Succeed in EDI Level B2 6 Practice Tests COMPANION
EDI - B2 Practice Tests 2 COMPANION unconscious adj αναίσθητος, λιπόθυμος PRACTICE TEST 1 distress n στεναχώρια, θλίψη SECTION 1- WRITING conflict n διαμάχη, σύγκρουση cottage n εξοχικό σπίτι commit v διαπράττω lecture n διάλεξη, ομιλία atrocity n θηριωδία, κτηνωδία glance n ματιά evaluate v εκτιμώ, αξιολογώ demeanour n συμπεριφορά, φέρσιμο scat n είδος τραγουδιού (στο οποίο ο τραγουδιστής αντικαθιστά τα λόγια ενός τραγουδιού με ακατανόητες συλλαβές) mannerism n ιδιομορφία, ιδιορρυθμία encounter n συνάντηση improvisation n αυτοσχεδιασμός impression n εντύπωση resemble v μοιάζω, θυμίζω reverse v αντιστρέφω, μεταβάλλω vowel n φωνήεν undo v αναιρώ consonant n σύμφωνο set the tone phr θέτω τις βάσεις - tone: τόνος peak n κορυφή, αποκορύφωμα interaction: n αλληλεπίδραση vocal adj φωνητικός lyrics n στίχοι mayor n δήμαρχος jumble v ανακατεύω reinvent v ανακαλύπτω ξανά SECTION 2- READING spontaneously adv αυθόρμητα substitute v αντικαθιστώ, υποκαθιστώ surround v περιβάλλω imitator n μιμητής kingdom n βασίλειο dazzle n λάμψη superb adj εξαιρετικός define v ορίζω, καθορίζω scenery n τοπίο segment n τμήμα, μέρος dimension n διάσταση recording n ηχογράφηση length n μήκος scale v ανεβαίνω width n πλάτος virtuosity n δεξιοτεχνία stretch v εκτείνομαι figure n στατιστικό στοιχείο range n διακύμανση haven n καταφύγιο altitude n υψόμετρο endangered adj που απειλείται με εξαφάνιση fertile adj γόνιμος, εύφορος life span n διάρκεια ζωής plain n πεδιάδα, κάμπος plain: ξεκάθαρος, απλός captive n αιχμάλωτος plateau n υψίπεδο, οροπέδιο self-sustaining adj αυτοσυντηρούμενος invasion n εισβολή, επιδρομή offspring n γόνος, απόγονος overrun v κυριεύω tie n δεσμός valley n κοιλάδα extraordinary adj απίστευτος, ασυνήθιστος suspend v αναστέλλω, διακόπτω (προσωρινά) cooperative adj συνεργάσιμος roll the clock phr γυρίζω το ρολόι, ρυθμίζω το ρολόι consensus adj συναινετικός, ομόφωνος perceive v αντιλαμβάνομαι mediaeval adj μεσαιωνικός outgoing adj κοινωνικός, εξωστρεφής era n εποχή, περίοδος self-absorbed adj εγωπαθής, εγωκεντρικός temple n ναός matriarch n μητέρα-αρχηγός rise v υψώνομαι negotiate v διαπραγματεύομαι skyward adv προς τον ουρανό ado n φασαρία, καυγάς Sanskrit adj σανσκριτικά hold true phr αληθεύω Sherpa n μέλος της φυλής Σέρπα, οδηγός ορειβασίας argument n επιχειρηματολογία, επιχείρημα trail n μονοπάτι, διαδρομή enclosure n περίφραχτος χώρος lead v οδηγώ, κατευθύνομαι thrive v ευημερώ, ακμάζω carrier n μεταφορέας boredom n ανία, πλήξη sandy adj αμμώδης volunteer v γίνομαι εθελοντής remote adj απομακρυσμένος, μακρινός tremendous adj φοβερός, φανταστικός accomplishment n επίτευγμα rewarding adj που προσφέρει ικανοποίηση, που ανταμείβει midwife n μαία recruit v στρατολογώ, εδώ: συγκεντρώνω threefold adj τριπλάσιος reef n ύφαλος coral n κοράλλι diverse adj ποικιλότροπος, γεμάτος διαφοροποιήσεις sodium cyanide n κυανιούχο άλας motivation strenuous n κίνητρο adj κοπιαστικός, επίπονος hike v πεζοπορώ juggle v κάνω ταχυδακτυλουργίες
EDI - B2 Practice Tests 3 COMPANION PRACTICE TEST 2 SECTION 1- WRITING embarrassing adj ενοχλητικός, που προκαλεί ντροπή miracle n θαύμα sky diving n ελεύθερη πτώση με αλεξίπτωτο Part 6 pros and cons phr τα συν και τα πλην, τα θετικά και τα αρνητικά prioritise v καθορίζω προτεραιότητα, ιεραρχώ brainstorm: προσπαθώ να λύσω ένα πρόβλημα με κοπιαστικές και συνεχείς σκέψεις, προβληματίζομαι alternative adj εναλλακτική compromise n συμβιβασμός, συμβιβαστική λύση maximize v μεγιστοποιώ automobile n αυτοκίνητο gratification n ικανοποίηση, ευχαρίστηση load n φορτίο lull v αναπαύομαι, αποκοιμιέμαι be awakened v ξυπνάω spot n μέρος, τοποθεσία grocery n παντοπωλείο, μανάβικο high mid-day sun n ήλιος του μεσημεριού nap v κοιμάμαι crawl v σέρνομαι tyre n λάστιχο (ποδηλάτου, αυτοκινήτου) hostile adj εχθρικός contaminate v μολύνω efficient adj αποδοτικός recycle v ανακυκλώνω scrape out phr.v. αφαιρώ, απομακρύνω scrape: ξύνω poor away phr.v. πετάω χύνοντας liquid n υγρό rinse v ξεπλένω, ξεβγάζω recyclate n ανακυκλωμένο υλικό achieve v επιτυγχάνω lid n καπάκι cap n πώμα, τάπα polymer n πολυμερές tolerate v ανέχομαι legacy n κληρονομιά merely adv μονάχα, απλώς stride v δρασκελίζω, κάνω μεγάλα βήματα merchant n έμπορος stocky adj κοντόχοντρος epitome n επιτομή, πρότυπο, υπόδειγμα pound v κοπανάω, χτυπάω lap n γύρος exasperated adj εξοργισμένος, εκνευρισμένος foreseeable adj επερχόμενος, προβλεπόμενος quote v μνημονεύω, επικαλούμαι ως παράδειγμα legitimate adj νόμιμος divvy up v μοιράζω, διαιρώ surface n επιφάνεια divide v διαιρώ, χωρίζω conundrum n αίνιγμα, γρίφος doctrine n δόγμα, ιδεολογία grant v παρέχω, παραχωρώ landlocked adj ηπειρωτικός commerce n εμπόριο undermine v υπονομεύω, υποσκάπτω continental shelf n ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα grab n αρπαγή overlap v επικαλύπτω carve up phr.v. κατανέμω, μοιράζω coherent adj συνεκτικός, λογικός pattern n σχέδιο, πρότυπο exploration n εξερεύνηση, έρευνα sophisticated adj υπερσύγχρονος, εξελιγμένος intervene v παρεμβαίνω, επεμβαίνω establish v εγκαθιδρύω, καθιερώνω treaty n συνθήκη strike v συνάπτω, κλείνω (συμφωνία) territorial adj χωρικός, εδαφικός EEZ n Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη shore n ακτή ignite v πυροδοτώ, αναφλέγω full swing n έντονη δραστηριότητα scramble v ανταγωνίζομαι βίαια untapped oil n ανεκμετάλλευτο πετρέλαιο ownership n ιδιοκτησία SECTION 3- LISTENING exposure n έκθεση porous asphalt n πορώδης άσφαλτος museum curator n έφορος του μουσείου seamstress n ράφτρα, μοδίστρα bank teller n ταμίας τραπέζης PRACTICE TEST 3 SECTION 1-WRITING under the weather idm κακόκεφος, κακοδιάθετος profit n κέρδος,όφελος overwork v δουλεύω υπερβολικά trustworthy adj έμπιστος, αξιόπιστος Part 6 involve v περιλαμβάνω, εμπλέκω complicated adj πολύπλοκος, περίπλοκος overcome v ξεπερνώ, υπερνικώ recognise v αναγνωρίζω cooperative adj πρόθυμος να συνεργαστεί
EDI - B2 Practice Tests 4 COMPANION delegate n αντιπρόσωπος, εκπρόσωπος gather v συγκεντρώνω urbanization n αστικοποίηση rainforest n τροπικό δάσος rural adj αγροτικός, εξοχικός crowd v συνωστίζομαι, στριμώχνομαι rapid adj ταχύς, γρήγορος branch n κλαδί slum n φτωχόσπιτο, φτωχογειτονιά thick layer n παχύ στρώμα squatter n καταληψίας, καταπατητής canopy n θόλος, δασοκάλυψη settlement n οικισμός ingenious adj μεγαλοφυής, έξυπνος developing country n αναπτυσσόμενη χώρα bizarre adj παράξενος, περίεργος executive director n εκτελεστικός διευθυντής assemble v συναρμολογώ, μοντάρω dweller n κάτοικος toolbox n εργαλειοθήκη domestic adj εγχώριος, εσωτερικός sheet metal n καθαρό μέταλλο currently adv τώρα, κατά την παρούσα περίοδο nut n παξιμάδι (μηχανολογικό) regional adj περιφερειακός bolt n μπουλόνι vital adj ζωτικός, κρίσιμος mountaineering n ορειβασία soundly adv εντελώς, πλήρως access v έχω πρόσβαση sustainably adv βιώσιμα, σταθερά long-term adj μακροπρόθεσμος host v φιλοξενώ potential n προοπτική, ενδεχόμενο upcoming adj επερχόμενος eco-tourism n οικοτουρισμός, οικολογικός τουρισμός fundamental adj βασικός, θεμελιώδης devise v επινοώ vibrant adj έντονος raft n λέμβος, σχεδία walkway n περίπατος, μονοπάτι attract v ελκύω, προσελκύω hence adv επομένως, συνεπώς superstitious n προληπτικός, δεισιδαίμων salt pan n αλατόλακκος nitrate n αζωτούχο λίπασμα, νιτρικό άλας flu virus n ιός της γρίπης sulfer n θείο lurk v καραδοκώ, ενεδρεύω copper n χαλκός cough v βήχω sneeze v φταρνίζομαι transmission n μετάδοση rowing n κωπηλασία doorknob n χερούλι της πόρτας crook n πτυχή, κοίλωμα elbow n αγκώνας PRACTICE TEST 4 sleeve n μανίκι intimidate v εκφοβίζω SECTION 1-WRITING reschedule v επαναπρογραμματίζω bill n λογαριασμός can of worms idm το κουτί της Πανδώρας dispute v φιλονικώ, αμφισβητώ shopping spree n καταναλωτική μανία get credit phr παίρνω τα εύσημα treat v ευχαριστώ, κερνάω scanning tube n σωλήνας σάρωσης discount n έκπτωση patent n πατέντα, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας tanned adj μαυρισμένος functional adj λειτουργικός seek to v επιχειρώ, επιζητώ evident adj προφανής, ολοφάνερος reliable adj αξιόπιστος, έγκυρος royalty n ποσό που καταβάλλεται για συγγραφικά ή πνευματικά δικαιώματα expand v επεκτείνω, διευρύνω lack n έλλειψη vow v ορκίζομαι corridor n διάδρομος earn v κερδίζω, αποφέρω legal adj νόμιμος subsequently adv στη συνέχεια, ακολούθως nutritional adj θρεπτικός, διατροφικός testify v καταθέτω habit n συνήθεια convincing adj πειστικός status n κατάσταση controversial adj αμφιλεγόμενος, επίμαχος stark adj έντονος, προφανής witness v γίνομαι μάρτυρας urban adj αστικός gunk n βρομερή ή κολλώδης ύλη implication n συνέπεια, επίπτωση scum n βρόμικος αφρός momentous adj βαρυσήμαντος, ύψιστης σημασίας substance n ουσία persist v επιμένω
EDI - B2 Practice Tests 5 COMPANION debris n ερείπια, συντρίμμια mainstream n γενική τάση, επικρατούσα ιδέα slime n γλίτσα, γλοιώδης λάσπη ground work n βάση, θεμέλια rear v σηκώνω record v καταγράφω marine life n θαλάσσια ζωή be comprised of v αποτελούμαι phosphate n φώσφορος straightforward adj άμεσος, ευθύς dump into v απορρίπτω σκουπίδια apparent adj εμφανής, φανερός grime n βρομιά, λίγδα to no avail phr μάταια, άσκοπα shameful adj ντροπιαστικός, αισχρός leap v πηδάω dedicate v αφιερώνω purr v γουργουρίζω(για γάτα) sort v ξεδιαλέγω, ξεχωρίζω affection n στοργή, τρυφερότητα conserve v διατηρώ incessantly adv ακατάπαυστα, συνεχώς, διαρκώς unleaded petrol n αμόλυβδη βενζίνη crude adj αδέξιος, ωμός incentive n κίνητρο meow v νιαουρίζω fly-spray n ψεκαστήρας για μύγες refill v ξαναγεμίζω fly-paper n συσκευή για να παγιδεύονται οι μύγες perceive v αντιλαμβάνομαι, καταλαβαίνω dustbin n σκουπιδοτενεκές surroundings n περιβάλλον χώρος ozone layer n στρώμα του όζοντος sensory organ n αισθητήριο όργανο power station n σταθμός παραγωγής ενέργειας high-pitched adj οξύτονος central heating n κεντρική θέρμανση ultra-violet ray n υπεριώδης ακτινοβολία flood n πλημμύρα whisker n μουστάκι ζώου individual n άνθρωπος, άτομο feeler n κεραία civilization n πολιτισμός ankle n αστράγαλος frustration n αγανάκτηση, απογοήτευση mutual adj αμοιβαίος with regards to phr όσον αφορά σε, σχετικά με evidence n ένδειξη, απόδειξη ice cap n κάλυμμα πάγου melt v λιώνω pod n μικρή ομάδα humid adj υγρός socialize v κοινωνικοποιούμαι household appliance n οικιακή συσκευή overall adv γενικά, συνολικά master v αποκτώ επαρκή γνώση, μαθαίνω carving n σλάλομ, ελικοειδής κίνηση factor n παράγοντας, συντελεστής influence v επηρεάζω significant adj σημαντικός, σπουδαίος charity n φιλανθρωπία impact v επηρεάζω, έχω αντίκτυπο greengrocer n κηπουρός compatible adj συμβατός florist n ανθοπώλης value n αξία, ηθικό πρότυπο plumber n υδραυλικός undefined adj απροσδιόριστος, ασαφής reluctant adj απρόθυμος stereoscopic adj στερεοσκοπικός press n Τύπος arrange v τοποθετώ camera shutter n φωτοφράχτης της κάμερας trip wire n σύρμα παγίδευσης trigger v πυροδοτώ, ξεκινώ horse hoove n πέταλο synchronous adj συγχρονισμένος devise v επινοώ, εφευρίσκω narration n διήγηση, αφήγηση intertitle n κάρτα τίτλου, (κείμενο που βρίσκεται στις εικόνες μιας ταινίας για την διήγηση της ιστορίας) novelty n πρωτοτυπία, καινοτομία large-scale phr μεγάλης κλίμακας emulsion n γαλάκτωμα, διάλυμα advent n ερχομός, έλευση drive-in movies: (για κινηματογράφο) ταινίες εποχούμενων θεατών, ντράιβ-ιν spy n κατάσκοπος PRACTICE TEST 5 SECTION 1-WRITING adorable adj αξιολάτρευτος, αξιαγάπητος it is a pity phr είναι κρίμα habitat n φυσική κατοικία ζώου fur n γούνα, τρίχωμα authority n επίσημη αρχή declare v αναγγέλλω, δηλώνω ranger n δασοφύλακας snorkel v κάνω κατάδυση με αναπνευστήρα postcard n ταχυδρομική κάρτα Part 6 abuse n κακομεταχείριση, κακοποίηση treat v συμπεριφέρομαι, φέρομαι confine v περιορίζω neglect v παραμελώ, εγκαταλείπω violent adj βίαιος
EDI - B2 Practice Tests 6 COMPANION superior adj ανώτερος leak v διαρρέω abandon v εγκαταλείπω drip v στάζω, σταλάζω cage n κλουβί deliberately adv σκοπίμως, επίτηδες be aware of v γνωρίζω starve v λιμοκτονώ, πεινώ mental adj πνευματικός, ψυχικός devour v καταβροχθίζω, τρώω λαίμαργα notorious adj περιβόητος, διαβόητος it s raining cats and dogs idm βρέχει καρεκλοπόδαρα raincoat n αδιάβροχο flock v συγκεντρώνομαι, συρρέω flat n διαμέρισμα ruins n ερείπια be at a loss for phr απορώ, βρίσκομαι σε πλήρη αμηχανία charm n γοητεία divide into v διαιρώ, χωρίζω unique adj μοναδικός, απαράμιλλος protestant n προτεστάντης, διαμαρτυρόμενος lifetime n μια ζωή catholic n καθολικός Roman forum n Ρωμαϊκή αγορά plague v μαστίζω, κατατρύχω without a doubt phr χωρίς αμφιβολία, αναμφισβήτητα riot n ταραχή, βίαιη διατάραξη τάξης gladiator n μονομάχος target: στοχεύω armour v θωρακίζω combat n μάχη, πάλη weaponry n οπλισμός horde n ορδή suffer v υποφέρω breathtaking adj που σου κόβει την ανάσα, μαγευτικός brutality n βιαιότητα, ωμότητα statue: άγαλμα expectation n προσδοκία archetype n αρχέτυπο toddler n βρέφος, που μόλις αρχίζει να περπατάει glimpse n ματιά roam v περιπλανώμαι, περιφέρομαι replica n αντίγραφο, απομίμηση shut v κλείνω rugged adj κακοτράχαλος, άγριος occupy v απασχολούμαι, απασχολώ overlook v έχω θέα σε confine v περιορίζω, εγκλείω sandwich v στριμώχνομαι ανάμεσα σε 2 περιοχές territory n περιοχή, έδαφος eruption n έκρηξη end up phr.v. καταλήγω off the beaten track idm ξεφεύγει από την πεπατημένη merge v ενώνομαι, συγχωνεύομαι witness v παρακολουθώ witness: παρίσταμαι μάρτυρας hard-line adj σκληροπυρηνικός entwine v περιτυλίγω, συμπλέκω cramped adj άβολος captivating adj σαγηνευτικός, μαγευτικός terraced house n μεζονέτα με μεσοτοιχία αριστερά και imply v υπονοώ, υπαινίσσομαι δεξιά untamed adj αδάμαστος menial job n χαμαλοδουλειά patrol v κάνω περιπολία, αστυνομεύω rough adj τραχύς, ανώμαλος distant adj μακρινός doorstep n σκαλοπάτι, κατώφλι Primitive adj πρωτόγονος joy-riding n βόλτα με αυτοκίνητο χωρίς την άδεια του clay n πηλός ιδιοκτήτη excavate v εξορύσσω, ανασκάπτω breed v προκαλώ, προξενώ breed: γεννώ, αναπαράγω date back v χρονολογούμαι jealousy n ζήλεια figure n μορφή, φιγούρα co-exist v συνυπάρχω bore a resemblance phr φέρω ομοιότητα, μοιάζω stem v πηγάζω, προέρχομαι necked instrument n όργανο με λαιμό stringed adj έγχορδος incorporate v περιλαμβάνω, ενσωματώνω spacious adj ευρύχωρος, άνετος soundboard n αντηχείο curved adj καμπυλωτός, κυρτός badger v πιέζω φορτικά, παρασκοτίζω flourish v ανθώ, ευδοκιμώ ramble v πλατειάζω, "παραμιλώ" transportation n μεταφορά amalgamate v συγχωνεύω widely adv ευρέως, σε μεγάλο βαθμό disperse v εξαπλώνω, διαδίδω broaden v διευρύνω, επεκτείνω waist n μέση acoustic adj ακουστικός loosely adv ασαφώς, αόριστα emigrant n μετανάστης, απόδημος purely adv καθαρά, αμιγώς in droves phr κατά μάζες fictional adj πλασματικός, φανταστικός specialize v ειδικεύομαι, εξειδικεύομαι band n μπάντα, συγκρότημα compete v ανταγωνίζομαι, συναγωνίζομαι respectful adj με σεβασμό brass n χάλκινα πνευστά ορχήστρας unfamiliar adj άγνωστος, μη οικείος state-of-the-art adj προηγμένης τεχνολογίας, τελευταίας distressed adj θλιμμένος, στεναχωρημένος τεχνολογίας treat n κέρασμα adapt v προσαρμόζω, μετατρέπω
EDI - B2 Practice Tests 7 COMPANION Steadfast adj προσηλωμένος, πιστός mermaid emperor n γοργόνα n αυτοκράτορας commodity n αγαθό, είδος shoe-maker n τσαγκάρης device n συσκευή, μηχανισμός hardship n κακουχία, ταλαιπωρία recognition n αναγνώριση, καταξίωση b storm chasing n κυνήγι της καταιγίδας fairytale display n παραμύθι v επιδεικνύω, παρουσιάζω hail storm n καταιγίδα με χαλάζι passionate adj παθιασμένος, παράφορος forecast v κάνω πρόγνωση του καιρού, προβλέπω τον literature n λογοτεχνία καιρό lay upon memorize phr.v. απλώνω v απομνημονεύω, αποστηθίζω snorkel v κάνω ελεύθερη κατάδυση με αναπνευστήρα recite tutor v απαγγέλω n δάσκαλος manga n μάνγκα, ιαπωνικά κόμικς unwilling adj απρόθυμος PRACTICE TEST 6 owe v αποδίδω, οφείλω dyslexia n δυσλεξία school faculty n καθηγητές (σαν σύνολο) ironically adv ειρωνικά SECTION 1-WRITING discourage v αποθαρρύνω nobility n αριστοκρατία, αριστοκρατική τάξη parents-in-law n τα πεθερικά unfounded adj αβάσιμος, αστήρικτος make ends meet phr τα βγάζω πέρα apprentice n μαθητευόμενος, παραγιός nightmare n εφιάλτης weaver n υφαντής cliff n απότομος βράχος, γκρεμός trade n επάγγελμα, τέχνη drown v πνίγομαι, πνίγω be admitted to v γίνομαι δεκτός σε stress v αγχώνομαι entitle v τιτλοφορώ promotion n προαγωγή installment n συνέχεια (ιστορίας) keep up phr.v. προφταίνω well-known adj γνωστός, διάσημος mention v αναφέρω posthumously adv μετά θάνατον contemporary n σύγχρονος appreciate v εκτιμώ nap n υπνάκος occasion v προξενώ, προκαλώ fire v απολύω misery n δυστυχία bittersweet adj γλυκόπικρος Part 6 folk adj λαϊκός identity n ταυτότητα element n στοιχείο, συντελεστής tip n συμβουλή, υπόδειξη evident adj εμφανής, προφανής e-shopping n αγορές μέσω internet principal adj κυριότερος, βασικός site n ιστοσελίδα, ιστότοπος wronged adj αδικημένος secure v ασφαλίζω delicate adj απαλός, λεπτός hacker n χάκερ, αυτός που παραβιάζει απόρρητα προγράμματα στον Η/Υ resemble v μοιάζω satire n σάτιρα credit card n πιστωτική κάρτα blog n ιστολόγιο, ιστοσελίδα στην οποία ο δημιουργός σχολιάζει διάφορα θέματα pay off chat room n χώρος συνομιλίας σε πραγματικό χρόνο στο phr.v. αποδίδω internet reveal v αποκαλύπτω, φανερώνω break into phr.v. διαρρηγνύω, παραβιάζω prevent v αποτρέπω, εμποδίζω lurk v ενεδρεύω, καραδοκώ Fear v φοβάμαι trick v ξεγελώ, εξαπατώ admit v εισάγω valuables n τιμαλφή, πολύτιμα αντικείμενα medical treatment n ιατροφαρμακευτική περίθαλψη jewellery n χρυσαφικά, κοσμήματα expose v εκθέτω, επιδεικνύω be on friendly terms phr έχω φιλικές σχέσεις, τα πάω defective adj ελαττωματικός καλά grow up phr.v. μεγαλώνω, ενηλικιώνομαι pang n πόνος, οδυνηρό συναίσθημα Steadfast Tin Soldier n Ο μολυβένιος στρατιώτης digital adj ψηφιακός equivalent adj ισότιμος, ισάξιος document n έγγραφο
EDI - B2 Practice Tests 8 COMPANION hardware n υλικολογισμικό μέρος Η/Υ device n συσκευή, εφαρμογή substitute n υποκατάστατο conventional adj συμβατικός, κοινότοπος replace v αντικαθιστώ fort n φρούριο, οχυρό elegance n κομψότητα railway n σιδηρόδρομος considerable adj αξιόλογος, σημαντικός chapel n παρεκκλήσι childish adj παιδιάστικος drawback n μειονέκτημα, ελάττωμα eco-friendly adj φιλικά προς το περιβάλλον fauna n πανίδα release v απελευθερώνω, εκλύω flora n χλωρίδα carbon dioxide n διοξείδιο του άνθρακα percentage: ποσοστό mill n εργοστάσιο collaborate v συνεργάζομαι gathering n συγκέντρωση, μάζωξη resurrect v προκαλώ την αναβίωση, επαναφέρω στο προσκήνιο stylus n γραφίδα advance v προοδεύω convey v μεταβιβάζω, διαβιβάζω pace n ρυθμός, βήμα mainstream n καθολικό ρεύμα, γενική τάση disposal n απόρριψη globalization n παγκοσμιοποίηση lead n μόλυβδος extent n έκταση, βαθμός gadget n συσκευή manufacturer n κατασκευαστής civilisation n πολιτισμός approximately adv περίπου, κατά προσέγγιση loosely adv αόριστα, ασαφώς define v καθορίζω, οριοθετώ highland n υψίπεδο lowland n πεδινή περιοχή reach its peak phr φτάνω στην ακμή flourish v ακμάζω, ευημερώ agricultural adj αγροτικός, γεωργικός sophisticated adj υπερσύγχρονος, υπερεκλεπτυσμένος ruler n άρχοντας, ηγεμόνας noble n ευγενής, αριστοκράτης plaza n δημόσια πλατεία ceremony n τελετή, ιεροτελεστία religious adj θρησκευτικός lesser adj υποδεέστερος, "δευτερεύων" shrine n τέμενος, ιερός τόπος modest adj μέτριος, λιτός interact with v αλληλεπιδρώ με jade n νεφρίτης noted adj φημισμένος, ξακουστός glyph n γλυφή inscription n επιγραφή tomb n τάφος fig tree n συκιά invade v εισβάλλω, πραγματοποιώ επιδρομή atop adv από πάνω, επί concept n αντίληψη, αφηρημένη ιδέα accurate adj ακριβής chart n χάρτης debate v εξετάζω decline v παρακμάζω, δύω maintain v διατηρώ, συντηρώ distinctive adj ευδιάκριτος, χαρακτηριστικός merger n συγχώνευση prosper v ευημερώ, ανθώ