Θοδωρὴς Βοριᾶς. Χαμένες ψηφίδες. Ποιήματα



Σχετικά έγγραφα
ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

Μαρία Ψωμᾶ - Πετρίδου ΔΕΥΤΕΡΟ ΖΕΥΓΑΡΙ ΦΤΕΡΑ. Ποιήματα

Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

XΡΗΣΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Θεοδόσης Βολκὼφ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Αιγαίο πέλαγος. Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό.

ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Η ΑΓΑΠΗ

Κώστας Λεμονίδης - Εμμανουηλίδου 13

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

9 Η 11 Η Η Ο Ο


ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗΣ. Ένατος ΚΕΔΡΟΣ

Είσαι ένας φάρος φωτεινός

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»


Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Ποια είναι η ερώτηση αν η απάντηση είναι: Τι έχει τέσσερις τοίχους;

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Ο θησαυρός της ζούγκλας. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου

Νέα Ελληνική Λογοτεχνία Α Λυκείου Κωδικός 4528 Ενότητα: «Παράδοση και μοντερνισμός στη νεοελληνική ποίηση»

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Ιωάννα Μουσελιμίδου. Ανοίκειος νόστος. Ποίηση

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Μαρία Ἀνδρεαδέλλη ΣΗΜΕΙΑ ΜΝΗΜΗΣ. Ποιήματα

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

Ευάγγελος Ρήγας. Ευάγγελος Ρήγας. Ο Κήπος. του Ανάγερτου. Με την ευγενική υποστήριξη των Εκδόσεων iwrite και των Πρότυπων Εκδόσεων Πηγή.

Με της αφής τα μάτια Χρήστος Τουμανίδης

«Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΕΚΕΙΝΗ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥ Ι ΓΙΑ ΤΟΝ Γ

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Η δικη μου μαργαριτα 1

Μια φορά κι έναν καιρό, όχι πολλά χρόνια πριν, μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα, είχε τόση ζέστη, καύσωνα, που μέχρι και ο ήλιος αναγκάστηκε να φορέσει

Πόλη των Χαμένων Ψυχών

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

VAKXIKON.gr MEDIA GROUP Εκδόσεις Βακχικόν Ασκληπιού 17, Αθήνα τηλέφωνο: web site: ekdoseis.vakxikon.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Α. ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

Σοφία Κολοτούρου ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Τα παραμύθια της τάξης μας!

ΦΥΛΑΚΗ ΥΨΙΣΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Copyright Φεβρουάριος 2016

Βαλεντσιάνες :: Λαύκας Γ. - Χασκήλ Σ. :: Αριθμός δίσκου:

Τ Ο Υ Κ Ω Ν Σ Τ Α Ν Τ Ι Ν Ο Υ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΕ ΣΧΕΔΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΔΟΥΚΑ

Κάιν καί Ἄβελ. ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Γένεσις 4,1-15

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

1 ο ΓενικόΛύκειοΚοζάνης Σχολική Βιβλιοθήκη. Υπεύθυνη Βιβλιοθήκης Ελπίδα Ματιάκη

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Το βιβλίο της ζωής μου

Αναζητώντας µιαν υπογραφή

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Κατερίνα Κατράκη. Παράθυρο. Ποίηση

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Απόστολος Θηβαίος - Παιδικές Ζωγραφιές

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ: ΠΑΠΑΝΙΚΟΥ ΣΩΤΗΡΙΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ ΤΟ 200 π.χ.

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Εργασία του Θοδωρή Μάρκου Α 3 Γυμνασίου. στο λογοτεχνικό ανάγνωσμα. «ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΜΕ ΦΤΕΡΑ» της Μαρίας Παπαγιάννη

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ...

ΠΊΝΑΚΕς ΖΩΓΡΑΦΙΚΉς ΚΑΙ ΠΑΡΟΙΜΊΕς

Κατερίνα Ανωγιαννάκη Ο ΧΟΡΟΣ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ. Εικόνες: Πετρούλα Κρίγκου

Γράφουν τα παιδιά της Β 1 Δημοτικό Σχολείο Αγίου Δημητρίου

Βαγγέλης Κυριακὸς ΚΟΣΜΟΘΩΡΙΕΣ. Ποιήματα

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ για ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ εξετάσεις Γ λυκείου ΕΠΑ.Λ.

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών Γυµνασίου - Λυκείου

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Νικηφόρος Βρεττάκος

Transcript:

Θοδωρὴς Βοριᾶς Χαμένες ψηφίδες Ποιήματα Θεσσαλονίκη 2012

ΧΑΜΕΝΕΣ ΨΗΦΙΔΕΣ

Θοδωρὴς Βοριᾶς Χαμένες ψηφίδες Ποιήματα Θεσσαλονίκη 2012

Ἔργα τοῦ Θοδωρῆ Βοριᾶ: Τὸ τρύπιο ταβάνι, Ποιήματα, Ἐρωδιός, Θεσσαλονίκη, 2005. Νυχτερινὲς Ἐπιπλοκές, Ποιήματα, Ἐρωδιός, Θεσσαλονίκη, 2008. Εὐριπίδης [Ἀνδρομάχη] - Ἀποσπάσματα σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση, Ἰδιωτικὴ ἔκδοση, Θεσσαλονίκη, 2009 (e-book). Εὐριπίδης [Μήδεια] - Ἀποσπάσματα σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση, Ἰδιωτικὴ ἔκδοση, Θεσσαλονίκη, 2010 (e-book). Πυγολαμπίδες, 33 Χάικου, Ὀκτασέλιδο τοῦ Μπιλιέτου τχ.67, Παιανία, 2011. Θοδωρὴς Βοριᾶς ΧΑΜΕΝΕΣ ΨΗΦΙΔΕΣ ISBN: 978-960-93-3894-3 Copyright: Θοδωρὴς Βοριᾶς Θεσσαλονίκη - Μάρτιος 2012 e-mail: thodorisvorias@gmail.com Ἰστοσελίδες: http://vorias.blogspot.com http://logotexnika-epikaira.blogspot.com

Ρωγμὲς γεννοῦν τὴ νύχτα Ἀπόψε γιὰ σένα τρυπιέται τὸ σκοτάδι ἀπ τὸ φεγγάρι. Οἱ δρόμοι τῆς Σαλονίκης παραμονεύουν κι ἐσὺ μαραίνεσαι μὲ μιὰ ζωὴ στὴν ταμπακιέρα, ποὺ δὲ σὲ κόφτει πῶς νὰ τὴ στρίψεις ἄφιλτρο κι ἀφήνεις νὰ στὴ φουμάρουν τυχοδιῶκτες. Δὲν εἶναι γι ἄλλον τὰ φῶτα τῶν μακρινῶν χωριῶν ποὺ τρεμοπαίζουν, γιὰ σένα γεννήθηκε ἡ νύχτα. Ἂν ξεκολλήσεις ἀπ τὶς σπασμένες πλάκες τῶν πεζοδρομίων -κι οἱ τοκογλύφοι χάσουν ἕνα σίγουρο χαρτίτότε θὰ δεῖς θεοὺς καὶ δαίμονες νὰ τριγυρνᾶνε στ ἀπόμερα σοκάκια. Θὰ δεῖς τὴ νύχτα νὰ ξεπετιέται ἀπ τὶς ρωγμὲς παλιόσπιτων διατηρητέων καὶ θ ἀνασάνεις, στὰ γεννητούρια, τ ἀρώματα τῶν νυχτολούλουδων. 5

Καρφωμένος στὰ σύννεφα Τὸ μεσημέρι γυαλίζουν τὰ καρφωμένα σου φτερὰ στὰ σύννεφα -φεγγάρι ποὺ ξέφυγες ἀπὸ τὶς νύχτεςκι ὅσοι μποροῦν νὰ ὀρθώνουν τὸ κεφάλι θὰ σὲ βλέπουν. Ἀνυπεράσπιστος στὴ βαρβαρότητα τῆς πόλης, κατάληξες κι ἐσὺ νὰ αἰωρεῖσαι πλάι στὸν Προμηθέα. Τὸ δειλινὸ ματώνετε τὸν οὐρανό. Τὴ νύχτα ἀστράφτει ἡ κρυμμένη φωτιὰ ἀπ τὰ καλάμια σας κι οἱ ἀνυποψίαστοι λένε πὼς ἔρχεται βροχή. 6

Στίχοι ἀπὸ ἕνα ταξίδι μὲ τὸν ἥλιο Ξημέρωμα γαντζώθηκα στὸν ἥλιο γιὰ νὰ πετάξω. Ἔμειναν κολλημένα τὰ παπούτσια μου στὴν ἄσφαλτο, ἔκλεψα καὶ τὸ πρωινὸ τραγούδι ἀπ τὴν κορφὴ μιᾶς ἀκακίας γιατὶ στὸ χωματόδρομο τῆς γειτονιᾶς μας παίζαμε ξιπόλητοι κι εἶχα ἀκακίες στὴν αὐλὴ κι ἕνα τραγούδι ποὺ τὸ σκεπάσανε μὲ ἄχαρο μπετόν. Ἀπὸ τὸ χθὲς ξεκόλλησα μιὰ ζωγραφιὰ -τρία παιδιὰ ποὺ σχεδιάζουν στὸ χῶμα τῆς ἀλάνας τὴ ζωή τουςτὴν ἔδειξα καὶ στὰ πουλιὰ...εἴχαμε κι ἐμεῖς φτερὰ πρὶν μεγαλώσουμε. Τὸ μεσημέρι ἔσκισα τὰ ροῦχα μου, τὸ φόβο κι ὅλες τὶς προσωπίδες ἐδῶ ψηλὰ δὲν ἔχει δρόμους γιὰ νὰ ντρέπεσαι. Τὸ δειλινὸ ἐλευθέρωσα τὰ ποιήματα νὰ φτερουγίσουν πάνω ἀπὸ τὰ κύματα. 7

Χέρια Χωρὶς καμιὰ φροντίδα κι ἐπιμέλεια, σ ὅ,τι ἀκούμπησαν τὰ χέρια μου φύτρωσαν κι ἄλλα χέρια. Τὰ βλέπω, τὴν ἄνοιξη βλασταίνουνε κι ἀνθίζουν στὰ δέντρα ποὺ σκαρφάλωνα. Τ ἀγγίζω, ἀσάλευτα καὶ σκουριασμένα μὲ τὴν παλιὰ βαφή τους ξεφτισμένη σὲ κάγκελα ποὺ ἔφραζαν αὐλὲς παλιῶν σπιτιῶν. Τὸ δίχως ἄλλο θὰ ζεσταίνουν ὅποιο κορμὶ ψηλάφησα, μὲ ἀναλλοίωτες τὶς ἁμαρτίες στ ἀκροδάχτυλα. Εἶναι καὶ τ ἄλλα, τ ἀόρατα. Τὰ κέρινα ποὺ ἔλιωσαν στὰ μανουάλια, ποὺ φύτρωσαν σὲ ἄψυχες σκιές, σὲ στεφανωμένα ἀγάλματα, σὲ σημαῖες, καὶ τ ἄλλα χέρια ποὺ σκορπᾶνε τὶς νύχτες, μὲ τὸν ἄνεμο, τὰ μαραμένα φύλλα καταγῆς. Τὰ χέρια ἐκεῖνα -μελάνι καὶ μολύβιτυπωμένα στὴν καρδιά, μονάχα στὰ ποιήματα τὰ συναντάω. 8

Μὴ σπαταλήσεις τὰ ὄνειρα Μὴ σπαταλήσεις ὅλα τὰ ὄνειρά σου μονάχα σὲ μιὰ νύχτα. Φύλαξε κάτι γιὰ τὴ νύχτα-φωτιά, νά χεις κι ἐσὺ ν ἀνάψεις ἕνα δαυλὸ γιὰ τὸ δρόμο. Φύλαξε κάτι γιὰ μιὰ νύχτα ἀπόγνωσης -ποὺ ἡ ψυχὴ θὰ λαχταράεινά χεις νὰ στρώσεις δίπλα σου κορμὶ καὶ πόθο, ἱδρώτα ν ἀνταλλάξεις. Φύλαξε κάτι γιὰ μιὰ νύχτα πόνου, στίχους νὰ κάνεις τὰ ὄνειρα, νά χεις νὰ σκάβεις μέσα στὴν καρδιά, νὰ μὴν πνιγεῖς, πάτο νὰ βρεῖς γιὰ νὰ πατήσεις. Φύλαξε κάτι γιὰ τὸ τέλος. Πρῶτα θὰ φύγει ἡ ψυχή, μετὰ τὸ χούι κι ὕστερα τ ὄνειρο. 9

Ὅπως οἱ ποιητὲς Οἱ χτύποι τῆς καρδιᾶς σου -ἀπότομοι ἦχοι νεκρῶν βαγονιῶνμέταλλα παροπλισμένης ἀτμομηχανῆς ποὺ συστέλλονται, ποὺ τρομάζουν ἀπὸ ἐκτροχιασμοὺς ὀνείρων. Τὰ χέρια σου βιδωμένα στὰ ἔμβολα τῶν ἀκίνητων τροχῶν μὲ τὸ ρολόι, στ ἀριστερό, σταματημένο. Τὰ πόδια σου μισοφαίνονται χορταριασμένες ράγες -ἄνεμοι παίζουν μὲ τὰ λυμένα σου κορδόνια. Ἡ σιωπή σου σκοτάδι, σφιγμένο στομάχι, κόμπος στὸ λαιμό. Τὸ πρόσωπό σου ἀνέκφραστο φεγγάρι, μάτι δακρυσμένο. Διάσπαρτη κόκκινη σκουριὰ σὲ ζωγραφιὰ τὸ βλέμμα σου. 10

Ἔφυγες ἀπὸ τὴν πόλη πρὶν νὰ πεθάνεις ἐγκλωβισμένος, τώρα κι ἀπὸ τὸν ἔρημο σταθμὸ ζητᾶς νὰ ξεκολλήσεις ὅπως οἱ ποιητὲς δὲ χώρεσες ποτὲ πουθενά. 11

Χαμένες ψηφίδες [α ] Κομμένο ρόδο, πιὸ κάτω ἡ πατρίδα, πιὸ κάτω στάχτες. [β ] [Μὲ τοὺς στίχους] Θά ρθω μαζί σας. Φορέστε μου φτεροῦγες. Ξεκαρφῶστε με. [γ ] Ψηφίδα ἥλιου ξεχασμένη στὴν τσέπη, στὸ πὰζλ τῆς νύχτας. [δ ] Ἑάλω πόλιν δεκαεπτὰ σοκάκια σ ἕνα χάικου. 12

Τὰ σημάδια τῶν καιρῶν Οἱ ποιητὲς ποὺ νιώθουν τὰ σημάδια τῶν καιρῶν γράφουν ποιήματα ὁλόιδια μὲ ρημαγμένα σπίτια, μ ἐρημωμένα σοκάκια κι ἀλητοπαρέες. Κάνουν τόπο στὶς λέξεις νὰ βροῦν ἀπομεινάρια ξεχασμένα -κρυμμένα τσιγάρα κάτω ἀπὸ τὰ κεραμίδια τοῦ χαμόσπιτου. Οἱ ποιητὲς ποὺ νιώθουν τὰ σημάδια τῶν καιρῶν δὲ χωρᾶνε στὰ σαλόνια. Ψάχνουν στοὺς δρόμους γιὰ στίχους ὁλόιδιους μὲ μπαλωμένα ροῦχα μιᾶς μόδας ποὺ ἔσβησε. Ψάχνουν στὶς τσέπες τους γιὰ σκόρπιες συλλαβές, γιὰ νὰ πληρώσουν. 13

Τὸ παραθύρι Ὅταν περάσεις, νὰ σταθεῖς, νὰ δεῖς ἐπίμονα στὸ παραθύρι, τῆς ἐρημιᾶς τὴ γύμνια νὰ χορτάσεις, τοὺς ὀργασμοὺς τοῦ ἀνέμου μὲ τὴ σκόνη. Νὰ δεῖς, τώρα ποὺ δὲν ἀπόμεινε ταβάνι, φύτρωσε στὸ σαλόνι ἕνα δέντρο, μέσ ἀπ τὰ φύλλα του κοιτάζω τοὺς περαστικοὺς τῆς γειτονιᾶς. Τώρα πιὰ νικήσανε τ ἀστέρια, πέφτουν ἐλεύθερα στὸ ξέσκεπο ὑπνοδωμάτιό μας τζάμι γιὰ τζάμι ἄσπαστο δὲν ἔχουνε ἀφήσει. 14

Ἀπόψε φτιάξε μιὰ πατρίδα Ἀπόψε πέφτουν ὅλα τ ἄστρα, πέφτουν τὰ κάστρα κι οἱ σημαῖες. Ἀπόψε μάζεψε ὅ,τι εἶναι νὰ μαζέψεις τὶς ἀναμνήσεις ποὺ θὰ στάξουν ἱστορία. Σκύψε καὶ κλέψε λίγο χρῶμα, σκύψε καὶ κλέψε λίγο χῶμα, σμίξε τ ἁπλόχερα καὶ φτιάξε μιὰ πατρίδα σὰν παραμύθι νὰ μαγεύει τὰ παιδιά μας. 15

Ἀναστημένα χέρια Φέτος ἀναστήθηκαν στοὺς μπαξέδες χέρια ἀπὸ καιρὸ θαμμένα. Μὲ φώναξαν νὰ μοῦ χαρίσουνε λουλούδια γιὰ τὸ στεφάνι τῆς πρωτομαγιᾶς. Συμπόνεσα περισσότερο ἀπ ὅλα ἐκεῖνο μὲ τὴ σκουριασμένη βέρα, ἐκεῖνο ποὺ τοῦ φορέσανε φθηνὸ ἀσήμι, ἐκεῖνο μὲ τὸ βραχιολάκι μὲ τὶς ἐρυθρόλευκες κλωστὲς τοῦ Μάρτη, ἐκεῖνο ποὺ εἶναι λερωμένο ἀπὸ λογιῶν λογιῶν χρώματα μαρκαδόρων. Ἔγινα παιδί τὸ χάιδεψα καὶ τὸ φίλησα ἐκεῖνο τὸ χεράκι. Σήκωσα ψηλὰ τὸ βλέμμα κι ἔσταξε στὰ μάτια μου ζωὴ ἀπὸ τὰ μάτια τῶν κλαδιῶν. 16

Ἴσως γίνεις ποιητὴς Μιὰ μέρα ἴσως πάρεις τὴν ἀπόφαση νὰ ξαναγίνεις ἐργάτης, νὰ ψάξεις σπασμένους στίχους κάτω ἀπὸ τὰ συντρίμμια τῆς πόλης. Ἴσως χρειαστεῖ νὰ τραβήξεις τὸ νάιλον τοῦ καταποντισμένου οὐρανοῦ καὶ ν ἀπελευθερώσεις θεοὺς καὶ θυμητάρια. Ἴσως ξεθάψεις λέξεις μὲ ἀνοιχτὲς πληγές, λέξεις ἀκρωτηριασμένες. Ἴσως, μιὰ μέρα, μὲ τὰ χέρια ματωμένα, νὰ γίνεις ποιητὴς κι ἀπ τὴν ντροπὴ νὰ μὴν ἀντέξει, νὰ τὸν ξεκάνεις τὸν πατέρα σου. Κι ὕστερα νὰ κλαῖς γιὰ τὰ στενὰ ποὺ ἔρημα ξεμένουνε συχνὰ ἀπὸ διαβάτες. 17

Ἀνιλίνες [α ] Ἔμαθες πιὰ νὰ ξεπερνᾶς τὴ βαρυχειμωνιά. Ἀνοίγεις κάθε τόσο τὸ κομπόδεμα γιὰ νὰ χαϊδέψεις τὰ βαθουλώματα στὴν ἄμμο, τ ἀποτυπώματα κορμιῶν ποὺ ἔκλεψες ἀπ τὴν ἀκρογιαλιὰ τὴ μέρα ποὺ ξεψυχοῦσε τὸ καλοκαίρι. [β ] Ἀπόψε ἡ νύχτα βαρέθηκε τὰ δακρυγόνα καὶ τὸ πετροβόλημα, ἀπόψε ἡ νύχτα λαχταράει ἔρωτα. Νὰ γίνει κρυψώνα γιὰ τοὺς ἀκόλαστους. Ν ἀνοίξει τοὺς τοίχους, ν ἀκούγονται οἱ ἀδέσποτοι στεναγμοὶ κι οἱ ἐκρήξεις τῶν σπασμῶν. Μισοσκισμένο ἐσώρουχο νὰ γίνει καὶ σκόρπια κέρματα στὸ καλντερίμι γιὰ τὸ ταμεῖο τῶν σκιῶν. 18

Ψηφίδα τῆς πόλης Τῆς πόλης μιὰ χαμένη ψηφίδα σοῦ μιλᾶ, ἕνας ἀκόμη αἰχμάλωτος στῶν ἡμερῶν τὴν προπαγάνδα. -Πότε προλάβανε καὶ μαυροφόρεσαν μ ἐφημερίδες ὅλους τοὺς δρόμους; Τῶν ἁρπαχτικῶν οἱ κυκλικὲς πτήσεις στενεύουν πάνω ἀπ τὸ κεφάλι μου. Ἄλλο δὲν ἔχω, δεκαετίες ληστεύουν τὴν ψυχή μου. Σωτῆρες μᾶς δείχνουν σιδερένια κλουβιὰ -παρέχουν κανναβούρι, νερὸ κι ὁπωσδήποτε μιὰ τηλεόραση- μᾶς ὁρμηνεύουν νὰ μποῦμε μέσα, νὰ σωπάσουμε γιὰ νὰ σωθοῦμε. 19

Ὀρφανεμένες ρίζες Θέρισες ἀνεμῶνες καὶ τὶς ἔστησες στὸ βάζο -ἀντίδοτο γιὰ τὴν ἀγιάτρευτη κακογουστιὰ τῆς πόλης. Στὸ πανάκριβό σου βάζο, οἱ τελευταῖες ἐκπνοὲς καταντήσανε φυσαλίδες ὀξυγόνου στὰ γυάλινα τοιχώματα. Τὰ πόδια μου, ἀκρωτηριασμένα, κρέμονται ἀκίνητα μὲς στὸ νερό. Στηρίζομαι ἀπ τὶς μασχάλες στὸ χείλωμα τοῦ βάζου. Τὰ χέρια μου ἄρχισαν νὰ ξεραίνονται. Τὸ κεφάλι μου, ἀναίσθητο, ἀκουμπᾶ στοὺς ὤμους μου. Πλησιάζεις καὶ μυρίζεις κάθε τόσο τὰ μαλλιά μου. Κάθε δυὸ μέρες ἀλλάζεις τὸ νερό, νὰ μὴ βρωμήσει τὸ πεθαμένο αἷμα. Θά ρθει κι ἡ ὥρα ποὺ θὰ μὲ πετάξεις στὰ σκουπίδια. Ἡ γῆ τῆς πατρίδας εἶναι πιὰ ξερές, ὀρφανεμένες ρίζες, εἶναι τὰ παραχωμένα παπούτσια κι οἱ ἀστράγαλοί μου. 20

Κατηγορούμενος Τρέμεις μήπως βρεθεῖ τὸ ἔλλειμμα ἐκεῖ ποὺ ἀντικατέστησες μὲ σκιὲς τὶς κλεμμένες στιγμές, ἐκεῖ ποὺ νόθεψες τὴ νύχτα κι ἀποπλάνησες τ ἀστέρια. Τρέμεις τὴν ἐτυμηγορία. Πάλι θὰ πεῖς γιὰ τοὺς μεθυσμένους ξενύχτηδες, γιὰ τὰ πλεγμένα κορμιὰ στὸ παγκάκι, γιὰ τὰ σβησμένα φεγγάρια κάτω ἀπὸ τὸ κρεβάτι σου. Πάλι θὰ πεῖς γιὰ τὸ τρύπιο ταβάνι καὶ τὶς νυχτερινὲς ἐπιπλοκὲς τῆς ζωῆς σου μὰ τώρα ὑπῆρξαν ξάγρυπνοι μάρτυρες, βρέθηκαν κι ἀποδείξεις στὰ χαρτιά σου μὲ τὰ ποιήματα, μὴν περιμένεις ἐπιείκεια. 21

Ρημαγμένα σπίτια Α Ἂς εἶχε μπαγιατέψει. Ἀκόμα καθόταν στὸ πλατύσκαλο καὶ σεργιανοῦσε στὸ δρόμο μὲ τὰ πόδια της ὀρθάνοιχτα. Εἶχε μιὰ κάμαρα ὑγρὴ καὶ σκοτεινὴ σὲ κάποια πάροδο, στὴν Ἄνω Πόλη, στὴ Σαλονίκη, κι οὔτε κουβέντα γιὰ τὸ παρελθόν. Ὅσο περνοῦσε ἡ μπογιά της τοῦ δινε νὰ καταλάβει. Εἶχε χαλάσει κρεβάτια καὶ κρεβάτια ὥσπου στὸ τελευταῖο μούχλιασαν τὰ σεντόνια της. «Ἐλισάβετ ἡ ἀρτίστα» στὸν καιρό της. Ὓστερα, σὰν ξέπεσε, «Κακάβα». Τώρα οἱ ρίζες παλεύουν νὰ ρουφήξουν τὸ κορμί της. 22

Β Ξόδεψες τὴν ὀμορφιά σου ἀνάσκελα πάνω σὲ στρατιωτικὰ ἀμπέχονα κι ἀπ τὶς ἀνομολόγητές σου ἱστορίες ἀπόμειναν μονάχα εἴδωλα. Εἴδωλα κλειδωμένα σὲ συρτάρια, ξεχασμένα ἐργαλεῖα ἡδονῆς. Ἔκλεισε γύρω σου ὁ κύκλος κι ἡ ἐγκατάλειψη κατάντησε μιὰ πινακίδα φρίκης: ΠΡΟΣΟΧΗ! ΝΑΡΚΟΠΕΔΙΟ Ἔκλεισε πιὰ ὁ κύκλος, τώρα τ ἀκροδάχτυλα τῆς νύχτας σὲ χαϊδεύουν. Κανένας ἄλλος δὲ σ ἀνέχεται ἐξὸν ἀπ τὸ σκοτάδι. 23

Γ Μοίραζε στὸν κόσμο προκηρύξεις -ποιήματα ποὺ ἔγραφε στὸ δρόμο, μεράκι σπασμένο σὲ στίχους, συλλαβὲς γεμάτες ἀνθρωπιά. Τὸν σχολιάζανε στὴν Ἐγνατία ἤτανε γνωστὸς καὶ στὸ Ντεπό. Ἔβγαινε μαζὶ μὲ τὸ φεγγάρι κι ἀνηφορίζανε τὴ Βενιζέλου. Τὸν ἀγαποῦσε μιὰ πόρνη στὸ Βαρδάρη. -Ὅταν σχολάσεις, ποιητή, ἀπ τὸ νυχτέρι, ὅταν μαζέψεις τὰ μυστικὰ τῶν δρόμων, νά ρθεις ἀπὸ τὸ «σπίτι» νὰ σοῦ ψήσουμε καφέ. Φοβόταν τὰ κόκκινα φανάρια ποὺ τὸν κοιτοῦσαν ὕπουλα πάνω ἀπ τὶς ἐξώπορτες καὶ τοὺς ξελιγωμένους θαμῶνες στὸ σαλόνι καὶ τὴν ξετσιπωσιὰ ποὺ μύριζε βαριὰ ἀρώματα. Ἀπ ὅσο ξέρω, σὲ τέτοια σπίτια δὲν πάτησε ποτέ. 24

Δ Ἔμαθες ἀπὸ νωρὶς νὰ εἰσβάλλεις στὰ ρημαγμένα σπίτια. Τῆς ἐφηβείας ἡ κολασμένη μαθητεία ταιριάζει μὲ τὴ σιωπὴ τῶν ξεμοναχιασμένων καὶ μὲ τὸ τρίξιμο τῶν σάπιων πατωμάτων. Στὰ ρημαγμένα σπίτια φοβᾶσαι τὶς πεθαμένες στιγμὲς τῶν νοικοκυραίων, τὴ βεβηλωμένη ἡσυχία μὲ τὴ μούχλα καὶ τὴν κοιμισμένη σκόνη. Στὴ μέση τῆς ἒρημης κάμαρας φοβᾶσαι τὸ σπασμένο πιάτο καὶ τὴν καρφωμένη καρφίτσα ραψίματος ψηλὰ στὴν κάσα τῆς πόρτας. -Ἐδῶ μέσα, ἔλεγες, νὰ μὴν πειράξεις τίποτε. Ἀρνοῦνται τ ἀπομεινάρια ν ἀλλάξουν θέση, ἀκόμα ὑπακοῦνε σ ἄλλα χέρια. 25

Τέλος ἐποχῆς Α Ἔξω ἀπὸ τὶς πολεμίστρες ἀκούγονται τὰ σύννεφα, διηγοῦνται πειρατικὲς συνάξεις, αἰωροῦνται κατακόκκινα, καθρεφτίζουν τὸ αἷμα ποὺ εἶναι νὰ χυθεῖ. Ἡ θάλασσα σκοτείνιασε, ἔκλεψε τὸ χρῶμα ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ βιγλάτορα. Ἡ γῆ, προτοῦ κρατήσει τὴν ἀνάσα της -λίγες στιγμὲς προτοῦ τὴ μάχημοσχοβολάει ρίγανη, φωνάζει στὴν ψυχὴ τοῦ στρατιώτη ὑπερασπίσου με! 26

Β Ἄφησε τὸν ἀγέρα νὰ κατεβαίνει μανιασμένος ἀπ τὸ Σκρά. Νὰ περνάει ἀπὸ τὶς λόγχες τῶν φρουρῶν καὶ νὰ ξεσκίζεται, νὰ λερώνει μὲ σκόνη τὶς στολές τους καὶ νὰ θαμπώνει τὸ φεγγάρι. Κοίταξέ τους στρατιῶτες ποὺ δὲν καπνίζουνε νωχελικὰ τὰ φθηνά τους τσιγάρα, στρατιῶτες ποὺ δὲ μιλοῦν γιὰ τρυφερὰ κορμιά. Κοίταξέ τους στέκουν ἀκίνητοι κι ἀφουγκράζονται τὸν ἄνεμο ποὺ ψιθυρίζει ὀνόματα νεκρῶν συντρόφων τους στὸν Πολικὸ Ἀστέρα. 27

Γ Κάτω ἀπὸ τὴ σημαία, στοὺς πρόποδες τοῦ θανάτου, στρατιῶτες ζητοῦν τὸ περίσσιο λίπος σου ν ἀλείψουν τ ἄρβυλά τους γιὰ νὰ μὴν μπάζουν ὑγρασία ἀπὸ τὶς ματωμένες λάσπες. Κάτω ἀπὸ τὸ σταυρό, λίγο πρὶν τὸν παράδεισο, καλόγεροι ζητοῦν τὸ περίσσιο λίπος σου ν ἀνάψουν τὰ λυχνάρια γιὰ τὶς λιτανεῖες. Ὅ,τι ἀπόμεινε στὸ ζήτησε ὁ ἔρωτας. Λάβα νὰ χυθεῖ ἀπὸ τ ἀνοιχτὰ ἡφαίστεια τῆς σάρκας. -Ντιντή, δὲν πρόκειται νὰ πολεμήσεις οὔτε θὰ σὲ σταυρώσουν. Μπουμπού, δὲν πρόκειται νὰ γίνεις πόρνη πολυτελείας στὸν αἰώνα τὸν ἅπαντα. 28

Πρῶτες δημοσιεύσεις «Μοίραζε στὸν κόσμο προκηρύξεις» ἢ «Ποιητὴς στὴ Σαλονίκη», Ἀνθολογία Καλαμαριᾶς [Δεκαεννέα ποιητὲς τῆς «Καλῆς μεριᾶς»] Νοέμβριος 2010. «Τὸ παραθύρι», Πλανόδιον, Δεκέμβριος 2010, τεῦχος 49. «Ὁ κύκλος», ΑΝΤΙ χ ΛΟΓΟΥ, Σεπτέμβριος 2011, τεῦχος 11. «Ἀνιλίνη - Ἔμαθες πιὰ νὰ ξεπερνᾶς τὴ βαρυχειμωνιά» Ἀνθολογία - Ἡμερολόγιο 2011 [Κι ἐγὼ θὰ σ ἀγαπάω κάθε μέρα ] - Ἐμπειρία Ἐκδοτική. «Ὅπως οἱ ποιητές» ἢ «Στὴ σκιὰ ποὺ δὲ βολεύτηκες», «Κατηγορούμενος», «Χέρια», Νέα Εὐθύνη, Σεπτέμβριος - Ὀκτώβριος 2011, τεῦχος 7. 29

Περιεχόμενα 5 Ρωγμὲς γεννοῦν τὴ νύχτα 6 Καρφωμένος στὰ σύννεφα 7 Στίχοι ἀπὸ ἕνα ταξίδι μὲ τὸν ἥλιο 8 Χέρια 9 Μὴ σπαταλήσεις τὰ ὄνειρά σου 10 Ὅπως οἱ ποιητὲς 12 Χαμένες ψηφίδες 13 Τὰ σημάδια τῶν καιρῶν 14 Τὸ παραθύρι 15 Ἀπόψε φτιάξε μιὰ πατρίδα 16 Ἀναστημένα χέρια 17 Ἴσως γίνεις ποιητὴς 18 Ἀνιλίνες 19 Ψηφίδα τῆς πόλης 20 Ὀρφανεμένες ρίζες 21 Κατηγορούμενος 22 Ρημαγμένα σπίτια 26 Τέλος ἐποχῆς 29 Πρῶτες δημοσιεύσεις 31

ISBN: 978-960-93-3894-3