ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 1. Έννοια και Στοιχεία Ενοχής Ενοχή είναι η σχέση με την οποία ένα πρόσωπο έχει υποχρέωση προς ένα άλλο σε παροχή. Η παροχή μπορεί να συνίσταται και σε παράλειψη (άρθρο 287Αστικού Κώδικα). Παροχή - Απαίτηση - Αξίωση Στοιχεία της Ενοχής: (γ) (δ) Έννομη Σχέση: Δηλαδή σχέση που ρυθμίζεται από το δίκαιο και περιλαμβάνει υποχρέωση του Οφειλέτη και αντίστοιχα απαίτηση του Δανειστή Σχέση Ιδιωτικού Δικαίου Παροχή: Δηλαδή η πράξη ή παράλειψη στην οποία υποχρεούται να προβεί ο Οφειλέτης της παροχής Σχέση μόνο μεταξύ του Δανειστή και του Οφειλέτη της παροχής. Το δικαίωμα του δανειστή στρέφεται μόνο κατά του οφειλέτη και ο οφειλέτης έχει υποχρέωση μόνο απέναντι στον δανειστή. 2. Έννοια και διακρίσεις ενοχικού δικαίου Ενοχικό δίκαιο είναι ο κλάδος του δικαίου που ρυθμίζει τις ενοχές. Γενικό Ενοχικό δίκαιο: Περιέχει γενικές διατάξεις για όλες τις ενοχικές σχέσεις καθώς και γενικές διατάξεις για όλες τις συμβατικές ενοχικές σχέσεις (π.χ. τόπος, χρόνος εκπλήρωσης παροχής κτλ) Ειδικό Ενοχικό δίκαιο: Περιέχει ειδικές διατάξεις για τη ρύθμιση των πιο συνηθισμένων επιμέρους ενοχικών σχέσεων (π.χ. σύμβαση δωρεάς, σύμβαση πώλησης, σύμβαση μίσθωσης) 3. Βασικές αρχές του Ενοχικού Δικαίου Αρχή της σχετικότητας των ενοχών: Η ενοχή εκδηλώνει ενέργεια /αναπτύσσει αποτελέσματα μόνο μεταξύ του οφειλέτη και του δανειστή. Αρχή της προλήψεως: οι ενοχικοί δανειστές είναι ισότιμοι μεταξύ τους και ο οφειλέτης μπορεί, καταρχήν, να ικανοποιήσει όποιον δανειστή επιθυμεί, χωρίς να υποχρεούται να προτιμήσει τον χρονικό προγενέστερο. Αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων: τα πρόσωπα είναι ελεύθερα να αποφασίσουν τη μορφή που θα έχει η σύμβασή τους, παρά το γεγονός ότι στο τμήμα του Ειδικού Ενοχικού Δικαίου ρυθμίζονται συγκεκριμένες μορφές συμβάσεων (δηλαδή οι κανόνες του ενοχικού δικαίου συνήθως δεν είναι αναγκαστικού δικαίου και τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να τους παραμερίσουν). 1
4. Γενεσιουργοί λόγοι των ενοχών Οι ενοχές πηγάζουν: από την βούληση των ιδιωτών (δικαιοπραξία /σύμβαση), ή από το νόμο (π.χ. αδικοπραξία, αδικαιολόγητος πλουτισμός) 5. Είδη Ενοχών 5.1 Γένους Είδους Ενοχή Γένους: Το αντικείμενο της παροχής προσδιορίζεται με βάση γενικά γνωρίσματα που το υπάγουν σε μια ευρύτερη κατηγορία ομοειδών αντικειμένων. Ενοχή Είδους: Το αντικείμενο της παροχής είναι ορισμένο με βάση ατομικά γνωρίσματα, ώστε να είναι μοναδικό. 5.2 Διαζευκτική ενοχή Έχει ως αντικείμενο δύο ή περισσότερες παροχές, από τις οποίες μόνο η μια θα εκπληρωθεί. 5.3 Πρωτογενείς Δευτερογενείς Πρωτογενείς παροχές: Δημιουργούνται μόλις δημιουργηθεί η ενοχή, αντικείμενο της οποία αποτελούν. Δευτερογενείς παροχές: Δημιουργούνται στην πορεία της εξέλιξης της ενοχής. 5.4 Πολυπρόσωπες Ενοχές Ενοχή με περισσότερους δανειστές ή περισσότερους οφειλέτες. Διαιρεμένη Ενοχή: Η ενοχή όπου η παροχή είναι διαιρετή (δηλαδή μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα αυτοτελή και ομοειδή τμήματα) και υπάρχουν περισσότεροι οφειλέτες (Διαιρεμένη Παθητική Ενοχή) ή /και περισσότεροι δανειστές (Διαιρεμένη Ενεργητική Ενοχή) Ενοχή εις ολόκληρον: Διακρίνεται σε παθητική και ενεργητική. - Παθητική ενοχή εις ολόκληρον: περισσότεροι οφειλέτες οφείλουν την ίδια παροχή και καθένας τους υποχρεούται να την καταβάλλει ολόκληρη. Ο δανειστής όμως δικαιούται να την απαιτήσει μόνο μια φορά. - Ενεργητική ενοχή εις ολόκληρον: η παροχή οφείλεται σε περισσότερους δανειστές και καθένας τους δικαιούται να την απαιτήσει ολόκληρη. Ο οφειλέτης όμως υποχρεούται να την καταβάλει μόνο μια φορά. 2
Αδιαίρετη ενοχή: η παροχή είναι αδιαίρετη (δεν μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα αυτοτελή και ομοειδή τμήματα). Συνεπώς είναι αδύνατον να εκπληρωθεί τμηματικά από περισσότερους οφειλέτες ή προς περισσότερους δανειστές. 5.5 Διαρκείς Πρόσκαιρες Ενοχές Διαρκείς Ενοχές: η παροχή εκπληρώνεται με συνεχή πράξη ή παράλειψη. Πρόσκαιρες (στιγμιαίες) Ενοχές: η παροχή εκπληρώνεται με μια (στιγμιαία ή σύντομης διάρκειας) πράξη. 5.6 Θετικές Αρνητικές Ενοχές Θετικές Ενοχές: η παροχή συνίσταται σε πράξη. Αρνητικές Ενοχές: η παροχή συνίσταται σε παράλειψη. 5.7 Κύριες Παρεπόμενες Ενοχές (Παροχές) Κύρια Ενοχή (παροχή): αυτή στην οποία αποβλέπει πρωτίστως ο δανειστής. Παρεπόμενη Ενοχή (παροχή): αυτή που υπάρχει για χάρη της κύριας παροχής ή εξυπηρετεί την κύρια παροχή. Αρραβώνας είναι η παρεπόμενη συμφωνία με την οποία ο Οφειλέτης δίνει στον Δανειστή ένα αντικείμενο (που επίσης λέγεται αρραβώνας), συνήθως ένα χρηματικό ποσό, για να εξασφαλιστεί η εκπλήρωση της παροχής του από τον Οφειλέτη (δηλαδή προϋποτίθεται η ύπαρξη σύμβασης-υποχρέωσης του Οφειλέτη προς παροχή (κύρια ενοχική σχέση)). Εάν ο Οφειλέτης (δηλ. ο δότης του αρραβώνα) δεν εκπληρώσει την παροχή του, θα παραμείνει το αντικείμενο που δόθηκε ως αρραβώνας στον λήπτη του (δηλαδή στον Δανειστή). Εάν αντίθετα ο Δανειστής (δηλαδή ο λήπτης του αρραβώνα) δεν εκπληρώσει την παροχή του, θα επιστρέψει τον αρραβώνα που έλαβε διπλάσιο. Ποινική ρήτρα είναι η παρεπόμενη σύμβαση, με την οποία ο Οφειλέτης υπόσχεται στον Δανειστή ότι (i) αν δεν εκπληρώσει, ή (ii) δεν εκπληρώσει με τον ορθό τρόπο («προσηκόντως»), την οφειλόμενη (απέναντι στον Δανειστή) παροχή, θα του καταβάλει ένα αντικείμενο (συνήθως χρηματικό ποσό) το οποίο καλείται «ποινή» (δηλαδή ομοίως προϋποτίθεται η ύπαρξη σύμβασης-υποχρέωσης του Οφειλέτη προς παροχή (κύρια ενοχική σχέση)). 3
5.8 Χρηματική ενοχή Αντικείμενο της παροχής στη χρηματική ενοχή είναι το χρήμα (ημεδαπό νόμισμα ή αλλοδαπά νομίσματα). Η χρηματική ενοχή έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: - Δεν υπάρχει, συνήθως, επιγενόμενη αδυναμία παροχής και απαλλαγή του οφειλέτη, - Αν τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, ο οφειλέτης οφείλει να την εκπληρώσει (δηλαδή να προσκομίσει το οφειλόμενο χρηματικό ποσό) στην κατοικία του δανειστή (δηλαδή είναι χρέος κομίσιμο), - Επί χρηματικής ενοχής, εάν ο οφειλέτης καθυστερήσει την καταβολή του οφειλόμενου ποσού, οφείλεται στον δανειστή ως αποζημίωση τόκος υπερημερίας, χωρίς ο δανειστής να υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία του. Με τη χρηματική ενοχή συνδέεται ο Τόκος και το Επιτόκιο. Τόκος είναι η ποσότητα χρημάτων (ή άλλων αντικαταστατών κινητών πραγμάτων) που καταβάλει κάποιος ως για τη χρησιμοποίηση μεγαλύτερης ποσότητας ξένων χρημάτων (ή άλλων αντικαταστατών πραγμάτων) η οποία καλείται κεφάλαιο. Επιτόκιο είναι το ποσοστό ή το μέτρο με βάση το οποίο προσδιορίζεται το ύψος του οφειλόμενου τόκου. Ο τόκος (και το επιτόκιο) διακρίνονται σε: - Δικαιοπρακτικός Τόκος είναι ο τόκος που έχει συμφωνηθεί από τα μέρη (με δικαιοπραξία ή σε σύμβαση). Ο τόκος αυτός πληρώνεται ανεξάρτητα από το εάν ο οφειλέτης έχει καθυστερήσει να καταβάλει εγκαίρως το οφειλόμενο χρηματικό ποσό. Ο Δικαιοπρακτικός Τόκος υπολογίζεται με βάση το δικαιοπρακτικό επιτόκιο (δηλ. αυτό που έχουν συμφωνήσει τα μέρη). Το Δικαιοπρακτικό Επιτόκιο δεν μπορεί να υπερβαίνει το ύψος που ορίζει ο νόμος. Αν το υπερβαίνει είναι άκυρη η συμφωνία των μερών ως προς το επιπλέον (δεν είναι άκυρη ολόκληρη η σύμβαση ούτε το δικαιοπρακτικό επιτόκιο μέχρι του επιτρεπόμενου ύψους). - Νόμιμος Τόκος είναι ο τόκος που προβλέπεται από το Νόμο και διακρίνεται σε Τόκο Υπερημερίας και σε Νόμιμο Τόκο με Στενή Έννοια. Ειδικότερα, Τόκος Υπερημερίας είναι ο τόκος που οφείλεται από στον δανειστή της χρηματικής παροχής, ως αποζημίωση για μη εμπρόθεσμη πληρωμή του οφειλόμενου ποσού από τον οφειλέτη (δηλαδή οφείλεται μόνο αν ο οφειλέτης έχει καθυστερήσει πέραν του συμφωνημένου χρονικού σημείου την καταβολή χρηματικής παροχής). Νόμιμος Τόκος με Στενή Έννοια είναι ο τόκος που οφείλεται δυνάμει διάταξης νόμου (π.χ. τόκος επιδικίας που οφείλεται από το χρόνο επίδοσης καταψηφιστικής αγωγής). - Προεξοφλητικός Τόκος. Είναι ο τόκος που αφαιρείται από τον συνολικά οφειλόμενο τόκο σε περίπτωση εξόφλησης του χρέους πριν από τον ορισμένο χρόνο καταβολής του και ο οποίος (τόκος) καλύπτει το χρονικό διάστημα από την πρόωρη καταβολή μέχρι το χρονικό σημείο που κανονικά θα έπρεπε να καταβληθεί η χρηματική παροχή. Αν τα μέρη δεν έχουν ορίσει ή αν ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ο οφειλέτης, ο οποίος εξοφλεί νωρίτερα το χρέος του, δεν δικαιούται να αφαιρέσει τον προεξοφλητικό τόκο (άρα θα πληρώσει στον δανειστή το σύνολο των τόκων που θα οφείλονταν μέχρι το χρονικό σημείο που κανονικά θα έπρεπε να πληρώσει το χρέος του, παρά το γεγονός ότι επιστρέφει το οφειλόμενο χρηματικό ποσό στον δανειστή νωρίτερα). 4
- Τραπεζικός Τόκος. Ως Τραπεζικός Τόκος (Τραπεζικό Επιτόκιο) χαρακτηρίζεται ο τόκος που οφείλεται από τραπεζικές εργασίες και ειδικότερα τραπεζικές συμβάσεις (αντιδιαστέλλεται προς τον Εξωτραπεζικό Τόκο /το Εξωτραπεζικό Επιτόκιο που αφορά σε μη τραπεζικές εργασίας /συμβάσεις). - Ανατοκισμός. Είναι ο τόκος του τόκου. Αν οφείλονται τόκοι και δεν καταβληθούν γίνεται (υπό προϋποθέσεις κεφαλαιοποίησή τους) και εφεξής οι καθυστερούμενοι τόκοι θεωρούνται κεφάλαιο, οπότε υπολογίζεται τόκος επ αυτών. 6. Ενοχή Αποζημίωσης 6.1 Έννοια Αποζημίωσης Αποζημίωση ονομάζεται αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε σε κάποιον. Ενοχή Αποζημίωσης είναι η υποχρέωση ενός προσώπου να αποκαταστήσει την ζημία ενός άλλου προσώπου (δηλαδή να αποζημιώσει ένα άλλο πρόσωπο για τη ζημία που υπέστη). 6.2 Προϋποθέσεις Αποζημίωσης Προϋποθέσεις για την ύπαρξη Ενοχής Αποζημίωσης: (γ) Νόμιμος (Γενεσιουργός) Λόγος Ευθύνης Ζημία Αιτιώδης Συνάφεια μεταξύ της Ζημίας και του Νόμιμου Λόγου Ευθύνης Ειδικότερα: Νόμιμος (Γενεσιουργός) Λόγος Ευθύνης Ο νομικός λόγος για τον οποίο ένα πρόσωπο φέρει την ευθύνη να αποκαταστήσει τη ζημία που προκάλεσε κάποιο γεγονός σε άλλο πρόσωπο. Οι σπουδαιότεροι νόμοι λόγοι ευθύνης εξαιτίας των οποίων μπορεί κάποιος να υποχρεωθεί να καταβάλει αποζημίωση είναι οι εξής: - Αθέτηση προϋπάρχουσας ενοχής π.χ. αθετώ ενοχή από σύμβαση - Αδικοπραξία π.χ. ζημιώνω κάποιον παράνομα και υπαίτια - Πταίσμα κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων πριν την κατάρτιση μιας σύμβασης - Διάψευση της πίστης ότι καταρτίστηκε έγκυρη δικαιοπραξία - Συμβατική ανάληψη υποχρέωσης προς αποζημίωση - Νόμος - Ευθύνη από διακινδύνευση Ζημία Ζημία είναι η βλάβη που προκαλείται στα έννομα αγαθά ενός προσώπου ως αποτέλεσμα κάποιου (ζημιογόνου) γεγονότος. Η ζημία διακρίνεται σε: - Περιουσιακή: αποτιμάται σε χρήμα / Μη Περιουσιακή: δεν αποτιμάται σε χρήμα (ηθική βλάβη) - Αφηρημένη: η ζημία που επέρχεται στη συνήθη περίπτωση και κατά την κοινή πορεία των πραγμάτων / Συγκεκριμένη: λαμβάνονται υπόψη οι τυχόν ιδιαίτερες περιστάσεις σε σχέση με τον ζημιωθέντα. 5
- Άμεση: προκαλείται άμεσα σε έννομο αγαθό / Έμμεση: αποτελεί επακόλουθο της άμεσης ζημίας - Θετική: η μείωση της υπάρχουσας περιουσίας / Αποθετική (διαφυγόν κέρδος): η μη αύξηση της περιουσίας (δηλαδή το κέρδος που προσδοκά κάποιος μετά πιθανότητας σύμφωνα με τη ροή των πραγμάτων ή με την εκάστοτε κατάσταση. - Παρούσα: προκαλείται μαζί με την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος / Μέλλουσα: επάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο από το χρόνο της επέλευσης του ζημιογόνου γεγονότος. (γ) Αιτιώδης Συνάφεια μεταξύ του Νόμιμου Λόγου Ευθύνης και της Ζημίας Για την γέννηση ευθύνης προς αποζημίωση πρέπει να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια (σύνδεσμος) ανάμεσα στο νόμιμο λόγο ευθύνης και στην ζημία που τελικά επήλθε, δηλαδή σχέση αιτίας και αποτελέσματος. Αναφορικά με το πότε υπάρχει αιτιώδης συνάφεια (σύνδεσμος) υπάρχουν τρεις θεωρίες: - Θεωρία του ισοδυνάμου των όρων. Στηρίζεται στις αρχές της λογικής αιτιότητας. Κάθε γεγονός χωρίς τη συνδρομή του οποίου δεν θα επερχόταν το ζημιογόνο αποτέλεσμα, αποτελεί αίτιο του αποτελέσματος. Επεκτείνει υπερβολικά των κύκλο των γεγονότων που μπορούν να αποτελέσουν αίτια της ζημίας. - Θεωρία της πρόσφορης αιτίας. Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του γεγονότος και της ζημίας υπάρχει όταν το γεγονός έχει την τάση κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων να προκαλέσει τη ζημία (δηλαδή είναι πρόσφορο για την πρόκληση της ζημίας). - Θεωρία του σκοπού του κανόνα δικαίου. Εξετάζεται ο προστατευτικός σκοπός του κανόνα δικαίου ή του όρου της σύμβασης που παραβιάσθηκε. Στο ελληνικό δίκαιο υιοθετείται η θεωρία της πρόσφορης αιτίας. 6.3 Είδη Αποζημίωσης Διαφέρον Εκπλήρωσης ή Θετικό Διαφέρον Αποζημίωση που οφείλεται σε περίπτωση Μη Εκπλήρωσης (αθέτησης) προϋφιστάμενης Ενοχής (σύμβασης). Αρνητικό Διαφέρον ή διαφέρον εμπιστοσύνης Αποζημίωση που οφείλεται επειδή ο ζημιωθείς πίστεψε ότι καταρτίστηκε έγκυρη σύμβαση και υπέστη ζημία. 6.4 Περιορισμός της Αποζημίωσης - Συνυπαιτιότητα 7. Πολλές φορές ο ζημιωθείς συντελεί από δικό του πταίσμα στην πρόκληση ή στην αύξηση ή στην μη μείωση της ζημίας του. Σε τέτοιες περιπτώσεις η αποζημίωση του ζημιωθέντος μπορεί να αποκλεισθεί ή και να μειωθεί παντελώς. 6