ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΡΟΔΟΥ 25 ης Μαρτίου 9 Ρόδος 85100 τηλ 2241020413 φαξ 2241075369 e mail : info@dsrnet.gr web site: www.dsr.gr Ρόδος 8 Απριλίου 2014 Θέμα : Παρατηρήσεις επί του προτεινόμενου σχεδίου Πολιτικής Δικονομίας του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου. Πρώτο Βιβλίο: Γενικές Διατάξεις Θετικά πρέπει να κριθεί η μείωση του ορίου αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου στις 15,000 αν και προτιμότερη θα ήταν η μείωση αυτού στις 12.000, ώστε να εναρμονισθεί με την δυνατότητα αυτοπρόσωπης παράστασης του διαδίκου και της μείωση του όγκου των εκδικαζομένων υποθέσεων. Η μείωση όμως για το Πολυμελές Πρωτοδικείο του ορίου αρμοδιότητας συνιστά οπισθοδρόμηση δεδομένου ότι αφαιρεί ύλη από το Μονομελές Πρωτοδικείο, του οποίου η ενίσχυση αποτελεί ζητούμενο. Στη σύγχρονη εποχή το δικαστήριο αυτό καλείται να διαδραματίσει τον κύριο ρόλο στην ουσιαστική δικαιοσύνη εξυπηρετώντας την ανάγκη για ασφαλή και ταχεία απονομή της. Θετική όμως είναι η 1
επαναφορά στην παλαιά ρύθμιση για την αρμοδιότητα των Πολυμελών Πρωτοδικείων ως δευτεροβάθμιων δικαστηρίων κατά αποφάσεων του Ειρηνοδικείου. Στο σημείο αυτό θα ήταν ευπρόσδεκτη μια συζήτηση για την πλήρη κατάργηση των Πολυμελών Πρωτοδικείων. Είναι πια κοινός τόπος ότι από τις αποφάσεις στον πρώτο βαθμό έχει εκλείψει κάθε μειοψηφία και ότι η Πολυμελής σύνθεση λόγω του όγκου των υποθέσεων αδυνατεί να επιθεωρήσει το σύνολο των δικογραφιών και αρκείται στην εισήγηση του εισηγητή. Στην ιταλική έννομη τάξη είναι καθολικός ο θεσμός των μονομελών δικαστηρίων και έχει κριθεί κατά βάση επιτυχής. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται και η χρέωση των Προέδρων Πρωτοδικών, δικαστών με κατά τεκμήριο, περισσότερη εμπειρία και επάρκεια σε δυσχερείς και σοβαρές υποθέσεις των πινακίων. Δεύτερο Βιβλίο: Διαδικασία στα Πρωτοβάθμια Δικαστή (α) Εναλλακτική πρόταση για τα 237 επ. Προτείνουμε μια εναλλακτική διαδικασία σε σχέση με την προτεινόμενη στα άρθρα 237 επ.. Η αγωγή θα πρέπει μέσα σε δεκαπέντε μέρες από την κατάθεσή της να επιδοθεί στον αντίδικο. Από την προθεσμία αυτή αρχίζει να τρέχει προθεσμία δύο μηνών για την προβολή ισχυρισμών και προσκόμιση εκατέρωθεν του αποδεικτικού υλικού. Μετά την παρέλευση του διμήνου ο εισηγητής δικαστής ή ο οριζόμενος από τον Πρόεδρο Δικαστής καλεί τους διαδίκους υποχρεωτικά ενώπιον του για συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, μια ξεχωριστά τον καθένα και μία και τους δύο μαζί, οι οποία παρίστανται μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου. Αν επιτευχθεί συμβιβασμός υπογράφεται πρακτικό από όλα τα μέρη, που επικυρώνεται από το δικαστή και αποτελεί τίτλο εκτελεστό. Σε περίπτωση αποτυχίας του συμβιβασμού 2
υπογράφεται αντίστοιχο πρακτικό, στο οποίο βεβαιώνονται οι γενόμενες συναντήσεις και η αποτυχία επίτευξης συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς. Μετά ταύτα εγγράφεται η υπόθεση στο πινάκιο από τον επιμελέστερο διάδικο και η ημερομηνία συζήτησης ορίζεται το πολύ εντός τετραμήνου και δικάζεται από το δικαστή που επιλήφθηκε της απόπειρας συμβιβασμού. Σε περίπτωση μετάθεσης ή άλλου ανυπέρβλητου κωλύματος, το οποίο θα πρέπει να μνημονεύεται, η υπόθεση εκδικάζεται από άλλο δικαστή. Ο δικαστής για τη διάγνωση της διαφοράς και κατά το χρόνο που μεσολαβεί από την εγγραφή της στο πινάκιο, μπορεί να διατάξει οποιοδήποτε κατά την κρίση του πρόσφορο μέσο, που θα πρέπει να ολοκληρώνεται σε προθεσμία όχι ανώτερη των τριών μηνών. Τα έξοδα για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης όπως και τα έξοδα της δίκης συνολικά βαραίνουν επαυξημένα τον ηττηθέντα διάδικο (β) ένορκες βεβαιώσεις. Με την προτεινόμενη ρύθμιση διαφαίνεται η πρόθεση του νομοθέτη να υποκαταστήσουν τις επ ακροατηρίω μαρτυρικές καταθέσεις, οι οποίες μόνο κατ εξαίρεση θα δίδονται κατά την εύλογη κρίση του δικαστηρίου. Ο κίνδυνος για κατασκευασμένες αποδείξεις είναι μεγάλος, μιας και με τη λήψη των ενόρκων βεβαιώσεων εκλείπει η βασική αρχή των αποδείξεων, η αρχή της αμεσότητας. Προς τούτο προτείνεται να επανεξεταστεί η ως άνω ρύθμιση και να επιτραπεί χωρίς φραγμό το εμμάρτυρο μέσο. Διαφορετικά, αν κρίνεται σκόπιμη η αναβάθμιση των ενόρκων βεβαιώσεων, τότε,, να θεσπισθεί η δυνατότητα επίδοσης στον πληρεξούσιο του καλούντος σε εξέταση διαδίκου έγγραφο του αντιδίκου του με συγκεκριμένο αριθμό ερωτήσεων επί των επιδίκων θεμάτων που θα τεθούν υποχρεωτικά προς απάντηση στον μάρτυρα. Για την επίδοση αυτού του ερωτηματολογίου να τεθεί προθεσμία 24 ωρών προ της ώρας της ένορκης βεβαίωσης. 3
Άρνηση του μάρτυρα να απαντήσει αναφέρεται στη βεβαίωση και εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο. (γ) προθεσμία για την επίδοση της αγωγής: Εξαιρετικά σκοτεινές οι διατάξεις, ενισχύουν τους τακτικισμούς, να οριστεί συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για την επίδοση, ώστε να υπάρχει αρκετός χρόνος για τον εναγόμενο, ιδίως όταν αυτός είναι κάτοικος αλλοδαπής. Αυτό καθίσταται επιβεβλημένο κυρίως και λόγω της ρύθμισης του 238, όπου Παρεμβάσεις, προσεπικλήσεις, ανακοινώσεις και ανταγωγές στην περίπτωση του άρθρου 237 κατατίθενται και επιδίδονται σε όλους τους διαδίκους μέσα σε εξήντα ημέρες από την κατάθεση της αγωγής. Παρεμβάσεις μετά από προσεπίκληση ή ανακοίνωση κατατίθενται και επιδίδονται σε όλους τους διαδίκους, μέσα σε ενενήντα ημέρες από την κατάθεση της αγωγής. Η κατάθεση των προτάσεων και της προσθήκης σε αυτές γίνεται και στην τελευταία περίπτωση μέσα στις προθεσμίες των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 237. Τρίτο Βιβλίο: Ένδικα Μέσα και Ανακοπές Σε αρμονία με τη ρύθμιση που προτείνεται για τη διαδικασία στα πρωτοβάθμια δικαστήρια πρέπει η άσκηση του ενδίκου μέσου να συνοδεύεται από υποχρεωτικό προσδιορισμό για συζήτηση και επίδοση μέσα σε ορισμένο διάστημα, άλλως το ασκηθέν ένδικο μέσο να βαίνει απαράδεκτο ή να θεωρείται μηδέποτε ασκηθέν Περαιτέρω η μείωση της καταχρηστικής προθεσμίας στα δύο χρόνια από της επιδόσεως είναι ορθή (βλ. 518, 544 κλπ), πλην όμως τίθεται εκ περισσού η καθιέρωση πλάσματος ότι μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής, θεωρείται γενομένη η επίδοση, διότι έτσι όπως είναι διατυπωμένη η διάταξη φαίνεται να ξεκινά από την πάροδο της νέα γνήσια προθεσμία μετά το πέρας της οποίας αναλίσκεται η δυνατότητα άσκησης του ενδίκου μέσου. Προτείνεται η απάλειψη του πλάσματος 4
ώστε να μην καταλείπεται ουδεμία αμφιβολία ότι μετά την πάροδο της προθεσμίας για την έφεση, αναίρεση κλπ, αναλώνεται το δικαίωμα για την άσκηση του ενδίκου μέσου, διάταξη που προϋπήρχε χωρίς να δημιουργεί πρόβλημα στην εφαρμογή της Τέταρτο Βιβλίο: Ειδικές Διαδικασίες Α) Έκδοση διαταγής πληρωμής κατά κατοίκου εξωτερικού. Η δυνατότητα να εκδοθεί πλέον διαταγή πληρωμής και σε κάτοικο με κατοικία στην αλλοδαπή ενόψει των σύντομων προθεσμιών αμύνης και υπεράσπισης, είναι αμφιβόλου συνταγματικής ορθότητας και δεν αμβλύνεται με το γεγονός ότι ατ εξαίρεση αναστέλλεται η εκτελεστότητα διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε κατά προσώπου με άγνωστη διαμονή ή με διαμονή ή έδρα στο εξωτερικό όσο διαρκεί η προθεσμία για την άσκηση ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 632. Προτείνεται η παραμονή στο υφιστάμενο καθεστώς Β) Διαδικασία για την εκδίκαση ανακοπής 632: Επίσης κατά το 632 ΙΙ Η ανακοπή εκδικάζεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 622Β. Η διάταξη αυτή δε λύνει το πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί υπό το αμέσως προηγούμενο νομικό καθεστώς όπου είχαν διατυπωθεί οι εξής θέσεις: Μετά την πρόσφατη τροποποίηση του συγκεκριμένου άρθρου από το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 4055/2012 και ειδικότερα μετά την αντικατάσταση της πρ. 3, η οποία με την προηγούμενη της μορφή εξαρτούσε την διαδικασία που θα ακολουθείτο κατά την εκδίκαση της ανακοπής από το είδος της απαίτησης βάση της οποίας εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, κάνοντας διάκριση μεταξύ ειδικών διαδικασιών και τακτικής, αμφισβήτηση δημιουργείται ως προς την ακολουθούμενη πλέον διαδικασία, ενόψει και της ευθείας παραπομπής στο άρθρο 643 ΚΠολΔ των πιστωτικών τίτλων που γίνεται με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, όπως αυτή επίσης τροποποιήθηκε με το ίδιο άρθρο του ν. 4055/2012. 5
Ακολουθώντας την εισηγητική έκθεση του νόμου, όπου στα σχόλια για το άρθρο 14, αναφέρεται ότι «η ανακοπή θα συζητηθεί εντός εξήντα ημερών με τη διαδικασία των πιστωτικών τίτλων και η απόφαση θα εκδοθεί εντός εξήντα ημερών από την συζήτηση», καταλήγει καταρχήν κανείς στο συμπέρασμα ότι η διαδικασία που προκρίνεται πλέον είναι εκείνη των πιστωτικών τίτλων, για όλες τις ανακοπές του 632 ανεξάρτητα από το είδος της απαίτησης που αφορά η διαταγή πληρωμής. Επιχείρημα που ενισχύεται και από την ευθεία παραπομπή στο άρθρο 643 της ειδικής αυτής διαδικασίας, στην παρ. 1 του οποίου ορίζεται ότι η απόφαση του δικαστηρίου δημοσιεύεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα ημέρες από την συζήτηση, ενώ στην παρ. 2 ότι «τα άρθρα 649 και 650 εφαρμόζονται αναλόγως», προκειμένου να εφαρμοστούν και κατά την συζήτηση της ανακοπής οι αποκλίσεις που καθιερώνονται για την συζήτηση των μισθωτικών διαφορών και αφορούν την προσαγωγή και την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων, την άμεση διενέργεια αυτοψίας και πραγματογνωμοσύνης, τη μη υποχρέωση για κατάθεση προτάσεων κ.λ.π., αλλά κυρίως την μη εφαρμογή των δυσμενών συνεπειών της ερημοδικίας για τους απόντες διαδίκους, αποκλείοντας έτσι τα δικονομικά αποτελέσματα του άρθρου 271 επί ερημοδικίας του καθ' ου η ανακοπή και εκείνα του άρθρου 272 επί ερημοδικίας του ανακόπτοντας, όπως το περιεχόμενο των συγκεκριμένων άρθρων έχει διαμορφωθεί μετά την επαναφορά του τεκμηρίου ομολογίας με τα άρθρα 29 και 30 του ν. 3994/2011, από την εκδίκαση της ανακοπής του 632. Στον αντίποδα της άποψης αυτής βρίσκεται εκείνη που θεωρεί ότι για όλες τις ανακοπές του 632 και ανεξάρτητα από το είδος της απαίτησης επί τη βάση της οποίας εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, η διαδικασία που θα ακολουθηθεί κατά την εκδίκαση της ανακοπής είναι εκείνη της τακτικής με τις αποκλείσεις βέβαια που καθιερώνει το πλέγμα των διατάξεων 632 παρ. 2, 643, 591 παρ. 1α, 649 και 650 με κυριότερη μεταξύ αυτών την μη επέλευση των δυσμενών συνεπειών της ερημοδικίας 6
για τον απόντα διάδικο. Η άποψη αυτή αντλεί κυρίως το επιχείρημα της από την παραπομπή που γίνεται με την παρ. 2 του 632 στο άρθρο 591, στην παρ. 1 του οποίου αναφέρεται ότι «τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και στις ειδικές διαδικασίες, εκτός αν αντιβαίνουν προς τις ειδικές διατάξεις των διαδικασιών αυτών», θεωρώντας ότι έτσι δημιουργείται τεκμήριο υπέρ της τακτικής. Τρίτη άποψη, που αποτελεί συγκερασμό των δύο προηγούμενων και κατά την άποψη μας προκρίνεται ως σωστότερη, θεωρεί ότι εφόσον μετά την τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 632 δεν γίνεται πλέον διάκριση της διαδικασίας που θα ακολουθηθεί με κριτήριο την απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, αλλά ούτε καθιερώνεται ρητά ειδική διαδικασία για την εισαγωγή και εκδίκαση της ανακοπής, δεδομένου ότι αν ο νομοθέτης ήθελε να είναι αυτή των πιστωτικών τίτλων θα παρέπεμπε στο σύνολο των σχετικών διατάξεων και όχι μόνο σε εκείνη του 643, ενώ παράλληλα δεν τροποποιεί και εκείνη του άρθρου 635, όπου ρητά αναφέρονται οι διαφορές που μπορούν να εκδικαστούν με την διαδικασία των πιστωτικών τίτλων, εφαρμόζεται καταρχήν η τακτική διαδικασία ή η προβλεπόμενη από την φύση της απαίτησης ειδική διαδικασία, με τις αποκλείσεις όμως που εισάγονται από το πλέγμα των διατάξεων 632 παρ. 2, 643, 591 παρ. 1α, 649 και 650, όπως αυτές αναπτύχθηκαν ανωτέρω. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από το γεγονός της συνεφαρμογής στην ανακοπή του 632 και των γενικών διατάξεων για τις ανακοπές των άρθρων 583-585, όπου επίσης καθιερώνεται καταρχήν για την εκδίκαση τους η τακτική διαδικασία εκτός αν βάσει ειδικών διατάξεων ορίζεται η τήρηση ειδικής διαδικασίας. Εξάλλου με την υιοθέτηση της συγκεκριμένης άποψης εξυπηρετείται και ο σκοπός του νομοθέτη για κοινή αντιμετώπιση των ανακοπών κατά διαταγής πληρωμής και εκείνων του 933 στα πλαίσια της εκτέλεσης, όπου επίσης κατά την εκδίκαση τους ακολουθείται η ίδια διάκριση, αφού με το άρθρο 19 του ν. 4055/2012 προστέθηκε στο 7
άρθρο 937 και τρίτη παράγραφος, ομοίου περιεχομένου με εκείνη του β' εδ. της παρ. 2 άρθρου 632. Κοινός παρανομαστής και των τριών ως άνω απόψεων είναι η μη εφαρμογή κατά την εκδίκαση των ανακοπών κατά διαταγής πληρωμής, των 271 και 272, όπως το περιεχόμενο αυτών έχει πλέον διαμορφωθεί μετά τις τελευταίες τροποποιήσεις. Η τέταρτη και τελευταία άποψη αντλεί τα επιχειρήματα της περισσότερο από το γενικότερο πνεύμα του τελευταίου νόμου που τιτλοφορείται «Για τη δίκαιη δίκη και εύλογη διάρκεια αυτής» και αποβλέπει στην επιτάχυνση της διαγνωστικής διαδικασίας, αλλά και από την εισηγητική έκθεση του προηγούμενου ν. 3994/2011 με τον οποίο επανήλθε το τεκμήριο ομολογίας στην τακτική διαδικασία. Σύμφωνα με αυτή εφαρμόζεται και εδώ η διάκριση της ακολουθούμενης διαδικασίας κατά την συζήτηση της ανακοπής με κριτήριο το είδος της απαίτησης, με βάση την επιχειρηματολογία της τρίτης άποψης, θεωρείται όμως ότι εκ παραδρομής ο νομοθέτης παρέπεμψε με την παρ. 2 του άρθρου 632 σε ολόκληρο το άρθρο 643 και όχι μόνο στην πρώτη παράγραφο αυτού που αφορά στην ουσία την παραχρήμα έκδοση απόφασης, καθώς στην αντίθετη περίπτωση ουσιαστικά ματαιώνεται ο σκοπός του νόμου που είναι η επιτάχυνση της διαδικασίας, αφού με το να αποκλεισθεί το τεκμήριο ομολογίας στις ανακοπές τις τακτικής διαδικασίας θα καλείται πλέον ο δικαστής κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις που διέπουν την γενική διαδικασία να εξετάζει απουσία του καθ' ου ή του ανακόπτοντος μακροσκελείς ανακοπές με περισσότερους λόγους. Προτείνεται η επαναφορά του συστήματος προσδιορισμού της τηρητέας διαδικασίας κατά το είδος της απαίτησης Γ) Διαταγή απόδοσης μισθίου: Με τη νέα διάταξη προβλέπεται ότι Κατά τις διατάξεις των άρθρων 638 έως 646 μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης μισθίου ακινήτου, αν η μίσθωση αποδεικνύεται εγγράφως, στην περίπτωση 8
καθυστέρησης του μισθώματος από δυστροπία, εφόσον έχει επιδοθεί με δικαστικό επιμελητή έγγραφη όχληση δύο τουλάχιστον μήνες πριν από την κατάθεση της αίτησης. Η καταβολή των μισθωμάτων εντός του μηνός, αποδεικνυόμενη εγγράφως, αποκλείει την έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης του μισθίου. Τούτο ισχύει μόνο μία φορά. Η διάταξη ενισχύει δραστικά τους κακόπιστους μισθωτές και περιπλέκει χωρίς αποχρώντα λόγο το ζήτημα της εκτελεστότητας της διαταγής με διαδοχικούς σχετικά μακρόχρονους προσδιορισμούς για την όχληση, την επίδοση της διαταγής κλπ. Η αμέσως προηγούμενη ρύθμιση πρέπει να ισχύσει ως απόλυτα επιτυχημένη, καθώς είχε καταφέρει να εξορθολογήσει την δραματική καθυστέρηση που παρατηρούνταν στις εξώσεις κακόπιστων μισθωτών με ταυτόχρονη κατοχύρωση των δικονομικών τους δικαιωμάτων. Πέμπτο Βιβλίο: Ασφαλιστικά Μέτρα Ενόψει της σημασίας που έχουν αποκτήσει τα ασφαλιστικά μέτρα στη σύγχρονη δικαστηριακή πρακτική, προτείνεται η δυνατότητα να ασκείται έφεση για κάθε υπόθεση, γνήσια και μη γνήσια, των ασφαλιστικών μέτρων στο Μονομελές Εφετείο, εκτός αν πρόκειται για απόφαση Ειρηνοδικείου, οπότε ασκείται έφεση στο Μονομελές Πρωτοδικείο, το οποίο συντίθεται υποχρεωτικά από τον πρόεδρο. Έκτο Βιβλίο: Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας Να παραμείνει ως έχει η υλική αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου για την εκδίκαση των υποθέσεων εκούσιας δικαιοδοσίας. Είναι πολύ πρόσφατη η σχετική μεταφορά των υποθέσεων στο Ειρηνοδικείο και χρειάζεται χρόνος για την εκφορά ασφαλών συμπερασμάτων 9
Όγδοο Βιβλίο: Αναγκαστική Εκτέλεση Α) Ανακοπή του 933: Η επιχείρηση εκδίκασης των δικών περί την εκτέλεση με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης αλλά και συνεπάγεται διαδικαστικά προβλήματα : Ως εκ τούτου, αν δεν καθίσταται δυνατή η παραμονή στο ισχύον καθεστώς, ως επαρκές αντιστάθμισμα προτείνεται: το επιτρεπτό άσκησης ενδίκων μέσων (πρβλ. 699) στην περίπτωση που ως εκτελεστός τίτλος χρησιμοποιείται συμβολαιογραφικό έγγραφο πρέπει να επεκταθεί και σε άλλους εκτελεστούς τίτλους και κυρίως στη προσωρινά εκτελεστές αποφάσεις. Η ασφαλιστική δικλείδα της δι εγγράφων αποδείξεως κατά την παρ. 5 του άρθρου 933 πρέπει να θεωρηθεί επαρκής αλλά να προστεθεί και η δικαστική ομολογία Όταν προσβάλλεται η επιταγή (και δεν έχει χωρήσει άλλη πράξη εκτέλεσης), ο προσδιορισμός του τόπου της εκτέλεσης για τον καθορισμό της κατά τόπον αρμοδιότητας μπορεί να προκαλέσει προβλήματα. Να διατηρηθεί η μέχρι σήμερα ισχύουσα παραπομπή στο άρθρο 584. Να δίνεται ρητά η δυνατότητα σώρευσης των ανακοπών 632 και 933 και να προβλεφθεί ότι μπορεί να γίνει εκδίκαση με τη μια ή την άλλη διαδικασία. Η ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης να εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία όπως και η ανακοπή του τρίτου για την κάλυψη των προδικαστικών ζητημάτων από το δεδικασμένο Β) Πολλαπλές κατασχέσεις 10
Σε όποια έννομη τάξη ισχύει το σύστημα της πολλαπλής κατάσχεσης προνοείται πάντα ένα είδος συγκέντρωσης αυτών στο πρόσωπο του εντεταλμένου οργάνου (δικαστού, δικαστικού επιμελητή, συμβολαιογράφου). Σκόπιμο είναι να υπάρχει υποχρέωση να ανακοινωθεί κάθε επόμενη κατάσχεση στο όργανο αυτό, το οποίο επιφορτίσθηκε να διενεργήσει την εκτέλεση με την εντολή που προηγήθηκε χρονικά. Η «ακατάσχετη» δυνατότητα πολλαπλής κατάσχεσης εγκυμονεί κινδύνους για όλα τα πρόσωπα της εκτελεστικής διαδικασίας, πολλαπλασιάζει τα έξοδα, και ειδικά για τις κατασχέσεις κινητών δημιουργεί σοβαρά διαδικαστικά προβλήματα λχ τυχόν πλειστηριασμών που δύναται να λάβουν χώρα την ίδια ημέρα. Προτείνεται η παραμονή στο σύστημα της απαγόρευσης της δευτέρας κατασχέσεως. Για το Διοικητικό Συμβούλιο Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας Κωνσταντίνος Σαρρής Βασίλειος Καταβενάκης 11