Προς: κ. Πρόεδρο της ερευνητικής επιτροπής για την οικονοµία Μέλη της ερευνητικής επιτροπής για την οικονοµία Αξιότιµοι κύριοι, Γεγονότα που οδήγησαν στην καταστροφή της Τράπεζας Κύπρου και της Κυπριακής Οικονοµίας Η Κυπριακή ηµοκρατία άρχισε να αντιµετωπίζει προβλήµατα χρηµατοδότησης των δηµοσιονοµικών της ελλειµµάτων από το τέλος του 2010 και τις αρχές του 2011. Τον Μάιο του 2011 (δηλαδή έξι µήνες πριν το κούρεµα των ΟΕ ) η Κύπρος έφτασε κοντά σε στάση πληρωµών. Την περίοδο αυτή ο πρόεδρος της Τράπεζας, ο αντιπρόεδρος και εγώ, είχαµε σειρά συναντήσεων µε τον Πρόεδρο της ηµοκρατίας, τον Υπουργό Οικονοµικών (Χαρίλαο Σταυράκη) και τον Γενικό Γραµµατέα του κυβερνώντος κόµµατος προσπαθώντας να πείσουµε για την ανάγκη άµεσης λήψης µέτρων, χωρίς όµως κανένα αποτέλεσµα. Το δηµοσιονοµικό έλλειµµα αυξανόταν και η εµπιστοσύνη των αγορών για την ικανότητα χρηµατοδότησης του κράτους συνεχώς υποβαθµιζόταν. Στις 31/5/2011 ο οίκος Fitch προχώρησε σε υποβάθµιση της Κύπρου κατά τρεις βαθµίδες. Την 1/8/2011 και αφού οι πιο πάνω προσπάθειες µας να πείσουµε την κυβέρνηση για µέτρα απέβησαν άκαρπες, εκδόσαµε δελτίο τύπου στα ΜΜΕ το περιεχόµενο του οποίου µιλά από µόνο του (επισυνάπτεται παράρτηµα 1). Τονίζαµε ότι «µε την απραξία µας διακυβεύουµε τη δυνατότητα αναχρηµατοδότησης του κράτους και οι συνέπειες θα είναι άµεσες και σοβαρές. Άµεση είναι και η απειλή της ένταξης της χώρας µας στο µηχανισµό στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης». ηλώναµε ότι «Η Τράπεζα Κύπρου έχει τα κεφάλαια και την ικανότητα να ενισχύσει τις πολιτικές του κράτους εφ όσον ληφθούν τα αναγκαία µέτρα». Προειδοποιούσαµε ότι «δεν υπάρχουν πλέον χρονικά περιθώρια και κάθε µέρα απραξίας επαυξάνει γεωµετρικά τα προβλήµατα και τους κινδύνους». Μέχρι και το πρώτο τρίµηνο του 2011 η Κύπρος είχε την ευκαιρία και µπορούσε από µόνη της να κερδίσει την εµπιστοσύνη των αγορών χωρίς 1 / 9
καµία βοήθεια από την Ευρώπη εάν ελάµβανε όλα τα αναγκαία δηµοσιονοµικά και διαρθρωτικά µέτρα. Την ίδια περίοδο η Τράπεζα Κύπρου µε τα µέτρα που έλαβε και την ισχυρή κερδοφορία της πέρασε µε επιτυχία στις 23/7/2010 το τεστ αντοχής (stress test) της ΕΚΤ. Πέρασε επίσης µε επιτυχία το δεύτερο τεστ αντοχής στις 15/7/2011 παρόλο που στο µεταξύ έγινε το πρώτο κούρεµα στα ΟΕ κατά 22% περίπου, τον Ιούλιο του 2011. Η Τράπεζα Κύπρου συνέχιζε να είναι ισχυρή σε κεφάλαια και κερδοφορία και να έχει πλεονάζουσα ρευστότητα. Είναι ακριβώς γι αυτό το λόγο που διαβεβαιώναµε και δηµόσια τον Αύγουστο του 2011 ότι η Τράπεζα έχει την ικανότητα και διαθέτει ρευστότητα για να βοηθήσει, νοουµένου όµως ότι η κυβέρνηση θα ελάµβανε τα αναγκαία µέτρα που θα οδηγούσαν έξω από την κρίση. Μέτρα όµως δεν λήφθηκαν. Στις 26/10/2011 µετά από πολιτική απόφαση και µε τη συναίνεση και του προέδρου της Κυπριακής ηµοκρατίας αποφασίστηκε το δεύτερο κούρεµα των ΟΕ που ξεπέρασε το 85%. Η Ελληνική Κυβέρνηση τότε ζήτησε και εξασφάλισε ποσό 50 δις για κεφαλαιοποίηση των τραπεζών της. Η Κυπριακή Κυβέρνηση δεν εξέτασε σε βάθος τις επιπτώσεις πριν υπερψηφίσει την απόφαση και δεν ζήτησε ανταλλάγµατα για το τραπεζικό σύστηµα το οποίο θα επωµίζετο δυσανάλογα µεγάλες ζηµιές λόγω της µεγάλης παρουσίας των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα. Είναι γνωστό οτι η Τράπεζα Κύπρου επεκτάθηκε στην Ελλάδα από το 1990 και η πορεία της όλα τα χρόνια ήταν σταθερή και κερδοφόρα ενισχύοντας το Συγκρότηµα µε σηµαντικά κέρδη και καταθέσεις και στήριζε το συγκρότηµα ακόµη και την περίοδο 2002-2004 που η Τράπεζα στην Κύπρο πραγµατοποιούσε ζηµιές. Τον ίδιο µήνα η ΕΚΤ προχώρησε στην αναγγελία νέου stress test το οποίο θα ολοκληρωνόταν στις 30/6/2012. Η Τράπεζα Κύπρου συνέχισε τις προσπάθειες ενίσχυσης της κεφαλαιακής της βάσης µε στόχο να περάσει και το νέο stress test. Τον εκέµβριο του 2011 η Κυπριακή Κυβέρνηση αφού εξασφάλισε το ρωσικό δάνειο ύψους 2.5 δις, εθεώρησε ότι έλυσε το πρόβληµα της αναχρηµατοδότησης του δηµόσιου χρέους. Αποτέλεσµα τούτου ήταν ο εφησυχασµός και η συνέχιση της απραξίας και της µη λήψης µέτρων. Το δηµοσιονοµικό έλλειµµα συνέχισε και το χρέος αυξανόταν (από 48,9% το 2008 έφτασε το 71,1% το 2011). Όλη αυτή την περίοδο οι οίκοι αξιολόγησης υποβάθµιζαν την πιστοληπτική αξιολόγηση της Κυπριακής ηµοκρατίας αλλά και των κυπριακών τραπεζών. Καµία τράπεζα δεν µπορεί να έχει αξιολόγηση υψηλότερη από το κράτος στο οποίο ανήκει. 2 / 9
Να σηµειωθεί επίσης ότι η Τράπεζα Κύπρου δεν ήταν η µόνη η οποία ζητούσε την λήψη µέτρων. Συνεχείς προειδοποιήσεις γίνονταν δηµόσια και από τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και από το σύνολο σχεδόν των πολιτικών κοµµάτων και από άλλους παράγοντες. Συνεχείς προειδοποιήσεις γίνονταν επίσης και από το αρµόδιο τµήµα διαχείρισης του δηµοσίου χρέους του Υπουργείου Οικονοµικών. Την περίοδο αυτή (µετά την απόφαση για το κούρεµα των ΟΕ ) η Λαϊκή Τράπεζα άρχισε να έχει διαρροή καταθέσεων και άρχισε να καταφεύγει για ρευστότητα στον ELA. Η Τράπεζα Κύπρου συνέχισε τις ενέργειες της αφενός µεν για να διατηρήσει την εµπιστοσύνη των πελατών της και αφ ετέρου για να ολοκληρώσει µε επιτυχία το τεστ αντοχής της ΕΚΤ. Η επιδείνωση των οικονοµικών συνθηκών αποτελούσε εµπόδιο αλλά υπήρχε η πεποίθηση ότι θα ολοκληρώναµε το τεστ µε επιτυχία µέχρι τον Ιούνιο του 2012. Πέραν των άλλων ενεργειών που έγιναν, µέσα στο πρώτο δίµηνο του 2012 ολοκληρώθηκε η πώληση της Τράπεζας Κύπρου στην Αυστραλία. Επιπλέον συνέχισαν οι ενέργειες για πιο αποτελεσµατική διαχείριση των σταθµισµένων στοιχείων ενεργητικού (risk weighted assets). Οι προσπάθειες για πώληση στοιχείων ενεργητικού όπως ακίνητα και θυγατρικές κορυφώθηκαν. Η πώληση των ασφαλιστικών εταιρειών προχωρούσε ικανοποιητικά και τα έσοδα από την πώληση ήταν καθοριστικής σηµασίας για την επιτυχία στο τεστ. Παράλληλα την περίοδο αυτή είχαµε συνεχείς συζητήσεις µε το Υπουργείο Οικονοµικών για εξεύρεση τρόπων µε τους οποίους η Τράπεζα Κύπρου θα µπορούσε να βοηθήσει στην επίλυση ή απάµβλυνση των προβληµάτων στην οικονοµία. Η Τράπεζα Κύπρου συνέχισε να έχει πολύ καλή ρευστότητα. Η εµπιστοσύνη στη Τράπεζα Κύπρου είχε ως απότελεσµα να αυξηθούν οι καταθέσεις της στην Κύπρο κατά 3 δις περίπου από καταθέτες της Ελλάδος. Η Λαϊκή Τράπεζα όµως είχε διαρροές καταθέσεων και οι ανάγκες της για ELA αυξάνονταν συνεχώς. Είναι φανερό ότι η Κύπρος θα έπρεπε στα τέλη του 2011 ή το αργότερο το πρώτο τρίµηνο του 2012 αντί να πάρει το ρωσικό δάνειο να αναζητήσει λύσεις µέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να λάβει παράλληλα όλα τα αναγκαία µέτρα ώστε να σταθεροποιηθεί η οικονοµία του τόπου και να ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΘΕΙ Η ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ. Εκείνη την περίοδο οποιαδήποτε λύση θα ήταν διαχειρίσιµη και θα είχε λιγότερες επιπτώσεις στην Κυπριακή οικονοµία και στον Κυπριακό λαό. Αρκούσε η Κυπριακή Κυβέρνηση να λάβει τα αναγκαία διαρθρωτικά µέτρα που 3 / 9
ζητούσε επανειλληµµένα η Ευρώπη και να έµπαινε στο µηχανισµό στήριξης. Τον Ιούνιο του 2012 και ενώ οι διαδικασίες πώλησης των ασφαλιστικών εταιρειών της Τράπεζας προχωρούσαν ικανοποιητικά, η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, αντί να υποστηρίξει αυτή την προσπάθεια, επέλεξε να παρέµβει στη διαδικασία πώλησης στέλνοντας επιστολές οι οποίες δηµιούργησαν έντονη ανησυχία στο συµβούλιο και σε άτοµα της εκτελεστικής διεύθυνσης µε αποτέλεσµα να παγώσει η ολοκλήρωση της διαδικασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα πρακτικά των τότε αποφάσεων του ιοικητικού Συµβουλίου ένας εκ των συµβούλων, ο κ. Ευδόκιµος Ξενοφώντος, ο οποίος είχε καθηµερινές επαφές µε την Κεντρική Τράπεζα, µειοψήφισε εκφράζοντας την αντίθεση του στην πώληση των ασφαλιστικών (επισυνάπτω απόσπασµα από τα πρακτικά ιοικητικού Συµβουλίου αρ. 10/2012 ηµ. 10/5/2012). Ο ίδιος (εκτός πρακτικών) εξέφρασε την ελπίδα να µην ολοκληρωθεί η πώληση των ασφαλιστικών ώστε η Τράπεζα να καταφύγει στο κράτος έστω και για ένα µικρό ποσό που θα υπολείπετο για τις ανάγκες του stress test. Το τελευταίο δεκαήµερο Ιουνίου του 2012 ο ιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας αποφάσισε ανεξήγητα να εκφράσει δηµόσια την έκπληξη του γιατί το ποσό που χρειαζόταν η Τράπεζα Κύπρου ενδεχοµένως να µην ήταν 200-300 εκ. αλλά 400-500 εκ. Η δηµόσια αυτή δήλωση τότε ήταν πολύ περίεργη αφού: 1) Μαζί µε τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της Τράπεζας είχαµε τρεις διαδοχικές συναντήσεις µε τον διοικητή (11/5, 13/6 και 18/6 του 2012) στις οποίες του ζητήσαµε διευκρινήσεις για διάφορα θέµατα που αφορούσαν το τεστ αντοχής και που θα επηρέαζαν τις τελικές ανάγκες κεφαλαίων. 2) Ο διοικητής γνώριζε πολύ καλά από τις συζητήσεις που είχαµε καθώς και τις συζητήσεις των συνεργατών του µε όλες τις υπηρεσίες της Τράπεζας Κύπρου ότι το τελικό ποσό ανακεφαλαιοποίησης θα µπορούσε να αλλάξει ανάλογα µε τις απαντήσεις που θα µας δίδονταν στα πιο πάνω ερωτήµατα και φυσικά ανάλογα πως θα διαµορφώνονταν τα κέρδη του 2 ου τριµήνου τα οποία δεν ήταν ακόµη γνωστά. 3) Ο διοικητής εάν συνέχιζε να έχει ερωτήµατα θα µπορούσε να µας είχε καλέσει άµεσα για συζήτηση και διευκρινίσεις, πράγµα το οποίο δεν έπραξε. 4) Ούτως η άλλως όµως το stress test της ΕΚΤ που έληγε στις 30/6/2012 δεν θα εφαρµοζόταν τελικά και δεν είχε καµία σηµασία για τις κυπριακές τράπεζες, αφού η Κύπρος θα έµπαινε πλέον 4 / 9
στο µηχανισµό στήριξης και οι ανάγκες της κάθε τράπεζας θα καθορίζονταν όχι από το test αυτό αλλά µε άλλες διαδικασίες που θα εγίνοντο εν καιρώ. Αυτό δηµιουργούσε µεγαλύτερα χρονικά περιθώρια για συνέχιση των προσπαθειών και λήψη µέτρων για ενίσχυση των κεφαλαίων της Τράπεζας και αυτό ο διοικητής το γνώριζε πολύ καλά. Πάνω απ όλα όµως η επιθετική αυτή αντίδραση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου δεν δικαιολογείται, γιατί µε βάση τα δεδοµένα όπως φαίνονται παρακάτω, η Τράπεζα Κύπρου είχε ισχυρά κεφάλαια, ψηλές καταθέσεις, καλή ρευστότητα, δεν χρειαζόταν ELA και η ισχυρή κερδοφορία της (πριν τις προβλέψεις) αποτελούσε εχέγγυο για να µπορέσει να ανταπεξέλθει σταδιακά στην κρίση. Τα οικονοµικά στοιχεία της Τράπεζας Κύπρου στις 30/6/2012 φαίνονται πιο κάτω: - Καταθέσεις: 28.1 δις - Καθαρές χορηγήσεις: 26,5 δις - Κεφάλαια µετόχων: 2.24 δις - είκτης βασικών ιδίων κεφαλαίων: 7.3% - Έκτακτη ενίσχυση ρευστότητας (ELA): Μηδέν - Κέρδη προ προβλέψεων (2011) : 805 εκ (Σηµ.: Η Λαϊκή Τράπεζα στις 3/7/2012 είχε δανειστεί από τον ELA ρευστότητα 9.5 δις και τα κεφάλαια της ήταν 500 εκ. αρνητικά). Στην πορεία δυστυχώς οι εξελίξεις επιβεβαίωσαν οτι όλα ήταν µέρος ενός σχεδίου που στόχευσε στην αποδόµηση της Τράπεζας Κύπρου. Κάποιοι ήθελαν να αποδείξουν ότι για την οικονοµική κρίση φταίνε οι Τράπεζες και οι τραπεζίτες. Η προβληµατική οικονοµική κατάσταση µόνο µιας µεγάλης τράπεζας δεν µπορούσε να στηρίξει τον ισχυρισµό τους. Γι αυτό «έπρεπε» και η Τράπεζα Κύπρου να οδηγηθεί στην ίδια οικονοµική κατάσταση παρόλο που οι πιο πάνω αριθµοί απεδείκνυαν το αντίθετο. Στις 9/7/2012 υπέβαλα την παραίτηση µου για τους λόγους που αναφέρονται στην επιστολή παραίτησης µου. Η έλλειψη δυνατότητας συνεργασίας µε την Κεντρική Τράπεζα για αντιµετώπιση της κρίσης και η υπονόµευση µου ήταν ο βασικός λόγος αποχώρησης µου. Η υπονόµευση µου αυτή γινόταν από τον 5 / 9
ιοικητή τόσο εκτός Τράπεζας όσο και µέσα και από το ιοικητικό Συµβούλιο της Τράπεζας Κύπρου και αναφέρω χαρακτηριστικά τα ακόλουθα: 1) Ο κ. Ευδόκιµος Ξενοφώντος µέλος του ιοικητικού Συµβουλίου µετά τον διορισµό του νέου ιοικητή (στις αρχές Μαΐου 2012) είχε συχνές επισκέψεις στην Κεντρική Τράπεζα µε την οποία φαίνεται ότι υπήρχε συνεννόηση και παράλληλα υπέθαλπε κάθε προσπάθεια για ενίσχυση των κεφαλαίων της Τράπεζας και ιδιαίτερα της πώλησης των ασφαλιστικών εταιρειών (όπως ανέφερα πιο πάνω). Ο τρόπος που ενεργούσε τότε ο κ. Ξενοφώντος είναι καταγεγραµµένος σε επιστολή µου ηµεροµηνίας 15/5/2012 προς τον Πρόεδρο της Τράπεζας κ. Αριστοδήµου η οποία δεν κυκλοφόρησε ποτέ (επισυνάπτω αντίγραφο). 2) Στις αρχές Ιουλίου 2012 ο ιοικητής κάλεσε δύο φορές στο γραφείο του τον τότε αντιπρόεδρο της Τράπεζας κ. Αρτέµη (ο πρόεδρος απουσίαζε για λόγους υγείας) και του ζήτησε την παραίτηση µελών της εκτελεστικής διεύθυνσης (επισυνάπτω απόσπασµα από τα σχετικά πρακτικά ηµεροµηνίας 5/7/2012). Στη συγκεκριµένη συνεδρία ο κ. Αρτέµης ανέφερε ότι ο ιοικητής ζήτησε την παραίτηση των κ.κ. Ηλιάδη, Καρυδά και Τσολάκη κάτι όµως που δεν παρουσιάζεται στα πρακτικά των οποίων η καταγραφή ολοκληρώθηκε στις 9/7/2012, δηλαδή µετά την αποχώρηση µου. Πίστευα τότε ότι µετά την παραίτηση µου η Κεντρική Τράπεζα θα στήριζε επιτέλους την Τράπεζα Κύπρου η οποία αποτελούσε τα θεµέλια της οικονοµίας. Εκ των υστέρων τελικά απεδείχθη ότι πίστευα λάθος. Ο θεσµός ο οποίος ετάχθη να προστατεύει το τραπεζικό σύστηµα δυστυχώς συνέχισε να κατηγορεί δηµόσια τις τράπεζες και µε τις δηλώσεις και ενέργειες του δηµιουργούσε µια απαξιωτική εικόνα. Είναι πολύ εύκολο να καταστραφεί µία τράπεζα εάν διαβρωθεί η εµπιστοσύνη των πελατών της. Τον Αύγουστο 2012 ο διοικητής µεσούσης της κρίσης (;) αποφάσισε να προχωρήσει σε ανεξάρτητη έρευνα για το τραπεζικό σύστηµα η οποία όµως: 1) Στόχευσε αποκλειστικά την Τράπεζα Κύπρου που αποδεδειγµένα είχε καλή οικονοµική κατάσταση, 2) Οι όροι εντολής ήταν να εξετάσει τις «διαδικασίες» που ακολουθήθηκαν για τις αγορές των ΟΕ και για την αγορά θυγατρικών στο εξωτερικό αντί να αναζητήσει τους ουσιαστικούς παράγοντες που κατέστρεψαν την οικονοµία 3) Περιέλαβε θέµατα όπως η επένδυση ποσού 58 εκ. σε µετοχές της Banca Transylvania που σίγουρα δεν µπορεί να κατέστρεψε µια ολόκληρη οικονοµία. 6 / 9
Ηταν φανερό πλέον ότι η απόφαση για τέτοιου είδους έρευνα στόχευε να πλήξει την αξιοπιστία της Τράπεζας Κύπρου µεσούσης της κρίσης και να την οδηγήσει στη σηµερινή κατάσταση. Αντί λοιπόν να προχωρήσει άµεσα η ολοκλήρωση της συµφωνίας µε την Ευρωζώνη αυτό καθυστέρησε για άλλους εννιά µήνες και παραπέµφθηκε για µετά τις εκλογές. Το διάστηµα αυτό η έρευνα της Α&Μ χρησιµοποιήθηκε σαν µέσο ώστε µε τις συνεχείς διαρροές στον τύπο να πληγούν τα θεµέλια της αξιοπιστίας της Τράπεζας Κύπρου δηµιουργώντας ψευδείς εντυπώσεις ότι έγιναν «πράµατα και θαύµατα». Παράλληλα ετοιµάζονταν «κατευθυνόµενες» εκθέσεις από τον ελεγκτή της Τράπεζας Κύπρου οι οποίες επίσης διέρρεαν στον τύπο για δηµιουργία εντυπώσεων. Όπως ανέφερα πιο πάνω στις αρχές Ιουλίου 2012 είχε ζητηθεί η απόλυση του από τον διοικητή αλλά λίγες εβδοµάδες αργότερα ο κ. Κυπρή ενηµέρωσε το ιοικητικό Συµβούλιο ότι µίλησε µαζί του και συµφώνησε να παραµείνει στην Τράπεζα και θα συνεργαστεί (Ενηµερώθηκα γι αυτό από µέλη του ιοικητικού Συµβουλίου). Ενώ στην Κύπρο η Τράπεζα Κύπρου εβάλλετο καθηµερινά µέσω του τύπου µε δήθεν σκιές που διέρρεαν από την έκθεση και µε ψεύδη που γίνονταν πρωτοσέλιδα, ένα χρόνο νωρίτερα το περιοδικό Banker στην ετήσια έκθεση του 2011 «Top 500 banking brands» είχε αξιολογήσει την εµπορική επωνυµία (brand name) της Τράπεζας Κύπρου ως εξαιρετικά ισχυρή ( extremely strong ) µε ΑΑΑ- και την κατέτασσε στην οµάδα των καλύτερων 18 brand names τραπεζών ανά το παγκόσµιο (επισυνάπτω σχετικό απόσπασµα πρακτικών διοικητικού συµβουλίου ηµερ. 28/2/2012). Καµιά τράπεζα όσο ισχυρή και να είναι δεν µπορεί να αντέξει τέτοια συκοφάντηση. Η ρευστότητα της Τράπεζας Κύπρου, άντεξε χωρίς να καταφύγει στον ELA µέχρι και τις αρχές του 2013 και τα κεφάλαια της ήταν θετικά και σηµαντικά µέχρι και τον Μάρτιο του 2013 (στον τελευταίο ισολογισµό που δηµοσιεύτηκε 30/9/2012 ήταν 2.23 δις). Η χαριστική βολή δόθηκε µε την πώληση των υποκαταστηµάτων της Τράπεζας Κύπρου Ελλάδας. Τα λάθη που έγιναν στη συµφωνία και ο τρόπος που έγινε η πώληση υπολογίζεται ότι οδήγησαν σε ζηµιές της τάξης των 2.3 δις. Από το ποσό αυτό, 500 εκ. λόγω χαµηλότερης εκτίµησης των προβλεπόµενων κερδών τριετίας (πριν τις προβλέψεις), και 1 δις λόγω διόγκωσης των επισφαλειών. Οι «ζηµιές» αυτές εξανέµισαν τα κεφάλαια της Τράπεζας στην Κύπρο, τα µετέτρεψαν σε αρνητικά και οδήγησαν στον διορισµό διαχειριστή και στα όσα ακολούθησαν. 7 / 9
Το µνηµόνιο και οι αποφάσεις της Ευρωζώνης θα ήταν διαφορετικές και λιγότερο ακραίες και καταστροφικές, εάν η απόφαση για ένταξη στο µηχανισµό στήριξης ελαµβάνετο νωρίτερα και το αργότερο το α τρίµηνο του 2012. Αντί αυτού, το ποσό του ELA στη Λαϊκή Τράπεζα αφέθηκε να ανέλθει στα 9.5 δις µέχρι τις 3/7/2012 και τότε της δόθηκε και κεφάλαιο 1.8 δις υπό µορφή κρατικών εγγυήσεων -γιατί το κράτος δεν είχε µετρητά- ώστε η ΕΚΤ να µπορεί να συνεχίζει να της παρέχει ρευστότητα µέσω του ELA. Έτσι τα πραγµατικά προβλήµατα µπήκαν κάτω από το χαλί για µετά τις εκλογές. Είναι να διερωτάται κανείς γιατί: «Η Κεντρική Τράπεζα αντί να βοηθήσει την Τράπεζα Κύπρου ζήτησε έρευνα από την Α&Μ µε µόνο στόχο την µόνη συστηµική τράπεζα η οποία αποδεδειγµένα είχε ισχυρά οικονοµικά στοιχεία και αποκατέστησε τις όποιες απώλειες» ; Την 26/3/2013 ο ιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας προσπάθησε να δικαιολογήσει την ενέργεια του δηλώνοντας τα ακόλουθα: «Εφόσον η Marfin-Λαϊκή βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο του κράτους µε την αντικατάσταση της ιοίκησης, δηµιουργήθηκε µια επείγουσα κατάσταση για να καθοριστεί αν η Τράπεζα Κύπρου µπορούσε να είχε θέµατα που θα µπορούσαν να την φέρουν στην ίδια τύχη µε αυτή της Λαϊκής. Γι αυτόν τον λόγο η έρευνα είχε ως προτεραιότητα τα θέµατα της Τράπεζας Κύπρου». Εάν θεωρήσουµε ότι εκείνη την περίοδο θα έπρεπε να εξεταστεί εάν υπήρχαν τέτοια «θέµατα» ή όχι, σίγουρα αυτά δεν µπορούσε να ήταν οι διαδικασίες που ακολούθησε η Τράπεζα Κύπρου για την αγορά των ΟΕ ή της Banca Transylvania ή οι φήµες για µίζες στην Uniastrum. Την απάντηση στο ερώτηµα του θα έπρεπε να την αναζητήσει σε θέµατα που ενδεχοµένως να είχαν µεγάλη µελλοντική επίδραση στο κεφάλαιο ή στη ρευστότητα. Τελικά η µόνη «χρησιµότητα» της έκθεσης ήταν να δηµιουργήσει η ίδια τις προϋποθέσεις για να «υπάρξουν» θέµατα ρευστότητας στην Τράπεζα Κύπρου αφού η δυσφήµιση που γινόταν µε τις διαρροές της έκθεσης οδήγησαν σιγά σιγά σε διαρροές καταθέσεων και προσφυγή στον ELA στις αρχές 2013. Όσον αφορά στην αναφορά που έγινε πριν 2-3 µήνες στον τύπο ότι αρνήθηκα να συναντηθώ µε τους Α&Μ θέλω να γνωρίζετε ότι ο κ. Stephen Millington της Α&Μ µου απέστειλε e-mail στις 18/2/2013 (δηλαδή 7 µήνες αφ ότου ξεκίνησε η έρευνα και λίγο πριν τελειώσει) ζητώντας µου συνάντηση. Απάντησα στις 26/2/2013 στις 7:54 π.µ. ότι είµαι στη διάθεση τους να βοηθήσω το έργο τους αφού προηγουµένως µε ενηµερώσουν για τα συγκεκριµένα θέµατα που θα συζητηθούν και το 8 / 9
σκοπό της έκθεσης ώστε να προετοιµαστώ. Φυσικά δεν έλαβα ποτέ απάντηση και αργότερα πληροφορήθηκα από τον τύπο ότι οι Α&Μ υπέβαλλαν την έκθεση τους στις 26/2/2013. Καθοριστικής σηµασίας για τις ακραίες αποφάσεις του Eurogroup και την καταστροφή της Τράπεζας Κύπρου ήταν και ο ρόλος της έκθεσης PIMCO. Όπως φαίνεται στο χωριστό υπόµνηµα που ετοίµασα, για τις εκτιµήσεις της PIMCO, αυτές βασίστηκαν στις παραµέτρους που έδωσε η Κεντρική Τράπεζα. Με τις παραµέτρους αυτές έγινε προσπάθεια διόγκωσης του ποσού των αναγκών του τραπεζικού τοµέα και ιδιαίτερα της Τράπεζας Κύπρου µε αποτέλεσµα να επαληθευτούν οι εκτιµήσεις για 10 δις που διέρρεαν οι κύκλοι του διοικητή από τον Ιούλιο 2012. Καταλήγοντας, πιστεύω ότι: Eίναι γεγονός ότι η Τράπεζα Κύπρου υπέστη σηµαντική ζηµιά από τα Ελληνικά Οµόλογα όπως ολόκληρη η Ευρώπη. Όµως δεν είναι τα Ελληνικά Οµόλογα ή η Uniastrum ή η επένδυση 58 εκ. στην Banca Transylvania ή άλλη απόφαση που την οδήγησε στη σηµερινή κατάσταση. Η Τράπεζα µε την ισχυρή κερδοφορία της και τις ενέργειες που έκανε πέτυχε να έχει καλά οικονοµικά στοιχεία και να διατηρήσει την εµπιστοσύνη των πελατών της µέχρι και τις 30/6/2012. Θα έπρεπε να της δοθεί χρόνος να ανακεφαλαιοποιηθεί όπως δόθηκε σε όλες τις τράπεζες σε άλλες χώρες. Εκείνα που οδήγησαν στην καταστροφή της Τράπεζας Κύπρου είναι: Α) Η διάβρωση της αξιοπιστίας της Τράπεζας Κύπρου από την καθοδηγούµενη έρευνα της Α&Μ, η οποία στόχευσε αποκλειστικά την Τράπεζα Κύπρου, και απο τις δήθεν διαρροές προς τα ΜΜΕ. Β) Η διόγκωση των αναγκών της Τράπεζας Κύπρου µε τις παραµέτρους που δόθηκαν στην PIMCO από τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και τα απαράδεκτα λάθη στις προβλέψεις κερδοφορίας που έγιναν ειδικά στην περίπτωση της Τράπεζας Κύπρου. Γ) To ξεπούληµα των υποκαταστηµάτων της Τράπεζας Κύπρου Ελλάδας µε τον τρόπο που έγινε και τα λάθη που έγιναν Ανδρέας Ηλιάδης 22 Ιουλίου 2013 9 / 9