KOYTSOYKIS sel_dd filal_layout 1 01/09/2011 1:13 ΜΜ Page 3 Ο πάπυρος του Μωυσή



Σχετικά έγγραφα
Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΦΥΛΑΚΗ ΥΨΙΣΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Aφιερωμένο στην Παυλίνα Κ. για το νόστο και τη θλίψη πού έχει για το Μαγικό Ψάρι του Αιγαίου

Το παραμύθι της αγάπης

Ταξίδι στις ρίζες «Άραγε τι μπορεί να κρύβεται εδώ;»

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

ΣΑΑΝΤΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ: «Ο ΚΗΠΟΣ ΜΕ ΤΑ ΡΟΔΑ» ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΑΔΑΜ

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΞΩΤΙΚΩΝ. Ιστορίες από τη Σκωτία και την Ιρλανδία

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Με της αφής τα μάτια Χρήστος Τουμανίδης

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

γραπτα, έγιναν μια ύπαρξη ζωντανή γεμάτη κίνηση και αρμονία.

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Αυτός είναι ο αγιοταφίτης που περιθάλπει τους ασθενείς αδελφούς του. Έκλεισε τα μάτια του Μακαριστού ηγουμένου του Σαραντάριου.

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών Γυµνασίου - Λυκείου

ΤΩΝ ΑΝΤΙΘΕΤΩΝ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΗΛΕΟ ΧΡΟΝΟ

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Μια μικρή... μεγάλη καρδιά. ο Άγιος Ταρσίζιος

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ -ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι.

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ο ροταϊός και ο βασιλιάς της Κάρμεν Ρουγγέρη εικονογράφηση Λαυρέντης Χωραΐτης

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Οπως μαλλον θα ξερετε, εγώ κι ο αδερφός μου

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

ΑΓΑΠΩ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ Οι 300 του. Λεωνίδα. και οι επτακόσιοι Θεσπιείς. Κείμενα: Αναστασία Δ. Μακρή Εικόνες: Μιχάλης Λουκιανός

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

ΑΠΌΚΡΥΦΑ ΤΗΣ Η ΑΓΊΑ ΓΡΑΦΉ ΒΑΣΙΛΈΩΣ ΙΑΚΏΒΟΥ 1611 ΠΡΟΣΕΥΧΉ ΤΗΣ ΑΖΑΡΊΑΣ και ΤΡΑΓΟΎΔΙ από ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΕΒΡΑΊΟΥΣ

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Γυμνάσιο Αγ. Βαρβάρας Λεμεσού. Τίτλος Εργασίας: Έμαθα από τον παππού και τη

ΤΟ ΕΥΡΗΚΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΗΔΗ

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Άννα & Έλσα O ΓΗΤΕΥΤΗΣ ΤΩΝ ΑΡΚΟΥΔΩΝ. Έρικα Ντέιβιντ

Ζήτησε να συναντηθούμε νύχτα. Το φως της μέρας τον

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε:

Η πορεία προς την Ανάσταση...

Κυριάκος Δ. Παπαδόπουλος ΑΠΟ ΦΤΕΡΟ ΚΙ ΑΠΟ ΦΩΣ

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού Β Περίοδος

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

Σ.Δ.Ε. ΦΥΛ. ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ. Μια φορά κι έναν καιρό, χωρίς το πιο πολύτιμο αγαθό: το νερό Π.Μ.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Ευάγγελος Ρήγας. Ευάγγελος Ρήγας. Ο Κήπος. του Ανάγερτου. Με την ευγενική υποστήριξη των Εκδόσεων iwrite και των Πρότυπων Εκδόσεων Πηγή.

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ο όνομά μου δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία. Το πιθανότερο είναι ότι η αναφορά του θα έκρυβε κινδύνους για μένα, για σένα, αγαπητέ αναγνώστη, καθώς

Transcript:

Ο πάπυρος του Μωυσή

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗ ΣΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ j Σ Τ Η Σ Ε Ι ΡΑ : Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Π Ε Ζ Ο Γ ΡΑΦ Ι Α Χοράς αλ Ζαμάν (Οι Φύλακες του Χρόνου), 2005 Ο πάπυρος του Μωυσή, 2011 Σ Τ Η Σ Ε Ι ΡΑ : Ε Σ Ω Τ Ε Ρ Ι Σ Μ Ο Σ Α Π Ο Κ Ρ Υ Φ Α Τα Μυστήρια των Εσσαίων, 1987 Χριστός Αντίχριστος Άνθρωπος, 1988 Ακενατόν Ο Πρίγκιπας του Φωτός, 1996 Η χαμένη γνώση της Βίβλου, τόμος Α, 1992 Η χαμένη γνώση της Βίβλου, τόμος Β, 1996 Πύλες φωτός, 2005 Η χαμένη αστροπύλη της μυστικής Αιγύπτου, 2007 Το τραγούδι των κρυστάλλων, 2007

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ Μυθιστόρημα ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

Copyright Δημήτρης Κουτσούκης Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2011 Έτος 1ης έκδοσης: 2011 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με ο- ποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιον δήποτε τρόπο αναπα ραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειο - θεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31 e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-5360-0

Στην αγαπημένη μου κόρη Αιμιλία. Είθε οι ευλογίες του Υψίστου να συνοδεύουν κάθε βήμα της ζωής της.

Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο 1 ΤΟ ΓΕΡΑΚΙ έκοβε εδώ και ώρα βόλτες πάνω απ τον αγρό του αιωνόβιου Χάλεβ. Εκείνος, μισοξαπλωμένος κάτω απ τον ήσκιο μιας τεράστιας βελανιδιάς, τρεμόπαιζε τα βλέφαρά του θέλοντας ν αποφύγει τη μεσημεριανή αντηλιά. Ήθελε τόσο πολύ να κοιμηθεί, ν αφεθεί σε όνειρα λησμονιάς, αλλά το νεύρο μέσα του δεν τον άφηνε να αναπαυθεί. Στα εκατό χρόνια της ζωής του δεν είχε πάψει ούτε στιγμή να έχει αγωνία για όσα συνέβαιναν στη φαμίλια του και στη φυλή του. Και είχαν συμβεί πολλά. Ήταν ογδόντα πέντε χρόνων όταν έφτασε σε τούτα τα μέρη, μετά την έξοδο από την Αίγυπτο. Η ματιά του ήταν ακόμα καθαρή σαν του αετού και τα χέρια του κρατούσαν γερά το βαρύ ξίφος του, που δεν τ αποχωριζόταν ποτέ. Α- κόμα και τώρα το χε πλάι στο προχειροφτιαγμένο ξύλινο κρεβάτι που του είχε στρώσει η Αχσάν, η κόρη του, κάτω απ τη σκιά του δέντρου, για ν αναπαύεται στις ζέστες του καλοκαιριού. Ανασηκώθηκε λίγο πάνω στα σκληρά τρίχινα στρωσίδια και έστρεψε το βλέμμα του στην πλαγιά του λόφου που α- 9

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ πείχε μερικές εκατοντάδες μέτρα από το σπιτικό του. Το στόμιο μιας σπηλιάς, που κάλυπτε ένα σκουρόχρωμο υφαντό, σημάδευε το ιερό σπήλαιο Μαχπελάχ. Είχε χρόνια να το επισκεφθεί. Τα πόδια του δεν βοηθούσαν πια. Έστελνε όμως συχνά τον Ιρού, τον Ηλά και τον Ναάμ, τους τρεις γιους του, να φροντίσουν τα λείψανα των προγόνων του λαού τους, που αναπαύονταν αιώνες τώρα στη Χεβρώνα, στα υπόγεια, σκοτεινά σπλάχνα εκείνου του λόφου. Ήταν η τελευταία κατοικία για τον Αβραάμ και τη Σάρρα, τον Ισαάκ και τη Ρεβέκκα, τον Ιακώβ και τη Λεία. Στα ίδια χώματα, σε α- κόμα μεγαλύτερο βάθος, βρίσκονταν και τα οστά του Αδάμ και της Εύας, των πρωτόπλαστων. Αυτό ήταν το μεγάλο μυστικό που λίγοι γνώριζαν. Ένα μυστικό που είχε αποκαλύψει ο ίδιος ο Ενώχ στους απογόνους του. Από δω, έλεγε η παράδοση, περνούσαν οι ψυχές των νεκρών για να εξαγνιστούν μέσα σε ένα δροσερό πυρ κι ύστερα να καταλήξουν στην ουράνια Εδέμ. Αυτό λοιπόν το χώμα της σπηλιάς σκέπαζε μαζί με τα οστά των προγόνων και την ιστορία του αρχαίου Ισραήλ. Πάντα αναρριγούσε όταν σκεφτόταν εκείνες τις μακρινές εποχές, που ο Θεός μιλούσε ξεκάθαρα στους ανθρώπους κι εκείνοι τηρούσαν με δέος τις εντολές του. Πέρασαν αιώνες από τότε κι ύστερα ήρθε η σκλαβιά στη χώρα του Νείλου. Τέσσερεις σχεδόν αιώνες κατατρεγμού. Οι Ισραηλίτες άγγιζαν τα έσχατα όρια της ανθρώπινης αντοχής. Ώσπου έ- φτασε ο καιρός της λευτεριάς. Όχι με επανάσταση και βία, αλλά με την παρέμβαση του Θεού. Και μάλιστα σε χρόνους που η καταπίεση στην Αίγυπτο άνοιγε τη θύρα του ολέ- 10

Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ θρου: τα αρσενικά νεογέννητα έπρεπε τώρα να θανατώνονται ώστε να μην αβγατίζουν οι Ισραηλίτες και γίνονται κρυφή απειλή για τον φαραώ. Κάθε Εβραία καταριόταν τη στιγμή που έβλεπε να φουσκώνει η κοιλιά της. Ήξερε πως αν ο καρπός της ήταν αγόρι, οι στρατιώτες θα έκοβαν βάναυσα το νήμα της ζωής του. Δεν υπήρχε σπίτι που να μη θρηνεί. Ή μάλλον υπήρχε: το σπίτι του Άμραμ και της Ιωχαβέδ. Εκεί συνέβαιναν παράξενα πράγματα. Σε όλη την ε- γκυμοσύνη της η Ιωχαβέδ πεταγόταν το βράδυ απ τον ύ- πνο της λουσμένη στον ιδρώτα. Τα όνειρά της είχαν την ίδια πάντα ιστορία: ο γιος που θα φερνε στον κόσμο θα ζούσε για να εκπληρώσει το πεπρωμένο του λαού Ισραήλ. Τα ίδια όνειρα έβλεπε και η κόρη της η Μύριαμ, ενώ ο τρίχρονος γιος της, ο Ααρών, αναζητούσε καταφύγιο στον πατέρα του, με τις παιδικές του απορίες να μένουν αναπάντητες. Και τα όνειρα βγήκαν αληθινά. Το νεογέννητο αρσενικό σώθηκε τελικά από τον ίδιο τον ιερό ποταμό. Το ήρεμο ρεύμα του Νείλου έφερε το καλαθάκι όπου το είχαν τοποθετήσει στα χέρια της κόρης του φαραώ. Η άτεκνη πριγκίπισσα αγάπησε το μωρό σαν δικό της. Του έδωσε το όνομα Μωυσής και το πήρε στο παλάτι με την άδεια του πατέρα της, παρά τις προειδοποιήσεις του μάγου της φαραωνικής αυλής ότι το μωρό εκείνο θα γινόταν στο μέλλον κίνδυνος μεγάλος για τη χώρα. Ο Μωυσής ανατράφηκε σαν πρίγκιπας και πολλοί ήταν ε- κείνοι που έλεγαν ότι θα διαδεχόταν τον φαραώ στον θρόνο. Ήταν ένα όμορφο και ρωμαλέο αγόρι, που αφομοίωνε με πάθος τις διδασκαλίες των ιερέων και των σοφών του παλατιού. 11

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ Κι όταν ανδρώθηκε, απέδειξε περίτρανα ότι εκτός των άλλων είχε και μοναδικές στρατιωτικές αρετές. Με νίκες και λάφυρα γύριζε στο παλάτι κάθε φορά που ο φαραώ τον έστελνε να εξοντώσει εχθρούς της χώρας. Έφτασε μέχρι και τη μακρινή Αιθιοπία, όπου υπέταξε με αξιοζήλευτη στρατηγική τον στρατό του βασιλιά των Αιθιόπων. Ο νικημένος βασιλιάς στάθηκε μπροστά του ως ταπεινός πλέον σύμμαχος και η κόρη του τον ερωτεύτηκε τόσο, ώστε τον ακολούθησε στην πρωτεύουσα της Αιγύπτου, τη Μέμφιδα. Ήταν ένας ατρόμητος κατακτητής, προορισμένος για δόξα και αξιώματα. Όμως στα τρίσβαθα της ψυχής του δεν είχε πάψει ποτέ να καίει μια παράξενη φλόγα που όρισε τελικά τη μοίρα του: η φλόγα ενός πεπρωμένου, που, μολονότι αγνοούσε σαράντα ολόκληρα χρόνια, άλλαξε στη συνέχεια ριζικά τη ζωή του αλλά και την πορεία ενός ολόκληρου έθνους. Η Αχσάν έφερε σ ένα μικρό πήλινο κιούπι νερό και λίγα καθαρισμένα φραγκόσυκα. «Πιες να δροσιστείς, πατέρα μου, και πάρε να γλυκάνεις λίγο το στόμα σου», είπε καθώς του στερέωνε την πλάτη σ ένα σκληρό μαξιλάρι. Το τρυφερό χαμόγελο που φώτισε το πρόσωπο του Χάλεβ φανέρωνε την ιδιαίτερη αγάπη που είχε στην κόρη του. Ήπιε μερικές γουλιές και της έγνεψε να καθίσει πλάι του. «Όταν συλλογιέσαι περισσότερο το παρελθόν από το παρόν, είσαι πια γέρος. Κι όταν το ζεις σχεδόν κάθε στιγμή, τότε πλησιάζει το τέλος. Όλα έρχονται ολοζώντανα στον 12

Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ νου μου, λες και γίνονται τούτη τη στιγμή. Έζησα πολύ, έ- ζησα όσο χρειαζόταν». Η Αχσάν κάθισε σε μια ψάθα πλάι στο προσκεφάλι του και έγειρε στον ώμο του. «Δεν θα σε πάρει ακόμα ο Θεός κοντά του, πατέρα μου. Σε χρειάζεται η φυλή σου κι έχεις να κάνεις πολλά για να στεριώσει εδώ στη Χεβρώνα», του είπε. «Συχνά τα βράδια έρχεται στα όνειρά μου ο Μωυσής και μου δείχνει τη δύση. Παλιά μου έδειχνε την ανατολή. Αμίλητος, με τη ράβδο στο χέρι», συνέχισε εκείνος σα να μην ά- κουσε τα λόγια της. «Όταν έρθει η ώρα, θα σου μιλήσει. Ησύχασε τώρα. Μην παιδεύεις το μυαλό σου». Το ρυτιδιασμένο χέρι του απλώθηκε αναζητώντας το δικό της κι όταν το βρήκε το σφιξε δυνατά. Έκλεισε τα μάτια και με φωνή απόμακρη, σχεδόν ψιθυριστή, λες και πάσχιζε να περιγράψει κάποιο φευγαλέο όραμα, είπε: «Τον βλέπω... τον βλέπω καθαρά, Αχσάν. Το βλέμμα του είναι φωτιά κεραυνού που φτάνει ίσαμε το ξεραμένο μεδούλι μου. Ίδιος όπως τότε που γύρισε απ το βουνό του Θεού και πήγαινε από σπίτι σε σπίτι για να μας πει ότι πλησίαζε η ώρα που θα τέλειωνε η σκλαβιά μας». Είχε ακούσει κι άλλες φορές η Αχσάν την ίδια αφήγηση από τα χείλη του πατέρα της. Ιδίως τους τελευταίους μήνες. Κάθε φορά όμως την κατέκλυζε η ίδια συγκίνηση. Ήξερε ότι δεν ήταν ένα γεροντικό παραλήρημα, αλλά μια ιερή μνήμη γεμάτη δύναμη, πάθος, αγάπη για τον Θεό και τους ανθρώπους. 13

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ «Πολλοί τον απόπαιρναν», συνέχισε ο Χάλεβ. «Δεν πίστευαν. Σ ένα σπίτι τον χτύπησαν και τον πέταξαν έξω σαν άδειο σακί. Εκείνος όμως βράχος ακλόνητος. Όταν ήρθε στο φτωχικό μας, τα αίματα απ τα χτυπήματα είχαν ξεραθεί στο μέτωπο και στο αφτί του. Του δωσα ένα βρεγμένο πανί και σκουπίστηκε. Είναι προσταγή Θεού. Δείλιασα κι εγώ στην αρχή, αλλά εκεί στο Χωρήβ μου άνοιξε τα μάτια και είδα, μου είπε. Τι είναι αυτά που λες; τον ρώτησα. Είδα και εννόησα. Είδα τη μεγάλη του δύναμη και εννόησα τη μοίρα μας, αποκρίθηκε ο Μωυσής». Όσο προχωρούσε η εξιστόρηση, τόσο βούρκωνε η Αχσάν. Ο πατέρας της κουραζόταν και έπασχε εκείνες τις στιγμές, αλλά δεν τολμούσε να τον διακόψει. Ταξίδευε κι ε- κείνη μαζί του σε εποχές και τόπους που δεν γνώρισε, μαζί με τους ήρωες του λαού της. Ο Χάλεβ αναστέναξε βαθιά και συνέχισε: «Μίλα καθαρά, του είπα δίνοντάς του να πιει λίγο νερό. Καθίσαμε γύρω από τη φωτιά. Ήταν μαζί του ο Ααρών, ο αδελφός του, και ο νεαρός Αυσή, ο γιος του Ναυή, που αργότερα ο Μωυσής του δωσε το όνομα Ιησούς. Ο Αα - ρών είχε τα μάτια χαμηλά και δεν μιλούσε. Όλη την ώρα έ- μοιαζε να σκέπτεται, ποιος ξέρει τι. Ο γιος του Ναυή τον παρατηρούσε γεμάτος ενθουσιασμό. Τον είχε συνεπάρει. Όρισε τη μέρα. Φτάνει να ορίσεις τη μέρα, έλεγε και ξανάλεγε. Η μέρα έρχεται, αλλά δεν έφτασε ακόμα, του α- ποκρίθηκε κάποια στιγμή ο Μωυσής. Πρώτα να γίνουμε λαός με πίστη και θέληση. Τώρα είμαστε ένα αποκαμωμένο κοπάδι. Ζώα πληγιασμένα και άρρωστα». 14

Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ Ένας στιγμιαίος σπασμός διαπέρασε το σώμα του Χάλεβ. Η Αχσάν πετάχτηκε ανήσυχη. Η ανάσα του γινόταν ό- λο και πιο γρήγορη και στο μέτωπό του είχαν σχηματιστεί κόμποι ιδρώτα. Τα δευτερόλεπτα σιωπής που ακολούθησαν της φάνηκαν ώρες ολόκληρες. Δεν ήξερε τι να κάνει, πώς να αντιδράσει. Αυτή τη φορά ήταν πολύ έντονο αυτό που του συνέβαινε. Περισσότερο από κάθε προηγούμενη φορά. Της ξανάσφιξε το χέρι σα να ήθελε να την καθησυχάσει. Έκλεισε τα μάτια του. Οι εικόνες μέσα στην οθόνη του νου του άρχισαν ξανά να τρέχουν. «Σηκώθηκε ο Μωυσής κι άρχισε να κόβει βόλτες γύρω απ τη φωτιά. Η μάνα σου είχε ζαρώσει σε μια γωνιά και δεν έβγαζε άχνα. Κάπου κάπου σφούγγιζε βιαστικά ένα δάκρυ. Πες μας για τη δύναμη που είδες και για τη μοίρα του λαού μας που έμαθες, του είπα εγώ και σηκώθηκα. Στάθηκα ορθός απέναντί του. Ο Μωυσής σταμάτησε απότομα τα βήματά του. Με κοίταξε στα μάτια κι ένα ανεξήγητο ρίγος διαπέρασε τη ραχοκοκκαλιά μου. Εκεί στην έρημο αντίκρισα τη δόξα του Θεού κι άκουσα τη φωνή του. Μου είπε πως ήταν απόφαση κι εντολή του να οδηγήσω τον λαό μας έξω από την Αίγυπτο, στη Γη της Επαγγελίας. Μου είπε ακόμα ότι θα συντρίψει τις αλυσίδες του Ισραήλ και θα ταπεινώσει τον σκληρόκαρδο φαραώ. Η Αίγυπτος θα θρηνεί για χρόνους πολλούς. Ο Ααρών είχε βουρκώσει. Η μάνα σου κρατούσε το κεφάλι της μέσα στις παλάμες της και το αδυνατισμένο κορμί της έτρεμε. Εκεί στην έρημο, συνέχισε ο Μωυσής, μου φανέρωσε ετούτη τη ράβδο. Είναι η Βακτηρία του πρωτόπλαστου Αδάμ, φτιαγμένη από ξύλο του Δέντρου της 15

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ Ζωής. Στο διάβα των αιώνων την κράτησαν ο αθάνατος Ενώχ, ο υπάκουος Νώε, ο προπάτοράς μας Σημ, ο πιστός Αβραάμ, ο γιος του ο ταπεινός Ισαάκ, ο σοφός Ιακώβ και ο ευλογημένος Ιωσήφ. Ύστερα πέρασε στα χέρια του Ιοθόρ, που, αφού την φύλαξε υπομονετικά χρόνια και χρόνια, την έδωσε σ εμένα, μετά από μήνυμα Θεού. Πάνω της είναι χαραγμένο το όνομα του Υψίστου. Όταν την κράτησα για πρώτη φορά στα χέρια μου, ένιωσα ότι ήταν πηγή καταιγίδας και ηρεμίας, θανατικού και ίασης, φωτιάς και ευλογίας, τρόμου και ελέους. Σ εσάς τα λέω αυτά, και σαν έρθει η στερνή ώρα φροντίστε να μην πέσει σε χέρια βέβηλα. Ακολούθησε βαριά σιωπή. Ο Αυσή ήρθε αργά και στάθηκε στο πλάι μου. Δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε. Μόνο το τρίξιμο από τα λιγοστά κούτσουρα που σιγοκαίγονταν ακουγόταν. Κάποια στιγμή ο Μωυσής κοίταξε τριγύρω, λες και συνερχόταν από βαθιά έκσταση, και είπε απευθυνόμενος σ εμένα: Μίλησε στους δικούς σου. Πες τους ότι ο θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ κρατά τις υποσχέσεις του. Αγκαλιαστήκαμε. Θα είμαι μαζί σου ως το τέλος», του είπα. Ένας λυγμός στάθηκε σαν κόμπος στο λαρύγγι του Χάλεβ. Η φωνή του δεν έβγαινε πια. «Μη μιλάς άλλο, πατέρα. Μην κουράζεσαι. Αναπαύσου», είπε η Αχσάν. Του χάιδεψε απαλά το μέτωπο και κούρνιασε πλάι του. Ένα ανεπαίσθητο αεράκι θρόισε τις φυλλωσιές της βελανιδιάς. Ο Χάλεβ έκλεισε τα μάτια και παραδόθηκε εξαντλημένος στον ύπνο. 16

Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο 2 ΟΦΑΡΑΩ Ακεπερουρέ βγήκε με αργά βήματα στον μεγάλο εξώστη του παλατιού. Στάθηκε στην άκρη και αγνάντευε αφηρημένα το ποτάμι που λαμπύριζε κάτω απ το α- σημένιο φως της πανσελήνου. Εδώ και ώρα ένιωθε μια περίεργη ανησυχία. Εκείνος ο φαύλος Μωυσής τον είχε αναστατώσει με τις μαγείες του. Η χώρα περνούσε δύσκολες μέρες με τις απρόσμενες καταστροφές που είχαν πλήξει ζώα, σπαρτά κι ανθρώπους. Και το χειρότερο ήταν ότι οι μάγοι και οι σοφοί του παλατιού στάθηκαν ανήμποροι να α- ποτρέψουν το κακό. Πόσο είχε μετανιώσει που δεν τον είχε βγάλει από τη μέση όσο ήταν ακόμα καιρός. Έπρεπε να το χε κάνει από την πρώτη κιόλας στιγμή που τόλμησε να εμφανιστεί ενώπιόν του ζητώντας με περισσή αλαζονεία να α- φήσει τους Ισραηλίτες να φύγουν από την Αίγυπτο. «Κύριε των Δύο Βασιλείων, Αγαπημένε Γιε του Άμμωνα-Ρα», ακούστηκε πίσω του μια φωνή. Ο έμπιστος σύμβουλός του, ο Νεσαμούν, πλησίαζε με μικρά βήματα και δουλοπρεπείς υποκλίσεις. 17 2 o

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ «Μίλησε». «Είθε οι θεοί να σε προστατεύουν, άρχοντά μου. Στο παλάτι και στην πόλη υπάρχει ηρεμία. Οι πιστοί σου υπήκοοι αναπαύονται και οι άγρυπνοι φρουροί σου φροντίζουν για την ασφάλεια της λαμπρής πρωτεύουσας». «Ο γιος μου; Πού είναι ο γιος μου;» Η ανησυχία στη φωνή του ήταν φανερή. «Αναπαύεται, Κύριέ μου, κοντά στη Μεγάλη Κυρία του Οίκου, την αγαπημένη βασιλική σύζυγο». «Κι εκείνος; Πού είναι εκείνος;» είπε ο φαραώ γυρίζοντας ξαφνικά προς το μέρος του Νεσαμούν. Στο πρόσωπό του υπήρχε ένας έντονος μορφασμός απέχθειας και μίσους. «Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα πού κρύβεται ο προδότης. Δεν θα τολμήσει όμως να σε ενοχλήσει ξανά, άρχοντά μου. Οι έμπιστοί μου λένε ότι ίσως και να γύρισε στην έ - ρημο. Εκεί που ανήκει. Μαζί με τα φίδια και τους σκορ - πιούς». Ο Νεσαμούν ήξερε βέβαια ότι ο Μωυσής δεν είχε φύγει από τη Γεσέν, δεν ήθελε όμως να επιβαρύνει την κακοκεφιά του φαραώ. Ο Ακεπερουρέ στράφηκε ξανά προς το ποτάμι. Ούτε κι αυτός πίστευε ότι ο Μωυσής είχε εγκαταλείψει την Αίγυπτο. Δεν είχε άλλωστε λόγους να το κάνει. Μέχρι στιγμής αυτός ήταν που έβαζε τους όρους του παιχνιδιού. «Να μάθετε πού βρίσκεται. Να διπλασιαστεί η φρουρά σε όλους τους χώρους του παλατιού. Πήγαινε τώρα. Κανείς να μην τολμήσει απόψε να μου φέρει δυσάρεστα μαντάτα», είπε ο φαραώ και στον τόνο της φωνής του πλανιόταν ξεκάθαρα η απειλή. Στο βάθος όμως υπήρχε φόβος. 18

Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ Ο Νεσαμούν απομακρύνθηκε πισωπατώντας. Καταλάβαινε πολύ καλά ότι ο αφέντης του περνούσε κρίσιμες ώρες. Ο καταραμένος Μωυσής είχε αναστατώσει όλη τη χώρα. Ο Ακεπερουρέ άρχισε να βηματίζει νευρικά. Στον νου του στριφογύριζαν τα λόγια που του χε πει ο Μωυσής την τελευταία φορά που ήρθε στο παλάτι: «Ο Θεός μου λέει στον Φαραώ, Άφησε τον λαό μου να επιστρέψει στη γη των προγόνων του. Αν δεν συμμορφωθείς και τούτη τη φορά, θα πεθάνουν τα πρωτότοκα αρσενικά των Αιγυπτίων. Μαζί μ αυτά και ο γιος και διάδοχός σου». Ήταν ένα μήνυμα εφιαλτικό, μια τελεσίδικη προειδο - ποίηση χωρίς καμιά δυνατότητα άλλης επιλογής. Ήταν όμως αδύνατον να υποκύψει στην εντολή ενός άγνωστου θεού, παρά τις πληγές που είχε δεχτεί απ αυτόν η Αίγυπτος. Ένας ένδοξος και πανίσχυρος φαραώ, που οι στρατιές του είχαν υποτάξει λαούς και χώρες στον βορρά και στον νότο, δεν θα υποχωρούσε μπροστά σε απειλές. Άλλωστε δεν θα τον εγκατέλειπαν οι θεοί του τούτη την κρίσιμη ώρα. Χτύπησε τα χέρια του δυνατά, προχωρώντας με βιασύνη στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού. Τρεις αυλικοί έσπευσαν κοντά του πέφτοντας με το πρόσωπο στο δάπεδο. «Ετοιμάστε προσφορές. Θα προσευχηθώ στους θεούς». Μέσα σε λίγα λεπτά όλα ήταν έτοιμα στο ναΐδριο του παλατιού. Οι δάδες γύρω από το άγαλμα του Άμμωνα-Ρα άναψαν και το θυμίαμα ανέδιδε αρωματικούς καπνούς που απλώνονταν παντού. Ο φαραώ, ανυπόδητος, πλησίασε και υποκλίθηκε με σεβασμό στον πέτρινο Άμμωνα, τον Κρυφό Θεό, προστάτη του μεγαλείου και της δύναμης της χώρας. 19

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ «Θεέ των θεών, Άμμωνα-Ρα, εσύ που δημιούργησες όλα όσα υπάρχουν, που από τα μάτια σου γεννήθηκαν οι άνθρωποι κι από το στόμα σου οι θεοί, έρχομαι σ εσένα να ζητήσω να καταστρέψεις τους εχθρούς σου, που απειλούν τη δόξα και τη δύναμή σου. Μην επιτρέψεις να μολύνουν τον Μεγάλο Οίκο, που σε λατρεύει και που κάνει γνωστό το όνομά σου ως τα πέρατα της γης. Τι ζητούν αυτοί οι Ασιάτες ενώπιόν σου; Ντροπή σε όσους αψηφούν τη βούλησή σου. Ο Άμμων-Ρα είναι ισχυρότερος από εκατομμύρια στρατιώτες και εκατοντάδες χιλιάδες άρματα. Δεν υπάρχει άλλος θεός όμοιός σου. Εσύ χαρίζεις ζωή, εσύ την συντηρείς, εσύ την προστατεύεις. Προστάτευσε τον γιο της σάρκας μου, που θα σε υμνεί παντοτινά...» Το ανέκφραστο πρόσωπο του αγάλματος έμοιαζε να α- διαφορεί για τις επικλήσεις του φαραώ. Ούτε το γλυκό φως των πυρσών δεν μαλάκωνε τα σκληρά, σχεδόν νεκρικά χαρακτηριστικά του. Μια ανατριχιαστική σκέψη πέρασε από τον νου του Ακεπερουρέ, που προσπάθησε να την αποδιώξει, υπακούοντας στην αυστηρή πειθαρχία των θρησκευτικών του πεποιθήσεων: μήπως ο θεός των Ισραηλιτών ήταν ισχυρότερος; Άλλωστε είχαν συμβεί τέρατα και σημεία τον τελευταίο καιρό στη χώρα του: τα νερά του ποταμού είχαν 20

Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ γίνει κόκκινα σαν αίμα, βατράχια πλημμύρισαν δρόμους και σπίτια, σκνίπες έκαναν αποπνικτική την ατμόσφαιρα, μύγες φοβερές έφεραν ενόχληση και απελπισία, χαλάζι φλεγόμενο ρήμαξε τα σπαρτά, θανατικό έπεσε στα ζώα, σκοτάδι σκέπασε τη χώρα και γέμισαν εξανθήματα οι Αιγύπτιοι, ακρίδες έφαγαν τους καρπούς των δέντρων και τα χόρτα των αγρών. Κι απ όλες εκείνες τις καταστροφές δεν βλάφτηκε ούτε ένας Εβραίος. Μήπως λοιπόν εκείνος ο ά- γνωστος θεός, ο θεός της ερήμου και των ακατοίκητων βουνών, προστάτευε καλύτερα τους δικούς του πιστούς; Βγήκε από το μικρό ιερό και με βήματα που δεν θύμιζαν καθόλου το στητό, επιβλητικό βασιλικό βάδισμα κατευθύνθηκε στην αίθουσα των ακροάσεων. Ένιωθε μόνος, και το περίεργο ήταν ότι ήθελε να είναι και να νιώθει μόνος. Λες και ανταγωνιζόταν τις δυνάμεις του και τις αντοχές του. Ήταν πραγματικά μια νύχτα αλλιώτικη από τις άλλες. Έφτασε στην αίθουσα και κάθισε στον χρυσοποίκιλτο θρόνο. Εκείνη η περίεργη ανησυχία έτρωγε τα σωθικά του. Η σκέψη του ενδεχόμενου θανάτου του γιου του τον τρέλαινε. Μέσα του πάλευε το κύρος του ένδοξου βασιλιά με την ασίγαστη ανησυχία του πατέρα για το παιδί του. Ούτε εκεί έμεινε για πολύ. Σηκώθηκε νευρικά απ τον θρόνο και πήγε στα βασιλικά υπνοδωμάτια. Δύο θεραπαινίδες που στέκονταν έξω απ αυτά υποκλίθηκαν βαθιά και παραμέρισαν για να περάσει. Έσπρωξε απαλά τη βαριά ξύλινη πόρτα και μπήκε στο πρώτο υπνοδωμάτιο. Ανασηκώνοντας τα διάφανα πέπλα που κάλυπταν τα κρεβάτια, είδε ότι ο πρωτότοκος γιος του κοιμόταν βαθιά. Το ίδιο και τα 21

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ αδέλφια του. Αναστέναξε. Προχώρησε στο επόμενο. Η ό- μορφη βασίλισσα κοιμόταν γαλήνια. Όλα ήταν όπως κάθε βράδυ. Γιατί θα πρεπε να ανησυχεί τόσο πολύ; Τίποτε δεν προμήνυε κάτι κακό. Η είδηση απλώθηκε σαν αστραπή στην περιοχή της Γεσέν όπου ζούσαν οι Ισραηλίτες. Απόψε ήταν η βραδιά που περίμεναν αιώνες. Ο Μωυσής είχε μηνύσει στους πρεσβύτερους των δώδεκα φυλών, κι εκείνοι με τη σειρά τους σε όλους τους ομοεθνείς τους, ότι ο Κύριος θα έφερνε την τελευταία και μεγαλύτερη πληγή στον φαραώ: τον θάνατο των πρωτότοκων αρσενικών των Αιγυπτίων, και βέβαια μαζί μ αυτούς και του δικού του γιου. Ο φαραώ επιτέλους θα λύγιζε μπροστά σε τούτη την τραγική για κείνον συμφορά. Σε κάθε σπίτι είχαν γίνει οι προετοιμασίες που ζήτησε ο Θεός, τα λιγοστά υπάρχοντα ήταν ήδη μαζεμένα σε δέματα, χρονιάρικα αρσενικά αρνιά είχαν σφαχτεί και βάφτηκαν με το αίμα τους οι πόρτες των σπιτιών γύρω γύρω, οι γυναίκες είχαν ψήσει πικρά χόρτα και είχαν φτιάξει άζυμο ψωμί. Τούτο το βράδυ δεν θα κοιμόταν κανείς. Έπρεπε να είναι έτοιμοι για την αναχώρησή τους. «Είναι Πάσχα Κυ - ρίου, διότι αυτή τη νύχτα θα περάσω διαμέσου της γης της Αιγύπτου και θα πατάξω κάθε πρωτότοκο ανθρώπου ή ζώου. Ύστερα απ αυτό ο λαός μου θα εξέλθει από την Αίγυπτο. Αυτός είναι ο νόμος του Πάσχα». Η κρίσιμη ώρα πλησίαζε. Το φεγγάρι ήταν ψηλά. Κόντευαν μεσάνυχτα. Στα πλινθόκτιστα σπίτια των Εβραίων 22

Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ δεν άκουγες το παραμικρό. Το βλέμμα των αντρών ακίνητο, στυλωμένο στο κενό, και η σκέψη τους μαρμαρωμένη, λες κι είχε παγώσει το μυαλό τους. Οι γυναίκες αμίλητες, βαρυφορτωμένες μια πρωτόγνωρη αγωνία. Και τα παιδιά, ζαρωμένα ανάμεσά τους, όχι μόνον από φόβο, αλλά και από το βάρος ό- σων είχαν ακούσει ότι θα συνέβαιναν σε λίγες ώρες. Ο Χάλεβ μαζί με τον Ιησού του Ναυή γύριζαν σχεδόν τρέχοντας από σπίτι σε σπίτι για να δουν μήπως κάποιοι είχαν ξεχάσει να βάψουν με αίμα την πόρτα τους, γιατί αυτό το σημάδι ήταν ασπίδα και δύναμη προστασίας απ το θανατικό που πλησίαζε. Κάθε τόσο έριχναν και μια ματιά στον ουρανό. Από κει θα ρχόταν ο Εξολοθρευτής. Κι έπρεπε να βιαστούν. Έφτασαν και στο σπίτι του Μωυσή. Τον είδαν να στέκεται στο κατώφλι σα να τους περίμενε. Κρατούσε με τα δυο του χέρια τη Ράβδο και είχε σκυμμένο το κεφάλι. «Κι όμως... γρήγορα θα δειλιάσει ο λαός. Το ξέρω αυτό. Θα αποστατήσουν πολλοί, αν και θα χουν γίνει πολλές φορές μάρτυρες της δύναμης του Θεού», είπε ο Μωυσής και η φωνή του είχε πίκρα και θλίψη. Ο Ιησούς του Ναυή τον πλησίασε και γονάτισε μπροστά του. «Ο λαός μας σ εμπιστεύθηκε, Μωυσή, γιατί είδε τη δύναμη του Κυρίου μέσα από σένα. Όλοι είναι έτοιμοι και περιμένουν. Όσο για μένα, θα είμαι διαρκώς στο πλάι σου. Άγρυπνος, πιστός, με την ψυχή μου δοσμένη στον Ύψιστο». Ο Μωυσής τον άγγιξε στον ώμο γνέφοντάς του να ση- 23

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ κωθεί. Τον συγκινούσε πολύ η αφοσίωσή του και η μεγάλη του πίστη στην παρουσία του Θεού. «Πηγαίνετε τώρα να περιμένετε. Σε λίγο θα υψωθεί κραυγή μεγάλη στη χώρα», είπε. Γύρω απ το φεγγάρι σχηματιζόταν γρήγορα ένας κόκκινος κύκλος που στριφογύριζε. Το ασημένιο φως χανόταν σταδιακά μέσα σε μιαν αλλόκοτη ομίχλη, που έμοιαζε να αναδεύεται απ το αόρατο χέρι κάποιας υπερφυσικής δύναμης. Δεν πέρασε πολλή ώρα και το πρόσωπο της σελήνης χάθηκε. Έγινε ένας σκουρόχρωμος δίσκος, που όλο θάμπωνε, σαν μια πρησμένη πληγή που ετοιμαζόταν ν ανοίξει. Και σε λίγο ξεχύθηκε ένας πορφυρένιος ατμός, που, καθώς κατέβαινε στη γη, άχνιζε λες κι έβγαινε από καζάνια της κόλασης. Ήταν μεσάνυχτα, η ώρα του θανάτου. Ο ατμός διαχύθηκε παντού στη Γεσέν, στη Μέμφιδα και σταδιακά σε όλη τη χώρα, σα να τον έσπρωχνε η αναπότρεπτη δύναμη της μοιραίας θεϊκής ετυμηγορίας. Σε λίγα λεπτά ακούστηκε η πρώτη κραυγή. Ακολούθησε μια δεύτερη... τρίτη... τέταρτη. Ουρλιαχτά και οδυρμοί σ όλη την πόλη, σ όλη τη χώρα. Αλλόφρονες οι Αιγύπτιοι έτρεχαν στους δρόμους κρατώντας τα νεκρά παιδιά στην αγκαλιά τους. Η δέκατη πληγή σκόρπιζε τον όλεθρο και το χάος. Στο παλάτι ο φαραώ έντρομος έσπευσε στο υπνοδωμάτιο των παιδιών του. Αυτό που φοβόταν είχε συμβεί: η βασίλισσα, πεσμένη πάνω στο άψυχο κορμί του πρωτότοκου γιου τους και οι θεραπαινίδες να θρηνούν μαζί της, προσπα- 24

Ο ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ θώντας ταυτόχρονα να την σηκώσουν. Δεν είπε ούτε λέξη. Δεν είχε άλλωστε νόημα. Ήξερε ότι είχε νικηθεί. Συντετριμμένος πρόσταξε να βρουν και να φέρουν στο παλάτι τον Μωυσή. Κι όταν εκείνος ήρθε και στάθηκε μπροστά του, τον κοίταξε και είπε: «Φύγετε από τη χώρα μου. Φύγετε αμέσως». 25