ηµοσιεύτηκε στην Εφηµερίδα ΜΑΚΕ ΟΝΙΑ στις 21-12-2008 ΟΧΙ ΑΛΛΕΣ ΨΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΕΟΛΑΙΑ της ήµητρας Κογκίδου «Τα πιο ωραία παραµύθια από όσα µου έχεις διηγηθεί.». Αυτός ο στίχος από το τραγούδι του Σαββόπουλου µου έρχεται συχνά στο µυαλό τις τελευταίες µέρες παρακολουθώντας τα ΜΜΕ ή συµµετέχοντας σε διάφορα δρώµενα στη πόλη µου. Με ενοχλεί πολύ το τµήµα της κυρίαρχης ρητορείας που έχει σχέση µε την ενασχόληση µε τους νέους ανθρώπους παρόλο που συµµετέχω και εγώ. Με ενοχλεί η ξαφνική ευαισθησία για τη νεολαία που προβάλλεται αυτή τη στιγµή όταν ξέρω ότι δεν συνοδεύεται µε διορατικότητα και σοβαρό σχεδιασµό του µέλλοντός της. Με ενοχλεί που οι απόψεις των νέων ανθρώπων απολαµβάνουν ιδιαίτερη δηµοσιότητα µόνον σε τέτοιες στιγµές. Το ίδιο άβολα νοιώθω και όταν απολαµβάνουν ιδιαίτερη δηµοσιότητα έρευνες που κατά κανόνα περιορίζονται στην καταγραφή της ταύτισης ή της απόκλισης της νεολαίας από τα αυτονόητα της προηγούµενης γενιάς σε διάφορα θέµατα, όπως είναι η σχέση της µε την πολιτική, η στάση της απέναντι στην οικογένεια, στην εκκλησία, στην αστυνοµία και άλλους θεσµούς, η εµπλοκή της σε βίαια γεγονότα, οι καταναλωτικές συνήθειες, οι τρόποι ψυχαγωγίας και άλλα παρόµοια. Το γεγονός αυτό, µεταξύ των άλλων, µας δηµιουργεί την εντύπωση ότι είναι πλούσια η γνώση µας στον τοµέα αυτό. Όµως η αλήθεια είναι διαφορετική. Τη νεότητα περιβάλλει ένα νέφος παρεξηγήσεων, προκαταλήψεων και άγνοιας, που δεν περιορίζεται µόνο στο 1
χώρο της καθηµερινότητας, αλλά επεκτείνεται, επίσης, στο πεδίο των κοινωνικών επιστηµών. εν είναι καθόλου υπερβολή ο ισχυρισµός ότι το σηµαντικότερο χαρακτηριστικό γνώρισµα όλων των εγχειρηµάτων που αποβλέπουν στον ορισµό της νεότητας και των ιδιαίτερων γνωρισµάτων της είναι η αοριστία και η ασάφεια. Είναι πολλά λοιπόν τα ερωτήµατα που ζητούν απάντηση: τι ακριβώς είναι η νεότητα και ποιες επιστήµες εξουσιοδοτούνται να την περιγράψουν; Ποιο το κοινωνικό περιεχόµενο και η σηµασία της; Υπάρχουν ιδιαίτερες στρατηγικές αντιµετώπισης κοινωνικών και πολιτικών προβληµάτων από την πλευρά των νέων και πώς επηρεάζουν αυτές την εξέλιξη της κοινωνίας; Κατευθυνόµαστε σε νέες µορφές ατοµικής και συλλογικής ζωής; Πως βιώνονται από τη νεολαία τα φαινόµενα του εθνικισµού και του ρατσισµού; Παρόλο που η νεολαία στις διάφορες χώρες έρχεται αντιµέτωπη µε ίδια ή παρόµοια προβλήµατα, χρησιµοποιεί όµως για την επίλυσή τους πολλές και διαφορετικές στρατηγικές. Κατά συνέπεια πρέπει να δούµε που οφείλονται οι οµοιότητες και οι διαφορές ανάµεσα σε οµάδες νέων. Πως, για παράδειγµα, διαµορφώνονται οι προϋποθέσεις για τις πράξεις βίας των νέων στην Ελλάδα; Ανάµεσα στις προκαταλήψεις και στις παρεξηγήσεις που κυριαρχούν είναι ότι η νεότητα παρόλο που υπάρχουν µια σειρά διακριτά γνωρίσµατα που διαγράφουν το στίγµα της- είναι µια περίοδος ζωής που εµφανίζεται και κάνει τον κύκλο της µε όµοιο τρόπο σε όλους τους ανθρώπους και σε όλες τις κοινωνικές οµάδες. εν είναι όµως έτσι. Η νεότητα ανήκει στα κοινωνικά αγαθά που δεν απολαµβάνει εξίσου ή µε το ίδιο µέτρο ολόκληρη η κοινωνία µας. Είναι ένα άνισα κατανεµηµένο κοινωνικό «προϊόν» που η ύπαρξη και η διάρκεια του εξαρτάται από την δυνατότητα απαλλαγής από την εργασία και τη συµµετοχή στην εκπαίδευση. Είναι είδος πολυτέλειας, ανεκπλήρωτος 2
πόθος και άπιαστο όνειρο ιδιαίτερα για τους φτωχούς και τους κοινωνικά αποκλεισµένους. Οι διάφορες, λοιπόν, κοινωνικές οµάδες στην Ελλάδα έχουν διαφορετικό βαθµό πρόσβασης σε αυτό το αγαθό γεγονός που έχει ως συνέπεια τη δηµιουργία υπό-νεολαιών - ανάλογα µε το βαθµό πρόσβασης - και, επίσης, την έλλειψη νεότητας σε ορισµένες οµάδες της κοινωνίας. Η γενικευµένη αναφορά «στην» νεολαία είναι ένας ακόµα µύθος όταν δεν εµπεριέχει κοινωνικά χαρακτηριστικά, όπως είναι το φύλο, η εθνική καταγωγή, η ταξική προέλευση, ο σεξουαλικός προσανατολισµός, η γεωγραφική καταγωγή κ.ά. εν ευθύνεται, για παράδειγµα, η πολιτισµική ιδιαιτερότητα ορισµένων κοινωνικών οµάδων π.χ. των τσιγγάνων -για το γεγονός ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα να πραγµατοποιούνται τα οράµατα της ζωής τους. Ευθύνεται το γεγονός ότι οι κοινωνικά αποκλεισµένες οµάδες στερούνται -εκτός όλων των άλλων αγαθών - και το σηµαντικότερο επενδυτικό αγαθό της κοινωνίας: τη νεότητα. Η εκτίµηση στην επιστηµονική κοινότητα είναι ότι η έρευνα για την νεολαία στην Ελλάδα βρίσκεται σε αρχικό στάδιο ανάπτυξης. Επίσης, ο δηµόσιος και ο επιστηµονικός λόγος για τη νεολαία συγκροτούν ένα Λόγο για τους νέους χωρίς τους νέους. Αφορά κυρίως τους νέους και λιγότερο ή σχεδόν καθόλου τις νέες και ακόµη λιγότερο είναι µε τους ίδιους και µε τις ίδιες. Μπορούµε, όµως, οι επιστήµονες να σχεδιάσουµε έρευνες από τη σκοπιά και µε τη συµµετοχή των ίδιων των νέων. Το θεωρώ σηµαντικό γιατί ο τρόπος που καταγράφονται και αναλύονται στο δηµόσιο λόγο τα ζητήµατα της νεολαίας επηρεάζει την εικόνα και την αντίληψη που η κοινωνία διαµορφώνει για τους νέους και τις νέες. Βέβαια παραµένει ζητούµενο ο δηµόσιος λόγος να υποστηρίζεται επαρκώς από τεκµηριωµένο επιστηµονικό λόγο και ερευνητικά δεδοµένα. 3
εν αντλώ αισιοδοξία για το µέλλον από τη διαπίστωση ότι αναγκαζόµαστε αυτή τη στιγµή να «ακούσουµε» τους νέους και τις νέες. Η προτεραιότητα που δίνουµε αυτή τη στιγµή «στη φωνή των παιδιών» είναι µια προτεραιότητά που προκύπτει από το ξέσπασµα της οργής τους, υπαγορεύεται για άλλους λόγους και φοβάµαι ότι δεν θα συνοδευτεί µε µια συστηµατική διερεύνηση των ζητηµάτων, ούτε θα ληφθεί υπόψη η οπτική τους στον καθορισµό των ζητηµάτων και την επίλυση των προβληµάτων τους. Στο επίπεδο της έρευνας, στη καλλίτερη των περιπτώσεων µπορεί να υπάρξει µια περιστασιακή γενναιοδωρία στη τυχαία χρηµατοδότηση αποσπασµατικών ερευνών για τη νεολαία, χωρίς διαχρονική συνέχεια, χωρίς αναφορά σε υποοµάδες νέων παραγνωρίζοντας ουσιαστικές διαφορές που συνδέονται µε την ηλικία, το φύλο, τη γεωγραφική καταγωγή, το επίπεδο εκπαίδευσης, µε τη θέση τους ως εκπαιδευόµενων ή εργαζόµενων, την ταξική καταγωγή, την ένταξη στην κοινωνία ή τον αποκλεισµό τους κ.ά και µε χρήση τεχνικών τύπου δηµοσκοπήσεων που επιτρέπουν να συλλεχθεί µεγάλος όγκος δεδοµένων µε την ελάχιστη δυνατή δαπάνη. Άραγε ποιοι θα ωφεληθούν από αυτό; Σίγουρα δεν θα έχουµε ένα ικανό µέγεθος ερευνητικού υλικού που θα αποτελέσει τη βάση για ερµηνεία των ζητηµάτων, για τεκµηριωµένο δηµόσιο λόγο και για υπεύθυνη χάραξη πολιτικής που είναι και το ζητούµενο. Με ενοχλεί και θυµώνω που το ενδιαφέρον µας για τη νεολαία και τις ανάγκες της έχει αφετηρία κάθε φορά κάποιο κοινωνικό πρόβληµα, περιστασιακό ή µη, ή τη πρόκληση φασαρίας, ή την έκφραση διαφωνίας τους εντονότερα και µε άλλους τρόπους από ότι η παλαιότερη γενιά. Με ενοχλεί και θυµώνω για το γεγονός ότι έρχεται στο επίκεντρο του πολιτικού διαλόγου το ζήτηµα της νεολαίας, χωρίς αυτό να σηµαίνει ταυτόχρονα ότι υπάρχει 4
δέσµευση για δράση. Θα µου πείτε ότι η ανάδειξη του θέµατος µπορεί να συµβάλλει στην καλύτερη γνώση των διαστάσεων του ζητήµατος, γνώση απαραίτητη για τον σχεδιασµό αποτελεσµατικών παρεµβάσεων. Για να γίνει αυτό, όµως, πρέπει να υπάρχει πολιτική βούληση. Αν δεν θέλουµε να είµαστε υποκριτές και υποκρίτριες, αν δεν θέλουµε να δώσουµε µια ακόµα υπόσχεση που δεν θα τηρήσουµε, τότε θα πρέπει τα παιδιά να τοποθετηθούν στο επίκεντρο του προβληµατισµού µας και θα πρέπει να έχουµε τη δυνατότητα να κατανοήσουµε µερικά από τα θέµατα και τη πραγµατικότητα της ζωής τους από µια παιδοκεντρική οπτική. Να µην τα βλέπουµε άλλοτε ως απειλή της κοινωνικής τάξης και σταθερότητας ή µόνον ως µελλοντικούς ενήλικες. Να τα δούµε απλά ως παιδιά, µε τους δικούς τους προβληµατισµούς, τη δική τους φωνή και δράση. Οι εµπειρίες τους και οι ανάγκες τους να αναδειχθούν ως ένα σοβαρό και αυτόνοµο ζήτηµα Να δούµε τα παιδιά ως υποκείµενα και ως πολίτες µε δικαιώµατα κάτι που απουσιάζει σε µεγάλο βαθµό στο σχετικό δηµόσιο διάλογο και στις πολιτικές. Η καθυστερηµένη ίδρυση του Συνήγορου για τα ικαιώµατα των Παιδιών αποτελεί µια σχετική απόδειξη. Η οπτική αυτή γίνεται τελευταία όλο και περισσότερο αποδεκτή από την ακαδηµαϊκή κοινότητα και από άτοµα της δράσης που οραµατίζονται κοινωνίες µε συνοχή στις οποίες τα παιδιά είναι πλήρως ενταγµένα και οι αντιλήψεις, οι απόψεις, τα συναισθήµατά τους λαµβάνονται υπόψη στο σχεδιασµό και στην άσκηση κοινωνικής πολιτικής που τα αφορά. Βλέπουν τα παιδιά ως δρώντα υποκείµενα, που έχουν αντιλήψεις και απόψεις για τη ζωή τους και κατά συνέπεια το δικαίωµα να τις εκφράσουν. Ενδεχόµενα, η δική τους οπτική µπορεί να αποτελεί ένα διαφορετικό τρόπο κατανόησης, εξίσου έγκυρο όµως µε του γονιού ή των γονιών και των άλλων ενηλίκων που εµπλέκονται στη ζωή τους. Χωρίς µια πληρέστερη κατανόηση της βιωµένης εµπειρίας των νέων, µε τη χρήση παιδοκεντρικών µεθόδων, δεν µπορούν να 5
αναπτυχθούν καινοτόµες και αποτελεσµατικές πολιτικές που θα βελτιώσουν τη ζωή και τις προοπτικές όλων των παιδιών και των οικογενειών τους µε τον πιο κατάλληλο και πολιτισµικά ευαίσθητο τρόπο. Η ήµητρα Κογκίδου είναι καθηγήτρια και κοσµητόρισσα της Παιδαγωγικής Σχολής του ΑΠΘ 6