ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ. Ιωάννα Μπιζιούρα Α.Ε.Μ.

Σχετικά έγγραφα
Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

Σελίδα 1 από 5. Τ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά δικαιώματα.

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΕΠΩΦΕΛΟΥΜΑΙ ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΩ ΣΕΒΟΜΑΙ ΣΤΗΡΙΖΩ ΟΙΚΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΣΧΕΣΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΗ

Μάθημα: «Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου» ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

Διακρίσεις ελέγχου της συνταγματικότητα των νόμων

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Επιτροπή Συντονισμού της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

Κύριε εκπρόσωπε του Συμβουλίου της Ευρώπης, Κύριε Πρόεδρε του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας,

Αθήνα, 18 Ιουλίου 2006 Αρ. Πρωτ.: Υ190

Η ελευθερία και η ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα: Προκλήσεις και προτάσεις πολιτικής

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

«ΥΠΑΓΩΓΗ ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ»

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0011(COD) της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΥΝΗΘΗ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΑΣΤΟΧΙΕΣ

Ενότητα 3 η : Τι είναι το Σύνταγμα Έννοια, διακρίσεις και λειτουργίες

«ΕΝ ΤΑΧΕΙ» ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4010, 8/7/2005.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (ΓΚΠΔ) GENERAL DATA PROTECTION REGULATION 2016/679

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

Ομάδα Εργασίας ΣΤ 1. Εισαγωγές Παρατηρήσεις

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

Ετήσια Έκθεση Πεπραγμένων Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα έτους 2016.

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

PUBLIC ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες,27Μαΐου 2014 (OR.en) 10296/14 LIMITE JUR321 JAI368 POLGEN75 FREMP104

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Αναστασία Φύλλα, Συνάντηση εργασίας ομάδας Ια5 Ebusiness Forum. Είναι γεγονός ότι η ολοένα και πιο διαδεδομένη ψηφιοποίηση των πληροφοριών έχει

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

"Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα στο Σύνταγμα του Μαυροβουνίου"

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

«Αυτό που διηγούμαστε συνέβη πραγματικά. Τίποτα δεν συνέβη όπως το διηγούμαστε.» Γκαίτε (Goethe)

Το Ρυθμιστικό Πλαίσιο της Ανοικτής Διακυβέρνησης και των Ανοικτών Δεδομένων Μερος Α: Ποιοτικά Χαρακτηριστικά

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 2656/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 2/2016

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή. 1. Προβληματισμός Μεθοδολογία... 5

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

1. Η κρατική μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση κατά το Σύνταγμα. Το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση αποτελεί κοινωνικό δικαίωμα, το περιεχόμενο

Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου 2014, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ. Ακρόαση του υποψήφιου κ. WIEWIÓROWSKI

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

Η προστασία των προσωπικών δεδομένων των ανηλίκων στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες δύναμης ΓΣΕΕ

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 3: Δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων

-Να καταργεί διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

Συνταγματικό Δίκαιο (Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας) LAW 102

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΙΙΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

Κατευθυντήριες Γραμμές του 2001 των Ηνωμένων Εθνών που αποσκοπούν στην δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. για την προστασία Φυσικών Προσώπων έναντι της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων τους

Η Αρχή της Νομιμότητας ως Οριοθέτηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2117(INI)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Διδάσκοντες καθηγητές : Αντ. Μανιτάκης, Ιφ. Καμτσίδου ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Ιωάννα Μπιζιούρα Α.Ε.Μ. 389 Ακαδημαϊκό έτος 2005-2006

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Η κινέζικη ρήση «Μακάρι να ζεις σε ενδιαφέροντες καιρούς»,μπορεί να είναι ευχή, όσο και κατάρα. Το μέλλον έρχεται γρήγορα αν δεν είναι ήδη εδώ και οι περιορισμοί που επιβάλλουν ο χρόνος, η απόσταση και η παραδοσιακή καταγραφή των γεγονότων, καταρρίπτονται σταδιακά. Σημαντικές αλλαγές αναγγέλλονται και συμβαίνουν καθημερινά. Με την εισαγωγή της ψηφιακής τεχνολογίας και των ηλεκτρονικών υπολογιστών σε κάθε σπίτι και σε κάθε τομέα της κοινωνικής ζωής (οικονομία, υγεία, πολιτική, περιβάλλον, μεταφορές, ψυχαγωγία κλπ.) προσωπικά δεδομένα μεταφέρονται μέσω ηλεκτρονικών δικτύων και γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας για ποικίλους σκοπούς σε πρωτοφανή κλίμακα 1. Εμπιστευτικές πληροφορίες που αφορούν τους πολίτες αποθηκεύονται μαζικά. Ο ιδιωτικός τομέας, από την πλευρά του, προετοιμάζεται συστηματικά και στα πλαίσια αυτά κρίσιμα δεδομένα που αφορούν επιχειρήσεις και άτομα μεταδίδονται αενάως διαμέσου δικτύων μετάδοσης δεδομένων. Από την άλλη πλευρά, η ανάγκη για ελεύθερη και απρόσκοπτη ανταλλαγή ιδεών είναι σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, απαραίτητη. Αποτελεί πλέον γεγονός αναμφισβήτητο ότι η σύγχρονη τεχνολογία εν γένει, με αιχμή του δόρατος την πληροφορική και την εφαρμογή της σε όλους σχεδόν τους ειδικότερους τομείς της καθημερινής ζωής, μεταμόρφωσε, στην κυριολεξία, τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου. Τα χαρακτηριστικά της εποχής που διανύουμε είναι, εν πολλοίς, η διασύνδεση των συστημάτων πληροφορικής στο πλαίσιο παγκοσμίων δικτύων, η αποκέντρωση της επεξεργασίας πληροφοριών, η διεύρυνση του ρόλου της πληροφορικής με την επέκταση της χρήσης της στο χώρο εργασίας και στον οικιακό χώρο, καθώς και η ανάπτυξη σύγχρονων συστημάτων και μεθόδων επεξεργασίας 1 Γ. Παπαπαύλου, Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων Σκέψεις για το παρόν και το μέλλον, σε Ασφάλεια Πληροφοριών τεχνικά, νομικά και κοινωνικά θέματα, ΕΠΠΥ Αθήνα 1995, σελ. 320.

δεδομένων που επεκτείνονται πέρα από την πληροφορική, στο χώρο των τηλεπικοινωνιών και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης 2. Υπό τα δεδομένα αυτά, η ακάθεκτη εισχώρηση της τεχνολογίας μετέβαλε και συνεχίζει να μεταβάλει το περιεχόμενο των θεσμών και των διαπροσωπικών σχέσεων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τείνουμε να αντιληφθούμε ότι η χρήση της τεχνολογίας και της πληροφορικής δεν μπορεί παρά να εμφανίζει δύο βασικές όψεις, μια θετική και μια αρνητική. Εμφανίζεται, πράγματι, με τις δύο όψεις του Ιανού. Έτσι η ανάπτυξη της πληροφορικής και των πληροφοριακών συστημάτων είναι ικανή να επιφέρει σημαντικές θετικές αλλαγές στην κοινωνική οργάνωση και την οικονομική δραστηριότητα, ταυτόχρονα όμως, οι θεωρητικά και πρακτικά απεριόριστες δυνατότητες συσσώρευσης και συσχετισμού πληροφοριών για όλες τις εκφάνσεις της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής του ανθρώπου 3 συνεπάγονται σοβαρούς κινδύνους κατά των θεμελιωδών ελευθεριών και της ιδιωτικής ζωής του. Ειδικότερα, αναγνωρίζεται ευρέως ότι τα συστήματα πληροφορικής συνιστούν ένα απαραίτητο εργαλείο για τη διαχείριση πληροφοριών τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, λόγω των δυνατοτήτων της σχεδόν απεριόριστης και σε ελάχιστο χρόνο συσσώρευσης, λογικής επεξεργασίας και συσχετισμού πληροφοριών που παρέχουν. Παράλληλα, όμως, η συστηματική επεξεργασία προσωπικών πληροφοριών έχει επιπτώσεις για το άτομο, στο βαθμό που το τελευταίο μεταβάλλεται σε «καθαρό πληροφοριακό αντικείμενο» 4. Οι κίνδυνοι συνίστανται, κυρίως και πρωτίστως, στη συλλογή μεγάλου όγκου πληροφοριών η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση υπέρμετρης πληροφοριακής εξουσίας, καθώς και τη διείσδυση στη σφαίρα του απορρήτου του ατόμου. Παράλληλα, η τεχνολογία της πληροφορικής καθιστά δυνατή τη διαιώνιση των πληροφοριών, ενώ διευκολύνει και τον 2 Ι. Δ. Ιγγλεζάκης, Ευαίσθητα Προσωπικά Δεδομένα, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2004, σελ.3, και Γ. Κυριακόπουλος, Ασφάλεια και επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα Οι ρυθμίσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, ΔτΑ 11/2001, σελ.763-779. 3 Μιχ. Κ. Αυγουστιανάκης, Προστασία του Ατόμου από την Επεξεργασία Προσωπικών Δεδομένων, ΔτΑ 11/2001, σελ.673 επ. 4 Σπ. Σημίτης, Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές και νομική παιδεία, Αρμ. 1980, σελ.532.

έλεγχο των πολιτών. Εύλογα επισημαίνεται ακόμα ότι η εφαρμογή της πληροφορικής καθιστά δυνατή την παραγωγή ενός «βιοπορτραίτου», μιας ανάγλυφης εικόνας της προσωπικότητας κάθε προσώπου, όπως αυτή εξειδικεύεται ανάλογα με την εκάστοτε δραστηριότητα. Η εικόνα αυτή, το πορτραίτο της προσωπικότητας του πολίτη, τον καθιστά «διαφανή» και ως εκ τούτου, χειραγωγήσιμο 5. Οι εξελίξεις αυτές, μοιραία, επιφέρουν τη συρρίκνωση της ιδιωτικής σφαίρας του ατόμου, όπως και την αδυναμία του να γνωρίζει ποιος, τι, από πού και για ποιο σκοπό γνωρίζει γι αυτό. Το παρακάτω απόσπασμα από τη μονογραφία του Τ. Μαρίνου είναι ιδιαίτερα εύγλωττο: «Έτσι μετά από λίγα χρόνια ένα άγρυπνο μάτι θα μας παρακολουθεί σε κάθε μας κίνηση για να ενημερώνει άγνωστο ποιον και για άγνωστο σκοπό, ώστε να μη μένει απραγματοποίητη ούτε μια πια από τις ανατριχιαστικές προφητείες που κάνει ο George Orwell στο εφιαλτικό βιβλίο του 1984» 6. Προβάλλει, λοιπόν, επιτακτική η ανάγκη να διαμορφωθεί το κατάλληλο νομικό πλαίσιο με το οποίο να επιλύονται κατά το δυνατόν - τα ιδιόρρυθμα προβλήματα που γεννά η νέα τεχνολογία, έτσι ώστε να προστατεύεται επαρκώς ο πολίτης 7. Η αξιοπιστία, η ακεραιότητα, η διαθεσιμότητα και η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, καθώς και η αποτροπή αθέμιτης ή καταχρηστικής χρήσης πληροφοριακών συστημάτων αποτελούν πλέον κρίσιμα κοινωνικά αιτήματα και προσδοκίες. Παράλληλα, όμως, είναι απαραίτητο να μην παρεμποδίζεται με τη θέσπιση του ανωτέρω πλαισίου η ανάπτυξη της πληροφορικής και η ελεύθερη διακίνηση ιδεών και πληροφοριών. Καλούμαστε, συνεπώς, να βρούμε «τη χρυσή τομή» έτσι ώστε να επιτύχουμε την προστασία του πολίτη από την επεξεργασία των 5 Ι. Ιγγλεζάκης, ό.π. σελ. 12., Δ. Κατραμάδος, Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων (ν.2472/1997) ΔτΑ 3/1999,σελ. 578, Ε. Βασιλακάκη, Το πρόβλημα της προστασίας του πολίτη απέναντι στην καταχρηστική εφαρμογή της Πληροφορικής, Αρμεν.1984, σελ.865επ., Ελ. Τροβά, Πληροφορική και ατομικά δικαιώματα σκέψεις πάνω στη δημιουργία ενός νέου νόμου, ΕΕΝ 1986, σελ.395επ. 6 Τ. Μαρίνος, Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και το δίκαιο, Informatique Juridique, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα 1980, σελ. 69. 7 Ευ. Βασιλακάκη, ό.π., σελ. 866, και Γ. Λουκέρη, Εναρμόνιση του Δικαίου της Προστασίας του Ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΝοΒ 1997, σελ. 548.

προσωπικών του πληροφοριών και, ταυτόχρονα, τη διασφάλιση της ελεύθερης ροής όσων πληροφοριών δεν επηρεάζουν την προσωπική του ζωή και αξιοπρέπεια. Αλλά και γενικότερα, είναι νομίζω εξαιρετικά χρήσιμο να διαγνώσουμε αν, και σε ποιο βαθμό, το δικαίωμα στην προστασία προσωπικών δεδομένων διασταυρώνεται, συγκρούεται, υποχωρεί ή υπερτερεί σε σχέση με άλλα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα. Θα μπορούσε, άραγε, σε τελική ανάλυση, το εν λόγω δικαίωμα να λειτουργήσει ως «εργαλείο» στάθμισης άλλων συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων; ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ i) Είναι η προστασία προσωπικών δεδομένων νέο δικαίωμα; Ο αναθεωρητικός νομοθέτης, έχοντας επίγνωση των κινδύνων που εγκυμονεί η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη στον τομέα της πληροφορικής, κατοχύρωσε ρητά, στη νέα συνταγματική διάταξη του άρθρου 9 Α, την προστασία του ατόμου τόσο από τη συλλογή, όσο και από την επεξεργασία και χρήση των προσωπικών του δεδομένων, ορίζοντας ότι «καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, η δε προστασία αυτή διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή που συγκροτείται και λειτουργεί όπως νόμος ορίζει». Η νέα αυτή διάταξη επιβεβαιώνει και επιστεγάζει τα βήματα που ήδη έχει κάνει η ελληνική έννομη τάξη α) με την υπογραφή και την κύρωση με το ν.2068/1992 της σχετικής σύμβασης που έχει συναφθεί ήδη από το 1981 στο επίπεδο του Συμβουλίου της Ευρώπης, β) με την εναρμόνιση προς τη σχετική κοινοτική Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και γ) ιδίως με την ψήφιση και τη θέση σε ισχύ του ν.2472/1997 8. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι στην Εισηγητική Έκθεση του ν.2472/1997 (2 παρ.3) αναφέρονται τα κάτωθι: «[ ] για τον κοινό νομοθέτη, η θέσπιση ειδικών κανόνων για τη συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού 8 Ευ. Βενιζέλος, Το Αναθεωρητικό Κεκτημένο, εκδόσεις Σάκκουλα 2002, σελ. 149.

χαρακτήρα δεν είναι απλή ευχέρεια. Ειδικά στην Ελλάδα, αυτό συνιστά υποχρέωση του νομοθέτη κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 αλλά και των 2 παρ.1, 5 παρ.1 και 19Σ, οι οποίες ανάγουν την προστασία της αξίας του ανθρώπου σε πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας, προστατεύουν την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του και διασφαλίζουν την ιδιωτική και την οικογενειακή του ζωή, καθώς και το απόρρητο των επικοινωνιών του». Με τη συγκεκριμένη αποστροφή της εισηγητικής έκθεσης επιχειρήθηκε η συνταγματική θεμελίωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, σε μια περίοδο κατά την οποία το Σύνταγμα της Ελλάδας δεν προέβλεπε, ακόμα, ρητά την προστασία του εν λόγω εννόμου αγαθού. Η αναγκαιότητα της ανεύρεσης της συνταγματικής αναφοράς της προστασίας των προσωπικών δεδομένων επιβαλλόταν από το γεγονός ότι τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται με το ν.2472/97 συνιστούσαν, αντιστοίχως, περιορισμούς ρητά προβλεπόμενων συνταγματικών δικαιωμάτων, «ανταγωνιστικών» ως προς την προστασία των προσωπικών δεδομένων, όπως η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας (5 παρ.1σ), η ελευθερία της έκφρασης (14 παρ.1σ), οι ελευθερίες της τέχνης, της επιστήμης, της έρευνας και της διδασκαλίας (16 παρ.1σ), το δικαίωμα της ιδιοκτησίας κ.α. Η συναρμογή μιας συνταγματικής «πλατφόρμας» αποτελούμενης από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ.1, 5 παρ.1, 9 και 19Σ διασφάλιζε και οργάνωνε στο μέτρο του δυνατού - ένα πλαίσιο διαμόρφωσης της ιδιωτικότητας και της αυτόνομης ανάπτυξης της προσωπικότητας, που ίσχυε τόσο έναντι της κρατικής εξουσίας όσο και έναντι των ιδιωτών. Αρωγός στην προσπάθεια αυτή έρχεται, σήμερα, να προστεθεί και η διάταξη του άρθρου 9 Α Σ., όχι απαραίτητα με διάθεση να εισφέρει κάτι νέο, αλλά προκειμένου να διασαφήσει τα όρια της επιζητούμενης προστασίας ιδίως όταν αυτή έρχεται αντιμέτωπη με τις επιταγές άλλων συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων. Άλλωστε, στην κοινοβουλευτική συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, τονίστηκε από τον εισηγητή της πλειοψηφίας ότι «το

Σύνταγμα περιέλαβε τη ρητή πλέον προστασία των προσωπικών δεδομένων» 9. Η αποστροφή αυτή του προφορικού λόγου είναι δηλωτική της παραδοχής ότι η νέα συνταγματική διάταξη δεν δημιουργούσε, αλλά τυποποιούσε ένα δικαίωμα, η ύπαρξη του οποίου κατ ουσία δεν είχε αμφισβητηθεί, τουλάχιστον σοβαρά, κατά την τελευταία δεκαετία. Δεν θα ήταν άτοπο να υποστηρίξουμε ότι το πρόβλημα και το αίτημα της προστασίας προσωπικών δεδομένων δεν εντοπίστηκε στην έλλειψη συνταγματικού ερείσματος 10. Οι ανωτέρω διαπιστώσεις μας οδηγούν εύλογα στο συμπέρασμα ότι η συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος προστασίας των προσωπικών δεδομένων δηλώνει αφενός την επιθυμία προσαρμογής και την ανάγκη αντίδρασης της έννομης τάξης στις ραγδαίες εξελίξεις της οικονομικής ανάπτυξης και της τεχνολογίας, και αφετέρου στοχεύει στην πληρέστερη και αποτελεσματικότερη προστασία του ατόμου από τη συλλογή και επεξεργασία των προσωπικών του δεδομένων, χωρίς ωστόσο να γεννά νέο δικαίωμα. Πράγματι, η ηλεκτρονική επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων δεν δημιούργησε κανένα νέο δικαίωμα 11. Νέας μορφής προσβολές για την ακρίβεια προσβολές με νέα μέσα - προκάλεσε, που έχουν απρόβλεπτες και επικίνδυνες προεκτάσεις 12, και, ως εκ τούτου, χρήζουν αυξημένης προστασίας. ii) Η αναγκαιότητα και η σημασία της ένταξης του δικαιώματος προστασίας των προσωπικών δεδομένων στο αναθεωρημένο Σύνταγμα Ενόψει των ανωτέρω παρατηρήσεων θα ήταν πολύ φυσικό να αναρωτηθεί κανείς για την αναγκαιότητα ή μη της ένταξης μιας ιδιαίτερης διάταξης στο Σύνταγμα, τη στιγμή μάλιστα που μ αυτήν δεν γεννάται νέο δικαίωμα. Η ένταξη μιας ιδιαίτερης διάταξης στο Σύνταγμα δεν πρέπει, καταρχήν, να υπερτιμάται: και αυτό γιατί, όπως και εάν διατυπωθεί, μια 9 Βλ. πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων (Ολ.) Συνεδ. ΣΤ, 24.01.2001, σελ. 4068. 10 Λ. Μήτρου, Προστασία Προσωπικών Δεδομένων: Ένα νέο δικαίωμα;, σε Το Νέο Σύνταγμα, πρακτικά Συνεδρίου για το αναθεωρημένο Σύνταγμα του 1975/86/2001, Επιμ. Τσάτσος / Βενιζέλος / Κοντιάδης, εκδόσεις Σάκκουλα 2001, σελ. 84-85. 11 Απ. Γέροντας, Η προστασία του πολίτη από την ηλεκτρονική επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, εκδόσεις Σάκκουλα 2002, σελ. 99. 12 Κ. Σ. Άνθιμου, Το δικαίωμα πληροφοριακού αυτοκαθορισμού του ατόμου ως έκφανση του δικαιώματος επί της προσωπικότητας, ΚριτΕ 1/1998, σελ.155 επ.

συνταγματική ρύθμιση δεν μπορεί να υποκαταστήσει ενδεχόμενη έλλειψη σαφών και συγκεκριμένων επιταγών και απαγορεύσεων του κοινού νόμου ως προς την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι το άρθρο 9 Α Σ. περιέχει ως εξαγγελία την προστασία των προσωπικών δεδομένων χωρίς να διευκρινίζει το περιεχόμενό της, επιδιώκοντας έτσι να παραπέμψει ευθέως στην προϋπάρχουσα κοινή νομοθεσία ως προς την ερμηνεία της. Το ίδιο λανθασμένη θα ήταν, ωστόσο, η θεώρηση της εν λόγω διάταξης ως περιττής συνταγματικής ρητορικής. Η σημασία της δεν έγκειται μόνο στην εφεξής δέσμευση του κοινού νομοθέτη για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Η δέσμευση αυτή ήταν, σε τελευταία ανάλυση, θεσμικά δεδομένη λόγω των προϋφιστάμενων επιταγών της κοινοτικής νομοθεσίας (Οδηγία 95/46/ΕΚ, Οδηγία 97/66/ΕΚ 13, αλλά και το ά. 286 Συνθ.ΕΕ) και των δεσμεύσεων της χώρας μας από την κύρωση της σχετικής Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η δέσμευση του κοινού νομοθέτη ήταν επίσης πολιτικά και ιστορικά προσδιορισμένη λόγω της ύπαρξης νομοθεσίας, από την οποία δύσκολα θα μπορούσε να αποστεί καθολικά. Η εν λόγω συνταγματική κατοχύρωση έχει, καταρχήν, ένα συμβολικό βάρος και ρόλο: τόσο επειδή ανάγει την προστασία προσωπικών δεδομένων σε αυτοτελές δικαίωμα, όσο και επειδή τεκμηριώνει την προσαρμογή και την αντίδραση της έννομης τάξης στις ραγδαίες μεταβολές που προκαλεί στο κοινωνικό γίγνεσθαι η εξέλιξη της τεχνολογίας 14. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει, ωστόσο, ότι το δικαίωμα προστασίας προσωπικών δεδομένων εντάσσεται, ορθά ή όχι, στα νέα δικαιώματα που προέκυψαν από τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, κοινό χαρακτηριστικό των οποίων είναι η μέριμνα για τη διαφύλαξη της προσωπικής αυτονομίας και τη θωράκιση του ήδη γνωστού χώρου αυτοκαθορισμού σε συνθήκες οικονομικής 13 Ως προς τη δεσμευτικότητα της Οδηγίας για την προστασία των προσωπικών δεδομένων βλ. Γ. Λουκέρη, ό.π, σελ. 552 επ. 14 Π. Δόνου, Η συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος προστασίας του πολίτη από την επεξεργασία των προσωπικών του δεδομένων και της αντίστοιχης ανεξάρτητης αρχής, σε Γ. Παπαδημητρίου (επιμ.) Αναθεώρηση του Συντάγματος και εκσυγχρονισμός των θεσμών, Αθήνα Κομοτηνή 2000, σελ.107.

ανάπτυξης και αξιοποίησης της τεχνολογίας. Κατά τούτο το άρθρο 9 Α Σ. υπερβαίνει το συμβολικό του ρόλο. Η ειδική συνταγματική διάταξη διαδηλώνει και ταυτόχρονα κατοχυρώνει με τον καλύτερο και πληρέστερο τρόπο την ιδιαίτερη αξία του δικαιώματος, δηλαδή τη σημασία που έχει η περιοριστική και περιορισμένη από τα δικαιώματα του προσώπου χρήση των προσωπικών δεδομένων για τις προϋποθέσεις ανάπτυξης και αυτόνομης δράσης ενός προσώπου μέσα σε μια κοινωνία, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη 15. iii) Αμυντικός χαρακτήρας του δικαιώματος Η αναζήτηση συνταγματικής θεμελίωσης της προστασίας προσωπικών δεδομένων στο απαραβίαστο του ιδιωτικού χώρου κατά την περίοδο που εξέλιπε η ρητή κατοχύρωσή του από τον καταστατικό χάρτη οδήγησε σχεδόν σε, μία καταρχήν, ταύτιση του δικαιώματος προστασίας δεδομένων με το δικαίωμα στον ιδιωτικό βίο. Η θεωρία κατέδειξε, όμως, την ετερότητα των δικαιωμάτων, γεγονός που συντέλεσε και στην αναγνώριση της ανάγκης για ρητή κατοχύρωση της προστασίας προσωπικών δεδομένων στα συνταγματικά κείμενα. Η αρτιότερη διατύπωση για τη διάκριση ανάμεσα σε προστασία της ιδιωτικότητας και προστασία προσωπικών δεδομένων προέρχεται από έγγραφο του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων: «Η προστασία δεδομένων είναι όρος ευρύτερος από την προστασία της ιδιωτικότητας, με την έννοια ότι αναφέρεται σε όλα τα συνταγματικά δικαιώματα και ελευθερίες του ατόμου και ταυτόχρονα ειδικότερος με την έννοια ότι αναφέρεται μόνο στην επεξεργασία προσωπικών δεδομένων» 16. Άλλωστε, η θεμελίωση της προστασίας προσωπικών δεδομένων στο απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής θα ήταν εξαιρετικά προβληματική, ακριβώς λόγω του απόλυτου χαρακτήρα αυτού του δικαιώματος που δεν παρέχει επαρκείς συνταγματικά κατευθύνσεις για το πεδίο εφαρμογής της προστασίας 15 Λ. Μήτρου, ό.π., σελ. 88-91. 16 European Data Protection Supervisor, Public Access to documents and data protection, Background Paper Series, July 2005.

προσωπικών δεδομένων. Η διάκριση ανάμεσα σε ιδιωτικό και δημόσιο βίο εξάλλου, θα εκτόπιζε την προστασία μόνο στη σφαίρα της ιδιωτικότητας 17. Ακόμη και η διάκριση των προσωπικών δεδομένων σε κοινά και ευαίσθητα, με την αυξημένη νομική προστασία που προβλέπεται για τα τελευταία, δεν μπορεί να θεμελιωθεί επαρκώς στο δίπολο ιδιωτική δημόσια σφαίρα, καθόσον η ευαισθησία ενός δεδομένου δεν εξαρτάται a priori από το περιβάλλον παραγωγής του. Τόσο ο ιδιωτικός, όσο και ο δημόσιος βίος του ατόμου αποτελούν «βιότοπους» πληροφοριών, η επεξεργασία των οποίων μπορεί να αποβεί από ασήμαντη έως άκρως απειλητική για την ανθρώπινη αξία. Έτσι η κανονιστική αυτονόμηση της προστασίας προσωπικών δεδομένων και η διαμόρφωσή της ως ιδιαίτερου συνταγματικού δικαιώματος αποδέσμευσε τελειωτικά την συνταγματική προστασία των προσωπικών δεδομένων από την αναζήτηση του περιεχομένου του ιδιωτικού βίου 18. Ωστόσο, αποτελεί νομίζουμε γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι η αρίθμηση της νέας διάταξης και η γειτνίασή της με το άρθρο 9Σ. υποδηλώνουν μια καταρχήν προσέγγιση του «νέου» δικαιώματος ως αμυντικού δικαιώματος, ως προστατευτικού κελύφους έναντι των απειλών που προκύπτουν από τη λειτουργία της Κοινωνίας της Πληροφορίας 19. Η 17 Κατά τον Κ. Μαυριά, Το συνταγματικό δικαίωμα του ιδιωτικού βίου, 1982, σελ.53 επ. και 153επ. η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων δεν θίγει πάντοτε το δικαίωμα του ιδιωτικού βίου, ο ακριβής εννοιολογικός προσδιορισμός του οποίου δεν είναι εφικτός, αλλά είναι δυνατόν να προσβάλλει και άλλα ατομικά δικαιώματα, τα οποία απαγορεύουν in concreto τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών. 18 Β. Σωτηρόπουλος, Η Συνταγματική Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 100-102. 19 Πρόκειται για όρο που εμφανίζεται για πρώτη φορά επίσημα στη Λευκή Βίβλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ανάπτυξη, την Ανταγωνιστικότητα και την Απασχόληση του 1993. «Ο όρος αναφέρεται σε μια μορφή κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, όπου η απόκτηση, επεξεργασία, διάχυση πληροφοριών οδηγεί στη δημιουργία γνώσης και την ικανοποίηση των αναγκών ατόμων, επιχειρήσεων και κρατικών οργανισμών, παίζει δε κεντρικό ρόλο στην οικονομική και διοικητική δραστηριότητα και τη διαμόρφωση της ζωής των πολιτών», κατά την Λ. Μήτρου, Το δίκαιο στην κοινωνία της πληροφορίας, σειρά Δίκαιο και Κοινωνία στον 21 ο αιώνα, τόμος 1, Αθήνα Θεσσαλονίκη 2002, σελ.11, υπος. 1. Κατά τον Ευ. Βενιζέλο, ό.π., σελ.159, «η κοινωνία της πληροφορίας ως τεχνικός όρος αναφέρεται σ ένα τεχνολογικό πεδίο που προκύπτει μέσα από το συνδυασμό του διαδικτύου, της ραδιοτηλεόρασης και των τηλεπικοινωνιών, περικλείει δε από την ίδια την τεχνική της φύση το στοιχείο της δυναμικής εξέλιξης και της συνεχούς επεκτατικότητας. Το Σύνταγμα δεν έρχεται να φωτογραφήσει τη μέχρι στιγμής αυτή τεχνολογική εξέλιξη, αλλά υποδέχεται το

σύνδεση υπόρρητη ή όχι - της ειδικής ρύθμισης με το άσυλο της κατοικίας και την κλασική προστασία του ιδιωτικού βίου οδηγεί, καταρχήν, στην περιχαράκωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων στην αμυντική της διάσταση. Οπωσδήποτε, όμως, και όπως προηγούμενα αναφέρθηκε, στα θετικά στοιχεία της νέας διάταξης συγκαταλέγεται ότι η προστατευτική της εμβέλεια καλύπτει κάθε δεδομένο, δηλαδή κάθε πληροφορία που αφορά ένα πρόσωπο, και όχι μόνο τα «απόρρητα», και αποδεσμεύει τελειωτικά τη συνταγματική προστασία από την αναζήτηση του περιεχομένου του ιδιωτικού βίου 20. Η αμυντική διάσταση του «νέου» δικαιώματος, που διαφαίνεται να επικυριαρχεί στην διατύπωση και την τοπογραφία της νέας συνταγματικής διάταξης, δεν πρέπει να ταυτίζεται ωστόσο με τη θεώρηση της προστασίας προσωπικών δεδομένων ως «ιδιωτικής υπόθεσης», της οποίας η παραβίαση έχει συνέπειες μόνο για τον ενδιαφερόμενο ως ένα δικαίωμα, σε τελευταία ανάλυση, διαπραγματεύσιμο, από το οποίο μπορεί να παραιτηθεί κάποιος 21. Πρόκειται, αναμφίβολα, για δικαίωμα αμυντικό, έχει αρνητικό περιεχόμενο και στρέφεται κατά του κράτους, αξιώνοντας από αυτό όχι μόνο να απέχει από πράξεις προσβολής ικανές να θίξουν τη δυνατότητα του ατόμου να ελέγχει τη σφαίρα οικειότητάς του 22, αλλά και επιφορτίζοντάς το με το έργο της προστασίας και της διασφάλισης των όρων άσκησης του δικαιώματος αυτού υπό την ιδιότητά του ως εγγυητή των ατομικών ελευθεριών στα πλαίσια του κράτους δικαίου. Με άλλες λέξεις, αποτελεί αρνητική ελευθερία, καθώς διαμορφώνει ένα πεδίο εντός του οποίου ένα υποκείμενο μπορεί ή θα πρέπει να μπορεί να κάνει ή να είναι ό,τι είναι φαινόμενο αυτό στη συνεχή του ροή. Η κοινωνία της πληροφορίας νοείται, συνεπώς, με το ευρύτερο, διαρκώς ανανεούμενο και εξελισσόμενο περιεχόμενό της, όπως αυτό προσδιορίζεται κάθε φορά από τη σχετική τεχνολογία αιχμής». 20 Λ. Μήτρου, ό.π., σελ. 94. 21 Βλ. απόφαση 92/2001 της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για την υπόθεση «Big Brother», η οποία δεν αποδέχεται την απαλλοτρίωση των συνταγματικά προστατευόμενων αγαθών έναντι χρηματικού τιμήματος. 22 Β. Βουτσάκης, Το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή: Υποκειμενικές και αντικειμενικές πτυχές, σε: Νέες Τεχνολογίες και Συνταγματικά Δικαιώματα, επιμέλεια Γ. Παπαδημητρίου, εκδόσεις Σάκκουλα 2004, σελ. 87 επ.

ικανό να κάνει ή να είναι, δίχως καταναγκασμούς και αυθαίρετες ή παράνομες επεμβάσεις άλλων 23. Επιδίωξη του αναθεωρητικού νομοθέτη, με τη γενική διατύπωση του άρθρου 9 Α Σ., ήταν τελικά - η διεύρυνση της κανονιστικής εμβέλειας της συνταγματικής διάταξης προστασίας του ιδιωτικού βίου και η θέσπιση της υποχρέωσης του κοινού νομοθέτη να παρακολουθεί τις εξελίξεις, ώστε να είναι εφικτή η λήψη πρόσθετων μέτρων για την αποτελεσματικότερη προστασία του εν λόγω δικαιώματος. Ο κοινός νομοθέτης δεσμεύεται πλέον όσον αφορά το επίπεδο προστασίας, το οποίο δεν μπορεί παρά να είναι υψηλό 24. iv) Επαναπροσδιορισμός της εμβέλειας του δικαιώματος προστασίας προσωπικών δεδομένων Ωστόσο, πριν σπεύσει κάποιος να δεχθεί τη φύση της νέας διάταξης ως αμιγούς ατομικού δικαιώματος, θα πρέπει να λάβει υπόψη του την λειτουργική ένταξή του δικαιώματος στο ευρύτερο σύστημα αρχών και δικαιωμάτων του Συντάγματος, αλλά και την ιστορική γενεολογία του σε συνάρτηση με τον, συνήθως, εύθραυστο χαρακτήρα των δημοκρατικών κοινωνιών. Και αυτό γιατί η προστασία των προσωπικών δεδομένων παραπέμπει ιστορικά στην προστασία από το «φακέλωμα». Δεν είναι τυχαίο ότι η ιστορική εμπειρία έχει μετουσιώσει σε κοινή συνείδηση ότι η παραβίαση των δικαιωμάτων που συνδέονται με την προστασία των προσωπικών δεδομένων έχει ριζικές και ουσιαστικές επιπτώσεις στην ίδια την ουσία και τη λειτουργία της δημοκρατίας 25. Είναι, νομίζουμε, εξαιρετικά κρίσιμο να συναναγνώσουμε στο σημείο αυτό και τη διατύπωση του άρθρου 5 Α Σ., στη δεύτερη παράγραφο του οποίου αναφέρεται ότι: «Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους, αποτελεί 23 Isaiah Berlin, Τέσσερα δοκίμια περί ελευθερίας, εκδόσεις Scripta 2001, σελ. 257 επ. 24 Ιωάννης Δ. Ιγγλεζάκης, ό.π., εκδόσεις Σάκκουλα 2004, σελ.60 25 Λ. Μήτρου, ό.π., σελ.96.

υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των εγγυήσεων των άρθρων 9, 9 Α και 19Σ». Παρατηρείται ότι, από την άποψη της συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας, το περιεχόμενο του άρθρου 9 Α Σ. χαρακτηρίζεται ως «εγγύηση» ακριβώς επειδή η προστασία προσωπικών δεδομένων ενέχει το χαρακτήρα νομικού όρου, η πλήρωση του οποίου θεμελιώνει την επιτρεπτή άσκηση της πληροφοριακής ελευθερίας. Όμοιος χαρακτήρας εγγύησης προσδίδεται στην προστασία δεδομένων και από το 19 παρ.3σ (παράνομα αποκτηθέντα αποδεικτικά μέσα). Στο ίδιο το κείμενο του 9 Α Σ, ωστόσο, η προστασία παρουσιάζεται ως δικαίωμα και μάλιστα ατομικό («καθένας»). Η προσθήκη της προστασίας προσωπικών δεδομένων σ αυτά τα τρία σημεία του συνταγματικού κειμένου και η ρητή αναφορά της από το Σύνταγμα ως εγγύησης και δικαιώματος, επιβεβαιώνουν το διττό ρόλο που αποδίδεται σ αυτό το νομικό σύστημα 26. Στο βαθμό που η νέα συνταγματική διάταξη λειτουργεί ως «διαδικασία» καλούμενη να διαρρυθμίσει ένα σύνολο έννομων σχέσεων - όπου συντήκονται σε οργανική ενότητα η πληροφοριακή ελευθερία, η προστασία της προσωπικότητας και η προστασία του ιδιωτικού βίου με στόχο τη διαλεκτική σύνδεση και την εύρυθμη συνύπαρξή τους, δεν μπορεί παρά να εκλαμβάνεται και ως θεσμική εγγύηση. Η συνύπαρξη δικαιώματος και θεσμικής εγγύησης στην ίδια συνταγματική διάταξη δεν θα πρέπει, άλλωστε, να μας ξενίζει. Και αυτό γιατί οι θεσμικές εγγυήσεις δεν διαθέτουν αυτοτέλεια σε σχέση με τα ατομικά δικαιώματα, αλλά απλώς αποτελούν την αντικειμενική έκφανσή τους 27. 26 Β. Σωτηρόπουλος, ό.π., σελ. 54. 27 Ιφ. Καμτσίδου, Η επιφύλαξη υπέρ του νόμου ως περιορισμός εγγύηση και διάμεσος των ελευθεριών, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2001, σελ.156.

Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΙΔΙΩΤΩΝ Το ζήτημα της ενέργειας των συνταγματικών δικαιωμάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις αποτέλεσε από μακρού αντικείμενο της νομικής επιστήμης. Η παραδοσιακή θεωρία, στηριζόμενη στη διαδικαστική θεώρηση της έννομης τάξης, ενέτασσε τα ατομικά δικαιώματα στο χώρο του δημοσίου δικαίου και προσέδιδε σ αυτά μια αποκλειστικά αντικρατική κατεύθυνση. Δεν άργησε όμως να φανεί ότι η αντίληψη αυτή, που έβρισκε λογικό έρεισμα στις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν, δεν κατοχύρωνε τα θεμελιώδη δικαιώματα διότι εμφανίζονταν και ιδιωτικοί χώροι, όπου η προστασία των δικαιωμάτων ήταν αμφίβολη. Με αφετηρία τις εργασιακές σχέσεις και τη θεωρία της άμεσης τριτενέργειας του Γερμανού Nipperdey, η επιστήμη δέχθηκε ότι τα ατομικά δικαιώματα δεν ισχύουν μόνο έναντι του κράτους, αλλά διέπουν και τις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών, είτε κατά άμεσο τρόπο, ισχύοντας σε όλο τους το περιεχόμενο erga omnes (θεωρία της άμεσης τριτενέργειας), είτε κατά έμμεσο, επηρεάζοντας τις ιδιωτικές σχέσεις μέσω των αόριστων εννοιών και των γενικών ρητρών του ιδιωτικού δικαίου (θεωρία της έμμεσης τριτενέργειας) 28. Η σύγχρονη πλέον επιστήμη του συνταγματικού δικαίου δεν αμφισβητεί την οριζόντια ενέργεια των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Με την αναθεώρηση του 2001 συμπεριλήφθη στο άρθρο 25Σ. διάταξη στην παρ.1γ σύμφωνα με την οποία «τα δικαιώματα αυτά του ανθρώπου (ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου) ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν». Έγινε έτσι δεκτή, με ρητά διατυπωμένο συνταγματικό κανόνα, η διαπροσωπική ενέργεια των συνταγματικών δικαιωμάτων, που πολλοί 28 Τζούλια Ηλιοπούλου, Η τριτενέργεια των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του Συντάγματος 1975, Αθήνα Κομοτηνη 1990.

συγγραφείς δέχονταν ως αυτονόητη και πριν υπάρξει η συνταγματική κατοχύρωσή της 29. Η ρητή καθιέρωση της αρχής της τριτενέργειας μαρτυρεί ότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης υιοθετεί πλέον μια αντίληψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων ως «αντικειμενικών κανόνων» και ως «αξιολογικών αποφάσεων» που ισχύουν σε όλες τις περιοχές του δικαίου. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται και από την καθιέρωση, στο άρθρο 25 παρ.1εδ.β Σ, της νέας υποχρέωσης όλων των οργάνων του κράτους να διασφαλίζουν την αποτελεσματική άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων 30. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η μεταβολή αυτή της συνταγματικής ύλης αντικατοπτρίζει τελικά τη μεταβολή της έννομης τάξης που επήλθε στις σύγχρονες κοινωνίες και που χαρακτηρίζεται από τον «εξανθρωπισμό» του δικαίου και την ενότητα του δημοσίου με το ιδιωτικό δίκαιο. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την προστασία προσωπικών δεδομένων προβάλλει ως επιτακτικό αίτημα η εξασφάλιση της, όχι μόνο έναντι της κρατικής εξουσίας, αλλά και έναντι των ιδιωτών. Η εξέλιξη και διάδοση των νέων τεχνολογιών επεξεργασίας συνιστά μια παραδειγματική περίπτωση δημιουργίας ενός πλέγματος ιδιωτικών εξουσιών που προσβάλλει άμεσα τα ατομικά δικαιώματα και εμπεριέχει, ως συστατικό στοιχείο, τον κίνδυνο της χειραγώγησης της συμπεριφοράς των ατόμων αλλά και του κοινωνικού στιγματισμού και της απομόνωσης. Αρκεί η αναφορά στην επεξεργασία δεδομένων των εργαζομένων από τους εργοδότες, των ασφαλισμένων από τις ασφαλιστικές εταιρίες, των καταναλωτών από τις εταιρίες διαφήμισης και έρευνας αγοράς 31. Η στροφή σε νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις, η συγκέντρωση και διαπλοκή οικονομικών τομέων στο πεδίο της τεχνολογίας και της πληροφόρησης δημιουργούν νέες πτυχές διακινδύνευσης για τα δικαιώματα. 29 Α. Δημητρόπουλος, Ζητήματα Συνταγματικού Δικαίου, Απρίλιος 1997. 30 Χ. Ανθόπουλος, Όψεις της συνταγματικής δημοκρατίας στο παράδειγμα του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγματος, σε Το Νέο Σύνταγμα Πρακτικά Συνεδρίου για το αναθεωρημένο Σύνταγμα 1975/86/2001, επιμ. Τσάτσος / Βενιζέλος / Κοντιάδης, εκδόσεις Σάκκουλα 2001, σελ.166. 31 Λ. Μήτρου, Η προστασία του απορρήτου και προστασία των προσωπικών δεδομένων, στο συλλογικό έργο: Αποκρατικοποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων και προστασία των καταναλωτών, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 151 επ.

Οι προσωπικές πληροφορίες μετατρέπονται σταδιακά, αλλά αναπόφευκτα, από μέσο για την επίτευξη ορισμένων σκοπών σε ένα σταδιακά αυτονομούμενο πληροφοριακό κεφάλαιο 32. Η νέα διατύπωση του άρθρου 25 παρ.1 εδ.γ Σ αίρει κάθε ενδεχόμενη αμφισβήτηση για την εφαρμογή του εν λόγω δικαιώματος και έναντι των ιδιωτών: Η συνταγματική επιταγή αφορά και την προστασία έναντι της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων που πραγματοποιείται από ιδιώτες, καθώς προσιδιάζει και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών. Μάλιστα, το πλέον κρίσιμο είναι ότι, καθώς αυτό το δικαίωμα είναι ευάλωτο σε προσβολές από τους ιδιώτες, το κράτος δεν μπορεί να αρκείται στην αποχή και την αποτροπή των προσβολών αυτών από τα όργανά του, αλλά πρέπει να μην επιτρέπει την προσβολή του από ιδιώτες λαμβάνοντας θετικά μέτρα για το σκοπό αυτό 33. Η ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ Ο αναθεωρητικός νομοθέτης, προκειμένου να διασφαλίσει αποτελεσματικότερα την τήρηση των κανόνων προστασίας των προσωπικών δεδομένων, προέβλεψε και κατοχύρωσε στο άρθρο 9 Α εδ.β Σ. την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής, γνωστής ως «Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων». Η επιλογή αυτή του αναθεωρητικού νομοθέτη έχει ως αφετηρία: α) τη διαπίστωση ότι υπό τις δεδομένες συνθήκες εξέλιξης των νέων τεχνολογιών και επέκτασης της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, ούτε οι κλασικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί, ούτε τα μεμονωμένα άτομα είναι σε θέση να εξασφαλίζουν λυσιτελώς την προστασία των προσωπικών δεδομένων 34, και β) 32 Λ. Μήτρου, Προστασία Προσωπικών Δεδομένων: Ένα νέο δικαίωμα;, σε Το Νέο Σύνταγμα Πρακτικά Συνεδρίου για το αναθεωρημένο Σύνταγμα 1975/86/2001, επιμ. Τσάτσος / Βενιζέλος / Κοντιάδης, εκδόσεις Σάκκουλα 2001, σελ. 97. 33 A. Manesis, The Protection of Human Rights at the threshold of the 21 st century, στο Scientific and Technological Developments and Human Rights, Athens Komotini 2001, σελ.20 34 Λ. Μήτρου, Ο θεσμικός έλεγχος της προστασίας προσωπικών πληροφοριών, ΕΠΥ, Ασφάλεια Πληροφοριών, Αθήνα 1995, σελ.344 επ.

τη συνειδητή επιλογή της θεσμικής θωράκισης του «νέου» αυτού δικαιώματος 35. Η εγγύηση αυτή αποτελεί στοιχείο θεσμικής και οργανωτικής διασφάλισης της πραγμάτωσης του δικαιώματος αυτού. Ο αναθεωρητικός νομοθέτης εν προκειμένω, ενστερνίζεται συνειδητά ή κατ αποτέλεσμα την άποψη ότι το κράτος, πέρα από την τυπική διατύπωση των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, οφείλει να λαμβάνει τα απαραίτητα οργανωτικά και διαδικαστικά μέτρα για την εφαρμογή και εξασφάλισή τους, ώστε να ανταποκρίνεται στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες (και απειλές) της ανθρώπινης ελευθερίας μέσα στο σύγχρονο κράτος. Κατά τούτο η ρύθμιση του άρθρου 9 Α συνδέεται οργανικά με τη νέα «υποχρέωση» του κράτους, να διασφαλίζει την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων που εισήγαγε το αναθεωρημένο άρθρο 25 παρ.1σ 36. Περαιτέρω, η τιθέμενη στο άρθρο 9 Α εδ.β Σ επιφύλαξη υπέρ του νόμου («όπως νόμος ορίζει») παραπέμπει στον οργανωτικό νόμο 2472/1997, ο οποίος καλείται να ρυθμίσει την οργάνωση και τις αρμοδιότητες της Αρχής κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να υλοποιηθεί η αποστολή της. Σε αδρές γραμμές αξίζει να σημειωθεί ότι οι αρμοδιότητες της ανωτέρω ανεξάρτητης αρχής αφορούν περισσότερο τη σφαίρα της προληπτικής προστασίας και λιγότερο την καταστολή σε περιπτώσεις παθολογίας. Ειδικότερα, στο προληπτικό επίπεδο, οι αρχές επιλαμβάνονται της παρακολούθησης των υπεύθυνων επεξεργασίας κατά την εκτέλεση των επεξεργασιών τους, είτε ζητώντας γνωστοποιήσεις στοιχείων, είτε προβαίνοντας σε πληροφοριακούς ελέγχους σε πληροφοριακά συστήματα, είτε εκδίδοντας ειδικές άδειες για τη διενέργεια ειδικών περιπτώσεων επεξεργασιών. Στο προληπτικό επίπεδο εντάσσονται και οι ρυθμιστικές αρμοδιότητες της διενέργειας αντίστοιχων διαβουλεύσεων για γενικά και ειδικά ζητήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων καθώς και της έκδοσης 35 Κ. Χρυσόγονος, Οι ανεξάρτητες αρχές στο σχέδιο της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος, ΤοΣ 6/2000, σελ. 1175. 36 Λ. Μήτρου, Προστασία Προσωπικών Δεδομένων: Ένα νέο δικαίωμα;, σε Το Νέο Σύνταγμα, Πρακτικά Συνεδρίου για το Αναθεωρημένο Σύνταγμα, επιμέλεια Δ. Τσάτσος / Ευ. Βενιζέλος / Ξ. Κοντιάδης, εκδόσεις Σάκκουλα 2001, σελ.98-99.

οδηγιών, κανονιστικών πράξεων, συστάσεων, γνωμοδοτήσεων για τα θέματα αυτά 37. Επενεργώντας άμεσα, προληπτικά και δυνάμει διαπλαστικά (υπό την έννοια ότι μπορεί να συνδέσει την άδεια που δίνει με την επιβολή όρων και ειδικότερων προϋποθέσεων για την αποτελεσματικότερη προστασία του δικαιώματος ιδιωτικής ζωής των υποκειμένων ή τρίτων) η Αρχή έχει, καταρχήν, τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τα προβλήματα «εν τω γενάσθαι». Αν και ο προληπτικός έλεγχος φαίνεται να επικυριαρχεί στη σύλληψη και οργάνωση της Αρχής, ο κανονιστικός της ρόλος δεν μπορεί να θεωρηθεί δευτερεύων. Αντίθετα, διαθέτει ευρύτατες κανονιστικές αρμοδιότητες. Η Αρχή εκδίδει οδηγίες προς το σκοπό ενιαίας εφαρμογής των ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κανονιστικές πράξεις για τη ρύθμιση ειδικών, τεχνικών και λεπτομερειακών θεμάτων 38. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η κυρωτική αρμοδιότητα των αρχών, καθώς και η υποχρέωση συνεργασίας των αρχών με τη δικαιοσύνη, σε περίπτωση που πιθανολογείται η τέλεση αδικήματος, οπότε οφείλουν να διαβιβάσουν στον αρμόδιο λειτουργό το σχετικό αποδεικτικό υλικό 39. Ως τελευταία, αλλά όχι ύστερη, πρέπει να επισημανθεί η γνωμοδοτική και συμβουλευτική λειτουργία της Αρχής. Ο νομοθέτης οργανώνει τη συνέργεια της Αρχής στην παραγωγή του δικαίου, τόσο υπό τη στενή έννοια όσο και στη μορφή του soft law, αφενός με φορείς της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας και αφετέρου με φορείς του ιδιωτικού τομέα 40. Κρίσιμη προϋπόθεση αποτελεσματικότητας της Αρχής αποτελεί ωστόσο η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της στην καθημερινή της λειτουργία, στοιχείο που προσδιορίζεται εγγύτερα στο άρθρο 101 Α Σ. δια της αναφοράς στην προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία. Η αντοχή της σε τυχόν πιέσεις της εκτελεστικής εξουσίας, έστω και αν η τελευταία επικαλείται 37 Β. Σωτηρόπουλος, ό.π. σελ. 134-135 38 Λ. Μήτρου, Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Κομοτηνή 1999, σελ. 37-38. 39 Β. Σωτηρόπουλος, ό.π. σελ. 135 40 Λ. Μήτρου, ό.π., σελ. 38.

το «δημόσιο συμφέρον», είναι όρος της ανεξαρτησίας και του κύρους της Αρχής. Και αυτό γιατί δίχως την ανεξάρτητη οργάνωση του ελέγχου οι λειτουργίες και οι αρμοδιότητες της εν λόγω ελεγκτικής Αρχής κινδυνεύουν να αποδειχθούν γράμμα κενό. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι η Αρχή βρίσκεται σε μία υβριδική κατάσταση. Είναι όργανο προστασίας των πολιτών, αλλά ταυτόχρονα και μηχανισμός διαμεσολάβησης και εξισορρόπησης συμφερόντων το οποία είναι «υποχρεωμένη» να σταθμίσει και, εν συνεχεία, να εκφράσει το αποτέλεσμα της στάθμισης αυτής. Στη διαδικασία αυτή δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς ότι η Αρχή θα λαμβάνει υπόψη εκτός από την παράμετρο της προστασίας προσωπικών δεδομένων και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του πολίτη και τις οικονομικές, πολιτικές και διοικητικές συνθήκες και ανάγκες, ήτοι το «ευρύτερο δημόσιο συμφέρον». Η πολιτική των συμβιβασμών και του «ελάχιστου κοινού παρονομαστή» δεν θα πρέπει, ωστόσο, να εκλαμβάνεται ως απόκλιση από το σκοπό της Αρχής, αλλά ως η λογική συνέπεια των αρμοδιοτήτων της 41. Το ζητούμενο είναι, νομίζουμε, να βασίζεται η δράση της Αρχής σε έναν διαρκή και αμφίδρομο διάλογο με τους ελεγχόμενους και την Πολιτεία με σκοπό την ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και ενεργοποίηση της κοινής γνώμης. Εν κατακλείδι, η Αρχή πρέπει να στέκεται με συνέπεια, εγρήγορση και αυτοκριτική διάθεση απέναντι στο έργο που έχει αναλάβει, να εντοπίζει τις αδυναμίες και τα όριά της και να τα ομολογεί. Μόνο έτσι μπορεί να καταστεί θεμέλιο του ελληνικού συστήματος επί του οποίου δομείται το σύστημα ελέγχου και ο μηχανισμός της εφαρμογής της τήρησης και της εξέλιξης των νομικών ρυθμίσεων που αφορούν στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. 41 Λ. Μήτρου, ό.π., σελ. 44-45

Η ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ Η ΕΥΧΕΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΟΜΟΘΕΤΗ Στη διαπίστωση ότι το άρθρο 9 Α Σ. πέρα και πάνω από ατομικό, αμυντικό δικαίωμα οράται ως θεσμική εγγύηση, ήτοι ως κανόνας που, μαζί με την προσωπική κατάσταση των δικαιωματούχων, οριοθετεί και εγγυάται ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων ιδιαίτερα σημαντικό για τη λειτουργία του κράτους, μας οδηγεί και η αποτυπωμένη στο κείμενο της συνταγματικής διάταξης επιφύλαξη υπέρ του νόμου 42 («όπως νόμος ορίζει» - 9 Α εδ.α Σ.). Και αυτό γιατί η ύπαρξή της υπενθυμίζει την υποχρέωση αρχικά του νομοθέτη και εν συνεχεία του δικαστή να συμβάλλουν στην εφαρμογή του περιεχομένου του σχετικού συνταγματικού κανόνα. Με την ανωτέρω επιφύλαξη θεσπίζεται μια επιταγή, θα μπορούσαμε να πούμε μια «δέσμια αρμοδιότητα» του νομοθέτη να νομοθετεί, ώστε να διαφυλαχθεί η απρόσκοπτη άσκηση του δικαιώματος προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Τέτοια προστασία δεν νοείται χωρίς την ύπαρξη ενός πλήρους, γενικού και καθολικά εφαρμοζόμενου νομοθετήματος, το οποίο να κατοχυρώνει με ασφάλεια δικαίου και αποτελεσματικότητα τους όρους, τις εγγυήσεις, το θεσμικό έλεγχο, τις προϋποθέσεις και τα επιμέρους δικαιώματα που συνεπάγεται η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Το επαρκές επίπεδο προστασίας δεν μπορεί να επιτευχθεί ούτε με τη θέσπιση μεμονωμένων και περιπτωσιακών νομοθετημάτων, αλλά τελικά ούτε με την ύπαρξη μιας συνταγματικής διάταξης διακηρυκτικού τύπου, χωρίς της ειδική νομοθεσία που θα συστοιχείται μ αυτήν. Σε αντίθετη περίπτωση η συνταγματική διάταξη θα καθίστατο κυριολεκτικά διακήρυξη, δηλαδή «ευχή» του συνταγματικού που δεν εισακούσθηκε από τον κοινό νομοθέτη 43. 42 Στην ελληνική συνταγματική θεωρία η επιφύλαξη υπέρ του νόμου ορίζεται ως «η ρητή εξουσιοδότηση του κοινού νομοθέτη από το Σύνταγμα να θεσπίσει περιορισμούς στο θεμελιώδες δικαίωμα», βλ. Ιφ. Καμτσίδου, ό.π., σελ. 134-135 και Δ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο Γ Τα θεμελιώδη δικαιώματα, Α. Σάκκουλα 1988, σελ. 240. 43 Β. Σωτηρόπουλος, ό.π., σελ. 81-82

Ειδικότερα, στη χώρα μας κορμός προστασίας των προσωπικών δεδομένων είναι το δίχως άλλο ο νόμος 2472/1997. Ο νόμος αυτός μετά τη θέση σε ισχύ του αναθεωρημένου Συντάγματος και τη νέας διάταξη του άρθρου 9 Α, αποτελεί εκτελεστικό του Συντάγματος νόμο, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία, καθ όσον ενδεχόμενη κατάργηση ή ελάττωση της προστασίας που παρέχεται ήδη από την κοινή νομοθεσία θα αντέβαινε στο άρθρο 2 παρ.1σ και θα ήταν ανίσχυρη ως αντισυνταγματική 44. Όπως ορθά επισημαίνεται, με το ν.2472/97 θεσμοθετείται ένα σαφές κανονιστικό πλαίσιο προστασίας των προσωπικών δεδομένων, το οποίο περιέχει κανόνες ουσιαστικούς, οργανωτικούς, διαδικαστικούς και κυρωτικούς και προβλέπει, μεταξύ άλλων, και τους ορισμούς των συνταγματικών εννοιών, έτσι ώστε να προσδιοριστεί με σαφήνεια και με όρους ασφάλειας δικαίου η πρωτογενής κανονιστική ύλη. Οι κανόνες αυτοί συνιστούν ένα συνδυασμό μέσων προστασίας, ο οποίος διαρθρώνεται στους ακόλουθους τέσσερις άξονες: α) η θέσπιση των προϋποθέσεων θεμιτής και νόμιμης επεξεργασίας, β) τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, γ) η σύσταση της Αρχής Προστασίας ως κεντρικού οργάνου ελέγχου της εφαρμογής του νόμου και δ) η πρόβλεψη κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεων 45. Στόχος τους είναι η οριοθέτηση της συνταγματικά ανεκτής επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, κατ αυτόν τον τρόπο, η ρύθμιση της ροής και της κατανομής των πληροφοριών στο πλαίσιο του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας 46. Υπό την παραπάνω περιγραφόμενη έννοια, ο κοινός νόμος έχει τη θεσμική αποστολή να εξειδικεύσει την προστασία προσωπικών δεδομένων, να διαρρυθμίσει τους όρους απόλαυσής της και να οργανώσει την αποτελεσματική εφαρμογή της. Για το σκοπό αυτό καθορίζει ποιες εκφάνσεις ή εκδηλώσεις επεξεργασίας μπορεί να είναι επιζήμιες προς άλληλες και τις 44 Βλ. και Κ. Χρυσόγονο, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, Αθήνα Κομοτηνή 2002, σελ. 199, όπου όταν το Σύνταγμα προβλέπει μια θεσμική εγγύηση, την αναλυτική διαμόρφωση της οποίας αναθέτει στον κοινό νομοθέτη, εφόσον ο τελευταίος ανταποκριθεί σ αυτή τη συνταγματική επιταγή, δημιουργείται ένα θεσμικό κεκτημένο. 45 Μιχ. Κ. Αυγουστιανάκης, ό.π., ΔτΑ 11/2001, σελ. 692. 46 Ι. Ιγγλεζάκης, ό.π., εκδόσεις Σάκκουλα 2004, σελ. 48.

απαγορεύει ή τις περιορίζει ώστε να επιτυγχάνεται μια, κατά το δυνατόν, ισορροπημένη εξυπηρέτηση των ελευθεριών και δικαιωμάτων που συναντώνται. Λειτουργεί, έτσι, ως σταθερός γνώμονας χρησιμοποιούμενος από το δικαστή σε περιπτώσεις σταθμίσεων ανάμεσα στις συγκρουόμενες συνταγματικές ελευθερίες. Επομένως, όταν ο δικαστής καλείται να διατητεύσει τις αντιθέσεις ανάμεσα σε συνταγματικές ελευθερίες και δικαιώματα ή ανάμεσα σε ελευθερίες και συνταγματικές αρχές, οφείλει να αναχθεί και στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο που θα «διαμεσολαβήσει» ανάμεσα στο Σύνταγμα και την κοινωνική πραγματικότητα και θα διευκολύνει την υπαγωγή της δεύτερης στο πρώτο 47. Με βάση τα ανωτέρω αναφερόμενα, η νέα συνταγματική διάταξη του 9 Α αποτελεί, αναμφισβήτητα, το συνταγματικό θεμέλιο στην ανάγκη νομοθετικής, καταρχήν, και δικαστικής κατοχύρωσης της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Επειδή, όμως, η συνταγματική ρύθμιση χαρακτηρίζεται από ρευστότητα λόγω, ακριβώς, της ελλειπτικής διατύπωσής της απαιτείται η καθιέρωση αφενός ενός νομοθετικού μέτρου και αφετέρου η δικαστική εκείνη στάθμιση που θα οδηγήσει σε σχετικά ασφαλή και δικαιοκρατικά συμπεράσματα 48, ώστε να επιτευχθεί η επίλυση της εκάστοτε διαφοράς και να διαφυλαχθεί η ομαλή και ισορροπημένη συνύπαρξη των δικαιωματούχων 49. Κατ αυτό τον τρόπο, λοιπόν, η εν λόγω συνταγματική διάταξη υπερβαίνει μάλλον τον ατομοκεντρικό χαρακτήρα ενός υποκειμενικού δικαιώματος και αποτελεί ταυτόχρονα θεσμική εγγύηση και στοιχείο θέσμισης της πολιτικής εξουσίας. 47 Ιφ. Καμτσίδου, ό.π., σελ.284. 48 Βλ. σχετ. Julien Bonnet, Chronique de jurisprudence constitutionnelle deuxieme semestre 2004 (suite), Revue Administrative 2005, σελ. 350-358. 49 Ιφ. Καμτσίδου, ό.π., σελ.73.

ΤΑ ΑΝΤΙΤΙΘΕΜΕΝΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ, Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΜΕ ΓΝΩΜΟΝΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Στο σύγχρονο δικαιϊκό περιβάλλον τα συνταγματικά δικαιώματα δεν αντιμετωπίζονται όπως είδαμε μόνο ως έννομες υποκειμενικές αξιώσεις, αλλά παράλληλα και ως θεμελιώδεις αρχές της καθόλου έννομης τάξης χρησιμεύοντας ως κριτήρια ή γνώμονες αξιολόγησης πράξεων και συμπεριφορών και στάθμισης διακυβευόμενων αγαθών και εννόμων συμφερόντων 50. Το ζητούμενο, εν προκειμένω, είναι αν το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων όπως αυτό κατοχυρώνεται σήμερα στην διάταξη του άρθρου 9 Α Σ μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο στάθμισης συνταγματικών δικαιωμάτων και αν ναι, με ποιους τρόπους, με ποιες συνέπειες και ποια αποτελέσματα. Μια τέτοια θεώρηση του εν λόγω δικαιώματος προϋποθέτει την εξακρίβωση των αντικρουόμενων δικαιωμάτων και συμφερόντων και τον έλεγχο των σκοπών και αποτελεσμάτων συγκεκριμένων βιοτικών καταστάσεων και σχέσεων, βάσει θεμελιωδών δικαιϊκών αρχών και ηθικοπολιτικών αξιωμάτων 51. i) Το πρόβλημα της σύγκρουσης των δικαιωμάτων Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι η συγκεκριμένη ανθρώπινη δραστηριότητα δεν ανταποκρίνεται ούτε πάντα, αλλά ούτε κατά κανόνα στους τύπους της δραστηριότητας που προβλέπουν οι αφηρημένοι κανόνες δικαίου, καθότι προσδιοριζόμενη από την ποικιλία των συνθηκών της κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής αναπτύσσει κάθε φορά τη δική της μοναδικότητα. Γι αυτό και η πραγμάτωση του περιεχομένου των συνταγματικών δικαιωμάτων, όπως αντανακλάται στην ατομική και συλλογική δραστηριότητα, παρουσιάζει το στοιχείο του ιδιαίτερου και του μοναδικού, ήτοι του εξατομικευμένου. Δοθέντος ότι τα συνταγματικά 50 Α. Μανιτάκης, Κράτος δικαίου και δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας Ι, εκδ. Σάκκουλα Θεσσαλονίκη 1994, σελ.175-176 51 Α. Μανιτάκης, ό.π., σελ. 183

δικαιώματα αφορούν διάφορες περιοχές της ανθρώπινης ζωής, καθίσταται αναπόφευκτο γεγονός, αφενός το φαινόμενο της επικάλυψης και αλληλεπίδρασης αυτών των περιοχών, αφετέρου η αντιμετώπιση ενός «πραγματικού» περιστατικού μέσω της υπαγωγής σε κανόνες δικαίου που κατοχυρώνουν διάφορα συνταγματικά δικαιώματα. Και αυτό γιατί οι συνταγματικές διατάξεις που διαπλέκονται ή συμπλέκονται κατά την επίλυση μιας διαφοράς είναι συνήθως περισσότερες από μία και οι λύσεις που ερμηνευτικά προκύπτουν από τη συνδυασμένη εφαρμογή τους δεν είναι απλώς πλείονες, αλλά συχνά αντιφατικές μεταξύ τους 52. Σ αυτή τη βάση ερείδεται η καθ όλα αποδεκτή άποψη ότι ο σπουδαιότερος ίσως περιορισμός των συνταγματικών δικαιωμάτων προέρχεται από την ανάγκη αμοιβαίας οριοθέτησης των βιοτικών σχέσεων που ρυθμίζουν, καθώς και της ένταξής τους στο συνολικό πλαίσιο της συνταγματικής τάξης κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συστηματική και τελολογική ενότητα του Συντάγματος 53. Με άλλα λόγια, οι συνταγματικοί κανόνες δεν βρίσκονται από τη φύση τους σε σύγκρουση αν εξεταστούν αφηρημένα, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα βιοτικά περιστατικά. Εκείνο που τα αναγκάζει, αφύσικα αν θέλετε, να συγκρούονται μεταξύ τους, είναι οι συγκεκριμένες κάθε φορά περιπτώσεις 54. Έτσι, πολλές φορές, καθίσταται ανέφικτη η υλοποίηση ενός δικαιώματος χωρίς αντίστοιχο περιορισμό κάποιου άλλου. Επιχειρώντας έναν ορισμό της σύγκρουσης των συνταγματικών δικαιωμάτων θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή συντρέχει στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η ταυτόχρονη άσκηση περισσότερων δικαιωμάτων, οπότε η άσκηση ενός δικαιώματος αποκλείει αναγκαστικά, ολικώς ή μερικώς, τη σύγχρονη άσκηση κάποιου άλλου. 52 Α. Μανιτάκη, Ο δικαστής υπηρέτης του νόμου ή εγγυητής των συνταγματικών δικαιωμάτων και μεσολαβητής διαφορών;, ΝοΒ 47, σελ. 177επ. (187). 53 Ο ορισμός αυτός που διατυπώθηκε από τον Regelsberger αποτελεί συγκερασμό της διδασκαλίας του Windscheid, κατά τον οποίο δικαίωμα είναι η εξουσία βούλησης που απονέμει το δίκαιο και της θεωρίας του Jering, κατά τον οποίο δικαίωμα είναι το εννόμως προστατευόμενο συμφέρον. 54 Antonio Ruggeri, Θεωρία των πηγών του Δικαίου και σταθμίσεις μεταξύ των συνταγματικών αξιών, http://tosyntagma.gr.ant-sakkoulas.gr

Ορίζοντας - όπως ανωτέρω την έννοια της σύγκρουσης των δικαιωμάτων γίνεται αισθητό το πρόβλημα της σύγκρουσης, το οποίο προκύπτει όταν η άσκηση ενός δικαιώματος από ένα ή περισσότερα μέλη της κοινωνίας έχει ως αναγκαία συνέπεια τη ματαίωση ή τον υπέρμετρο περιορισμό αντίστοιχα της άσκησης άλλου θεμελιώδους δικαιώματος άλλου ή άλλων μελών της κοινωνίας. Το πρόβλημα, λοιπόν, της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων διαφόρων φορέων συνδέεται με τον περιορισμό των συνταγματικών δικαιωμάτων. Οι περιορισμοί 55 αυτοί εκδηλώνονται οπουδήποτε εξελίσσεται μια βιοτική σχέση στην οποία παρατηρείται σύγχρονη άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων ακόμα και όταν κάτι τέτοιο δεν γίνεται ευχερώς αντιληπτό. Από την άλλη, ωστόσο, η ίδια η κατοχύρωση των ελευθεριών στο Σύνταγμα είναι αυτή που επιβάλλει και τη συνταγματική διαρρύθμιση του περιορισμού τους. Και αυτό γιατί η απόλαυση των δικαιωμάτων ισότιμα από όλους τους φορείς τους προϋποθέτει τον αναγκαίο για την εξασφάλισή της συνταγματικό περιορισμό της παρεχόμενης στον κάθε ένα προστασίας 56. Η νομολογία έρχεται να επιβεβαιώσει τις παραπάνω σκέψεις. Τα δικαστήρια, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων που επιλαμβάνονται συνταγματικών αντιδικιών, καταφεύγουν στη δυνατότητα επιβολής περιορισμών, προκειμένου να αιτιολογήσουν την κρίση τους. Η επίκληση της συνταγματικής πρόβλεψης περιορισμών στις ελευθερίες εμφανίζεται ως το κύριο στοιχείο του δικανικού συλλογισμού, και, εντέλει, ως το καθοριστικό θεμέλιο της δικανικής κρίσης. Παρακολουθώντας, λοιπόν, τη στάση των δικαστηρίων στο ζήτημα αυτό, μπορεί κανείς με σχετική ασφάλεια να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, για τη νομολογία, κάθε συνταγματική διάταξη περιλαμβάνει και έναν εν δυνάμει περιορισμό στις συνταγματικές 55 Βλ. και Ιφ. Καμτσίδου, ό.π, εκδόσεις Σάκκουλα 2001, σελ. 85, όπου «ως περιορισμοί θεωρούνται οι δεσμεύσεις ή τα όρια που τίθενται στην άσκηση μιας συνταγματικά προστατευόμενης ελευθερίας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα, έννομα αγαθά ή αξίες που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα ή το νόμο». 56 Α. Μάνεσης, Ατομικές Ελευθερίες Α, εκδόσεις Σάκκουλα 1979 Θεσσαλονίκη, σελ.63επ.

ελευθερίες, και ότι εναπόκειται στο δικαστή να επιλέξει την εφαρμοστέα κατά περίπτωση διάταξη 57. Σε τελική ανάλυση, η διάχυση του προβλήματος της σύγκρουσης των δικαιωμάτων σε όλους τους βιοτικούς κύκλους που διαγράφει η ανθρώπινη δραστηριότητα δεν είναι παρά το αναγκαίο παρεπόμενο της πραγμάτωσης του περιεχομένου των συνταγματικών δικαιωμάτων στις διάφορες περιοχές της ανθρώπινης ζωής, οι οποίες αλληλοκαλύπτονται σε τέτοιο βαθμό ώστε το ίδιο το περιστατικό να μπορεί να υπαχθεί σε κανόνες δικαίου που κατοχυρώνουν διάφορα ατομικά δικαιώματα. ii) Άρση της σύγκρουσης των συνταγματικών δικαιωμάτων Η θεωρία ή μέθοδος στάθμισης των συμφερόντων Αναντίρρητα, σε περίπτωση ενδεχόμενης σύγκρουσης ατομικών δικαιωμάτων είναι αναγκαία η επιλογή ενός εφαρμοστέου κανόνα. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία της άρσης της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων θα πρέπει, καταρχήν, να στηρίζεται στη βάση της ίδιας τυπικής ισχύος των συνταγματικών κατοχυρωμένων ατομικών δικαιωμάτων (δεν υπάρχουν δηλαδή «υπερέχοντα» και «υποδεέστερα» από νομικής απόψεως). Επομένως η τυχόν σύγκρουση δεν μπορεί να λυθεί με αναφορά σε κάποια «ιεραρχική κλίμακα ισχύος» 58, καθώς οποιαδήποτε προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος οφείλει να έχει ως αφετηρία τη θεμελιώδη παραδοχή της «τυπικής νομικής ισοδυναμίας όλων των διατάξεων οι οποίες περιλαμβάνονται στο Σύνταγμα» 59. Δεν τίθεται, λοιπόν, θέμα in abstracto προτίμησης οποιασδήποτε συνταγματικής διάταξης σε βάρος άλλης. Δεδομένου ότι πρόκειται για τυπικά ισοδύναμες διατάξεις - που θα πρέπει να αντιμετωπίζονται, ωστόσο, ως δεσμευτικές επιταγές 60 - η σύγκρουσή τους μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με βάση «μια ad hoc σχέση προτιμήσεως ανάμεσά τους, με γνώμονα τη βέλτιστη δυνατή έκβαση στη σύγκρουση των 57 Ιφ. Καμτσίδου, ό.π., σελ. 101. 58 Π. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο Ατομικά Δικαιώματα τόμος Α, 2005, σελ.132 59 ΣτΕ 292/1984 (Ολομ.), ΤοΣ 1985, σελ.511επ. 60 Αν. Μανιτάκη, Ιστορικά γνωρίσματα και λογικά προαπαιτούμενα του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων στην Ελλάδα, ΤοΣ 1/2003, σελ.13επ. (20).