ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ 2013 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α1. Ο ρομαντισμός αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα λογοτεχνικά ρεύματα. Ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του είναι : η απελευθέρωση της φαντασίας, η έκφραση του συναισθήματος, η εξιδανίκευση του έρωτα, η επιθυμία ένωσης με τη φύση, η επαναστατικότητα και ο αγώνας για την ελευθερία, η υποβλητική σκηνογραφία που εντείνει το μυστηριακό/ οραματικό στοιχείο. Ο Δ. Σολωμός, επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό ρομαντισμό, αποτυπώνει τρία από τα χαρακτηριστικά αυτά στο συγκεκριμένο απόσπασμα. Το μεταφυσικό στοιχείο εντοπίζεται στους στίχους 44-49, στους οποίους ο αφηγητής προσπαθεί να περιγράψει τον απόκοσμο ήχο με γενικούς χαρακτηρισμούς και με αόριστα ή δευτερεύοντα γνωρίσματά του. Αναφέρει ότι δεν υπάρχει κανένας ήχος στον κόσμο που να του μοιάζει, επομένως ήταν υπερφυσικός. Ήταν μουσική χωρίς λόγια ή δεν μπορούσε να περιγράψει με λόγια, ήχος λεπτός, δεν δημιουργούσε αντίλαλο και ήταν απροσδιόριστη η πηγή προέλευσής του (Ἄν εἶν' δεν ἤξερα κοντά, ἄν ἔρχονται ἀπό πέρα). Είναι πλούσιος, ακουστικά ευχάριστος και έμοιαζε με μείγμα πολλών και διαφορετικών ήχων που εκπέμπονταν συγχρόνως από πολλές και διαφορετικές κατευθύνσεις («έρχονται», «γκόμιζαν», «γλυκύτατοι», «ανεκδιήγητοι») Η αγάπη για την πατρίδα εντοπίζεται πιο έντονα στην τρίτη αποφατική εικόνα (στ.35-42). Ο αφηγητής παρουσιάζει τον ήχο του σουραυλιού να ακούγεται Επιμέλεια Απαντήσεων: Σταματάκη Κατερίνα 1
στον Ψηλορείτη όπου τον οδηγούσε ο πόνος (τον τράβουνε). Αυτός ο πόνος οφειλόταν στο ότι το νησί του ήταν σκλαβωμένο. Στο πλαίσιο της συγκινησιακής φόρτισης που του δημιουργούσε η μουσική από το φιαμπόλι, προσφωνούσε την Πατρίδα του και άπλωνε τα χέρια του προς αυτή, καθώς τη φανταζόταν ζωντανή κοντά του, κλαίγοντας για τη σκλαβιά της αλλά περήφανος γι αυτήν. Ο στίχος 40: «ὦ θεϊκιά κι ὅλη αἵµατα Πατρίδα!» έχει χαρακτηριστεί από τον Ι.Μ Παναγιωτόπουλο ως «ο εθνικότερος, ο πατριωτικότερος δεκαπεντασύλλαβος που υπάρχει στη νεότερη ποίηση μας». Έτσι η αξία της και η αγάπη του προς αυτήν υποδηλώνονται με τη σκέψη ότι τα εδάφη και το τοπίο της είναι καλά και αγαπητά και ας είναι όλο πέτρα και η βλάστησή της είναι καλή και αγαπητή, έστω κι αν είναι λιγοστή και φτωχιά. Η εξιδανίκευση του έρωτα συναντάται στο στ.50 («μόλις εἶν' ἔτσι δυνατὸς ὁ Ἔρωτας») όπου ο αφηγητής προσπαθώντας να παρουσιάσει την καταληκτική δύναμη του ήχου τη συγκρίνει με τη δύναμη του έρωτα, από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς. Ο Έρωτας, μια από τις δύο νοητές μορφές, σχετίζεται με την αγαπημένη του Κρητικού αφού κυρίευσε την ψυχή του γι αυτήν. Β1. Τόσο για το Σολωμό όσο και για τους Ευρωπαίους ρομαντικούς μέσα στη φύση ενυπάρχει το θεϊκό στοιχείο, η φύση ταυτίζεται με το Θεό. Δεν πρόκειται για απλή θέαση της ή απλό θαυμασμό προς την ομορφιά της. Γι' αυτό ο άνθρωπος μόνο μέσω της επαφής του με τη φύση μπορεί να έρθει σε αρμονία με το σύμπαν και να νοιώσει το Θείον. Στους στ.25-28 ο απόκοσμος ήχος τραβά την προσοχή του ήρωα και τον επηρεάζει, ώστε να κάνει νωθρό το κολύμπημά του, αντιπαραβάλλεται με το ερωτικό τραγούδι μιας νεαρής κοπέλας, που την ώρα του δειλινού, όταν βγαίνει η σελήνη και τα νερά χάνουν τη διαύγειά τους (:... και τα νερά θολώνουν : φράση που επαναλαμβάνεται στους ελεύθερους Πολιορκημένους) ακούγεται να τραγουδάει τον κρυφό της έρωτα μέσα στο ειδυλλιακό περιβάλλον ενός θαλερού δάσους. Αποδέκτες της γίνονται η βρύση και Επιμέλεια Απαντήσεων: Σταματάκη Κατερίνα 2
τα στοιχεία της φύσης, δέντρα και λουλούδια. Η πληθωρική εικόνα περιλαμβάνει στοιχεία οπτικά (τα δάση, το άστρο), ακουστικά (φωνή, τραγουδάει), οσφρητικά (λουλούδι) και κινητικά (λυγάει). Η γοητεία του ερωτικού τραγουδιού της κορασιάς αποδίδεται με σχήματα λόγου : περίφραση στ.26, πολυσύνδετο στ.26-27 και χιαστό στ.28. Στην τρίτη εκδοχή, αποφατική παρομοίωση, ο άγνωστος ήχος συγκρίνεται με τον ποιμενικό ήχο του φιαμπολιού και ο ήρωας φέρνει με πόνο και νοσταλγία στο νου του την πατρίδα του (στ.35-42). Παρουσιάζει λοιπόν να ακούγεται στον Ψηλορείτη, καθώς ο ήλιος έλαμπε στο καταμεσήμερο φωτίζοντας τα βουνά, τα πέλαγα και τους κάμπους, που έμοιαζαν σαν να του γελούσαν κάτω από το δυνατό του φως. Μέσα σ' αυτή την εικόνα ο αφηγητής βάζει τον εαυτό του ως προνομιούχο ακροατή της μουσικής του σουραυλιού να συνταράσσεται από την ελπίδα και τον πόθο της Ελευθερίας. Τότε στα μάτια του η άγονη γη και το ξερό τοπίο μεταμορφώνονται στην απόλυτη ομορφιά, η αγάπη για την πατρίδα του την έκανε καλή, το πιο ταπεινό και ασήμαντο στοιχείο της γινόταν ωραίο. Η εικόνα περιλαμβάνει στοιχεία οπτικά ( ο Ψηλορείτης, ο ήλιος, τα βουνά, τα πέλαγα, οι κάμποι, πατρίδα), ακουστικά ( φιαμπόλι, αγρικά) ενώ ενισχύεται από πληθώρα σχημάτων λόγου: προσωποποίηση στ. 38, 40, μεταφορά στ.35,40,42 και πολυσύνδετο στ.37-41. Οι δύο αυτές εικόνες προβάλουν την ομορφιά της φύσης και ταυτόχρονα αντιστοιχούν σε διαφορετικές ιδέες, η πρώτη στην ιδέα του έρωτα και η άλλη σ' αυτή της ελευθερίας της πατρίδας. Ο Κρητικός απέναντι στη φυσική ομορφιά αισθάνεται μαγεμένος ενώ ο απόκοσμος ήχος επιδρά καταλυτικά στον αγώνα του, αφού τον αφομοιώνει και εξουδετερώνει το αγωνιστικό του πνεύμα με αποτέλεσμα να χάσει τον αγώνα για τη σωτηρία της αγαπημένης του. Έτσι λοιπόν η φύση ως αντίμαχη δύναμη, πολεμά τον άνθρωπο με δυο τρόπους που βρίσκονται σε συνάρτηση μεταξύ τους. α) διαβρώνει την ηθική του θέληση με το ακαταμάχητο Επιμέλεια Απαντήσεων: Σταματάκη Κατερίνα 3
κάλεσμα για ζωή, την επίγεια ευδαιμονία που ακτινοβολεί και β) Παραλύει την αντίσταση ενάντια στα φυσικά εμπόδια με τη μαγευτική ακτινοβολία των αξιών των οποίων είναι φορέας, δημιουργώντας κρίσιμες συγκρούσεις στο χώρο της συνείδησης, οι οποίες προβάλουν το καίριο πρόβλημα της ηθικής ελευθερίας του ανθρώπου. Β2. Στο λυρικό ποίημα Κρητικός είναι χαρακτηριστικός ο πλούτος των σχημάτων λόγου και ως προς αριθμό τους και ως προς την ποικιλία τους. Είναι επιλεγμένα το καθένα, με απόλυτη προσοχή και δεν είναι απλώς καλολογικά, διακοσμητικά στοιχεία. Αντίθετα έχουν κυρίαρχο ρόλο, αφού διευκρινίζουν, χαρακτηρίζουν, φορτίζουν και μερικές φορές κινητοποιούν τη μνήμη. Επίσης, φωτίζουν καλύτερα τις υψηλές έννοιες, τα σύμβολα, τα πρόσωπα, αλλά και όσα φαίνονται, λανθάνουν ή ακόμα επιφαίνονται στην πορεία της αφήγησης. Πιο συγκεκριμένα, στους στ.29-34 μπορούμε να εντοπίσουμε μερικά χαρακτηριστικά σχήματα λόγου. Αρχικά στο στ.29 εντοπίζεται η αποφατική παρομοίωση με την οποία αποπειράται να συγκρίνει τον ήχο με το γλυκό τραγούδι του αηδονιού, κυρίως για να πάρει ο αναγνώστης μια ιδέα για τη γλυκύτητα της μουσικής εκείνης. Όμως ο μαγευτικός ήχος που άκουγε ο ναυαγός έμοιαζε μ' αυτό το γοητευτικό κελάηδημα, αλλά δεν ήταν αυτό. Επιπλέον η μεταφορά στο στ.29 ( σέρνει τη λαλιά του ) δίνει έμφαση στο κελάηδημα του αηδονιού, εξυμνεί την ομορφιά της φύσης που είναι κάλεσμα ζωής και προσδίδει στο ποίημα ζωντάνια και παραστατικότητα. Παράλληλα με τη χρήση του χιαστού-αναδίπλωσης στο στ.32 τονίζεται η έκταση που καταλαμβάνει το κελαήδημα, καθώς παρουσιάζεται να απλώνεται μακριά στη θάλασσα και στην πεδιάδα. Ακόμα αποτελεί στοιχείο λυρισμού, καθώς δίνει μουσικότητα και ρυθμό στο ποίημα. Τέλος η προσωποποίηση των στ.33-34 παρουσιάζει την αυγή να κρατά ρόδα (τριαντάφυλλα) και να ακούει το κελάηδημα του αηδονιού. Η αναφορά αυτή παραπέμπει στη ροδοδάχτυλη Ηώ του Ομήρου. Στο άκουσμα του κελαηδήματος η αυγή έχασε το κόκκινο χρώμα της ( πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια ), πράγμα που φανερώνει τη δύναμη του ήχου και τη μαγεία που ασκεί Επιμέλεια Απαντήσεων: Σταματάκη Κατερίνα 4
ακόμη και στα άψυχα. Συνεπώς, μέσα από τα σχήματα λόγου αναδεικνύεται η ποιητική τέχνη του Δ. Σολωμού, αφού μέσω αυτών υφαίνονται λεπτοί στοχασμοί, ζωντανεύουν εικόνες, προσδίδεται αμεσότητα και διεγείρονται ευγενή συναισθήματα και συγκινήσεις. Γ1. Όταν ο ήχος σταμάτησε ο ήρωας έστρεψε την προσοχή του στη σωτηρία της αγαπημένης του. Από αυτό το σημείο ως τη στιγμή κατά την οποία φτάνει στη στεριά ( Και τέλος φτάνω στο γιαλό ) παρατηρείται αφηγηματικό κενό αφού ο αφηγητής δε μας πληροφορεί τι ακριβώς συνέβη σ' αυτό το χρονικό διάστημα. Ο αγώνας του λοιπόν να σώσει την κόρη φαίνεται πως έχει στεφθεί με επιτυχία αφού ο ίδιος δίνει σημασία στη σωτηρία της κι όχι στη δική του ( σύνταξη του ρήματος φθάνω ως μεταβατικό). Όταν όμως γεμάτος χαρά αφήνει το σώμα της στην ακτή, διαπιστώνει ότι είναι νεκρή. Η χρήση των λέξεων - κλειδιών αρραβωνιασμένη χαρά -πεθαμένη ενισχύει την υπόθεση ότι η κόρη στον Κρητικό αρραβωνιάστηκε το Χάρο. Το ποίημα κλείνει απότομα, με λιτότητα και χωρίς θρήνους για το θάνατο της κόρης αφού ο ήρωας γνωρίζει ότι η αγαπημένη του βρίσκεται στον Παράδεισο, όπου θα σμίξουν, για να ζήσουν μαζί στην αιωνιότητα. Ο ποιητής με το τέχνασμα της απόκρυψης προσπαθεί σ' ολόκληρο το ποίημα να αποκρύψει επιμελώς το θάνατό της για να τον αποκαλύψει στο τέλος ( πεθαμένη ). Τέλος το σχήμα του κύκλου, αφού η αφήγηση ξεκινά με το ακρογιάλι και κλείνει πάλι μ' αυτό, αποτελεί, κατά τον Δ.Ν. Μαρωνίτη, την έσχατη απόδειξη ότι ο Κρητικός είναι ολοκληρωμένο ποίημα κι όχι απόσπασμα. Δ1.Συγκρίνοντας τα δύο αποσπάσματα μπορούμε να εντοπίσουμε τις ακόλουθες ομοιότητες:και τα δύο κείμενα έχουν ερωτικό χαρακτήρα και είναι εμφανώς επηρεασμένα από το ρεύμα του ρομαντισμού καθώς περιγράφουν έναν εξιδανικευμένο έρωτα. Σε κάθε ένα πρωταγωνιστεί ένα ερωτικό ζευγάρι, Κρητικός-αρραβωνιαστικιά και Ρηνούλα - Σωτήρης. Τα συναισθήματα είναι έντονα : για τον Κρητικό είναι η αιτία Επιμέλεια Απαντήσεων: Σταματάκη Κατερίνα 5
για να αγωνιστεί, να φτάσει στην ακρογιαλιά και να σώσει την καλή του, ενώ η ψυχή της Ρηνούλας έλιωνε βαθιά, σαν το κερί, σβήνοντας σε μια γλύκα πρωτογνώριστη.... Κοινό στοιχείο επίσης αποτελεί η αναφορά σε έναν ήχο που φαίνεται να ασκεί καταλυτική επίδραση στους δύο ήρωες, κυριαρχεί στην ψυχή τους και τους μαγεύει (στ.44,48,51-54 ενώ στο παράλληλο κείμενο : Κι η φωνή... καρδιά της,... έμοιαζε με ένα χάδι...και να λιώσει.τ έλος, μια τρίτη ομοιότητα είναι ότι και οι δύο ήρωες παρουσιάζονται βυθισμένοι σε μια ονειρική -παραδεισένια κατάσταση και επανέρχονται στον κόσμο της σκληρής πραγματικότητας. Στον κρητικό ο ήχος συνεπαίρνει τον ήρωα, κυριαρχεί απόλυτα στην ψυχή του αποπροσανατολίζοντάς τον από το στόχο του. Μάλιστα φτάνει στο σημείο να επιθυμεί να πεθάνει για να ακολουθήσει η ψυχή του τον απόκοσμο ήχο. Μόνο όταν ο τελευταίος σταματά, επανέρχεται στον κόσμο της πραγματικότητας και στο χρέος του (στ. 51-56). Αντίστοιχα στο κείμενο του Ν. Λαπαθιώτη, η ηρωίδα μαγεύεται από μια μελωδία και είναι έτοιμη να την ακολουθήσει νιώθοντας την ανάγκη αυτή από τη νοσταλγία που χαρακτηρίζεται απεγνωσμένη.ξαφνικά ξυπνά, επανέρχεται στην πραγματικότητα και ξεσπά σε ένα βουβό παράπονο.( Κι η Ρηνούλα... πνιγμένο... ). Οι διαφορές που εντοπίζουμε είναι οι εξής: Πρώτα απ' όλα στον Κρητικό ο ήρωας δεν μπορεί να προσδιορίσει το ποιόν του ήχου. Αποκλείει την περίπτωση να συνιστά ανθρώπινη λαλιά, ενώ το ίδιο υπογραμμίζει στο στ.45 ( δεν είναι λόγια ). Αντίθετα στο παράλληλο κείμενο η μελωδία αποτελεί σύνολο γνώριμων φωνών. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει τη φωνή του Σωτήρη που τελικά επικρατεί σκεπάζοντας τις άλλες ( μια μελωδία...κυρίαρχη ).Τέλος, η δεύτερη αντίθεση εντοπίζεται στη συναισθηματική κατάσταση των δύο ηρώων. Ο Κρητικός δεν εκδηλώνει κανένα συναίσθημα όταν συνειδητοποιεί ότι η κόρη είναι πεθαμένη (στ.57-58). Από την άλλη, η Ρηνούλα ξυπνώντας από το όνειρό της ξεσπά, κυριευμένη από μια πρωτόγνωρη νοσταλγία, σ' ενα σιγανό παράπονο πνιγμένο. Επιμέλεια Απαντήσεων: Σταματάκη Κατερίνα 6
Επιμέλεια Απαντήσεων: Σταματάκη Κατερίνα 7