Σελίδα 1
Σελίδα 2
Το παρόν έργο είναι πνευματική ιδιοκτησία της συγγραφέα και προστατεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ελληνικού Νόμου 2121/1993 και τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν και στην Ελλάδα. Απαγορεύεται ρητώς η αντιγραφή, ή αναπαραγωγή, ή αναδημοσίευση, ή διασκευή, ή μετάφραση του περιεχομένου του βιβλίου με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης, ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια από την συγγραφέα. ISBN: Σελιδοποίηση Επιμέλεια: Mona Perises Δημιουργία εξωφύλλου: Mona Perises Email: monaperises@yahoo.com www.monaperises.wix.com/monaperises Σελίδα 5
Mona Perises Η έλευση ενός αγνώστου Μυθιστόρημα Copyright Mona Perises Σελίδα 6
Μερικές φορές, δεν συνειδητοποιούμε την αξία μας, μέχρι που μια στιγμή μας από το παρελθόν, θα ρθει σαν ανάμνηση... Mehran Κhor Πέρσης πρωταθλητής στη σφαίρα Σελίδα 7
Κάποτε, όταν ήμουν παιδί, δεν μπορώ να θυμηθώ πόσο χρόνων, πρέπει να ήμουν περίπου 5, ή και 6... Όλα τα παιδάκια έπαιζαν έξω στο δρόμο κι εγώ έκλαιγα, θρηνούσα και μουρμούριζα σαν καμιά παλιόγρια, για κάτι που το είχαν μάλλον κάψει, ή και πετάξει. Συνέχεια μου έλεγαν, πως δεν θυμόταν τι είχαν το είχαν κάνει... Ήταν ένα πολύ παλαιό βιβλίο, ήταν η Ομήρου Οδύσσεια... Ο παππούς μου στα 17 του, είχε πάει εθελοντής στη Μικρά Ασία στο πόλεμο και το είχε μαζί του, για φυλαχτό. Γύρισε και το έφερε πάλι μαζί του. Κάποια χρόνια, το φιλούσαν σαν κειμήλιο κι όταν μεγάλωσα, μου το διάβαζε η γιαγιά μου. Είχα μάθει απ' έξω όλη την ιστορία και ζωγράφιζα τις ζωγραφιές, που ήταν πάνω στις σελίδες. Όταν ο Οδυσσέας έκανε ότι έκανε, με την έμφαση που έδινε η γιαγιά μου στη φωνή της, έκανα κι εγώ τα ίδια και πολλές φορές την σταματούσα λέγοντάς της, όχι έτσι γιαγιά, αλλά έτσι... Κι έφυγαν όλοι από τη σπηλιά, αλλά ο Κύκλωπας δεν τους έβλεπε, διότι είχε τυφλωθεί... Ο Οδυσσέας, τους είχε δέσει κάτω από τις κοιλιές των προβάτων, αν και προσπαθούσε να τους πιάσει, δεν τα κατάφερε... Μεγάλωσα μέχρι και τα 8 μου με την Ομήρου Οδύσσεια κι όταν για κακή μου τύχη χάθηκε το βιβλίο, δεν τους το συγχώρεσα... Έκανα πολύ καιρό για να το ξεπεράσω κι όταν με μάλωναν για το πείσμα μου, τους έκανα με το δάχτυλό μου, να μη μιλάνε πολύ και πως είναι πολύ κακοί άνθρωποι, που έκαψαν ένα τέτοιο καλό βιβλίο... Κατέβαζαν το κεφάλι κι έλεγαν σιγανά αναμεταξύ τους, τι κάναμε; Έχει δίκιο το παιδί... Μετά από αρκετό καιρό το αναζήτησα και πάλι, έκανα μια μεγάλη φασαρία στο σπίτι κι έφαγα πολλές ξυλιές, για το κακό μου το γινάτι, που δεν ξεχνούσα εκείνο το παλιό βιβλίο... Ακόμα το θυμάμαι, ήταν μεγάλο, χοντρό σαν εγκυκλοπαίδεια κι είχε για εξώφυλλα, μαυρόασπρες Σελίδα 8
γκραβούρες. Στο εμπροσθόφυλλο, ήταν δεμένος ο Οδυσσέας στο κατάρτι και το πλοίο του περνούσε από τις σειρήνες. Στο οπισθόφυλλο, είχε τον Κύκλωπα καθισμένο μέσα στη σπηλιά, μ' απλωμένα τα χέρια, να προσπαθεί να πιάσει τα πρόβατα κι ο Οδυσσέας ήταν κοντά στην τρύπα της σπηλιάς και κατεύθυνε με τα χέρια του προς τα έξω τα πρόβατα... Πότε δεν έμαθα τι έγινε το βιβλίο, αν και πολύ φοβάμαι, πως κάηκε στη σόμπα... Όχι για να ψήσουν κάτι, αλλά για προσάναμμα... Και μόνο που το σκέφτομαι, θέλω να πάω πίσω... για να το ξαναψάξω... Mona Perises ΠΡΟΣΟΧΗ Τα πρόσωπα, τα γεγονότα κι οι καταστάσεις στο μυθιστόρημα είναι δημιουργήματα φαντασίας. Οποιαδήποτε συνωνυμία με πραγματικά πρόσωπα, ή οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά γεγονότα, ή καταστάσεις, είναι εντελώς συμπτωματική κι όχι εσκεμμένη. Σελίδα 9
Η Αντιγόνη είναι μια πενήντα πεντάχρονη γυναίκα που χει περάσει πολύ δύσκολα στη ζωή της. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, αλλά έκανε τα πάντα γι όλους και προπαντός έκανε τα πάντα, για τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας της. Στα είκοσι της έχασε μια μεγάλη αγάπη κι από τότε, έμεινε με την ανάμνηση του έρωτα της. Εκείνος χάθηκε, χωρίς να ξέρει κανείς που χει πάει. Τότε πολλοί είπαν, πως πνίγηκε στη θάλασσα λόγω της περιοχής που ναι θαλασσινή. Από τότε έχουν περάσει 35 ολόκληρα χρόνια ποτέ δεν γύρισε πίσω για να τη βρει και κανείς δεν ξέρει τι απέγινε ο έρωτας της. Η ίδια έχει βγει στη σύνταξη και θέλοντας να αφιερωθεί επιτέλους στη ζωγραφική που ναι κάτι που το επιθυμούσε από μικρό παιδί, γύρισε στο παραθαλάσσιο χωριό της. Κάθε μέρα πηγαίνει στην άκρη της θάλασσας για να ζωγραφίσει ένα όνειρο που βλέπει εδώ και πολύ καιρό. Είναι ένα όνειρο γι ένα στενό και σκιερό μονοπάτι, που χει στις άκρες και πάνω στους πέτρινους τοίχους, αναμμένα δαδιά και λυχνάρια. Δεν θα καταφέρει να το ζωγραφίσει, γιατί το χέρι και το υποσυνείδητο της την ωθούν να ζωγραφίζει καράβια. Εκεί στη θάλασσα θα βλέπει από μακριά έναν μισότρελο άντρα, που κάθεται επάνω στα βράχια και μιλάει μόνος του με τις ώρες. Η ίδια, δεν θα τον αναγνωρίσει, γιατί από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια. Η Θεά τύχη όμως κι η Θεά Μοίρα, πάντα θέλουν να σμίγουν εκείνους, που χουν χωρίσει άδικα... Κάποια στιγμή θα την πλησιάσει και με βραχνή φωνή θα της πει... «Έμαθα, πως το όνομά σου είναι Μύρνα και σε ρωτάω, αν είσαι λυπημένη; Στη καρδιά μου έχει μέρος για σένα. Αν είσαι πονεμένη, έλα σε μένα, στο δικό μου ημερολόγιο, έχει άφθονο χειμώνα.» Σελίδα 10
Σελίδα 288