ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΑΞΙΩΤΗ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Μετάφραση Α1.Έτσι, λοιπόν, εφοδιασμένοι οι άνθρωποι αρχικά κατοικούσαν διασκορπισμένοι και πόλεις δεν υπήρχαν. Αφανίζονταν, λοιπόν, από τα θηρία, επειδή από κάθε άποψη ήταν λιγότερο δυνατοί από αυτά, και οι τεχνικές γνώσεις ήταν μεν σημαντική βοήθεια σε αυτούς στην εξεύρεση τροφής, ως προς την αντιμετώπιση, όμως, των θηρίων ήταν ανεπαρκείς γιατί δεν είχαν ακόμη την τέχνη για την οργάνωση της πολιτείας, της οποίας μέρος είναι η πολεμική τέχνη επιδίωκαν, λοιπόν, να συγκεντρώνονται και να εξασφαλίζουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις. Κάθε φορά, λοιπόν, που συγκεντρώνονταν, αδικούσαν ο ένας τον άλλον, επειδή δεν είχαν την πολιτική τέχνη, με αποτέλεσμα διασκορπισμένοι πάλι να καταστρέφονται. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως χαθεί ολότελα, στέλνει τον Ερμή που έφερνε στους ανθρώπους το σεβασμό και τη δικαιοσύνη, για να υπάρχει πειθαρχία στις πόλεις και συνεκτικοί δεσμοί φιλίας. Β1. Αναφορά στη θεϊκή προέλευση των δώρων. Αναφορά στη θεϊκή παρέμβαση. Η απόφαση του Δία να μοιραστούν η αιδώς και η δίκη ισότιμα σε όλους τους ανθρώπους δηλώνει ότι μόνο ο άνθρωπος απ όλα τα ζώα ήταν προορισμένος να ζήσει σε μια οργανωμένη κοινωνία και να αναπτύξει τον πολιτισμό. Όμως ο άνθρωπος προχώρησε παραπέρα και δημιούργησε πολιτισμό (θρησκεία, γλώσσα κ.α.) ενώ αργότερα, με τα δώρα του Δία, την αιδώ και τη δίκη, οργανώθηκε και πολιτικά και μετά απέκτησε και άλλες αρετές, όπως τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη. Με όλα αυτά τα εφόδια που του έδωσε ο Προμηθέας και αργότερα ο Δίας, ο άνθρωπος ανέπτυξε πολιτισμό και διαφοροποιήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό από όλα τα άλλα ζώα. Οι άνθρωποι όπως φαίνεται από τον προηγούμενο μύθο (3η ενότητα) είχαν έμφυτη την έντεχνον σοφίαν συν πυρί και ακριβώς γι'αυτό οδηγήθηκαν σε τεχνικές τεχνολογικές ανακαλύψεις. Ωστόσο, δε θα δημιουργούσαν αξιόλογο πολιτισμό, γιατί κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του ανθρώπινου γένους δεν προικίστηκαν με την πολιτική τέχνη. Ο Δίας, κάτοχος της πολιτικής άρετής κατά το μύθο (ενότητα 3η) αποφασίζει να τη διανείμει. Επομένως η αιδώς και η δίκη (=πολιτική αρετή) δεν ανήκουν στην αρχική
φύση του ανθρώπου αλλά αποκτούνται δευτερογενώς και γι αυτό υπάρχουν δυνητικά (δυνάμει) σε κάθε άνθρωπο. Επομένως κάθε άνθρωπος είναι σε θέση να αποκτήσει την πολιτική αρετή χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι θα ζουν πολιτικώς ενάρετα. Εδώ παρεμβαίνει ο Πρωταγόρας. Είναι αυτός που υπόσχεται πως αυτό το δυνάμει υπάρχον στοιχείο σε κάθε άνθρωπο μπορεί να το γονιμοποιήσει και να το οδηγήσει στην ευβουλίαν. Β2. Σε ένα αρχικό, πρωτόγονο, στάδιο οι άνθρωποι ζουν σποραδικά. Από τον Πρωταγόρα αυτή θεωρείται η αρχική κατάσταση άρα και η φυσική. Ωστόσο λόγω ενός εξωτερικού γεγονότος (φόβος θηρίων) οι άνθρωποι επιζητούν τη σωτηρία τους στην πληθυσμιακή συγκέντρωση. Η πληθυσμιακή συγκέντρωση δημιουργεί τις πόλεις οι οποίες προστατεύουν τον άνθρωπο από τα θηρία. Άρα καλύπτουν το βασικότατο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, της επιβίωσης. Η διατήρηση όμως των πόλεων είναι αδύνατη, καθώς η αδικία που συνυπάρχει με τον άνθρωπο δρα διαλυτικά. Η χρονικοϋποθετική πρόταση της αόριστης επανάληψης στο παρελθόν δηλώνει την χωρίς εξαιρέσεις, άρα νομοτελειακή, εκδήλωση της αδικίας. Επομένως η επανάληψη της ίδιας συμπεριφοράς διαρκώς και ανεξαρτήτως δεν μπορεί να ερμηνευθεί παρά ως αποτέλεσμα της φυσικής ροπής του ανθρώπου προς την αδικία. Θεραπεία φαίνεται να αποτελεί, όπως γίνεται κατανοητό από τη διατύπωση, η πολιτική τέχνη η οποία όμως δεν έχει γίνει ακόμα κτήμα του ανθρώπου. Οι άνθρωποι όπως φαίνεται από τον προηγούμενο μύθο (ενότητα 3η) είχαν έμφυτη την έντεχνον σοφίαν συν πυρί και ακριβώς γι' αυτό οδηγήθηκαν σε τεχνικές τεχνολογικές ανακαλύψεις. Ωστόσο δε θα δημιουργούσαν αξιόλογο πολιτισμό, γιατί κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του ανθρώπινου γένους δεν προικίστηκαν με την πολιτική τέχνη. Ο Δίας, κάτοχος της πολιτικής αρετής κατά το μύθο (ενότητα 3η) αποφασίζει να τη διανείμει. Επομένως η αιδώς και η δίκη (=πολιτική αρετή) δεν ανήκουν στην αρχική φύση του ανθρώπου αλλά αποκτούνται δευτερογενώς και γι' αυτό υπάρχουν δυνητικά (δυνάμει) σε κάθε άνθρωπο. Επομένως κάθε άνθρωπος είναι σε θέση να αποκτήσει την πολιτική αρετή χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι θα ζουν πολιτικώς ενάρετα. Εδώ παρεμβαίνει ο Πρωταγόρας. Είναι αυτός που υπόσχεται πως αυτό το δυνάμει υπάρχον στοιχείο σε κάθε άνθρωπο μπορεί να γονιμοποιήσει και να οδηγήσει στην ευβουλίαν διατυπώνεται η αρχή του καταμερισμού της εργασίας. Ο Πρωταγόρας φαίνεται να αντιλαμβάνεται τη σημασία του καταμερισμού της εργασίας για την πρόοδο από τα επιτεύγματα της δεύτερης φάσης της εξέλιξης. Ωστόσο η αιδώς και η δίκη δε μπορούν να διανεμηθούν όπως οι άλλες τέχνες γιατί τότε θα είναι αδύνατη η συγκρότηση κοινωνιών πόλεων, αφού, αν οι περισσότεροι δε συμμετέχουν δε θα αποδέχονται κοινές ηθικές αξίες και έτσι ο ανταγωνισμός θα κατέληγε στην αλληλοεξόντωση του ανθρώπου όπως στην προηγούμενη φάση. Στο μύθο του Πρωταγόρα δεν πρέπει να αναζητούμε αυστηρή λογική ακολουθια στην
πολιτισμική πορεία του ανθρώπου. Είναι προφανές πως ο άνθρωπος πρώτα έζησε σε μικρές ομάδες και εκμεταλλεύθηκε ό,τι η φύση του πρόσφερε : σπηλιές να κατοικεί (οικήσεις), δέρματα να ντύνεται ή να περπατά ή να σκεπάζεται (εσθητας, υποδέσεις, στρωμνάς),καρπούς, ρίζες, ή άλλα ζώα να τρέφεται. Βρισκόμαστε ακόμη στο τροφοσυλλεκτικό στάδιο όπου ο άνθρωπος δεν εφευρίσκει τόσο όσο ανακαλύπτει. Έστω όμως και αυτές οι ανακαλύψεις προϋποθέτουν τη λογική. Είναι το μόνο έμβιο ον που παρεμβαίνει στη φύση και προσπαθεί να μεταβάλλει ή να εκμεταλλευθεί τα προϊόντα της. Η υπάρχουσα αυτή λογική θα οδηγήσει με τη σειρά της στην ανάγκη επικοινωνίας για την καλύτερη συνεννόηση και την ταχύτερη βελτίωση των όρων ζωής. Οι άναρθρες κραυγές σε βάθος χρόνου, μέσω της επανάληψης και των κοινών εμπειριών, θα αποκτήσουν συμβολικό περιεχόμενο και σιγά σιγά θα αρχίσουν να δηλώνουν κάτι. Η ανταλλαγή πια πληροφοριών, εμπειριών ενισχύει τους δεσμούς της ομάδας και σιγά σιγά της δίνει μια ιστορικότητα, καθώς αρχίζει να δημιουργείται αυτό που ονομάζουμε συλλογική μνήμη και συνείδηση των οποίων οι απαρχές χάνονται λίγο λίγο στο παρελθόν. Η ανάπτυξη όμως της λογικής σκέψης και η δημιουργία του παρελθόντος φέρνει στην επιφάνεια πολλά γιατί. Και εκεί που η λογική αδυνατεί να εξηγήσει το γιατί της φύσεως ή της σκέψεως έρχεται η θρησκεία να δώσει τις απαντήσεις. Έτσι ο άνθρωπος με μια εξωλογική επινόηση επιλύει λογικά κάθε τι ανερμήνευτο. Επειδή όμως πολλές φορές το ανερμήνευτο είναι και καταστροφική προσπαθεί να το εξευμενισει. Θεοποιεί λοιπόν και λατρεύει τον ήλιο, τα άστρα, τη φωτιά, τον κεραυνό... Μέσα λατρείας είναι εκτός άλλων γνωστών στοιχείων, οι προσφορές οποιεσδήποτε μπορεί να σκεφτεί κανείς και η εξεικόνιση των άυλων θεοτήτων, ώστε να του γίνουν πιο προσιτές, πιο οικείες, πιο φιλικές. Στις αναπαραστάσεις αυτές πιθανόν να οφείλει την απαρχή της και η τέχνη. Πάντως όπως και να έχει η πολιτισμική πορεία του ανθρώπου είναι προφανές πως ακόμα και όταν οι άνθρωποι ώκουν σποράδην είχαν τα μέσα για να αντιμετωπίσουν τα θηρία γνώριζαν την πολεμικήν, αφού ήταν σε θέση να σκοτώσουν ζώα και να χρησιμοποιήσουν τα δέρματα για όφελός τους. Γενικά να κατασκευάσουν εργαλεία που θα τους προστάτευαν από τον προς τον θηρίων πόλεμον. Αλλά ακόμα και ο καταμερισμός που υπονοεί ύπαρξη συγκροτημένης ανθρώπινης παρουσίας, φαίνεται να προϋπήρξε της πόλεως. Βέβαια δεν είναι απαραίτητο να σταθούμε στο γιατρό του πλατωνικού χωριού αλλά μπορούμε να δούμε τον καταμερισμό αυτό σε μια μικρή ανθρώπινη κοινωνία όπου οι νεαροί άνδρες ασχολούνται με το κυνήγι, οι γηραιότεροι με την προστασία της ομάδος από εχθρούς όσο λείπουν οι άνδρες κυνηγοί, οι γυναίκες με την ανατροφή των παιδιών κτλ. Βέβαια τον Πρωταγόρα δεν τον ενδιαφέρει η αυστηρή λογική αλλά περισσότερο θέλει να κάνει σαφές πως η πρόοδος του ανθρώπου είναι ανάλογη με το βαθμό κοινωνικής οργάνωσης. Έτσι ο πολιτισμός των σποράδην οικούντων ανθρώπων είναι βιοποριστικός, αγελαίος και προηθικός με την έννοια ότι δεν υπάρχει ένα σύστημα αξιών παραδεκτό από μεγάλη μερίδα ατόμων). Αντίθετα ο πολιτισμός αυτών που μένουν στην πόλη δεν είναι απλά βιοποριστικός αλλά κοινωνικός, ηθικός και γι' αυτό τέτοιος που εξασφαλίζει τη διαρκή πρόοδο.
Γενικότερα αφαιρώντας το μυθολογικό περίβλημα διαπιστώνουμε ότι η πολιτική τέχνη αναπτύσσεται στον άνθρωπο ως αποτέλεσμα της πείρας που απεκόμισε από προγενέστερα πολιτισμικά στάδια. Η οργάνωση των κοινωνιών δεν ήταν εύκολη αλλά χρειάστηκε να περάσει ένα επώδυνο χρονικό διάστημα στο οποίο ο άνθρωπος έμαθε να ζει με πολλούς ανθρώπους. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής συμβίωσης είναι η έναρξη δημιουργίας ηθικής συνείδησης και αργά αλλά σταθερά μηχανισμών που προστατεύουν την κοινωνική συνοχή. Κάθε άνθρωπος που ζει σε μία κοινωνία μπορεί να αφομοιώσει την αιδώ και τη δίκην και έτσι να αποτελέσει κόσμον πόλεως και συναγωγόν φιλίας. Μπορεί όμως να παρορμώμενος από τα ένστικτα της προτέρας αγελαίας ζωής του να μην κοινωνικοποιηθεί και έτσι να καταστρέψει τον κόσμον της πόλεως δημιουργώντας τον κίνδυνο της αποσύνθεσης της κοινωνίας και επιστροφής σε κατώτερα πολιτισμικά στάδια που ο άνθρωπος τα βίωσε, τα ξεπέρασε και τα απέρριψε. Άμυνα της οργανωμένης πολιτικής κοινότητας απέναντι σε αυτά τα διαλυτικά στοιχεία είναι η αποκοπή τους από το υγιές τμήμα της κοινωνίας. Β3. Η αιδώς και η δίκη δίνονται δυνάμει. Αν τώρα κάποιος παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της κοινωνίας και των φορέων της δεν εγκολπώνεται το σύστημα αξιών είτε γιατί είναι ανεπίδεκτος, είτε γιατί είναι διεφθαρμένος, είτε γιατί έχει έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης, πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν αρρωστημένο μέλος ενός οργανισμού που πρέπει να απομακρυνθεί πριν μολύνει και το υγιές τμήμα. Επομένως η ποινή έχει σωφρονιστικό και παιδαγωγικό χαρακτήρα τόσο για το δράστη όσο και για τον απλό πολίτη. Αποσκοπεί στην ηθική αναμόρφωση του πρώτου (σωφρονισμός) και στη διαπαιδαγώγηση και του πρώτου και του δεύτερου. Υποστηρίζεται κατά κόρον ότι ο Πρωταγόρας εδώ αντιφάσκει σε σχέση με όσα υποστήριξε παραπάνω για τη θανατική ποινή, αφού την είχε αποδεχθεί και μάλιστα την περιέβαλλε με θεϊκό κύρος του Δία. Η αντίφαση εντοπίζεται στο εξής : δεν είναι δυνατόν από τη μία να τασσόμαστε υπέρ της θανατικής ποινής, που κατά βάση εκλαμβάνεται ως πράξη αντεκδίκησης εκ μέρους του παθόντα ή εξ ονόματός του, εκ μέρους της κοινωνίας, και από την άλλη συνηγορούμε και υπέρ της αναμόρφωσης του δράστη, αφού σε περίπτωση θανάτωσης το προς αναμόρφωση υποκείμενο (= ο αδικήσας) ελλείπει. Η ερμηνεία εν πολλοίς είναι αυθαίρετη. Ο Πρωταγόρας πουθενά δε γράφει ξεκάθαρα ότι απορρίπτει τη θανατική ποινή. Και παρόλο που στο λόγο του διακρίνεται μια αποστασιοποίηση από την κρατούσα λογική (η οποία θεωρούσε την τιμωρία ως πράξη ανταπόδοσης της αδικίας ενώ ο ίδιος την έβλεπε και ως απόπειρα επανένταξης του ατόμου στην κοινωνία και ως παιδαγωγούσα και ως σωφρονίζουσα) ωστόσο ο στόχος του να μην ξανααδικήσει ούτε αυτός ο ίδιος (=δράστης) ούτε κάποιος άλλος που θα τον δει να τιμωρείται επιτυγχάνεται πέρα από την αναμόρφωση και με τη φυσική εξόντωση του δράστη και με το σαφές μήνυμα που περνά η κοινωνία σε όλους τους επίδοξους μελλοντικούς αδίκους παιδαγωγικός ρόλος της ποινής προς το κοινωνικό σύνολο). Έτσι αυτή η θέση του δεν έρχεται σε σύγκρουση με τα προηγούμενα, αφού στην 5 η ενότητα ξεκαθάρισε πως αν καταλογιστεί υπαιτιότητα για
κάτι που είναι κοινωνικά αποδεκτό αλλά δεν το έχουμε τότε ο δράστης επιβάλλεται «μή εἶναι ἐν ἀνθρώποις» δεν πρέπει να το εκλαμβάνουμε μόνο ως «δεν πρέπει να ζει μέσα σε ανθρώπινες κοινωνίες» υπονοώντας πως θα πρέπει να εξοριστεί αλλά θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως δε θα βρίσκεται ἐν ἀνθρώποις, επειδή πιθανόν θα βρίσκεται «ἐν τόπῳ χλοερῷ». Επομένως ο τελικός χαρακτήρας της είναι αποτρεπτικός. Ο αποτρεπτικός όμως χαρακτήρας της ποινής «διασώζει» και το σωφρονιστικό και τον παιδαγωγικό χαρακτήρα της ποινής αλλά και δεν εκβιάζει μια παρερμηνεία του Πρωταγόρα εν ονόματι ενός επίπλαστου προοδευτισμού καθώς η θανατική ποινή, τουλάχιστον για εκείνα τα χρόνια αλλά και σήμερα ακόμη για πολλούς ανθρώπους πχ. ποσοστά Ελλήνων που επιθυμούν την επαναφορά της θανατικής ποινής για βαρύτατα αδικήματα ή για ολόκληρους πολιτισμούς πχ. ισλαμικό, μπορεί να λειτουργήσει «παιδαγωγικά» δηλ. αποτρεπτικά για τους επίδοξους αδίκους. Β4. Σ Λ Λ Σ Λ Β5. λογαχός : ἄγοντα ἀγαλλίασις :ἀγάλματα θρέψις :τροφός βαθμίς :βωμούς ἄφιξις :ικανός ὀχυρός : ἔχων διάδημα :ὑποδέσεις νεογνός : συγγένειαν ὀλέθριος : ἀπόλοιτο δεισιδαίμων :δείσας
ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Γ1.Μετάφραση Τα ναυτικά (οι ναυτικές υποθέσεις) των Ελλήνων τέτοια ήταν, και τα παλιά και αυτά που έγιναν ύστερα. Απέκτησαν σημαντική δύναμη όμως, όσοι έστρεφαν την προσοχή τους σ αυτά, με την αύξηση των εισοδημάτων τους και με την κυριαρχία τους στους άλλους. Γιατί πλέοντας κατέστρεφαν τα νησιά και κυρίως όσοι δεν είχαν χώρα επαρκή. Στην ξηρά όμως κανένας πόλεμος δεν έγινε, από τον οποίο να προέλθει και αύξηση. Όσοι πόλεμοι έγιναν ήταν μεταξύ ομόρων, ενώ οι Έλληνες δεν έκαναν εκστρατείες σε ξένες χώρες, μακρινές από τις δικές τους για να κατακτήσουν άλλους (άλλες). Γιατί ούτε τάσσονταν με τα ισχυρότερα κράτη ως υπήκοοι, ούτε πάλι οι ίδιοι έκαναν ως ίσοι κοινές εκστρατείες. Γ2. ἔσται ἐλάττοσι (ν) πρόσσχωμεν ἐπιπλεῖτε κατεστράφθω μάλα διαρκές ἐκδήμοις οὐδεμιᾶς ἐξελθεῖν Γ3.α. Υποκείμενο στο ρήμα ἦν (αττική σύνταξη) Αντικείμενο στη μετοχή προσσχόντες Γενική αντικειμενική στη λέξη ἀρχῇ Εμπρόθετος προσδιορισμός του σκοπού στο ρήμα της πρότασης Κατηγορούμενο στο υποκείμενο του ρήματος ξυνειστήκεσαν Γ3.β. ἅπαντες γιγνώσκουσι ἰσχύν δε περιποιήσασθαι τους προσσχόντας ἅπαντες γιγνώσκουσι ἰσχύν δε περιποιησαμένους τους προσσχόντας ἅπαντες γιγνώσκουσι ὅτι ἰσχύν δε περιποιήσαντο οι προσσχόντες