Οι αντωνυμίες σε μεσαιωνικά κυπριακά κείμενα μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία



Σχετικά έγγραφα
ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΑΝΣΩΝΤΜΙΕ Είναι κλιτές λέξεις που αντικαθιστούν ονοματικές φράσεις και κάνουν την ίδια «δουλειά» με αυτές.

Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι, Αγαπητοί μου

Η γλώσσα της Κ.Δ. είναι η «κοινή» ελληνιστική, δηλαδή η δημώδης και η γλώσσα που ομιλείτο από τον 3 ο αι. π.χ. μέχρι τον 3 ο αι. μ.χ.

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» Τομέας Νέων Ελληνικών

Bυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι Ενότητα 13: Χρονογραφία της Ύστερης περιόδου. Γεώργιος Σφραντζής: Βίος και Έργο

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός

Η βιβλιοθήκη της Ι.Μ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

Πρόλογος της γαλλικής έκδοσης

Με την προσδοκία ότι το βιβλίο αυτό θα αποβεί χρήσιμο σε μαθητές και συναδέλφους φιλολόγους, εύχομαι καλή επιτυχία στο έργο τους.

Pos matome Griko: Το εκπαιδευτικό υλικό. Β Επίπεδο για ενηλίκους. Μαριάννα Κατσογιάννου, Γλωσσολόγος, Καθηγήτρια, Παν/μιο Κύπρου

3ο Νηπ/γείο Κορδελιού Τμήμα Ένταξης

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2007 ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΥΠΟΤΡΟΦΩΝ ΚΑΘΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΑΤΑΛΑ Α ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ

Μεθοδολογία 2014 (για το Σεμινάριο Όπερες του Μότσαρτ)

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ Βασίλης Αναστασίου

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΒΔΟΜΗ Η ΠΡΩΙΜΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εισαγωγή στην Κ.Δ. και ιστορία εποχής της Καινής Διαθήκης

GREEKLISH ΧΑΛΙΜΟΥΡΔΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΗ ΚΩΝ/ΝΑ ΦΑΣΛΙΑ ΡΕΝΤΙΝΑ ΖΑΧΑΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΑ

Γλωσσική επιμέλεια: επιλογή ή αναγκαιότητα; Άννα Ιορδανίδου

Ενότητα 1 : Το ταξίδι των λέξεων στον χρόνο

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

Εξεταστέα ύλη - Α Λυκείου

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΜΑΘΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΙΙ: ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ, ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΕΙΔΗ ΔΕΥΤΕΡΕΥOΥΣΩΝ ΠΡOΤΑΣΕΩΝ Τη θεωρία της ύλης θα τη βρείτε: Βιβλίο μαθητή σελ και Βιβλίο Γραμματικής σελ

4. Η Καινή Διαθήκη Β : Οι Επιστολές και η Αποκάλυψη

ΣΤΗ ΔΥΣΗ ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΝΤΥΠΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ (16 Ο αι.)

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Ολυμπία Τσαρουχά, «Εισαγωγή» (για το έργο Κλίνη Σολομώντος του Ιωάννη Μορεζήνου)

Πώς να διαβάζεις στο σπίτι γρήγορα και αποτελεσματικά για μαθητές τάξης Teens 2 & 3 (B & C Senior)

Γραμματική και Συντακτικό Γ Δημοτικού ανά ενότητα - Παρασκευή Αντωνίου

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΤΑΣΗ. Η οργανωμένη ομάδα λέξεων που εκφράζει μόνο ένα νόημα, με σύντομη συνήθως διατύπωση, λέγεται πρόταση.

Ενότητα 14 (XIV): Γλωσσική-Λεξιλογική προσέγγιση, επεξεργασία και γραμματικής ανακεφαλαίωση.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

Πώς γράφεται μια προπτυχιακή εργασία στην Ιστορία της Τέχνης. Σχεδιάγραμμα. Γενικές οδηγίες

Δημιουργία ανοικτών μαθημάτων- ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ- ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Ιωάννης 1[α ]:1 και το οριστικό άρθρο «ο» --- Θεός ή κάποιος θεός;

Page 1

Ψηφίδες για τη Νεοελληνική Γλώσσα

Βηθλεέμ Ιστορικές και θρησκευτικές αξιώσεις

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Η σύνταξη μιας πρότασης

Η ύλη για τις εξετάσεις υποτροφιών: (για οποιαδήποτε διευκρίνιση μπορείτε να απευθύνεστε στις γραμματείες των φροντιστηρίων).

Προς όλες και όλους τις/τους φοιτήτριες και φοιτητές του Τμήματος

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

«DARIAH-ΚΡΗΤΗ Ανάπτυξη της ελληνικής ερευνητικής υποδομής για τις ανθρωπιστικές επιστήμες ΔΥΑΣ»

ヤ Διδασκαλία της Γλώσσας στις τάξεις Γ & Δ

Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΓΛΩΣΣΑ *ΘΕΩΡΙΑ

Η Αμμόχωστος (λατινικά: Famagusta, τούρκικα: Gazimağusa), είναι πόλη στην Κύπρο και βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νησιού, στον κόλπο που φέρει και

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Γιατί μελετούμε την Αγία Γραφή;

Εργαστήριο Αρχαιομάθειας. Κείμενο. Κατάλογος φαινομένων. Περιεχόμενα. [Διδασκαλία - Εκπαίδευση] Ηλεκτρονικές Ασκήσεις

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

Ενότητες Α και Β (Α' Μέρος). Από τη γραμμικότητα στη συστατικότητα. Δομή και συστατικότητα. Δομικοί κανόνες.

Αναπτυξιακά ορόσημα λόγου

Η γλώσσα ως σύστημα και ως χρήση. Ασπασία Χατζηδάκη, Επίκουρη καθηγήτρια ΠΤΔΕ

β. εκφράζουν αλήθειες για τον Χριστό, τη Θεοτόκο, την Αγία Τριάδα, τους αγίους

ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ

113 Φιλολογίας Ιωαννίνων

Η πρόταση. Πρόταση λέγεται ένα σύντομο κομμάτι του λόγου, που περιλαμβάνει μια σειρά από λέξεις με ένα τουλάχιστον ρήμα και έχει ολοκληρωμένο νόημα.

29. Βοηθητικό ρόλο στους μαθητές με δυσγραφία κατέχει η χρήση: Α) ηλεκτρονικών υπολογιστών Β) αριθμομηχανών Γ) λογογράφων Δ) κανένα από τα παραπάνω

Παρακαλούμε όποιον γνωρίζει το που μπορούμε να βρούμε ολόκληρα τα κείμενα στα ελληνικά, να μας ενημερώσει.

Ενότητα 2 η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Πώς να μελετάμε τη Βίβλο

Ερμηνεία των Πράξεων των Αποστόλων

Γυναίκες πολεµίστριες και ηρωίδες. Έρευνα-επιλογή:Μ. Λόος Μετάφραση: Μ. Σκόµπα Επιµέλεια: Β. Καντζάρα

Κεφάλαιο 8. Ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαµάντιος Κοραής

ΔΙΓΕΝΗΣ ΑΚΡΙΤΑΣ. Έπος ή μυθιστόρημα;

Bυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι Ενότητα 7: Μέση βυζαντινή περίοδος: Ιστορικό πλαίσιο και Ιστοριογραφία. Ιωσήφ Γενέσιος: Βίος και Έργο Κιαπίδου

Η ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10

ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ, φιλόλογος

30α. Η τέταρτη σταυροφορία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Ο Πατέρας Αβραάμ Μάθημα Ένα Η ζωή του Αβραάμ: Δομή και Περιεχόμενο. Οδηγός μελέτης

Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε

Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ- ΕΒΡΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ-ΘΕΣΜΟΛΟΓΙΑ

ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ (Υποκείμενο, Αντικείμενο, Κατηγορούμενο)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΜΟΝΑ Α ΑΥΤΟΜΑΤΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

ΠΡΟΣ : ΚΟΙΝ.: Ι. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

Τεχνικοί Όροι στην Θεολογία

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΤΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ (Mατθαίος-Μάρκος-Λουκάς)

Δ ΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ Ν ΕΟΕΛΛΗΝΙΣΤΡΙΑ Ε ΛΣΗ Μ ΑΘΙΟΠΟΥΛΟΥ -Τ ΟΡΝΑΡΙΤΟΥ

Αναδιάρθρωση και εξορθολογισμός διδακτέας ύλης

Ποιες γνώμες έχετε ακούσει για τη Βίβλο; Τι θα θέλατε να μάθετε γι αυτή;

ΦΟΡΜΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. 1) Στάση του μαθητή/τριας κατά τη διάρκεια του μαθήματος: Δεν την κατέχει. Την κατέχει μερικώς. επαρκώς

Transcript:

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Φιλολογίας Τομέας Γλωσσολογίας Αντώνης Κουντούρης Οι αντωνυμίες σε μεσαιωνικά κυπριακά κείμενα μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία Επόπτης καθηγητής: Μέλη εξεταστικής επιτροπής: Γιώργος Παπαναστασίου (Επίκουρος Καθηγητής Ιστορικής Γλωσσολογίας) Χρήστος Τζιτζιλής (Καθηγητής Ιστορικής και Βαλκανικής Γλωσσολογίας) Μαριάννα Μαργαρίτη-Ρόγκα (Επίκουρη Καθηγήτρια Γλωσσολογίας) Θεσσαλονίκη 2009

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος.... 4 Συντομογραφίες.... 6 1.Εισαγωγή...... 7 1.1 Μικρή αναφορά στη μεσαιωνική ιστορία της Κύπρου......... 7 1.2 Η κυπριακή διάλεκτος, από την αρχαία στη μεσαιωνική περίοδο...... 7 1.3 Κοινωνιογλωσσικά δεδομένα την περίοδο της Φραγκοκρατίας...... 8 1.4 Η μελέτη της μεσαιωνικής κυπριακής διαλέκτου...... 10 1.5 Τεχνικά θέματα οργάνωσης του υλικού της παρούσας εργασίας...... 11 2. Τα κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν.... 12 2.1 Οι Ασίζες του Βασιλείου των Ιεροσολύμων και της Κύπρου..... 12 2.2 Η Χρονογραφία του Λεόντιου Μαχαιρά.... 13 2.3 Το Χρονικό του Βουστρώνιου... 14 2.4 Το Φιορ δε Βερτού (η κυπριακή παραλλαγή του έργου Άνθος των Χαρίτων)... 16 2.5 Η μετάφραση των Πράξεων των Αποστόλων από τον Ιωάννη Σανκταμαύρα... 17 2.6 Μετάφραση ομιλίας του Ιωάννη Δαμασκηνού...... 18 3. Γενικά για τις αντωνυμίες...... 20 4. Οι προσωπικές αντωνυμίες...... 20 4.1 Οι ισχυροί τύποι...... 20 4.1.1 Ονομαστική... 20 4.1.1.1 εγώ, γω, εγών... 22 4.1.1.2 εσού, έσου, σού, εσύ, σύ... 22 4.1.1.3 εμείς, μείς, ημείς... 23 4.1.1.4 εσείς, σεις... 24 4.1.2 Γενική και αιτιατική... 24 4.1.3 Περιφράσεις στη θέση προσωπικών αντωνυμιών... 25 4.1.3.1 η αφεντιά (μου)... 25 4.1.3.2 (εξ) αυτού (μου)... 26 4.1.3.3 λόγου (μου)... 30 4.1.3.4 έσσω (μου)... 31 4.1.4 Ρητή χρήση της ονομαστικής της προσωπικής αντωνυμίας... 31 4.2 Τα κλιτικά... 36 4.2.1 Μορφή των κλιτικών... 37 4.2.2 Τα κλιτικά ως συμπληρώματα ρηματικών τύπων. Πρόταξη και επίταξη... 37 4.2.2.1 Η έως τώρα έρευνα για τα κλιτικά... 38 4.2.2.2 Τα κλιτικά στα μεσαιωνικά κυπριακά... 41 4.2.2.3 Το κλιτικό ως υποκείμενο γερουνδίου... 52 4.2.3 Τα κλιτικά ως συμπληρώματα προθέσεων και επιρρημάτων... 53 4.3 Ανακεφαλαίωση... 56 5. Κτητικές αντωνυμίες... 58 5.1 Η κτήση στα ελληνικά. 58 5.2 Η κτήση στα μεσαιωνικά κυπριακά 58 5.2.1 Αρχαϊκές δομές.. 58 5.2.2 Σύγκριση εμφατικών μη εμφατικών κτητικών... 59 5.2.3 Τα εμφατικά κτητικά.. 59 5.2.3.1 δικός (μου) 59 5.2.3.2 ίδιος... 60 5.3 Ανακεφαλαίωση.. 61 6. Αυτοπαθείς αντωνυμίες... 62 6.1 Η αυτοπάθεια στα ελληνικά 62 6.2 Οι αυτοπαθείς αντωνυμίες στα μεσαιωνικά κυπριακά 62 6.3 Ανακεφαλαίωση.. 65 1

7. Δεικτικές αντωνυμίες... 67 7.1 Οι κατεξοχήν δεικτικές αντωνυμίες 67 7.1.1. αυτός. 67 7.1.2. ούτος.. 70 7.1.3. τούτος 70 7.1.4. εκείνος... 72 7.1.5 Σημασιολογική διάκριση των δεικτικών αντωνυμιών ως προς την εγγύτητα προς τον ομιλητή.. 75 7.2 Οι δεικτικές ποιοτικές αντωνυμίες.. 77 7.2.1 τοιούτος.. 77 7.2.2 έτοιος.. 79 7.2.3 τίτοιος. 79 7.3 Οι δεικτικές ποσοτικές αντωνυμίες. 81 7.3.1 τόσος, και οι παραλλαγές του 81 7.3.2 τοσούτος, και οι παραλλαγές του... 82 7.4 Ανακεφαλαίωση.. 84 8. Αναφορικές αντωνυμίες... 90 8.1 Επιβίωση αρχαίων ελληνικών αναφορικών αντωνυμιών (ός, όστις, όσπερ).. 90 8.1.1 ος 90 8.1.2 όσπερ.. 90 8.1.3 όστις... 90 8.2 Χρήση τύπων που είναι όμοιοι ή ομώνυμοι με το άρθρο ή τα κλιτικά... 94 8.2.1 τού.. 94 8.2.2 τής.. 95 8.2.3 τόν.. 95 8.2.4 τήν.. 96 8.2.5 τό 97 8.2.6 τών.. 98 8.2.7 τούς. 98 8.2.8 τάς / τές.. 99 8.2.9 τά 100 8.3 Οι τύποι όπου, οπού, απού.. 101 8.3.1 Το οπου εισάγει ονοματικές αναφορικές προτάσεις και αναφέρεται σε ονοματική φράση (ουσιαστικό, ή σύμπλεγμα επιθέτου ουσιαστικού, ή δεικτική ή προσωπική αντωνυμία).. 102 8.3.2 Το οπου εισάγει ελεύθερες αναφορικές προτάσεις (χωρίς εκπεφρασμένο σημείο αναφοράς). 103 8.3.3 Το οπου εισάγει επιρρηματικές αναφορικές προτάσεις και αναφέρεται σε άκλιτη λέξη με συγκεκριμένη επιρρηματική σημασία (χρονική ή τοπική). 104 8.3.4 Το οπου εισάγει επιρρηματικές δευτερεύουσες προτάσεις 106 8.3.5 Το οπου σε επιφωνηματικές προτάσεις.. 108 8.3.6 Το οπου λειτουργεί ως ειδικός συμπληρωματικός δείκτης, και εισάγει ειδικές προτάσεις... 108 8.4 Οι αντωνυμίες ο ποίος, οποίος, ο οποίος, όποιος, όσος.. 108 8.4.1 ο ποίος 110 8.4.2 ο ποιός 112 8.4.3 οποίος. 114 8.4.4 οποιός. 115 8.4.5 όποιος. 115 8.4.6 ο οποίος.. 115 8.4.7 όγιος, όγιον, ογιόν, ογία. 116 8.4.8 οτοποιόν, οτοποίον. 116 8.4.9 όσος 117 9. Ερωτηματικές αντωνυμίες... 120 9.1 τις. 120 9.2 τίντα, ίντα 121 9.3 ποίος 123 9.4 ποταπός 125 9.5 πόσος... 126 2

10. Αόριστες αντωνυμίες. 128 10.1 τις... 128 10.2 ένας 131 10.3 κάντις, κάτις, κάτι.. 135 10.4 κάποιος.. 138 10.5 κανείς, κανένας.. 140 10.6 ουδείς. 142 10.7 τίποτες 144 10.8 πας, πάσα, πασαείς 146 10.9 κάθα, καθείς... 149 11. Συσχετικές αντωνυμίες.. 152 11.1 Στις Ασίζες. 152 11.1.1 Αναφορικές αντωνυμίες... 153 11.1.2 Ερωτηματικές αντωνυμίες... 153 11.1.3 Αόριστες αντωνυμίες... 153 11.2 Στον Μαχαιρά 154 11.2.1 Αναφορικές αντωνυμίες... 155 11.2.2 Ερωτηματικές αντωνυμίες... 155 11.2.3 Αόριστες αντωνυμίες... 156 11.2.4 Άλλες παρατηρήσεις 156 11.3 Στον Βουστρώνιο.. 157 11.3.1 Αναφορικές αντωνυμίες... 157 11.3.2 Ερωτηματικές αντωνυμίες... 158 11.3.3 Αόριστες αντωνυμίες... 158 11.4 Στο Φιορ δε Βερτού... 159 11.4.1 Αναφορικές αντωνυμίες... 159 11.4.2 Ερωτηματικές αντωνυμίες... 160 11.4.3 Αόριστες αντωνυμίες... 160 11.5 Στον Σανκταμαύρα 160 11.5.1 Αναφορικές αντωνυμίες... 161 11.5.2 Ερωτηματικές αντωνυμίες... 161 11.6 Στον Δαμασκηνό... 161 11.6.1 Αναφορικές αντωνυμίες... 162 11.6.2 Ερωτηματικές αντωνυμίες... 162 11.6.3 Αόριστες αντωνυμίες... 162 Συμπέρασμα. 164 Βιβλιογραφία... 173 3

Πρόλογος Η εκπόνηση της διπλωματικής αυτής εργασίας ήταν το επιστέγασμα της παρακολούθησης του μεταπτυχιακού προγράμματος στον Τομέα Ιστορικής και Βαλκανικής Γλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Το θέμα της είναι οι αντωνυμίες σε μεσαιωνικά κυπριακά κείμενα, και ως εκ τούτου πρώτος και προφανής σκοπός της είναι η καταγραφή και η μελέτη όλων των τύπων των αντωνυμιών στα κείμενα αυτά, και κατ επέκταση στη μεσαιωνική κυπριακή διάλεκτο. Σε δεύτερο επίπεδο, στόχος της εργασίας είναι να ανιχνευθεί ο βαθμός αρχαϊκότητας και νεωτερικότητας στα επιμέρους κείμενα, όπως τουλάχιστον φαίνεται από το σύνολο των αντωνυμιών. Τρίτος στόχος είναι να φανεί κατά πόσο αυξάνεται ή μειώνεται η μορφολογία στην κυπριακή διάλεκτο στα μεσαιωνικά χρόνια, πράγμα που μπορεί να στοιχειοθετηθεί κυρίως από την χρήση κλιτών και άκλιτων τύπων αντωνυμιών, όπου αυτό είναι δυνατόν. Ο πρώτος στόχος εκπληρώνεται στο κυρίως σώμα της εργασίας, στα κεφάλαια για κάθε επιμέρους κατηγορία αντωνυμιών. Στο τέλος κάθε κεφαλαίου υπάρχει μία ανακεφαλαιωτική παράγραφος, όπου συνοψίζονται τα ευρισκόμενα δεδομένα, και ταξινομούνται ανά κείμενο. Για τις ερωτηματικές, τις αόριστες και τις αναφορικές αντωνυμίες η ανακεφαλαίωση αυτή γίνεται στο κεφάλαιο για τις συσχετικές αντωνυμίες. Όλες αυτές οι επιμέρους ανακεφαλαιώσεις συγκεντρώνονται στο κεφάλαιο των συμπερασμάτων, στο τέλος της εργσασίας. Εκεί δίνεται και συνολικότερη απάντηση στον δεύτερο και στον τρίτο στόχο, παρόλο που εν μέρει οι στόχοι αυτοί εκπληρώνονται στο κυρίως σώμα της εργασίας. Η διπλωματική αυτή εργασία δεν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί αν δεν είχα την συμπαράσταση και την βοήθεια αρκετών ανθρώπων, τους οποίους οφείλω να ευχαριστήσω εδώ: Πρώτα τους συναδέλφους στο Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), και κυρίως την Ειρήνη Κρίκη, που με έβγαλε από την απελπισία του λαβυρίνθου της βιβλιογραφίας, και τη Σούλα Κοπανά, που δακτυλογράφησε ένα πολύ μεγάλο μέρος του υλικού, και μου έλυσε έτσι τα χέρια σε ένα δύσκολο τεχνικό θέμα. Τις φίλες Μίλλυ Νικολού και Άννα Βούη, που αναζήτησαν και βρήκαν σε βιβλιοθήκες της Αθήνας και της Κύπρου βιβλία που δεν μπόρεσα να βρω στη Θεσσαλονίκη ή στη Ρόδο. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλω στους καθηγητές μου στο Πανεπιστήμιο, για τις γνώσεις που μου έδωσαν και τη 4

μεθοδολογία που μου έμαθαν, και κυρίως στον κ. Χρήστο Τζιτζιλή, την κ. Μαριάννα Ρόγκα, και τον κ. Γιώργο Παπαναστασίου, που και ως μέλη της τριμελούς επιτροπής έκαναν καίριες παρατηρήσεις και σημαντικές διορθώσεις, ώστε να πάρει η εργασία την οριστική της μορφή. Οι θερμότερες ευχαριστίες είναι για τον εποπτεύοντα της εργασίας κ. Γιώργο Παπαναστασίου, που ανέχτηκε με τεράστια υπομονή τις επιστημονικές μου ελλείψεις και ατέλειες, και με καθοδηγούσε ως καλός δάσκαλος σε όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της εργασίας, καίρια και εύστοχα. 5

Συντομογραφίες Ασ. = Ασίζες Μαχ. = Μαχαιράς Βουστρ. = Βουστρώνιος Φιορ = Φιορ δε Βερτού Δαμ. = Δαμασκηνός Σανκτ. = Σανκταμαύρας 6

1. Εισαγωγή 1.1 Μικρή αναφορά στη μεσαιωνική ιστορία της Κύπρου Στη διάρκεια της Τρίτης Σταυροφορίας, το 1191, ο βασιλιάς της Αγγλίας Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος κατέλαβε το νησί της Κύπρου, διώχνοντας τον προηγούμενο διοικητή της, τον βυζαντινό ηγεμόνα Ισαάκιο Δούκα Κομνηνό, ο οποίος είχε αυτονομηθεί από την κεντρική βυζαντινή διοίκηση. Ο Ριχάρδος, στην προσπάθειά του να επιβάλει την εξουσία του, αντιμετώπισε την αντίδραση του πληθυσμού και των αρχόντων, γι αυτό έκρινε καλύτερο να αφήσει την Κύπρο, και να την πουλήσει στους Ναΐτες Ιππότες. Αυτοί όμως ακύρωσαν τη συμφωνία την τελευταία στιγμή, κι έτσι τελικά η Κύπρος πουλήθηκε στον Γάλλο αντιβασιλιά της Ιερουσαλήμ Γκυ ντε Λουζινιάν (Lusignan), το 1192. Έτσι άρχισε η περίοδος της Φραγκοκρατίας στην Κύπρο, η οποία διήρκεσε τρεις αιώνες, μέχρι το 1489. Σε αυτή την περίοδο εγκαταστάθηκαν οι φεουδαρχικές δομές της δυτικής Ευρώπης, και την εξουσία την ασκούσαν μόνο ο Γάλλος βασιλιάς και οι Γάλλοι φεουδάρχες. Η Λατινική Εκκλησία προσπάθησε να κυριαρχήσει επί της Ορθόδοξης. Δόθηκαν εμπορικά προνόμια σε Βενετούς και Γενουάτες, οι οποίοι έτσι απέκτησαν οικονομικό κύρος. Οι αυτόχθονες Έλληνες έγιναν δουλοπάροικοι, και μόνο μετά από αιώνες, λόγω των επιγαμιών, μπόρεσαν πολύ λίγοι να αναρριχηθούν στην κοινωνική και πολιτική ιεραρχία. Κατά τη βασιλεία του Ιάκωβου Β (1464-1473) οι Βενετοί βρήκαν την ευκαιρία να αναμιχθούν στα κυπριακά πολιτικά πράγματα, όταν ο βασιλιάς παντρεύτηκε τη Βενετή πατρικία Αικατερίνη Κορνάρο. Με πρόφαση πρώτα τον θάνατο του βασιλιά Ιάκωβου και μετά του ανήλικου γιου του, και με πρόσχημα την προστασία της βασίλισσας, η κυριαρχία της Κύπρου παραχωρήθηκε ουσιαστικά στους Βενετούς. Έτσι τελείωσε η περίοδος της Φραγκοκρατίας, και άρχισε η Βενετοκρατία, που διήρκεσε περίπου έναν αιώνα, μέχρι το 1571, οπότε κατέλαβαν το νησί οι Τούρκοι. 1.2 Η κυπριακή διάλεκτος, από την αρχαία στη μεσαιωνική περίοδο Η κυπριακή διάλεκτος, δηλαδή το ελληνικό ιδίωμα που μιλιόταν από τους κατοίκους της Κύπρου, διακρίνεται σε τρεις φάσεις: την αρχαία, τη μεσαιωνική και τη νεότερη. Η αρχαία κυπριακή διάλεκτος μιλιόταν στην Κύπρο από την εποχή της εγκατάστασης Αχαιών στο νησί, τον 12 ο αι. π.χ. Η εγκατάσταση αυτή εξηγεί και τη στενή σχέση μεταξύ της κυπριακής και της αρκαδικής διαλέκτου. Σημαντικό για αυτή την περίοδο είναι να αναφερθεί ότι η γραφή που αναπαριστούσε αυτή τη γλώσσα ήταν το 7

κυπριακό συλλαβάριο, μια συλλαβική γραφή που διατηρήθηκε σε χρήση μέχρι και τον 3 ο αι. π.χ. Γύρω στο δεύτερο μισό του 4 ου αι. π.χ. η χρήση της ελληνιστικής Κοινής επεκτάθηκε και στην Κύπρο. Η Κοινή έκανε τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους να εξαφανιστούν, και το ίδιο συνέβη και με την κυπριακή. Η επαφή της Κοινής με την κυπριακή διάλεκτο είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας νέας ποικιλίας, διαφορετικής από την προηγούμενη. Τα πρώτα δείγματα αυτής της νέας ποικιλίας εμφανίζονται γύρω στον 4 ο αι. μ.χ. Στα ελληνιστικά χρόνια λοιπόν τοποθετείται η αρχή της δεύτερης περιόδου της ιστορίας της κυπριακής διαλέκτου, της μεσαιωνικής. Το τέλος αυτής της περιόδου και η αρχή της νεότερης είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί. Ο Παντελίδης (1931: 324) τοποθετούσε την ανάπτυξη μιας ξεχωριστής κυπριακής διαλέκτου τον 7 ο μόλις αι., όταν το νησί είχε ήδη αρχίσει να χάνει την πολιτική του επαφή με το βυζαντινό κράτος 1. Ο Χατζηιωάννου (1993: 141), χρησιμοποιώντας κυρίως γλωσσολογικά και όχι ιστορικά κριτήρια, τοποθετεί την αρχή της νεότερης περιόδου τον 13 ο αι., όταν πια η πολιτική απομόνωση της Κύπρου από τον βυζαντινό κορμό ήταν παγιωμένη, και έτσι ορισμένες γλωσσικές αλλαγές άρχισαν να ολοκληρώνονται. Ωστόσο η Varella (2006: 12) δικαίως θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να συμπεριλάβουμε στη μεσαιωνική περίοδο της κυπριακής το διάστημα από τον 12 ο έως τον 16 ο αι., όταν γράφτηκαν τα πεζά διαλεκτικά κείμενα, τα οποία θα μελετήσουμε σε αυτήν την εργασία. Στην περίοδο αυτή άρχισαν να διαμορφώνονται οι ιδιάζουσες δομές και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της νεότερης κυπριακής διαλέκτου. 1.3 Κοινωνιογλωσσικά δεδομένα την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Σύμφωνα με την πληρέστατη εργασία της Varella (2006: 49-59), στην αρχή της Φραγκοκρατίας οι δύο γλωσσικές ομάδες, που αντιστοιχούσαν και στις δύο κοινωνικές ομάδες, δηλαδή οι Έλληνες υπήκοοι και οι Φράγκοι κατακτητές, λειτουργούσαν απολύτως ξεχωριστά, και σε γλωσσικό και σε πολιτικό επίπεδο. Δεν 1 Η απομάκρυνση της Κύπρου από τη διοίκηση της Κωνσταντινούπολης άρχισε το 647, όταν το νησί καταλήφθηκε πρώτη φορά από τους Άραβες. Αργότερα υπήρξε μια συγκυριαρχία Αράβων Βυζαντινών στην Κύπρο, και το 965 το νησί ενσωματώθηκε και πάλι στη βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ο Browning (1995: 171) ισχυρίζεται ότι «αυτοί οι αιώνες της σχετικής απομόνωσης είναι πιθανόν και η περίοδος κατά την οποία η κυπριακή διάλεκτος άρχισε να ακολουθεί διαφορετικό μονοπάτι ανάπτυξης από τα Ελληνικά των πιο κεντρικών περιοχών. Με την πρώτη της εμφάνιση στη λογοτεχνία τον 14 ο αιώνα είχαν ήδη καθιερωθεί τα περισσότερα από τα σημερινά χαρακτηριστικά της» 8

είχαν ιδιαίτερη επαφή μεταξύ τους, και έτσι οι δύο κουλτούρες παρέμειναν διαφορετικές για μεγάλο διάστημα. Με την πάροδο του χρόνου όμως, και πιο συγκεκριμένα μετά τον 14 ο αιώνα, η κυπριακή καθομιλουμένη έφτασε να γίνει η lingua franca για ολόκληρο τον πληθυσμό. Ενδεικτικά αναφέρεται ως παράδειγμα η περίπτωση της βασίλισσας Charlotte (Τζαρλόττα στον Μαχαιρά) (1558-60), η οποία δεν μπορούσε να διαβάσει ούτε το γαμήλιο συμβόλαιό της, που ήταν γραμμένο στα γαλλικά, και κάλεσε τον μεταφραστή της να της το μεταφράσει στα ελληνικά, προκειμένου να το καταλάβει. Οι αιτίες αυτού του κοινωνιογλωσσικού φαινομένου είναι μάλλον πολιτικές και κοινωνικές: Ήδη από την αρχή της Φραγκοκρατίας, μεγάλες βυζαντινές οικογένειες κατάφεραν να περάσουν σε θέσεις εξουσίας στην Κύπρο και να διατηρήσουν την κοινωνική τους ισχύ και επιρροή. Προς το τέλος της Φραγκοκρατίας, την εποχή της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης, σύζυγος του βασιλιά της Κύπρου Ιωάννη Β ήταν η Ελένη Παλαιολογίνα, κόρη του Δεσπότη του Μορέως και ανιψιά του βυζαντινού αυτοκράτορα. Με την επιρροή που ασκούσε στον σύζυγό της, κατάφερε να ενισχυθεί η Ορθόδοξη Εκκλησία, να δοθούν για πρώτη φορά κρατικά αξιώματα σε Έλληνες, και να θεωρηθεί η κυπριακή διάλεκτος ως «γλώσσα της Αυλής», επίσημο όργανο για τη σύναψη συνθηκών. Υποτελείς Έλληνες που με κάποιο τρόπο σχετίζονταν με τους Φράγκους άρχοντες συνεισέφεραν στην εξάπλωση και χρήση της ελληνικής γλώσσας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που αναφέρει η Varella (2006, 55-56), των Ελληνίδων υπηρετριών που μεγάλωναν ή φρόντιζαν τα παιδιά των γάλλων ευγενών. Με τα νανουρίσματα και τα παραδοσιακά ελληνικά τραγούδια που τους τραγουδούσαν, τα παιδιά αυτά ήρθαν σε επαφή με την καθομιλουμένη κυπριακή διάλεκτο, και την έμαθαν σα δεύτερη μητρική τους. Σχετική με την προηγούμενη είναι και η περίπτωση επιγαμιών μεταξύ Γάλλων ευγενών και Ελληνίδων, οι γόνοι των οποίων ανήκαν στην άρχουσα τάξη, μιλούσαν όμως ελληνικά. Από την άλλη μεριά, οι Έλληνες κάτοικοι της Κύπρου δεν ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθήσουν φραγκική εκπαίδευση, και η χρήση της κυπριακής διαλέκτου δεν απαγορευόταν. Έτσι συνέχισαν να μιλούν το ιδίωμά τους απρόσκοπτα. Τα γαλλικά 9

δάνεια εισήλθαν μεν στο κυπριακό ιδίωμα, κυρίως στο επίπεδο του λεξιλογίου, αλλά αυτό έγινε ιδίως στις αστικές περιοχές. 1.4 Η μελέτη της μεσαιωνικής κυπριακής διαλέκτου. Η κυπριακή διάλεκτος δε μελετήθηκε έως τώρα πολύ συστηματικά. Έχουν γραφεί αρκετές εργασίες για κάποια θέματα της γραμματικής (ενδεικτικά αναφέρεται η μεταθανάτια επανέκδοση μελετών του Σ. Μενάρδου (1969) και ορισμένα λεξικά και γραμματικές της ομιλούμενης κυπριακής διαλέκτου. Από τις γραμματικές γνωστότερη είναι του Κ. Χατζηιωάννου (1999). Το δίτομο έργο του Α.Α. Σακελλάριου (1891) είναι μεν πληθωρικό, αλλά στο γλωσσολογικό του κομμάτι είναι αρκετά ασαφές, καθώς δεν διακρίνει με ξεκάθαρο τρόπο τις ιστορικές φάσεις της κυπριακής διαλέκτου, με αποτέλεσμα να μη γίνεται τελικά κατανοητό τι ανήκει στην αρχαία, τι στη μεσαιωνική και τι στη νεότερη περίοδο της ιστορίας της κυπριακής. Σημαντικό έργο για τη νεότερη κυπριακή είναι του Newton (1972), το οποίο εξειδικεύεται μεν στη φωνολογία και την κλίση, αλλά καλύπτει μεγάλο μέρος της μελέτης της γλώσσας. Ειδικά για τη μεσαιωνική κυπριακή δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου βιβλιογραφία, εκτός από τις περιπτώσεις εκδόσεων κειμένων που έχουν και κάποια εισαγωγή που ασχολείται με γραμματικά θέματα. Τέτοια περίπτωση, και μάλιστα πολύ καλή, είναι η έκδοση του Βουστρώνιου από τον Κεχαγιόγλου (1997), που θα δούμε με λεπτομέρειες παρακάτω. Σε αυτή την ούτως ή άλλως περιορισμένη μελέτη της μεσαιωνικής και της νεότερης κυπριακής, η ενασχόληση ειδικά με τις αντωνυμίες είναι ακόμα πιο μικρή. Στο πλαίσιο των γραμματικών που είδαμε παραπάνω οι αντωνυμίες κατέχουν αμελητέα θέση. Ενδεικτικά, στη γραμματική του Χατζηιωάννου (1999) το κεφάλαιο για τις αντωνυμίες καταλαμβάνει τρεις μόνο σελίδες, όπου γίνεται μια υποτυπώδης περιγραφή τους, ενώ στον Newton (1972) γίνεται κάποια αναφορά κυρίως σε φωνολογικά και συντακτικά θέματα, πρωτίστως για τις προσωπικές, και λιγότερο για κάποιες άλλες αντωνυμίες. Υπάρχουν βεβαίως εργασίες με θέμα τις αντωνυμίες, αλλά είναι αρκετά ευρείες και ως προς τη διαχρονικότητα και ως προς τη διατοπικότητα, δηλαδή δεν εξειδικεύονται σε κάποια συγκεκριμένη διάλεκτο μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. 10

1.5 Τεχνικά θέματα οργάνωσης του υλικού της παρούσας εργασίας. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να καλύψει ένα κενό στην έρευνα, και συγκεκριμένα το κενό μελέτης των αντωνυμιών στα μεσαιωνικά κυπριακά. Η ταξινόμηση των αντωνυμιών γίνεται εν πολλοίς με βάση την ταξινόμηση των γραμματικών της Κοινής Νεοελληνικής, κυρίως αυτής του Τριανταφυλλίδη (2005). Οι αντωνυμίες μελετώνται ως προς τη φωνολογία τους (όπου και όσο αυτό είναι δυνατόν, δηλαδή όσο μας επιτρέπει η ορθογραφία των κειμένων), τη μορφολογία τους και τη σύνταξή τους. Το υλικό αντλείται από πεζά κείμενα γραμμένα στη μεσαιωνική κυπριακή διάλεκτο, λεπτομέρειες για τα οποία θα δούμε παρακάτω. Για κάποια από τα κείμενα χρησιμοποιήθηκε η ηλεκτρονική τους μορφή στο ίντερνετ. Τέτοια είναι η περίπτωση του Χρονικού του Μαχαιρά. Για άλλα, χρειάστηκε να δακτυλογραφηθούν εξαρχής με βάση την έντυπη μορφή τους. Τέτοια ήταν η περίπτωση των Ασιζών. Κάποια άλλα σκαναρίστηκαν και μετατράπηκαν ύστερα σε ηλεκτρονικό κείμενο, με τη βοήθεια του προγράμματος OCR «Αναγνώστης», και με μετατροπή του πολυτονικού σε μονοτονικό, πάλι με το ίδιο πρόγραμμα. Έτσι έγινε με το Φιορ δε Βερτού. Τέλος, σε κάποια κείμενα έγινε μόνο μια αποδελτίωση των χωρίων που περιείχαν αντωνυμίες, και μια καταλογοποίησή τους με τη βοήθεια του προγράμματος Excel. Αυτό έγινε με τα κείμενα του Βουστρώνιου, του Δαμασκηνού και του Σανκταμαύρα. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο λοιπόν, τα κείμενα που απαρτίζουν το υλικό μας ήταν διαθέσιμα σε ηλεκτρονική μορφή. Από εκεί και πέρα, με εναλλαγές στη χρήση των προγραμμάτων Word και Excel κατέστη δυνατό να χωριστούν τα περισσότερα κείμενα σε κομμάτια μικρότερα από περιόδους και προτάσεις για την ακρίβεια χωρίστηκαν σε ακολουθίες λέξεων από σημείο στίξης σε σημείο στίξης και έτσι η αναζήτηση των επιμέρους τύπων γινόταν ευκολότερα, και επιπλέον υπήρχε η επιλογή της καταμέτρησης με αυτόματο τρόπο. Ακριβώς για τον ίδιο λόγο, ολόκληρο το υλικό επισυνάπτεται σε ηλεκτρονική μορφή (αρχείο excel) στην παρούσα έντυπη μορφή της εργασίας, και όλες οι παραπομπές αντιστοιχούν στην αρίθμηση που εφαρμόζεται στην ηλεκτρονική μορφή. Για τις Ασίζες, τον Μαχαιρά και το Φιορ δε Βερτού, η αρίθμηση παραπέμπει στις ακολουθίες λέξεων από σημείο στίξης σε σημείο στίξης, όπως αυτές είναι οργανωμένες στο ηλεκτρονικό αρχείο που επισυνάπτεται. Αντίθετα, για τον Βουστρώνιο, τον Σανκταμαύρα και τον Δαμασκηνό, η αρίθμηση παραπέμπει στην σελίδα της αντίστοιχης έκδοσης. 11

2. Τα κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν Το υλικό για αυτή την εργασία αντλήθηκε από έξι κείμενα που γράφτηκαν από τον 13 ο έως τον 16 ο αιώνα στη δημώδη κυπριακή διάλεκτο, και σε πεζό λόγο 2. Τα κείμενα αυτά είναι τα ακόλουθα: 2.1 Οι Ασίζες του Βασιλείου των Ιεροσολύμων και της Κύπρου. Όταν οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ το 1093, και την Κύπρο το 1191, συνέταξαν νόμους, που καθόριζαν τόσο τις σχέσεις μεταξύ του ηγεμόνα και των μελών της άρχουσας τάξης (Ασίζες της Υψηλής Αυλής), όσο και τις σχέσεις μεταξύ των αστών (Ασίζες της Χαμηλής Αυλής, της Βουργεσίας ). Και οι δύο αυτοί κώδικες γράφτηκαν στα γαλλικά ο πρώτος τον 13ο αιώνα 3, ενώ ο δεύτερος ήταν γραμμένος ήδη στα τέλη του 12ου 4. Οι Ασίζες της Χαμηλής Αυλής μεταφράστηκαν στη δημώδη κυπριακή, το πιθανότερο στις αρχές του 13ου αιώνα, κατά τη βασιλεία του Ούγου Α (1205 1218) 5. Την έκδοση των Ασιζών έκανε ο Σάθας (1877), στηριγμένος στα δύο χειρόγραφα που διασώζουν το κείμενο: Το χειρόγραφο Α (Parisinus Suppl. Gr. 465), του οποίου ο γραφέας είναι άγνωστος, αναφέρει ότι η αντιγραφή του τελείωσε στις 11 Φεβρουαρίου 1512. Το χειρόγραφο Β (Parisinus gr. 1390), γραμμένο από τον αντιγραφέα Νικόλα Συγκλητικό, από γνωστή κυπριακή οικογένεια, ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1469. Ένας τρίτος κώδικας, πιθανόν του 13 ου αιώνα, χαμένος σήμερα, που βρισκόταν στη Μονή Αγίας Λαύρας του Αγίου Όρους, ίσως ήταν ο 2 Αυτός ο τελευταίος περιορισμός απέκλεισε από το corpus τα ποιητικά δημώδη κυπριακά κείμενα της ίδιας περιόδου. Αυτά, σύμφωνα με τον Beck (1988: 187-188 και 258-259) είναι τα εξής: Στο τέλος λόγιου ποιήματος (του Κ. Αναγνώστη), υπάρχει δημώδες ποίημα 46 πολιτικών στίχων [έκδοση: Banescu, Deux poetes byzantins inedites du XIIIe siecle, Βουκουρέστι 1913]. Στον ίδιο κώδικα, υπάρχει ένα σενάριο θεατρικού κειμένου, σε δημώδη γλώσσα [εκδόσεις: Σ.Λάμπρος, Ν.Ελλην. (1916) 381-407. A.Vogt, Études sur le théâtre byzantin, Byzantion 6 (1931) 49-74. A.C.Mahr, The Cyprus Passion Cycle, Notre Dame / Indiana 1947]. Το τραγούδι της Αροδαφνούσας (14 ος?) [εκδόσεις: Σακελλάριος, Κυπριακά ΙΙ 46-52 = Νικολαϊδης, Κυπριακή Λογοτεχνία 23-28. Φαρμακίδης, Κύπρια έπη 88-96. Ζώρας, Ν.Εστία 57 (1955) 1073-78]. Ιπποτική μπαλάντα το τραγούδι της Ζωγραφούς, για το οποίο οι γνώσεις μας είναι εξαιρετικά αποσπασματικές [εκδόσεις: Φαρμακίδης, Λαογραφία 5 (1915) 373-378. Μενάρδος, Λαογραφία 8 (1921) 181-200] Εξάλλου, υπάρχουν και τα λεγόμενα πετραρχικά ποιήματα, που είναι μιμήσεις ποιημάτων του Πετράρχη, γραμμένα στο κυπριακό ιδίωμα, σε ποικίλα δυτικά μέτρα, μάλλον γύρω στον 16 ο αι. Για τα ποιήματα αυτά κάνει εκτενή αναφορά ο Πολίτης (1989: 52-54). 3 Οι συντάκτες των Ασιζών της Υψηλής Αυλής πρέπει να ήταν δύο γαλλοκυπριώτες νομοδιδάσκαλοι: ο Φίλιππος της Ναβάρας και ο Ιωάννης Ιβελίν. 4 Το γαλλικό κείμενο των Ασιζών της Χαμηλής Αυλής είναι ανώνυμο, και πρέπει να γράφτηκε μεταξύ των ετών 1173 και 1188. 5 Μάλιστα, ο Λεόντιος Μαχαιράς θεωρεί τον ίδιο τον βασιλιά Ούγο συντάκτη των Ασιζών. 12

άμεσος πρόγονος του χειρογράφου A. Και τα δύο χειρόγραφα είναι γραμμένα στο κυπριακό ιδίωμα, αλλά φαίνεται ότι το Β έχει ελαφρώς λιγότερα αρχαϊκά στοιχεία από το Α. Γι αυτόν τον λόγο ο καθαρολόγος Σάθας (1877: ϟη - ϟθ ) αξιολογεί θετικά το Α, λέγοντας ότι αι ελληνικαί λέξεις φέρονται ορθότερον, ενώ για το Β λέει ότι οι λέξεις διαφθείρονται ή αντικαθίστανται δι άλλων. Και αμέσως μετά: Το Β χειρόγραφον συνηθέστερον γράφει τήντα, το δε Α συνήθως αντικαθιστά τούτο δι αρχαιοτέρων ταύτα, τι, το. Επειδή τα κείμενα των δύο χειρογράφων πάντως είναι πολύ διαφορετικά, στην παρούσα εργασία αντιμετωπίζονται ως τέτοια, και γι αυτό τα δεδομένα που προέρχονται από τις Ασίζες είναι το άθροισμα των δεδομένων των δύο κειμένων. Σχετικά με το όνομα Ασίζες, που είναι μετάφραση ή μάλλον μεταφορά του γαλλικού Assises, ο Σάθας (1877: οη - π ) κάνει την πειστική υπόθεση ότι είναι όρος αντίστοιχος με τον όρο έδρα, που εμφανίζεται στον Ησύχιο ( έδραι βουλής, αί εγίνοντο κατά πενταήμερον ), στον Πολυδεύκη ( βουλής ήν έδρα, συναγηγερμένοι ήσαν οι δικασταί ), αλλά και στον Όμηρο ( ίξον δ ες Πυλίων ανδρών άγυρίν τε και έδρας γ 31). Η υπόθεση αυτή συμφωνεί με το ίδιο το κείμενο των Ασιζών, όπου αναφέρεται το Σύνταγμαν τό εκάτσα οι αρχόντες το λέγουν Ασίζα. 2.2 Η Χρονογραφία του Λεόντιου Μαχαιρά Η Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνακα, τουτέστιν Χρονικόν, αρχίζει με μια επισκόπηση της παλαιότερης πολιτικής και εκκλησιαστικής ιστορίας της Κύπρου, και στη συνέχεια αναφέρεται διεξοδικά στα γεγονότα της περιόδου 1359 έως 1432. Ο συγγραφέας του, Λεόντιος Μαχαιράς, γεννημένος γύρω στο 1380, ήταν Έλληνας που η οικογένειά του υπηρετούσε πιστά τους Λουζινιάν, και ο ίδιος συχνά πήγαινε σε διπλωματικές αποστολές. Ήταν θερμός θαυμαστής των ξένων βασιλέων, αλλά δεν έπαυε να είναι προσκολλημένος στην ελληνορθόδοξη εκκλησία, και στην ελληνική γλωσσική παράδοση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψή του για τη γλωσσική κατάσταση στην Κύπρο της εποχής του: Και από τότες αρκέψαν να μαθάνουν φράνκικα και βαρβαρίσαν τα ρωμαίκα ως γοιον και σήμερον, και γράφομεν φράνκικα και ρωμαίκα, ότι εις τον κόσμον δεν ηξεύρουν, ίντα συντυχάνομεν (Μαχ. 2664-2668) Το Χρονικό σώζεται σε δύο χειρόγραφα: Το V, που βρίσκεται σήμερα στη Βενετία (Class. VII, cod. XVI), χρονολογείται τον 16 ο αιώνα. Αμέσως μετά από το κείμενο του Μαχαιρά περιέχει το κείμενο του Χρονικού του Βουστρώνιου (βλ. παρακάτω). 13

Το Ο, που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Bodler, στην Οξφόρδη (Selden, supra 14), γράφτηκε στην Πάφο το 1555. Και τα δύο είναι γραμμένα σε ένα ιδίωμα πολύ κοντά στο μεσαιωνικό κυπριακό δημώδες, ωστόσο η γλώσσα του Ο είναι ελαφρώς πιο καθημερινή και συνομιλιακή 6, και έχει λίγο περισσότερες φράγκικες λέξεις από το V 7. Το έργο έχει μεταφραστεί στα ιταλικά από τον Strambaldi τον 16 ο αιώνα, και το κείμενο αυτό είναι στην ουσία μια τρίτη πηγή για το Χρονικό του Μαχαιρά 8. Έχουν γίνει έως σήμερα τρεις εκδόσεις του Χρονικού. Η πρώτη από τον Σάθα (1873), που λαμβάνει υπόψιν του μόνο το χειρόγραφο V (μάλλον γιατί δε γνώριζε την ύπαρξη του Ο). Η δεύτερη, των Σάθα και Miller (1881-2), είναι εν πολλοίς το κείμενο της πρώτης έκδοσης, με ασυστηματοποίητες προσθήκες από το χειρόγραφο Ο, και επιπλέον μία γαλλική μετάφραση. Η πιο πρόσφατη και πιο ολοκληρωμένη έκδοση είναι του Dawkins (1932), που, εκτός από το κείμενο, περιέχει αγγλική μετάφραση, υπομνήματα και λεξιλόγιο. Επειδή θεωρεί ότι μόνο το V αποδίδει κείμενο που έχει γραφεί από τον Μαχαιρά, ενώ το Ο είναι κείμενο μεταγενέστερης διασκευής 9, εκδίδει κι αυτός μόνο το κείμενο του V, συμπληρώνει όμως τα κενά του V με τα αντίστοιχα χωρία από το Ο. 2.3 Το Χρονικό του Βουστρώνιου Η Διήγησις κρόνικας Κύπρου είναι ένα κυπριακό αναγεννησιακό χρονικό που αποδίδεται στον Γεώργιο Βουστρώνιο (ή Τζιρτζίς Βο(σ)τρ(υ)νό ή Τζώρτζη/Τζωρτζή (Μ)πουστρού/Πούστρου) αναφέρεται στα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην Κύπρο το δεύτερο μισό του 15 ου αιώνα. Είναι γραμμένο στο κυπριακό ιδίωμα της εποχής του 10. Ο συγγραφέας του, εξελληνισμένος γάλλος, γεννήθηκε γύρω στα 1435 1440, και πέθανε γύρω στα 1501 ή λίγο αργότερα. Ως προς την απώτερη 6 Ο Dawkins χρησιμοποιεί τον όρο colloquial. 7 Η διατύπωση αυτή ανήκει στον Dawkins (1932: 2). Ο Krumbacher (1955: 231) αναφέρει για την γλώσσα του Χρονικού ότι «είνε αλλόκοτον φραγκοελληνικόν μίγμα, διαμορφωθέν εις τας φραγκικάς της Ανατολής αυλάς. Βάσις της φθογγολογίας, του τυπικού και του λεξικού είναι η κυπριακή διάλεκτος, αλλ εις ταύτην προστίθεται πλήθος γαλλικών και ιταλικών λέξεων, τας οποίας κατά το δοκούν ο συγγραφεύς εξελληνίζει, αυθαιρέτως αλλάσσων πτώσεις, γένη, αριθμούς. Ταπεινοτέρα δε έτι μάλλον ή εκ τούτου γίνεται η φράσις του Μαχαιρά εκ της τελείας ελλείψεως ύφους δεν εννοεί διόλου πώς κατασκευάζεται μία πρότασις και πώς συνδέονται εις λογικήν σειράν αι ιδέαι». 8 Σύμφωνα με τον Dawkins (1932: 5), η μετάφραση έγινε από έναν πρόγονο του χειρογράφου Ο. 9 Τα επιχειρήματά του Dawkins (1932: 20-21) είναι κυρίως γλωσσικής φύσης: Στο V η χρήση του α προσώπου (για πράγματα που έκανε ο ίδιος ο Μαχαιράς ή η οικογένειά του) είναι πολύ εκτεταμένη, ενώ στο Ο πολύ μειωμένη. 10 Αυτό γίνεται αντιληπτό ήδη το 1834, από έναν από τους πρώτους ερευνητές του κειμένου, τον J. Forshall, ο οποίος αναφέρει: «... γραμμένη σε βαρβαρικά ελληνικά, ίσως στο ιδίωμα του νησιού αυτού». Παρ όλα αυτά, ο Krumbacher (1955, 232) αναφέρει για την γλώσσα του Βουστρώνιου: «Το λεκτικόν του είνε τόσον κακόζηλον όσον και το του Μαχαιρά, αλλ οπωσδήποτε έχει μεγαλειτέραν εύροιαν και είνε ευληπτότερος αυτού». 14

καταγωγή της οικογένειάς του ήταν συρολιβανέζος. Έζησε κυρίως στη Λευκωσία, και φαίνεται πως άρχισε τη σύνθεση του Χρονικού του μετά το 1497, και το ολοκλήρωσε προς το τέλος της ζωής του, το 1501. Το έργο σώζεται σε τρία χειρόγραφα: το Α (=codex Londoniensis, Arundelianus [graecus] 518, στη Βρετανική Βιβλιοθήκη του Λονδίνου), το Β (=codex Venetus, Marcianus graecus VII.17(1268), στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας), και το Μ (=codex Venetus, Marcianus graecus VII.16(1080), επίσης στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας). Η πρώτη έκδοση του συνολικού κειμένου έγινε από τον Σάθα (1873), ο οποίος όμως πήρε υπόψιν του μόνο τα χειρόγραφα Β και Μ. Ακολούθησε η αγγλική έκδοση του Dawkins (1964). Στην πιο πρόσφατη και καλύτερη έκδοση του κειμένου από τον Κεχαγιόγλου (1997) αξιοποιούνται και τα τρία χειρόγραφα, τα οποία παρουσιάζονται «συν-οπτικά», με παράθεση σε αντικριστές σελίδες. Παράλληλα, ο Κεχαγιόγλου παρουσιάζει και την εκδοτική του πρόταση, το «αποκατεστημένο» κείμενο, που ονομάζει Κ, και που πιστεύει ότι πλησιάζει το αρχέτυπο. Η αποκατάσταση αυτή στηρίζεται κυρίως στην παραλλαγή Α, την οποία ο εκδότης θεωρεί παλαιότερη, καλύτερη και αυθεντικότερη. Στην εισαγωγή αυτής της έκδοσης περιγράφονται με λεπτομέρειες τα χειρόγραφα, και γίνεται προσπάθεια να χρονολογηθούν, με βάση παλαιογραφικά και γραφηματικά χαρακτηριστικά τους. Διακρίνονται δύο κλάδοι: στον πρώτο ανήκουν οι παρόμοιοι κώδικες Α και Β, από τους οποίους ο Α είναι ο αρχαιότερος, γραμμένος κοντά στην περίοδο δημιουργίας του Χρονικού, γύρω στα 1507. Στον κώδικα αυτό, σύμφωνα με τον εκδότη, διακρίνεται η «εσωτερική υπαγόρευση» του συντάκτη του, η χρήση του προφορικού λόγου, και υπάρχει μεγαλύτερη συνέπεια στη χρήση στοιχείων από τη δημώδη κοινή και το κυπριακό ιδίωμα. Γι αυτόν τον λόγο, το Α θεωρείται πληρέστερο και ικανοποιητικότερο. Από την άλλη μεριά, στο Β συνυπάρχουν λογιότερα και ιδιωματικά / νεωτερικά στοιχεία. Εξάλλου, τόσο στο Α όσο και στο Β παρατηρείται τονικός σάλος, πράγμα που δυσκολεύει εξαιρετικά τη γλωσσολογική έρευνα. Ο δεύτερος κλάδος της παράδοσης του κειμένου αποτελείται από τον κώδικα Μ, που είναι «σύμμικτος» καθώς περιέχει και εκτενή αποσπάσματα από το Χρονικό του Λεόντιου Μαχαιρά 11, και χρονογραφικά σημειώματα («βραχέα χρονικά») και χρονολογείται σε μια περίοδο πριν από τα μέσα του 16 ου αιώνα, το πολύ ως το 1560. 11 Πρόκειται για τον ίδιο κώδικα που ο Dawkins (1932), στην έκδοσή του του Μαχαιρά, ονόμασε V. 15

Φαίνεται ότι φιλοδοξούσε να αποτελέσει μια συγκεντρωτική «έκδοση» δημώδους κυπριακής ιστοριογραφίας, και μάλλον συνδέεται με την έντονη αντιγραφική δραστηριότητα εκκλησιαστικών κέντρων της Κύπρου κατά τις αρχές του 16 ου αιώνα. Γι αυτό εδώ παρατηρείται καλύτερη τήρηση της ιστορικής ορθογραφίας, καθώς και μια όχι πολύ πετυχημένη απόπειρα γλωσσικής εξομάλυνσης, πράγμα που φαίνεται από τις πολλές (υπερ)διορθωτικές παρεμβάσεις κανονιστικού χαρακτήρα. Το κείμενο φαίνεται ότι έχει υποστεί και έντονη μεταγενέστερη επεξεργασία. 2.4 Το Φιορ δε Βερτού (η κυπριακή παραλλαγή του έργου Άνθος των Χαρίτων) Το απώτερο ιταλικό πρότυπο του κειμένου αυτού είναι το λαϊκό θρησκευτικό ανάγνωσμα Fior di Virtu, που γράφτηκε πιθανώς από τον ιταλό μοναχό Tomasso Gozzadini από τη μπολόνια στο τοπικό ιδίωμα, κάπου μέσα στον 14 ο αιώνα. Πρόκειται για μια ανθολογία από ρήσεις σοφών αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων ή Πατέρων της Εκκλησίας, σχετικά με τη διδασκαλία για τις αρετές και τις κακίες. Ως τερπνό και ψυχωφελές ανάγνωσμα, ήταν ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, καθώς μεταφράστηκε σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Στα ελληνικά είχαμε τρεις ανεξάρτητες μεταφραστικές επεξεργασίες: Μία στη δημώδη κοινή ελληνική, μία λόγια, και μία κυπριακή. Η συνολική χειρόγραφη παράδοση αποτελείται από εννέα σωσμένα χειρόγραφα, ενώ η πρώτη έκδοση του κειμένου έγινε στα 1529 12, και ακολούθησαν άλλες 41 εκδόσεις μέχρι τον 19 ο αιώνα. Η κυπριακή παραλλαγή σώθηκε σε δύο χειρόγραφα: τον κώδικα Β (Vindob. Phil. gr. 218 της Βιέννης) και τον κώδικα Ι (της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης Ιεροσολύμων, Αγίου Σάββα 284). Τα δύο χειρόγραφα της κυπριακής παραλλαγής ακολουθούν διαφορετική ιταλική παράδοση, από αυτήν που ακολουθεί η ελληνική παραλλαγή. Συγκεκριμένα, το πρότυπο και των δύο χειρογράφων φαίνεται ότι ήταν η έκδοση της Βενετίας του 1474, γραμμένη στο βενετικό ιδίωμα. Αυτή η έκδοση, ή κάποια σύγχρονή της, μπορεί να βρέθηκε στην Κύπρο ακόμα και πριν από την επίσημη εγκατάσταση των Βενετών (1489), ίσως στα χέρια κάποιου κληρικού ή αυλικού, και αποτέλεσε το άμεσο πρότυπο για τον κοινό πρόγονο των δύο χειρογράφων. Ως προς τη χρονολόγηση, ο κώδικας Β αντιγράφτηκε, σύμφωνα με τα υδατόσημα, γύρω στο 1500, ενώ ο κώδικας Ι ολοκληρώθηκε, σύμφωνα με το βιβλιογραφικό του σημείωμα, το 1527. Για τον κώδικα Ι έχουμε και το όνομα του αντιγραφέα: είναι ο 12 Μάλιστα η έκδοση αυτή ήταν η πρώτη έκδοση πεζού έργου σε απλή γλώσσα (το πρώτο ποιητικό έργο που τυπώθηκε ήταν ο Απόκοπος το 1509) 16

ιερεύς Λουκάς Ντορίγιας, που πρέπει να ήταν Κύπριος. Πάντως, κυρίως λόγω της παλαιότητας, ο κώδικας Β θεωρείται ως πιο αξιόπιστος από τον Ι, σύμφωνα με την κριτική έκδοση των Κακουλίδη-Πάνου & Πηδώνια (1994: 40-42). Το κείμενό μας είναι γραμμένο στο ομιλούμενο κυπριακό ιδίωμα της εποχής. Παρόλο που ο Κύπριος μεταφραστής χρησιμοποιεί πλούσιο γλωσσικό υλικό από τη γαλλική και κυρίως την ιταλική, και παρά την προσκόλληση στο ξενόγλωσσο λεξιλόγιο του πρωτοτύπου, ωστόσο χρησιμοποιεί και συνώνυμες ελληνικές λέξεις. Το ξενόγλωσσο λεξιλόγιο το χρησιμοποιεί για να εκφράσει αφηρημένες έννοιες, λόγω έλλειψης λόγιας ελληνικής παιδείας, ενώ από την άλλη προτιμά λαϊκές κυπριακές λέξεις προκειμένου να εκφράσει έννοιες της καθημερινής ζωής. Η εκκλησιαστική λόγια ορολογία τον επηρεάζει ελάχιστα έως καθόλου. 2.5 Η μετάφραση των Πράξεων των Αποστόλων από τον Ιωάννη Σανκταμαύρα Ο Κύπριος Ιωάννης Σανκταμαύρας ήταν σπουδαίος αντιγραφέας κωδίκων, ονομαστός τον 16 ο αιώνα, και μάλιστα προσλήφθηκε από το Βατικανό για να εργαστεί στην εκεί βιβλιοθήκη. Εκτός όμως από αντιγραφέας, φαίνεται ότι έγραψε και λίγα δικά του κείμενα, καθώς και μια μετάφραση των οκτώ πρώτων κεφαλαίων των Πράξεων των Αποστόλων στο κυπριακό ιδίωμα. Η μεταφραστική αυτή προσπάθεια ήταν από τις πρώτες του είδους 13. Το κείμενο βρίσκεται στο τέλος του πατμιακού κώδικα 647, που ο ίδιος αντέγραψε. Το πρώτο κεφάλαιο του κειμένου το εξέδωσε ο Α.Δ.Κομίνης (1979). Σύμφωνα με την ιδιόχειρη σημείωση του Σανκταμαύρα στο τέλος του χειρογράφου, το γράψιμο του κώδικα έγινε στη Ρώμη το 1583. Το ότι πρόκειται για κείμενο που έγραψε, και όχι απλώς αντέγραψε, ο Ιωάννης Σανκταμαύρας, αποδεικνύεται όχι από γλωσσικά στοιχεία, αλλά από τεχνικές λεπτομέρειες: υπάρχουν συχνές διαγραφές λέξεων και αντικαταστάσεις τους με άλλες λέξεις, προσφορότερες, καθώς ο μεταφραστής προσπαθούσε να αποδώσει καλύτερα το πρωτότυπο κείμενο, τη στιγμή μάλιστα που έγραφε υπάρχουν επεξηγήσεις λέξεων στα περιθώρια του χειρογράφου τέλος, ο γραφέας έχει αφήσει κενά, προφανώς επειδή εκείνη τη στιγμή δεν έβρισκε την κατάλληλη λέξη στη δημώδη. Όλα αυτά 13 Είχε προηγηθεί ο κερκυραίος Ιωαννίκιος Καρτάνος το 1536, με απόπειρα απόδοσης ορισμένων χωρίων της Γραφής, αλλά η προσπάθεια αυτή συνάντησε αντιδράσεις και σταμάτησε. Ο Σάθας (1877: μ ) γράφει για το εγχείρημα του Καρτάνου ότι «η παράλογος αύτη επιχείρησις εσκανδάλισεν ως εικός την εκκλησίαν, διατάξασαν, ως λέγεται, την εξαφάνισιν του ανιέρου βιβλίου». 17

δείχνουν ότι έχουμε μια μετάφραση εν τη γενέσει της, παρακολουθούμε δηλαδή τη στιγμή της δημιουργίας της από τον γραφέα και του υπόλοιπου κώδικα. Η γλώσσα του κειμένου είναι η δημώδης της εποχής 14. Σύμφωνα με τον Κομίνη (1079:11), γίνεται προσπάθεια να αποβληθούν τα λόγια στοιχεία, αν και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, λόγω της φύσης του κειμένου 15. Υπάρχουν βέβαια και αρκετοί ιδιωματισμοί. Ο Κομίνης (1979) δεν εξέτασε λεπτομερώς τη γλώσσα του κειμένου, γι αυτό τα σχόλιά του αφορούν μάλλον γενικές επισημάνσεις σχετικά με το λεξιλόγιο, ενώ δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου στη γραμματική. 2.6 Μετάφραση ομιλίας του Ιωάννη Δαμασκηνού Η μετάφραση στο κυπριακό ιδίωμα της ομιλίας του Ιωάννη Δαμασκηνού Περί των εν πίστει κεκοιμημένων σώθηκε σε έναν μόνο κώδικα, τον Vaticanus Gr. 1171, και εκδόθηκε από τον Π.Γ.Νικολόπουλο (1973 και 2000). Με βάση τα παλαιογραφικά στοιχεία, το χειρόγραφο πρέπει να είναι του δεύτερου μισού του 16 ου αιώνα. Ο εκδότης του, με τα λίγα στοιχεία που διαθέτει, εικάζει ότι ο γραφέας του χειρογράφου είναι και ο ίδιος ο μεταφραστής του κειμένου: πρόκειται για τον Κύπριο μοναχό Αμβρόσιο, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στην αντιγραφή χειρογράφων την περίοδο 1530-1552. Αν οι υποθέσεις αυτές είναι σωστές, τότε βρισκόμαστε μπροστά στην ευτυχή συγκυρία να έχουμε το αυτόγραφο ενός μεταφραστή - συγγραφέα. Η γλώσσα του κειμένου είναι το κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα, πράγμα που δηλώνεται και στην επιγραφή του χειρογράφου: εις την ημετέραν ιδιωτικήν την των Κυπραίων γλώττα 16. Το κείμενο περιέχει και μια μετάφραση ποιητικού κειμένου, στην οποία όμως έχουν γίνει παρεμβάσεις σχετικά με τον τονισμό, για να εξυπηρετηθεί το μέτρο 17. Γι αυτό, τα δεδομένα από το συγκεκριμένο απόσπασμα θα αξιοποιηθούν με πολύ μεγάλη προσοχή στην παρούσα εργασία. Ο Νικολόπουλος (2000: 23-24) θεωρεί τη μετάφραση αυτή πολύ μεγάλης αξίας για τη μελέτη του γλωσσικού ιδιώματος της Κύπρου, επειδή τα άλλα διαλεκτικά 14 Ο Π.Γ.Νικολόπουλος (2000: 24, σημ. 41), εκδότης της μετάφρασης της ομιλίας του Ιωάννη Δαμασκηνού στα κυπριακά (βλ. παρακάτω), υποστηρίζει ότι το κείμενο του Σανκταμαύρα «δεν φαίνεται να έχη γραφή εις κυπριακήν διάλεκτον, αλλ εις απλήν κοινήν». 15 Έτσι, η λέξη μαθηταί αποδίδεται ως μαθητάδες, και ο Κύριος ως αυθέντης. 16 Όπως παραθέτει ο Νικολόπουλος (2000: 17), ο γνωστός έλληνας λόγιος της διασποράς Λέων Αλλάτιος (17 ος αιώνας) αναφέρει σε μια σημείωσή του στο έργο του Σύμμικτα ότι «Του αυτού λόγος περί των κεκοιμημένων, μεθερμηνεύτη εις την ημετέραν ιδιωτικήν την των Κυπρέων γλόττα...», ενώ σε άλλη σημείωση στο έργο του De libris apocryphis, αναφέρει «Et alius, nescio quis, in lingua Cypriorum vernaculam vertit, habeturque in cod. 1171 Vaticano...». 17 Συγκεκριμένα, οι τελευταίες λέξεις των στίχων τονίζονται στην παραλήγουσα, για να διατηρηθεί η βυζαντινή συνήθεια. 18

κυπριακά κείμενα έχουν όλα άμεση επίδραση από ξένες γλώσσες, καθώς είτε είναι μεταφράσεις ξένων κειμένων (το Φιορ δε Βερτού, οι Ασίζες), είτε γράφτηκαν από εξελληνισμένους ξένους, ή πάντως πολύ επηρεασμένους από ξένες γλώσσες (Χρονικά του Βουστρώνιου και του Μαχαιρά). Αντίθετα, αυτό το κείμενο δεν έχει τέτοιου είδους επιδράσεις, και μάλιστα η σημασία του είναι ακόμα μεγαλύτερη, καθώς μπορεί να γίνει παραβολή με το άμεσο πρότυπό του, την πρωτότυπη ομιλία του Ιωάννη Δαμασκηνού. 19

3. Γενικά για τις αντωνυμίες Οι αντωνυμίες (όπως δείχνει εξάλλου η ετυμολογία του όρου στα ελληνικά, αλλά και του pronomen στα λατινικά 18 ) αντικαθιστούν ονόματα. Όπως και τα ονόματα, έχουν αριθμό, πτώση και γένος. Όπως και τα ρήματα, έχουν πρόσωπο. Αντίθετα με τα ονόματα, που είναι ανοιχτή λεξική κατηγορία, οι αντωνυμίες είναι μια μικρή κλειστή γραμματική κατηγορία. 4. Οι προσωπικές αντωνυμίες Όπως φαίνεται και από την ονομασία τους, οι προσωπικές αντωνυμίες στα ελληνικά δηλώνουν μια αναφορά στο πρώτο, δεύτερο ή τρίτο πρόσωπο, και κλίνονται ως προς τον αριθμό και την πτώση. Ειδικά οι αντωνυμίες του τρίτου προσώπου κλίνονται και ως προς το γένος. 4.1 Οι ισχυροί τύποι. Υπάρχουν τύποι για κάθε πρόσωπο, οι οποίοι κλίνονται κατά την πτώση. Σημειώνεται ότι ονομαστική έχουν μόνο οι ισχυροί τύποι. Ειδικά για το τρίτο πρόσωπο οι τύποι κλίνονται και κατά το γένος. 4.1.1 Ονομαστική. Για το πρώτο πρόσωπο χρησιμοποιείται η αντωνυμία εγώ, για το δεύτερο η αντωνυμία εσύ, ενώ για το τρίτο χρησιμοποιούνται τα δεικτικά αυτός, τούτος, εκείνος κτλ., όταν δε λειτουργούν ως προσδιοριστές, δηλαδή όταν δε συνοδεύονται από ένα ουσιαστικό με οριστικό άρθρο. Συχνά χρησιμοποιούνται, τόσο στα νέα ελληνικά όσο και στα μεσαιωνικά κυπριακά, όπως θα δούμε, και κάποιες περιφράσεις, οι οποίες αντικαθιστούν τις προσωπικές αντωνυμίες. Τέτοιες εκφράσεις είναι οι λόγου (μου), η αφεντιά (σου) κτλ., τις οποίες θα δούμε πιο αναλυτικά στη συνέχεια. Η ονομαστική της προσωπικής αντωνυμίας λειτουργεί ως υποκείμενο του ρήματος. Επειδή όμως στα ελληνικά το πρόσωπο δηλώνεται στη μορφολογία (στην κατάληξη) του ρήματος, η προσωπική αντωνυμία που δείχνει το υποκείμενο δεν έχει υποχρεωτική παρουσία. Όπως αναφέρουν παραδοσιακά οι γραμματικές, και όπως θα δούμε παρακάτω, η αντωνυμία εμφανίζεται μόνο αν πρέπει να δοθεί έμφαση, ή να δειχθεί κάποια αντίθεση, και σε άλλες τέτοιες ειδικές περιπτώσεις. 18 Ο λατινικός όρος είναι μεταφραστικό δάνειο από τα ελληνικά. Σύμφωνα με το Oxford Latin Dictionary, πρώτη φορά εμφανίζεται ο όρος pronomen στον M.Terentius Varro, γραμματικό που έζησε τον 1 ο αιώνα π.χ. 20

Φαίνεται ότι αυτές οι γενικές διαπιστώσεις για τα ελληνικά ισχύουν και στα υπό εξέταση μεσαιωνικά κυπριακά κείμενα. Συγκεκριμένα, παρόλο που υπάρχουν εκατοντάδες περιπτώσεις ρημάτων σε πρώτο ή δεύτερο πρόσωπο, χωρίς να δηλώνεται το υποκείμενό τους, ωστόσο είναι πολύ λίγες αναλογικά οι περιπτώσεις εμφάνισης της αντίστοιχης προσωπικής αντωνυμίας. Στους παρακάτω πίνακες φαίνεται η εμφάνιση των αντωνυμιών ανά κείμενο, σε όλες τις πιθανές τους μορφές (σε απόλυτους αριθμούς): εγώ εγών συνολικά Ασίζες 50 50 Μαχαιράς 43 19 1 44 Βουστρώνιος 27 27 Φιορ 46 46 Σανκταμαύρας δεν απαντάται Δαμασκηνός 5 5 Πίνακας 1. Η προσωπική αντωνυμία πρώτου προσώπου ενικού εσού έσου σύ εσύ συνολικά Ασίζες 21 1 22 Μαχαιράς 28 20 28 Βουστρώνιος 13 2 15 Φιορ 17 17 Σανκταμαύρας 1 1 Δαμασκηνός 5 1 6 Πίνακας 2. Η προσωπική αντωνυμία δεύτερου προσώπου ενικού εμείς ημείς συνολικά Ασίζες 5 2 7 Μαχαιράς 57 21 3 60 Βουστρώνιος 11 11 Φιορ 1 1 Σανκταμαύρας δεν απαντάται Δαμασκηνός 6 22 1 7 Πίνακας 3. Η προσωπική αντωνυμία πρώτου προσώπου πληθυντικού εσείς συνολικά Ασίζες δεν απαντάται Μαχαιράς 18 23 18 Βουστρώνιος 2 2 Φιορ 5 5 Σανκταμαύρας 2 2 Δαμασκηνός δεν απαντάται Πίνακας 4. Η προσωπική αντωνυμία δεύτερου προσώπου πληθυντικού 19 Περιλαμβάνονται και οι 2 περιπτώσεις του γώ (βλ. παρακάτω, 4.1.1.1) 20 Περιλαμβάνονται και οι 10 περιπτώσεις του σού (βλ. παρακάτω, 4.1.1.2) 21 Περιλαμβάνονται και οι 18 περιπτώσεις του μείς (βλ. παρακάτω, 4.1.1.3) 22 Περιλαμβάνεται και η μία περίπτωση μεις (βλ. παρακάτω, 4.1.1.3) 23 Περιλαμβάνονται και οι 6 περιπτώσεις του σείς (βλ. παρακάτω, 4.1.1.4) 21

Ακολουθεί η αναλυτική παρουσίαση των προσωπικών αντωνυμιών στα μεσαιωνικά κυπριακά κείμενα, ταξινομημένων ανά πρόσωπο και αριθμό. Εδώ θα ασχοληθούμε μόνο με το πρώτο και το δεύτερο πρόσωπο. Για το τρίτο πρόσωπο χρησιμοποιούνται, όπως έχουμε πεί, τα δεικτικά αυτός, τούτος, εκείνος κτλ., και γι αυτόν τον λόγο η μορφολογική και συντακτική τους ανάλυση θα γίνει στο κεφάλαιο για τις δεικτικές αντωνυμίες: 4.1.1.1 εγώ, γω, εγών. Για τη μορφή του α ενικού προσώπου διαπιστώνεται ότι κατά συντριπτική πλειοψηφία χρησιμοποιείται ο ίδιος τύπος με τα αρχαία ελληνικά: εγώ. Ο τύπος γω συναντάται μόνο 2 φορές στον Μαχαιρά. Το γεγονός ότι και τις δύο αυτές φορές το γω ακολουθεί το και, μας κάνει να υποψιαστούμε ότι δεν πρόκειται για δεύτερο τύπο του εγώ, που έχει πάθει έκθλιψη, αλλά απλώς για τρόπο γραφής της ακολουθίας και εγώ. Ο γραφέας (ή ο εκδότης) του Μαχαιρά προτιμά την γραφή και γώ, ενώ π.χ. στον Βουστρώνιο προτιμά την γραφή κ εγώ. Βέβαια, υπάρχουν και πολλές περιπτώσεις που το και εγώ γράφεται ολόκληρο. Ο τύπος εγών συναντάται άπαξ στον Μαχαιρά. Το ν εδώ δε φαίνεται να θεραπεύει κάποιου είδους χασμωδία, καθώς δεν ακολουθεί φωνήεν, αλλά σύμφωνο: Εγών Τάμε Γατανίε (Μαχ. 9770) Ο τύπος εγιώ της νέας κυπριακής δε μαρτυρείται στα μεσαιωνικά κείμενα. 4.1.1.2 εσού, έσου, σού, εσύ, σύ. Σχετικά με τη μορφή του β ενικού προσώπου, μπορούμε να πούμε ότι: το αρχαιοελληνικό σύ έγινε εσύ, παίρνοντας ένα ε- κατ αναλογίαν με το εγώ, κι αυτό έγινε ήδη στους παπύρους 24. Ίσως η τάση αυτή ενισχύθηκε και από περιπτώσεις όπου πριν από το συ υπήρχε λέξη που τελείωνε σε [e], όπως συχνά το και. Έτσι συνέβη επανανάλυση: και συ [ke si] > [k esi]. Στα μεσαιωνικά κυπριακά κείμενα συναντάμε τους τύπους εσού, έσου και σού για την ονομαστική του δευτέρου προσώπου. Για το [u] θα μπορούσαμε να πούμε ότι προήλθε από αναλογία από τον τύπο της γενικής (σου), ή ακόμα ότι πρόκειται για διατήρηση της αρχαίας προφοράς του υ 25. 24 Τη διαπίστωση αυτή την κάνει ο Psaltes (1913: 193-194), ο οποίος όμως αναφέρει ότι τύποι δευτέρου προσώπου με ε- δε συναντώνται στα βυζαντινά χρονικά που μελετά ο ίδιος. 25 Ο φωνολογικός αυτός αρχαϊσμός, που ισχύει σε άλλες διαλέκτους, όπως τα Τσακώνικα, τα Μανιάτικα, τα Μεγαροκουμιώτικα και τα Παλαιά Αθηναϊκά, παρουσιάζεται και στα Κυπριακά με πιο 22

Ο παροξύτονος τύπος έσου συναντάται μόνο δυο φορές, και μόνο στον Βουστρώνιο, σε περιπτώσεις μάλιστα όπου υπάρχει και το εσού ως δεύτερη γραφή, στην ίδια θέση σε άλλο χειρόγραφο. Για την επιλογή του δε φαίνεται να υπάρχει κάποιος κανόνας: ουδέ έσου ουδέ οι δουλευτάδες σου 26 θέλεις τ ομολογήσειν κ έσου 27 Ο τύπος σού συναντάται δέκα φορές, μόνο στον Μαχαιρά. Σε όλες τις εμφανίσεις του προηγείται και, πράγμα που μας κάνει να υποθέσουμε ότι ισχύει ό,τι και για το γω (βλ. παραπάνω, 4.1.1.1). Οι τύποι συ και εσύ εμφανίζονται σπανιότατα: Το μοναδικό συ, στη μετάφραση του Δαμασκηνού, φαίνεται ότι είναι αυτολεξεί μεταφορά του αρχαιότερου κειμένου, όπως δείχνουν τα συμφραζόμενα: Σύ αποδώσεις εκάστου κατά τα έργα αυτού 4.1.1.3 εμείς, μείς, ημείς. Στο α πληθυντικό πρόσωπο ο κυρίαρχος τύπος είναι το εμείς. Το ημείς εμφανίζεται πολύ σπάνια, 6 φορές συνολικά: 2 στις Ασίζες 28, 3 στον Μαχαιρά και 1 στον Δαμασκηνό. Δε φαίνεται η επιλογή αυτή να σχετίζεται με κάποιο κριτήριο, παρά είναι μια αρχαϊκή επιβίωση. Για το μεις ισχύει ό,τι και για το γω και το σού, καθώς στα 18 μεις του Μαχαιρά προηγείται και. Αντίστοιχα, στον Βουστρώνιο, βρίσκουμε αυτό το σύμπλεγμα μία φορά γραμμένο κ' εμείς (Βουστρ. 294), δηλαδή με έκθλιψη του τελικού [e] του και αντί για αφαίρεση του αρχικού [e] του εμείς, αλλά βέβαια το φωνολογικό αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Αντίθετα, στη μία φορά που εμφανίζεται το μεις στον Δαμασκηνό, προηγείται αλλά: αλλά μεις (Δαμ. 29) 4.1.1.4 εσείς, σεις. Η αντωνυμία του β πληθυντικού προσώπου είναι γενικά σπανιότερη από όλες τις υπόλοιπες 29. Εδώ πάντως κυριαρχεί το εσείς, ενώ το σεις εμφανίζεται μόνο στον Μαχαιρά, και πάλι μόνο μετά από και. περιορισμένη ισχύ. Ενδεικτικά αναφέρεται ο τύπος μούτη (αντί μύτη) που συναντάμε και στα υπό εξέταση κυπριακά κείμενα. 26 Έτσι στο χφ Α, ενώ τα Β και Μ έχουν ουδ εσού... 27 Έτσι στο χφ Β. Το Α έχει κ εσού) 28 Στις Ασίζες (3483-3487) και οι δύο περιπτώσεις εμφάνισης του ημείς βρίσκονται στην ίδια παράγραφο (κεφ. ρνα ), της παραλλαγής Α. 29 Είναι ενδεικτικό ότι στις Ασίζες, που είναι το μεγαλύτερο κείμενο, δεν απαντάται ούτε μια φορά. 23

4.1.2 Γενική και αιτιατική. Στην κοινή νεοελληνική, οι ισχυροί τύποι των προσωπικών αντωνυμιών στις πλάγιες πτώσεις έχουν περισσότερες από μία συλλαβές 30 και τονίζονται. Στα μεσαιωνικά κυπριακά υπάρχουν τύποι με ή χωρίς αρχικό ε-, καθώς και τύποι με ή χωρίς το τελικό ν της αιτιατικής, ή ακόμα και χωρίς καθόλου ολόκληρη την κατάληξη αν. Ασίζες Μαχαιράς Βουστρώνιος Φιορ δε Βερτού Σανκταμαύρας Δαμασκηνός εμού 1 εμέ 1 εμέν 1 1 1 εμένα 2 4 1 εμέναν 5 2 2 μέναν 2 1 2 μένα 1 εσέν 1 εσένα 2 5 εσέναν 5 2 3 2 σέναν 1 4 σένα 5 σέν 2 εμάς 6 2 2 1 εσάς 1 1 1 1 Πίνακας 5. Ισχυροί τύποι γενικής και αιτιατικής των προσωπικών αντωνυμιών Όπως φαίνεται και από τον πίνακα, οι πλάγιες πτώσεις των ισχυρών τύπων των προσωπικών αντωνυμιών χρησιμοποιούνται σπανιότατα.αντί για αυτούς προτιμώνται οι περιφράσεις που θα δούμε στη συνέχεια: η αφεντιά (μου), αυτόν (μου), λόγου (μου), κτλ. Ειδικά για τον τύπο της γενικής εμού, παρατηρούμε ότι συναντάται μόνο μία φορά στον Μαχαιρά, σε ένα σημείο όπου παρατίθεται το κείμενο ενός νοταριακού εγγράφου. Έτσι ίσως εξηγείται ο αρχαϊκότερος τύπος, επειδή η γλώσσα αυτών των εγγράφων είναι γενικά παγιωμένη, ώστε να δείχνει πιο επίσημη: οι Γενουβίσοι εποίκαν έναν χαρτίν νοταρικόν: «Τη δευτέρα τη ιδʹ μαρτίου ατοδʹ Χριστού, έμπροσθεν εμού το(υ) δημοσίου νοταρίου και μαρτύρων των κάτωθεν ωνοματισμένων... (Μαχ. 9607-9609) 30 Οι ισχυροί τύποι της αιτιατικής πρώτου και δεύτερου προσώπου (εμένα, εσένα, εμάς, εσάς) χάνουν το αρχικό τους φωνήεν όταν προηγούνται οι προθέσεις για και από, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι τύποι του πληθυντικού να φαίνονται μονοσύλλαβοι: μάς, σάς. 24

4.1.3 Περιφράσεις στη θέση προσωπικών αντωνυμιών. 4.1.3.1 η αφεντιά (μου). Στην κοινή νεοελληνική χρησιμοποιείται σπάνια, κυρίως όταν πρέπει να δηλωθεί ειρωνεία, η έκφραση η αφεντιά μου / σου / του κτλ., συχνότερα στο β πρόσωπο, και μάλιστα προκειμένου για παρόντες. Στα μεσαιωνικά κείμενα η χρήση της λέξης αφεντιά ή αφεντία με αυτήν τη σημασία, και για να δηλωθεί αληθινή ευγένεια και όχι ειρωνεία, συνηθίζεται μόνο στον Βουστρώνιο. Ο ασυνίζητος τύπος αφεντία είναι προφανώς αρχαιότερος, ενώ ο συνιζημένος τύπος αφεντιά είναι νεότερος. Το χφ Μ. του Βουστρώνιου, ίσως επειδή είναι νεότερο από τα άλλα δύο, παρουσιάζει συχνότερα τον συνιζημένο τύπο, ενώ στα παλαιότερα χφφ Α και Β είναι συχνότερος ο ασυνίζητος τύπος. Στον παρακάτω πίνακα φαίνεται τόσο αυτή η παράμετρος, όσο και η παράμετρος της πτώσης του ουσιαστικού αφεντία / αφεντιά, και το πρόσωπο του κλιτικού που ακολουθεί, αν και αυτά δε φαίνεται να παίζουν ρόλο για την επιλογή του ενός από τους δύο τύπους. Μία μοναδική περίπτωση που το αφεντία / αφεντιά ακολουθείται όχι από κλιτικό, αλλά από ένα ουσιαστικό σε γενική έχουμε στη φράση η αφεντία της κυράς μας (Βουστρ. 204,205). Στον πίνακα, αυτά τα στοιχεία έγινε προσπάθεια να εμφανίζονται μέσα σε κάθε πεδίο: ο πρώτος αριθμός αναφέρεται στον ασυνίζητο τύπο, ο δεύτερος στον συνιζημένο, και σε παρένθεση είναι το σύνολο. η αφεντία / αφεντιά της αφεντίας / αφεντιάς χφ Α χφ Β χφ Μ + μου + σου 9 / 2 (11) 6 / 1 (7) 2 / 5 (7) + του 4 / 1 (5) 4 / 1 (5) 2 / 2 (4) + της 2 / 3 (5) 5 / - (5) - / 5 (5) + ουσ. σε γεν. 1 / - (1) 1 / - (1) 1 / - (1) + μας + σας 2 / - (2) 3 / - (3) - / 3 (3) + τους σύνολο 18 / 6 (24) 19 / 2 (21) 5 / 15 (20) + μου 1 / - (1) 1 / - (1) - / 1 (1) + σου 6 / - (6) 31 3 / 1 (4) 1 / 4 (5) + του 1 / - (1) 2 / - (2) 1 / 1 (2) + της 4 / - (4) 2 / 1 (3) - / 3 (3) + ουσ. σε γεν. + μας + σας 2 / - (2) 2 / - (2) - / 2 (2) + τους 1 / - (1) σύνολο 15 / - (15) 10 / 2 (12) 2 / 11 (13) 31 Περιλαμβάνεται και ένας τύπος της φεντίας σου (Βουστρ. 288, μόνο στο χφ Α) 25