Η αναστοχαστική προσέγγιση στο σχεδιασμό του χώρου Χαράλαμπος Τσέκερης, Δρ. Κοινωνιολογίας και διδάσκων στο Τμήμα Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Θεόδωρος Τσέκερης, Δρ. ΕΜΠ, Επιστ. Ερευν. ΚΕΠΕ Η παρούσα εργασία αποσκοπεί στο να παρουσιαστούν και να ερμηνευθούν κριτικά σύγχρονες τάσεις αναπαράστασης (της ολιστικής-αναδυόμενης δυναμικής) του χώρου, ιδιαίτερα στον τομέα του πολεοδομικού σχεδιασμού, χρησιμοποιώντας ως κατευθυντήριο νήμα τη θεωρία της επιστημολογικής αναστοχαστικότητας (βλ. Pels 2003). Όπως αναλύεται παρακάτω, η ερμηνεία αυτή μπορεί να προσφέρει μια βαθύτερη και πληρέστερη κατανόηση σχετικά με τη δημιουργία, τους μετασχηματισμούς και τη μετεξέλιξη υφιστάμενων και αναδυόμενων προσεγγίσεων για την αναπαράσταση του χώρου σε διεθνές επίπεδο. Ο πολλαπλασιασμός των ιδεών και των θεωριών γύρω από την αναπαράσταση του χώρου είναι πλέον αισθητός σε ένα ευρύ φάσμα επιστημονικών πειθαρχιών, από την αρχιτεκτονική και την κοινωνιολογία/κοινωνική ψυχολογία μέχρι την πολιτισμική και οικονομική γεωγραφία (βλ, πχ, Thrift 1996, Katerelos and Koulouris 2004, Γετίμης και Καυκαλάς 2001). Αναμφισβήτητα, το βασικό χαρακτηριστικό αυτής της διεπιστημονικής εξέλιξης μπορεί να αποδοθεί στη γενικευμένη διερώτηση της παραδοσιακής «ιδεολογίας της αναπαράστασης» (Woolgar 1988), την απόρριψη του παραδεδεγμένου αντικειμενιστικού αιτιοκρατικού μοντέλου και την αυξανόμενη έμφαση στην επιστημολογική έννοια της «σχέσης». Ερωτήματα σχετικά με το πώς ο χώρος ανα-διαμορφώνεται ως ένα σύνολο δυναμικών σχέσεων, οι οποίες συγκροτούνται μέσω της αέναης ανθρώπινης κοινωνικής δράσης και διάδρασης, έχουν εγκατασταθεί εδώ και
αρκετά χρόνια στο επίκεντρο της αναλυτικής προσοχής διάφορων επιστημονικών θεωρήσεων (π.χ., Thrift 1983). Αυτή η «σχεσιοκρατική» προσέγγιση είναι «αναστοχαστική», εφόσον υπογραμμίζει τη συνεχή κυκλική αλληλεπίδραση μεταξύ χώρου και δράσης, και περικλείει το υποκείμενο μέσα στο αντικείμενό του, ενσωματώνει δηλαδή συστηματικά τον παρατηρητή στο παρατηρούμενο περιβάλλον και την κοινωνική οργάνωση (βλ. Σχήμα 1). Σχήμα 1. Το σκίτσο Drawing Hands του Escher (1948) δείχνει την ταυτόχρονη αμοιβαία συγκρότηση αντικειμένου - υποκειμένου. Η αναστοχαστική προσέγγιση αποφεύγει τη συμβατική απεικόνιση του χώρου ως μια αποκλειστικά «φυσική κατηγορία» και αναγνωρίζει έκδηλα ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματικότητα χωρίς το υποκείμενο που την παρατηρεί και την περιγράφει. Δηλαδή, ο παρατηρητής της εικόνας είναι μέσα στην εικόνα που αναπαριστά τον χώρο και ως συστατικό μέρος της εικόνας συνδέεται αναπόσπαστα με τα υπόλοιπα συστατικά μέρη αυτής (βλ. Σχήμα 2).
Η παραπάνω λογική γύρω από την «αποφυσικοποίηση» και την «κατασκευασιμότητα» του χώρου ακολουθεί την αντι-ουσιοκρατική σκέψη πολλών μεγάλων φιλοσόφων (π.χ., Nietzsche, Wittgenstein, Heidegger, Adorno), σύμφωνα με την οποία είναι μάταιο να αναζητούμε ένα σταθερό «αρχιμήδειο» σημείο από το οποίο θα μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε και να καταγράψουμε ουδέτερα και αμερόληπτα τα κοινωνικά δρώμενα, ή έναν «Ιδεώδη Παρατηρητή» (Bourdieu 2001, Pels 2003). Σχήμα 2. Ο παρατηρητής της εικόνας, δηλαδή ο δημιουργός της ζωγράφος Velazquez (1656), είναι μέσα στην εικόνα και ως συστατικό μέρος της εικόνας συνδέεται αναπόσπαστα με τα υπόλοιπα συστατικά μέρη αυτής (Τσιβάκου 1997).
Η περιγραφόμενη αναστοχαστική τάση (βλ. επίσης Τσέκερης 2006) αποτελεί το κοινό χαρακτηριστικό ετερόκλητων επιστημονικών προσεγγίσεων για την αναπαράσταση (της δυναμικής) του χώρου, οι οποίες συνήθως εντάσσονται στη λεγόμενη «μετά-νεωτερική επιστήμη». Πρόκειται για τις θεωρίες του Χάους, της Πολυπλοκότητας και των Μορφοκλασμάτων (Fractals), οι οποίες έχουν επηρεάσει ιδιαίτερα την εξέλιξη της σύγχρονης αρχιτεκτονικής (Salingaros 2005) (βλ. Σχήμα 3) αλλά και της πολεοδομικής και χωροταξικής ανάλυσης (Παππά, Συρόπουλος και Παπαδόπουλος 2005), καθώς και τις θεωρίες των αυτοοργανούμενων/αυτοποιητικών (self-organising/autopoietic) και κυψελοειδών (cellular) συστημάτων και των πολλαπλών δρώντων (multi-agents) (Batty 2005).
Σχήμα 3. Χαρακτηριστικό δείγμα κτιριακής αρχιτεκτονικής που βασίζεται στη θεωρία των Fractals (www.fractalarchitect.com). Χαρακτηριστικό παράδειγμα χρησιμοποίησης των προσεγγίσεων αυτών είναι η ανάπτυξη (μικροσκοπικών) υπολογιστικών προτύπων τα οποία προσομοιώνουν (α) τους πληθυσμούς ως συστήματα ατομικών δρώντων με συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς επιλογών για εκτέλεση μετακινήσεων και δραστηριοτήτων, και (β) τις μονάδες χώρου ως συστήματα κυψελών μικρής κλίμακας, οι οποίες μπορούν να ενσωματώσουν κανόνες τοπικών μετασχηματισμών και ανάπτυξης των χρήσεων γης (βλ. Σχήμα 4). Σχήμα 4. Παράδειγμα αναπαράστασης του χώρου στο κέντρο της πόλης του Dortmund (Institute of Spatial Planning, University of Dortmund)
Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να αναπαρασταθεί η εξέλιξη των μεταβολών και πιθανές καταστάσεις ισορροπίας (equilibrium) στις σχέσεις μεταξύ των μετακινήσεων, των δραστηριοτήτων, των χρήσεων γης και της συνολικής αναπτυξιακής δυναμικής των μητροπολιτικών συστημάτων (Σχήμα 5). Άλλες τέτοιες αναστοχαστικές προσεγγίσεις αφορούν στις κοινωνικές μελέτες της επιστήμης και της τεχνολογίας. Στις μελέτες αυτές, ο χώρος «ρευστοποιείται» μέσω των υποδομομών των θεσμικών και φυσικών δικτύων και το κέντρο της αναλυτικής βαρύτητας τοποθετείται πλέον στις έννοιες της «κατασκευής» και της «ερμηνείας», παρά μάλλον στις έννοιες της «ουσίας» (essence) και της «υπόστασης» (substance) του χώρου. Σχήμα 5. Παράδειγμα προσομοίωσης των ροών των μετακινήσεων σε μια υποθετική αστική περιοχή (Yerra and Levinson 2005)
Στις προαναφερθείσες προσεγγίσεις, χώρος και δράση (κοινωνικές πρακτικές και χωρικές επιλογές των ατόμων, νοικοκυριών και επιχειρήσεων) αλληλομεταφράζονται και αλληλο νοηματοδοτούνται. Η συγκεκριμένη κυκλική, αναστοχαστική λογική της αναπαράστασης των σχέσεων χώρου δράσεων εκδηλώνεται σε πολλαπλά επίπεδα γεωγραφικής κλίμακας (κτίριο, γειτονιά, πόλη) αλλά και χρονικής δυναμικής, η οποία μπορεί να κυμαίνεται από διαστήματα μερικών λεπτών μέχρι δεκαετίες. Μια τέτοια λογική αναπαράστασης διέπεται από μια γνήσια αυτοκριτική διάθεση και αναδεικνύει ριζικά νέους τρόπους τοπικιστικών δράσεων, μέσα από τους οποίους μπορούν να κατευθυνθούν γενικευμένες χωρικές πολιτικές και σχεδιασμοί ευρύτερης κλίμακας. Επίσης, η αναστοχαστική αυτή λογική, ως ένα δυναμικό σύνολο πολύπλοκων ιεραρχημένων δράσεων των υποσυνόλων του χώρου, μπορεί να οδηγήσει σε μια βελτιωμένη κατανόηση των τοπικών συνθηκών μετασχηματισμού του αστικού ιστού και, συνεπώς, στον σχεδιασμό πιο συνεκτικών πολεοδομικών μορφών. Επιπροσθέτως, η διαπειθαρχική ιδέα της αμοιβαίας συγκρότησης αντικειμένου υποκειμένου επιτρέπει μια πιο ισορροπημένη θεώρηση και προσαρμογή των σχέσεων μεταξύ του δομημένου περιβάλλοντος, της τεχνοεπιστήμης (technoscience) και του καθημερινού τρόπου ζωής (life style). Με την προσέγγιση αυτή, κοινωνική δράση και αστικός χώρος καθίστανται άρρηκτα μέρη ενός ενιαίου, ζωντανού οργανισμού, η εξέλιξη του οποίου είναι πιο προβλέψιμη και ελέγξιμη και, επομένως,
τα αποτελέσματα άσκησης χωρικών πολιτικών και σχεδιασμών είναι περισσότερο έγκυρα, αξιόπιστα και αποδεκτά. Αναφορές Batty, M. (2005) Understanding Cities with Cellular Automata, Agent-Based Models, and Fractals, Cambridge, MA: MIT Press. Bourdieu, P. (2001) Μάθημα πάνω στο μάθημα. Κοινωνιολογία και αυτο-κοινωνιοανάλυση, Αθήνα: Εκδόσεις Καρδαμίτσα. Γετίμης, Π. και Γ. Καυκαλάς (2001) Η επιστημονική σκέψη για τον χώρο στην Ελλάδα 1974-2000: απόπειρα αποτίμησης και σκέψεις για το μέλλον ΤΟΠΟΣ, 16. Katerelos, I. and A. Koulouris (2004) Is prediction possible? Chaotic behavior of Multiple Equilibria Regulation Model in cellular automata topology Complexity 10(1): 23-36. Παππά, Ε., Συρόπουλος, Α. και Β. Παπαδόπουλος (2005) Εφαρμογή της κλασματικής γεωμετρίας στην επέκταση πόλεων Τεχνικά Χρονικά 25 I (2-3): 73-80. Pels, D. (2003) Unhastening Science. Liverpool: Liverpool University Press. Salingaros, N.A. (2005) Principles of Urban Structure, Amsterdam: Techne Press. Thrift, N. (1983) On the determination of social action in time and space Environment and Planning D: Society and Space 1: 23 57. Thrift, N. (1996) Spatial Formations. London: Sage. Τσέκερης, Χ. (2006) Η Αναστοχαστική Σύλληψη του Κοινωνικού Χώρου Intellectum 1: 83-88. Τσιβάκου, Ι. (1997) Υπό το βλέμμα του παρατηρητή, Αθήνα: Εκδόσεις Θεμέλιο. Woolgar, S. (1988) Science: The Very Idea. London: Tavistock.
Yerra, B.M. and D.M. Levinson (2005) The emergence of hierarchy in transportation networks The Annals of Regional Science 39(3): 541-553.