ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΜΦΡΑΖΟΜΕΝΑ: ΠΩΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ Αυτό που μας διδάσκουν η εμπειρία και η ιστορία είναι το εξής: ότι οι λαοί και οι κυβερνήσεις δεν έμαθαν ποτέ τίποτα από την ιστορία, ούτε ενήργησαν με βάση τις αρχές που συνήγαγαν από αυτή. ΓΚΕΟΡΓΚ ΒΙΛΧΕΛΜ ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΧΕΓΚΕΛ, Φιλοσοφία της Ιστορίας, 1822-1831 Ίσος, αταξικός, αντιφυλετικός και αεθνής. Απαλλαγμένος απ όλα τα καλούπια, τη λατρεία, τα διατάγματα, το βασιλιά. Υπέρτερος. ΠΕΡΣΙ ΜΠΙΣ ΣΕΛΕΪ, Προμηθέας Αδέσμευτος, 1820 Δεν είναι δύσκολο να βρει κανείς παραθέματα από μεγάλους πολιτικούς για να δικαιολογήσει τη σπουδαιότητα μιας μελέτης πά- 35
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ νω στην ιστορία της πολιτικής σκέψης. Ο Τζορτζ Ουάσινγκτον το έθεσε ως εξής: «Οι αρχές της ελευθερίας και τα θέματα της διακυβέρνησης... θα ενδιαφέρουν πάντα τους ανθρώπους όσο αυτοί θα συμβιώνουν σε μια Πολιτισμένη Κοινωνία» (ap. Rahe 1992: 581 βλ. Τόμας Τζέφερσον ap. Rahe 1992: 709). Οι σύγχρονοι φοιτητές είναι απλά λίγο περισσότερο απογοητευμένοι, ή ίσως υποψιασμένοι, ωστόσο ακόμα και οι πιο αυστηροί επικριτές, είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι, πραγματώνουν ένα σύστημα σκέψης που καθιέρωσε πριν από δύο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια ο Σωκράτης, όπως αναφέρει ο γνωστότερος και λαμπρότερος μαθητής του, ο Πλάτωνας: «...Η ζωή χωρίς να τα εξετάζει κανείς αυτά [την αρετή και τα άλλα για τα οποία συζητούσε ο Σωκράτης] είναι ζωή που δεν αξίζει να τη ζει ο άνθρωπος» (Απολογία 38a). Παρ όλα αυτά, η συγγραφή μιας «ιστορίας» ως συνεχόμενο ή ενιαίο σύνολο της πολιτικής σκέψης συναντά μια βασική δυσκολία. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι επιλέγουμε (όπως πρότεινε ο Τζον Πόκοκ το 1962) να προσπαθήσουμε να γράψουμε μια ιστορία του πολιτικού λόγου, συμπεριλαμβάνοντας ή ακόμα και ευνοώντας τη ρητορική με το χαρακτηριστικό διαλεκτικό της περιεχόμενο, σε αντιδιαστολή με μια ιστορία περισσότερο αφηρημένης πολιτικής σκέψης. Θα ήταν και πάλι ένα ζήτημα το κατά πόσο θα μπορούσαμε πραγματικά να ανασυνθέσουμε όλες τις νοοτροπίες, τα πρότυπα, τις παραδόσεις, τις ιδεολογίες και τις γλώσσες που είναι διαθέσιμες σε μια δεδομένη κοινωνία, μέσα σε ένα δεδομένο πλαίσιο (Rahe 1992: 12). Εναλλακτικά, ας υποθέσουμε ότι επρόκειτο να υιοθετήσουμε όπως νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε μια προσέγγιση τοποθετημένη μέσα σε αυστηρά πλαίσια, που μελετάει κείμενα στην αρχική διαλεκτική σχέση του ενός με το άλλο, καθώς και με τις δικές μας σύγχρονες μορφές λόγου (Skinner 36
ΠΩΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ 1969): έχει και η μέθοδος αυτή τους επικριτές της (Rahe 1992: 916 αρ. 7), τόσο λόγω της επιλογής συγκεκριμένων κειμένων (κάθε άλλο παρά υψηλού επιπέδου), όσο και λόγω της χρήσης που τους επιφυλάσσει. Κάποιοι κριτικοί βέβαια δεν ικανοποιούνται ποτέ. ΑΠΟΔΕΙΞΗ Όταν καταπιανόμαστε με την ιστορία της πολιτικής σκέψης σε αντιδιαστολή με την περισσότερο ή λιγότερο υψηλή θεωρία στην αρχαία Ελλάδα, εμείς οι ιστορικοί αντιμετωπίζουμε ορισμένα αναπόφευκτα εμπόδια. Πριν από το δεύτερο μισό του έκτου αιώνα π.χ. δεν υπήρχε πεζή «λογοτεχνία» πουθενά στην Ελλάδα, ούτε σώζεται κανένα έργο προγενέστερο του δεύτερου μισού του πέμπτου αιώνα π.χ. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ένα πολύ σημαντικό αντιστάθμισμα γι αυτή την ηχηρή σιωπή. Αν μπορούσαμε να παραφράσουμε μια περίφημη ρήση του Σέλεϊ και να την αντιστρέψουμε, θα λέγαμε ότι οι πρώιμοι Έλληνες ποιητές, από τον Όμηρο (περ. 700 π.χ.) ως τον Πίνδαρο (518-446 π.χ.), ήταν οι «αναγνωρισμένοι νομοθέτες του κόσμου»*. Δεν περιορίζονταν στο ρόλο του κριτή, αλλά διαμόρφωναν, αρκετά συχνά με τρόπο αμφιλεγόμενο, ιδεολογίες και ηθικές αξίες. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα για τον Αθηναίο Σόλωνα (περί το 600 π.χ.), ο οποίος συνδύαζε την ποίηση και την πολιτική με τον πιο πρακτικό τρόπο που μπορεί να φανταστεί κανείς (κεφάλαιο 4). Μια πολύ ειδική τάξη ποιητών * Poets are the unacknowledged legislators of the world: η φράση προέρχεται από ένα δοκίμιο του Πέρσι Μπις Σέλεϊ (1792-1822) με τίτλο Υπεράσπιση της Ποίησης (εκδ. Ύψιλον, 1996). (Σ.τ.Ε.) 37
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ αποτελούν οι Αθηναίοι τραγικοί, αφού οι τραγωδίες τους ήταν ένα επίσημα αναγνωρισμένο και ανταγωνιστικό μέσο αφενός συλλογισμού πάνω στη θρησκεία και αφετέρου κοσμικής διασκέδασης στην Αθήνα, τουλάχιστον από το 500 π.χ. Το δικό τους θα μπορούσε να είναι ένα σαφώς διδακτικό είδος, αν και κατ ανάγκη συνεπαγόταν έναν έμμεσο αναλογικό σχολιασμό των πολιτικών υποθέσεων και ιδεών της εποχής, από τη στιγμή που, με πολύ σπάνιες εξαιρέσεις, οι πλοκές των τραγωδιών αντλούνταν από το «μυθικό» παρελθόν θεών και ηρώων. (Η κυριότερη εξαίρεση είναι οι Πέρσες του Αισχύλου: βλ. αφήγηση 3.) Ο τυπικός γραπτός πεζός λόγος είχε επινοηθεί περίπου από το 550 π.χ. (Αναξιμένης, Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος), αλλά έκανε αισθητή την παρουσία του μόνο μετά από έναν αιώνα, στο τρίτο τέταρτο του πέμπτου αιώνα π.χ. Τοποθετημένες η μια δίπλα στην άλλη, οι Ιστορίες, το έργο ζωής του Ηρόδοτου, και η σύντομη, οξύτατη και καυστική πραγματεία του λεγόμενου Γερο-Ολιγαρχικού πάνω στη σύγχρονη δημοκρατική πολιτεία των Αθηναίων (παράρτημα 2) απεικονίζουν από κοινού τα άκρα του φάσματος της λογοτεχνικής έκφρασης που ήταν διαθέσιμο τότε αλλά και σε εμάς σήμερα. Οι Σοφιστές (όπως ορίζονται στο κεφάλαιο 6) έγραφαν και δημοσίευαν κείμενα μικρής κυκλοφορίας, αλλά παρέδιδαν και ιδιαίτερα μαθήματα και έδιναν επιδεικτικές παραστάσεις μπροστά σε μεγάλα ακροατήρια. Ωστόσο, τα γραπτά τους έχουν ως επί το πλείστον χαθεί και συνήθως είναι δύσκολο να αποφασίσουμε πώς να χειριστούμε τα μεμονωμένα «αποσπάσματα» που αποδίδονται από μεταγενέστερους, συχνά εχθρικούς, σχολιαστές στους ομοίους του Πρωταγόρα και του Δημόκριτου (που ήταν σύγχρονοι και κατάγονταν και οι δύο από τα Άβδηρα). Παρ όλα αυτά, ο Γερο-Ολιγαρχικός, ο Ηρόδοτος και, πάνω απ όλους, ο 38
ΠΩΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ μεγάλος διάδοχος του Ηρόδοτου, ο Θουκυδίδης, είναι όλοι τους σαφώς επηρεασμένοι, αν όχι εμπνευσμένοι, από τους Σοφιστές. Κάποιοι θα πουν ότι η ελληνική πολιτική θεωρία με την κυριολεκτική σημασία της λέξης επινοήθηκε από τον Πλάτωνα. Θα ήθελα να διαφωνήσω (για τους λόγους που εκθέτω στο κεφάλαιο 6). Πάντως, πρέπει να αναγνωρίσουμε την εξαιρετική διάνοιά του, που συμπληρώθηκε από αυτή του σπουδαιότερου μαθητή του, του Αριστοτέλη (κεφάλαιο 8). Από εκεί κι έπειτα, η παράδοση των σωζόμενων έργων δεν είναι ενιαία και παρουσιάζει κενά, μέχρι να φτάσουμε στον Κικέρωνα και τον Πλούταρχο (κεφάλαιο 10), τον τελευταίο αιώνα προ Χριστού και τον πρώτο/δεύτερο μετά Χριστόν αντίστοιχα. Ο Πολύβιος (περ. 200-120 π.χ.) ωστόσο, μιμούμενος τον Θουκυδίδη, υπηρέτησε ένα θεωρητικά συνειδητό και πολιτικά σαφές είδος ιστοριογραφίας, αρκετά συχνά αντιδρώντας με κριτική διάθεση απέναντι σε προκατόχους του τους οποίους περιφρονούσε. Ένας από αυτούς, ο Αθηναίος Φύλαρχος (τρίτος αιώνας π.χ.), έχει ιδιαίτερη σχέση με τον πρακτικό ουτοπισμό της Σπάρτης του τελευταίου μισού του τρίτου αιώνα π.χ. (κεφάλαιο 9). Εκτός από τις περισσότερο ή λιγότερο λογοτεχνικές πηγές σε ποιητικό και αφηγηματικό πεζό λόγο, υπάρχουν πολυάριθμες επιγραφές που προδίδουν πολιτική ιδεολογία. Πράγματι, στην Αθήνα υπήρχε μια αναγνωρισμένη σχέση ανάμεσα σε δημοσιευμένα επίσημα έγγραφα, χαραγμένα σε πέτρα ή χαλκό, και την πρακτική (και θεωρία) της δημοκρατίας: για να πάρουμε ένα τοπικό παράδειγμα, σε αντιδιαστολή με το «εθνικό», οι τιμητικές επιγραφές του τέταρτου αιώνα π.χ., οι οποίες στήνονταν στους δήμους της Αθήνας (περιφέρειες που αποτελούσαν την πόλι-κράτος των Αθηνών), είχαν ως στόχο να τιμήσουν και να ενθαρρύνουν περαιτέρω 39
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ τη φιλοτιμία (φιλόδοξη άμιλλα) και άλλες τέτοιες ιδιότητες του καλού ανθρώπου και πολίτη. Πέρα από τα διάφορα είδη γραπτών αποδείξεων, υπάρχουν επίσης οι βουβές αποδείξεις της αρχαιολογίας. Για παράδειγμα, τα ιδεολογικά προγράμματα σπουδαίων δημόσιων μνημείων, όπως ο Παρθενώνας, μιλούν πιο δυνατά, αν και όχι πάντα το ίδιο ξεκάθαρα, από τις λέξεις ενός γραπτού κειμένου (Castriota 1992 Buitron-Oliver 1993 Hedrick and Ober 1993). Η κατασκευή αγαλμάτων που αναπαριστούσαν σπουδαίους δημόσιους άνδρες μπορεί επίσης να εκφράσει πολιτική άποψη: τα αγάλματα των «Τυραννοκτόνων» στην Αθήνα είναι ένα παράδειγμα που μας έρχεται στο μυαλό ή, τουλάχιστον, θα ερχόταν αν είχαν σωθεί (τα χάλκινα πρωτότυπα του 500 περίπου π.χ. μεταφέρθηκαν στα Σούσα από το Μέγα Βασιλέα των Περσών Ξέρξη το 480 π.χ. και αντικαταστάθηκαν το 477 π.χ. εμείς έχουμε πρόσβαση μόνο σε ρωμαϊκά μαρμάρινα αντίγραφα). Το ίδιο κάνει και το σύμπλεγμα που φιλοτέχνησε ο Κηφισόδοτος, πατέρας του Πραξιτέλη, εκατόν είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, το οποίο παριστάνει τη θεά Ειρήνη να κρατάει στα χέρια της το μικρό θεό Πλούτο. Ταπεινότερα πολιτικά μηνύματα θα μπορούσαν να χαραχτούν, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, σε ζωγραφισμένα αγγεία (Neer 2002) ή να λαξευτούν σε ταφικά ή αναθηματικά ανάγλυφα. Η πολεοδομία έχει επίσης τις πολιτικές της προεκτάσεις. Η ίδια η ρυμοτομία μιας ολόκληρης πόλης (με βάση το «εξισωτικό» σχέδιο σε σχήμα «σχάρας» που αποδίδεται στο Μιλήσιο θεωρητικό του πέμπτου αιώνα π.χ. Ιππόδαμο, συγγραφέα της παλαιότερης γνωστής πολιτικής πραγματείας: βλ. κεφάλαιο 9) ή το «μη εξισωτικό» σχέδιο μιας ιδιωτικής οικίας ή η παροχή ή μη δικαιώματος ταφής στο νεκροταφείο μιας πόλης σε όλους τους κατοίκους όλα αυτά τα αστικά 40
ΠΩΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ σχέδια κάνουν ηχηρές ή σιωπηρές πολιτικές δηλώσεις, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά ιδεολογικού χαρακτήρα. Θα επιχειρήσω να εκμεταλλευτώ κατάλληλα όλα αυτά τα διαφορετικά είδη αποδεικτικών στοιχείων. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ Θα μας απασχολήσουν ιδιαίτερα τα εξής τρία αντικείμενα προβληματισμού. Πρώτον, η σχέση θεωρίας και πράξεως. Η ελληνική λέξη θεωρία είχε στη ρίζα της την έννοια της θέασης, αλλά επεκτάθηκε και συμπεριέλαβε τόσο αυτό που θα αποκαλούσαμε πολιτιστική περιήγηση αξιοθέατων (Σόλωνας ο Αθηναίος, Ηρόδοτος), όσο και το θρησκευτικό προσκύνημα (για παράδειγμα, συμμετοχή σε επίσημες αποστολές στους Ολυμπιακούς αγώνες). Το ουσιαστικό πράξις προέρχεται από το ρήμα πράττω, από το οποίο προέρχεται επίσης η αφηρημένη φράση τα πράγματα, που κυριολεκτικά σημαίνει «έργα» και επομένως «συναλλαγές» ή «εργασίες», αλλά και ειδικά τις πολιτικές εργασίες, τις εργασίες της διακυβέρνησης. Το να είναι κάποιος πολιτικά δραστήριος σήμαινε «να συμμετέχει στα πράγματα» (κεφάλαιο 2), και αυτό το θεωρούσαν αξιομνημόνευτο στην ελληνική αρχαιότητα. Από την άλλη, τα νεότερα πράγματα θεωρούνταν αναμφίβολα άσχημα. Ο Χέγκελ (μότο) σίγουρα αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό ή και κυνισμό την επιρροή της πολιτικής σκέψης στην πράξη: Όμως η επαναστατική πολιτική επιτυχία των «φιλοσοφιών» του κομουνισμού και του ναζισμού δε μετρούν, αποφασιστικά αλλά και θλιβερά, εναντίον του; Μια σταδιοδρομία όπως αυτή του Μάρτιν Χάιντεγκερ ωστόσο, του οποίου η με φιλοσοφικά κίνητρα πολιτι- 41
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ κή εμπλοκή με το ναζισμό τον τύφλωσε ώστε να μη βλέπει την αληθινή φύση των πραγμάτων, δείχνει καθαρά πόσο περίπλοκη μπορεί να είναι η σχέση ανάμεσα στην ανθρώπινη σκέψη και την πολιτική πραγματικότητα (Rahe 1992: 795 αρ. 22 βλ. MacIntyre 1983). Με μια ιδιαίτερη, θεμελιώδη πλευρά αυτού του προβλήματος θα ασχοληθώ στο κεφάλαιο 5, όπου θα αναφερθώ στις ρίζες της δημοκρατίας και της δημοκρατικής σκέψης: Μπορεί πράγματι αυτή να χαρακτηριστεί πολιτική «επανάσταση» και, αν ναι, υπήρξε αιτία της, υπό οποιαδήποτε έννοια, η πολιτική σκέψη, θεωρία ή φιλοσοφία; Το δεύτερο βασικό αντικείμενο προβληματισμού αφορά τη σχέση της τάξης (όπως και αν ορίζεται) και/ή της κοινωνικής θέσης με την εξήγηση της πολιτικής συμπεριφοράς. Αυτό έχει την άμεση αντιστοιχία του στην αρχαία ελληνική σκέψη και λεξιλόγιο. Η συνήθεια της δυαδικής πόλωσης το καθετί να αντιμετωπίζεται είτε ως άσπρο είτε ως μαύρο, χωρίς ενδιάμεσες αποχρώσεις του γκρίζου, ή σύνθετα κοινωνικά φαινόμενα να αναλύονται σε δύο συστατικά μέρη που αποκλείουν το ένα το άλλο ήταν βαθιά ριζωμένη στην αρχαιοελληνική κουλτούρα (Cartledge 2002). Όσον αφορά την κοινωνικοπολιτική ανάλυση, ο Αριστοτέλης υπήρξε ο μεγαλύτερος θεωρητικός της πολιτικής στην αρχαία Ελλάδα παρατηρούμε ότι, σε τελική ανάλυση, έβρισκε εξαιρετικά γόνιμη μια διπολική κατάταξη των πολιτών είτε ως πλούσιων είτε ως φτωχών (παρότι γνώριζε πολύ καλά ότι υπήρχαν και μετρίως πλούσιοι και μετρίως φτωχοί πολίτες). Στήριζε αυτή την ταξινομική διχοτόμηση στην πραγματική ζωή δηλαδή στην κυριότητα και εκμετάλλευση περιουσίας, ιδίως γης και σκλάβων. Αναγόμενη σε ποσοτικούς όρους, αυτή η διχοτόμηση θα μπορούσε να εκφραστεί διαφορετικά ως 42
ΠΩΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ η διάκριση και αντίθεση των λίγων (της ελίτ) με τους πολλούς (τη μάζα). Μια περαιτέρω ανάλυση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το αρχετυπικό ή υποκρυπτόμενο πρότυπο πάνω στο οποίο στηριζόταν η κλασική ελληνική σκέψη και νοοτροπία σχετικά με την πολιτική ήταν η πολική αντίθεση δουλείας και ελευθερίας. Παρ όλα αυτά, στο εσωτερικό του σώματος των πολιτών, όσο διαφορετικά και αν οριζόταν αυτό από πόλη σε πόλη, η σχετική πόλωση εκφραζόταν συνήθως με ποσοτικούς όρους, όπως από τον Αριστοτέλη, με την αντίθεση πλούσιων και φτωχών. Ο κορυφαίος Ρωμαίος πολιτικός θεωρητικός Κικέρωνας (στο De Officiis ή Περί Καθηκόντων) προχώρησε ακόμα πιο πέρα και ισχυρίστηκε ότι η προστασία της ιδιωτικής περιουσίας ήταν η κύρια αποστολή μιας κυβέρνησης, καθώς και ο βασικός λόγος γένεσης των κρατών. Ωστόσο, πολλοί αρχαίοι Έλληνες, συχνά στην πλειονότητά τους, διαφωνούσαν σφόδρα: πράγματι, αυτή ήταν η κύρια αιτία αυτού που οι Έλληνες αποκαλούσαν στάσιν (κυριολεκτικά εξέγερση ή πολιτική διαμάχη και, σε ακραίες περιπτώσεις, εμφύλιος πόλεμος). Το τρίτο βασικό αντικείμενο προβληματισμού που πρέπει να αντιμετωπιστεί εδώ είναι η ιστορία της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας: θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα η επινόησή της (στα τέλη του έκτου αιώνα π.χ. στην Αθήνα, σύμφωνα με την ιστορία που αφηγούμαι στο κεφάλαιο 5), η ανάπτυξη και εξάπλωσή της, αλλά και η εξάλειψή της κατά την αρχαιότητα, πριν από τη σχετικά πρόσφατη (δέκατος ένατος αιώνας) αναβίωση και αποθέωσή της. Αν έγινε ποτέ μια «ελληνική επανάσταση» στην πολιτική, αυτή ήταν η επινόηση της δημοκρατίας (και της δημοκρατικής πολιτικής θεωρίας) και η εξάπλωσή της, κατά κύριο λόγο χάρη στο 43
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ρόλο της Αθήνας ως αυτοκρατορικής πρωτεύουσας και «πρυτανείου της σοφίας» (φράση του Πλάτωνα στον Πρωταγόρα 337e), έτσι ώστε στα χρόνια του Αριστοτέλη η δημοκρατία να είναι μια από τις δύο κυρίαρχες μορφές πολιτεύματος στον ελληνικό κόσμο. Λίγο μετά το θάνατο του Αριστοτέλη ωστόσο, η δημοκρατία καταργήθηκε, πρώτα στη γενέτειρά της και μετά σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο, με σπάνιες και μεμονωμένες εξαιρέσεις, όπως η Ρόδος. Από τα πολλά πολιτικά συστήματα που επινόησαν οι άνθρωποι μετά την έλευση του κράτους (με την έννοια κάποιας μορφής οργανωμένης πολιτικής κοινότητας), η δημοκρατία είχε πάντα τους πιο αδιάλλακτους επικριτές και εχθρούς. Ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας ήταν δύο από αυτούς, αλλά σε αυτό, όπως και σε πολλά άλλα, μέντοράς τους υπήρξε ο Σωκράτης (469-399 π.χ.). Είναι συμβατική η άποψη που υποστηρίζει ότι ο Σωκράτης πλήρωσε ένα υπερβολικό τίμημα και αδικήθηκε κατάφωρα όταν καταδικάστηκε σε θάνατο από τη δική του δημοκρατική Αθήνα. Σε κάθε περίπτωση, καμία ιστορία της πολιτικής σκέψης στον αρχαίο ελληνικό κόσμο δεν έχει την πολυτέλεια να παρακάμψει τη δίκη του Σωκράτη το 399 π.χ.: ως παράδειγμα ελεύθερης σκέψης ή πολιτικής υπονόμευσης σε δημόσια δίκη εξακολουθεί να έχει μεγάλο αντίκτυπο στη δυτική φιλελεύθερη πολιτική σκέψη και πράξη (βλ. κεφάλαιο 7). Ωστόσο, εξακολουθεί να παραμένει βασικό πρόβλημα η προσέγγιση των «δημοκρατικών πεποιθήσεων των απλών ανθρώπων» (Brunt 1993: 389). Για τον Κικέρωνα και τους σύγχρονούς του Ρωμαίους, η δημοκρατία δεν ήταν παρά μια δυσάρεστη ανάμνηση και, πράγματι, μέχρι πριν από δύο αιώνες η «δημοκρατία» παρέμενε μια αισχρή λέξη στην εκλεπτυσμένη πολιτική κοινωνία, παρά τη Γαλλική και 44
ΠΩΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ την Αμερικανική επανάσταση ή και εξαιτίας τους. Ένας από τους ιδρυτές πατέρες των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Αλεξάντερ Χάμιλτον (που ασχολήθηκε επί μακρόν και εντατικά με την ελληνική γλώσσα και τους κλασικούς) έγραψε: «Κανένας φίλος της ορθολογικής ελευθερίας δεν μπορεί να διαβάσει χωρίς πόνο και απέχθεια την ιστορία των πολιτικών κοινοτήτων της Ελλάδας... ένα διαρκές σκηνικό εναλλασσόμενης τυραννίας από ένα μέρος του λαού πάνω στο άλλο ή από λίγους σφετεριστές δημαγωγούς πάνω στο σύνολο» (1781 βλ. Rahe 1992: 585, 953, αρ. 15). Σήμερα, είμαστε όλοι δημοκράτες (αν και όχι υποχρεωτικά δημοκρατικοί με κομματική ταυτότητα). Μπορούμε κάλλιστα να ρωτήσουμε: Πώς κι έτσι; Μια απλούστατη αλλά οδυνηρά ακριβής απάντηση είναι ότι ο όρος «δημοκρατία» έχει εκφυλιστεί σε σημείο που να στερείται νοήματος, σε αντίθεση με την αρχική, καθαρόαιμη έννοια της «εξουσίας του λαού». ΙΣΟΤΗΤΑ Για να ολοκληρώσω αυτό το εισαγωγικό μεθοδολογικό κεφάλαιο, παίρνω ως δοκιμαστική περίπτωση το πρόβλημα της ισότητας στην αρχαιοελληνική θεωρία και πράξη. (Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η ελευθερία: βλ. παρακάτω.) Αυτό που ο Ρεϊμόν Αρόν (1972: 87-8) αποκαλεί «το δημοκρατικό ευαγγέλιο της ισότητας» ποτέ άλλοτε δεν κηρύχτηκε πιο εντατικά ή πιο καθολικά απ ό,τι σήμερα. Ισότητα ως προς τι, όμως, και για ποιον; Μπορούν οι άνθρωποι να είναι ποτέ πραγματικά ίσοι ή το καλύτερο που μπορούν να πετύχουν είναι να μεταχειρίζονται με ισότητα αυτούς που θεωρούνται ότι είναι σχετικά ίσοι; 45