ΟΣωκράτης πίστευε, ἀκράδαντα, ὅτι ὁ



Σχετικά έγγραφα
Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Α

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

Παραθέτουμε απόσπασμα του άρθρου: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΝ- Οι Ιεχωβάδες και οι Μασόνοι κεφάλαια εις το βιβλίον των θρ

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Κυριακή 30 Ἰουνίου 2019.

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019.

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος. (Δ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Ὄχι στὴν ρινόκερη σκέψη τοῦ ρινόκερου Κοινοβουλίου μας! (ε ) Tὸ Παγκόσμιο Οἰκονομικὸ Φόρουμ προωθεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία*

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ: ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ

Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος».

Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

Παρέλαση-Μαντήλα-Δωδεκάποντα*

ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ π.ἀλέξανδρος Σμέμαν

Ἑλένη Γλύκατζη-Ἀρβελέρ. Γιατὶ τὸ Βυζάντιο. Ἐκδόσεις «Ἑλληνικὰ Γράμματα», Ἀθήνα 2009, σελίδες 292.

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

GEORGE BERKELEY ( )

Κυριακή 27 Ἰανουαρίου 2019

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1

Έγκατάσταση καὶ Χρήση Πολυτονικοῦ Πληκτρολογίου σὲ Περιβάλλον Ubuntu Linux.

(Θ. Λειτουργία Ἰωάννου Χρυσοστόμου)

Εἰσαγωγὴ. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. ICAMSoft Law Applications Σημειώ σεις

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

Ὁ νεο-δαρβινισμὸς καὶ ἡ ἀμφισβήτηση τοῦ Θεοῦ*

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 5 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἀσώτου.

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Β ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΑΜΟΥ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

Νὰ συγκαλέσει πανορθόδοξη Σύνοδο ή Σύναξη των Προκαθημένων καλεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Κύπρος αν ο στόχος δεν επιτευχθεί

Η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος. τίμησε με την παρουσία του τις εκδηλώσεις για τον εορτασμό

ISSP 1998 Religion II. - Questionnaire - Cyprus

ICAMLaw Application Server Χειροκίνηση Ἀναβάθμιση

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία [Α] Δρ. Ἰωάννης Ἀντ. Παναγιωτόπουλος

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ὑπ ἀριθμ. 17

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα

Εκεί όπου όντως ήθελε ο Θεός

Σεραφείμ Πειραιώς: «Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ο ευλογημένος καιρός»

ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Παιδαγωγικό Σχόλιο σε Νομικά Πορίσματα και Αποφάσεις

Αγιο Ορος για αλλαγή φύλου στα 15: Θα σηκωθούν οι πρόγονοί μας από τους τάφους

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ: Ἡ Θεία Κοινωνία.

Κυριακή 14 Ἰουλίου 2019.

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Επιτρέπεται να αρθρώνει η Εκκλησία πολιτικό λόγο;

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019.

ΑΣΚΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ

Γιατί και πώς. μελετούμε την Ιστορία;

Πιστεύουν οι νέοι, και γιατί. Πέλα Μαράκη Ιωάννα Κλάδη Μαργαρίτα Μαρκάκη Γιώργος Περάκης

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Διδαγμένο κείμενο. Ἀριστοτέλους Πολιτικά (Α1,1/Γ1,2/Γ1,3-4/6/12)

Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ).

Οι Καθολικές επιστολές

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

Η KΑΚΟΜΕΤΑΧΕΙΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΗ ΠΕΡΙ ΥΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΑ. Μιχαήλ Μανωλόπουλος

Εἰς τήν Κυριακήν μετά τά Φῶτα.

Ψυχανάλυση, Πολιτισμὸς καὶ κοινωνικὲς ἐπιστῆμες 13. Πρὸς μία ψυχαναλυτικὴ ἐπιστημολογία τῶν κοινωνικῶν ἐπιστημῶν

Θεωρία Συνόλων - Set Theory

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας

Ἀσκητὲς καὶ ἀσκητήρια στὴ νῆσο Σκόπελο

Σκέψεις γιὰ τὴν διατροφὴ καὶ τὴ νηστεία

Κυριακή 12 Μαΐου 2019.

Οι πραγματικοί στόχοι της πολιτικής. Γεράσιμος Βώκος. Οι πραγματικοί στόχοι της πολιτικής

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν»

Παντί τῷ πληρώματι τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀττικῆς καί Βοιωτίας.

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019.

Αλεξανδρής Γιώργος. Αλιάι Αουλόνα

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.


Co-funded by the European Union Quest. Quest

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΛΥΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

Παρακάτω, έχετε μια λίστα με ερωτήσεις για κάθε θέμα, οι οποίες θα σας βοηθήσουν.

Επίπεδο Γ2. Χρήση γλώσσας (20 μονάδες) Διάρκεια: 30 λεπτά. Ερώτημα 1 (5 μονάδες)

Κυριακή 22α Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Α Λουκᾶ).

Στους κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης

Η σεξουαλική αγωγή των παιδιών

Transcript:

ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ Ι. Ν. ΑΓ. ΑΝΔΡΕΟΥ ΑΝΩ ΠΑΤΗΣΙΩΝ Ἔτος 1 ο Νοέμβριος 2011 Τεῦχος 2 ο Η ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΟΣωκράτης πίστευε, ἀκράδαντα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐκ φύσεως καλός, τὴν πεποίθηση αὐτὴ τοῦ Σωκράτους διατυπώνει ὁ Πλάτων στὸ ἔργο του Νόμοι: «Πᾶς ὁ ἄδικος οὐχ ἑκών ἄδικος». Μὲ τὴν ρήση αὐτὴ δηλώνει ὁ σοφὸς ὅτι ἡ ἀδικία εἶναι ἀκούσια πράξη, ἑπομένως, ὁ ἄδικος ἀδικεῖ ἀκούσια. Ἡ θέληση ποὺ εἶναι βασικὸ στοιχεῖο γιὰ νὰ καταδικάσουμε κάποιον, δὲν ὑπάρχει, κατὰ τὸν Σωκράτη, στὸν ἀδικοῦντα. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον οἱ συνήγοροι προσπαθοῦν πάσῃ θυσίᾳ νὰ μὴν καταλογισθεῖ στοὺς πελάτες τους τὸ στοιχεῖο: «ἐκ προμελέτης». Ὁ ἄδικος ἄνθρωπος εἶναι, γιὰ τὸν Σωκράτη, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ζῆ στὴν ἄγνοια, ἡ ὁποία εἶναι κατ αὐτὸν: «κακία ἐναργής». Τὸ ἐπίθετο ἐναργὴς μποροῦμε, ἐδῶ, νὰ τὸ νοήσουμε ὡς «ἐνεργής», δηλαδὴ, ζωντανὴ καὶ ἄρα συνεχής. Ὁ κακὸς εἶναι, συνεπῶς, ἀπαλλαγμένος ἀπὸ κάθε κατηγορία, ἀφοῦ ἀκούσια διαπράττει τὸ κακό. Ἡ ἄποψη στὴν φιλοσοφία περὶ ἀνθρώπου ἐπικρατοῦσε καὶ τὸν 19 ο αἰώνα. Οἱ Ἄγγλοι φιλόσοφοι τοῦ 19 ου αἰῶνος ὑποστήριζαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀνήκει στὸ βασίλειο τῶν ζώων, ἀλλὰ διαφέρει ἀπὸ αὐτά, γιατὶ εἶναι ζῶο ἐξημερωμένο καί, κυρίως, ὑπερτερεῖ ἀπέναντί τους, διότι διαθέτει τὸ λογικὸ διὰ τοῦ ὁποίου μπορεῖ νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν εὐδαιμονία. Τὴν ἀκράδαντη πίστη ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ τους στὴν λογικὴ οἱ Ἄγγλοι ὠφείλουν στὸν διαφωτισμὸ τοῦ 18 ου αἰ. σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου θεωρεῖται ὡς ἡ περιοχὴ τῶν «αἰωνίων ἀληθειῶν» ποὺ εἶναι ἴδιες καὶ γιὰ τὸ θεῖο καὶ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα. Γιὰ τοὺς φιλοσόφους τοῦ 18 ου αἰώνα ἡ λογικὴ δὲν εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο ἔχουμε κληρονομήσει καὶ ἔχει στατικότητα, ὅπως κληρονομήσαμε τὸ σῶμα μας (δύο χέρια, δύο πόδια, μία γλώσσα κ.ο.κ.) σωματικὰ χαρακτηριστικὰ τὰ ὁποῖα κληρονομήσαμε καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἀλλάξουμε, ἀντίθετα, ὁ λόγος πρέπει καὶ μπορεῖ νὰ καλλιεργεῖται, συνεπῶς, εἶναι μιὰ ἐνέργεια. Ἡ πίστη γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ Ὁ Ἄγγλος φιλόσοφος Τζέημς Στιούαρτ Μὶλλ διατύπωσε τὴν ἄποψη ὅτι ὁ ἄνθρωπος καθίσταται εὐτυχὴς μὲ τὸν Ὠφελιμισμό (χρησιμοθηρία) ἀφοῦ μὲ αὐτὸν ἐπιτυγχάνει ὁ ἄνθρωπος τὴν μέγιστη δυνατὴ εὐτυχία, πρᾶγμα ποὺ κατορθώνει ἀκολουθώντας δύο ἠθικὲς ἀρχές: α) Ἐσωτερικὴ (εἶναι ἀπολύτως συνεπὴς καὶ πράττει πάντα τὸ καθῆκον του) καὶ β) Ἐξωτερικὴ (ἔχει φόβο μὴπως πράττων κακὸ δυσαρεστήσει τὸν Θεὸ ἤ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐξασφαλίζει τὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὔνοια καὶ συμπάθεια ἐκ μέρους τῶν συνανθρώπων του). Ἡ τήρηση τῶν δύο αὐτῶν ἠθικῶν ἀρχῶν, κατὰ τὸν Μίλλ, ἐξασφαλίζουν στὸν ἄνθρωπο

τὴν ἐπιθυμητὴ εὐδαιμονία τόσον στὸν ἴδιο, ὅσο καὶ στὴν κοινωνία. Οἱ ἀρχὲς αὐτὲς φαίνονται σὲ ὅλους λογικὲς καὶ θὰ πίστευε κανεὶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ τὸ ὄν ποὺ ὁρίζεται ὡς «ζῶον λογικόν, θνητόν, νοῦ καὶ ἐπιστήμης δεκτικόν» ὅπως μᾶς ἀναφέρει καὶ ὁ Ἰωάννης Δαμασκηνός (Διαλεκτικά) δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ ὑποβάλλεται σὲ πλῆθος βασάνων καὶ ταλαιπωριῶν, ἀλλὰ ἡ κοινωνία θὰ ἀπολάμβανε εὐτυχία, τὴν ὁποία μέχρι τώρα, μόνον ὅτι στον παράδεισο πιστεύει ὅτι ὑπάρχει. Ὁ λόγος τὸ ἰσχυρότατο αὐτὸ ὅπλο τοῦ ἀνθρώπου, τὸ ἀκαταμάχητο, τὸ ἀνυπέρβλητο, τὸ ἀλάθητο, τὸ ἀναμφισβήτητο, δυστυχῶς, ἐκμηδενίζεται. Ἡ πραγματικότητα τῆς ζωῆς μᾶς ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ἀνίσχυρο, ὅτι εἶναι ἀνυπόληπτο, τὸ καύχημα αὐτὸ ἀνθρώπου, ποὺ τὸν γεμίζει μὲ τὸ αἴσθημα ἀνωτερότητας, ποὺ σὰν παραισθησιογόνο τὸν ἔχει μεταφέρει σὲ ἄλλο κόσμο, ὅπου μὲ τὴν ψευδαίσθηση θεωρεῖ ὅτι εἶναι ὁ βασιλιὰς τοῦ σύμπαντος. Δυστυχῶς, ἐνῶ ἡ ἐπήρεια τῶν παραιασθησιογόνων οὐσιῶν ἔχει περιορισμένη διάρκεια καὶ ὁ ἐθισμένος πρέπει νὰ προβαίνει, κατὰ καιρούς, σὲ αὔξηση τῆς δόσης γιὰ νὰ μεταβεῖ στὸν ἀνύπαρκτο παράδεισό του, ὁ ἄνθρωπος, γενικά, δὲν χρειάζεται νὰ αὐξάνει τὴν δόση τοῦ παραισθησιογόνου: «ἔχω τὴν λογική» ἀλλὰ, ἰδίως, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Διαφωτισμοῦ λαμβάνει, σταθερά, τὴν ἴδια δόση. Ἡ ἀδογμάτιστη πίστη τοῦ ἀνθρώπου στὸ λογικό του καὶ ἡ ἀμφιβόλου ποιότητος παιδεία κατασκεύασε μόνον «ὑπεροπτικὲς μετριότητες», ὅπως παρατήρησε ὁ ἱστορικὸς Γ. Μπούρκχαρντ. Ἡ περὶ τοῦ ἀνθρώπου ἔννοια ποὺ κυριάρχησε μέχρι τὸν 19 ο αἰώνα, ἀνατράπηκε τὸν αἰώνα ἐκεῖνο ἀπο τὸν Κίρκεγκάαρντ, τὸν Νίτσε καὶ τέλος τὸν Ντοστογιέφσκι. Ἡ προσφορὰ τοῦ Μάρξ στὴν ἀνθρωπολογία ἀναγνωρίζεται ὡς ἐλλιπής, ἀφοῦ εἶναι ἐγκλωβισμένος στὸν εὐδαιμονιστικὸ καὶ ὀρθολογιστικὸ τρόπο σκέψης, ἐκτὸς τῆς ἐκ μέρους του διατύπωσης τῆς θέσης περὶ τῆς, ἀπὸ τὴν ἐργασία, ἀλλοτρίωσης τοῦ ἀνθρώπου, διότι κατ αύτὸν, ὁ ἄνθρωπος ὑπάρχει μόνον ὡς ἐμπόρευμα καὶ κεφάλαιο, καὶ ὡς τέτοιος εἶναι ξένος μὲ τὸν ἑαυτό του. Τὴν ἀνατροπὴ τῆς περὶ τοῦ ἀνθρώπου ἀντίληψης ἔκαναν πρῶτοι οἱ τρεῖς συγγραφεῖς ποὺ ἀναφέραμε παραπάνω. Ἀξίζει, νὰ ἀναγνώσουμε καὶ τὰ ἔργα τῶν τριῶν αὐτῶν συγγραφέων γιὰ νὰ κατανοήσουμε, ποιός, πραγματικά, εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ ὄχι ποιός νομίζει ὅτι εἶναι. Ἀδύνατον θὰ ἦταν στὸν χῶρο αὐτοῦ τοῦ μικροῦ περιοδικοῦ νὰ ἀναπτύξουμε τὶς θέσεις τοῦ καθενὸς ἀπὸ τρεῖς παραπάνω, ἀλλὰ καί, ἐπίσης, κουραστικό. Προτιμᾶμε γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸ ἔργο τοῦ Ντοστογιέφσκι ποὺ φέρει τίτλο Τὸ ὑπόγειο, ὅπου ὁ συγγραφέας ἀνάγλυφα, παραστικά, χωρὶς θεωρητικὲς διατυπώσεις μᾶς παρουσιάζει τὸν πραγματικὸ ἄνθρωπο, τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο. Τὴν ἱκανότητα τοῦ Ντοστογιέφσκι νὰ ἀνατέμνει τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ ἀναγνωρίζει καὶ ὁ Νίτσε στὸ ἔργο του Τὸ λυκόφως τῶν εἰδώλων, ὅπου γιὰ τὸν ἀνατόμο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς λέγει τὰ ἑξῆς: «Γιὰ τὸ πρόβλημα ποὺ παρουσιάζεται ἐδῶ εἶναι σημαντικὴ ἡ μαρτυρία τοῦ Ντοστογιέφσκι, τοῦ μοναδικοῦ ψυχολόγου, ἀπὸ τὸν ὁποῖο, ἄς προστεθεῖ εἶχα κάτι νὰ μάθω. Ἀνήκει στὶς πιὸ ὡραῖες συμπτώσεις τῆς ζωῆς μου, περισσότερο ἀκόμη καὶ ἀπὸ ἐκείνην τοῦ Σταντάλ. Αὐτὸς ὁ βαθὺς ἄνθρωπος, ποὺ εἶχε δέκα φορὲς δίκιο νὰ περιφρονεῖ τοὺς ἐπιπόλαιους Γερμανοὺς εἶχε νιώσει πολὺ ἀλλιώτικα ἀπ ὅτι ὁ ἴδιος περίμενε τοὺς καταδίκους τῆς Σιβηρίας» (Τὸ λυκόφως τῶν εἰδώλων). Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΟΝ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ Ὁ ἥρωας ἤ ἀντι-ἥρωας, ὅπως τὸν ὀνομάζει σὲ κάποιο σημεῖο τοῦ ἔργου του ὁ Ντοστογιέφσκι στὸ ὑπόγειο εἶναι ἕνας περιθωριακὸς τύπος, ὄχι τόσο, ὅσο θεωροῦμε σήμερα τοὺς περιθωριακούς, ἀλλά, ἀντίθετα, ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ συναντᾶμε συχνά. Ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι ὁ συγγραφέας δὲν μᾶς παραδίδει τὸ ὄνομα αὐτοῦ τοῦ 2 ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011

«ἥρωα» καὶ αὐτό, βέβαια, τὸ κάνει σκόπιμα, διότι θέλει νὰ μᾶς δείξει ὅτι τὴν θέση αὐτοῦ τοῦ «ἥρωα» μπορεῖ νὰ κατέχει ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς. Δίδοντας ὄνομα θεωρεῖ ὁ συγγραφέας ὅτι τὸν κάνει συγκεκριμένο, τὸν περιορίζει στὸ ἄτομο ποὺ φέρει τὸ ὄνομα, ἐνῶ ὁ συγγραφέας θέλει νὰ μᾶς κάνει γνωστὸ ὅτι εἶναι ὁ ὁποισδήποτε σύγχρονος ἄνθρωπος, αὐτὸς ποὺ κατοικεῖ στὴν ἴδια πολυκατοικία μὲ ἐμᾶς, αὐτὸς ποὺ κατοικεῖ στὴν γειτονιά μας, αὐτὸς μὲ τὸν ὁποῖον ἐργαζόμαστε στὸ ἴδιο γραφεῖο καὶ μοιραζόμαστε τὸν χῶρο ἐργασίας, εὑρίσκεται δίπλα μας, πολὺ κοντά μας, καὶ τέλος μπορεῖ νὰ εἶναι μέλος τῆς οἰκογενείας μας, τέλος ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Ὁ συγγραφέας ἀρχίζει τὸ ἔργο του μὲ ἕνα μονόλογο τοῦ ἥρωα, μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μᾶς δίδει τὴν ἀξονικὴ-ψυχικὴ τομογραφία τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου: «Εἶμαι ἄρρωστος ἄνθρωπος εἶμαι κακὸς ἄνθρωπος ἄλλωστε δὲν καταλαβαίνω καθόλου, τὶ ἀρρώστια ἔχω καὶ δὲν ξέρω ἀκριβῶς τὶ μοῦ πονάει εἶμαι ἀρκετὰ μορφωμένος, ὥστε νὰ μὴν εἶμαι προληπτκός, μὰ εἶμαι προληπτικός μὰ πάντως, ἄν δὲν κάνω θεραπεία εἶναι ἀπὸ πεῖσμα. Πονάει τὸ συκώτι, λοιπόν, ἄς πονάει τὸ συκώτι, ἄς πονάει πιὸ πολύ!». Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ποὺ ζῆ σὲ ἕνα ὑπόγειο ποὺ εἶναι ἡ ψυχή του ζῆ σὲ μιὰ ἀπομόνωση. Αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς δείχνει καθαρά, ὅτι αὐτὸ τὸ μονόχνωτο ὄν δὲν μπορεῖ νὰ ἀνήκει στὸ ἀνθρώπινο εἶδος, διότι, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Ἀριστοτέλης «ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἤ μηδὲν δεόμενος δι αὐτάρκειαν ὥστε Θεὸς ἤ θηρίον» (Πολιτικά) δηλ. αὐτὸς ποὺ δὲν εὑρίσκεται σὲ κοινωνία μὲ ἄλλους ἤ θεωρεῖ ὅτι δὲν ἔχει κάποια ἀνάγκη, καὶ πιστεύει ὅτι εἶναι αὐτάρκης θὰ εἶναι ἤ Θεὸς ἤ θηρίον. Ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ὑπογείου ἀπὸ τὴν κοινωνία τὸν ἔχει μετατρέψει σὲ ὄν ἀντικοινωνικό. Τὴν ἀντικοινωνική του συμπεριφορὰ περιγράφει ὁ Ντοστογιέφσκι σὲ ἄλλο σημεῖο τοῦ ἔργου του: «Ἤμουν κακὸς ὑπάλληλος. Ἤμουν βάναυσος καὶ εὕρισκα σὲ αὐτὸ εὐχαρίστηση. Βλέπετε δὲν χρηματιζόμουν, καὶ ἑπομένως, ἔπρεπε τοὐλάχιστο μὲ αὐτὸ νὰ ἀποζημιώνομαι ὅταν στὸ γραφεῖο, ποὺ καθόμουν, πλησίαζαν οἱ ἐνδιαφερόμενοι γιὰ πληροφορίες, τοὺς ἔτριζα τὰ δόντια καὶ ἔνιωθα ἀφάνταστη εὐχαρίστηση, ὅταν πετύχαινα νὰ δυσαρεστήσω κάποιον». Ἡ ἀγενὴς συμπεριφορά, ἡ προσπάθεια νὰ ταπεινώσει ὁποιονδήποτε ἄνθρωπον ζητοῦσε τὴν βοήθειά του, καὶ ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ τὸν ἐξυπηρετήσει, ἦταν γιὰ ἐκεῖνον ἡ μεγάλη εὐκαιρία νὰ ἀποκομίσει διπλὴ εὐχαρίστηση, γιατί, ἀφενός, ἀρνιόταν κάθε βοήθεια, καὶ ἀφετέρου, γιατὶ κατόρθωνε νὰ λυπήσει ἐκεῖνον ποὺ τοῦ ζητοῦσε μιὰ ἁπλὴ πληροφορία. Ἡ βαναυσότητα τῆς συμπεριφορᾶς εἶναι ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας. Ὁ φθόνος αὐτὸς τὸ σαράκι ποὺ σὰν διαβρωτικὸ ὀξὺ κατραγώγει κάθε ἐπιφάνεια ποὺ ἀκουμπάει εἶναι μόνιμος συγκάτοικος τοῦ σημερινοῦ ανθρώπου. Ὁ ὑπόγειος ἄνθρωπος δὲν ἀνέχεται νὰ ὑπάρχει ἔστω καὶ μιὰ μικρὴ χαρὰ, ἀφοῦ καὶ ἡ ὑποψία ὕπαρξης καὶ τῆς παραμικρῆς χαρᾶς εἶναι γι αυτὸν ἀφάνταστη λύπη. Ἑπομένως, αὐτὸς πρέπει νὰ δηλητηριάσει τὸν κάθε ἕνα καὶ τὴν ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη, ἐὰν αὐτὸ ἦταν δυνατόν. Ἡ ἀντίθεση τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ὑπογείου πρὸς τὴν λογικὴ εἶναι. Παρὰ ταῦτα δὲν διστάζει νὰ τὴν ὑπερασπίζεται σθεναρά: «Παρακαλῶ θὰ σᾶς φωνάξουν ἀντιρρήσεις δὲν ἐπιτρέπονται. Δύο καὶ δύο κάνουν τέσσαρα! Ἡ φύση δὲν παίρνει τὴν ἄδειά σας. Δὲν τὴν νοιάζει γιὰ τὶς ἐπιθυμίες σας καὶ ἄν σᾶς ἀρέσουν ἤ ὄχι οἱ νόμοι της. Εἴσαστε ὑποχρεωμένος νὰ τὴν δεχόσαστε ἔτσι, ὅπως εἶναι καὶ κατὰ συνέπεια καὶ ὅλα της τὰ ἀποτελέσματα». Ἀναγνωρίζει ὁ ζῶν στὸ ὑπόγειο ἄνθρωπος τὴν ὕπαρξη τῆς λογικῆς καὶ τὴν ἀπό- ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 3

λυτη ὑπεροχή της, καθώς καὶ ὅτι αὐτὴ εἶναι ἄτεγκτη χωρὶς νὰ μεταμορφώνεται ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις, εἶναι μία, πάντα ἴδια καὶ ἀπέναντι πάντων. Φαίνεται, πρὸς στιγμήν, ὁ ἀντι-ἥρωας τοῦ Ντοστογιέφσκι νὰ συμφωνεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος θέλοντας καὶ μὴ εἶναι ζῶον λογικόν, ἡ ἐπιθυμία γιὰ εὐτυχία ταυτίζεται μὲ τὴν λογική του, οὐδέποτε, οὐδεὶς εἶναι διατεθιμένος νὰ πράξει κάτι ἐνάντια στὸ συμφέρον του, ἄρα ὁ ἄνθρωπός μας έδῶ, βλέπουμε νὰ ταυτίζεται μὲ τὴν ἄποψη τοῦ Σωκράτη ὁ ἄδικος εἶναι τέτοιος ἀκούσια. Παρὰ τὸν θαυμασμό του γιὰ τὴν λογική, τὴν παραδοχὴ ὅτι ἀποτελεῖ τὸν ὕψιστο κριτὴ τῶν ἀνθρωπίνων πράξεων ὁ ὑπόγειος ἄνθρωπος αὐτοαναιρεῖται λέγοντας: «ὅσο περισσότερο θαύμαζα τὸ καλό, τὸ ὡραῖο καὶ τὸ ὑψηλό, τόσο περισσότερο βυθιζόμουν στὸ βοῦρκο καὶ τόσο περισσότερο ἐπιθυμοῦσα νὰ βυθιστῶ σ αὐτόν». Ἡ λογικὴ φαίνεται νὰ χάνει τὴν ἀξία της, ὁ θαυμασμός γιὰ τὸ καλὸ καὶ τὸ ὡραῖο εἶναι κάτι ποὺ διαρκεῖ ἐλάχιστα χρόνο ὅσο μιὰ φευγαλέα σκέψη. Ἐκεῖνο ποὺ κατὰ βάθος φαίνεται νὰ ἀγαπᾶ, ἐκεῖνο ποὺ ποθεῖ, ἐκεῖνο ποὺ τὸν εὐχαριστεῖ εἶναι, μόνον, τὸ κακό. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ κακὸ ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ συντροφιὰ καὶ αὐτὴ τὴν βρίσκει στὴν ἡδονὴ γιὰ τὸν πόνο, τῆς ὁποίας τὸ βάθος μᾶς περιγράφει ὁ ἥρωας: «ναὶ καὶ σήμερα, πάλι, ἔκανα μιὰ ἀθλιότητα, πῶς αὐτὸ ποὺ ἔγινε ὡστόσο, δὲν ξεγίνεται, καὶ ἐνδόμυχα, κρυφά, νὰ τρώω τὸν ἑαυτόν μου μὲ τὰ δόντια μου, νὰ τὸν βασανίζω τέλος μὲ κάθε τρόπο, σὲ βαθμό, πού, στὰ τελευταῖα ἡ πίκρα μεταβαλλόταν σὲ κάποια ἐπαίσχυντη, καταραμένη γλύκα καὶ τέλος σὲ ὁριστικὴ ἀπόλαυση! Ναὶ σὲ ἀπόλαυση, σὲ ἀπόλαυση!». Ἡ αὐτεπίγνωση τοῦ ἥρωά μας εἶναι θαυμαστή, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ αἰτία νὰ έγκαταλείψει τὸ κακό, διότι σὲ αὐτὸ βρίσκει τὴν ἡδονή. ἑπομένως, ἐν γνώσει του ἐνεργεῖ ἐναντίον τοῦ συμφέροντός του. Ἡ θεὰ λογικὴ τῆς ὁποίας τὸ μεγαλεῖο ἀποδέχεται δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ τὸν ἀναχαιτίσει ἀπὸ τὸ κακό. Ἐκθειάζει τὴν ἀπόλυτη ἀξία της, ἀλλά, ταυτόχρονα, τὴν παραθεωρεῖ, τὴν περιφρονεῖ μὲ τὸν ποιὸν κραγαυλέο τρόπο, καί, ἐν τέλει, τὴν γελειοποιεῖ. Σὲ ποιὰ αἰτία ὠφέλειται αὐτὴ ἡ ἐναντίωση τοῦ ἥρωα πρὸς τὸν συμφέρον του, πρὸς τὴν λογική; Ποῦ ὀφείλεται ἡ ἐναντίωσή του πρὸς ὅσα οἱ ἄνθρωποι θεωροῦν φυσικά, λογικά, καὶ ἀνθρώπινα; Ἡ κινητήρια δύναμη τοῦ ἥρωα εἶναι ἡ θέληση πρὸς ἐπίδειξη, ἀλλὰ καὶ πρὸς δύναμη. Αὐτὴ ἡ θέληση, ποὺ ἐμφανίζεται μὲ τὶς δύο αὐτὲς μορφὲς εἶναι θέληση γιὰ τὴν θέληση. Ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ πάντα νὰ εἶναι ἀνεξάρτητος καὶ νὰ καθορίζει ὁ ἴδιος τὰ τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὑποχωρεῖ, γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ μπροστὰ στὴν θέληση γιὰ θέληση, κάθε λογικὴ, κάθε συμφέρον, κάθε ἀλήθεια. Πεισματικά, ὁ ἥρωας ἀρνεῖται καὶ ἐνεργεῖ ἐνάντια πρὸς ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ὁ ἴδιος ἀναγνωρίζει ὡς καλά, λογικά, καὶ συμφέροντα. Ὁ Ντοστογιέφσκι ἐπιμένει νὰ μᾶς παρουσιάζει τὸν ἥρωα νὰ κινεῖται, ἀπὸ πεῖσμα, στὸν χῶρο τοῦ παραλόγου, τοῦ πόνου, τοῦ κακοῦ, τῆς δυστυχίας καὶ τῆς θλίψης. Εἶναι ὁρατὸ ἀπὸ τὴν περιγραφὴ τοῦ ἥρωα, ποὺ μᾶς παραθέτει ὁ Ντοστογιέφσκι, ὅτι αὐτὸς δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ κάτι συγκεκριμένο. Μόνη μέριμνα τοῦ ἥρωα εἶναι νὰ διαπράττει τὸ κακό. Ἄλλωστε, ὁ Τσέχωφ, τοῦ ὁποίου κείμενο ἑρμηνεύει ὁ Ψυχίατρος Αρνὼ Γκρούεν, στὸ βιβλίο του μὲ τίτλο Ἡ προδοσία τοῦ ἑαυτοῦ μας ἐπισημαίνει ὅτι τὸ πεῖσμα, ἡ κακία, καὶ ὁ σαδισμός κρύπτουν ἀδυναμία καὶ αὐτοϋποτίμηση, τὰ ὁποῖα, ὅπως σημειώνει, εἶναι προϊόντα τῆς προσαρμογῆς τοῦ ἀνθρώπου σὲ μιὰ κοινωνικὴ ὑπερκριτικὴ πραγματικότητα καὶ δὲν εἶναι αἰσθήματα μὲ τὰ ὁποῖα γεννᾶται ὁ ἄνθρωπος. Παρὰ τὴν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς ἑρμηνείας, ἡ θέληση δὲν ἐνδιαφέρεται, μόνον, νὰ ἀποδείξει ὅτι ἔχει δύναμη, ἀλλά, κυρίως, εἶναι μιὰ θέληση γιὰ τὴ θέληση. Πεισματικὰ ὁ ἥρωας ἀρνεῖται κάθε καλὸ καὶ λογικὸ γιατὶ θέλει νὰ ἀποδείξει ὅτι ἡ δική του θέληση εἶναι αὐτὴ ποὺ καθορίζει τὶ πράττει καὶ ὄχι τὸ καλὸ ἤ ἡ λογική. Ἀναγκαῖα μιὰ τέτοια θέληση γίνεται ἀφηρημένη καὶ ὁμοιάζει μὲ τὰ σύγχρονα ἔργα τέχνης, ποὺ δὲν ἀπεικονίζουν κάτι συγκεριμένο, ἀλλὰ εἶναι μιὰ ἁπλὴ παράσταση, διαφόρων χρωμάτων ἤ σχήματων. Προσδένεται ἡ θέληση μὲ τὸ κακό, προκειμένου νὰ ἐναντιωθεῖ στὸ καλό. Στόχος της 4 ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011

εἶναι ἡ ἐναντίωση καὶ ἡ ἀποδέσμευσή της ἀπὸ κάθε τι ἄλλο, ἐπιθυμεῖ νὰ εἶναι ἀπόλυτη. Θέλει νὰ διαρρήξει κάθε σχέση καὶ κάθε ἀναφορά, ἐκτὸς τοῦ ἑαυτοῦ της. Ἄν λάβουμε ὑπόψη ὅτι στὸ σύμπαν δὲν νοεῖται κάτι, οὔτε ὑπάρχει κάτι ἀπόλυτο, καὶ χωρὶς ἀναφορά. Μὲ ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα ὁ Ἰωάννης ὀνομάζεται Ἰωάννης καὶ τὸν διαφοροποιεῖ ἀπὸ τὸν Πέτρο, τὸν Κώστα κ.ο.κ. ἄν ὑπῆρχε μόνον ὁ Ἰωάννης τὶ θὰ σήμαινε τὸ ὄνομα Ἰωάννης, ἑπομένως στὸν κόσμο τὰ πάντα ὑπάρχουν σὲ ἀναφορά... Ἡ θέληση τοῦ ἥρωα τοῦ ὑπογείου γίνεται ἀπόλυτη καὶ αὐτὸ ἔχει ὡς συνέπεια ἡ θέληση νὰ ὁδηγεῖται στὸ μηδέν. Αὐτὸ ἐξηγεῖ γιατὶ ἡ θέληση γίνεται καταστροφικὴ καὶ προκαλεῖ μόνον χάος. Ἡ ἀπόλυτη ἀνάγκη ποὺ ἔχει ὁ ἥρωας νὰ αὐτοβεβαιωθεῖ ὁδηγεῖται στὴν ἄρνηση ὅλων. Ἀφοῦ ἡ θέληση ὁδηγήθηκε στὸ μηδὲν μετατρέπεται, εὔκολα, σὲ θέληση καταστροφῆς καὶ χάους. Τὰ δεινὰ ποὺ προκαλεῖ αὐτὴ ἡ θέληση δὲν πηγάζουν ἀπὸ σαδισμὸ ἀλλά, διότι ἡ θέληση ἐπιθυμεῖ νὰ αὐτοβεβαιωθεῖ. Τὸ ἐγὼ ἐκφράζεται μὲ τὴν θέλησή του καὶ ἡ θέλησή του εἶναι τρόπος αὐτοβεβαίωσης. Σύμφωνα μὲ τὸν Νίτσε ἡ ζωὴ εἶναι θέληση γιὰ δύναμη. Ἡ πρόταση (ἀπόφανση) αὐτὴ τοῦ Νίτσε δὲν σημαίνει, ὅτι ὁδηγεῖται ἡ θέληση πρὸς τὸ μηδέν, διότι ὁ Νίτσε ἐπιθυμεῖ νὰ καταστρέψει, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀναδημιουργήσει, ἀφοῦ, προηγουμένως, καταστρέψει τὸ ὑπάρχον. Ὁ Νίτσε ἀγαπᾶ τὴν ζωὴ καὶ τὴν δημιουργία, ὅπως αὐτὸς θεωρεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ πραγματικότητα. Σὲ ἀντίθεση ὁ ἥρωας θέλει νὰ καταστρέφει γιατὶ θέλει μόνον γιὰ νὰ θέλει καὶ ἀγαπᾶ μόνον τὸν ἑαυτόν της. Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ Κατὰ τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι τμῆμα τοῦ εἶναι, ἀλλὰ μέρος του. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι θεῖον δημιούργημα καὶ ἔχει τὸ νοερὸν καὶ τὸ αὐτεξούσιον, τὰ ὁποῖα ἀναδεικνύουν αὐτὸν ὡς πρόσωπον. Ἔχοντας ὁ ἄνθρωπος τὸ κατ εἰκόνα καὶ καθ ὁμοίωσιν τείνει πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Τὸν έπιθυμεῖ. Ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ πρὸς τὸν Θεὸν φορά του εἶναι τὸ μόνο γεγονὸς ποὺ δημιουργεῖ στὸν ἄνθρωπο πληρότητα. Ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, δὲν τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀνεξαρτησία, ὅπως ἐσφαμένως, θεωρεῖται ἀπὸ πολλούς, ἀλλὰ τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀπομάκρυνση καὶ τὴν κοινωνία τοῦ εἶναι, ἀπὸ τὴν σχέση μὲ τὰ ἄλλα ὄντα. Ἡ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καθίσταται προβληματική. Ἡ ἀφήγηση τῆς Γενέσεως (κεφ. 3) μᾶς περιγράφει τὴν ἀπαρχὴ τῆς αὐτομόλυσης τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος βιώνει ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἐπεθύμησε νὰ γίνει Θεὸς τὴν κατάσταση τῆς γύμνιας του: καὶ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν δύο καὶ ἔγνωσαν ὅτι γυμνοὶ ἦσαν (Γεν. 3, 7). Ἡ καθημέραν βιώση τῆς γύμνιας ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου δὲν γίνεται αἰτὶα ἐπανασύνδεσής του μὲ τὸ θεῖον, ἀλλὰ ἐμμένει στὴν λανθασμένη του ἀπόφαση νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἡ ἐπιθυμία ὡς θεοὶ ἔσεσθαι γίνεται ἡ νέα φύση τοῦ ἀνθρώπου καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὸ κατ εἰκόνα καὶ καθ ὁμοίωσιν ἀμαυρώθηκε. Ἡ ἀμαύρωση αὐτὴ συντελεῖ, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ προσπαθεῖ νὰ γίνει ἀπὸ φύση πρόσωπον μόνος, ἀνεξάρτητος ἄνευ Θεοῦ. Χάραξε νέα πορεία ὁ ἄνθρωπος, ἡ ὁποία πιστεύει ὅτι θὰ τὸν ὁδηγήσει ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 5

στὴν κατάκτηση τῆς πολυπόθητης ἀνεξαρτησίας καὶ αὐτονομίας. Παρὰ τὶς συνεχεῖς του ἀποτυχίες ὁ ἄνθρωπος ἐξακολουθεῖ νὰ πορεύεται στὴν ὁδό, πού, γνωστόν ἤδη, τὸν ὁδηγεῖ στὴν αὐτοκαταστροφή, ἀπόδειξη καὶ αὐτὸ τῆς μεγάλης βλάβης τοῦ νοεροῦ τοῦ ἀνθρώπου, στὸ ὁποῖο περιλαμβάνεται καὶ τὸ λογικό. Ἡ ἀκατασίγαστη δίψα τοῦ ἀνθρώπου τῆς πτώσεως γιὰ αὐτοτέλεια τὸν ὁδήγησε στὸν Ἀτομικισμό (ἀτομικισμὸς εἶναι ἡ ἰδεολογία σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία τὸ ἄτομο ἔχει τὸν πρωτεύοντα ρόλο ἔναντι τῆς κοινωνίας καὶ τοῦ συνόλου, ἀπὸ τὸν Ἀτομικισμό γεννήθηκε ὁ Φιλελευθερισμός). Ἡ ἰδεολογία αὐτὴ μᾶς ἐξηγεῖ, πῶς εἶναι δυνατὸν τὸ μεμονωμένο ἄτομο νὰ τίθεται ἔναντι τοῦ συνόλου, καὶ νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ κάθε κοινωνικὴ ἀξία, ἐξηγεῖ πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐξαγοράζεται, νὰ μετατρέπεται σὲ ἄβουλο ὄργανο, νὰ γίνεται βασανιστὴς τῶν συνανθρώπων του, νὰ γελοιοποιεῖται, νὰ εὐτελίζεται, νὰ καταπατᾶ, ἀναίσχυντα, κάθε ἠθικὴ ἀξία, γιατὶ κύριο καὶ οὐσιῶδες χαρακτηριστικό τοῦ Ἀτομισμοῦ εἶναι ἡ ἀντικοινωνικὴ συμπεριφορά. Ἡ κατάσταση τὴν ὁποία ζοῦμε ἐξηγεῖται, εὔκολα, ἄν ἔχουμε ὑπόψη ὅτι οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας ἐπικροτοῦν τὸν Ἀτομικισμό. Στὴν μέρες μας βιώνουμε τὰ ἀποτελέσματά του, ποὺ θὰ εἶναι μιὰ ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ τῆς κοινωνίας. Ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ θωράκισε τὶς κοινωνίες μὲ νόμους καὶ θεσμοὺς ποὺ προστάτευαν τὴν ἴδια τὴν κοινωνία. Ὅσο περισσότερο ἀποχριστιανοποιεῖται ἡ κοινωνία, τόσο περισσότερες κοινωνικὲς παροχὲς θὰ καταργοῦνται, ἀλλὰ καὶ θὰ θεωροῦνται ἀκατανόητες καὶ παράλογες. Τὸ ἄτομο στὴν ἐποχὴ τῆς Ἀτομοκρατίας ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ σύνολο καὶ ἡ κοινωνία, γιὰ τὸν ὑπέρμαχο τῆς ἀτομοκρατίας, εἶναι ἄνευ σημασίας. Αὐτὸ ἐξηγεῖ τὴν διάλυση τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ καὶ κάθε κοινωνικῆς προστασίας τῶν ἀτόμων. Ὁ κοινωνισμὸς θέλει νὰ παράσχει ὑποστήριξη σὲ ὅλα τὰ μέλη τῆς κοινωνίας, ἀντιθέτως, ἡ Ἀτομοκρατία ἀδιαφορεῖ πλήρως γιὰ τὴν κοινωνία. Ἡ Ἐκκλησία, ὅπως διαβάζουμε στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, εἶχε δημιουργήσει τὶς ἀγάπες (ὅπου οἱ πιστοὶ ἔτρωγαν σὲ κοινὴ τράπεζα) ὄχι μόνον γιὰ νὰ παράσχει φαγητὸ στοὺς πτωχοὺς ἀδελφούς, ἀλλὰ, διότι αὐτὴ ἡ πράξη ἐξέφραζε τὴν πίστη της, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη, παρὰ ἡ κοινωνία μετὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅλων τῶν πιστῶν μεταξύ τους. Ἡ δημιουργία μιᾶς κοινωνίας. διότι, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Σάββας Μιχαὴλ σχολιάζοντας τὴν Ἠθικὴ τοῦ Σπινόζα στὸ βιβλίο του Μορφὲς τοῦ Μεσσιανικοῦ «ἴσα - ἴσα αὐτὸ ἦταν ποὺ ἔψαχνε ὁ Σπινόζα σχεδιάζοντας μιὰ Ἠθικὴ μὲ κέντρο ὄχι τὴν Ταυτότητα, ἀλλὰ τὴν ἐπανάκληση τῆς Ὑποστάσης (Substantia). Αὐτὴ ἡ ἐπαναπόκτηση δὲν μπορεῖ νὰ τεθεῖ παρὰ μὲ τοὺς ὅρους μιᾶς νέας συλλογικότητας, μιᾶς νέας Κοινότητας, χωρὶς ἀποκλεισμούς, μιᾶς ἀληθινῆς κοινοκτημοσύνης τῶν ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν ἀγαθῶν». Παρὰ τὴν διαφορὰ τῆς ὁρολογίας ὁ στόχος εἶναι ὁ ἴδιος. Ὁ κάθε πιστὸς στὴν Εὐχαριστία κοινωνεῖ τοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὅλοι κοινωνοῦντες κοινωνοῦν μεταξύ τους. Οἱ πιστοὶ δὲν εἶναι, πλέον, ἄτομα ἀλλὰ μία κοινωνία. Ἐὰν ὁ μετέχων τῆς Εὐχαριστίας πιστὸς δὲν γίνεται μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ μένει ἄτομον, τότε ἡ Εὐχαριστία γιαυτὸν δὲν ἔχει κανένα νόημα, ἤ εἶναι μιὰ μαγικὴ πράξη. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος βαδίζει πρὸς τὴν καταστροφή, ἐν γνώσει του, ἀπέτυχε νὰ ἀναγάγαγει τὸν ἑαυτόν του σὲ θεό, ἄν καὶ πρὸς στιγμὴν ἡ ἀνάπτυξη τῆς τεχνολογίας τοῦ ἔδωσε τὴν ψευδαίσθηση ὅτι μπορεῖ νὰ τὸ πραγματοποιήσει. Ἡ σωτηρία του θὰ εἶναι νὰ ἀποδεχθεῖ ὅτι πρόσωπον θὰ γίνει, μόνον, ὅταν κοινωνήσει μὲ τοῦ Προσώπου-Θεοῦ καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους: «ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσιν Χριστό» (Κολ. 3, 11). 6 ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011

ΒΛΑΣΙΟΣ ΠΑΣΚΑΛ Σκέψεις 3. Δύο ἄκρα: ἀπόκλειση τῆς λογικῆς, ἀποδοχή, μόνον, τῆς λογικῆς. 4. Ἐὰν θέτουμε κάθε πρᾶγμα ὑπὸ τὴν λογική, ἡ πίστη μας δὲν θὰ ἔχει τίποτα τὸ μυστηριῶδες καὶ ὑπερφυσικό. Ἐὰν ἀρνηθοῦμε τὶς ἀρχὲς τῆς λογικῆς ἡ πίστη μας θὰ εἶναι παράλογη καὶ γελοία. ΣΧΟΛΙΑ: Πόσο δίκιο ἔχει ὁ μεγάλος μαθηματικὸς καὶ φυσικὸς Πασκάλ, ἀλλὰ προπάντων, πιστὸς χριστιανὸς Πασκάλ. Ὁ ἄνθρωπος πολλὲς φορὲς ἀρέσκεται νὰ κινεῖται στὰ ἄκρα, διότι ἡ ἰσορροπία εἶναι δύσκολη. Ἡ ἰσορροπία ἀπαιτεῖ συνεχὴ ἐγρήγορση, προσπάθεια καὶ κόπο. Ἡ ραθυμία τοῦ σώματος, καί, κυρίως τοῦ πνεύματος εἶναι αὐτὸ ποὺ χαρακτηρίζει τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀνάπτυξη τῆς τεχνολογίας ἔκανε τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο περισσότερο, ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐποχή, ράθυμο και, ἰδίως, γιὰ τὴν πνευματική του καλλιέργεια. Ἡ λογική, σύμφωνα μὲ τὸν Πασκάλ, δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ κυριαρχεῖ στὴν πίστη, ἀλλὰ καὶ οὔτε νὰ ἀπουσιάζει. Στὴν πρώτη περίπτωση, ὅπου θὰ ὑποταχθοῦν τὰ πάντα στὴ λογική, τότε αὐτὴ θὰ μεταβληθεῖ σὲ ἕνα λογικὸ κατασκεύασμα καὶ ὁ ἄνθρωπος θὰ λατρεύει τὀ δημιούργημά του, τὸ εἴδωλό του, τὸν ἑαυτό του. Ἑπομένως, θὰ εὑρίσκεται μέσα στὴ πλάνη. Στὴν δεύτερη περίπτωση, ἄν ἀποκλείσουμε τὴν λογικὴ θὰ εἴμαστε αὐτοὶ ποὺ θὰ γελοιοποιοῦμε τὴν πίστη. Γιὰ παράδειγμα, φθάνει στὸ σημεῖο τῆς γελοιότητας νὰ ἐπι- κροτεῖ καὶ νὰ κηρύσσει ὡς ἀλήθεια, ψευδῆ θαύματα, φαντασιώσεις γιὰ ὁράματα, διαστρεβλωμένη τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν λόγων τῶν Πατέρων, ποὺ ἄλλοτε γίνονται ἀπὸ ἀφελεῖς καὶ ἄλλοτε ἐπικίνδυνους ἐκμεταλλευτές τῆς πίστης τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἐπαγρύπνηση γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἰσορροπίας, ὥστε ἡ πίστη νὰ μένει ἀνόθευτη ἀπὸ κάθε παραχάραξη, διότι ὁ πλέον ἐπικίνδυνος ἐχθρὸς τῆς πίστης δὲν εἶναι ὁ ἄθεος, ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε ἐκείνο ποὺ ἐλεγε ὁ Ἔρνστ Μπλὸχ (Γερμανὸς φιλόσοφος): μόνον ὁ χριστιανὸς μπορεῖ νὰ γίνει ἄθεος καὶ μόνον ὁ ἄθεος μπορεῖ νὰ γίνει χριστιανός, στὸ βιβλίο του Ἀθεϊσμὸς στὸν χριστιανισμό ἀλλὰ ὁ παραχαράχτης, εἶναι ἀδιάλειπτος ἀγώνας τῶν πραγματικῶν πιστῶν. Πρέπει πάντοτε νὰ ἐνθυμούμεθα τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ πρόσεχετε ἀπὸ τοὺς λύκους ποῦ σᾶς πλησιάζουν μὲ ἔνδυμα προβάτου: προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασιν προβάτων ἔσωθεν δὲ εἰσι λύκοι ἅρπαγες (Ματθ. ζ, 15). Οἱ παραχαράχτες αὐτοὶ ἀποσκοποῦν στὸ ὑλικὸ κέρδος ἤ τὴν χειραγώγηση ἤ, πιθανῶς, καὶ στὰ δύο. ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 7

ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ Τελευταίως, πολλὰ δημοσιεύματα ξένων ἐφημερίδων ἐμφανίζουν νὰ ὑπάρχει στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη, ἀλλὰ καὶ τὴν Ἀμερικὴ μιὰ ἐπικριτικὴ στάση τῶν Εὐρωπαίων καὶ Ἀμερικανῶν, δῆθεν, πολιτῶν στὴν πραγματικότητα τῶν μισθωτῶν ἔναντι τῶν Ἑλλήνων. Θεωροῦνται ἀπὸ τοὺς δημοσιογράφους αὐτοὺς οἱ Ἕλληνες ὡς ἀφερέγγυοι καὶ διεφθαρμένοι. Τὴν θέση αὐτή, τὴν καλλιέργησαν καὶ ἀναπαρήγαγαν, ἐκτελοῦντες χρέη ἀναμεταδότου, οἱ «ἡμέτεροι καὶ οὐχ ἡμέτεροι», καὶ φυσικὸν εἶναι νὰ γεμίζει τὶς καρδιές μας μὲ πικρία. Τὰ δημοσιεύματα αὐτὰ δὲν ἀντανακλοῦν τὴν ἀλήθεια, ἀλλά πρόκειτια γιὰ μιὰ κατασκευασμένη «ἀλήθεια» ὁρισμένων, γιὰ τὴν ὁποία θέλουν νὰ μᾶς πείσουν ὅτι εἶναι γενικὴ ἄποψη. Εὐτυχῶς, δὲν ἀληθεύει τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτά, διότι ἔχουμε κείμενα τὰ ὁποῖα τοὺς διαψεύδουν κατηγορηματικά, καὶ τὰ ὁποῖα παραθέτουμε. Τὸ πρῶτο κείμενο ἀνήκει στὸν Γερμανὸ (βαυαρικῆς καταγωγῆς) J. Holzner, ἐξαίρετο θεολόγο τοῦ ὁποίου τὸ σύγγραμμα Παῦλος μεταφράσθηκε στὰ ἑλληνικὰ ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο Κοτσώνη. Ὁ πρόλογος αὐτὸς ἔχει γραφεῖ, είδικά, γιὰ τὴν ἑλληνικὴ ἔκδοση: «Διαρκοῦσε ἀκόμα ὁ τελευταῖος Παγκόσμιος πόλεμος, ὅταν μοῦ ζητήθηκε νὰ δώσω τὴν ἄδεια νὰ μεταφρασθῆ αὐτὸ τὸ ἔργο ἑλληνικά. Σήμερα, ὕστερ ἀπὸ τρία χρόνια, ἐντελῶς ἀπροσδόκητα, θὰ ἐκπληρωθῆ αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία. Σ αὐτὸ διακρίνω ἕνα σημάδι τοῦ μεγαλείου τοῦ ἐλληνικοῦ πνεύματος ποὺ ἔχει τὴν δύναμι νὰ ἀνυψώνεται πιὸ πάνω ἀπὸ τὶς πικρόχολες ἀναμνήσεις. Ὁ συγγραφέας ἀπὸ νέος εἶναι φίλος καὶ θαυμαστὴς τῆς Ἑλλάδος. Εἶναι παιδὶ τοῦ βαυαρικοῦ λαοῦ, ποὺ ὁ μεγάλος βασιλεὺς του Λουδοβῖκος ὁ Α διεκόσμησε τὸ ἀνάκτορό του μὲ ζωγραφικοὺς πίνακες, ποὺ εἶχαν ὡς θέμα τὸν ἑλληνικὸ ἀπελευθερωτικὸ ἀγῶνα, καὶ ποὺ ὁ γιός του ὁ Ὄθων ἔγινε πρῶτος βασιλεὺς τῆς Ἑλλάδος. Τὴν ἀφιέρωσι τοῦ βιβλίου αὐτοῦ στὸν εὐγενικὸ ἑλληνικὸ λαὸ τὴν αἰσθάνομαι, συγχρόνως, καὶ ὡς πρᾶξιν ἐξιλεώσεως καὶ ἐπανορθώσεως, γιὰ τὸ ἄδικο ποὺ τοῦ ἔγινε, καὶ ὡς δεῖγμα εὐγνωμοσύνης τοῦ γερμανικοῦ πνεύματος πρὸς τὴν ἀθάνατη Ἑλλάδα. Καὶ ἐπειδὴ ἐγὼ ὁ ἴδιος δὲν εἶμαι ἐξουσιοδοτημένος νὰ τὸ κάμω, γι αὐτό, αὐτὴ τὴν διπλῆ ἐκδήλωσι τὴν ἀποθέ- τω στὰ χέρια τοῦ μεγάλου συμφιλιωτοῦ τῶν Ἐθνῶν, τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ποὺ μὲ τὴν ἴδια ἀγάπη ἀγκάλιαζε ὅλους τοὺς λαούς. Εἴθε ὁ μεγαλόψυχος ἑλληνικός λαός, μὲ τὴν ἀνάμνησι αὐτῶν ποὺ ἔχει προσφέρει ἡ γερμανικὴ ἐπιστήμη γιὰ τὴν ἔρευνα τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας καὶ τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, νὰ συγχωρήσῃ τὸ λαό μας γιὰ τὶς ἀδικίες ποὺ τοῦ ἔκαμε. Ὁ σημερινὸς κόσμος κινδυνεύει νὰ βυθισθῇ καὶ πάλι στὸ σκοτάδι τῆς βαρβαρότητος καὶ πάλι νὰ ὑποταχθῇ στὴν ἀσιατικὴ ἐπικράτησι, ἀπ τὴν ὁποία ἡ Ἑλλάς, κατὰ τοὺς περσικοὺς πολέμους, ἔσωσε τὴν Δύσι. Αὐτὸ τὸν κίνδυνο θὰ μπορέσωμε νὰ τὸν κατανικήσωμε μόνον ἄν ξαναγίνωμε Ἕλληνες, καὶ ὅπως λέγει ὁ Πλάτων στὴν ἀθάνατη Ἑβδόμη ἐπιστολή του «μέσα ἀπὸ τὰ συντρίμμια τῆς πολιτικῆς νὰ ἰδοῦμε τὸ βασίλειο τοῦ αἰωνίου». Ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου ἠμπορεῖ νὰ ἔλθῃ μόνον ἄν ξαναγεννηθῇ «ὁ καινούργιος ἄνθρωπος», ὅπου «βἀρβαρος καὶ ἕλλην» θὰ γίνωνται ἕνα, μὲσῳ Ἐκείνου ποὺ εἶναι «πάντα καὶ ἐν πᾶσιν Χριστός» (Κολ. γ, 11). Αὐτὸ εἶναι ὁ χριστιανικὸς ἀνθρωπισμός, ποὺ τὸν ἐκήρυξαν ἄνθρωποι ὅπως Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς καὶ ὁ Ὠριγένης, καὶ ποὺ ὁ Παῦλος στὴν πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολή (δ, 8), τὸν ἐθεμελίωσε πρῶτος, ἐκθέτοντας τὸ πρόγραμμα τῆς χριστιανικῆς εὐγενείας: «ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὁσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε». Τὸ δεύτερο κείμενο ποὺ θὰ παραθέσουμε προέρχεται ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Paul Decharme, Μυθολογία τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδος, 1891. Στὴν εἰσαγωγή τοῦ ἔργου του ἀναφέρει καὶ τὰ ἑξῆς: «Ἐπειδὴ δὲ εἶχον συναίσθησιν τῆς ἰδίας ἀξίας καὶ εὐγενείας (ἐννοοῦνται οἱ Ἕλληνες), ἀπέδοσαν εἰς τὰ θεῖα πλάσματα ἀνθρωπίνην μορφήν, ἤτοι τὰ χαρακτηριστικὰ αὐτὰ τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς τῆς καλλίστης ἥτις ἔζησε ποτὲ ὑπὸ τὸν οὐρανόν». Αὐτὰ ἔγραψα περὶ τῶν Ἑλλήνων συγγραφεῖς καλλιεργημένοι καὶ γνῶστες τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ καὶ ὁμολογοῦν ταὸν θαυμασμό τους γιὰ τὸν Ἑλληνικὸ πολιτισμό. Ὅσα γράφουν ἄνθρωποι στερούμενοι παιδείας και, πιθανῶς, ὑποβοβλιμαῖα, ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι δὲν ἔχουν καμία άξία, ἀλλὰ ἐξυπηρετοῦν σκοτεινοὺς σκοπούς. 8 ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011

Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (Ε Α) ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Στὴν Ἑλλάδα οἱ σχέσεις ἀνάμεσα στὸν Χριστιανισμὸ καὶ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα ἀναλύονται στὸ πλαίσιο τοῦ Νομικοῦ θετικισμοῦ ποὺ κυριαρχεῖ στὴν ἐπιστημονικὴ σκέψη. Ἐπειδὴ ἀγνοεῖται στὴν Ἑλλάδα ἡ πρόσφατη ἐρευνητικὴ καὶ ἐπιστημονικὴ ἐξέλιξη ἐπὶ τοῦ θέματος, ἡ ἀπόφαση ποὺ κατωτέρω παραθέτουμε αἰφνιδίασε τοὺς πάντες. Εἶχε καλλιεργηθεῖ ἡ ἀντίληψη ὅτι ἡ παρουσία θρησκευτικῶν συμβόλων στὶς Σχολικὲς αἴθουσες, ἤ ὁ ὁμολογιακὸς χαρακτήρας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στὰ Σχολεῖα εἶναι ἀναχρονισμός, τὸν ὁποῖο ἀργὰ ἤ γρήγορα θὰ κληθοῦμε νὰ τὸν ἐγκαταλείψουμε ἐν ὀνόματι τῆς Εὐρώπης. Ἀντίθετα, στὴν Εὐρώπη ἔννοιες ὅπως κοσμικότητα, λαϊκότητα (laicité) γίνονται ἀντικείμενο κριτικῆς καὶ σήμερα τείνει στὴν Γαλλία νὰ ἐπικρατήσει ἡ ἔννοια τῆς ἀνοιχτῆς στὸ θρησκευτικὸ πεδίο κοσμικότητας (laicité ouverte) δηλαδή, γίνεται εὐρύτερα δεκτὴ ἡ πνευματικὴ καὶ χριστολογικὴ πλευρὰ τῆς ἔννοιας τῶν ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ἡ ἀπόφαση τοῦ ΕΔΔΑ, βεβαίως, δὲν χαρακτηρίζεται ἀπὸ ὑψιπετεῖς προσεγγίσεις, ἐντάσσεται στὴν στυγνὴ θετικιστική, σύγχρονη νομικὴ σκέψη. Παρὰ ταῦτα, μὲ τὴν ἀπόφαση ἐπιφέρεται ἀποφασιστικὸ πλῆγμα στὴν ἀντίληψη τῆς «οὐδετεροθρησκείας», ἡ ὁποία ὑπῆρξε ἀκραία ἔκφραση τοῦ Διαφωτισμοῦ. Τὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο καθιερώνει τὴν ἀρχὴ τῆς ἀναφορικότητας κάθε Κράτους στὸ ἱστορικό-νομικό του παρελθὸν τὸ ὁποῖο μπορεῖ, πλέον, νὰ διδάσκεται, ἀκωλύτως, καὶ ὑπὸ μορφὴ κατήχησης. Στὴν συνέχεια παρουσιάζουμε σὲ μετάφραση τὸ κείμενο τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς. Στὸ ἑπόμενο τεῦχος θὰ καταθέσουμε τοὺς προβληματισμούς μας ἀπὸ τὴν ἀπόφαση. ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 57. Κατὰ πρῶτο λόγο τὸ Δικαστήριο παρατηρεῖ ὅτι τὸ μόνον ἐρώτημα τὸ ὁποῖον ἀνακύπτει, ὑπὸ τὸ φῶς τῶν περιστάσεων τῆς ὑποθέσεως, εἶναι ἐκεῖνο τοῦ συμβιβαστοῦ τῆς παρουσίας τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς σχολικὲς αἴθουσες τῶν Ἰταλικῶν Δημοσίων Σχολείων πρὸς τὰ ἄρθρα 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 καὶ 9 τῆς Συμβάσεως. Ἑπομένως, στὴν ὑπόθεση αὐτὴ δὲν ἀπαιτεῖται ἡ ἐξέταση τοῦ ζητήματος τῆς παρουσίας τοῦ Ἐσταυρωμένου σὲ ἄλλους χώρους πλὴν τῶν Δημοσίων Σχολείων. Οὔτε πρόκειται τὸ Δικαστήριο νὰ ἀποφανθεῖ ἐπὶ τοῦ συμβιβαστοῦ τῆς παρουσίας τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς Δημόσιες αἴθουσες πρὸς τὴν ἀρχὴ τοῦ Λαϊκοῦ (κοσμικοῦ Κράτους, ὅπως αὐτὸ καθιερώνεται στὸ Ἰταλικὸ Δίκαιο. 58. Δεύτερον, τὸ Δικαστήριο τονίζει ὅτι οἱ ὑποστηρικτὲς τοῦ Λαϊκοῦ (κοσμικοῦ) κράτους ἰσχυρίζονται ὅτι ἐπικαλοῦνται ἀπόψεις προσεγγίζουσες τὸν «βαθμὸ δυνάμεως, σοβαρότητος, συναφείας καὶ σπουδαιότητος» ποὺ ἀπαιτεῖται, ὥστε νὰ θεωρηθοῦν «πεποιθήσεις» κατὰ τὴν ἔννοια τῶν ἄρθρων 9 τῆς Συμβάσεως καὶ 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 (ἀπόφαση Cambell καὶ Cosans κατὰ Ἡνωμένου Βασιλείου τῆς 25. 2. 1982, Σειρὰ Α Νο 48 36). Εἰδικότερα, οἱ ἀπόψεις τους πρέπει νὰ θεωρηθοῦν ὡς «φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις» κατὰ τὴν ἔννοια τῆς δεύτερης φράσεως τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 ἐφόσον ἀξίζουν «σεβασμὸ σὲ μιὰ δημοκρατικὴ κοινωνία» δὲν εἶναι ἀσυμβίβαστες μὲ τὴν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια καὶ δὲν παραβιάζουν τὸ θεμειλιῶδες δικαίωμα τοῦ παιδιοῦ στὴν ἐκπαίδευση. ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 9

1. Ἡ περίπτωση τῆς πρώτης προσφεύγουσας Α. Γενικὲς ἀρχές 59. Τὸ Δικαστήριο ἐπαναλαμβάνει ὅτι στὸ θέμα τῆς Παιδείας καὶ τῆς Διδασκαλίας τὸ ἄρθρο 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 ἀποτελεῖ κατ ἀρχὴν «lex specialis» σὲ σχέση μὲ τὸ ἄρθρο 9 τῆς Συμβάσεως. Τοῦτο ἰσχύει τοὐλάχιστον ὅπου, ὅπως στὴν παροῦσα ὑπόθεση, ἀνακύπτει ὑποχρέωση τῶν συμβαλλομένων Κρατῶν τὴν ὁποία θεσπίζει ἡ δεύτερη φράση τοῦ ἄρθρου 2 νὰ σεβασθοῦν, κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν Ἁρμοδιοτήτων ποὺ ἀναλαμβάνουν στὸν τομέα αὐτόν, τὸ δικαίωμα τῶν γονέων νὰ ἐξασφαλίσουν αὐτὴν τὴν παιδεία καὶ διδασκαλία σύμφωνα μὲ τὶς δικές τους θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις. (Ἀπόφαση τῆς 29. 6. 2007 ὑπόθ. Folgero καὶ ἄλλοι κατὰ Νορβηγίας, προσφυγὴ ὑπ ἀριθμ. 1547/02 CEDH 2007 VIII 84. Ἑπομένως, πρέπει νὰ ἐξετασθεῖ ὁ προβαλλόμενος ἐν προκειμένῳ λόγος, κυρίως, ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς δεύτερης φράσεως τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 (ἰδέ, ἐπίσης, ἀπόφαση τῆς 6. 10. 2009 ὑπόθ. Appel Irrgang καὶ ἄλλοι κατὰ τῆς Γερμανίας, προσφυγὴ ὑπ ἀριθμ. 45216 CEDH 2009). 60. Ἐν τούτοις, ἡ φράση πρέπει νὰ ἀναγνωσθεῖ ὄχι μόνον ὑπὸ τὸ φῶς τῆς πρώτης φράσεως τοῦ αὐτοῦ ἄρθρου, ἀλλά, ἐπίσης, καὶ ἰδίως, τοῦ ἄρθρου 9 τῆς Συμβάσεως (ἰδὲ, γιὰ παράδειγμα, τὴν ἀπόφαση Folgero ὡς ἀνωτέρω 84 ἡ ὁποία ἐγγυᾶται τὴν ἐλευθερία τῆς σκέψεως, τῆς συνειδήσεως, καὶ τῆς θρησκείας συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς ἐλευθερίας τοῦ μὴ ἀνήκειν σὲ καμία θρησκεία καὶ ἡ ὁποία ἐπιβάλλει στὰ συμβαλλόμενα Κράτη ἕνα «καθῆκον οὐδετερότητας καὶ ἀμεροληψίας». Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια, πρέπει νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι τὰ Κράτη ἔχουν τὴν εὐθύνη νὰ ἐξασφαλίζουν, μὲ οὐδετερότητα καὶ ἀμεροληψία, τὴν ἄσκηση τῶν διαφόρων θρησκειῶν, θρησκευμάτων καὶ πίστεων. Ὁ ρόλος τους εἶναι νὰ συμβάλουν στὴν ἐμπέδωση τῆς δημοσίας τάξεως, τὴν θρησκευτικὴ ἁρμονική συνύπαρξη καὶ ἀνοχὴ σὲ μία δημοκρατικὴ κοινωνία, ἰδίως, μεταξὺ ἀντιτιθεμένων ὁμάδων (ἰδέ, γιὰ παράδειγμα τὴν ἀπόφαση τῆς 10. 11. 2005 τῆς Leyla Sahin κατὰ Τουρκίας [GC] CEDH 2005 XO 107). Τοῦτο ἀφορᾶ ἀφενὸς τὶς σχέσεις μεταξὺ πιστῶν καὶ μὴ πιστῶν καὶ ἀφετέρου τὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν ὀπαδῶν τῶν διαφόρων θρησκειῶν, θρησκευμάτων καὶ πίστεων. 61. Ἡ λέξη «σεβασμός» στὸ ἄρθρο 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 σημαίνει, περισσότερον, ἀπὸ τὴν «ἀναγνώριση» ἤ τὸ «λαμβάνειν ὑπ ὄψιν». Πέρα ἀπὸ τὴν ἀνάληψη μιᾶς περισσότερο ἀρνητικῆς ὑποχρέωσης, ὁ «σεβασμός» συνεπάγεται τὴν ἀνάληψη μιᾶς θετικῆς ὑποχρέωσης ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Κράτους (ἰδέ, ὑπόθεση Cambell καὶ Cosans ὡς ἀνωτέρω 37). Ἐν τούτοις, οἱ ἀπαιτήσεις τῆς ἔννοιας τοῦ «σεβασμοῦ» ἡ ὁποία ἐμφανίζεται, ἐπίσης, στὸ ἄρθρο 8 τῆς Συμβάσεως, ποικίλλουν πολὺ ἀπὸ τὴν μία ὑπόθεση στὴν ἄλλη, δοθείσης τῆς διαφοροποιήσεως τῶν ἀκολουθουμένων πρακτικῶν καὶ τῶν ὑφισταμένων ὅρων στὰ συμβαλλόμενα Κράτη. Ὡς ἀποτέλεσμα, τὰ συμβαλλόμενα Κράτη ἀπολαμβάνουν ἑνὸς εὐρέως περιθωρίου ἐκτιμήσεως στὸν καθορισμὸ τῶν μέτρων ποὺ πρέπει νὰ λάβουν γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὸν σεβασμὸ τῆς Συμβάσεως ἐν σχέσει πρὸς τὶς ἀνάγκες καὶ τοὺς πόρους τῆς Κοινωνίας καὶ τῶν ἀτόμων. Στὸ πλαίσιο τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 ἡ ἀντίληψη αὐτὴ σημαίνει, εἰδικῶς, ὅτι ἡ διάταξη αὐτὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνευθεῖ ὡς ἐπιτρέπουσα στοὺς γονεῖς νὰ ἀπαιτήσουν ἀπὸ τὸ Κράτος νὰ τοὺς παράσχει μιὰ ἰδιαίτερη μορφὴ διδασκαλίας (ἰδὲ ἀπόφαση ἐπὶ τοῦ παραδεκτοῦ Bulski κατὰ Πολωνίας προσφυγὴ ὑπ ἀριθμ. 46254/99 καὶ 31888/02). 62. Τὸ Δικαστήριο ἀναφέρεται, ἐπίσης, στὴν Νομολογία τοῦ ἐπὶ τῆς θέσεως τῆς θρησκείας στὸ Σχολικὸ Πρόγραμμα (ἰδέ, κυρίως, τὶς ἀποφάσεις τῆς 7. 12. 1976 ὑπόθ. Kjeldsen, Busk Mudsen καὶ Pedersen κατὰ τῆς Δανίας Σειρὰ Α Νο 23 50-53 ὡς ἄνω 84 καὶ τῆς 9. 10. 2007 ὑπόθ. Hassan καὶ Eylem Zengin κατὰ Τουρκίας προσφυγὴ ὑπ ἀριθμ. 1448/04 CEDH 2007 ΧΙ 51-52). 10 ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011

Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν Νομολογία ὁ καθορισμὸς τῆς ἀναμορφώσεως τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν ἀνήκει στὴν ἁρμοδιότητα τῶν συμβαλλομένων Κρατῶν. Δὲν ἀνήκει, κατ ἀρχήν, στὸ Δικαστήριο νὰ ἀποφανθεῖ ἐπὶ παρομοίων ζητημάτων, καθὼς οἱ λύσεις ἐνδέχεται θεμιτῶς νὰ ποικίλλουν συμφώνως μὲ τὰ Κράτη καὶ τὶς ἐποχές. Ἰδιαίτερα, ἡ δεύτερη φράση τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 δὲν ἐμποδίζει τὰ Κράτη νὰ προωθοῦν διὰ τῆς Παιδείας ἤ τῆς διδασκαλίας πληροφορίες ἤ γνώσεις ποὺ νὰ ἔχουν ἀμέσως ἤ ἐμμέσως θρησκευτικὸ ἤ φιλοσοφικὸ χαρακτήρα. Δὲν ἐπιτρέπει κἄν στοὺς γονεῖς νὰ φέρουν ἀντίρρηση στὴν εἰσαγωγὴ παρόμοιας διδασκαλίας ἤ ἐκπαιδεύσεως στὸ Σχολικὸ Πρόγραμμα. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, καθὼς ἀποσκοπεῖ στὴν ἐξασφάλιση τῆς δυνατότητας τοῦ πλουρασμοῦ στὴν Ἐκπαίδευση, ἐπιβάλλει στὸ Κράτος, κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν λειτουργιῶν του σχετικὰ μὲ τὴν ἐκπαίδευση καὶ διδασκαλία, νὰ φροντίζει, ὥστε οἱ πληροφορίες ἤ γνώσεις ποὺ περιλαμβάνονται στὸ Πρόγραμμα Σπουδῶν, νὰ προωθοῦνται κατὰ τρόπο ἀντικειμενικό, κριτικὸ καὶ πλουραλιστικό, ἐπιτρέποντας στοὺς μαθητὲς νὰ ἀναπτύξουν κριτικὴ σκέψη, ἰδίως, ἔναντι τῆς θρησκείας σὲ μία ἥρεμη ἀτμόσφαιρα ἐλεύθερη ἀπὸ κάθε προσηλυτισμό. Τὸ Κράτος ἀπαγορεύεται νὰ δρᾶ μὲ σκοπὸ προσηλυτισμοῦ, ὁ ὁποῖος, ἐνδεχομένως, θὰ ἐθεωρεῖτο ὅτι δὲν σέβεται τὶς θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις τῶν γονέων. Ἐκεῖ εἶναι τὸ ὅριο, τὸ ὁποῖο τὰ Κράτη δὲν πρέπει νὰ ὑπερβοῦν (ἰδὲ προαναφερθείσας ἀποφάσεις στὴν ἴδια 53, 84 καὶ 52 ἀντιστοίχως). Β. Ἐκτίμηση τῶν στοιχείων τῆς ὑποθέσεως ὑπὸ τὸ φῶς τῶν ὡς ἄνω ἀρχῶν. 63. Τὸ Δικαστήριο δὲν ἀποδέχεται τὴν ἄποψη τῆς Κυβερνήσεως ὅτι ἡ ὑποχρέωση ποὺ ἐπιβάλλεται στὰ συμβαλλόμενα Κράτη ἀπὸ τὴν δεύτερη φράση τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 ἀφορᾶ μόνον τὸ περιεχόμενο τῶν Σχολικῶν Προγραμμάτων, ἑπομένως, τὸ ζήτημα τῆς παρουσίας τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Δημόσιες σχολικὲς αἴθουσες ἐκφεύγει τοῦ πεδίου ἐφαρμογῆς της. Εἶναι ἀληθὲς ὅτι ἀριθμὸς ὑποθέσεων στὶς ὁποῖες τὸ Δικαστήριο ἐξέτασε αὐτὴ τὴ διάταξη ἀφοροῦσε τὸ περιεχόμενο καὶ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ Σχολικοῦ Προγράμματος. Ἐν τούτοις, ὅπως ἔχει ἤδη νομολογήσει τὸ Δικαστήριο ἡ ὑποχρέωση τῶν Συμβαλλομένων Κρατῶν νὰ σέβονται τὶς θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις τῶν γονέων δὲν ἀφορᾶ, μόνον, τὴν ὕλη τῆς Διδασκαλίας καὶ τὸν τρόπο ποὺ αὐτὴ παρέχεται. Ἐπιβάλλεται σὲ αὐτά, - σύμφωνα μὲ τοὺς ὅρους τῆς δεύτερης φράσεως τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 «κατὰ τὴν ἄσκηση» τοῦ συνόλου τῶν ἁρμοδιοτήτων ποὺ ἀναλαμβάνουν ἐπὶ θεμάτων Ἐκπαιδεύσεως καὶ Διδασκαλίας (ἰδέ, σχετικῶς, ἀποφάσεις Kjldsen, Busk Madsen καὶ Pedersen, ὡς ἀνωτέρω, 50, Βαλσάμης κατὰ Ἑλλάδος τῆς 18. 12. 1996 εἰς Recueil des arrêtes et décisions 1996 VI 27 καὶ Hasan Eylem ὡς ἀνωτέρω 49 καὶ Folgero ὡς ἀνωτέρω 84). Τοῦτο περιλαμβάνει, ἀναμφίβολα, τὴν διευθέτηση τοῦ Σχολικοῦ περιβάλλοντος, ὅταν τὸ ἐσωτερικὸ Δίκαιο προβλέπει ὅτι ἡ ἁρμοδιότητα αὐτὴ ἀνήκει στὶς Δημόσιες Ἀρχές. Στὸ πλαίσιο αὐτὸ τοποθετεῖται ἡ παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς Δημόσιες αἴθουσες (ἰδὲ τὰ ἄρθρα 118 τοῦ Βασιλικοῦ Διατάγματος ὑπ ἀριθμ. 965 τῆς 30. 4. 1924, 119 τοῦ Βασιλικοῦ Διατάγματος ὑπ ἀριθμ. 1297 τῆς 26. 4. 1928 καὶ 159, 190 τοῦ Νομοθετικοῦ Διατάγματος τῆς 16. 4. 1994 14 καὶ 19 ἀνωτέρω). 64. Γενικῶς τὸ Δικαστήριο θεωρεῖ ὅτι, ὅταν ἡ διευθέτηση τοῦ Σχολικοῦ περιβάλλοντος ἀνάγεται στὴν Ἁρμοδιότητα τῶν Δημοσίων Ὑπηρεσιῶν, πρέπει νὰ θεωρηθεῖ ἡ λειτουργία αὐτὴ ὡς ἀσκούμενη ἀπὸ τὸ Κράτος στὸν τομέα τῆς Ἐκπαίδευσης καὶ τῆς διδασκαλίας μὲ τὴν ἔννοια τῆς δεύτερης φράσεως τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλου ὑπ ἀριθμ. 1. 65. Προκύπτει, ἑπομένως, ὅτι γιὰ τὸ κατὰ πόσον ἡ παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου εἶναι θεμιτὴ στὶς Δημόσιες Σχολικὲς αἴθουσες ἀποτελεῖ μέρος τῶν λειτουργιῶν ποὺ ἀσκοῦνται ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 11

ἀπὸ τὸ προσβαλλόμενο Κράτος σὲ σχέση μὲ τὴν Ἐκπαίδευση καὶ τὴν Διδασκαλία καί, συνεπῶς, ἐμπίπτει στὸ πεδίο ἐφαρμογῆς τῆς δεύτερης φράσεως τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1. Τοῦτο σημαίνει ὅτι στὴν περίπτωση αὐτὴ ἰσχύει ἡ ὑποχρέωση τοῦ Κράτους νὰ σέβεται τὸ δικαίωμα τῶν γονέων νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν Ἐκπαίδευση καὶ διδασκαλία τῶν δικῶν τους τέκνων σύμφωνα μὲ τὶς δικές τους θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις. 66. Περαιτέρω, τὸ Δικαστήριο θεωρεῖ ὅτι ὁ Ἐσταυρωμένος εἶναι, πρωτίστως, θρησκευτικὸ σύμβολο. Τὰ ἐσωτερικὰ Δικαστήρια κατέληξαν στὸ αὐτὸ συμπέρασμα καὶ ἡ Κυβέρνηση ἐπ οὐδενὶ τὸ ἀμφισβήτησε. Τὸ ἐρώτημα κατὰ πόσον ὁ Ἐσταυρωμένος ἐπιφορτίζεται μὲ οἰοδήποτε ἄλλο νοηματικὸ περιεχόμενο πέραν τοῦ θρησκευτικοῦ του συμβολισμοῦ δὲν εἶναι ἀποφασιστικῆς σημασίας στὸ παρὸν στάδιο κρίσεως. Δὲν ὑπάρχουν ἐνώπιον τοῦ Δικαστηρίου στοιχεῖα ποὺ νὰ ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ἀνάρτηση ἑνὸς θρησκευτικοῦ συμβόλου στοὺς τοίχους τῶν Σχολικῶν αἰθουσῶν, δύναται νὰ ἔχει ἐπίδραση στοὺς μαθητές. Δὲν μποροῦμε, συνεπῶς, νὰ βεβαιώσουμε ὅτι ἔχει ἤ ὄχι ἐπίδραση ἐπὶ τῶν νέων ἀτόμων τῶν ὁποίων οἱ πεποιθήσεις εὑρίσκονται ἀκόμη ὑπὸ διαμόρφωση. Ἐν τούτοις, εἶναι κατανοητὸ ὅτι ἡ προσφεύγουσα στὴν ἀνάρτηση τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς αἴθουσες ἑνὸς Δημοσίου Σχολείου, ὅπου φοιτοῦσαν τὰ παιδιά της, θὰ μποροῦσε νὰ δεῖ μιὰ ἔλλειψη σεβασμοῦ ἐκ μέρους τοῦ Κράτους τοῦ δικαιώματός της, νὰ ἐξασφαλίσει σὲ αὐτὰ παιδεία καὶ διδασκαλία σύμφωνες μὲ τὶς δικές της φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις. Ἐν τούτοις, ἡ ὑποκειμενικὴ ἄποψη τῆς προσφεύγουσας δὲν μπορεῖ ἀφ ἑαυτῆς νὰ κριθεῖ ἐπαρκής, ὥστε νὰ διαπιστωθεῖ μία παραβίαση τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1. 67. Ἡ Κυβέρνηση, ἀπὸ τὴν πλευρά της, ἐπεξηγεῖ ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς αἴθουσες τῶν Δημοσίων Σχολείων, ὡς καρπὸς τῆς ἱστορικῆς ἐξελίξεως τῆς Ἰταλίας, ἀποτελεῖ γεγονὸς ποὺ τῆς δίνει, ὄχι μόνον χροιά, ἀλλά, ἐπίσης, τὴν καθιστᾶ στοιχεῖο ταυτότητος ποὺ ἀντιστοιχεῖ σὲ μία Παράδοση, τὴν ὁποία θεωρεῖ, σημαντικόν, νὰ διατηρήσει. Προσθέτει ὅτι πέραν τοῦ θρησκευτικοῦ του νοήματος ὁ Ἐσταυρωμένος συμβολίζει τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἀξίες οἱ ὁποῖες θεμελίωσαν τὴν Δημοκρατία καὶ τὸν Δυτικὸ Πολιτισμὸ καὶ ὅτι ἡ παρουσία του στὶς Σχολικὲς αἴθουσες εἶναι, μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια, δικαιολογημένη. 68. Τὸ Δικαστήριο ἐκφράζει τὴ θέση ὅτι ἡ ἀπόφαση διατηρήσεως ἤ ὄχι μιᾶς παραδόσεως ἐμπίπτει, κατ ἀρχήν, στὸ περιθώριο ἐκτιμήσεως τοῦ προσβαλλομένου Κράτους. Τὸ Δικαστήριο πρέπει, ἐπιπλέον, νὰ λάβει ὑπ ὄψιν τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Εὐρώπη χαρακτηρίζεται ἀπὸ μεγάλη διαφορετικότητα μεταξὺ τῶν Κρατῶν ποὺ τὴν ἀποτελοῦν, ἰδιαίτερα, στὸ πεδίο τῆς Πολιτιστικῆς καὶ ἱστορικῆς ἐξέλιξης. Τονίζει, ἐν τούτοις ὅτι ἡ ἐπίκληση μιᾶς Παραδόσεως δὲν μπορεῖ νὰ ἀπαλλάσσει ἕνα συμβαλλόμενο Κράτος ἀπὸ τὴν ὑποχρέωσή του νὰ σέβεται τὰ δικαιώματα καὶ τὶς ἐλευθερίες ποὺ ἔχουν θεσπισθεῖ μὲ τὴν Σύμβαση καὶ τὰ Πρωτόκολλα. Σχετικὰ μὲ τὴν ἄποψη τῆς Κυβέρνησης ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ Ἐσταυρωμένου, τὸ Δικαστήριο σημειώνει ὅτι τὸ Συμβούλιο Ἐπικρατείας καὶ ὁ Ἄρειος Πάγος ἔχουν ἀποκλίνουσες θέσεις ἐν προκειμένῳ καὶ ὅτι τὸ Συνταγματικὸ Δικαστήριο δὲν ἀπεφάνθη (ἰδὲ παραγράφους 16 καὶ 23 ἀνωτέρω). Ὅμως δὲν ἀνήκει στὸ Δικαστήριο νὰ τοποθετηθεῖ ἐπὶ ἑνὸς ἐσωτερικοῦ ζητήματος μεταξὺ ἐσωτερικῶν Δικαστηρίων. 69. Γεγονὸς παραμένει ὅτι τὰ συμβαλλόμενα Κράτη ἀπολαμβάνουν ἑνὸς περιθωρίου ἐκτιμήσεως στὶς προσπάθειές τους νὰ συνθέσουν τὴν ἄσκηση τῶν λειτουργιῶν ποὺ ἀναλαμβάνουν σὲ σχέση μὲ τὴν Ἐκπαίδευση καὶ Διδασκαλία μὲ τὸ σεβασμὸ στὸ δικαίωμα τῶν Γονέων νὰ ἐξασφαλίσουν Ἐκπαίδευση καὶ Διδασκαλία σὐμφωνη μὲ τὶς δικές τους θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις (ἰδὲ 61-62 ἀνωτέρω). Τοῦτο ἔχει ἐφαρμογὴ στὴν διευθέτηση τοῦ Σχολικοῦ περιβάλλοντος καθὼς καὶ στὸν καθορισμὸ καὶ σχεδιασμὸ τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν (ὅπως τὸ Δικα- 12 ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011

στήριο ἔχει ἤδη τονίσει: ἰδέ, κυρίως, προανφερθείσας ἀποφάσεις Kjldsen, Busk, Mudfsen καὶ Pedersen 50 53, Folgero 84, Zengin 51 52, 62 ἀνωτέρω). Ἑπομένως, τὸ Δικαστήριο πρέπει κατ ἀρχὴν νὰ σέβεται τὶς Ἀποφάσεις τῶν συμβαλλομένων Κρατῶν ἐπὶ τῶν ζητημάτων αὐτῶν, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς θέσεως τὴν ὁποία δίδουν στὴν θρησκεία, ὑπὸ τὴν προϋπόθεση ὅτι αὐτὲς οἱ ἀποφάσεις δὲν ὁδηγοῦν σὲ κάποια μορφὴ προσηλυτισμοῦ. 70. Τὸ Δικαστήριο συμπεραίνει ἐπὶ τοῦ προκειμένου ὅτι ἡ ἀπόφαση περὶ τῆς παρουσίας τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς αἴθουσες τῶν Δημοσίων Σχολείων, ἐμπίπτει κατ ἀρχήν, στὸ περιθώριο ἐκτιμήσεως τοῦ προσβαλλομένου Κράτους. Ἐπιπλέον, τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ὑπάρχει Εὐρωπαϊκὴ συναίνεση στὸ ζήτημα τῆς παρουσίας τῶν θρησκευτικῶν συμβόλων στὰ Δημόσια Σχολεῖα (ἰδὲ 26-28 ἀνωτέρω) ἐνισχύει τὴ θέση τοῦ Δικαστηρίου. Ἐν τούτοις, τὸ περιθώριο ἐκτιμήσεως συνυπάρχει μὲ τὸν Εὐρωπαϊκὸ ἔλεγχο (ἰδέ, γιὰ παράδειγμα mutatis mutandis τῆς προαναφερθεῖσα ἀπόφαση Leyla Sahin 110) στὸν ὁποῖο τὸ Δικαστήριο ἔχει τὴν ἁρμοδιότητα νὰ προσδιορίσει ἐὰν ἔχει γίνει ὑπέρβαση τῶν ὁρίων ποὺ ἀναφέρονται στὴν παράγραφο 69. 71. Ἐπὶ τῶν ἀνωτερω εἶναι ἀληθὲς ὅτι ὁρίζοντας διὰ νόμου τὴν παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς αἴθουσες τῶν Δημοσίων Σχολείων ἕνα σύμβολο στὸ ὁποῖο εἴτε ἀποδίδεται εἴτε ὄχι μία, ἐπιπλέον συμβολικὴ ἀξία, ἀναμφίβολα ἀναφέρεται στὸν Χριστιανισμό παρέχεται στὴν πλειοψηφοῦσα στὸ Κράτος θρησκεία μίαν ὑπερέχουσα προβολὴ στὸ Σχολικὸ περιβάλλον. Ἐν τούτοις, αὐτὸ καθεαυτὸ δὲν ἀρκεῖ, ὥστε νὰ χαρακτηρίσει μία ἀπόπειρα προσηλυτισμοῦ ἐκ μέρους τοῦ προσβαλλομένου Κράτους καὶ γιὰ νὰ θεμελιώσει παραβίαση τῶν ὑποχρεώσεων τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1. Στὸ σημεῖο αὐτὸ τὸ Δικαστήριο παραπέμπει mutatis mutandis στὰς προαναφερθείσας ἀποφάσεις τῶν Folgero καὶ Zengin. Ἡ ἀπόφαση Folgero ἡ ὁποία ἐκλήθη νὰ ἐξετάσει τὸ περιεχόμενο τοῦ μαθήματος «Χριστιανισμός, θρησκεία καὶ Φιλοσοφία» (KRL) κατέληξε στὸ ὅ, τι παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ πρόγραμμα παρεῖχε εὑρύτερη γνώση τῆς χριστιανικῆς θρησκείας σὲ σχέση μὲ τὶς ἄλλες, δὲν μποροῦσε, αὐτὸ καθεαυτό, νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ἀφίστατο τῶν ἀρχῶν τοῦ πλουραλισμοῦ καὶ τῆς ἀντικειμενικότητας καὶ ὅτι κατέληγε σὲ προσηλυτισμό. Θεώρησε ὅτι ἐνόψει τῆς θέσεως ποὺ κατεῖχε ὁ Χριστιανισμὸς στὴν ἱστορία καὶ τὴν παράδοση τοῦ προσβαλλομένου Κράτους τῆς Νορβηγίας ἡ ὑπόθεση ἐνέπιπτε στὸ περιθώριο ἐκτίμησης ποὺ τοῦ ἀναγνωρίζεται στὴ διαμόρφωση καὶ ἐφαρμογὴ τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν (ἰδὲ Folgero, ὡς ἀνωτέρω 89). Κατέληξε σὲ ἕνα παρόμοιο συμπέρασμα ἐπὶ τοῦ περιεχομένου τῶν μαθημάτων «θρησκευτικὸς Πολιτισμὸς καὶ γνώσεις ἠθικῆς» ποὺ διδάσκεται στὰ Τουρκικὰ Σχολεῖα, στὰ ὁποῖα τὸ Πρόγραμμα παρεῖχε εὑρύτερη προβολὴ τῆς γνώσης τοῦ Ἰσλάμ, λόγῳ τοῦ ὅτι τὸ Ἰσλὰμ εἶναι ἡ θρησκεία, ποὺ ἀσκεῖται κατὰ πλειοψηφία στὴν Τουρκία, ἀσχέτως, τῆς κοσμικῆς (λαϊκῆς) φύσεως τοῦ Κράτους. (Ἰδὲ ἀπόφαση Zengin, ὡς ἀνωτέρω 63). 72. Ἐπιπλέον, ἕνας Ἐσταυρωμένος σὲ ἕνα τοῖχο ἕνα σύμβολο, κυρίως, παθητικὸ καὶ τὸ σημεῖο αὐτὸ ἔχει σημασία γιὰ τὸ Δικαστήριο, ἰδίως ἐνόψει τῆς ἀρχῆς τῆς οὐδετερότητας (ἰδὲ 60 ἀνωτέρω). Δὲν μποροῦμε, συνεπῶς, νὰ ἀποδώσουμε στὸ σύμβολο μιὰ ἐπίδραση ἐπὶ τῶν μαθητῶν παρόμοια μὲ ἐκείνη τῆς προφορικῆς διδασκαλίας ἤ τῆς συμμετοχῆς σὲ θρησκευτικὲς δραστηριότητες (ἰδὲ ἐπὶ τῶν σημείων αὐτῶν Folgero καὶ Zengin ὡς ἀνωτέρω, 94 καὶ 64 ἀντιστοίχως). 73. Τὸ Δικαστήριο παρατηρεῖ ὅτι στὴν ἀπόφασή του τῆς 3 ης Νοεμβρίου 2009, τὸ Τμῆμα τοῦ Δικαστήριου εἶχε δεχθεῖ τὴν πρόταση ὅτι ἡ ἀνάρτηση τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς αἴθουσες θὰ εἶχε σημαντικὴ ἐπίπτωση ἐπὶ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου προσφεύγοντος οἱ ὁποῖοι ἐκείνη τὴν ἐποχὴ εἶχαν ἡλικία ἕντεκα καὶ δεκατριῶν ἐτῶν. Τὸ Δικαστήριο στὴν ἀπόφαση τοῦ Τμήματος δέχθηκε ὅτι στὸ πλαίσιο τῆς Δημόσιας Ἐκπαίδευσης, ὁ Ἐσταυρωμένος, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀδύνατον νὰ μὴν γίνει ἀντιληπτὸς στὶς Σχολικὲς αἴθουσες, κατ ἀνάγκη, ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο μέρος τοῦ Σχολικοῦ περιβάλλοντος καί, ἑπομένως, ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 13

μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ «ἱσχυρὸ ἐξωτερικὸ σύμβολο» μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ἀποφάσεως Dahlab ὡς ἀνωτέρω (ἰδὲ 54 καὶ 55 τῆς Ἀποφάσεως). Ἡ Ὁλομέλεια τοῦ Δικαστηρίου δὲν συμφωνεῖ μὲ αὐτὴ τὴν προσέγγιση. Θεωρεῖ ὅτι ἐκείνη ἡ ἀπόφαση δὲν μπορεῖ νὰ χρησιμεύει ὡς βάση αὐτῆς τῆς ὑποθέσεως, διότι οἱ περιστάσεις τῶν δύο αὐτῶν ἀποφάσεων εἶναι τελείως διαφορετικές. Ἐπισημαίνει ὅτι ἡ Ἀπόφαση Dahlab ἀφοροῦσε τὴν ἀπαγόρευση σὲ μία δασκάλα νὰ φέρει τὴν ἰσλαμικὴ μαντήλα ἐνόσω δίδασκε, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἀποσκοποῦσε στὴν προστασία τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῶν μαθητῶν καὶ τῶν γονέων τους καὶ στὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἀρχῆς τῆς θρησκευτικῆς οὐδετερότητας τοῦ Σχολείου κατὰ τὸ ἐσωτερικὸ Δίκαιο. Μετὰ τὴν διαπίστωση ὅτι οἱ ἀρχὲς στάθμισαν δεόντως τὰ ἑκατέρωθεν συμφέροντα, τὸ Δικαστήριο ἔκρινε λαμβάνοντας, πρωτίστως, ὑπόψιν τὴν μικρὴ ἡλικία τῶν παιδιῶν γιὰ τὰ ὁποῖα ἦταν ὑπεύθυνη ἡ προσφεύγουσα, ὅτι οἱ ἀρχὲς δὲν ὑπερέβησαν τὸ περθώριο ἐκτιμήσεώς τους. 74. Ἐπιπλέον, οἱ ἐπιπτώσεις ἀπὸ τὴν μεγαλύτερη προβολὴ ποὺ δίνει στὸν Χριστιανισμὸ ἡ παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου στὰ σχολεῖα χρειάζεται νὰ συσχετισθοῦν μὲ τὰ ἀκόλουθα: Πρῶτον, ἡ παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου δὲν συνδέεται μὲ ὑποχρεωτικὴ διδασκαλία περὶ Χριστιανισμοῦ (ἰδὲ στοιχεῖα συγκριτικοῦ Δικαίου στὴν ἀπόφαση Zengin 33). Δεύτερον, σύμφωνα μὲ τὶς θέσεις τῆς Κυβερνήσεως ἡ Ἰταλία ἀνοίγει παράλληλα τὸ Σχολικὸ περιβάλλον καὶ σὲ ἄλλες θρησκεῖες. Ἡ Κυβέρνηση ἐπισήμανε, ἐπίσης, ὅτι δὲν ἀπαγορεύεται στοὺς μαθητὲς νὰ φέρουν ἰσλαμικὲς μαντῆλες ἤ ἄλλα σύμβολα ἤ ἐνδείξεις ἐνδυματολογικὲς μὲ θρησκευτικὴ σημασία ἐνῶ εἶναι δυνατὲς ἐναλλακτικὲς διευθετήσεις ποὺ νὰ διευκολύνουν τὴν σχολικὴ συνδιαλλαγὴ μὲ τὴν θρησκευτικὴ πρακτικὴ τῶν μειονοτήτων, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τοῦ Ραμαζανίου «ἑορτάζονται συχνά» στὰ σχολεῖα καὶ μπορεῖ νὰ ὀργανωθεῖ προαιρετικὴ θρησκευτικὴ Ἐκπαίδευση στὰ Σχολεῖα γιὰ ὅλες τὶς ἀναγνωρισμένες θρησκεῖες (ἰδὲ 39 ἀνωτέρω). Ἐπιπρόσθετα, τίποτε δὲν ἀποδεικνύει ὅτι, οἱ ἀρχὲς δὲν εἶναι ἀνεκτικὲς σὲ μαθητὲς ποὺ ἀνήκουν σὲ ἄλλες θρησκεῖες ἤ εἶναι ἄθεοι ἤ διατηροῦν μὴ θρησκευτικὲς φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις. Ἐπιπλέον, οἱ προσφευγοντες δὲν ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς αἴθουσες ἐνθάρρυνε τὴν ἀνάπτυξη πρακτικῶν διδασκαλίας μὲ τάση στὸν προσηλυτισμό, οὔτε ὑποστήριξαν ὅτι ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτων προσφεύγων βρέθηκαν ἀντιμέτωποι πρὸς κάποιον Διδάσκαλο ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν καθηκόντων του ἐπηρεάστηκε ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ συμβόλου τοῦ Ἐσταυρωμένου. 75. Τέλος, τὸ Δικαστήριο παρατηρεῖ ὅτι ἡ πρώτη προσφεύγουσα διατήρησε πλήρως τὸ δικαίωμά της ὡς γονέως νὰ διαφωτίσει καὶ νὰ συμβουλεύει τὰ τέκνα της, νὰ ἀσκεῖ πρὸς αὐτὰ τὸ λειτούργημά της ὡς δασκάλας καὶ νὰ τὰ καθοδηγεῖ σὲ μία κατεύθυνση σύμφωνη μὲ τὶς δικές της φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις (ἰδέ, κυρίως, Kjldsen, Busk Madsen καὶ Pedersen καὶ Βαλσάμης 54 καὶ 31 ἀντίστοιχα). 76. Ἀπὸ τὰ προαναφερόμενα προκύπτει ὅτι, ἀποφασίζοντας τὴν διατήρηση τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς Σχολικὲς αἴθουσες τοῦ Δημοσίου Σχολείου ποὺ φοιτοῦν τὰ τέκνα τῆς προσφεύγουσας, οἱ Ἀρχὲς ἐνήργησαν μέσα στὰ ὅρια τοῦ περιθωρίου ἐκτιμήσεως ποὺ διαθέτει τὸ καθ οὗ Κράτος στὸ πλαίσιο τῆς ὑποχρεώσεώς του τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἀσκήσεως τῶν καθηκόντων ποὺ ἀναλαμβάνει σχετικὰ μὲ τὴν Ἐκπαίδευση καὶ τὴν Διδασκαλία, τοῦ δικαιώματος τῶν γονέων νὰ ἐξασφαλίσουν παρόμοια Ἐκπαίδευση καὶ Διδασκαλία σύμφωνα μὲ τὶς δικές τους θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις. 77. Συνεπῶς, τὸ Δικασήριο ἀποφαίνεται ἐπὶ τῶν ἰσχυρισμῶν τῆς προσφεύγουσας ὅτι δὲν ὑπῆρξε παραβίαση τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1. Περαιτέρω θεωρεῖ ὅτι δὲν τίθεται κανένα ἐπι μέρους θέμα ἐπὶ τοῦ ἄρθρου 9 τῆς Συμβάσεως 2. Ἡ περίπτωση τοῦ δευτέρου καὶ τοῦ τρίτου τῶν προσφευγόντων. 78. Τὸ Δικαστήριο θεωρεῖ ὅτι, ἐὰν ἀναγνω- 14 ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011

σθεῖ δεόντως ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ ἄρθρου 9 τῆς Συμβάσεως καὶ τῆς δεύτερης φράσεως τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1, ἡ πρώτη φράση τῆς διατάξεως αὐτῆς ἐγγυᾶται στοὺς μαθητὲς τὸ δικαίωμα στὴν Ἐκπαίδευση μὲ τρόπο ὁ ὁποῖος σέβεται τὸ δικαίωμά τους νὰ πιστεύουν ἤ νὰ μὴν πιστεύουν. Ἑπομένως, κατανοεῖ ὅτι μαθητὲς ποὺ τάσσονται ὑπὲρ τῆς ἀθεΐας ἐνδέχεται νὰ διακρίνουν ὡς πρὸς τὴν παρουσία τοῦ Ἐσταυρωμένου στὶς σχολικὲς αἴθουσες τῶν Δημοσίων Σχολείων στὰ ὁποῖα φοιτοῦν μία παράβαση τῶν δικαιωμάτων ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὶς διατάξεις αὐτές. Ἐκτιμᾶ ἐν τούτοις (τὸ Δικαστήριο) ὅτι γιὰ τοὺς λόγους ποὺ παρατέθηκαν κατὰ τὴν ἐξέταση τῆς ὑποθέσεως τοῦ πρώτου προσφεύγοντος, δὲν ὑπῆρξε παραβίαση τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 ἐπὶ τῶν ἰσχυρισμῶν τοῦ δευτέρου καὶ τοῦ τρίτου τῶν προσφευγόντων. Περαιτέρω, θεωρεῖ ὅτι κανένα ἐπὶ μέρους θέμα δὲν ἐγείρεται ἐπὶ τοῦ πεδίου τοῦ ἄρθρου 9 τῆς Συμβάσεως. ΙΙ. Ἐπὶ τῆς ἐπικαλουμένης παραβιάσεως τοῦ ἄρθρου 14 τῆς Συμβάσεως 79. Οἱ προσφεύγοντες ἐκτιμοῦν ὅτι ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος μεταξὺ αὐτῶν βρέθηκαν ἐνώπιον τῆς θέας τοῦ Ἐσταυρωμένου ποὺ ἦταν ἀνηρτημένος στὶς Σχολικὲς αἴθουσες τῶν Δημοσίων σχολείων στὸ ὁποῖο φοιτοῦσαν καὶ οἱ τρεῖς, ἄν καὶ δὲν ἦσαν Καθολικοί, ὑπέστησαν μία διαφορετικὴ διακριτικὴ μεταχείριση ἐν σχέσει πρὸς τοὺς Καθολικοὺς γονεῖς καὶ τὰ τέκνα τους. Μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι «οἱ ἀρχὲς ποὺ θεμιλιώνονται ὑπὸ τῶν ἄρθρων 9 τῆς Συμβάσεως καὶ 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 ἐνισχύονται ἀπὸ τὶς Διατάξεις τοῦ ἄρθρου 14 τῆς Συμβάσεως» καταγγέλλουν μία παραβίαση τοῦ τελευταίου ἄρθρου κατὰ τοὺς ὅρους τοῦ ὁποίου: «Ἡ ἀπόλαυση τῶν δικαιωμάτων καὶ τῶν ἐλευθεριῶν ποὺ ἀναγνωρίζονται ὑπὸ ( ) τῆς Συμβάσεως ἐξασφαλίζονται χωρὶς οὐδεμία διάκριση ὡς πρὸς τὸ φῦλο, τὴν φυλή, τὸ χρῶμα, τὴν γλῶσσα, τὴν θρησκεία, τὶς πολιτικὲς ἤ ἄλλες ἀπόψεις, ἐθνικὴ ἤ κοινωνικὴ καταγωγή, τὴν συμμετοχὴ σὲ μία ἐθνικὴ μεινότητα, τὴν περιουσία, γέννηση ἤ ὁποιαδήποτε ἄλλη κατάσταση». 80. Τὸ Τμῆμα ἔκρινε ὅτι, ἐνόψει τῶν περιστάσεων τῆς ὑποθέσεως καὶ τῆς αἰτιολογίας ἡ ὁποία τὸ εἶχε ὁδηγήσει στὴ διαπίστωση μιᾶς παραβιάσεως τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ἄρθρο 9 τῆς Συμβάσεως, δὲν ὑπῆρχε ἔδαφος νὰ ἐξετάσει τὴν ὑπόθεση περαιτέρω μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἄρθρου 14 αὐτοτελῶς ἤ σὲ συνδυασμὸ μὲ αὐτὲς τὶς διατάξεις. 81. Τὸ Δικαστήριο, τὸ ὁποῖο θεωρεῖ ὅτι ὁ λόγος αὐτὸς δὲν στηρίζεται ἐπαρκῶς, ὑπενθυμίζει ὅτι τὸ ἄρθρο 14 τῆς Συμβάσεως δὲν ἔχει αὐτοτελὴ ὕπαρξη, ἐφόσον ἰσχύει μόνον σὲ σχέση μὲ τὴν ἀπόλαυση τῶν δικαιωμάτων καὶ ἐλευθεριῶν, ποὺ ἐγγυῶνται οἱ λοιπὲς κανονιστικὲς ρῆτρες τῆς Συμβάσεως καὶ τῶν Πρωτοκόλλων της. Καὶ ὑποτιθεμένου, ὅτι οἱ προσφεύγοντες ἐδικαιοῦντο νὰ καταγγείλουν μία διάκριση ὡς πρὸς τὴν ἀπόλαυση τῶν δικαιωμάτων ποὺ ἐγγυῶνται τὸ ἄρθρο τῆς Συμβάσεως καὶ 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 βάσει τοῦ γεγονότος ὅτι δὲν ἀνήκουν στὴν Καθολικὴ θρησκεία καὶ ὁ ἐξ αὐτῶν δεύτερος καὶ τρίτος βρέθηκαν πρὸ τοῦ Ἐσταυρωμένου ποὺ ὑπῆρχε στὶς Σχολικὲς αἴθουσες τῶν Δημσίων Σχολείων στὰ ὁποῖα φοιτοῦσαν, τὸ Δικαστήριο δὲν διαπιστώνει ἐκεῖ κανένα συγκεκριμένο ζήτημα ἐξ έκείνων ποὺ ἔχει ἤδη κρίνει ἐπὶ τοῦ πεδίου τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1. Συνεπῶς, δὲν ὑπάρχει ἔδαφος ἐξετάσεως τοῦ μέρους αὐτοῦ τῆς Προσφυγῆς Διὰ ταῦτα τὸ Δικαστήριο 1. Ἀποφαίνεται διὰ ψήφων δεκαπέντε ἔναντι δύο ὅτι δὲν ὑπάρχει παράβαση τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ὑπ ἀριθμ. 1 καὶ ὅτι κανένα συγκεκριμένο θέμα δὲν τίθεται ἐπὶ τοῦ πεδίου τοῦ ἄρθρου 9 τῆς Συμβάσεως. 2. Ἀποφαίνεται ὁμοφώνως ὅτι δὲν ὑπάρχει θέμα ἐξετάσεως τοῦ ἐπιχειρήματος ποὺ ἐπικαλεῖται τὸ ἄρθρο 14 τῆς Συμβάσεως. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΟΥΤΣΟΣ ΙΧΘΥΣ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 15

Ἐτησίως προσφέρουμε 15.000 μερίδες ἐκλεκτοῦ φαγητοῦ, ἐνῶ σὲ 45 ἄτομα, τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν οἰκονομικοὺς πόρους δίνεται μηνιαῖο ἐπίδομα γιὰ κάλυψη τῶν βασικῶν ἀναγκῶν τους. Ἐπιπλέον Χριστούγεννα καὶ Πάσχα δίδονται 100 δέματα μὲ τρόφιμα σὲ ἰσάριθμες οἰκογένειες καθὼς ἐπίσης καθ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ ἔτους στηρίζονται μὲ τρόφιμα ἀρκετὲς οἰκογένειες. Στὴν Ἐνορία μας λειτουργεῖ τράπεζα αἵματος, ἐνῶ κάθε χρόνο πραγματοποιοῦνται 2 ἐθελοντικὲς αἱμοδοσίες. Στόχος μας εἶναι ἡ συγκέντρωση 60 φιαλῶν αἵματος ἀνὰ ἑξάμηνο, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ ἱκανοποιοῦνται οἱ ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζητοῦν τὴν βοήθειά μας. Εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν οἰκονομικὴ ἐνίσχυσιν τοὺς: κ. Ἀθανάσιο Πριόβολο...500 κ. Ἀθανάσιο Παπαγεωργίου...500 κ. Νικ. Κωβαῖο...300 κ. Χάρη Τσιόγκα...300 κ. Γιῶργο Σαμπάνη...200 κ. Φανή Δρακοπούλου...100 κ. Νίκο Ζαμάνη...100 ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ Διὰ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση Ἀρ. Λογαρ. 130/296019-22 ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ Ι ΙΟΚΤΗΤΗΣ : Ἱερὸς Ναὸς Ἁγίου Ἀνδρέου Ἄνω Πατησίων. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ: π. Θωμᾶς Τσώης Προϊστάμενος Ἱ. Ν., Ὑποδιευθυντὴς δημοσίων σχέσεων Ἱ. Ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν Χριστιανικῆς Ἀλληλεγγύης. Κείμενα - Επιμέλεια: π. Εὐτύχιος Σαρμάνης ρ Θ. Εκδοτική Παραγωγή: ΣΑΪΤΗΣ, τηλ. 210.34.76.090