ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΑΛΑ Ουρανός από Χώμα Γη από Σύννεφα Γη από Σύννεφα ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ οσελότος
Εξώφυλλο: Η Τρικέρατη Κυρία των Λεοντόκαρδων, ακουαρέλα με μολύβια της Μαρίας Γεωργαλά. Τιτ λ ο ς: Ουρανός από χώμα Γη από σύννεφα Συ γ γ ρ α φ ε α σ: Μαρία Γεωργαλά (mariageorgala1@hotmail.com) Σε ι ρ α: Ελληνική Λογοτεχνία [093] Copyright 2009 Εκδόσεις οσελότος και Μαρία Γεωργαλά Πρώτη έκδοση: Αθήνα, Νοέμβριος 2009 ISBN 978-960-98931-3-8 Η γενική επιμέλεια της έκδοσης έγινε από το επιτελείο των εκδόσεων οσελότος Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσία (Ν.2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η κατ οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα. ΕΚΔΟΣΕΙΣ οσελότος Βατατζη 55, 114 73 Αθήνα Τηλ.: 210 6431108 e-mail: ocelotos@otenet.gr www.ocelotos.gr
Αφιερωμένο με μεγάλη αγάπη στους φωτεινούς αγγέλους της ζωής μου, τα παιδιά μου, Βενέτη και Άννα, και στον πατέρα τους Γιάννη
Παράκληση αντί προλόγου... ( Από εμάς, τα ξωτικά και πνεύματα των «πολλαπλών κόσμων», παρακαλείται ο αναγνώστης της «γρήγορης εποχής» να μη βιαστεί να καταλάβει... Το βιβλίο μας είναι γραμμένο σαν παζλ που στροβιλίζεται... Ας αφεθεί, όλα συμβαίνουν στην ώρα τους... και... μακάρι ν αναληφθεί μαζί μας στους Ουρανούς της Φαντασίας..., στις αιθέριες χώρες της Άγνωστης, της Τρικέρατης Κυρίας των Λεοντόκαρδων, του Αγί... Ε, φτάνει πια, μη τον ζαλίζεις τον άνθρωπο και σηκωθεί και φύγει... Δρόμο τώρα, πάμε να καταπιούμε γυάλινους βώλους και καλαμάκια από πορτοκαλάδες...)
«Επειδή η Ζωή είναι αλλού, αποφάσισα να πέσω για ύπνο νωρίς», είπα χτυπώντας τις παλάμες μου. Με κοίταξε αποκαμωμένη, χωρίς να μιλάει. «Με ξύπνησε κατά το χάραμα η βροχή τι λέω, καταιγίδα ήταν, κατακλυσμός...» «Μου τα χετε διηγηθεί αυτά είναι η τρίτη φορά», μουρμούρισε χωρίς να κινηθεί. «Μάλιστα..., μάλιστα», είπα αφηρημένα. «Ας ανακεφαλαιώσουμε λοιπόν. Είχαμε μείνει στο σημείο που..., α, ναι. Ήταν σχεδόν χαράματα εκείνη την ώρα, ο ύπνος των ανθρώπων μπορεί να διακοπεί από το σφίξιμο κάποιας σωματικής ανάγκης ή από ξαφνική νεροποντή σ εμένα συνέβη το δεύτερο. Ξύπνησα και οι αισθήσεις μου απέκτησαν μεμιάς τρομερή διαύγεια και απορροφητικότητα. Αφουγκραζόμουν και οσφραινόμουν τη βροχή που ανάδινε από το χώμα, τα δέντρα και τις κοιμισμένες καπνοδόχους ένα αψύ άρωμα». Με άκουγε από τα όρια της υπομονής. Πήρα ανάσα και συνέχισα: «Σηκώθηκα λοιπόν και προχώρησα ζαλισμένος προς την ανοιχτή μπαλκονόπορτα. Κάποια επιθυμία μ έσπρωχνε προς τη μυστηριώδη υγρή Συμφωνία. Και πριν καλά καλά νιώσω την πρώτη ψιχαλιστή ανάσα πάνω μου, ποιον αντικρίζουν τα μάτια μου; Εσάς, στο μπαλκόνι μου». «Έτσι είναι, όπως τα λέτε», σκίρτησε ανυπόμονα. «Μουσκεμένη από τη βροχή τι λέω, καταιγίδα ήτανε, κα-τα-κλυσμός... Κι εγώ, σαστισμένος, σας ρωτάω πώς βρεθήκατε δω πάνω, τέτοιαν ώρα μάλιστα και με τέτοια βροχή... Κι εσείς, τι μου απαντήσατε, ε;... Ε καλά, από πού θέλατε ν ανέβω; Από την υδρορροή βέβαια». «Καταλαβαίνετε τι κάνετε τόσην ώρα;», φώναξε με ξαφνικό θυμό. «Τι ατυχία για ένα ναυαγό της βροχής να βγαίνει στο νησί κάποιου ιδιότροπου και περίεργου Κυρίου...», μονολόγησε λυπημένα.
Mαρία Γεωργαλά Τινάχτηκα. Την κοίταξα με υποψία. Πώς γνώριζε το παραμύθι που πάνω του με είχε πάρει ο ύπνος το προηγούμενο βράδυ; «Ποια είσαι;», ρώτησα βραχνά. Με κοίταξε με βλέμμα αιολικό: «Πήγαινα στα ορυχεία του Φαραώ», είπε με βαθιά φωνή. «Κατέβηκα στη θάλασσα. Μπαρκάρησα σ ένα καράβι μαζί με εκατόν πενήντα ναύτες από τους καλύτερους που έχει η Αίγυπτος. Όλοι τους είχαν δει τον Ουρανό και τη Γη. Η καρδιά τους ήταν σαν του λιονταριού. Έλεγαν πως ο άνεμος δεν θα ήταν αντίθετος. Πως δε θα φύσαγε καθόλου. Καθώς όμως πλησιάζαμε στη Γη, ο αγέρας δυνάμωσε. Σήκωσε κύματα που έφταναν τις οκτώ πήχεις. Το καράβι βούλιαξε. Εκείνοι που βρίσκονταν μέσα, χάθηκαν, ούτε ένας δε σώθηκε. Οσο για μένα, άρπαξα ένα κομμάτι ξύλο. Ύστερα από τρεις μέρες που πάλεψα χωρίς κανένα σύντροφο παρά μόνο την καρδιά μου, ένα μεγάλο κύμα μ έριξε πάνω σε ένα νησί*». Απίστευτο... Απάγγελλε το παραμύθι χωρίς κανένα λάθος. «Κι εγώ, ποιος θα είμαι στο παραμύθι;», ρώτησα. «Θα είσαι το Ζαφειρόχρυσο Φίδι, ο Πρίγκιπας της Πουντ που έχει πολλά αρώματα. Ο άρχοντας του νησιού που βρίσκεται μέσα στη θάλασσα και που οι ακτές του βρέχονται από τα κύματα. Μου είπες: Τι σε έφερε εδώ; Τι σε έφερε εδώ, μικρούλη; Αν δε μου πεις γρήγορα τι σε έφερε εδώ, θα σε κάνω να καταλάβεις τον εαυτό σου. Θα χαθείς όπως σβήνει μια φλόγα αν δε μου πεις κάτι που δεν έχω ξανακούσει, που δεν έχω γνωρίσει πριν από σένα». Σαν από ένστικτο έπεσα στα γόνατα. «Ποια είστε λοιπόν;», διατύ- *«Λαϊκά Παραμύθια και Τραγούδια της Φαραωνικής Εποχής», Τρύφωνα Μαραγκού, Εκδόσεις Θουκυδίδης (1983) 6
Oυρανοσ Απο Χωma Γη Απο Συννεφα πωσα τη βιβλική ερώτηση με δέος. Μπροστά μου η Άγνωστη στεκόταν μέσα σε μια λίμνη νερών που έσταζαν από τα μαλλιά και τα ρούχα της. Ανασηκώθηκα σκυφτά και, καθώς ύψωνα υποταγμένα το βλέμμα μου, ένα ρεύμα θερμού και φωτεινού αέρα στροβιλίστηκε γύρω από τα σώματά μας κι η Άγνωστη αναδύθηκε από μέσα του στεγνή και άψογη. Κάτι σαν κούραση τύλιξε το μυαλό μου και παρέλυσε το σκίρτημα ενός φόβου στην ψυχή μου. y0t Τι λες λοιπόν; Αρχίζουμε από την αρχή; Μη με τραβάς απ το μανίκι: «Πού πας;» Δεν πάω πουθενά. Θυμήθηκα μόνο την Άγνωστη που ήρθε προς το τέλος της ιστορίας μου, την καταπληκτική αίσθηση παιχνιδιού... Εκείνο το βράδυ ήμουν στα κέφια μου στις δόξες μιας εμπνευστικής μοναξιάς. Πώς θα μπορούσα να μην θυμηθώ πρώτο αυτό το πυροτέχνημα; Τη σπαρταριστή εκείνη βραδιά πιάνω και ζωντανεύω η ουδέτερη γεύση της ούτε πόνος ούτε χαρά, μόνο παιχνίδι και κατάπληξη ζεσταίνει την καρδιά μου. Μέσα στη ροή των γεγονότων ήρθε αργά μα τώρα πια που έχω μπροστά μου όλες τις ψηφίδες, δεν έχει «νωρίς» και «αργά», δεν έχει «πριν» και «μετά». Όλα είναι αραδιασμένα και μπορούν να «ξαναδιαβαστούν» μέσα στο παρόν. Αυτό το απόσταγμα του χρόνου ή, καλύτερα, αυτούς τους σταλακτίτες, το πετρωμένο νερό θαυμάζω μέσα στη σπηλιά του νου. Σε μερικούς ανθρώπους υπάρχουν σαν ακατέργαστες πέτρες. Μπορεί να τις χρησιμοποιήσει κανείς για να φτιάξει φράχτες ή εστίες φωτιάς ή ακόμη και για να λιθοβολήσει τον αδελφό του. Κι αν τύχει και γνωρίζει την τέχνη του γλυπτού και του ανάγλυ- 7
Mαρία Γεωργαλά φου, καμιά φορά επεξεργάζεται αυτές τις πέτρες. Οι εμπειρίες είναι ένα υλικό που μπορεί να μεταμορφωθεί και να μεταμορφώσει. Αρκεί να ξέρεις να φτιάχνεις αγάλματα... Αγάλματα... Έχω μπροστά μου ένα τόσο δα γλυπτό που έφτιαξα πριν από καιρό, όταν συγκατοικούσα με μια ζωγράφο. Είχα πλάσει αλατισμένη ζύμη και της έδωσα τη μορφή ενός άνθους λωτού. Ανάμεσα στα πέταλά του έκλεινε ένα μωρό με τέσσερα κεφάλια. Έτσι έδωσα μορφή σε μια μυθολογική εικόνα που μ είχε εντυπωσιάσει βαθιά. Ο y0t λωτός ήταν το παιδικό λίκνο του Βράχμα. Κουρνιασμένος στον κάλυκα του λουλουδιού ο θεός, μάταια άνοιγε τα μάτια των τεσσάρων κεφαλιών του μέσα σ ένα απόλυτο σκοτάδι. Δεν ήξερε ακόμη ότι είχε γεννηθεί κι αυτή η γεμάτη μυστήριο εικόνα τον κρατούσε απορροφημένο σε διαλογισμό κι ονειροπόληση για πολύ καιρό. Αργότερα αποκαλύφθηκε στη Μάγια, τη δύναμη της αυταπάτης, της ζωής. Τη Ζωή τη γνώρισα την εποχή που κοιμόμουν κι εγώ μέσα σ έναν κάλυκα γιατί δεν ήξερα ακόμη ότι είχα γεννηθεί. (Ευτυχώς, δεν είχα παρά ένα κεφάλι κι έτσι, νομίζω, δεν άργησα πολύ να ξυπνήσω ή μήπως είχα τέσσερα;) Η Ζωή, η Αθηνά, η Ελένη... Μήπως είναι καλύτερα ν αρχίσουμε από την αρχή; 8
Κεφάλαιο πρώτο και μοναδικό Στην κατάφωτη αίθουσα δεσπόζει η Αθηνά. Ποιος θα μπορούσε να το αρνηθεί; Δεν είναι απλώς ωραία, είναι η ίδια η αρχαία θεά, με ξέπλεκα μαλλιά (χωρίς περικεφαλαία) και με μάλλινο άσπρο πουλόβερ. Η μύτη είναι της θεάς, όπως και η καθαρή μαρμάρινη επιδερμίδα και το σχήμα των ματιών. Τα μαλλιά; Ένας χρυσοκάστανος χείμαρρος. Και τα μάτια... Τούτης εδώ της σύγχρονης είναι μελιά θα της πήγαιναν πολύ και της αρχαίας! Και τ άσπρα δόντια και τα όμορφα χείλη... Όλα, σου λέω, όλα..., ένα έργο κλασικής τέχνης. Την πρωτοείδα από τα νώτα. Καθόταν δυο σειρές μπροστά από μένα σε μια παράδοση για τη ζωγραφική του 19ου αιώνα. Παρατηρούσα τα όμορφα πλούσια μαλλιά της όταν γύρισε και κάτι ψιθύρισε σε κάποιον πίσω της. Αισθάνθηκα σαν αρχαιολόγος που βλέπει να ξεπροβάλει, άφωνος από χαρά, μέσ από τα χώματα, ένα λαμπρό άγαλμα. Το κλασικό προφίλ χάνεται στρέφοντας πάλι προς το μέρος μου την πλούσια κόμη. Η παράδοση προχωράει από το ρομαντισμό στο ρεαλισμό. Στην αίθουσα μπαίνει με αργό βήμα ο Κουρμπέ με μια ντουζίνα τελάρα τυλιγμένα σε άσπρα πανιά. Κάθε φορά στήνει από ένα τελάρο στο καβαλέτο και τραβάει σαν ταχυδακτυλουργός το σεντόνι. 9
Mαρία Γεωργαλά Με φόντο τη Θεσσαλονίκη της μεταπολίτευσης, ο Αλέξανδρος, μισός άνθρωπος μισός ξωτικό, αφηγείται τη ζωή του εκπληρώνοντας την αποστολή που του ανέθεσαν τα ξωτικά χρίζοντάς τον Πρεσβευτή τους: να ξαναφέρει, μ ένα βιβλίο, στους ανθρώπους τον ξεχασμένο κόσμο της φαντασίας, των Μύθων και των παραμυθιών. Η συγγραφέας μάς μεταφέρει, με αριστουργηματικό τρόπο, σε μια ατμόσφαιρα μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Το κείμενο είναι αισιόδοξο κι αέρινο, «σαν παζλ που στροβιλίζεται». Ο ήρωας μάς καλεί, μέσ απ τον έρωτα και τη Φαντασία, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και την αληθινή ζωή. («Πώς γίνεται κανείς ξωτικό;», είχα ρωτήσει παιδί ακόμη το γέρικο τελώνιο μιας βελανιδιάς. «Να παραμείνεις παιδί. Ν αποφύγεις την παραμόρφωση που παθαίνουν τα παιδιά σαν μεγαλώνουν», με είχε συμβουλέψει με ξύλινη φωνή που μύριζε υγρασία.) Με λόγια δεν περιγράφεται αυτό το αριστούργημα. Μόνο με μια τεράστια ξωτική παλέτα γεμάτη φως, αρώματα και χρώματα Ντέμη Κοζαδίνου, ζωγράφος «Αν ήμουν ξωτικό θα θελα να ζω μέσα σ αυτό το βιβλίο. Επειδή κι εγώ τη ζωή την γνώρισα μέσα σ έναν κάλυκα και θεωρώ πως ένα χέρι έγραψε και τη δική μου μοίρα, προτείνω σε όλους όσοι θέλουν να ταξιδέψουν σε μια άλλη διάσταση να ρουφήξουν κι όχι απλώς να διαβάσουν αυτό το αριστούργημα. Το διάβασα κάτω από το φως του φεγγαριού, ένα αυγουστιάτικο φεγγάρι κάπου στο Αιγαίο, και ταξίδεψα μαγεμένος στον κόσμο που η Μαρία έπλασε για μας». Μένανδρος Μιχαηλίδης, GR4URadio, Polis Magazine, Nτύσσελντορφ 978-960-9607-30-8 10