Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6485/ ΑΠΟΦΑΣΗ 99/2017

Σχετικά έγγραφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η 30 /2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2326/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2019

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6151-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 123/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 123/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 102/ 2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/579-6/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 140 / 2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1859/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 22/ 2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4508-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 91/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 120 /2016

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4240-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4470-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 100/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4806/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 70/ 2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 106/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4778-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 166/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 169/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 10/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4805/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 71/ 2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6312-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 3/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3921-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 68/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 15/2019 (Τμήμα)

AΠ Ο Φ Α Σ Η 28/2018 (Τμήμα)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1999/ ΑΠΟΦΑΣΗ 26/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1166/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 10/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3004/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 52/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/426-4/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 172 / 2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 1/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 155/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3696-2/ ΑΠΟΦΑΣΗ 124/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136 /2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5402/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 85 /2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 160/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 2/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 11/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 65/2012

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4940-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5615/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 88 /2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4841-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 144 /2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 64/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8841/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 66/2018

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1566-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 91 /2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ. Γ/ΕΞ/2352/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 33 / 2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 150/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4590/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 36/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2013

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1052-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 35/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 113 /2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4804/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 72/ 2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 75/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 112/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2615/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 107/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/384/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 10/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2019 (Τμήμα)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 94/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2595/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 29/ 2018

Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7700-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 150/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 144/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/482/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 10/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5394-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 110 /2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2111-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 82/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2420/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 43 / 2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3337/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2806/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5613/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 90/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 54 /2018 (Τμήμα)

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5630/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 99/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3111 Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2619/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 43/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ. Γ/ΕΞ/8255/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 202/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5583/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 87/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 23 /2019 (Τμήμα)

Transcript:

Αθήνα, 08-09-2017 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6485/08-09-2017 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΑΠΟΦΑΣΗ 99/2017 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στο κατάστηµά της την 05.4.2017 µετά από πρόσκληση του Προέδρου της, προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρέστησαν ο Αναπληρωτής Πρόεδρος, Γεώργιος Μπατζαλέξης, κωλυοµένου του Προέδρου της Αρχής, Κωνσταντίνου Μενουδάκου, τα τακτικά µέλη της Αρχής Σπυρίδων Βλαχόπουλος, ως εισηγητής και Χαράλαµπος Ανθόπουλος καθώς και το αναπληρωµατικό µέλος Παναγιώτης Ροντογιάννης, σε αντικατάσταση του τακτικού µέλους Αντωνίου Συµβώνη, ο οποίος αν και εκλήθηκε νοµίµως εγγράφως δεν παρέστη λόγω κωλύµατος. Παρούσες χωρίς δικαίωµα ψήφου ήταν η Μαρία Αλικάκου, νοµικός Ε.Ε.Π., ως βοηθός εισηγήτρια και η Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του τµήµατος διοικητικών και οικονοµικών υποθέσεων, ως γραµµατέας. Η Αρχή έλαβε υπόψη τα παρακάτω: Με την µε αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/23/2.1.2014 προσφυγή του ο A καταγγέλλει το Εθνικό Κέντρο Τεκµηρίωσης (εφεξής ΕΚΤ) για παράνοµη επεξεργασία προσωπικών του δεδοµένων. Συγκεκριµένα, ο προσφεύγων καταγγέλλει ότι το ΕΚΤ διέθεσε online µέσω του ιστοτόπου του το πλήρες κείµενο της διδακτορικής του διατριβής κατά το χρονικό διάστηµα, για το οποίο ο προσφεύγων είχε δηλώσει εγγράφως στο απογραφικό δελτίο και ιδίως στο έντυπο «δήλωσης αποδέσµευσης διδακτορικής 1

διατριβής» την πρόθεσή του η ως άνω διδακτορική διατριβή να παραµείνει δεσµευµένη online. Ειδικότερα, ο προσφεύγων αναφέρει ότι είχε δηλώσει στο ως άνω έντυπο να µην αποδεσµευθεί online η διατριβή του πριν την παρέλευση τριετίας, δυνατότητα που του παρείχε το ίδιο το ΕΚΤ βάσει πάγιας πρακτικής του. Επιπλέον, ο προσφεύγων καταγγέλλει ότι το ΕΚΤ αρνήθηκε να ικανοποιήσει αίτηµά του αναφορικά µε τη λήψη των στοιχείων των χρηστών που κατέβασαν τη διδακτορική του διατριβή κατά το επίµαχο χρονικό διάστηµα, επικαλούµενο λόγους προστασίας των προσωπικών δεδοµένων των ενλόγω χρηστών. Για τους ανωτέρω λόγους, A προσέφυγε µε την υπό εξέταση καταγγελία του στην Αρχή. Στο πλαίσιο εξέτασης της ως άνω προσφυγής, η Αρχή απέστειλε το µε αρ. πρωτ. Γ/ΕΞ/2193/06.4.2015 έγγραφο προς το ΕΚΤ ζητώντας διευκρινίσεις αναφορικά µε τα καταγγελλόµενα. Το ΕΚΤ απάντησε µε το µε αρ. πρωτ. (αρ. πρωτ. της Αρχής Γ/ΕΙΣ/2329/21.4.2015) έγγραφο. Στο ως άνω απαντητικό έγγραφό του το ΕΚΤ, επικαλούµενο τις διατάξεις του άρθρου 4 του Π 226/1989 και του άρθρου 70 του Ν. 1566/1985 αναφορικά µε την υποχρέωση των διδακτόρων να καταθέτουν αντίγραφα των διδακτορικών διατριβών στο ΕΚΤ, αναφέρει, µεταξύ άλλων, ότι το ΕΚΤ έχει εκ του νόµου υποχρέωση τήρησης του Εθνικού Αρχείου ιδακτορικών ιατριβών και «της πραγµατοποίησης του συνόλου των πράξεων επεξεργασίας της σχετικής πληροφορίας που είναι απαραίτητες για την πραγµατοποίηση της αποστολής του. Στις πράξεις αυτές συµπεριλαµβάνεται κατ ελάχιστον και η σύνδεση του ονοµατεπωνύµου του διδάκτορα µε τον τίτλο της διδακτορικής διατριβής και των βιβλιογραφικών στοιχείων, ανεξαρτήτως της συγκατάθεσης του διδάκτορα.» χωρίς, ωστόσο, να αναφέρεται στη δυνατότητα που παρέχει το ίδιο στους διδάκτορες να δηλώνουν εγγράφως, εάν επιθυµούν το κείµενο της διατριβής τους να παραµείνει δεσµευµένο, δηλαδή µη διαθέσιµο online, για συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα. Σύµφωνα µε τη δυνατότητα αυτή τα µόνα στοιχεία που µπορούν να είναι ανακοινώσιµα και, συνεπώς, αναρτητέα στον ιστότοπο του ΕΚΤ, είναι το ονοµατεπώνυµο του διδάκτορα και ο τίτλος της διδακτορικής διατριβής του. Τέλος, το ΕΚΤ δηλώνει ότι σε περίπτωση που η Αρχή κρίνει ότι οφείλει να υποβάλει σχετική γνωστοποίηση για την τήρηση του ως άνω αρχείου διδακτορικών διατριβών, θα προβεί άµεσα στη σχετική γνωστοποίηση, την οποία και υπέβαλε στη συνέχεια µε τα µε αριθµ. πρωτ. ΓΝ/ΕΙΣ/2780/11.12.2015 έντυπα γνωστοποίησης. Η Αρχή κάλεσε τα µέρη να παραστούν στη συζήτηση του Τµήµατος στις ακόλουθες ηµεροµηνίες: 02.3.2016, 18.5.2016 και στις 21.12.2016. Κατά τις 2

παραπάνω συνεδριάσεις, ωστόσο, η συζήτηση της υπό κρίση υπόθεσης αναβλήθηκε κατόπιν αντίστοιχων αιτηµάτων του ΕΚΤ. Στη συνεδρίαση του Τµήµατος στις 21.12.2016 ορίσθηκε νέα ηµεροµηνία συζήτησης της υπόθεσης στις 25.1.2017. Στη συνεδρίαση της 25.1.2017, παρέστησαν νοµίµως, ως εκπρόσωπος του ΕΚΤ η πληρεξούσια δικηγόρος, Ζωή Παναγιωτάρα µε ΑΜ ΣΑ, καθώς και ο προσφεύγων, A και η πληρεξούσια δικηγόρος του, Γιαννούλα Αθανασίου µε ΑΜ ΣΑ. Κατά την ακρόαση, οι ως άνω εκπρόσωποι και ο προσφεύγων εξέθεσαν προφορικά τις απόψεις τους και εζήτησαν και έλαβαν προθεσµία υποβολής υποµνήµατος. Συναφώς δε, και οι δύο κατέθεσαν εµπροθέσµως σχετικά υποµνήµατα Στο µε αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/750/31.1.2017 υπόµνηµά του το ΕΚΤ αναφέρει, µεταξύ άλλων, ως προς την online διάθεση της επίµαχης διδακτορικής διατριβής ότι η ενλόγω διατριβή απεστάλη στο ΕΚΤ από το Τµήµα Βιολογίας του ΕΚΠΑ χωρίς το υποχρεωτικό συνοδευτικό απογραφικό δελτίο, το οποίο δεν απεστάλη, κατά τους ισχυρισµούς του ΕΚΤ, ακόµα και µετά από σχετική τηλεφωνική επικοινωνία του ΕΚΤ µε τη Γραµµατεία του ως άνω Τµήµατος. Συνεπώς, κατά τους ισχυρισµούς του ΕΚΤ «δεν σηµειώθηκε κάποια ηµεροµηνία αποδέσµευσης, αφού δεν υπήρχε απογραφικό δελτίο που θα δήλωνε την πρόθεση του διδάκτορα να δεσµεύσει την online διάθεση του πλήρους κειµένου της διατριβής. [ ] το πλήρες κείµενο της διατριβής ήταν διαθέσιµο online κατά την περίοδο 03.12.2012 έως 04.6.2013, σε χρήστες για online φυλλοµέτρηση και σε εγγεγραµµένους χρήστες για µεταφόρτωση του αρχείου. Μετά την 04.6.2013 το ΕΚΤ/ΕΙΕ αµέσως µόλις αντιλήφθηκε τον εκ παραδροµής λανθασµένο χειρισµό του ως προς την εν λόγω διατριβή, την κατέβασε από το Εθνικό Αρχείο ιδακτορικών ιατριβών.». Επιπλέον, το ΕΚΤ επισηµαίνει στο ως άνω υπόµνηµα ότι «η δυνατότητα δέσµευσης αφορά το περιεχόµενο της διδακτορικής διατριβής και σχετίζεται µε τα πνευµατικά δικαιώµατα που υφίστανται επί της εν λόγω διατριβής.», ενώ παρακάτω συνεχίζει τονίζοντας ότι «η δυνατότητα δέσµευσης της διατριβής δεν συνεπάγεται αποκλεισµό από τη δυνατότητα ανάγνωσης ή µελέτης του φυσικού αντιγράφου της διατριβής που βρίσκεται σε έντυπη µορφή στον χώρο της βιβλιοθήκης του ΕΚΤ και ως είθισται και στον χώρο της βιβλιοθήκης εκάστοτε ΑΕΙ.». Στο µε αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/746/31.1.2017 υπόµνηµά του ο προσφεύγων αναφέρει, µεταξύ άλλων, ιδίως για το ζήτηµα της αποστολής από το Τµήµα Βιολογίας του ΕΚΠΑ του επίµαχου απογραφικού δελτίου µε το ειδικό έντυπο δήλωσης «αποδέσµευσης διδακτορικής διατριβής» ότι «η Γραµµατεία του Βιολογικού µε διαβεβαίωσε ότι έστειλε τη διδακτορική µου διατριβή µαζί µε τα έντυπα του ΕΚΤ 3

κατάλληλα συµπληρωµένα (έγγραφο ) (ΣΧΕΤ.11). Πως λοιπόν το ΕΚΤ αµφισβητεί τη Γραµµατεία του Βιολογικού από τη στιγµή που δεν έχει υποβάλλει κανένα έγγραφο προς αυτή, τουλάχιστον πριν από την διαµαρτυρία µου, που να αποδεικνύει το αντίθετο; Επιπλέον, τηλεφωνικά υπάλληλος του ΕΚΤ µε ενηµέρωσε ότι όντως το απογραφικό δελτίο έχει αποσταλεί (2 η παράγραφος της µε αρ. πρωτ. αίτησής µου).» Η Αρχή, µετά από εξέταση των προαναφεροµένων στοιχείων, άκουσε τον εισηγητή και τις διευκρινίσεις από τη βοηθό εισηγήτρια, η οποία στη συνέχεια αποχώρησε, και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1. Σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 4 του Π 226/1989 «Οργανισµός Εθνικού Ιδρύµατος Ερευνών (Ε.Ι.Ε.)» 1 «Το Εθνικό Κέντρο Τεκµηρίωσης (ΕΚΤ) ως επιστηµονική εγκατάσταση εθνικής χρήσης αποσκοπεί στην εξασφάλιση ροής επιστηµονικών και τεχνολογικών πληροφοριών στο σύνολο της ελληνικής επιστηµονικής κοινότητας και κατά προτεραιότητα στα ερευνητικά ινστιτούτα του ΕΙΕ. Για το σκοπό αυτό προβαίνει στη συλλογή, επεξεργασία και διάδοση επιστηµονικών και τεχνολογικών πληροφοριών στον ελληνικό και διεθνή χώρο. [ ]» Περαιτέρω, σύµφωνα µε την παράγραφο 15 του άρθρου 70 του Ν. 1566/1985 «Πρωτοβάθµια ευτεροβάθµια Εκπαίδευση κλπ διατάξεις» «Μετά την έγκριση της διδακτορικής διατριβής και προκειµένου να χορηγηθεί το έγγραφο του τίτλου του διδάκτορα από το αντίστοιχο Α.Ε.Ι. απαιτείται η συµπλήρωση από το διδάκτορα ειδικού εντύπου του Κέντρου Τεκµηρίωσης (Κ.Τ.) του Εθνικού Ιδρύµατος Ερευνών (Ε.Ι.Ε.) µε περίληψη της διατριβής και επιστηµονικά στοιχεία που αφορούν το περιεχόµενό της. Τα έντυπα αυτά καθώς και ένα αντίγραφο της διδακτορικής διατριβής το οικείο Α.Ε.Ι. υποχρεούται να αποστέλλει στο Κ.Τ. του Ε.Ι.Ε. για την ενηµέρωση του εθνικού αρχείου των ελληνικών διδακτορικών διατριβών.» 1 Η διάταξη του άρθρου 4 του Π 226/1989 «Οργανισµός Εθνικού Ιδρύµατος Ερευνών (Ε.Ι.Ε.)» που είχε ως τίτλο «Υπηρεσία Εθνικό Κέντρο Τεκµηρίωσης» είχε καταργηθεί µε το άρθρο 14 παρ. γ του Π 145/2003 (ΦΕΚ Α 121) «Σύσταση και λειτουργία του Κέντρου Εφαρµογών των Τεχνολογιών Επικοινωνίας και Πληροφορίας (Κ.Ε.Τ.Ε.Π)». Ωστόσο, επανήλθε µε τη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 2 του Ν. 3190/2003 «Υπαίθρ. Εµπόριο, Λαϊκές αγορές, πρόστιµα Αγορ. Κωδ., ασφαλ. Εταιρείες, ξενοδοχεία, τέλη ταξινόµησης» 4

2. Σύµφωνα µε το άρθρο 2 του Ν. 2472/1997 «Για τους σκοπούς του παρόντος νόµου νοούνται ως: α) «εδοµένα προσωπικού χαρακτήρα», κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείµενο των δεδοµένων γ) «Υποκείµενο των δεδοµένων» το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδοµένα δ) «Επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα» («επεξεργασία»), κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγµατοποιείται, από το ηµόσιο ή από νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο µε ή χωρίς τη βοήθεια αυτοµατοποιηµένων µεθόδων και εφαρµόζονται σε δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης µορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασµός, η διασύνδεση, η δέσµευση (κλείδωµα), η διαγραφή, η καταστροφή ε) «Αρχείο δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα» («αρχείο»), σύνολο δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία αποτελούν ή µπορεί να αποτελέσουν αντικείµενο επεξεργασίας, και τα οποία τηρούνται είτε από το ηµόσιο ή από νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου, ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο ζ) «Υπεύθυνος επεξεργασίας», οποιοσδήποτε καθορίζει το σκοπό και τον τρόπο επεξεργασίας των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως φυσικό ή νοµικό πρόσωπο, δηµόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισµός.». Επίσης σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 εδ. α και β του ιδίου νόµου τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, «πρέπει να συλλέγονται κατά τρόπο θεµιτό και νόµιµο για καθορισµένους, σαφείς και νόµιµους σκοπούς και να υφίστανται θεµιτή και νόµιµη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών. Επίσης θα πρέπει να είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται ενόψει των σκοπών της επεξεργασίας.». Σύµφωνα µε το άρθρο 5 του ίδιου ως άνω νόµου η διαβίβαση προσωπικών δεδοµένων σε τρίτο αποτελεί επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων, η οποία δεν επιτρέπεται καταρχήν χωρίς την συγκατάθεση του υποκειµένου (άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 2472/97). Κατ εξαίρεση, επιτρέπεται η χορήγησή τους σε τρίτο, και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειµένου των δεδοµένων, µόνον στις εξαιρετικές περιπτώσεις του άρθρου 5 παρ. 2 του Ν. 2472/97. Τέλος, σύµφωνα µε το άρθρο 12 παρ. 2 στοιχ. β του ίδιου νόµου «2. Το υποκείµενο των δεδοµένων έχει δικαίωµα να ζητεί και να λαµβάνει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, χωρίς καθυστέρηση και κατά τρόπο εύληπτο και σαφή, τις ακόλουθες 5

πληροφορίες: α) β) τους σκοπούς της επεξεργασίας, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών γ) [ ]». 4. Στην υπό κρίση υπόθεση, σύµφωνα µε τα όσα περιγράφονται στο ιστορικό της παρούσης, το ΕΚΤ διέθεσε online το πλήρες κείµενο της διδακτορικής διατριβής του προσφεύγοντος χωρίς τη συγκατάθεση του προσφεύγοντος και ενώ ο τελευταίος είχε δηλώσει εγγράφως ότι επιθυµούσε τη δέσµευση της online διάθεσης της διατριβής του για µια τριετία. Το ΕΚΤ παραδέχεται ότι το κείµενο της επίµαχης διδακτορικής διατριβής ήταν διαθέσιµο online, ωστόσο, ισχυρίζεται, ιδίως στο µε αριθµ. πρωτ. (αριθµ. πρωτ. της Αρχής Γ/ΕΙΣ/750/31.1.2017) υπόµνηµά του, ότι αυτό έγινε για το λόγο ότι δεν έλαβε ποτέ από το οικείο Τµήµα του ΕΚΠΑ το απογραφικό δελτίο που συνοδεύει τις διδακτορικές διατριβές και, ιδίως, το ειδικό έντυπο «δήλωσης αποδέσµευσης διδακτορικής διατριβής», ενώ σε άλλο σηµείο του ως άνω υποµνήµατος το ΕΚΤ αναφέρει ότι η ενλόγω αποδέσµευση οφειλόταν σε εκ παραδροµής λανθασµένο χειρισµό του. Επιπλέον, ο προσφεύγων ζήτησε από το ΕΚΤ να του γνωστοποιήσει τα ονόµατα των χρηστών που «κατέβασαν» το κείµενο της διδακτορικής του διατριβής κατά το δηλωθέν χρονικό διάστηµα της τριετίας, αίτηµα το οποίο, ωστόσο, δεν ικανοποιήθηκε από το ΕΚΤ, επικαλούµενο το τελευταίο την προστασία των προσωπικών δεδοµένων των χρηστών. Κατά τις ανωτέρω διατάξεις, το κείµενο της διδακτορικής διατριβής και ιδίως οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό συνιστούν προσωπικά δεδοµένα του προσφεύγοντος, καθώς στο κείµενο αυτό αποτυπώνονται επιστηµονικές του απόψεις που τον διακρίνουν και τον διαχωρίζουν, ενδεχοµένως, από άλλους συγγραφείς του ιδίου επιστηµονικού αντικειµένου, πολλώ δε µάλλον για το λόγο ότι από τη φύση της η διδακτορική διατριβή χαρακτηρίζεται από µοναδικότητα, καθώς στηρίζεται σε επαρκές ποσοστό πρωτότυπης ακαδηµαϊκής έρευνας. Το γεγονός, άλλωστε, ότι ένα κείµενο, που στην προκειµένη περίπτωση είναι η επίµαχη διδακτορική διατριβή, αποτελεί προϊόν πνευµατικής ιδιοκτησίας δεν σηµαίνει ότι αυτό παράλληλα δεν µπορεί να περιέχει πληροφορίες που συνιστούν, κατά τα ανωτέρω, προσωπικά δεδοµένα του συγγραφέα διδάκτορα. (βλ. ενδεικτικά απόφαση 13/2005 της Αρχής). Περαιτέρω, αναφορικά µε το ζήτηµα της δέσµευσης του κειµένου της διδακτορικής διατριβής για ένα χρονικό διάστηµα, όχι ανώτερο των τριών ετών, κατά πάγια πρακτική του ΕΚΤ, ενώ δεν προβλέπεται ρητά η υποχρέωση του τελευταίου να δεσµεύει τα κείµενα των διδακτορικών διατριβών από την online διάθεσή τους για 6

ένα συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα, παρά µόνο όταν οι ίδιοι διδάκτορες το επιθυµούν και το δηλώνουν εγγράφως στο ειδικό έντυπο «αποδέσµευσης διδακτορικής διατριβής», ωστόσο, για το λόγο ότι µε έγγραφη δήλωσή του ο προσφεύγων ζήτησε τη δέσµευση της διδακτορικής του διατριβής για το χρονικό διάστηµα των τριών ετών, παρά το γεγονός ότι κατά τους ισχυρισµούς του ΕΚΤ δεν παραλήφθηκε ποτέ η ενλόγω δήλωση, γεγονός το οποίο, ωστόσο, δεν αποδείχθηκε κατά την εξέταση της υπό κρίση υπόθεσης, δηµιουργήθηκε στον προσφεύγοντα η εύλογη πεποίθηση ότι ο χρονικός όρος που έθεσε θα τηρηθεί. Συνεπώς, ο προσφεύγων δικαίως είχε την απαίτηση από το ΕΚΤ να διατηρήσει δεσµευµένη, µη διαθέσιµη online στους χρήστες του ΕΚΤ, τη διδακτορική διατριβή του για το δηλωθέν χρονικό διάστηµα και κατ επέκταση να «προστατεύσει» το κείµενο της διδακτορικής διατριβής για το ως άνω χρονικό διάστηµα. Άλλωστε, ο προσφεύγων άντλησε αυτή τη δυνατότητα, δηλαδή τη δέσµευση της online διάθεσης της διδακτορικής διατριβής του για ορισµένο χρονικό διάστηµα, από την ίδια πρακτική του ΕΚΤ, σύµφωνα µε την οποία δίδεται η δυνατότητα σε όποιον διδάκτορα το επιθυµεί να δηλώνει εγγράφως στο απογραφικό δελτίο και ειδικότερα στο έντυπο «αποδέσµευσης διδακτορικής διατριβής» το χρονικό διάστηµα κατά το οποίο η διατριβή του επιθυµεί να είναι δεσµευµένη. Το δε χρονικό διάστηµα δέσµευσης από την online διάθεση των διδακτορικών διατριβών δεν µπορεί να είναι ανώτερο από τα τρία έτη. Συνεπώς, το ΕΚΤ, αποδεσµεύοντας το πλήρες κείµενο της διδακτορικής διατριβής του προσφεύγοντος πριν την παρέλευση της τριετίας για διάθεση online χωρίς τη συγκατάθεση του προσφεύγοντος και χωρίς να ισχύει κάποια από τις εξαιρετικές περιπτώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν.2472/1997, προέβη σε αθέµιτη επεξεργασία των προσωπικών δεδοµένων του προσφεύγοντος. Τέλος, όσον αφορά στο αίτηµα του προσφεύγοντος προς το ΕΚΤ για τη χορήγηση των στοιχείων των χρηστών που κατέβασαν το κείµενο της διδακτορικής του διατριβής κατά το επίµαχο χρονικό διάστηµα, το ΕΚΤ όφειλε να τα χορηγήσει στον προσφεύγοντα σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 2 στοιχ. β του Ν. 2472/1997. Σύµφωνα µε το άρθρο 12 του Ν. 2472/1997, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να ικανοποιεί το δικαίωµα πρόσβασης των υποκειµένων των δεδοµένων εντός δεκαπέντε (15) ηµερών από την άσκησή του. Σηµειώνεται, ότι το δικαίωµα πρόσβασης που δίνει ο νόµος στο υποκείµενο των δεδοµένων έχει θεσπιστεί για να ελέγχει ο τελευταίος, µεταξύ άλλων, αν έχουν τηρηθεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας οι διαδικασίες θεµιτής επεξεργασίας για τα δεδοµένα που το αφορούν. 7

Συνεπώς, το ΕΚΤ, ως υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να χορηγήσει τα αιτούµενα στοιχεία στον προσφεύγοντα για το λόγο ότι ο τελευταίος, ως υποκείµενο των δεδοµένων, έχει δικαίωµα να γνωρίζει, µεταξύ άλλων, τους αποδέκτες των προσωπικών του δεδοµένων. Στην υπό κρίση δε υπόθεση, ο προσφεύγων έχει το δικαίωµα αυτό, ιδίως, για το λόγο ότι για την ενλόγω επεξεργασία δεν έδωσε τη συγκατάθεσή του. Αντιθέτως, ο προσφεύγων είχε εγγράφως δηλώσει την πρόθεσή του να µη λάβει χώρα η ενλόγω επεξεργασία από το ΕΚΤ για το χρονικό διάστηµα των τριών ετών. Συνεπώς, ο προσφεύγων έχει δικαίωµα να λάβει τα στοιχεία των χρηστών που κατά το δηλωθέν χρονικό διάστηµα κατέβασαν το κείµενο της διδακτορικής του διατριβής από τον ιστότοπο του ΕΚΤ. Για τους λόγους αυτούς Η Αρχή 1) δέχεται την προσφυγή και απευθύνει αυστηρή προειδοποίηση στο Εθνικό Κέντρο Τεκµηρίωσης εφεξής να συµµορφώνεται µε τις έντυπες δηλώσεις των διδακτόρων αναφορικά µε τη δέσµευση της διδακτορικής τους διατριβής για συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα 2) καλεί το Εθνικό Κέντρο Τεκµηρίωσης να χορηγήσει στον προσφεύγοντα τα στοιχεία των χρηστών - ληπτών του κειµένου της διδακτορικής διατριβής του κατά το χρονικό διάστηµα, για το οποίο ο προσφεύγων είχε δηλώσει εγγράφως ότι επιθυµεί τη δέσµευση του κειµένου της διδακτορικής του διατριβής. Ο αναπληρωτής Πρόεδρος Η Γραµµατέας Γεώργιος Μπατζαλέξης Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου 8