ρε, μι, κρατάει ισοκράτημα). Αυτά τα ταξίμια από πού τα ακούσατε; Εγώ τα βγαλα, εγώ, όλοι οι μουσικοί τα όργανα που παίζουν κι ο Στέλιος όλοι βγήκαν από μένα. Εγώ τα βγαλα, ν ακούσεις τσιφτετέλια ν ακούσεις λαϊκά τραγούδια να σου πάρω το μυαλό σου. Αλλά δεν μπορώ (παίζει λαούτο). Ήτανε δυο γύφτοι από τη Συρία, Σύριοι και του παίζω μουσική από κεια πέρα, από τις Ινδίες, έχουνε μουσική ωραία. Αυτοί οι δύο γύφτοι από τη Συρία είχαν έρθει εδώ; Εδώ στο μαγαζί. Τι είναι αυτό που μας παίζετε τώρα; Τσιφτετέλι. Μια φορά έπαιξα, ήταν ένας γύφτος, έπαιζα σ ένα πανηγύρι και ήρθε ο γύφτος να παίξει, μου καμε το νόημα, ήρθε ο ατσίγγανος να παίξει και μου κάνει το νόημα για να παίξει έτσι. Του κάνω 16
. «Φοβάκη», παίζαμε μαζί του λέω «κατέβα», τ αρχίζω τώρα ταξίμι (τραγουδάει) κι αρχίζει (τραγουδάει) έκλαιγε, καλή του ώρα αν ζει, αν απόθανε να τον συχωρέσει. Κι από κεια αρχίζουμε, την ώρα που θα σταματήσει αυτός, γιατί είναι κλαρίνο, ν αρχίσω εγώ όπου μ αφήσει τη φωνή συνταριθμό (;) το πιάνω (τραγουδάει) κι αρχίζει πάλι (τραγουδάει). Έκλαιγε, να ξέρω την τέχνη του, δεν ήθελα τίποτα στον κόσμο. Όλο τον κόσμο να πεις στονε χαρίζω Μαρουβά και να μη παίξεις κλαρίνο ή να μη ξέρεις τέτοιο. Χαλάλι σας κι ο κόσμος. Και το χω πει πολλές φορές. Τώρα θα μου πείτε παιδιά το νομό Χανίων όπως είναι με συμβολαιογράφους, είναι όλος δικός σου, αλλά να σου πάρω το όργανο κι ούτε να ξαναπαίξεις, δεν το δέχομαι. Σα να σου πω τώρα πόσα δισεκατομμύρια θέλεις, αλλά θα σου κόψω το λαιμό σου. Ε, κι η μουσική είναι πάθος. Εγώ σας λέω αληθινά έπρεπε να με γνωρίσετε στα καλά μου τα χρόνια. Φωνές ν ακούσεις πράγματα. Δώσ μου το λαούτο, δώσ μου πάλι. (Παίζει και τραγουδάει). «Μην αμφιβάλλεις και καημό μη βάλεις στον κόσμο σταθερό σ αγαπώ». Πολύ ωραίο. Κάτσε λίγο τώρα να δεις είπα και του Σταύρου, να δεις πώς τα παίζουν τα συρτά, σ αυτό το κούρδισμα (παίζει και τραγουδάει) «άχου που δεν σε κάλεσα / στο γάμο το δικό μου / συχώρεσε το σφάλμα μου, συχώρεσε το σφάλμα μου / κι έλα στο θάνατό μου». Όλα τα προσπερνάω Στέλιο μου, έτσι καμιά φορά να μαι σε μεράκια ν ακούσεις Στέλιο μουσική και τονε λέω «ελάτε μωρέ, περάστε από δω» όλα τα προσπερνώ έτσι με μουσική. Τα βγάνει μόνο ο Μιχάλης ο Κουνέλης. Κύριε Μαρουβά για πείτε μου, πάντα έτσι πειράζετε την πάνω νότα, την πάνω χορδή; - Σε ορισμένους σκοπούς. Αυτό λέγεται λεβό Πάντα παίζετε με λεβό ή όχι; 17
Με λεβό όταν παίζω μοναχός. Μπορεί να τα βγάνουν κι οι υπόλοιποι, αλλά μπορεί και να μη τα βγάνουν Όταν παίζετε με βιολί; Αναλόγως πού θέλω να παίξω, όταν παίξουμε συρτά θ ακουστούμε αλλιώς. Ξέρετε καθόλου τι είναι το παλιό κούρδισμα; Το συνηθισμένο, μη με ρωτάτε μωρέ κοπέλια. Ο πατέρας σας το λεβό το έλεγε έτσι λεβό; Άκου να δεις, οι παλιοί που παίζανε, παλιοί τώρα λογαριάζεις μετά εκατό χρόνια που δεν θα ξέρουν να παίζουνε Όχι το λεβό το χατε ακούσει ποτέ από τον πατέρα σας; Όχι, μωρέ είπα εγώ όλη τη μουσική την έχω βγάλει εγώ και ρώτησε και το Στέλιο κι άλλοι, όλα τα λαϊκά τραγούδια κι όλα τα ταξίμια τα επαρουσίασα εγώ κι ο συχωρεμένος ο αδερφός μου ο Αντώνης. Ναι, αλλά τη λέξη λεβό την είχατε ακούσει από τον μπαμπά σας; Όχι, όπως κοίταξε τώρα τι εννοείς όπως σου λέω με το βιολί να χει δοξάρι καλό (παίζει λαούτο), βλέπεις τι νοστιμιά, αλλά να πας στο Στρατή να την παίξει που ναι κι αυτός καλός. Ξέρω πολλά πράγματα, δεν μπορούν να σιμώσουνε στο Μαρουβά σου λέω. Δεν θέλω να επαινούμε. Δεν μας καλούνε, εμείς αποφάγαμε πια, εβδομήντα και, αλλά η μουσική μας είναι ωραία. Φέρ το Στέλιο να του πω να μου το βγάλει αυτό. Ας είναι όποιος είναι, γιατί πρέπει να χει οργανισμό μέσα (παίζει και τραγουδάει το καλαματιανό «μου παρήγγειλε το αηδόνι»). Βλέπεις ένα κόλπο; Κι ο χορευτής εκεί θα ξεκινήσει. Ωραία μουσική. Τα καλαματιανά εδώ τα χορεύανε; Πώς δεν τα χορεύανε, με κατάλαβες πώς μπαίνει η μουσική; Β. Πλευρά 18
Πρέπει να την τιμάς την καρέκλα σου, προσέξτε κι εσείς κοπελιές το σέβας είναι υπεράνω όλων, γιατί λέει και μια μαντινάδα προσέξτε με «μυρίζει και βασιλική / μυρίζει κι η βασάρμη / όπως μυρίζει ο φρόνιμος / βασάρμια δε χωρούνε». Μπορείτε να το εξηγήσετε εσείς αν έχετε πάει σε καμιά επιστήμη. Προσέξτε να σας το εξηγήσω εγώ «μυρίζει κι η βασιλική / μυρίζει κι η βασάρμη» Τι είναι η βασάρμη; Μια μυρωδιά «όπως μυρίζει ο φρόνιμος / βασάρμια δεν χωρούνε». Δηλαδή ο φρόνιμος ο άνθρωπος, ο λογικός άνθρωπος, ο άνθρωπος, αυτό μου δίνει αξία. Δεν πα να χεις εκατομμύρια, όταν δεν είσαι άνθρωπος δεν αξίζεις. Τίποτα πολυκατοικίες, ο άνθρωπος. Κι ένα κουστούμι να βάλεις σου πάει γιατί είσαι άνθρωπος. Ένας που δεν είναι άνθρωπος να ντυθώ, τι να ντυθώ να κάνω, αφού που σε ξέρω ότι είσαι ο μεγαλύτερος βρώμος, ο μεγαλύτερος απατεώνας στην κοινωνία. Με καταλάβατε παιδιά, γι αυτό λέει και το τραγούδι «μυρίζει η βασιλική / μυρίζει κι η βασάρμη / όπως μυρίζει ο φρόνιμος» δηλαδή ο καλός άνθρωπος. Σου είπα μπορείς να χεις πρόσωπο, έχεις λεφτά δισεκατομμύρια, άμα δεν έχεις πρόσωπο μη ψάχνεις ρωτήστε και πες για τ όνομά μου λέει ένα τραγούδι «αν δεν πιστεύεις ρώτησε / και πες για τ όνομά μου». Έλα μωρέ Στέλιο επαέ, έμπλεξα με τις κοπελιές, δεν ξέρω αν έχουνε υπόψη τους από μουσική, για κοίταξε τώρα πώς προφέρει κι ένα βιολί όταν του βάνω ένα κόλπο, άκου τώρα. Πριν να παίξετε να σας ρωτήσω κάτι. Πριν ν αρχίσετε να παίζετε με το βιολί, κουρδίζετε μόνος σας ή παίρνετε κούρδισμα απ το βιολί; Παίρνω απ το βιολί και το βιολί θα πάρει από μένα. Πρόσεξε Στέλιο, άκου (παίζει λαγούτο). Άκου μια πενιά που δεν την βάνουν κι ο Στέλιος που είναι και καλός οργανοπαίχτης δεν την έχει βάλει και μπορεί και να μη τη βάλει. Δηλαδή πρέπει να ξέρεις πού πιάνω να πατήσεις, να μπεις εκεί, να, μπες σε κειό να το κολπαδάκι. Αλλιώς δεν μπαίνω όπου θέλεις εσύ κι όντα θέλεις εσύ. Κοίταξε Στέλιο. (Παίζει) και στο βιολί όταν μου 19
κάνουν αυτό το πράμα, αυτή την πενιά να βγάλεις πάλι κάτι. Το παρακολουθούμε στην τηλεόραση. Λοιπόν πριν φύγεις θέλεις να παίξεις μια πενιά με το Μανώλη δυο σκοπουλάκια; Ποιο Μανώλη; Το Μανιουδάκη που είναι μέσα. Προσέξτε κοπέλες η μουσική είναι μεγάλο πράμα, δεν είναι άντε κι έλα συ και παίξε, η μουσική πρέπει να βγει πρώτα από μέσα. Δεν βγαίνει εσωτερικώς μη περιμένεις παίξιμο. Ο Στέλιος τα ξέρει κι ο Στέλιος μ αρέσει εμένα κι ήμαστε παλιοί του οργάνου. Άκου τώρα πάλι. (Παίζει). Ευχαριστούμε πολύ. 20