ΥΛΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ 113DV03



Σχετικά έγγραφα
EL 1 EL ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ

όσον αφορά τους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και άρχισε ευρεία διαβούλευση με τα κράτη μέλη και τους

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 136/3 ΟΔΗΓΙΕΣ

τη γνώµη της Ευρωπαϊκής Οικονοµικής και Κοινωνικής Επιτροπής [1], Αποφασίζοντας σύµφωνα µε τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης [2],

Κώδικας Δεοντολογίας διαπιστευµένων διαµεσολαβητών ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δηµοσίευση) ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση Ο ΗΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

Τμήμα 5. Κώδικες δεοντολογίας και πιστοποίηση. Άρθρο 40. Κώδικες δεοντολογίας

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Άρθρο 4 Φορείς πιστοποίησης Άρθρο 5 Προσφυγή στη διαµεσολάβηση Άρθρο 6 Διαδικασία

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 2010 (OR. en) 11160/4/10 REV 4. Διοργανικός φάκελος: 2007/0152 (COD)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2016 (OR. en)

Συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2117(INI)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την ηλεκτρονική επίλυση καταναλωτικών διαφορών (κανονισµός ΗΕΚ ) EL

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

N. 3898/2010-ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΣΕ ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες της επιτροπής καταπολέµησης της απάτης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

Επιβαρύνσεις στις διασυνοριακές πληρωμές στην Ένωση και τέλη συναλλαγματικών μετατροπών

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2117(INI)

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

159(Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ ΣΕ ΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ. Περιγραφή ΜΕΡΟΣ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. εν συνεχεία της ερώτησης με αίτημα προφορικής απάντησης B8-1807/2016

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. για τη

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας: Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων:

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΔΗΓΙΑ 2013/11/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0175/79. Τροπολογία. Simona Bonafè, Elena Gentile, Pervenche Berès εξ ονόματος της Ομάδας S&D

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

18475/11 ΔΠ/νκ 1 DG H 2A

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14797/12 IKS/nm DG B4

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

PE-CONS 30/1/16 REV 1 EL

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Τμήμα 2. Αρμοδιότητα, καθήκοντα και εξουσίες. Άρθρο 55. Αρμοδιότητα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. Σχετικά με τη σύσταση Εθνικών Συμβουλίων Ανταγωνιστικότητας εντός της ζώνης του ευρώ

Transcript:

ΥΛΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ 113DV03 Πάτρα, 25-26 Ιανουαρίου 2013

Περιεχόμενα Υλικό εργαστηρίου Ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο 1 Οδηγία 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις 2 Ευρωπαϊκός Κώδικας Δεοντολογίας για τους Διαμεσολαβητές 3 Πρόταση COM(2011) 793 Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) 4 Πρόταση COM(2011) 794 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ηλεκτρονική επίλυση καταναλωτικών διαφορών (κανονισμός ΗΕΚΔ) 5 Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με την εφαρμογή στα κράτη μέλη της οδηγίας για τη διαμεσολάβηση, τις συνέπειές της στη διαμεσολάβηση και την έγκρισή της από τα δικαστήρια Εθνικό νομικό πλαίσιο 6 7 8 9 Νόμος υπ αριθ. 3898/2010, Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου από 5.12.2012, αριθ. ΦΕΚ Α 237, άρθρο 16 παρ. 9 Προεδρικό Διάταγμα υπ αριθ. 123/2011, Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων αδειοδότησης και λειτουργίας των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις Υπουργική Απόφαση 109088 οικ./12.12.2011, Διαδικασία αναγνώρισης τίτλων διαπίστευσης διαμεσολαβητών - Θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας διαπιστευμένων διαμεσολαβητών και Καθορισμός κυρώσεων για παραβάσεις αυτού (ΦΕΚ Β 2824) 10 Υπουργικές Αποφάσεις 34801/2012 και 34802/2012, Κανονισμός λειτουργίας της επιτροπής πιστοποίησης διαμεσολαβητών και καθορισμός της διαδικασίας ελέγχου των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών και των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών. (ΦΕΚ Β 1363) 11 Υπουργική Απόφαση 1460 οικ./φεκ 281/Β/13.2.2012, Καθορισμός αμοιβής του διαμεσολαβητή

Νομολογία 12 13 14 Απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Μαρτίου 2010 επί της αιτήσεως εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C- 317/08 έως C-320/08, Rosalba Alassini κ.λπ. κατά Telecom Italia SpA κ.λπ. Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale di Palermo Sezione di Bagheria (Ιταλία) στις 7 Σεπτεμβρίου 2011 Paola Galioto κατά Maria Guccione κ.λπ. (Υπόθεση C-464/11) Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε ο Giudice di pace di Mercato S. Severino (Ιταλία) στις 26 Σεπτεμβρίου 2011 Ciro Di Donna κατά Società Imballaggi Metallici Salerno srl (SIMSA) (Υπόθεση C-492/11) Ενημερωτικό Υλικό 15 16 Διαμεσολάβηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Μια Εισαγωγή, Δρ Felix Steffek LLM (Cambridge) Παρουσίαση της διαμεσολάβησης ως εναλλακτικού τρόπου επίλυσης διαφορών οι εξελίξεις στην Ελλάδα, Ελληνικό Κέντρο Διαμεσολάβησης και Διαιτησίας

EL 24.5.2008 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 136/3 ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ 2008/52/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 21ης Μαΐου 2008 για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, (3) Τον Μάιο του 2000, το Συμβούλιο υιοθέτησε συμπεράσματα για τους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών στο αστικό και εμπορικό δίκαιο και δήλωσε ότι ο καθορισμός βασικών αρχών στον συγκεκριμένο τομέα αποτελεί ουσιαστικό στάδιο για να καταστεί δυνατή η δέουσα επεξεργασία και λειτουργία εξωδικαστικών διαδικασιών για την επίλυση των διαφορών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ώστε να απλουστευθεί και να βελτιωθεί η πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 61 στοιχείο γ) και το άρθρο 67 παράγραφος 5 δεύτερη περίπτωση, την πρόταση της Επιτροπής, (4) Τον Απρίλιο του 2002, η Επιτροπή παρουσίασε Πράσινη Βίβλο σχετικά με τους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών στο αστικό και εμπορικό δίκαιο, προβαίνοντας σε απολογισμό της τρέχουσας κατάστασης όσον αφορά τους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και άρχισε ευρεία διαβούλευση με τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερομένους σχετικά με ενδεχόμενα μέτρα προοριζόμενα να ενθαρρύνουν τη χρήση της διαμεσολάβησης. τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 1 ), Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης ( 2 ), Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (5) Ο στόχος της διασφάλισης καλύτερης πρόσβασης στη δικαιοσύνη, ο οποίος αποτελεί μέρος της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, θα πρέπει να περιλαμβάνει την πρόσβαση στις δικαστικές καθώς και τις εξωδικαστικές μεθόδους επίλυσης των διαφορών. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, κυρίως όσον αφορά την ύπαρξη διαθέσιμων υπηρεσιών διαμεσολάβησης. (1) Η Κοινότητα όρισε ως στόχο τη διατήρηση και την ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, εντός του οποίου εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Για τον σκοπό αυτό, η Κοινότητα πρέπει να θεσπίσει, μεταξύ άλλων, μέτρα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, τα οποία είναι αναγκαία για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. (2) Η αρχή της πρόσβασης στη δικαιοσύνη είναι θεμελιώδης και, με στόχο τη διευκόλυνση καλύτερης πρόσβασης στη δικαιοσύνη, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε, της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, κάλεσε τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν εναλλακτικές εξωδικαστικές διαδικασίες. ( 1 ) ΕΕ C 286 της 17.11.2005, σ. 1. ( 2 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 29ης Μαρτίου 2007 (ΕΕ C 27 Ε της 31.1.2008, σ. 129), κοινή θέση του Συμβουλίου της 28ης Φεβρουαρίου 2008 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). (6) Η διαμεσολάβηση μπορεί να προσφέρει οικονομικά αποδοτική και ταχεία εξωδικαστική επίλυση των διαφορών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις μέσω διαδικασιών προσαρμοσμένων στις ανάγκες των διαδίκων. Οι συμφωνίες που επιτυγχάνονται μέσω διαμεσολάβησης προσφέρονται περισσότερο για εκούσια εκτέλεση και επιτρέπουν να διατηρηθεί φιλική και βιώσιμη σχέση μεταξύ των μερών. Τα προτερήματα αυτά είναι εντονότερα στις καταστάσεις που περιλαμβάνουν διασυνοριακά στοιχεία. (7) Προκειμένου να ενθαρρυνθεί περαιτέρω η χρήση της διαμεσολάβησης και να εξασφαλιστεί ότι οι διάδικοι που προσφεύγουν στη διαμεσολάβηση μπορούν να βασίζονται σε ένα προβλέψιμο νομικό πλαίσιο, είναι απαραίτητο να θεσπιστεί νομοθεσία-πλαίσιο, η οποία να καλύπτει ειδικότερα βασικές πτυχές της πολιτικής δικονομίας. (8) Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στη διαμεσολάβηση σε διασυνοριακές διαφορές, αλλά τα κράτη μέλη μπορούν κάλλιστα να εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές και σε εσωτερικές διαδικασίες διαμεσολάβησης. (9) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει με κανένα τρόπο τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών επικοινωνίας στη διαδικασία διαμεσολάβησης.

EL L 136/4 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 24.5.2008 (10) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται στις διαδικασίες στις οποίες δύο ή περισσότερα μέρη μιας διασυνοριακής διαφοράς επιχειρούν εκουσίως να καταλήξουν σε φιλική συμφωνία σχετικά με την επίλυση της διαφοράς τους με τη βοήθεια διαμεσολαβητή. Θα πρέπει να εφαρμόζεται στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να τυγχάνει εφαρμογής όσον αφορά δικαιώματα και υποχρεώσεις ως προς τα οποία τα μέρη δεν έχουν την ελευθερία να αποφασίζουν βάσει του οικείου εφαρμοστέου δικαίου. Τέτοια δικαιώματα και υποχρεώσεις αποτελούν ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο στο οικογενειακό και το εργατικό δίκαιο. (11) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις διαπραγματεύσεις προ της συνάψεως συμβάσεων ή τις οιονεί δικαστικές διαδικασίες, όπως ορισμένα δικαστικά συστήματα συμβιβασμού, καταγγελίες καταναλωτών, διαιτησία, αποφάσεις εμπειρογνωμόνων και διαδικασίες στις οποίες πρόσωπα ή φορείς εκδίδουν τυπική σύσταση, δεσμευτική ή μη, όσον αφορά την επίλυση της διαφοράς. (12) Η παρούσα οδηγία ισχύει για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το δικαστήριο παραπέμπει τα μέρη σε διαμεσολάβηση ή η εθνική νομοθεσία προβλέπει διαμεσολάβηση. Επιπλέον, εφόσον ένας δικαστής μπορεί να ενεργεί ως διαμεσολαβητής κατά το εθνικό δίκαιο, η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να διέπει τη διαμεσολάβηση εκ μέρους δικαστή που δεν έχει επιληφθεί οιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας σχετικής με τη διαφορά ή τις διαφορές. Δεν θα πρέπει, εντούτοις, να επεκτείνεται σε προσπάθειες που καταβάλλει το δικαστήριο ή ο δικαστής που έχει επιληφθεί της διευθέτησης διαφοράς, στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας σχετικής με την εν λόγω διαφορά ή σε υποθέσεις στις οποίες το επιληφθέν δικαστήριο ή ο επιληφθείς δικαστής ζητεί τη συνδρομή ή τη γνωμοδότηση αρμοδίου προσώπου. (13) Η διαμεσολάβηση που προβλέπει η παρούσα οδηγία θα πρέπει να αποτελεί εκούσια διαδικασία υπό την έννοια ότι τα μέρη έχουν την ευθύνη της διαδικασίας και μπορούν να την οργανώσουν κατά την επιθυμία τους και να την ολοκληρώσουν οποιαδήποτε στιγμή. Ωστόσο, η εθνική νομοθεσία θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στα δικαστήρια να ορίζουν προθεσμίες για τη διαδικασία διαμεσολάβησης. Επίσης, τα δικαστήρια έχουν τη δυνατότητα να εφιστούν την προσοχή των διαδίκων στη δυνατότητα διαμεσολάβησης, εφόσον είναι σκόπιμο. (14) Η οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τυχόν εθνική νομοθεσία η οποία καθιστά την προσφυγή στη διαμεσολάβηση υποχρεωτική ή τη συνδέει με κίνητρα ή κυρώσεις, εφόσον η εν λόγω νομοθεσία δεν εμποδίζει τα μέρη να ασκήσουν το δικαίωμα πρόσβασης στο δικαστικό σύστημα. Η οδηγία δεν θα πρέπει επίσης να θίγει τα υφιστάμενα αυτορυθμιζόμενα συστήματα διαμεσολάβησης, εφόσον αφορούν πτυχές οι οποίες δεν καλύπτονται από την οδηγία. (15) Για λόγους νομικής ασφάλειας η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ορίζει ποια ημερομηνία θα πρέπει να καθορίζεται για να διαπιστώνεται αν μια διαφορά την οποία τα μέρη επιδιώκουν να επιλύσουν με τη διαμεσολάβηση είναι διασυνοριακή. Ελλείψει γραπτής συμφωνίας πρέπει να θεωρηθεί ότι τα μέρη συμφωνούν να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση τη στιγμή κατά την οποία αναλαμβάνουν ειδική δράση για να αρχίσει η διαδικασία της διαμεσολάβησης. (16) Για να εξασφαλιστεί η απαραίτητη αμοιβαία εμπιστοσύνη σχετικά με την τήρηση του απορρήτου, με τις επιπτώσεις στις προθεσμίες παραγραφής και με τις αποσβεστικές προθεσμίες, καθώς και όσον αφορά την αναγνώριση και την εκτέλεση συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν, με κάθε μέσο που κρίνουν σκόπιμο, την κατάρτιση διαμεσολαβητών και την καθιέρωση αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου της ποιότητας στην παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης. (17) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν τους μηχανισμούς αυτούς, οι οποίοι ενδέχεται να περιλαμβάνουν την προσφυγή σε λύσεις με βάση την αγορά, αλλά δεν θα πρέπει να αναμένεται να παράσχουν οιαδήποτε χρηματοδότηση εν προκειμένω. Οι μηχανισμοί θα πρέπει να φροντίζουν να διατηρούν την ευελιξία της διαδικασίας διαμεσολάβησης και την αυτονομία των μερών και να εξασφαλίζουν ότι η διαμεσολάβηση διεξάγεται με κατάλληλο αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο. Οι διαμεσολαβητές ενημερώνονται για την ύπαρξη του ευρωπαϊκού κώδικα δεοντολογίας για τους διαμεσολαβητές, ο οποίος θα πρέπει επίσης να διατίθεται και στο ευρύ κοινό μέσω του Διαδικτύου. (18) Στον τομέα της προστασίας του καταναλωτή, η Επιτροπή εξέδωσε σύσταση ( 1 ) η οποία καθορίζει τα ελάχιστα κριτήρια ποιότητας τα οποία θα πρέπει να προσφέρουν στους χρήστες τους τα εξωδικαστικά όργανα που είναι επιφορτισμένα με τη συναινετική επίλυση καταναλωτικών διαφορών. Κάθε διαμεσολαβητής ή οργανισμός που καλύπτεται από την εν λόγω σύσταση ενθαρρύνεται να τηρεί τις αρχές της. Προκειμένου να διευκολυνθεί η διάδοση πληροφοριών σχετικά με αυτά τα όργανα, η Επιτροπή θα πρέπει να δημιουργήσει βάση δεδομένων των εξωδικαστικών συστημάτων τα οποία συμμορφώνονται, κατά τα κράτη μέλη, με τις αρχές της εν λόγω σύστασης. (19) Η διαμεσολάβηση δεν θα πρέπει να θεωρείται ως δευτερεύουσα λύση σε σχέση με τη δικαστική διαδικασία υπό την έννοια ότι η τήρηση των συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση εξαρτάται από την καλή θέληση των μερών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επομένως να εξασφαλίζουν ότι τα μέρη έγγραφης συμφωνίας που προκύπτει από διαμεσολάβηση μπορούν να ζητούν την εκτέλεση του περιεχομένου της συμφωνίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να αρνούνται την αναγνώριση της συμφωνίας ως εκτελεστής μόνον εφόσον το περιεχόμενό της αντιβαίνει στο εθνικό τους δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του διεθνούς ιδιωτικού τους δικαίου, ή εφόσον δεν προβλέπεται στο εν λόγω δίκαιο η εκτελεστότητα του περιεχομένου της συγκεκριμένης συμφωνίας. Αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει, αν η υποχρέωση που προβλέπεται στη συμφωνία δεν μπορεί να καταστεί εκτελεστή λόγω της φύσεώς της. ( 1 ) Σύσταση 2001/310/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Απριλίου 2001, σχετικά με τις αρχές που εφαρμόζονται στα εξωδικαστικά όργανα συναινετικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών (ΕΕ L 109 της 19.4.2001, σ. 56).

EL 24.5.2008 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 136/5 (20) Το περιεχόμενο συμφωνίας που προκύπτει από διαμεσολάβηση η οποία κηρύσσεται εκτελεστή σε ένα κράτος μέλος θα πρέπει να αναγνωρίζεται και να θεωρείται εκτελεστό στα λοιπά κράτη μέλη σύμφωνα με την εφαρμοστέα κοινοτική νομοθεσία ή το εθνικό δίκαιο. Τούτο μπορεί, λόγου χάρη, να στηριχθεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις ( 1 ) ή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε συζυγικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ( 2 ). λόγου χάρη στον τομέα των μεταφορών, όπως αυτές εφαρμόζονται στα κράτη μέλη. (25) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν την παροχή πληροφοριών στο ευρύ κοινό σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο δύνανται να έλθουν σε επαφή με τους διαμεσολαβητές ή τους οργανισμούς που παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης. Θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνουν τους ασκούντες νομικό επάγγελμα να ενημερώνουν τους πελάτες τους σχετικά με τη δυνατότητα διαμεσολάβησης. (21) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 ορίζει συγκεκριμένα ότι οι συμφωνίες μεταξύ των μερών, προκειμένου να είναι εκτελεστές σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να είναι εκτελεστές στο κράτος μέλος στο οποίο συνήφθησαν. Ως εκ τούτου, η παρούσα οδηγία, εάν το περιεχόμενο συμφωνίας που προκύπτει από διαμεσολάβηση σε υπόθεση οικογενειακού δικαίου δεν είναι εκτελεστό στο κράτος μέλος στο οποίο συνήφθη η συμφωνία και στο οποίο ζητείται να κηρυχθεί εκτελεστή η συμφωνία, δεν θα πρέπει να ενθαρρύνει τα μέρη να παρακάμψουν το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους επιδιώκοντας να κηρυχθεί η συμφωνία τους εκτελεστή σε άλλο κράτος μέλος. (22) Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τους κανόνες των κρατών μελών σχετικά με την εκτέλεση συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση. (23) Η εμπιστευτικότητα της διαδικασίας διαμεσολάβησης είναι σημαντική και η παρούσα οδηγία θα πρέπει, ως εκ τούτου, να προβλέπει ελάχιστο βαθμό συμβατότητας των κανόνων πολιτικής δικονομίας όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο προστατεύεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας της διαμεσολάβησης σε κάθε μεταγενέστερη αστική και εμπορική δίκη ή διαιτησία. (26) Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας ( 3 ), τα κράτη μέλη παροτρύνονται να καταρτίζουν και να δημοσιοποιούν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν στο μέτρο του δυνατού την αντιστοιχία της οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. (27) Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί στην προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και λαμβάνει υπόψη τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (28) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της μέτρο. (24) Προκειμένου να ενθαρρυνθούν τα μέρη να χρησιμοποιούν τη διαμεσολάβηση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι κανόνες τους περί παραγραφής και αποσβεστικών προθεσμιών δεν εμποδίζουν τα μέρη να προσφεύγουν σε δικαστήριο ή διαιτησία σε περίπτωση αποτυχίας της προσπάθειάς τους για διαμεσολάβηση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την επίτευξη του αποτελέσματος αυτού, ακόμη και αν η παρούσα οδηγία δεν εναρμονίζει τους εθνικούς κανόνες περί παραγραφής και αποσβεστικών προθεσμιών. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις διατάξεις σχετικά με τις προθεσμίες παραγραφής και τις αποσβεστικές προθεσμίες που προβλέπουν διεθνείς συμφωνίες, (29) Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να μετάσχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. (30) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της, ( 1 ) ΕΕ L12της 16.1.2001, σ. 1.Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1). ( 2 ) ΕΕ L 338 της 23.12.2003, σ. 1.Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2116/2004 (ΕΕ L 367 της 14.12.2004, σ. 1). ( 3 ) ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.

EL L 136/6 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 24.5.2008 ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Στόχος και πεδίο εφαρμογής 1. Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι να διευκολύνει την πρόσβαση στην εναλλακτική επίλυση των διαφορών και να προαγάγει τον φιλικό διακανονισμό τους, ενθαρρύνοντας την προσφυγή στη διαμεσολάβηση και φροντίζοντας για τη δημιουργία ισόρροπης σχέσης μεταξύ της διαμεσολάβησης και των δικαστικών διαδικασιών. 2. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις εκτός ορισμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τα οποία τα μέρη δεν έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν βάσει του εφαρμοστέου δικαίου. Δεν καλύπτει ιδίως φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις, ή την ευθύνη του κράτους λόγω πράξεων ή παραλείψεων κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας («acta jure imperii»). 3. Στην παρούσα οδηγία, με τον όρο «κράτος μέλος» νοούνται τα κράτη μέλη με εξαίρεση τη Δανία. Άρθρο 3 Ορισμοί Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) ως «διαμεσολάβηση» νοείται διαρθρωμένη διαδικασία ανεξαρτήτως ονομασίας, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη μιας διαφοράς επιχειρούν εκουσίως να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την επίλυση της διαφοράς τους, με τη βοήθεια διαμεσολαβητή. Η διαδικασία αυτή μπορεί να κινηθεί με πρωτοβουλία των μερών, να προταθεί ή να διαταχθεί από δικαστήριο ή να προβλέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους. Η έννοια αυτή περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση εκ μέρους δικαστή που δεν έχει επιληφθεί τυχόν δικαστικών διαδικασιών σχετικών με την εν λόγω διαφορά. Δεν περιλαμβάνει τις απόπειρες που γίνονται από το δικαστήριο ή τον δικαστή που έχει επιληφθεί της υπόθεσης για την επίλυση διαφοράς κατά τη διάρκεια της σχετικής με την εν λόγω διαφορά δίκης Άρθρο 2 Διασυνοριακές διαφορές 1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως διασυνοριακή διαφορά νοείται εκείνη κατά την οποία τουλάχιστον ένα από τα μέρη κατοικεί μονίμως ή διαμένει συνήθως σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο οποιουδήποτε άλλου μέρους κατά την ημερομηνία στην οποία: α) τα μέρη συμφωνούν να προσφύγουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης αφότου ανέκυψε η διαφορά β) διετάχθη η διαμεσολάβηση από το δικαστήριο γ) υφίσταται υποχρέωση διαμεσολάβησης δυνάμει του εθνικού δικαίου ή δ) κληθούν τα μέρη για τους σκοπούς του άρθρου 5. 2. Ανεξαρτήτως της παραγράφου 1, για τους σκοπούς των άρθρων 7 και 8, ως διασυνοριακή διαφορά νοείται επίσης εκείνη για την οποία αρχίζουν δικαστικές διαδικασίες ή διαιτησία έπειτα από διαμεσολάβηση μεταξύ των μερών σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο της μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής των μερών κατά την προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) ή γ) ημερομηνία. 3. Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, η κατοικία προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001. β) ως «διαμεσολαβητής» νοείται οιοσδήποτε τρίτος από τον οποίο ζητείται να αναλάβει διαμεσολάβηση με κατάλληλο, αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο, ανεξαρτήτως της ονομασίας του ή του επαγγέλματός του στο αντίστοιχο κράτος μέλος και ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο ορίστηκε ή ανέλαβε να τελέσει την εν λόγω διαμεσολάβηση. Άρθρο 4 Διασφάλιση της ποιότητας της διαμεσολάβησης 1. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν, με όποια μέσα κρίνουν σκόπιμα, την εκπόνηση προαιρετικών κωδίκων δεοντολογίας και την τήρησή τους εκ μέρους των διαμεσολαβητών και των οργανισμών που παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης, καθώς και άλλων αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου της ποιότητας σχετικά με την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης. 2. Τα κράτη μέλη προωθούν τη βασική και περαιτέρω εκπαίδευση διαμεσολαβητών, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η διαμεσολάβηση διεξάγεται με κατάλληλο, αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο έναντι των μερών. Άρθρο 5 Προσφυγή στη διαμεσολάβηση 1. Δικαστήριο επιλαμβανόμενο υπόθεσης δύναται, ανάλογα με την περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, να καλέσει τα μέρη να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση για να επιλύσουν τη διαφορά. Το δικαστήριο μπορεί, επίσης, να καλέσει τα μέρη να μετάσχουν σε ενημερωτική συνάντηση σχετικά με την προσφυγή στη διαμεσολάβηση, εφόσον πραγματοποιούνται τέτοιες συναντήσεις και είναι εύκολη η πρόσβασή τους.

EL 24.5.2008 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 136/7 2. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη τυχόν εθνικής νομοθεσίας η οποία καθιστά την προσφυγή στη διαμεσολάβηση υποχρεωτική ή τη συνδέει με κίνητρα ή κυρώσεις, ανεξάρτητα αν γίνεται πριν από ή μετά την έναρξη της δίκης, στον βαθμό που η νομοθεσία αυτή δεν εμποδίζει την εκ μέρους των μερών άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστικό σύστημα. Άρθρο 6 Εκτελεστότητα των συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση 1. Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε τα μέρη, ή ένα εξ αυτών με τη ρητή συναίνεση των υπολοίπων, να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν να καταστεί εκτελεστό το περιεχόμενο έγγραφης συμφωνίας που έχει προκύψει από διαμεσολάβηση. Το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας κηρύσσεται εκτελεστό εκτός εάν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είτε το περιεχόμενο της εν λόγω συμφωνίας αντιβαίνει στο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η σχετική αίτηση είτε το δίκαιο του οικείου κράτους μέλους δεν προβλέπει την εκτελεστότητά της. β) όταν η κοινολόγηση του περιεχομένου της συμφωνίας που προέκυψε από τη διαμεσολάβηση είναι απαραίτητη για την εφαρμογή ή την εκτέλεση αυτής της συμφωνίας. 2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εμποδίζουν την εκ μέρους των κρατών μελών θέσπιση αυστηρότερων μέτρων για την προστασία του απόρρητου της διαμεσολάβησης. Άρθρο 8 Αποτελέσματα της διαμεσολάβησης στην παραγραφή και τις αποσβεστικές προθεσμίες 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέρη που επιλέγουν να επιχειρήσουν τον διακανονισμό διαφοράς με διαμεσολάβηση, δεν κωλύονται στη συνέχεια να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες ή διαιτησία σε σχέση με την εν λόγω διαφορά, λόγω παραγραφής ή λήξεως αποσβεστικής προθεσμίας διαρκούσης της διαδικασίας διαμεσολάβησης. 2. Το περιεχόμενο της συμφωνίας μπορεί να κηρυχθεί εκτελεστό από δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή με δικαστική ή άλλη απόφαση, ή με δημόσιο έγγραφο σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. 2. Η παράγραφος 1 δεν θίγει τις περί παραγραφής ή λήξεως αποσβεστικής προθεσμίας διατάξεις των διεθνών συμφωνιών στις οποίες είναι συμβαλλόμενα τα κράτη μέλη. 3. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα δικαστήρια ή άλλες αρχές που είναι αρμόδιες να λαμβάνουν αιτήσεις σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2. 4. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τους κανόνες που ισχύουν για την αναγνώριση και την εφαρμογή σε άλλο κράτος μέλος συμφωνίας η οποία έχει κηρυχθεί εκτελεστή σύμφωνα με την παράγραφο 1. Άρθρο 7 Απόρρητο της διαμεσολάβησης 1. Δεδομένου ότι η διαμεσολάβηση θα πρέπει να διεξάγεται κατά τρόπο που να μην παραβιάζει το απόρρητο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν άλλως, ούτε οι διαμεσολαβητές ούτε όσοι άλλοι εμπλέκονται διοικητικά στη διαδικασία διαμεσολάβησης να υποχρεώνονται να προσκομίσουν, σε αστικές και εμπορικές δίκες ή διαιτησίες, στοιχεία που προκύπτουν από διαδικασία διαμεσολάβησης ή έχουν σχέση με αυτήν, παρά μόνο: α) εφόσον τούτο είναι αναγκαίο για επιτακτικούς λόγους δημόσιας τάξης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, κυρίως για να εξασφαλιστεί η προστασία των πρωταρχικών συμφερόντων των παιδιών ή να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θιγεί η σωματική ή ψυχολογική ακεραιότητα προσώπου, ή Άρθρο 9 Ενημέρωση του κοινού Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν, με κάθε πρόσφορο κατά την κρίση τους μέσο, την παροχή πληροφόρησης στο ευρύ κοινό σχετικά με τον τρόπο πρόσβασης σε διαμεσολαβητές και οργανισμούς παροχής υπηρεσιών διαμεσολάβησης, ιδίως στο Διαδίκτυο. Άρθρο 10 Ενημέρωση σχετικά με τα αρμόδια δικαστήρια και αρχές Η Επιτροπή δημοσιοποιεί, με όλα τα κατάλληλα μέσα, τις πληροφορίες σχετικά με τα αρμόδια δικαστήρια ή αρχές, τις οποίες κοινοποιούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3. Άρθρο 11 Επανεξέταση Το αργότερο στις 21 Μαΐου 2016, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, έκθεση ως προς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η έκθεση λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη της διαμεσολάβησης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις επιπτώσεις της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη. Η έκθεση αυτή συνοδεύεται, ενδεχομένως, από προτάσεις αναπροσαρμογής της παρούσας οδηγίας.

EL L 136/8 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 24.5.2008 Άρθρο 12 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι απαραίτητες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις 21 Μαΐου 2011, με εξαίρεση το άρθρο 10, για το οποίο ως προθεσμία συμμόρφωσης ορίζεται η 21η Νοεμβρίου 2010 το αργότερο. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή. Οι θεσπιζόμενες από τα κράτη μέλη ανωτέρω διατάξεις περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. Άρθρο 13 Έναρξη ισχύος Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 14 Αποδέκτες Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Στρασβούργο, 21Μαΐου 2008. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στο πεδίο το οποίο διέπει η παρούσα οδηγία. Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ο Πρόεδρος H.-G. PÖTTERING Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος J. LENARČIČ

EL EL EL

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ Στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας καθορίζονται ορισµένες αρχές, τις οποίες οι επιµέρους διαµεσολαβητές µπορούν να επιλέξουν οικειοθελώς να τηρούν, υπό δική τους ευθύνη. Ο παρών κώδικας µπορεί να τηρείται σε κάθε είδους διαµεσολάβηση σε αστικές και εµπορικές υποθέσεις. Οι φορείς που παρέχουν υπηρεσίες διαµεσολάβησης δύνανται οµοίως να δεσµευθούν ότι θα τηρούν τον παρόντα κώδικα, ζητώντας από τους διαµεσολαβητές που ενεργούν υπό την αιγίδα τους να τον εφαρµόζουν. Οι εν λόγω φορείς έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν πληροφορίες για τα µέτρα που λαµβάνουν προκειµένου να προάγουν την τήρηση του κώδικα από επιµέρους διαµεσολαβητές µε διάφορους τρόπους, όπως επιµόρφωση, αξιολόγηση και παρακολούθηση. Για τους σκοπούς του παρόντος κώδικος, η διαµεσολάβηση ορίζεται ως κάθε διαρθρωµένη διαδικασία, ανεξαρτήτως ονοµασίας, κατά την οποία δύο ή περισσότερα µέρη συµφωνούν να αναθέσουν σε κάποιον τρίτο, ο οποίος εφεξής καλείται «διαµεσολαβητής», να τα βοηθήσει να επιλύσουν µία διαφορά που έχει ανακύψει µεταξύ τους. Η τήρηση του κώδικα δεοντολογίας δεν θίγει την εφαρµογή της εθνικής νοµοθεσίας και των κανόνων που διέπουν την άσκηση επιµέρους επαγγελµάτων. Οι φορείς που παρέχουν υπηρεσίες διαµεσολάβησης ενδέχεται να επιθυµούν να επεξεργασθούν λεπτοµερέστερους κώδικες, προσαρµοσµένους στις ειδικές περιστάσεις ή στα είδη διαµεσολάβησης που προσφέρουν, καθώς επίσης για ειδικούς τοµείς διαµεσολάβησης, όπως οι οικογενειακές ή καταναλωτικές διαφορές. EL 1 EL

1. ΠΡΟΣΟΝΤΑ, ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΗ ΤΩΝ ΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΟΥΣ 1.1. Προσόντα Ο διαµεσολαβητής πρέπει να είναι κατηρτισµένος και να διαθέτει ειδικές γνώσεις σε θέµατα διαµεσολάβησης. Στους παράγοντες που λαµβάνονται υπόψη εν προκειµένω περιλαµβάνονται η κατάλληλη επαγγελµατική κατάρτιση και η διαρκής ενηµέρωση της εκπαίδευσης και της πρακτικής τους εξάσκησης όσον αφορά τις δεξιότητες διαµεσολάβησης, λαµβανοµένων υπόψη των τυχόν σχετικών προτύπων ή συστηµάτων διαπίστευσης. 1.2. ιορισµός Ο διαµεσολαβητής πρέπει να συνεννοείται µε τα µέρη σχετικά µε τις κατάλληλες ηµεροµηνίες για τη διεξαγωγή της διαµεσολάβησης. Πριν αποδεχθεί τον διορισµό του, ο διαµεσολαβητής πρέπει να βεβαιωθεί ότι διαθέτει τις γνώσεις και τα προσόντα που απαιτούνται για τη διεξαγωγή της διαµεσολάβησης και, εφόσον του ζητηθεί, παρέχει στα µέρη πληροφορίες σχετικά µε τις γνώσεις και την πείρα του. 1.3. Αµοιβή Ο διαµεσολαβητής οφείλει σε κάθε περίπτωση να παρέχει στα µέρη πλήρη ενηµέρωση για τον τρόπο αµοιβής του που σκοπεύει να εφαρµόσει, εκτός αν οι σχετικές πληροφορίες έχουν ήδη παρασχεθεί. Ο διαµεσολαβητής δεν αποδέχεται την αποστολή του προτού όλα τα µέρη της εκάστοτε διαφοράς συµφωνήσουν µε τις αρχές που ισχύουν για την αµοιβή του. 1.4. Προώθηση των υπηρεσιών του διαµεσολαβητή Ο διαµεσολαβητής δύναται να προάγει τις υπηρεσίες που προσφέρει, υπό τον όρο ότι ενεργεί κατά τρόπο επαγγελµατικό, ειλικρινή και αξιοπρεπή. 2. ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΜΕΡΟΛΗΨΙΑ 2.1. Ανεξαρτησία Τυχόν περιστάσεις οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν ή εγείρουν υπόνοιες ότι επηρεάζουν την ανεξαρτησία του διαµεσολαβητή ή δηµιουργούν σύγκρουση συµφερόντων πρέπει να γνωστοποιούνται από τον διαµεσολαβητή στα µέρη πριν την ανάληψη των καθηκόντων του ή την συνέχιση της άσκησης αυτών. Οι εν λόγω περιστάσεις περιλαµβάνουν: κάθε προσωπική ή επαγγελµατική σχέση µε ένα ή περισσότερα από τα µέρη οποιοδήποτε οικονοµικό ή άλλο συµφέρον, άµεσο ή έµµεσο, από την έκβαση της διαµεσολάβησης το γεγονός ότι ο διαµεσολαβητής ή άλλο στέλεχος της εταιρείας για την οποία εργάζεται έχει ενεργήσει κατά το παρελθόν υπό άλλη ιδιότητα πλην του διαµεσολαβητή για ένα ή περισσότερα από τα µέρη. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο διαµεσολαβητής επιτρέπεται να αποδεχθεί να αναλάβει καθήκοντα διαµεσολαβητή ή να εξακολουθήσει να τα ασκεί µόνον εφόσον είναι βέβαιος ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαµεσολάβηση µε πλήρη ανεξαρτησία, ούτως ώστε να διασφαλίζεται πλήρης αµεροληψία, και µε τη ρητή συγκατάθεση των µερών. Η υποχρέωση γνωστοποίησης τέτοιων περιστάσεων ισχύει καθ' όλη τη διάρκεια της διαµεσολάβησης. EL 2 EL

2.2. Αµεροληψία Ο διαµεσολαβητής πρέπει να ενεργεί διαρκώς και να δίδει την εντύπωση ότι ενεργεί µε αµεροληψία έναντι των µερών και να µεριµνά για την ισότιµη εξυπηρέτηση όλων των µερών στο πλαίσιο της διαµεσολάβησης. 3. ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ, ΙΑ ΙΚΑΣΙΑΚΑΙ ΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΤΗΣ ΙΑΦΟΡΑΣ 3.1. ιαδικασία Ο διαµεσολαβητής πρέπει να λαµβάνει µέριµνα ούτως ώστε τα µέρη της διαµεσολάβησης να κατανοούν τα χαρακτηριστικά της διαδικασίας, καθώς και τον ρόλο του διαµεσολαβητή και των µερών. Ο διαµεσολαβητής πρέπει να βεβαιωθεί, ιδίως, ότι πριν από την έναρξη της διαµεσολάβησης τα µέρη έχουν κατανοήσει και συµφωνήσει ρητώς τους όρους και τις προϋποθέσεις της συµφωνίας διαµεσολάβησης, συµπεριλαµβανοµένων ιδίως των διατάξεων που ενδεχοµένως διέπουν τις υποχρεώσεις εχεµύθειας που βαρύνουν τον διαµεσολαβητή και τα µέρη. Κατόπιν αιτήσεως των µερών, η συµφωνία διαµεσολάβησης µπορεί να καταρτισθεί γραπτώς. Ο διαµεσολαβητής πρέπει να φροντίζει για την προσήκουσα διεξαγωγή της διαδικασίας, λαµβάνοντας υπόψη τα δεδοµένα της εκάστοτε υπόθεσης, συµπεριλαµβανοµένων των πιθανών ανισορροπιών ισχύος, τυχόν επιθυµιών που έχουν εκφράσει τα µέρη, των εφαρµοστέων κανόνων και της ανάγκης για ταχεία επίλυση της διαφοράς. Τα µέρη µπορούν να συµφωνήσουν µε τον διαµεσολαβητή, µε παραποµπή σε κάποιο σύνολο κανόνων ή µε άλλον τρόπο, τον τρόπο διεξαγωγής της όλης διαδικασίας. Αν το κρίνει σκόπιµο, ο διαµεσολαβητής δύναται να ακροασθεί έκαστο µέρος χωριστά. 3.2. Ευθυδικία Ο διαµεσολαβητής πρέπει να διασφαλίζει ότι όλα τα µέρη έχουν επαρκείς δυνατότητες συµµετοχής στη διαδικασία. Ο διαµεσολαβητής, πρέπει να ενηµερώσει τα µέρη και δύναται να περατώσει τη διαµεσολάβηση εφόσον: επέρχεται διευθέτηση της διαφοράς η οποία, κατά την κρίση του διαµεσολαβητή, φαίνεται -ανεφάρµοστη ή παράνοµη, µε γνώµονα τα δεδοµένα της υπόθεσης και την ικανότητα του διαµεσολαβητή να διατυπώσει µια τέτοια κρίση ή ο διαµεσολαβητής θεωρεί ότι η συνέχιση της διαµεσολάβησης είναι απίθανο να οδηγήσει σε διευθέτηση της διαφοράς. 3.3. Περάτωση της διαδικασίας Ο διαµεσολαβητής πρέπει να λάβει κάθε πρόσφορο µέτρο προκειµένου να διασφαλισθεί ότι η διευθέτηση που ενδεχοµένως θα εξευρεθεί για την επίλυση της διαφοράς είναι προϊόν γνώσης και εµπεριστατωµένης συναίνεσης όλων των µερών, καθώς επίσης ότι όλα τα µέρη κατανοούν τους όρους της συµφωνίας. Τα µέρη είναι ελεύθερα ανά πάσα στιγµή να αποχωρήσουν από την διαδικασία διαµεσολάβησης χωρίς αιτιολογία. Ο διαµεσολαβητής πρέπει, κατόπιν αιτήσεως των µερών και εντός των ορίων της εντολής του, να ενηµερώσει τα µέρη για το πώς µπορούν να επισηµοποιήσουν τη µεταξύ τους συµφωνία και για το πώς µπορούν να την καταστήσουν εκτελεστή. EL 3 EL

4. ΕΧΕΜΥΘΕΙΑ Ο διαµεσολαβητής πρέπει να τηρεί απόρρητες όλες τις πληροφορίες οι οποίες έχουν προκύψει εκ της διαµεσολάβησης ή σε σχέση µε αυτήν, συµπεριλαµβανοµένου του γεγονότος ότι πρόκειται να διεξαχθεί ή έχει διεξαχθεί διαµεσολάβηση, εκτός αν είναι υποχρεωµένος να πράξει άλλως δυνάµει διάταξης νόµου ή για λόγους δηµόσιας τάξης. Κάθε πληροφορία η οποία κοινολογείται εµπιστευτικά στον διαµεσολαβητή από ένα µέρος δεν επιτρέπεται να κοινολογείται στα άλλα µέρη, εκτός αν παρέχεται σχετική συγκατάθεση ή η κοινολόγηση της εκάστοτε πληροφορίας είναι υποχρεωτική βάσει του νόµου. EL 4 EL

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 29.11.2011 COM(2011) 793 τελικό 2011/0373 (COD) Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚ ) {SEC(2011) 1408 τελικό} {SEC(2011) 1409 τελικό}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ Η παρούσα πρόταση, µαζί µε την πρόταση κανονισµού για την ηλεκτρονική επίλυση καταναλωτικών διαφορών (κανονισµός ΗΕΚ ), εντάσσεται στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλονται για να βελτιωθεί η λειτουργία της λιανικής εσωτερικής αγοράς, και ειδικότερα να ενισχυθεί η έννοµη προστασία των καταναλωτών. Σηµαντικό ποσοστό των ευρωπαίων καταναλωτών αντιµετωπίζουν προβλήµατα, όταν αγοράζουν αγαθά και υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά. Το 2010 προβλήµατα αυτού του είδους αντιµετώπισε περίπου το 20% των ευρωπαίων καταναλωτών 1. Παρά το γενικά υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών το οποίο εγγυάται η νοµοθεσία, τα προβλήµατα που αντιµετωπίζουν οι καταναλωτές παραµένουν συχνά ανεπίλυτα. Οι ζηµίες που υφίστανται οι ευρωπαίοι καταναλωτές λόγω προβληµάτων που έχουν σχέση µε την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών υπολογίζονται στο 0,4% του ΑΕγχΠ της ΕΕ. Πέραν της προσφυγής στα παραδοσιακά δικαστικά µέσα έννοµης προστασίας 2, οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις έχουν, σε µερικά κράτη µέλη, τη δυνατότητα να υποβάλουν τις καταγγελίες τους σε φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών («φορείς ΕΕ»). Αυτοί οι φορείς επιδιώκουν την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν µεταξύ των συναλλασσόµενων µερών, µέσω της παρέµβασης ενός τρίτου φορέα (π.χ. διαιτητής, συµφιλιωτής, διαµεσολαβητής, συνήγορος του πολίτη, συµβούλιο καταγγελιών). Η Επιτροπή εξέδωσε δύο συστάσεις για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών 3 και δηµιούργησε δύο δίκτυα που ασχολούνται µε την ΕΕ (ECC-NET 4 και FIN-NET 5 ). Ορισµένες από τις τοµεακές νοµοθετικές πράξεις της ΕΕ περιέχουν ρήτρα για την ΕΕ 6, ενώ η οδηγία για τη διαµεσολάβηση 7 προωθεί τη φιλική διευθέτηση των διαφορών, συµπεριλαµβανοµένων των καταναλωτικών διαφορών. Ωστόσο, η ανάλυση της τρέχουσας 1 2 3 4 5 6 7 Ευρωβαρόµετρο 342, «Ενίσχυση του ρόλου των καταναλωτών», σ. 169. Για παράδειγµα: κανονισµός (ΕΚ) αριθ. 861/2007 για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας µικροδιαφορών, ΕΕ L 199 της 31.7.2007, σ. 1. Σύσταση 98/257/ΕΚ της Επιτροπής σχετικά µε τις αρχές που διέπουν τα αρµόδια όργανα για την εξώδικη επίλυση των διαφορών κατανάλωσης, ΕΕ L 115 της 17.4.1998, σ. 31, και σύσταση 2001/310/ΕΚ της Επιτροπής περί αρχών για τα εξωδικαστικά όργανα συναινετικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών, ΕΕ L 109 της 19.4.2001, σ. 56. Το δίκτυο των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών (ECC-NΕΤ) διευκολύνει την πρόσβαση των καταναλωτών στον κατάλληλο φορέα ΕΕ άλλου κράτους µέλους σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών. Το FΙΝ-NΕΤ απαρτίζεται από συστήµατα ΕΕ που χειρίζονται διασυνοριακές διαφορές µεταξύ καταναλωτών και παρόχων χρηµατοοικονοµικών υπηρεσιών. Για παράδειγµα: οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά µε τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά µε τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55 και 94) οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συµβάσεις καταναλωτικής πίστης (ΕΕ L 133 της 22.5.2008, σ. 66) οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισµένες νοµικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εµπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εµπόριο») (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1). ΕΕ L 136 της 24.5.2008, σ. 3. EL 2 EL

κατάστασης εντόπισε τις ακόλουθες βασικές αδυναµίες, που υπονοµεύουν την αποτελεσµατικότητα της ΕΕ : κενά στην κάλυψη, έλλειψη ενηµέρωσης των καταναλωτών και των επιχειρήσεων και άνιση ποιότητα των διαδικασιών ΕΕ 8. Η έλλειψη αποτελεσµατικών συστηµάτων ΕΕ δηµιουργεί ιδιαίτερες προκλήσεις στο πλαίσιο των διασυνοριακών συναλλαγών (π.χ. γλωσσικά εµπόδια, δυνητικά υψηλότερες δαπάνες, διαφορές στη νοµοθεσία µεταξύ των κρατών µελών). Ενόψει των προβληµάτων που εντοπίστηκαν, η Επιτροπή ανέλαβε τη δέσµευση να προτείνει µέτρα για την ΕΕ που να εξασφαλίζουν, αφενός, τη δυνατότητα υποβολής όλων των καταναλωτικών καταγγελιών σε φορέα ΕΕ και, αφετέρου, τη δυνατότητα ευχερέστερης επίλυσης των διαφορών που αφορούν διασυνοριακές συναλλαγές 9. 2. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝ ΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ 2.1. Συλλογή εµπειρογνωµοσύνης και διαβούλευση µε τα ενδιαφερόµενα µέρη Η Επιτροπή εκπόνησε αρκετές µελέτες για την ΕΕ. Στις εν λόγω µελέτες περιλαµβάνονται και οι εξής: η µελέτη του 2009 «Study on the use of Alternative Dispute Resolution in the European Union» (Μελέτη για τη χρήση της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση) 10, στην οποία έγινε διεξοδική ανάλυση των υπαρχόντων φορέων ΕΕ και της λειτουργίας τους σε όλα τα κράτη µέλη, η µελέτη «Consumer redress in the EU: consumers' experiences, perceptions and choices» (Η έννοµη προστασία των καταναλωτών στην ΕΕ: εµπειρίες, αντιλήψεις και επιλογές των καταναλωτών) 11, η µελέτη του 2011 «Assessment of the compliance costs including administrative costs/burdens on businesses linked to the use of Alternative Dispute Resolution (ADR)» [Εκτίµηση του κόστους συµµόρφωσης που προκύπτει από τη χρήση συστηµάτων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ΕΕ ), συµπεριλαµβανοµένων των δαπανών/επιβαρύνσεων για τις επιχειρήσεις] και η µελέτη του 2011 «Cross-border ADR in the European Union» ( ιασυνοριακή ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση) 12. Τον Ιανουάριο του 2011 άρχισε δηµόσια διαβούλευση για τη χρήση της ΕΕ 13. Φάνηκε να υπάρχει υψηλός βαθµός συναίνεσης ως προς το ζήτηµα της ΕΕ : όλοι όσοι απάντησαν συµφώνησαν στην ανάγκη να αναπτυχθεί περαιτέρω η ΕΕ, προκειµένου να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η µεγάλη πλειονότητα όσων απάντησαν υποστήριξε 8 9 10 11 12 13 Πρβλ. µελέτη της 16ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά µε τη χρήση της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, http://ec.europa.eu/consumers/redress_cons/adr_study.pdf, σ. 56-63 112-115 120-121. Εµβληµατική πρωτοβουλία της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»: «Ψηφιακό θεµατολόγιο για την Ευρώπη», COM(2010) 245, σ. 13 ανακοίνωση της Επιτροπής «Πράξη για την ενιαία αγορά», COM(2011) 206, σ. 9. Study on the use of Alternative Dispute Resolution in the European Union (Μελέτη για τη χρήση συστηµάτων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση), Civic Consulting of the Consumer Policy Evaluation Consortium (CPEC), 2009, διαθέσιµη στη διαδικτυακή διεύθυνση: http://www.cc.cec/home/dgserv/sg/evaluation/pages/eims_en.htm «Consumer redress in the European Union: consumers' experiences, perceptions and choices», 2009 http://ec.europa.eu/consumers/redress_cons/docs/cons_redress_eu_qual_study_report_en.pdf http://www.europarl.europa.eu/meetdocs/2009_2014/documents/imco/dv/adr_study_/adr_study_en.pdf ηµόσια διαβούλευση σχετικά µε τη χρήση της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ΕΕ ) ως µέσου επίλυσης διαφορών που σχετίζονται µε εµπορικές συναλλαγές και πρακτικές στην ΕΕ: http://ec.europa.eu/consumers/redress_cons/feedback_statement_final.pdf EL 3 EL

επίσης την ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ και τόνισε την ανάγκη για ποιοτικές διαδικασίες ΕΕ, οι οποίες πρέπει να είναι διαθέσιµες ιδίως για τις διαφορές που ανακύπτουν από διασυνοριακές συναλλαγές και στο ψηφιακό περιβάλλον. Κατά την άποψή τους, οι διαδικασίες ΕΕ, για να είναι αποτελεσµατικές, πρέπει να διέπονται από ορισµένες κοινές αρχές, όπως η αµεροληψία, η διαφάνεια, η αποτελεσµατικότητα και η δικαιοσύνη. Πολλοί απαντήσαντες υποστήριξαν τη βελτίωση των διαδικασιών ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών (ΗΕ ), ιδίως για τις συναλλαγές ηλεκτρονικού εµπορίου, όπου υπάρχει αυξανόµενος αριθµός καταγγελιών, ειδικά για υποθέσεις µικρής αξίας. Τον Μάρτιο του 2011 οι υπηρεσίες της Επιτροπής, µαζί µε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οργάνωσαν διάσκεψη µε θέµα «Εναλλακτική επίλυση διαφορών για την εσωτερική αγορά και τους καταναλωτές», στην οποία πήραν µέρος περίπου 200 ενδιαφερόµενα µέρη. Κατά τη συζήτηση εκφράστηκε γενική υποστήριξη για την ανάπτυξη της ΕΕ, συµπεριλαµβανοµένης της ΗΕ, για τους καταναλωτές και επισηµάνθηκε η ανάγκη για ανάληψη δράσης από την ΕΕ. Τον Απρίλιο του 2011, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής διάσκεψης καταναλωτών 14, οργανώθηκε εργαστήριο µε θέµα «ΕΕ : πώς µπορεί να λειτουργήσει καλύτερα» µε τη συµµετοχή 60 φορέων. Ελήφθησαν επίσης και άλλα στοιχεία, ιδίως µέσω µιας διαβούλευσης µε τις επιχειρήσεις, την οποία διενήργησαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής µεταξύ εκεµβρίου 2010 και Ιανουαρίου 2011 µέσω της δοκιµαστικής οµάδας ευρωπαϊκών επιχειρήσεων 15, και µέσω µιας άλλης διαβούλευσης µε τις επιχειρήσεις, η οποία πραγµατοποιήθηκε µεταξύ Μαρτίου και Μαΐου 2011 µέσω της ερευνητικής πλατφόρµας µικροµεσαίων επιχειρήσεων 16. Ζητήθηκε επίσης η γνώµη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας εδοµένων. 2.2. Εκτίµηση αντικτύπου Η Επιτροπή εκπόνησε λεπτοµερή εκτίµηση αντικτύπου, στην οποία ανέλυσε σειρά επιλογών πολιτικής τόσο για την «κάλυψη της ΕΕ, τη σχετική ενηµέρωση των καταναλωτών και την ποιότητά της» όσο και για την «ΗΕ για τις διασυνοριακές συναλλαγές ηλεκτρονικού εµπορίου». Η εκτίµηση αντικτύπου κατέληξε στο συµπέρασµα ότι µόνο ένας συνδυασµός δύο πράξεων για την ΕΕ και την ΗΕ µπορεί να εξασφαλίσει πρόσβαση σε αµερόληπτα, διαφανή, αποτελεσµατικά και δίκαια µέσα εξωδικαστικής επίλυσης εγχώριων και διασυνοριακών καταναλωτικών διαφορών. Ειδικότερα, η έκδοση οδηγίας-πλαισίου είναι ο πιο κατάλληλος τρόπος για να εξασφαλιστεί η πλήρης κάλυψη της ΕΕ σε όλα τα κράτη µέλη, να ενηµερωθούν οι καταναλωτές για την ΕΕ και να εξασφαλιστεί ότι οι φορείς ΕΕ τηρούν ορισµένες συγκεκριµένες αρχές ποιότητας. Η πλήρης κάλυψη της ΕΕ θα δηµιουργήσει το απαραίτητο πλαίσιο βάσει του οποίου ένα πανενωσιακό σύστηµα ΗΕ θα µπορεί να επιλύει αποτελεσµατικά τις διαφορές που ανακύπτουν από διασυνοριακές συναλλαγές ηλεκτρονικού εµπορίου. 14 15 16 http://www.european-consumer-summit.eu/workshops3_en.asp Ζητήθηκε από 335 εταιρείες όλων των κρατών µελών της ΕΕ να αναφέρουν τις εµπειρίες και τις απόψεις τους για την ΕΕ : http://ec.europa.eu/yourvoice/ebtp/consultations/2010/adr/index_en.htm Κατά τη διαβούλευση αυτή 927 µικροµεσαίες επιχειρήσεις απάντησαν σε ερωτήσεις για την ΕΕ. EL 4 EL

3. ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ 3.1. Βασικά στοιχεία της πρότασης 3.1.1. Εξασφάλιση της ύπαρξης διαδικασιών ΕΕ για όλες τις καταναλωτικές διαφορές Σύµφωνα µε την παρούσα πρόταση, τα κράτη µέλη υποχρεούνται να εξασφαλίσουν ότι όλες οι διαφορές µεταξύ καταναλωτών και εµπόρων οι οποίες ανακύπτουν από την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών µπορούν να υποβληθούν σε φορέα ΕΕ, µεταξύ άλλων και µε ηλεκτρονικά µέσα. Για να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους, τα κράτη µέλη µπορούν να χρησιµοποιήσουν τους υπάρχοντες φορείς ΕΕ και να προσαρµόσουν το πεδίο εφαρµογής τους, αν αυτό είναι απαραίτητο ή µπορούν να δηµιουργήσουν νέους φορείς ΕΕ ή έναν συµπληρωµατικό διατοµεακό φορέα. Η παρούσα πρόταση καλύπτει τις διαφορές µεταξύ καταναλωτών και εµπόρων οι οποίες ανακύπτουν από την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών. Περιλαµβάνονται οι καταγγελίες που υποβάλλονται από καταναλωτές κατά εµπόρων, αλλά και οι καταγγελίες που υποβάλλονται από εµπόρους κατά καταναλωτών. Η παρούσα πρόταση εφαρµόζεται στους φορείς ΕΕ που επιδιώκουν την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών µεταξύ καταναλωτών και εµπόρων µε την παρέµβαση ενός φορέα επίλυσης διαφορών. Καλύπτει ειδικότερα τις διαδικασίες διαµεσολάβησης αλλά και τις µη δικαστικές διαδικασίες οιονεί δικαστικής φύσης, όπως είναι οι διαδικασίες ενώπιον συµβουλίων καταναλωτικών καταγγελιών και οι διαδικασίες διαιτησίας και συµβιβασµού. Η παρούσα πρόταση δεν εφαρµόζεται στα συστήµατα διερεύνησης καταναλωτικών καταγγελιών που τα διαχειρίζονται οι έµποροι ούτε στους φορείς επίλυσης διαφορών στους οποίους τα φυσικά πρόσωπα που είναι αρµόδια για την επίλυση των διαφορών είναι αποκλειστικά και µόνο υπάλληλοι του εµπόρου. εν καλύπτει επίσης τις απευθείας διαπραγµατεύσεις µεταξύ των µερών. 3.1.2. Ενηµέρωση για την ΕΕ και συνεργασία Όταν ανακύπτουν διαφορές, οι καταναλωτές πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίζουν γρήγορα τους φορείς ΕΕ που είναι αρµόδιοι για την εξέταση της διαφοράς τους. Για τον σκοπό αυτόν, η παρούσα πρόταση εξασφαλίζει ότι οι καταναλωτές θα µπορούν να βρίσκουν πληροφορίες για τον αρµόδιο φορέα ΕΕ στα βασικά εµπορικά έγγραφα που παρέχονται από τον έµπορο και, αν ένας έµπορος έχει ιστότοπο, στον ιστότοπο αυτόν. Επιπλέον, οι έµποροι θα υποχρεούνται να ενηµερώνουν τους καταναλωτές για το αν δεσµεύονται ή όχι να χρησιµοποιούν την ΕΕ για τις καταγγελίες που υποβάλλει εναντίον τους κάποιος καταναλωτής. Αυτή η υποχρέωση θα λειτουργήσει ως κίνητρο για τους εµπόρους για να χρησιµοποιούν την ΕΕ συχνότερα. Σύµφωνα µε την παρούσα πρόταση, τα κράτη µέλη θα εξασφαλίσουν ότι οι καταναλωτές θα µπορούν να ζητούν βοήθεια όταν εµπλέκονται σε διασυνοριακή διαφορά. Τα κράτη µέλη έχουν το δικαίωµα να αναθέσουν το καθήκον αυτό στα εθνικά τους κέντρα του δικτύου Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών (ECC-ΝΕΤ), το οποίο σήµερα υποδεικνύει στους καταναλωτές τους φορείς ΕΕ που είναι αρµόδιοι να εξετάσουν τις διασυνοριακές διαφορές τους. Σύµφωνα µε την πρόταση, οι φορείς ΕΕ θα ενθαρρυνθούν να γίνουν µέλη των δικτύων φορέων ΕΕ που θα λειτουργούν σε κάθε τοµέα, όταν εξετάζουν διαφορές που εµπίπτουν στον εν λόγω τοµέα. Επιπλέον, η παρούσα πρόταση ενθαρρύνει τη συνεργασία µεταξύ των EL 5 EL

φορέων ΕΕ και των εθνικών αρχών που είναι επιφορτισµένες µε την επιβολή της νοµοθεσίας περί προστασίας των καταναλωτών. Η παρούσα πρόταση περιέχει διατάξεις που εξασφαλίζουν την τήρηση αυστηρών εγγυήσεων εµπιστευτικότητας και προστασίας των δεδοµένων, σύµφωνα µε τη σχετική νοµοθεσία της Ένωσης. 3.1.3. Ποιότητα των φορέων ΕΕ Η παρούσα πρόταση επιδιώκει να εξασφαλίσει ότι οι φορείς ΕΕ τηρούν τις ποιοτικές αρχές της αµεροληψίας, της διαφάνειας, της αποτελεσµατικότητας και της δικαιοσύνης. Οι εν λόγω αρχές έχουν καθοριστεί σε δύο συστάσεις της Επιτροπής. ίνοντας δεσµευτικό χαρακτήρα στις αρχές αυτές, η παρούσα πρόταση θα δηµιουργήσει ίσους όρους όσον αφορά την ΕΕ και θα ενισχύσει την εµπιστοσύνη των καταναλωτών και των εµπόρων στις διαδικασίες ΕΕ. Η διαφάνεια των φορέων ΕΕ πρέπει να εγγυάται ότι τα µέρη λαµβάνουν όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται προκειµένου να λάβουν τεκµηριωµένη απόφαση πριν συµµετάσχουν σε διαδικασία ΕΕ. Οι διαδικασίες ΕΕ πρέπει να είναι αποτελεσµατικές και να αντιµετωπίζουν ορισµένες αδυναµίες που παρουσιάζουν οι δικαστικές διαδικασίες, όπως το κόστος, η διάρκεια και η πολυπλοκότητα. Με βάση τα πορίσµατα των υπαρχουσών µελετών, η παρούσα πρόταση ορίζει ότι οι διαφορές πρέπει να επιλύονται µέσα σε 90 ηµέρες. Για να εξασφαλιστεί ότι οι διαδικασίες ΕΕ θα παραµείνουν προσιτές σε όλους τους καταναλωτές, η παρούσα πρόταση προβλέπει ότι πρέπει να παρέχονται δωρεάν ή σε χαµηλό κόστος για τους καταναλωτές. 3.1.4. Παρακολούθηση Για να εξασφαλιστεί ότι οι φορείς ΕΕ λειτουργούν σωστά και παρέχουν ποιοτικές υπηρεσίες στους καταναλωτές και τους εµπόρους, πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά. Σε κάθε κράτος µέλος, µια αρµόδια αρχή θα είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση της λειτουργίας των φορέων ΕΕ που θα ιδρυθούν στο έδαφός του. Οι αρµόδιες αρχές θα αξιολογούν, µεταξύ άλλων, βάσει των πληροφοριών που θα τους κοινοποιούν οι φορείς ΕΕ, αν ένας συγκεκριµένος φορέας ΕΕ πληροί τις ποιοτικές απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα πρόταση. Επιπλέον, οι αρµόδιες αρχές θα δηµοσιεύουν τακτικές εκθέσεις σχετικά µε την ανάπτυξη και τη λειτουργία των φορέων ΕΕ. Κάθε τρία χρόνια η Επιτροπή θα υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συµβούλιο έκθεση σχετικά µε την εφαρµογή της οδηγίας. 3.2. Αρχή της επικουρικότητας Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανάπτυξη ενός λειτουργικού συστήµατος ΕΕ στην Ένωση, που θα στηρίζεται στους φορείς που υπάρχουν ήδη στα κράτη µέλη και θα σέβεται τις εθνικές νοµικές παραδόσεις τους, θα ενισχύσει τη εµπιστοσύνη των καταναλωτών στη λιανική εσωτερική αγορά, συµπεριλαµβανοµένου του τοµέα του ηλεκτρονικού εµπορίου. Θα δηµιουργήσει επίσης νέες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις. Αν τα κράτη µέλη δράσουν µεµονωµένα, ενδέχεται να υπάρξει περαιτέρω κατακερµατισµός της ΕΕ, ο οποίος στη συνέχεια θα επιτείνει την άνιση µεταχείριση των καταναλωτών και των εµπόρων στην εσωτερική αγορά και θα δηµιουργήσει διαφορετικά επίπεδα έννοµης προστασίας των καταναλωτών στην Ένωση. Η δράση σε EL 6 EL