Ηρακλείο 10/7/2014 Πρώτα άπο όλα, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πολιτιστικό Σύλλογο Γωνιών Μαλεβιζίου και τον κύριο Κώστα Παντερή για την προσπάθεια που κάνουν οργανώνοντας για πρώτη φορα μία τέτοια μεγάλη συνάντηση για την Κρητική Μουσική. Στην ουσία αύτη η συνάντηση αποτελεί ένα μεγάλο αφιέρωμα στην κρητική μουσική που σπανίως συναντά κανείς έξω από τον χώρο της μουσικής, έξω από τα γλέντια, τους γάμους, τις βαπτίσεις, τις συναυλίες. Για εμένα είναι μεγάλη τιμή να είμαι σήμερα έδω, και μεγάλη μου χαρά να μπορώ να μοιραστώ μαζί σας ενα κομμάτι της έρευνας μου που αναφέρεται στα Κρητικά. Στην Ελλάδα ήρθα για πρώτη φορα το 2002, κάνοντας το ταξίδι Βαρκελώνη Ιστανμπούλ με τρένο. Τότε κουβαλούσα μαζί μου ένα μικρό ραδιόφωνο, και θυμάμαι τι μεγάλη έκπληξη που είχα ακούγοντας μέσα από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς τόση πολλή ελληνική μουσική. Μετά έμεινα στη Θεσσαλονίκη ένα χρόνο και έκει άρχισα να καταλαβαίνω ότι υπάρχει μια μεγάλη μουσική ποικιλία που εκφράζεται στα Ελληνικά, και ακόμα κάτι άλλο, ότι αυτό που εμείς (οι καταλανοί) γνωρίζουμε σαν παραδοσιακή μουσική και στην Ελλάδα λέγετε δημοτική, έχει μια ζωντάνια που είναι δύσκολο να βρει κανείς στον τόπο μου. Τελικά στο τέλος του 2006 ήρθα στην Κρήτη, και έδω, αισθάνθηκα ότι η παρουσία Κρητικής μουσικής ήταν πολύ ισχυρότερη σε σχέση με τα άλλα μέρη της Ελλάδας, και φυσικά ακόμα μεγαλύτερη αν τη συγκρίνω με την Καταλωνία. Μπορούσα να ακούσω κρητική μουσική στο σουπερμάκετ, στο λεωφορείο, στο ραδιόφωνο 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, στους γάμους, στα πανηγύρια Επίσης, εξαιτίας του ότι η γυναίκα μου είναι κρητικιά, είχα την ευκαιρία να συμμετέχω στην καθημερινή ζώη του νησιού σαν κανονικό μέλος της κρητικής κοινωνίας. Έτσι μπόρεσα να διακρίνω πως τα κρητικά είναι κάτι που πάντα (ή σχεδον πάντα) πρέπει να υπάρχει όταν εσείς οι κρητικοί θέλετε να γιορτάσετε κάτι. Από την άλλη πλευρά γνώρισα τον Γιώργο Ξυλούρη, τον Ψαρογιώργη, και την οικογένεια του, οι οποίοι μου ανοίξανε τις πόρτες του σπιτιού τους. Με τον Γιώργο άρχισα να γνωρίζω περισσότερα πράγματα για την κρητική μουσική και για τη σημασία που μπορεί να έχει για
τους ντόπιους. Ετσι άρχισα να ενδιαφέρομαι για την κρητική μουσική σαν κοινωνιολογικό φαινόμενο, και άρχισα σιγά σιγά να μελετώ τα κρητικά από μια ανθρωπολογική σκοπιά. Δηλαδή να αντιμετωπίζω τη μουσική της Κρήτης, σαν ένα αντικείμενο έρευνας μέσα από το οποίο να μπορώ να περιγράψω την ζωή στην Κρήτη. Όπως έλεγε ο Αλαν Μερριαμ, ο πατέρας της ανθρωπολογίας της μουσικής, να αντιμετωπίζω τη μουσική σαν κουλτούρα, σαν ένα δημιούργημα που παράγει η κοινωνία. Δεν ήτανε εύκολο για μενα, πρώτα απ όλα έπρεπε να βελτιώσω τα ελληνικά μου και να αρχίσω να καταλαβαίνω (πάνω κάτω) την κρητική διάλεκτο. Επίσης αν και δεν είμαι ούτε μουσικολόγος, ούτε μουσικός, έπρεπε να αποκτήσω κάποιες γνώσεις κρητικής μουσικής (για το λόγο αυτό συμμετείχα για παράδειγμα σε ένα σεμινάριο κρητικού λαούτο που έκανε ο Ψαρογιώργης στο Χουδέτσι), και να μάθω επίσης μερικούς κρητικούς χορούς για να μπορώ να συμμετέχω και μελετώντας τα γλέντια από μέσα. Πάνω σε αυτή τη βάση ξεκινήσα και επίσημα την ερευνά μου το 2008 και την ολοκλήρωσα το 2010. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας εκδόθηκαν το 2012 σε βιβλίο στα Καταλανικά με τον τίτλο «Τα Κρητικά: ταξίδι στις μουσικές τις Κρήτης». Το βασικό ερώτημα που είχα όταν ξεκίνησα την ερευνά ήταν αυτό που θα προσπαθώ να απαντήσω σήμερα με την μικρή ομιλία μου: Ποιος είναι ο ρόλος τις κρητικής μουσικής μέσα στην κρητική κοινωνία; Αυτό που με ενδιέφερε στην ουσία ήτανε ποιος είναι ο ρόλος από τη σκοπιά της ιδεολογίας που διαδραματίζει η παραδοσιακή κρητική μουσική (γνωστή και ως Κρητικά ή Κρητική μουσική) στη διαμόρφωση της ταυτότητας του νησιού. Τι εννοώ με αυτό; Με ενδιέφερε δηλαδή να διακρίνω τα στοιχεία εκείνα που η κρητική κοινωνία αντιλαμβάνεται σαν δικά της ή την προσδιορίζουν και σχετίζονται με την παραγωγή και την παρουσία της κρητικής μουσικής στην καθημερινότητα του νησιού. Τα συμπεράσματα μετά από 27 συνεντεύξεις (σε μουσικούς, παραγωγούς, δημουσιογράφους, και ακροατές), 6 μήνες περιπλάνησης σε όλο το νησί βλεποντας διαφορετικάγλέντια και ανθρώπους, μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας, και μετά από 4 χρόνια βιωματικής παρατήρησης, ήταν
τα εξής: Σαν γενικό συμπέρασμα θα έλεγα οτι η κρητική μουσική, είναι κυρίως ένας μηχανισμός έκφρασης της ταυτότητας που έχουν οι άνθρωποι του νησιού, γιατί απλά είναι η μουσική που παράγεται από τους κρητικούς και απευθύνεται κυρίως σε αυτούς. Χρησιμοποιώντας τις λέξεις του ιστορικού Σάββας Πετράκη, είναι η μουσική που έχει σχέση με τον τόπο, ή, όπως μου έλεγε η Μαρια Κότη ειναι η μουσική που δεν πεθαίνει, γιατί αναπναίει και αλλάζει φόρμες. Τι θέλω να πω με αυτό; Σήμερα που οι διαφορές που έχουνε οι Κρητικοί με τους υπόλοιπους Ελληνες έχουνε μειωθεί, διότι τα τελευταία 100 χρόνια είναι πολίτες του ίδιου κράτους, και που πια ζούμε στην εποχή της παγκοσμοποίησης όπου το φαινόμενο της ομογενοποίησης παίρνει μεγάλη διάσταση, τα κρητικά κατά τη γνώμη μου, λειτουργούν σαν ενας μηχανισμός που έχετε οι Κρητικοί για να δείξετε, για να εκφράσετε, ότι ακόμα σαν ανθρώπινο σύνολο, είστε διοφορετικοί. Γιατί τα Κρητικά ειναι δημιούργημα της ταυτότητα σας που λειτουργεί σαν ασπίδα προστασίας, σαν μία αντίδραση μπροστά σε μία κατάσταση μη-πολιτισμού. Για παράδειγμα είναι φανερό οτι η κρητική μουσική είναι ένας από τους λίγους χώρους έκφρασης όπου διατηρείται η κρήτική διάλεκτος σαν διακριτικό στοιχείο. Και οχι μόνο, κατά τη διάρκεια της έρευνας μου μπορούσα να διακρίνω μια σειρά στοιχείων μέσα από τα οποία οι κρητικοί αντιλαμβάνονται τη διαφορετικότητα τους και τα οποία μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε ότι αυτή η μουσική προέρχεται από έναν συγκεκριμένο τόπο και από μία συγκεκριμένη κοινωνία, την κρητική και οχι κάποια άλλη. Αναφέρομαι στα μουσικά όργανα, στους χορούς, στις μελωδίες, στους στίχους καθώς και στους ίδιους τους μουσικούς- όλα αυτά που εσείς οι Κρητικοί αναγνωρίζετε σαν δικά σας, και οχι μόνο εσεις, γενικά όταν κάποιος από την υπόλοιπη Ελλάδα τα ακούει, μπορεί να καταλάβει ότι εκείνο το τραγούδι είναι από την Κρήτη και όχι από κάπου αλλού. Τι εννοώ με αυτό, οτι τα κρητικά ειναι ενα πλουραλιστικό φαινόμενο, με ό,τι σημαίνει αυτή η έννοια και όπως το έχουμε δει να ξεδιπλώνεται μπροστά μας
αυτές τις μέρες μέσα από τόσες διαφορετικές απόψεις που μιλούν για τη μουσική του νησιού. Και θα προσθέσω ότι δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος παιξίματος, ούτε χορού, ούτε κουρδίσματος για να μπορούμε να πούμε ότι αυτή η κρητική μουσική είναι πιο σωστή ή πιο αγνή από κάποια άλλη ( ή τέλος πάντων κάτι που μας λέει ότι αυτή η κρητική μουσική είναι πιο κρητική από την άλλη). Όλα αυτά κατά τη γνώμη μου είναι μόνο θέμα γούστου, θέμα αισθητικής. Γι αυτό το λόγο, για παράδειγμα σήμερα, έχουμε τόσους ραδιοφωνικούς σταθμούς, που έχουν στο πρόγραμμά τους διαφορετικά είδη κρητικής μουσικής. Μέσα στα Κρητικά υπάρχουν τα πάντα, όπως στην ίδια την ζωή και την κοινωνία της Κρήτης. Ευτυχώς δεν ζούμε πια σε εκείνη την ιστορική περίοδο που το Ελληνικό κράτος προσπαθούσε για ιδεολογικούς λόγος να υποστηρίξει μόνο κάποια μουσικά όργανα, κάποιους συγκεκριμένους σκοπούς ή χορούς από κάποιες μόνο περιοχές με σκοπό να ενδυναμώσει μία συγκεκριμένη εικόνα της Κρήτης ή μια κρητική ταυτότητα που να μπορούσε να αποτελεί κομμάτι μίας συγκεκριμένης εικόνας τις Ελλάδας. Διότι η Κρήτη όπως και η Ελλάδα, δεν έχει μία και μόνο μορφή. Τώρα, για να υπάρχει η Κρητική μουσική χρειαζονται οι δημιουγοί. Οι μουσικοί είναι οι κύριοι πρωταγωνιστές αυτού του μουσικού φαινομένου. Χωρίς αυτούς δεν υπάρχει μουσική, δεν υπάρχει γλεντι. Ειίναι αυτοί που διατηρούν τη διάλεκτο μέσα στα τραγούδια, αυτοί που εκφράζουνε τις ποικίλες αποχρώσεις της σχέση των κρητικών με το νησί τους, είναι αυτοι που τραγουδούν για τον τόπο και για τον κόσμο του. Ο Κevin Dawe, άλλος ανθρωπολόγος που έκανε την μελέτη του στο νησί τη δεκαετία του ενενήντα, έλεγε ότι οι μουσικοί της Κρήτης είναι the keepers of tradition (οι σωματοφύλακες τις παράδοσης). Έγω προτιμώ να τους αποκαλώ σωματοφύλακες της [κρητικότητας], δηλαδή κρητικής ταυτότητας, γιατί εκφράζουνε ποικίλες εκφάνσεις και εκδοχές της Κρήτης, και του τι σημαίνει να είναι κανείς Κρητικός, μία ποικιλία που έχει σαν κοινό στοιχείο τη μουσική. Πιστεύω οτι η σχέση που έχουν τα κρητικά και η ταυτότητα του νησιού ειναι πολύ άμεση, και κατά τη γνώμη μου, γίνεται ακόμα αμεσότερη μέσα στο σημερινό κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο. Διότι, όταν οι δομές δικαίου, οι
οικονομικές δομές, οι πολιτικές κτλ. που διαφοροποιούσαν μέχρι πριν κάποια χρόνια τους ποικίλους τρόπους ζωής στα διάφορα μέρη του κόσμου με την έλευση του μοντερνισμού διαλύονται ή σχεδόν εξαφανίζονται, και γινόμαστε πάνω κάτω όλοι το ίδιο, υπάρχει μια ανθρωπολογική ανάγκη να αναδείξει κάθε κοινωνία ότι ακόμα είναι διαφορετική. Ωστόσο, η διαφορετικότητα αυτή μπορεί μόνο να αποδειχθεί μέσα από την εκφραστική και επιτελεστική της διάσταση. Και αυτός, εν κατακλείδι, είναι ο ρόλος που αποδίδω στα Κρητικά. Jordi Alsina Iglesias Υποψήφιος διδάκτορας Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης