Μια μέρα ο πόνος αυτός θα σου βγει σε καλό



Σχετικά έγγραφα
«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Modern Greek Beginners

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Modern Greek Beginners

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Διαγνωστικό Δοκίμιο GCSE1

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Down. Πηγή: kosmos/item/ down- syndrome- pos- eipa- ston- gio- mou- pos- exei- syndromo- down

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

«Γκρρρ,» αναφωνεί η Ζέτα «δεν το πιστεύω ότι οι άνθρωποι μπορούν να συμπεριφέρονται έτσι μεταξύ τους!»

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Πρώτη νύχτα με το θησαυρό

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

Εντυπώσεις σεμιναρίου Σεξουαλικότητα & Εφηβεία

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Γνωρίζω Δεν ξεχνώ Διεκδικώ

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Συγγραφέας: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ Α1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΔΙΑΜΟΝΗ. Κατανόηση γραπτού λόγου. Γεια σου, Μαργαρίτα!

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας.

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Τίτλος Πρωτοτύπου: Son smeshnovo cheloveka by Fyodor Dostoyevsky. Russia, ISBN:

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Οι εντυπώσεις μας από την επίσκεψη της SAPT Hellas

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

12. Σχέδια για το καλοκαίρι

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΩΝ

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Η ιστορία του Φερδινάνδου Συγγραφέας: Μούνρω Λιφ. Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

μονόλογος. του γιώργου αθανασίου.

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ. Για την ΗΜΕΡΑ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ και τη Δράση Saferinternet.gr

Περιεχόμενα. Πρόλογος Εισαγωγή Ευχαριστίες Το ξεκίνημα μιας σχέσης Βήμα πρώτο: Τι χρειάζομαι, τι επιθυμώ, πώς αντιδρώ;...

Προσπάθησα να τον τραβήξω, να παίξουμε στην άμμο με τα κουβαδάκια μου αλλά αρνήθηκε. Πιθανόν και να μην κατάλαβε τι του ζητούσα.

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

Διάλογος 4: Συνομιλία ανάμεσα σε φροντιστές

Transcript:

Μια μέρα ο πόνος αυτός θα σου βγει σε καλό

Μια μέρα ο πόνος αυτός θα σου βγει σε καλό Μετάφραση: Δέσποινα Παπαγιαννοπούλου κέλευθος ΑΘΗΝΑ 2009

Στον Justin Richardson και στη μνήμη της Marie Nash Shaw 1900-1993 Peter Cameron Εκδόσεις Κέλευθος Τίτλος πρωτοτύπου: Someday this pain will be useful to you Επιμέλεια έκδοσης: Λητώ Τσεκούρα 2007 by Peter Cameron Για την ελληνική γλώσσα: Εκδόσεις Κέλευθος 2008 Πρώτη έκδοση: 2009 ISBN 978-960-98120-4-7 Εκδόσεις Κέλευθος Λ. Κηφισίας 203, 151 24 Μαρούσι, Αθήνα Τηλ. 210 6126298, Fax 210 6142147 info@kelefthos.gr www.kelefthos.gr

Έχε δύναμη και υπομονή.. ΟΒΙΔΙΟΣ Η λαχτάρα σου ν αγαπηθείς είναι η αρχή της τρέλας που ξετινάζει από τα δέντρα, τα νερά, το χώμα κάθε τους νόημα. Και τίποτα δεν μένει πέρα από αυτή τη βαθιά, πικρή ανάγκη. Έτσι νιώθουμε όλοι μας, από τη στιγμή που γεννιόμαστε μέχρι να πεθάνουμε. ΝΤΕΝΤΟΝ ΟΥΕΛΣ Journal, 8 Μαΐου 1944, 11:15 μ.μ.

1 Πέμπτη 24 Ιουλίου 2003 Όλως τυχαίως, τη μέρα που η αδελφή μου Τζίλλιαν αποφάσισε ότι θα πρεπε να τη φωνάζουμε Γκίλλιαν, η μητέρα μου επέστρεφε άρον άρον από το ταξίδι του μέλιτος μόνη. Η Τζίλλιαν, μεταξύ τρίτου και τέταρτου έτους στο Μπάρναρντ, έβγαινε μ έναν καθηγητή που δίδασκε θεωρία της αγγλικής, τον Ράινερ Μαρία Σουλτς, και ως εκ τούτου είχε γίνει κάτι σαν γλωσσαμύντορας: μιλούσε με πάθος για μια υποτιθέμενη «καθαρή» γλώσσα, παράδειγμα της οποίας αποτελούσε η προφορά του Τζίλλιαν ως Γκίλλιαν. Η μητέρα μου, από την άλλη, είχε παντρευτεί μάλλον βιαστικά έναν περίεργο τύπο ονόματι Μπάρρυ Ρότζερς. Παρόλο που με την Τζίλλιαν/Γκίλλιαν υποπτευόμασταν ότι αυτός ο γάμος (ο τρίτος της) δεν θα διαρκούσε πολύ, πιστεύαμε ωστόσο ότι θα ξεπερνούσε τουλάχιστον το μήνα του μέλιτος όταν όμως μάθαμε ότι θα πήγαιναν στο Λας Βέγκας, μας έζωσαν τα φίδια. Η μητέρα μου, που μια ζωή αποφεύγει μέρη σαν το Λας Βέγκας και απαξιώνει όποιον τα επισκέπτεται ή απλώς σκέφτεται να τα επισκεφτεί, μας είχε ανακοινώσει με τρόπο που έδειχνε ολοφάνερα ότι είχε υποστεί πλύση εγκεφάλου πως το Λας Βέγκας θα είχε μεγάλη 11

πλάκα και πως αυτό το ταξίδι του μέλιτος θα ήταν εντελώς διαφορετικό από τα δύο προηγούμενα (στην Ιταλία με τον πατέρα μου, στα Γκαλάπαγκος με τον δεύτερο σύζυγο). Ανέκαθεν οι ισχυρισμοί της μητέρας μου ότι κάτι είχε ή θα έχει πλάκα αποτελούσαν εγγύηση ότι αυτό το κάτι δεν επρόκειτο ν αποδειχτεί καθόλου μα καθόλου διασκεδαστικό, κι όταν της το είπα θυμίζοντάς της ότι στα δώδεκά μου με είχε υποχρεώσει να περάσω το καλοκαίρι σε μια ιστιοπλοϊκή κατασκήνωση, αφού με είχε πολλάκις διαβεβαιώσει ότι θα είχε μεγάλη πλάκα παραδέχτηκε ότι μπορεί εγώ να μη διασκέδασα στην ιστιοπλοϊκή κατασκήνωση, αλλά αυτό δεν σήμαινε απαραίτητα ότι εκείνη δεν θα περνούσε καλά στο Λας Βέγκας. Τόσο καλά καταφέρνουν οι ενήλικες η μητέρα μου, τουλάχιστον να εξαπατούν τους εαυτούς τους. Με την Τζίλλιαν τρώγαμε μεσημεριανό, ή κάτι τέλος πάντων σαν μεσημεριανό, όταν η μητέρα μου επέστρεψε εντελώς άκαιρα από το ταξίδι του μέλιτος. Γύρω στις δύο το μεσημέρι. Καθισμένη στο τραπέζι, η Τζίλλιαν έλυνε το σταυρόλεξο των Νιου Γιορκ Τάιμς, που όταν η μητέρα μας είναι σπίτι μάς το απαγορεύει γιατί, όπως συχνά επαναλαμβάνει, το σταυρόλεξο αποτελεί τη μόνη αξιόπιστη πηγή χαράς στη ζωή της. Εγώ έτρωγα ένα σάντουιτς με τηγανητό αβγό. Κανονικά τέτοια ώρα θα έπρεπε να βρίσκομαι στην γκαλερί της μητέρας μου, όπου υπεύθυνος είναι ο Τζον Ουέμπ στερ, ένας νέος άντρας καθ όλα άξιος αλλά ο Τζον, πολύ λογικά εφόσον η ιδιοκτήτρια βρισκόταν σε απόσταση ασφαλείας κάνοντας όποια τρέλα μπορεί να κάνει μια πενηντατριάχρονη στο Λας Βέγκας στο τρίτο της ταξίδι μέλιτος, και μιας και ήταν Ιούλιος και στην γκαλερί δεν πάταγε άνθρωπος, αποφάσισε να την κλείσει και να πάει με φίλους στο Αμαγκάνσετ, επομένως ήμουν κι εγώ ελεύ- 12 θερος την υπόλοιπη εβδομάδα να κάνω ό,τι θέλω. Φυσικά, δεν επρόκειτο ν αναφέρω στη μητέρα μου αυτή τη μικρή παύση εργασιών. Εκείνη πίστευε ότι όλο και κάποιος θα έμπαινε στην γκαλερί και θ αγόραζε το σκουπιδοντενεκέ με ντεκουπάζ από σελίδες της Βίβλου, της Τορά και του Κορανίου (έναντι 16.000 δολαρίων). Είχε ανοίξει την γκαλερί εδώ και δύο περίπου χρόνια, ύστερα από το δεύτερο διαζύγιο, γιατί ήθελε να «κάνει κάτι» πράγμα που ίσως νομίζετε ότι σημαίνει να «δουλέψει», αλλά απατάσθε: να «κάνει κάτι» σήμαινε ν αγοράσει καινούργια ρούχα (πανάκριβα ρούχα, «απο - δομημένα», που κατ εμέ σημαίνει ότι τους λείπουν μερικά γαζιά ή ότι κάποια φερμουάρ έχουν ραφτεί σε σημεία όπου τα φερμουάρ είναι παντελώς άχρηστα), γιατί μια διευθύντρια γκαλερί πρέπει και να φαίνεται διευθύντρια γκαλερί, καθώς και να γευματίζει σε πανάκριβα εστιατόρια με επιμελητές εκθέσεων και συμβούλους σε θέματα τέχνης ή, αραιά και πού, με κά ποιον καλλιτέχνη. Η μητέρα μου είχε μια αρκετά επιτυχημένη καριέρα ως επιμελήτρια εκδόσεων τέχνης, μέχρι που παντρεύτηκε τον δεύτερό της σύζυγο και, απ ό,τι φαίνεται, όταν σταματάς να δουλεύεις κανονικά είναι αδύνατον να ξαναρχίσεις. «Α, δεν θα ξαναπάταγα ποτέ σ αυτή τη δουλειά. Απελπιστι κά βαρετή! Άσε που το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται ο κόσμος είναι ένα ακόμα λεύκωμα» έλεγε συχνά. Κι όταν την είχα ρωτήσει αν, κατά τη γνώμη της, ο κόσμος χρειάζεται περισσότερο έναν αλουμινένιο σκουπιδοντενεκέ με ντεκουπάζ από σελίδες της Βίβλου, μου είχε απαντήσει όχι, όντως ο κόσμος δεν χρειαζόταν τον συγκεκριμένο ντενεκέ κι ακριβώς αυτό τον έκανε έργο τέχνης. Οπότε, είχα ανταπαντήσει: Ωραία, αν ο κόσμος δεν χρειάζεται τα λευκώματα, τότε κι αυτά είναι έργα τέχνης επο- 13

μένως, ποια η διαφορά; Η διαφορά, μου είχε απαντήσει η μητέρα μου, είναι ότι ο κόσμος νομίζει ότι χρειάζεται λευκώματα, ότι ο κόσμος εκτιμά τα λευκώματα, αλλά δεν θεωρεί ότι χρειάζεται σκουπιδοντενεκέδες με ντεκουπάζ. Καθόμουν λοιπόν με την Τζίλλιαν στην κουζίνα, εκείνη προσηλωμένη στο σταυρόλεξο κι εγώ μπροστά στο χορταστικό σάντουιτς με το τηγανητό αβγό, όταν ακούσαμε την εξώπορτα να ξεκλειδώνει να κλειδώνει, για την ακρίβεια, γιατί κατά λάθος την είχαμε αφήσει ξεκλείδωτη, οπότε στην αρχή κλείδωσαν και μετά ξεκλείδωσαν, πράγμα που κράτησε ένα λεπτό, κατά τη διάρκεια του οποίου κοιταχτήκαμε με την αδελφή μου αμίλητοι, γιατί γνωρίζαμε κι οι δύο ποιος άνοιγε την πόρτα. Ο πατέρας μου έχει κλειδιά του διαμερίσματος και λογικά ή, τουλάχιστον, πιο λογικά θα μπορούσε να βρίσκεται αυτός πίσω από την πόρτα, για να μάθει πώς τα πέρναγε η μητέρα μου στο ταξίδι του μέλιτος, αλλά για κάποιο λόγο κι εγώ κι η Τζίλλιαν ξέραμε ότι ήταν η μητέρα μας που είχε έρθει. Την ακούσαμε να μπαίνει σέρνοντας τη βαλίτσα με τα ροδάκια (στα ταξίδια της κουβαλάει πάντα ένα σωρό πράγματα, πόσο μάλλον στα ταξίδια του μέλιτος), μετά την ακούσαμε να παρατά τη βαλίτσα με δύναμη στο πάτωμα, ύστερα να πετά κάτω βιβλία, περιοδικά και ό,τι άλλο είχε στοιβαχτεί στον καναπέ όσο έλειπε και να σωριάζεται στα μαξιλάρια ξεστομίζοντας ένα ξέπνοο, κοφτό «στο διάολο». Απομείναμε για λίγο εμβρόντητοι. Λες κι αν σιωπού - σαμε αόρατοι, η μητέρα μου θα γύριζε το χρόνο πίσω θα σηκωνόταν από τον καναπέ, θα ξαναστοίβαζε όλα τα πράγματα πάνω του, θα σήκωνε τη βαλίτσα από το πάτωμα, θα την έσερνε σιγά σιγά προς την εξώπορτα, θα επέστρεφε αεροπορικώς στο Λας Βέγκας και θα 14 ξανάρχιζε το ταξίδι του μέλιτος από εκεί που το είχε αφήσει. Αλλά, φυσικά, τίποτε τέτοιο δεν έγινε. Ένα λεπτό μετά, την ακούσαμε να σηκώνεται και να κατευθύνεται προς την κουζίνα. «Για όνομα του Θεού!» είπε βλέποντάς μας. «Τι κάνετε εδώ πέρα;» «Εσύ τι κάνεις εδώ πέρα;» ρώτησε η Τζίλλιαν. Εκείνη πήγε προς το νεροχύτη και βλέποντας τ άπλυτα πιάτα συνοφρυώθηκε. Άνοιξε το ντουλάπι με τα ποτήρια, αλλά το βρήκε άδειο, καθώς η Τζίλλιαν κι εγώ προτιμούσαμε να ξεπλένουμε και να πίνουμε, παρά να σαπουνίζουμε, να ξεπλένουμε, να τακτοποιούμε και μετά να πίνουμε. «Χριστέ μου!», είπε η μητέρα μου, «ένα ποτήρι νερό ήθελα όλο κι όλο! Λίγο νεράκι! Αυτό μόνο! Αλλά φαίνεται πως ποτέ δεν έχω αυτό που θέλω». Η Τζίλλιαν σηκώθηκε, πήγε στο νεροχύτη, βρήκε ένα σχετικά καθαρό ποτήρι, το ξέπλυνε και το γέμισε με νερό της βρύσης. «Ορίστε» είπε και της το πρόσφερε. «Δόξα σοι ο Θεός!» απάντησε εκείνη. Επειδή η μητέρα μου δεν είναι θρησκευόμενη, η χρήση αυτών των επιφωνημάτων με ανησύχησε. Ή, μάλλον, με ανησύχησε ακόμα περισσότερο, αφού με είχε ήδη αναστατώσει η αναπάντεχη εμφάνισή της. «Ό,τι πεις» είπε η Τζίλλιαν και ξανακάθισε. Όρθια στο νεροχύτη η μητέρα μου έπινε το νερό με μικρές περίεργες γουλιές, σαν πουλί. Μου ήρθε στο νου κάτι που έμαθα κάποτε, ότι τα πουλιά δεν καταπίνουν, γι αυτό και γέρνουν το κεφάλι προς τα πίσω για να κατεβεί το νερό, και ότι εάν σε μια νεροποντή μείνουν με τα ράμφη ανοιχτά και τα κεφάλια προς τα πίσω θα πνιγούν, μολονότι δεν μπορώ να φανταστώ για ποιον λόγο ένα πουλί θα έμενε με το ράμφος ανοιχτό και το κεφά- 15

λι γερμένο πίσω μέσα στην καταιγίδα. Η μητέρα μου ήπιε όλο το νερό μ αυτόν τον ανορθόδοξο τρόπο και μετά έκανε κάτι που θα το περιέγραφα ως «φοβερή επίδειξη ξεπλύματος και τοποθέτησης του ποτηριού στο πλυντήριο πιάτων», πράγμα ωστόσο δύσκολο, γιατί το πλυντήριο ήταν ήδη γεμάτο. «Τι έγινε;» τη ρώτησε η Τζίλλιαν. «Τι έγινε;» «Ναι» της είπε η Τζίλλιαν. «Γιατί είσαι σπίτι; Πού είναι ο κύριος Ρότζερς;» Μας άρεσε να φωνάζουμε τον νέο σύζυγο της μητέρας μας με το επώνυμό του, μολονό - τι επανειλημμένα μας προέτρεπαν να τον λέμε Μπάρρυ. «Ούτε ξέρω ούτε θέλω να μάθω» απάντησε η μητέρα μου. «Ελπίζω να μην τον ξαναδώ ποτέ τον Μπάρρυ». «Ωραία, καλύτερα που το ανακάλυψες τώρα» της είπε η Τζίλλιαν. «Καλύτερα, βέβαια, να το είχες ανακαλύψει πριν τον παντρευτείς. Ή πριν συμφωνήσεις να τον παντρευτείς. Ή πριν τον συναντήσεις». «Τζίλλιαν!» είπε η μητέρα μου. «Σε παρακαλώ». «Τ όνομά μου είναι Γκίλλιαν» της είπε η Τζίλλιαν. «Τι;» απόρησε η μητέρα μου. «Τ όνομά μου είναι Γκίλλιαν» απάντησε η Τζίλλιαν. «Το προφέρετε λάθος εδώ και πολύ καιρό. Αποφάσισα ότι από εδώ και στο εξής θ απαντάω μόνο στο Γκίλλιαν. Ο Ράινερ Μαρία λέει ότι το να δίνεις στο παιδί ένα όνομα και μετά να το προφέρεις λάθος είναι μια μορφή ραφιναρισμένης και ύπουλης παιδικής κακοποίησης». «Ε, λοιπόν, αυτό δεν είναι καθόλου του χαρακτήρα μου. Αν ήταν να σε κακοποιήσω, δεν θα το έκανα ούτε ραφιναρισμένα ούτε ύπουλα». Η μητέρα μου στράφηκε σ εμένα. «Κι εσύ» είπε «γιατί δεν είσαι στην γκαλερί;» «Δεν με χρειαζόταν σήμερα ο Τζον» απάντησα. «Δεν είναι εκεί το θέμα» είπε η μητέρα. «Ποτέ δεν σε 16 χρειάζεται. Δεν έρχεσαι επειδή σε χρειαζόμαστε. Έρχεσαι γιατί σε πληρώνω για να ρχεσαι και γιατί αυτή η δουλειά σε μαθαίνει τι εστί χρήμα και ευθύνη». «Θα πάω αύριο» απάντησα. Η μητέρα κάθισε στο τραπέζι. Πήρε από την Τζίλλιαν το μισολυμένο σταυρόλεξο. «Σε παρακαλώ» στράφηκε σ εμένα «πάρε αυτό το πιάτο από δω. Δεν υπάρχει πιο αηδιαστικό από ένα μισοφαγωμένο σάντουιτς με τηγανη - τό αβγό». Η μητέρα μου δίνει μεγάλη σημασία στο πώς τρώνε οι γύρω της. Δεν αντέχει, ας πούμε, να βλέπει να τρώει κάποιος μπανάνα, εκτός κι αν την ξεφλουδίσει ολόκληρη και μετά την κόψει σε ωραίες μπουκίτσες. Σηκώθηκα, ξέπλυνα το πιάτο και το έβαλα στο πλυντήριο. Έβαλα απορρυπαντικό στη θήκη και πάτησα το κουμπί. Αυτή η ανεπαίσθητη απόπειρα κολακείας έφερε αποτέλεσμα, και η μητέρα μου φάνηκε να ηρεμεί: αναστέναξε κι ακούμπησε το κεφάλι στα χέρια της, που τα είχε σταυρωμένα πάνω στο τραπέζι. «Τι συνέβη;» ρώτησε η Τζίλλιαν. Η μητέρα μου δεν απάντησε. Κατάλαβα ότι έκλαιγε. Η Τζίλλιαν σηκώθηκε, πήγε από πίσω της, έσκυψε και την αγκάλιασε, και την κράτησε έτσι όσο εκείνη τρανταζόταν από τους λυγμούς. Προχώρησα στο χολ, πήγα στο καθιστικό και πήρα τηλέφωνο τον Τζον στο Αμαγκάνσετ. Μου απάντησε μια γυναίκα. «Εμπρός;» είπε. «Χαίρετε. Τον Τζον Ουέμπστερ, παρακαλώ». «Ποιος τον ζητά;» ρώτησε κάπως άγρια και προκλητικά, σαν να ήθελε ν αποθαρρύνει επίδοξους τηλεπωλητές. «Ο Μπράυς Κάνυον» απάντησα. Όταν απαιτούν να 17

μάθουν «ποιος τον ζητά», αρνούμαι να πω τ όνομά μου. Θα έπρεπε να λένε: «Θέλετε να μου πείτε τ όνομά σας;» ή «Ποιος να του πω ότι πήρε, παρακαλώ;» «Δεν μπορεί να σας μιλήσει τώρα, κύριε Κάνυον. Να του πω κάτι;» «Ναι» είπα. «Ενημερώστε παρακαλώ τον κύριο Ουέμπ στερ ότι η Μάρτζορι Ντάνφουρ επέστρεψε εσπευσμένα από το ταξίδι του μέλιτος, οπότε, εάν ο κύριος Ουέμπστερ θέλει να συνεχίσει να εργάζεται, καλύτερα να επιστρέψει εν τάχει στην πόλη». «Εν τι;» ρώτησε η γυναίκα. «τάχει», της απάντησα. «Γρήγορα. Αμέσως». «Καλύτερα να του το πείτε ο ίδιος». «Νόμιζα ότι δεν μπορεί να μου μιλήσει». «Πριν δεν μπορούσε» είπε η γυναίκα «τώρα μπορεί». Ένα λεπτό μετά, ο Τζον ήρθε στο τηλέφωνο. «Εμπρός». «Τζον, εγώ είμαι» του είπα. «Τζέιμς» απάντησε. «Τι τρέχει;» «Η μητέρα μου είναι στο σπίτι» του είπα. «Μόλις έφτασε. Σκέφτηκα να σε ειδοποιήσω». «Γαμώτο» απάντησε. «Τι συνέβη;» «Δεν είμαι σίγουρος» είπα. «Μάλλον ο κύριος Ρότζερς είναι πια παρελθόν». «Α, την κακομοίρα» απάντησε ο Τζον. «Τόσο γρήγορα! Πάντως μάλλον είναι για καλό της. Προτιμότερο τώρα παρά αργότερα». «Κι εμείς αυτό της είπαμε» απάντησα. «Εντάξει» είπε. «Θα πάρω το λεωφορείο και θα μαι πίσω απόψε. Λες να της έρθει να τηλεφωνήσει στην γκαλερί το απόγευμα;» «Μάλλον όχι. Φαίνεται απορροφημένη από το δράμα της». 18 «Τζέιμς, είσαι αναίσθητος. Εντελώς αναίσθητος. Ανησυχώ για σένα». «Για σένα καλύτερα ν ανησυχείς. Αν καταλάβει ότι έκλεισες την γκαλερί, μπορεί να φανεί κι αυτή με τη σειρά της ολίγον αναίσθητη». «Έφυγα» απάντησε ο Τζον. «Πάω να φτιάξω τη βαλίτσα μου». Σκέφτηκα ότι υπό τις παρούσες συνθήκες θα ήταν καλύτερο να βγω για λίγο από το σπίτι, οπότε πήρα το σκυλί μας τον Μιρό, ένα μαύρο κανίς, για να το πάω στο πάρκο σκύλων στην Πλατεία Ουάσινγκτον. Ο Μιρό θεωρεί τον εαυτό του άνθρωπο, γι αυτό και δεν του κάνει πραγματικά κέφι το πάρκο σκύλων, έτσι κάθεται υπομονετικά στο παγκάκι δίπλα μου και παρατηρεί τους απλοϊκούς σκυλίσιους τρόπους των ομοειδών του με εύθυμη συγκατάβαση. Στο πεζοδρόμιο, έξω από το κτίριο που μένουμε, υπάρχει ένα δέντρο με χαμηλό καφασωτό όπου τυλίγονται έρωτες και κισσοί, και στη βάση του έχει δύο πινακίδες. Η μια γράφει ΕΙΣ ΜΝΗΜΗ ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΜΟΡΡΙΣ ΣΟΥ ΛΕΒΙΤΣ, ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΥ ΤΕ- ΤΡΑΓΩΝΟΥ, 1980-1993, ΠΟΥ ΠΟΛΥ ΤΟ ΑΓΑΠΗΣΕ. Αυτή την πινακίδα την πρωτοείδα πριν από έξι περίπου χρόνια, όταν χώριζαν οι γονείς μου (πούλησαν το διαμέρισμά μας στην 79η Οδό, η μητέρα μου μετακόμισε στο κέντρο και ο πατέρας μου στο Άπερ Ιστ Σάιντ, σ ένα από τα εκτρωματικά διαμερίσματα του Τραμπ, με τις τεράστιες οβάλ τζαμαρίες που δεν ανοίγουν, τις βαμμένες χρυσές βρύσες και τα ασανσέρ όπου περίεργοι τύποι με στολή ανεβοκατεβαίνουν μαζί σου μήπως και δεν ξέρεις να πατήσεις το κουμπί), και τότε είχα λαν- 19

θασμένα θεωρήσει ότι οι ημερομηνίες αναφέρονταν στη γέννηση και το θάνατο του Χάουαρντ Μόρρις Σούλεβιτς, ενός μικρού αγοριού με τραγικό τέλος, που είχε πάρει μετά θάνατον τον τίτλο του Προέδρου του τετραγώνου. Ένιωθα μεγάλη τρυφερότητα γι αυτό το αγόρι, που είχε πεθάνει στην ηλικία που ήμουν εγώ τότε, και αισθανόμουν σχεδόν σίγουρος ότι είμαι ο διάδοχός του, γι αυτό και ορκίστηκα ν αγαπάω το οικοδομικό αυτό τετράγωνο με το ίδιο πάθος που το αγαπούσε ο Χάουαρντ, και μάλιστα φαντασιωνόμουν ότι έβρισκα κι εγώ τραγικό θάνατο εκπαραθυρωνόμουν από το καθιστικό και προσγειωνόμουν στο πεζοδρόμιο ακριβώς μπροστά στο δέντρο. Έτσι αποκτούσα κι εγώ τη δική μου τιμητική πινακίδα δίπλα στου Χάουαρντ: ΕΙΣ ΜΝΗΜΗ ΤΖΕΪΜΣ ΝΤΑΝΦΟΥΡ ΣΒΕΚ, ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΡΟ- ΕΔΡΟΥ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΥ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟΥ, 1985-1997, ΠΟΥ ΠΟΛΥ ΤΟ ΑΓΑΠΗΣΕ, ΕΠΙΣΗΣ. Έκανα όμως το λάθος ν αναφέρω αυτή την ταπεινή μου φαντασίωση στη μητέρα μου, που με πληροφόρησε ότι ο Χάουαρντ Μόρρις Σούλεβιτς ήταν πιθανότατα ένας παλιόγερος, ένας σκατόψυχος τύραννος που δεν είχε τίποτα καλύτερο να κάνει από το να ενοχλεί τους γείτονες για παραβάσεις του πολεοδομικού κώδικα. Η άλλη πινακίδα δηλώνει ρητά: ΜΑΖΕΨΤΕ ΤΙΣ ΑΚΑΘΑΡΣΙΕΣ ΤΟΥ ΣΚΥ- ΛΟΥ ΣΑΣ. Δεν θυμάμαι πότε ακριβώς αναρτήθηκε στο κιγκλίδωμα, αλλά μπορεί να φανταστεί κανείς γιατί κρίθηκε απαραίτητη, οπότε κάθε φορά που βλέπω αυτές τις δύο πλάι πλάι με πιάνει κατάθλιψη, γιατί ακόμη κι αν ο Χάουαρντ Μόρρις Σούλεβιτς ήταν, όπως φαντάζεται η μητέρα μου, χαρακτήρας δυσάρεστος, του άξιζε, άραγε, να τον μνημονεύουν δίπλα σε μια πινακίδα που λέει ΜΑΖΕΨΤΕ ΤΙΣ ΑΚΑΘΑΡΣΙΕΣ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ ΣΑΣ; Γενικά, το βρίσκω ενοχλητικό να ονομάζουμε ένα 20 πράγμα εις μνήμη κάποιου. Δεν μου αρέσει να κάθομαι σ ένα παγκάκι-μνημείο. Το βρίσκω ασεβές. Αν θέλουν να τιμήσουν τη μνήμη κάποιου, καλύτερα να του στήνουν κανονικό μνημείο, όπως το Μνημείο Λίνκολν, και ν αφήνουν ήσυχο το καφασωτό του δέντρου. Το πάρκο σκύλων είναι περιφραγμένο, και από τη στιγμή που περνάς τα δυο φύλλα της πόρτας, που επί ποινή θανάτου δεν πρέπει ποτέ να τα ανοίγεις ταυτόχρονα, μπορείς ν αφήσεις το σκυλί σου ελεύθερο να πάει να παίξει με τους ομοίους του. Όταν έφτασα, στις τέσσερις το απόγευμα, το πάρκο ήταν σχεδόν άδειο. Όσοι δεν έχουν κανονικές δουλειές έρχονται εδώ το πρωί, οπότε τώρα είχαν ήδη φύγει, ενώ αυτοί με τις κανονικές δουλειές δεν είχαν εμφανιστεί ακόμα. Υπήρχαν λιγοστοί περιπατητές σκύλων μ ένα ετερόκλητο πλήθος γύρω τους που δεν έδειχνε καμιά διάθεση για παιχνίδι. Ο Μιρό κατευθύνθηκε γρήγορα προς το αγαπημένο μας παγκάκι, που ήταν, ευτυχώς, εκείνη τη στιγμή στη σκιά, και σκαρφάλωσε πάνω μ έναν πήδο. Κάθισα δίπλα του, αλλά αυτός μου γύρισε την πλάτη και με αγνόησε. Όταν είμαστε μόνοι σπίτι, είναι πολύ τρυφερό πλάσμα, αλλά σε δημόσιους χώρους κάνει σαν έφηβος που απεχθάνεται τις εκδηλώσεις στοργής των γονιών του. Μάλλον επειδή θεωρεί ότι δεν είναι σκύλος. Όσοι συχνάζουν στο πάρκο σκύλων αναπτύσσουν μεταξύ τους ένα είδος οικειότητας που το σιχαίνομαι. Μια αυτάρεσκη εγκαρδιότητα, που τους δίνει το ελεύθερο έτσι νομίζουν να σχετίζονται μεταξύ τους. Οπουδήποτε αλλού, αν καθόμουν μόνος σ ένα παγκάκι, κανείς δεν θα με πλησίαζε, αλλά στο πάρκο σκύλων επικρατεί ένα περίεργα φιλικό κλίμα, σαν από άλλο πλανήτη. «Αχ, κανισάκι, έτσι;», με ρωτάνε. «Αγοράκι ή κοριτσάκι;». Κι άλλες τέτοιες ηλιθιότητες. Ευτυχώς που οι περιπατητές 21

σκύλων, καθότι επαγγελματίες, μιλάνε μόνο μεταξύ τους, ακριβώς όπως οι νταντάδες αγνοούν τις μαμάδες στην παιδική χαρά: όμοιος ομοίω αεί πελάζει. Οπότε, κανείς δεν μας ενόχλησε, τον Μιρό κι εμένα. Ο Μιρό χάζεψε λίγο τα άλλα σκυλιά, μετά αναστέναξε, κι αργά αργά ξάπλωσε στο παγκάκι σπρώχνοντάς με με το πισινό του πόδι για ν απλωθεί. Καθώς δεν του έκανα τη χάρη να μετακινηθώ, αναγκάστηκε να κρεμάσει το κεφάλι του έξω από το παγκάκι. Και το έκανε μ έναν τρόπο σαν να ήθελε να δείξει τις τρομερές δυσκολίες της σκυλίσιας ζωής. Σκέφτηκα τη μητέρα μου και την αναπάντεχη επιστροφή της. Δεν μου έκανε εντύπωση που ο γάμος της είχε αποτύχει ο κύριος Ρότζερς μου είχε φανεί περίεργος από την πρώτη στιγμή, δηλαδή πριν από οκτώ περίπου μήνες αλλά που είχε διαρκέσει μόλις λίγες μέρες. Η μητέρα μου έμεινε παντρεμένη με τον πατέρα μου για δεκαπέντε χρόνια και με τον δεύτερό της σύζυγο για τρία χρόνια αναλογικά, επομένως, ο τρίτος γάμος της κράτησε ακριβώς όσο έπρεπε. Προσπάθησα να υπολογίσω την αναλογία των τριών χρόνων με τα δεκαπέντε, ώστε να κάνω το ίδιο και με τα τρία χρόνια να ταν, άραγε, τέσσερις μέρες; Δυστυχώς δεν υπήρξα ποτέ καλός στα μαθηματικά. Για μένα οι αριθμοί δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον ούτε μου φαίνονται αληθινοί όπως οι λέξεις. Τέλος πάντων, αναλογικά ή όχι, τέσσερις μέρες είναι φοβερά σύντομο διάστημα για ένα γάμο. Ακόμα και στατιστικά, η καμπύλη θα έπρεπε να είναι αντίστροφη οι άνθρωποι θα έπρεπε να τα πηγαίνουν καλύτερα σε κάθε γάμο, όχι χειρότερα. Έτσι όπως πήγαινε το πράγμα, τη μητέρα μου θα την παράταγαν μπροστά στην Ωραία Πύλη, αν τολμούσε να ξαναπαντρευτεί. 22 Ο πατέρας μου δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ. Η γυναίκα που για χάρη της άφησε τη μητέρα μου πέθανε, τραγικά κι αναπάντεχα, από καρκίνο στις ωοθήκες, προτού προλάβουν να βγουν τα διαζύγια και των δυο τους, αφού ο καρκίνος ως γνωστόν είναι πιο γρήγορος από το δικαστικό σύστημα, και μολονότι ο πατέρας μου δεν είναι θρησκευόμενος (οι γονείς μου παντρεύτηκαν με πολι τικό γάμο στην Αίθουσα του Ουράνιου Τόξου στο Εμπορι κό Κέντρο Ροκφέλερ) νομίζω ότι ένιωσε κατά κάποιον τρόπο το θάνατό της ως τιμωρία και έκτοτε κάνει σύντομες σχέσεις, με γυναίκες κατά πολύ μικρότερές του, που έχουν όλες τους τις ίδιες αφύσικα ξανθιές «ανταύγειες» πάνω στα ωραία καστανά μαλλιά τους (δεν γνωρίζω αν έτσι τις προτιμούν όλοι οι συνομήλικοι του πατέρα μου ή αν πρόκειται για προσωπικό του φετίχ). Το βράδυ η μητέρα μου είχε ραντεβού με τη Χίλντα Τεμπλ, τη σύμβουλο προσωπικής εξέλιξης. Η μητέρα μου έκανε ψυχανάλυση για χρόνια (μάλιστα, τα δύο τελευταία χρόνια δεν έκανε τίποτε άλλο εκτός από αυτό), αλλά λίγο πριν γνωρίσει τον κύριο Ρότζερς αποφάσισε ότι η κλασική ανάλυση «δεν της πήγαινε» κι άρχισε να επισκέπτεται μια σύμβουλο προσωπικής εξέλιξης. Εκεί πας και λες ποιοι είναι οι στόχοι σου κι ο σύμβουλος σ ενθαρρύνει (σου γίνεται τσιμπούρι) μέχρι να τους πετύχεις ή (το πιο πιθανό) μέχρι ν αλλάξεις σύστημα θεραπείας. Η γνωριμία με τον κύριο Ρότζερς ήταν μεταξύ των στόχων της μητέρας μου όχι ειδικά με τον κύριο Ρότζερς εκ των υστέρων, μάλιστα, σίγουρα όχι με τον κύριο Ρότζερς, αλλά με κάποιον τέλος πάντων σύντροφο και με τη στήριξη (ή καθ υπόδειξιν) της Χίλντας τα κατάφερε γρήγορα. 23

Όσο η μητέρα μου έλειπε, η Τζίλλιαν μου είπε ό,τι είχε μάθει. Φαίνεται ότι ο κύριος Ρότζερς είχε κλέψει τις κάρτες ανάληψης και τις πιστωτικές κάρτες της μητέρας μας, ή τέλος πάντων τις «είχε δανειστεί» ενώ εκείνη χαλάρωνε στη νυφική παστάδα, και είχε καταφέρει ν αποσπάσει 3.000 δολάρια, που τα είχε τζογάρει και χάσει με μεγάλη ευκολία μέχρι τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας. (Αργότερα, όταν ήρθε ο αναλυτικός λογαριασμός, η μητέρα μου συνειδητοποίησε ότι ο κύριος Ρότζερς είχε «φορτώσει» τις κάρτες και με κάμποσες στριπτιζούδες αναφέρονταν διακριτικά ως «έξοδα προσωπικής ψυχαγωγίας», έναν φορητό υγραντή πούρων των 1.500 δολαρίων, πούρα των 800 δολαρίων και καμιά δεκαριά κασμιρένιες κάλτσες.) Όταν η μητέρα μου επέστρεψε από τη διάσκεψη κορυφής με τη Χίλντα Τεμπλ, εγώ ήμουν στο δωμάτιό μου. Η Τζίλλιαν είχε ραντεβού στο κέντρο με τον Χερ Σουλτς. Άκουσα τη μητέρα μου στο καθιστικό να μιλάει στον Μιρό. Πάντα ζήλευα λιγάκι που η μητέρα μου μιλούσε τόσο πολύ σ αυτό το σκυλί. Μάλιστα, νομίζω ότι όλοι μας μιλάμε πιο πολύ στον Μιρό παρά μεταξύ μας. Μετά την άκουσα να προχωράει στο χολ. Καθόμουν στο γραφείο μου κι έψαχνα στο ίντερνετ σπίτια προς πώληση σε μικρές πόλεις μεσοδυτικά. Είναι απίστευτο το τι μπορείς ν αγοράσεις σε μια πολιτεία, για παράδειγμα σαν τη Νεμπράσκα, με 100.000 δολάρια! Η μητέρα μου κοντοστάθηκε στην πόρτα, αλλά εγώ εξακολουθούσα να κοιτάζω την οθόνη. «Α, εδώ είσαι;» είπε. Δεν θεώρησα σκόπιμο ούτε να επιβεβαιώσω ούτε ν αρνηθώ το προφανές. «Νόμιζα ότι θα έβγαινες έξω» είπε. «Γιατί δεν βγήκες;» «Πού έξω;» 24 «Δεν ξέρω. Έξω. Σε πάρτι, σε καμιά ταινία, τέτοια πράγματα. Είσαι δεκαοκτώ χρονών, κι είναι Παρασκευή βράδυ». «Πέμπτη βράδυ». «Ε, ωραία» είπε «θα πρεπε να είσαι έξω. Ανησυχώ για σένα. Τι κάνεις εδώ;» «Κοιτάζω σπίτια». «Σπίτια; Τι σπίτια;» «Για αγορά». «Περίεργη ασχολία. Ενδιαφέρεσαι ν αγοράσεις σπίτι;» «Όχι» είπα. «Απλώς κοιτάζω». Στάθηκε για ένα λεπτό. Γύρισα προς το μέρος της. «Τι κάνεις;» τη ρώτησα. «Σε κοιτάζω» απάντησε. «Θα μου φύγεις πριν καλά καλά το καταλάβω». Υποτίθεται ότι θα πάω στο Πανεπιστήμιο Μπράουν στο Ροντ Άιλαντ το φθινόπωρο. Ή, μάλλον, τον άλλον μήνα: στο τέλος του Αυγούστου πρέπει να παρακολου - θήσω κάτι ενημερωτικά προγράμματα για πρωτοετείς. Τρέμω στη σκέψη Η μητέρα μου κάθισε στο κρεβάτι μου. «Λυπάμαι που ήρθαν έτσι τα πράγματα με τον κύριο Ρότζερς» είπα. «Μου τα είπε η Τζίλλιαν». Η μητέρα μου δεν μίλησε. «Τι σου είπε η Χίλντα γι αυτό;» τη ρώτησα. Σήκωσε το βλέμμα της και με κοίταξε τρίβοντας τα μάτια της. Έδειχνε γριά και κουρασμένη δεν την είχα ξαναδεί έτσι. «Προτιμώ να μη μιλήσω για τον κύριο Ρότζερς» είπε. «Εντάξει» είπα. «Εντάξει, συγγνώμη». Άπλωσε το χέρι της και μου σκούπισε απαλά το μάγουλο σαν να ήθελε να σβήσει μια μουντζούρα ή κάτι τέτοιο, αλλά ήξερα ότι το έκανε για να με αγγίξει. «Εί- 25

μαι πολύ κουρασμένη» είπε. «Πρώτη φορά νιώθω τόσο κουρασμένη». «Τότε να πας να κοιμηθείς». Αντί ν απαντήσει, ξάπλωσε στο κρεβάτι μου. Ξαναγύρισα στον υπολογιστή. Έβλεπα ένα σπίτι στο Ρόουζβιλ του Κάνσας. Ωραίο σπίτι. Παλιό, πέτρινο, με αετώματα, ασανσέρ για τα τρόφιμα και αυθεντικές πορσελάνινες μπανιέρες με πόδια. Είχε κελάρι και μια σκεπαστή μπροστινή βεράντα, όπου μπορούσες να κοιμηθείς. Το πέτρινο υπόγειό του ήταν παλαιότερα στάση του υπόγειου σιδηρόδρομου. «Για κοίτα αυτό» της είπα. Αναστέναξε κι ανακάθισε. «Ποιο;» ρώτησε. «Αυτό» είπα. «Για έλα εδώ». Σηκώθηκε και έσκυψε πάνω από τον ώμο μου. Μύριζε λιγάκι περίεργα. Μαζί με το Πρελασέ, το αγαπημένο της άρωμα, διέκρινα και μια περίεργη, βαριά μυρωδιά εξάντλησης, πανικού ή απελπισίας. «Τι είναι;» ρώτησε πάλι. «Για κοίτα αυτό το σπίτι» της είπα. «Δεν είναι πανέμορφο;» «Πού βρίσκεται;» ρώτησε η μητέρα μου. «Στο Κάνσας» της είπα. «Για κοίτα αυτές τις φωτογραφίες». Άρχισα να της δείχνω με το ποντίκι: καθιστικό, τραπεζαρία, κουζίνα, διάδρομος, κλιμακοστάσιο, μπάνιο, υπνοδωμάτια. «Ωραία, ε;» είπα. «Δεν μου αρέσουν τα παλιά σπίτια» απάντησε. «Εμένα μου αρέσουν. Έχει σκεπαστή βεράντα, ασανσέρ για τρόφιμα και υπέροχα παράθυρα αρ νουβό». «Και ποιος κοιμάται πλέον σε βεράντες;» ρώτησε η μητέρα μου. «Εγώ» απάντησα. 26 «Θα σε τρώγανε τα έντομα. Εκεί πέρα, στις μεσοδυτικές πολιτείες, υπάρχουν ένα σωρό έντομα». «Μα έχει σίτες» απάντησα. «Ναι, και θα ένιωθα λες κι ήμουν σε κλουβί» είπε η μητέρα μου. «Άσε που θα με βλέπανε κι από το δρόμο. Και στο κάτω κάτω, τι κακό έχει το κλιματιστικό;» Ίσιωσε το κορμί της αναστενάζοντας. «Λοιπόν, πάω για ύπνο». Κοντοστεκόταν, λες και περίμενε να της πω να μείνει. Ύστερα από ένα λεπτό τη ρώτησα: «Γιατί τον παντρεύτηκες;» Δεν απάντησε. Κοιτούσε, έξω από το παράθυρο, το δρόμο, μπορεί και τον εαυτό της στο τζάμι ποιος ξέρει; Αναρωτήθηκα αν όντως είχα κάνει την ερώτηση ή την είχα απλώς σκεφτεί. Αλλά μετά εκείνη κούνησε ελαφρά το κεφάλι, λες και προσπαθούσε να ξεδιαλύνει τις σκέψεις της, πάντα όρθια μπροστά στο σκοτεινό παράθυρο. «Γιατί ένιωθα μοναξιά» είπε. Δεν ήξερα τι να πω. Οπότε δεν είπα τίποτα. «Αρχίζω να νιώθω μόνη» συνέχισε. Απευθυνόταν στο είδωλό της στο τζάμι, σαν υπνωτισμένη. «Νιώθω μόνη παρόλο που έχω εσένα, την Τζίλλιαν όποτε δεήσει να μας θυμηθεί, τον Μιρό, τους φίλους, την γκαλερί, τα γεύματα, τα δείπνα, τα μπραντς. Μου άρεσε που κοιμόμουν μαζί του, μου άρεσε που κάποιος μ έπαιρνε αγκαλιά τη νύχτα». Έκανε μια παύση. «Ωχ» είπε. «Δεν θα πρεπε να σου τα λέω αυτά». «Γιατί;» Τραβήχτηκε από το παράθυρο. «Γιατί σου βάζω ιδέες. Σου περνάω όλη μου την πίκρα και την αμφιβολία, και φοβάμαι πως θα πάψεις να πιστεύεις στην αγάπη». «Μα δεν πιστεύω στην αγάπη». «Φυσικά, πώς να πιστέψεις; Αφού δεν έχεις ερωτευτεί ακόμα. Ή έχεις; Μήπως μου κρύβεις κάτι;» 27

«Όχι» είπα. «Ε, θα γίνει κι αυτό» είπε. «Όχι, δεν θα γίνει» είπα. Μ έπιασε από τους ώμους, έσκυψε και με φίλησε στο μάγουλο. «Είσαι τόσο γλυκός, που αποκλείεται να μην ερωτευτείς. Εγώ σε ξέρω. Είσαι γλύκας. Ο πιο καλός». «Δεν είμαι γλύκας» της είπα. «Σώπα» είπε η μητέρα μου. «Δεν θέλω αντιρρήσεις. Είμαι ξεθεωμένη. Πάω για ύπνο. Πες μου καληνύχτα». Στάθηκε στην πόρτα. Γύρισα και την κοίταξα. «Καληνύχτα». Προχώρησε στο διάδρομο κι έσβησε το φως. Μετά έκλεισε την πόρτα του δωματίου της. Από τον υπολογιστή πίσω μου ακούστηκε ένα ανεπαίσθητο «ντιν». Στράφηκα στην οθόνη: δεν είχα πατήσει κανένα πλήκτρο για πέντε λεπτά κι είχε κλείσει μόνη της. Το σπίτι στο Ρόουζ - βιλ του Κάνσας είχε εξαφανιστεί, και μέσα στο μαύρο κάδρο έβλεπα τον εαυτό μου. 28