Η εκκλησία της Παναγίας της Φορβιώτισσας, περισσότερο γνωστή ως η Παναγία της Ασίνου, βρίσκεται στις βόρειες υπώρειες της οροσειράς ο του Τροόδους. Είναι κτισμένη στην ανατολική όχθη ενός μικρού χείμαρρου, τρία χιλιόμετρα νοτίως του χωριού Νικητάρι. Η εκκλησία αποτελεί μια από τις δέκα εκκλησίες που έχουν ενταχθεί στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρο- όπου νομιάς της UNESCO ήδη από το 1985. Η εκκλησία αποτελεί το μοναδικό κατάλοιπο από καθολικό της Μονής των Φορβίων, από προέρχεται και η προσωνυμία της. Πάνω από τη νότια είσοδο του ναού, υπάρχει μια επιγραφή που χρονολογείται στα 1105/ 6, και αναφέρεται στον κτήτορα της Μονής τον Μάγιστρο Νικηφόρο Ισχύ- της ριο, μετέπειτα μοναχός Νικόλαος.. Η ίδρυση της Μονής χρονολογείται στα 1099, ενώ συνεχίζει να λειτουργεί και κατά τη διάρκεια Τουρκοκρατίας, μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα οπότε εγκαταλείπεται. Οι μόνες πληροφορίες που έχουμε για το μοναστήρι της Παναγίας της Ασίνου, κατά την περίοδο της Λατινοκρατίας, προέρχονται από τις επιγραφές, που συνοδεύουνν τις τοικαι από χογραφίες της εκκλησίας, διάφορα σημειώματα στον Παρισινό Κώδικα 1590. Από τον κώδικα αυτό πληροφορούμαστε, π.χ., ότι ο Ισχύριος απεβίωσε στο μοναστήρι που ίδρυσε, στις 16 Νοεμβρίου 1115, ενώ δεν λείαναφορές για ημερομηνίες θανάτου ηγουμένων του μοναστηριού κατά τον 12ο πουν και άλλες παρόμοιες αιώνα
και μοναχών κατά τον 12ο 15ο αιώνα. Η εκκλησία αποτελείται από δύο μέρη: το μονόκλιτο καμαροσκεπή κυρίως ναό και το νάρθηκα, ο οποίος προστέθηκε κατά το δεύτερο μισό του 12ου αιώνα. Οι πλαϊνοί τοίχοι του νάρθηκα απολήγουν σε αψίδα, γεγονός που θεωρείται επίδραση της Κωνσταντινουπόλεως. Ήδη από το 12ο αιώνα ο ναός ήταν καλυμμένος με μια δεύτερη ξύλινη στέγη, στρωμένη με επίπεδα αγκιστρωτά κεραμίδια. Σήμερα δεν σώζονται ίχνη από τα υπόλοιπα μοναστηριακά κτίσματα. Οι τοιχογραφίες της εκκλησίας της Παναγίας της Ασίνου ανάγονται σε διάφορες εποχές με πιο σημαντικές τις αρχικές, που, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, έγιναν το 1105 1106. Αυτές εκφράζουν τις νέες τάσεις της ζωγραφικής της περιόδου των Κομνηνών. Οι τοιχογραφίες απηχούν την τέχνη της Κωνσταντινούπολης, από όπου θα πρέπει να προερχόταν και ο ζωγράφος που τις δημιούργησε, και αποτελούν ένα απόό τα σημαντικότερα σύνολα βυζαντινής τέχνης της περιόδου. Από τις τοιχογραφίες της εποχής αυτής σώθηκαν εκείνες που βρίσκονται στο δυτικό τμήμα της καμάρας, στο δυτικό τοίχο και στο ανατολικό και δυτικό τμήμα του νότιου και βόρειου τοίχου. Στην πρώτη φάση της τοιχογράφησηςς ανήκουν και οι τοιχογραφίες της Ανάληψης στο ανατολικό τμήμα της καμάρας, η Μετάληψη των Αποστόλων και οι Πατέρες της εκκλησίας στον ημικυκλικό τοίχο της αψίδας, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η Μετάληψη της οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας στα βόρεια και τα νότια της αψίδας. Η ισχυρή επίδραση της πρωτεύουσας εξηγείται από το γεγονός ότι ο τότε αυτοκράτορας Αλέξιος Α Κομνηνός (1081-1118) κατέστησε την Κύπρο τη σημαντικότε- της επο- ρη στρατιωτική βάση της νοτιοανατολικής Μεσογείου, λόγω των γεωπολιτικών συνθηκών χής. Το 14ο αιώνα η εκκλησία έπαθε σημαντική καταστροφή. Συνέπεια της καταστροφής αυτής είναι η διεύρυνση της αψίδας και η διακό- με σμηση για δεύτερη φορά του νάρθηκα και του κεντρικού τμήματος του ναού. ν Ο νάρθηκας ζωγραφίστηκε το 1332/33 σύμφωνα τη
σχετική επιγραφή. Οι τοιχογραφίες αυτές περιλαμβάνουν τη μεγάλη σύνθεση της Δευτέρας Παρουσίας, που απλώνεται στους θόλους, τη Βόρεια αψίδα και τα πάνω τμήματα του δυτικού τοίχου, και πιο χαμηλά περιλαμβάνει όρθιους Αγίους, το Χριστό και την Παναγία. Ο ζωγράφος που ζωγράφισε τις τοιχογραφίες αυτές χρησιμοποίησε χρώματα αλαμπή, στα οποία κυριαρχεί το καφέ. Το πλάσιμο είναι απλοποιημένο και οι πτυχώσεις αποδίδονται με σκληρές χονδρές πινελιές. Χαρακτηριστικό δείγμα των τοιχογραφιών αυτών είναι οι τρεις Απόστολοι που εικονίζονται σε θρόνο σε σφαιρικό τρίγωνο του τυφλού τρούλου του νάρθηκα. Ο νάρθηκας διακοσμήθηκε με τοιχογραφίες λίγο μετά την οικοδόμησή του κατά το δεύτερο μισό του 12ου αιώνα, και επαναδιακοσμήθηκε στα 1332/3 με έντονες φράγκικες επιδράσεις. Στο εικονογραφικό πρόγραμμα του νάρθηκα ξεχωρίζει ιδιαίτερα η απεικόνιση μεγάλου αριθμού δωρητών. Στην Παναγία της Ασίνου σώζονται και μερικές μεταγενέστερες τοιχογραφίες που χρονολογούνται στο 17ο αιώνα. Πηγές: 1. Οδοιπορικό στις αγιογραφημένες εκκλησίες της Κύπρου, Δομετίου μοναχού, Κύπρος, 2007. 2. Ιστοσελίδα Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου http://www.mcw.gov.cy/da (4/4/2012)