Κεφάλαιο 6 : Η μάχη της Ουάσιγκτον (Μέρος ΙΙI) Η μυστηριώδης γυναίκα! Το κόκκινο του θανάτου; Λίγα λεπτά αργότερα βρεθήκαμε σε μια παλιά αποθήκη. Η νύχτα φαινόταν ατελείωτη. Κανείς δεν κυκλοφορούσε. Τα σπίτια ερμητικά κλειστά με κανένα φως αναμμένο, ώστε να μην γίνουν αντιληπτοί από τους νεκρό-ζωντανούς. Αφού περάσαμε από ένα σκοτεινό στενό βρεθήκαμε πίσω στο κήπο ενός μικρού σπιτικού. Εκεί βρισκόταν η αποθήκη. -Εδώ μένεις; Ρώτησα τον Charles. -Προσωρινά! Οι ιδιοκτήτες λείπουν οπότε εκμεταλλεύομαι τον χώρο. -Πως κατάφερες να μπεις; -Αν δεν μπορούσα να ανοίξω ένα απλό λουκέτο αποθήκης, δεν θα λεγόμουν κλέφτης. Θόρυβος ακούστηκε σπάζοντας την σιωπή αυτής της νύχτας. Γυρίσαμε όλοι προς την κατεύθυνση που προήλθε ο θόρυβος. Τελικά ήταν δύο γάτες που μαλώνανε σε ένα σκουπιδοτενεκέ. -Μπείτε! Μπήκαμε στην αποθήκη και ο Charles έκλεισε την πόρτα. Η αποθήκη, αν και όχι μεγάλη, είχε πολλά πράγματα μέσα, κυρίως κηπουρικά εργαλεία όπως μια μηχανή του γκαζόν αλλά και μια παλιά μοτοσικλέτα. Παρόλα αυτά επικρατούσε μια τάξη, αφού το κάθε εργαλείο βρισκόταν στην θέση του ενώ δεν υπήρχε ίχνος σκόνης, πράγμα που δήλωνε πως γινόταν τακτικό καθάρισμα στην αποθήκη. -Καθίστε, μας παρότρυνε ο Charles. Να σας φέρω κάτι; Δεν έχω και πολλά να ξέρετε. Πήγε κοντά σε ένα σκεπασμένο κασόνι. Μας έφερε μερικά ενεργειακά ποτά, που ήταν δημοφιλή στην Αμερική και λίγο ψωμί. -Λοιπόν, τι συμβαίνει; Πως βρεθήκατε εδώ; Δάγκωσα μια μεγάλη μπουκιά από το ψωμί και μίλησα. -Μας έστειλε η οργάνωση Spectra να ερευνήσουμε το θέμα με το νεκρούς που ήρθαν στην ζωή. Γνωρίζεις κάτι σχετικά με αυτό; -Τίποτα το συγκεκριμένο. Πριν λίγες ώρες έγινε ένα ξαφνικός σεισμός και οι νεκροί βρέθηκαν στους δρόμους. Ευτυχώς εκκενώθηκε η περιοχή αλλά με απώλειες από πλευρά στρατού. Τα υπόλοιπα τα ξέρετε.
-Το ερώτημα είναι πως ξύπνησαν οι νεκροί, είπα με σκεπτικό βλέμμα. -Θα είναι δουλειά του Αυτοκράτορα! είπε η Reiko. -Ώστε ένα παιδί και μια γάτα είναι οι νέοι κληρονόμοι του βιβλίου, αναφώνησε o Charles. -Το σπιτικό μου χάθηκε μπροστά στα μάτια μου Charles. Όταν δεχτήκαμε την πρώτη επίθεση. Με πήρε η οργάνωση και προσπαθούμε μαζί με την Reiko να βοηθήσουμε. -Η Serra δεν σας καθοδήγησε; -Μας είπε μερικά πράγματα σχετικά με την πόλη, όπως και εσύ. Αλλά για τις δυνάμεις του βιβλίου όχι. Το μόνο ξόρκι που χρησιμοποίησα για πρώτη φορά ήταν για να σε κρατήσω ακίνητο, είπε η Reiko. -Μάλιστα, είπε ο Charles και ήπιε μια γουλιά από το ποτό του. -Έχετε ακούσει ποτέ για τον στρατό του Αυτοκράτορα, μας ρώτησε. -Γνωρίζεις ποιος είναι ο Αυτοκράτορας; -Φυσικά! Άλλωστε από την πόλη είμαι. Θα σας είπε η Serra φυσικά για το παρελθόν και πως προσπάθησε να κατακτήσει τους δύο κόσμους. Και τότε είχε εμφανίσει αυτό τον στρατό. Κανένα θνητό όπλο δεν μπορεί να το καταστρέψει, παρά μόνο το βιβλίο. Ωστόσο δεν γνωρίζω τα ξόρκια του. Αυτό είναι κάτι που πρέπει εσείς να βρείτε. Για μερικά λεπτά κανείς μας δεν μιλούσε. Κοιτούσα το ενεργειακό ποτό που μου είχε δώσει ο Charles και παράμενα σιωπηλός. -Και η ομάδα σας; Μόνοι σας φτάσατε εδώ; -Η ομάδα μας εξουδετερώθηκε, είπε η Reiko με μια ανασφάλεια στην φωνή της. Μόνο ένας ζει τουλάχιστον έτσι πιστεύουμε. -Μια γυναίκα φαίνεται πως τον έπιασε. Δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε το πρόσωπο της. Ωστόσο φαίνεται πως ελέγχει και αυτή τον στρατό. -Ώστε γυναίκα; αναρωτήθηκε ο Charles. -Το χαρτί! φώναξε η Reiko. -Χαρτί; Ποιο χαρτί, ρώτησε ο Charles. -Μα βέβαια! είπα δυνατά. Έβαλα το χέρι μου στην τσέπη και έβγαλα το χαρτάκι που μας είχε δώσει ο Sally πριν φύγουμε για την αποστολή. -Αυτό μας το έδωσε ο υπεύθυνος της οργάνωσης. Είπε πως αν βρεθούμε σε κίνδυνο να πάμε σε αυτή την διεύθυνση. Μπορείς να μας πας; -Φέρε μου να δω. Έδωσα το χαρτάκι στον Charles. Εκείνος το κοίταξε για ένα λεπτό. Στην συνέχεια μου το έδωσε πίσω. -Είναι μερικά τετράγωνα πιο κάτω από δω. Μπορώ να σας πάω. Από κει και πέρα όμως χωρίζουν οι δρόμοι μας. Δεν μπορώ να σας βοηθήσω παραπάνω.
-Ευχαριστούμε για όλα, είπε η Reiko. Βγήκαμε και πάλι στους δρόμους κινούμενοι προς την διεύθυνση που έλεγε το χαρτί. 23nd Street Avenue. Εκεί έπρεπε να πάμε! 10 λεπτά αργότερα φτάσαμε μπροστά από μια παλιά πολυκατοικία. -Κρυφτείτε, μας πρόσταξε ο Charles. Μπήκαμε στην μικρή αυλή της πολυκατοικίας και κρυφτήκαμε πίσω από κάτι θάμνους. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα πέρασαν μερικοί από τους νεκρούς. -Περιπολίες, είπε ο Charles. Αφού έφυγε η περίπολος, πήγαμε μπροστά στην είσοδο. -Καλή τύχη! μας είπε ο Charles και απομακρύνθηκε. Το χαρτάκι εκτός από την διεύθυνση έλεγε και ένα νούμερο ακόμη, το 2. Προφανώς εννοούσε τον 2ο όροφο. Κοίταξα στο θυρωρείο και μόνο ένα διαμέρισμα που είχε όνομα υπήρχε στον δεύτερο όροφο. Χτύπησα το κουδούνι. Η πόρτα της πολυκατοικίας άνοιξε και μπήκαμε μέσα. Η Reiko γύρισε απότομα το κεφάλι της προς την έξοδο. -Τι συμβαίνει; -Τίποτα απλά νόμιζα ότι κάποιος μας παρακολουθούσε. -Πάμε! της είπα. Φτάσαμε στον 2ο όροφο και βρήκαμε το διαμέρισμα. Κοντοσταθήκαμε έξω από την πόρτα ώσπου πήρα την πρωτοβουλία να χτυπήσω. Ωστόσο η πόρτα άνοιξε και ένα χέρι μας τράβηξε μέσα. Πέσαμε σε διάδρομο του διαμερίσματος και ένα φως μας έλουσε. -Ποιοι είστε; Ένας άντρας κρατούσε ένα φακό και μας μιλούσε. -Φίλοι! Ο Sally μας έστειλε! είπε η Reiko. Με μιας ο φακός έσβησε. Ο μεσόκοπος πλέον άντρας, όπως τον αναγνωρίσαμε στο λιγοστό φως από τα κεριά στο δωμάτιο, μας βοήθησε να σηκωθούμε. -Σας έστειλε ο Sally; ρώτησε. -Μάλιστα κύριε. Είπε πως αν διατρέχουμε κίνδυνο να έρθουμε εδώ. Γαλανά μάτια, άσπρα μαλλιά. Διέκρινα μια κούραση στο γαλήνιο αλλά και σκεπτικό πρόσωπο του. -Πολύ καιρό έχω να ακούσω νέα από τον γιο μου!
Στο άκουσμα της λέξης γιος, εγώ και η Reiko μείναμε! -Είστε ο πατέρας του; είπε η Reiko. -Δυστυχώς. Τι συμβαίνει αυτή την φορά; Ποτέ δεν μου στέλνει επισκέψεις για καλό αυτό το παιδί. Κάθισε σε μια παλιά σκισμένη πολυθρόνα. -Κύριε γνωρίζετε σε τι κατάσταση βρισκόμαστε; -Μα φυσικά! Η οργάνωση και όλα τα συναφή. Τα γνωρίζω νεαρέ μου. -Η ομάδα μας εξουδετερώθηκε και χρειαζόμαστε την βοήθεια σας, του είπα. -Πως λέγεστε; μας ρώτησε. -Akita και από δω η Reiko, του απάντησα. Τα μάτια του έλαμψαν στο άκουσμα των ονομάτων μας. -Ώστε είστε οι νέοι εκλεκτοί. -Εσείς πως λέγεστε, ρώτησε με την σειρά της η Reiko. -Απλά πείτε με «Μεγάλο». Το όνομα μου δεν έχει και τόση σημασία πλέον. Ξαφνικά μια δόνηση ταρακούνησε το δωμάτιο. Και όπως ξαφνικά έγινε, έτσι απότομα σταμάτησε. -Τι ήταν αυτό; -Έχω ένα κακό προαίσθημα για αυτό, είπα. Η πόρτα του διαμερίσματος έσπασε και μέσα ξεχύθηκαν οι νεκρό-ζωντανοί. Σε διάστημα λίγων λεπτών μας είχαν ακινητοποιήσει. Μπροστά μου ήταν ένας μεγάλος σκελετός που κρατούσε στα χέρια του ένα σπαθί. Έφερε το πρόσωπο του κοντά μου και μούγκρισε με δύναμη. -Επιτέλους συναντιόμαστε, διέκοψε μια γυναικεία φωνή. Στο ελάχιστο φως των κεριών, μια ψηλή γυναίκα με μακριά κόκκινα μαλλιά έκανε την εμφάνιση της. Φορούσε δερμάτινα ρούχα και στο χέρι της κρατούσε ένα πιστόλι. Έπρεπε να ήταν γύρω στα 25. Όμορφη με καφέ μάτια και ένα μικρό σημάδι στο δεξί της μάγουλο. -Δεν περίμενα ότι θα έρθετε εδώ. -Ποια είσαι; αναφώνησε η Reiko. -Θα μάθετε πολύ σύντομα, είπε γελώντας! Πάρτε τους. Αφήστε τον γέροντα εδώ. Δεν του μένει και πολύς χρόνος άλλωστε.
Πήγε στο γραφείο και τοποθέτησε ένα μηχανισμό. Στην συνέχεια πήγε κοντά στον Μεγάλο. Τον χτύπησε με το πιστόλι της στο κεφάλι και έχασε τις αισθήσεις του. -Ώρα για ύπνο μικρά μου, είπε και γύρισε προς το μέρος μας. Στην συνέχεια το μόνο που θυμάμαι είναι να με παίρνει στην γλυκιά του αγκαλιά ο ύπνος, καθώς έχανα τις αισθήσεις. Το ίδιο και η Reiko. Οι φίλοι μας βρίσκονται σε επικίνδυνη κατάσταση. Λίγα λεπτά μετά την αιφνιδιαστική έφοδο της μυστηριώδης γυναίκας με τα κόκκινα μαλλιά, μια έκρηξη ταράζει την ησυχία της νύχτας εκείνης. Ωστόσο ο Charles βρίσκεται κοντά και παρακολουθεί τις εξελίξεις. -Να πάρει! Τώρα πρέπει να τους σώσω Συνεχίζεται