Για την Ελεονώρα Καζαντζίδου, τη Θάλεια Κουνούνη, τον Μίμη Στρεζοβίτη και τον Νίκο Καλλιοντζή.



Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο;

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΟΙ ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΩΝ ΔΟΝΤΙΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΑ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Β

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΕΊΜΑΙ ένας ποντικός φτωχός

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Μπελιμπασάκη Αγάπη του Παναγιώτη, 9 ετών

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Πάει τόσος καιρός από το χωρισμό σας, που δε θυμάσαι καν πότε ήταν η τελευταία φορά

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ. Για την ΗΜΕΡΑ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ και τη Δράση Saferinternet.gr

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Καθηγητής: Λοιπόν, εδώ έχουμε δυο αριθμούς α και β. Ποιος είναι πιο μεγάλος. Λέγε Ελπίδα.

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Η ιστορία του Φερδινάνδου Συγγραφέας: Μούνρω Λιφ. Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Στέφανος Λίβος: «Η συγγραφή δεν είναι καθημερινή ανάγκη για μένα. Η έκφραση όμως είναι!»

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Down. Πηγή: kosmos/item/ down- syndrome- pos- eipa- ston- gio- mou- pos- exei- syndromo- down

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το Α' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη Σμπώκου

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Εισαγγελέας: Δευτέρα 03/10/2011, η ημέρα της δολοφονίας της Souzan Anders. Παρατηρήσατε κάτι περίεργο στην συμπεριφορά του κατηγορούμενου;

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Το παραμύθι της αγάπης

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Παναγιώτης Πεϊκίδης PAE8397. Σενάριο μικρού μήκους

Modern Greek Beginners

Τίτλος Πρωτοτύπου: Son smeshnovo cheloveka by Fyodor Dostoyevsky. Russia, ISBN:

«Πούλα τα όσο θες... πούλα ας πούµε το καλάµι από 200 ευρώ, 100. Κατάλαβες;»

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Γ7 : Η ΑΚΡΟΣΤΙΧΙΔΑ ΜΑΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

The G C School of Careers

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Transcript:

IN SITU Ανεξιχνίαστοι αι βουλαί Σου, Κύριέ μου Με σπρώχνει η ανάγκη μου Με κρατάει η αγάπη Σου Για την Ελεονώρα Καζαντζίδου, τη Θάλεια Κουνούνη, τον Μίμη Στρεζοβίτη και τον Νίκο Καλλιοντζή. Αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι μου πρόσφεραν απλόχερα, με την καρδιά τους, αυτό που χρειαζόμουν τόσο απεγνωσμένα στη ζωή μου, ακριβώς τη στιγμή που το χρειαζόμουν. Οι τρεις πρώτοι είναι φίλοι καρδιακοί, που αγάπησα με όλη τη δύναμη της ψυχής μου, ο τέταρτος είναι ο θησαυρός μου, ο Πατέρας μου Ευχαριστώ πολύ

Αυτό το βιβλίο είναι προϊόν μυθοπλασίας. Όλοι οι χαρακτήρες, οι φορείς και τα γεγονότα που περιγράφονται σε αυτό είτε είναι επινοημένα είτε αν είναι πραγματικά αναπλάθονται από τη φαντασία της συγγραφέως.

Η ΩΡΑ ΣΗΜΑΝΕ ενδεκάτη πρωινή. Το βαρύ, σκαλιστό ρολόι του τοίχου οικογενειακό κειμήλιο που δεν έλεγε να χαλάσει με τίποτα εδώ και εκατό, τουλάχιστον, χρόνια δεν έκανε ποτέ λάθος. Εκείνος στράφηκε και το κοίταξε με σημασία. Τον τελευταίο καιρό το ιστορικό αυτό ρολόι έφτανε όλο και πιο συχνά στα μάτια του παραμορφωμένο ως Δαμόκλειος Σπάθη και το εκκωφαντικό «νταν, νταν, νταν» του έφερνε στο νου κάτι που έμοιαζε με αντίστροφη μέτρηση. Καταπληκτικός συνειρμός με όλη τη σημασία της λέξεως. Δύσθυμος και βαρύς, έκλεισε βιαστικά τα κιτάπια με τα οικονομοτεχνικά στοιχεία που ιεροβλαβικά μελετούσε και ταξινομούσε ήδη από χτες δεν είχε γυρίσει στο σπίτι του, έμεινε στο μαγαζί να προετοιμαστεί και πάνω σ αυτά τα κωλόχαρτα είχε κοιμηθεί, ήπιε μια τελευταία γουλιά πικρού καφέ, ανακοίνωσε ξερά στους υπαλλήλους του ότι «είχε μια δουλειά» και ξεκίνησε με τα πόδια για την τράπεζα. Για εκείνο το ραντεβού με το διευθυντή, αυτό που με κάτι-περισσότερο-από-αρκετό κόπο και κατόπιν επανειλημμένων τηλεφωνικών οχλήσεων είχε καταφέρει να αποσπάσει από τον πολυάσχολο τεχνοκράτη. Επρόκειτο για ένα ραντεβού υψίστης σημασίας.

10Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Σ αυτό στήριζε τις τελευταίες του ελπίδες. Από την έκβασή του θα κρίνονταν πολλά, πάρα πολλά πράγματα. Ίσως τα πάντα. Έχει περάσει πια ο καιρός που ο Σπύρος Παπασπύρου μπορούσε να το παίζει άνετος. Όσο κι αν πάσχιζε φιλότιμα να κρύψει την αλήθεια από τους άλλους και μολονότι μέχρι στιγμής το κατάφερνε, έστω και με τρομερό κόπο, από τον εαυτό του δεν μπορούσε να κρυφτεί, γιατί θα καταντούσε ρεζίλης και γραφικός η θέση στην οποία είχε περιέλθει ήταν δυσμενέστατη. Για την ακρίβεια, βρισκόταν ένα μισό βήμα πριν από την κατακρήμνιση στην άβυσσο. Καθόλου ενθαρρυντικά όλ αυτά, οι δε προοπτικές για το μέλλον ήταν πιο δυσοίωνες και από τις προφητείες των Μάγια για την καταστροφή του κόσμου Αλλά, διάολε, όφειλε να καταπνίξει αποτελεσματικά την προϊούσα επιθυμία του να τα στείλει όλα στ ανάθεμα και να περάσει μια θηλιά στο λαιμό του και να κρεμαστεί κληρονομικώ δικαιώματι κιόλας, μιας και με τον ίδιο τρόπο είχαν εγκαταλείψει τα εγκόσμια και ο παππούς του και ο πατέρας του και να μείνει εκεί, όρθιος, να το παλέψει, να ανακάμψει, να βγει νικητής. Δεν γινόταν αλλιώς. Δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Περπατούσε στην Πανεπιστημίου γοργά και αποφασισμένα, σφιγμένος και αλύγιστος, κοιτάζοντας το πεζοδρόμιο ίσα για να αποφύγει να κοιτάζει τα συνοφρυωμένα πρόσωπα που τον προσπερνούσαν βιαστικά, μη ρίχνοντάς του όχι δεύτερη αλλά ούτε μισή ματιά κακομούτσουνοι διαβάτες, προσηλωμένοι κι αυτοί στο πεζοδρόμιο και στις, μάλλον, μαύρες σκέψεις τους. Κάποιοι απ αυτούς μιλούσαν κοφτά στα κινητά τους, κάποιοι άλλοι, πάλι, μιλούσαν μόνοι τους.

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 11 Στον εαυτό τους. Το φαινόμενο αυτό, να περπατούν άνθρωποι στο δρόμο και να παραμιλάνε, ήταν όλο και πιο σύνηθες τον τελευταίο καιρό. Λες, άραγε, όλοι αυτοί οι κατηφείς πολίτες να περνούσαν τα ίδια ή παρόμοια με τα δικά του; Ίσως, γιατί όχι; Η περιβόητη «κρίση» είχε, λέει, χτυπήσει τους πάντες και είχε ρίξει το ηθικό ολωνών, όμως αυτόν, που να πάρει και να σηκώσει, δεν τον ένοιαζε για τους πάντες και τους ολωνούς, καρφί δεν του καιγόταν, χέστηκε! Αυτόν τον ένοιαζαν και τον έκοφταν μόνο τα δικά του. Κι αν ήθελε να σώσει το τομάρι του που κινδύνευε, έπρεπε να προσηλωθεί στα δικά του, να συγκεντρώσει τις σκέψεις του και να κάνει μια πρόβα αυτά που θα έλεγε οσονούπω στο διευθυντή. Έπρεπε να βρει έναν τρόπο να το παίξει χαλαρός, να, ας πούμε, σαν να πήγαινε για τένις και όχι για να φιλήσει την κατουρημένη ποδιά του διευθυντή της τράπεζας αναγκαία και ικανή συνθήκη για να δυνηθεί να βγάλει εκείνο το γαμημένο το δάνειο, που θα του έσωζε την επιχείρηση, την αξιοπρέπεια, την υστεροφημία του ως λαμπρού επιχειρηματία και, εντέλει, την ίδια του τη ζωή. Σκατά. Ηρέμησε, φον Σπύρο! Θα σου βάλω πιπέρι! Ακούς εκεί, σκατά! Μέλι γάλα να λες θυμάσαι τότε που σ το έλεγε γελώντας η μακαρίτισσα η γιαγιά σου κάθε φορά που στραμπουλούσες το πόδι σου πάνω στην προσπάθειά σου να μάθεις γκολφ, σκατόφλωρε, γελοίε; Μόνο μ αυτό ηρεμούσες, μαλάκα! Μέλι γάλα. Φευ! Τα σκατά ήταν αυτά που επέμεναν πεισματικά να καταλαμβάνουν όλο και μεγαλύτερο χώρο στο κεφάλι του

12Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ και στην ψυχική του διάθεση, σαν καφετής, απαίσιος, βρομύλος όγκος όχι το μέλι γάλα. Μ αυτά και μ αυτά, όχι δάνειο δεν θα πάρεις, φον Σπύρο, αλλά ούτε το δεξί αρχίδι του διευθυντή. Σ αυτή τη σκέψη τον κυρίευσε νευρικό γέλιο, καταμεσής του πεζοδρομίου, καθώς περπατούσε σχεδόν τρέχοντας. Μια γριά με ομπρελίνο ανά χείρας κοντοστάθηκε και τον περιεργάστηκε παραξενεμένη. Ο σεβασμός προς τους μεγαλυτέρους είναι δείγμα καλής ανατροφής, αριστοκρατικής αυτό σκέφτηκε και αντιπαρήλθε αποφασιστικά την επιθυμία του να της προτείνει τον δεξιό του μέσο, όρθιο και στητό σαν λάβαρο Επαναστάσεως. Έφτασε. Το κτίριο της τραπέζης του φάνηκε θεόρατο σαν δυσθεώρητο βουνό κεκαλυμμένο από μαύρα, απειλητικά σύννεφα, έτοιμα να ξεράσουν κάθε λογής κακό. Κι όμως, μόνο εκεί μέσα κρυβόταν η σωτηρία του. Πήρε μια βαθιά ανάσα και μπήκε. Κρίμα που η αριστοκρατική του ανατροφή δεν είχε συμπεριλάβει και την εκμάθηση του σημείου του σταυρού ως χρυσού οδηγού ασφάλειας λίγο πριν τις δύσκολες στιγμές. Ο υπάλληλος στην υποδοχή της τράπεζας είχε ένα ύφος εκατό χιλιάδων καρδιναλίων ο Σπύρος Παπασπύρου τον αντιπάθησε μονομιάς. Κοίτα εκεί μούτρα! Κλητήρες της κακιάς ώρας! Σας έδωσαν μια υποψία εξουσίας και τώρα εσείς νομίζετε πως πιάσατε τον παπ «Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο» αυτή την αυτονόητη σοφία ανέμιζαν σαν παντιέρα οι μαγαζάτορες στις παλιές,

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 13 καλές εποχές και γι αυτό καζάντισαν όλοι, οι δε υπάλληλοι του μαγαζάτορα έκαναν τεμενάδες άμα τη εμφανίσει του υποψήφιου πελάτη, έτσι ώστε αυτός στο τέλος να νιώσει ακόμα και ένοχος αν έφευγε από το κατάστημα δίχως να έχει ψωνίσει τίποτα. Το ίδιο ακριβώς γινόταν και στις τράπεζες, τουλάχιστον μέχρι πριν από λίγο καιρό. Επί εικοσιτετραώρου, σχεδόν, βάσεως ευγενέστατοι υπάλληλοι με καθησυχαστικές, μελωδικές φωνές τηλεφωνούσαν στα υποψήφια θύματα και τα λιβάνιζαν: «Ξέρετε, από έρευνά μας διαπιστώσαμε με μεγάλη μας χαρά ότι είστε φερέγγυος και καλοπληρωτής, ως εκ τούτου η τράπεζά μας σας επέλεξε για να σας κάνει μια πολύ συμφέρουσα προσφορά, μόνο σ εσάς» Ε, μετά απ αυτό το «μόνο σ εσάς», τα θύματα φούσκωναν από περηφάνια κι αισθάνονταν σουλτάνοι του Μπρουνέι και βάλε, σπουδαίοι και σημαντικοί οπότε έπεφταν στη λούμπα με συνοπτικές διαδικασίες, και να οι κάρτες, και να τα δάνεια κατά ριπάς Σπίτι; Δάνειο! Μικρές ή μεγάλες καταναλωτικές επιθυμίες; Δάνειο! Διακοπές; Δάνειο! Ενώ σήμερα Σήμερα, μεσούσης της κρίσης, για να βγάλεις ένα δανειάκι της πλάκας έπρεπε να έχεις μπάρμπα από Θεό και πάνω άσε που οι υπάλληλοι στην υποδοχή των τραπεζικών καταστημάτων είχαν αυτό το εκνευριστικό ύφος των εκατό χιλιάδων καρδιναλίων, λες και ήρθες επί τούτου για να βάλεις στην τράπεζα φέσι, άρα είσαι υποψήφια κακοτοπιά και όχι υποψήφιος καλοπληρωτής Τέτοια στραβά πράγματα γίνονταν στις τράπεζες τη σήμερον ημέρα, γι αυτό θα πήγαιναν κι αυτές κατά διαόλου οπωσδήποτε.

14Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Ίσως, πάλι, έφταιγε αποκλειστικά η δική του στραβή διάθεση. «Ο κύριος;» «Σπυρίδων Παπασπύρου», έκανε κάπως ανυπόμονα ο Σπύρος. «Θέλω να δω το διευθυντή». «Έχετε ραντεβού;» Ο Σπύρος ένιωσε το αίμα να του ανεβαίνει στο κεφάλι. «Φυσικά και έχω ραντεβού! Είναι δυνατόν να έρθω για να δω το διευθυντή δίχως να έχω προνοήσει να κλείσω ραντεβού;» Εν τω μεταξύ ο υπάλληλος είχε σηκώσει το ακουστικό του τηλεφώνου ήδη από το «φυσικά» που άκουσε και, δίχως να περιμένει να ακούσει και τα υπόλοιπα, καλούσε το διευθυντή για επιβεβαίωση ο Σπύρος το εξέλαβε αυτό ως σκανδαλώδη απόδειξη ότι τον αγνοούσαν την ώρα που μίλαγε και ο εκνευρισμός του κόντεψε να φτάσει στην κόκκινη ζώνη του εγκεφαλικού Και ο μόνος τρόπος για να αποφύγει αυτό το δυσάρεστο, όσο και απευκταίο, ενδεχόμενο του εγκεφαλικού, ήταν να αρπάξει επιτόπου τον εκνευριστικό υπάλληλο απ το λαιμό και... Και. Α, δεν αρχίσαμε καλά! Να δεις που όλ αυτά μόνο σε κάτι εντελώς στραβό θα οδηγούσαν. Ίσως, τελικά, να ήταν πιο σώφρον, πιο σκόπιμο, να έκανε εδώ και τώρα μεταβολή και να έφευγε. Να πήγαινε να χωθεί στην τουαλέτα του μαγαζιού του και να έβγαινε από κει μέσα μεθαύριο το πρωί, όταν θα του είχαν πια περάσει και τα νεύρα και όλα. Δυστυχώς, δεν είχε αυτή την πολυτέλεια. Μεθαύριο το πρωί, καθώς θα έβγαινε από την τουαλέτα, ίσως να έβλεπε τη φάτσα κάποιου δικαστικού επιμελητή, που θα τον περίμενε υπομονετικά να ξεμπερδέψει με το

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 15 χέσιμο ή ό,τι σκατά άλλο έκανε τέλος πάντων κλεισμένος εκεί μέσα, για να του κολλήσει με απάθεια ένα πρόγραμμα πλειστηριασμού στη μούρη. «Φοβάμαι πως θα πρέπει να περιμένετε, κύριε», είπε ξερά ο υπάλληλος. «Ο κύριος διευθυντής είναι απασχολημένος. Παρακαλώ, από δω». Προέτρεψε τον Σπύρο να περάσει σε μια αίθουσα αναμονής. Δεν υπήρχε άλλος εκεί. Μόνος του θα περίμενε. Ωραία. Αν έβρισκε και κανέναν άλλο να περιμένει μπάστακας εκεί μέσα, στην ίδια αίθουσα, ο Σπύρος θα άρχιζε να πιστεύει ότι δεν βρισκόταν στη μεγαλύτερη ιδιωτική τράπεζα εν Ελλάδι αλλά σε κάποιο οδοντιατρείο της κακιάς ώρας, περιμένοντας μαζί με άλλους εκατό ανθρώπους τον βαριεστημένο λίγδη γιατρό να τελειώσει με τη μασέλα μιας γριάς για να τους παραλάβει κατά σειρά εμφανίσεως. Μόνο καμιά στοίβα χιλιοδιαβασμένα σκανδαλοθηρικά περιοδικά θα έλειπε για να ολοκληρωθεί το σκηνικό παρακμιακού οδοντιατρείου σε συνοικία μπας κλας, εκεί όπου οι κατσαρίδες κάνουν πάρτι επί εικοσιτετραώρου βάσεως. Σκατά. Η πόρτα πίσω του έκλεισε. Ο υπάλληλος επέστρεψε στο πόστο του. Το μαλάκα! Δεν είχε καν τη στοιχειώδη ευγένεια να ρωτήσει τον επισκέπτη «τι να σας προσφέρουμε, κύριε; Κάποιο αναψυκτικό; Έναν καφέ, ίσως; Ή μήπως ένα ουισκάκι;» Που να πάρει ο διάολος, με κοτζάμ διευθυντή είχε κλείσει ραντεβού ο επισκέπτης, όχι με τις καθαρίστριες! Θυμήθηκε τις παλιές, καλές εποχές, τότε που με κάποιον άλλο διευθυντή σε κάποια άλλη τράπεζα έπαιζαν καρπαζιές

16Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ σαν παλιόφιλοι απ το στρατό. Τότε που δεν χρειαζόταν να κλείνει ραντεβού, αντιθέτως, μπουκάριζε όποτε του έκανε κέφι, κάπνιζαν από μια πουράκλα παρεΐτσα με το διευθυντή, αντάλλασσαν και πέντε δέκα πληροφορίες για την πορεία των καλών χαρτιών και μετά το διέλυαν ευχαριστημένοι, για να συνεχίσουν τις επικερδείς μπίζνες τους εις έκαστος ο μεν διευθυντής με τα τραπεζικά του, ο δε Σπύρος με τα κασμίρια του. Κάποτε. Στην προ Χρηματιστηρίου εποχή. Μα την αλήθεια, του φαίνονταν τόσο μακρινά όλ αυτά ώστε, στη θέση του Χρηματιστηρίου, μετά το «προ» ανέτως θα μπορούσε να κοτσάρει ένα «Χριστού». Σήμερα εκείνος ο διευθυντής βρισκόταν κάπου στη Λατινική Αμερική αυτοεξόριστος ή φυγόδικος, όπως θέλεις πες και πάρ το και γλεντούσε με τα λεφτουδάκια του κοσμάκη που είχε καταχραστεί, αφού πρώτα τους είχε πουλήσει φύκια για μεταξωτές κορδέλες ότι θα τοποθετούσε αυτός τα χρήματά τους σε μια πολύ επικερδή επένδυση που μόνο αυτός ήξερε, αφήνοντας στο τέλος τους δυστυχείς εξαπατηθέντες άφραγκους, να τραβάνε τα μαλλιά τους, να περνάνε θηλιές στους λαιμούς τους, να φυτεύουν σφαίρες στα κεφάλια τους, να φουντάρουν από μπαλκόνια, ταράτσες κλπ. Στο ίδιο σήμερα, δε, ο πάλαι ποτέ εκλαμπρότατος Σπύρος Παπασπύρου έψαχνε να βρει έστω και ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στο οποίο να μη χρωστάει. Τα χρέη του ξεπερνούσαν την απόσταση της Γης από τον μακρινό πλανήτη Ποσειδώνα. Μετά ταύτα, λοιπόν, σήμερα, έτσι όπως είχαν έρθει δυστυχώς τα πράγματα, με τον πάλαι ποτέ εκλαμπρότατο

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 17 επιχειρηματία έτοιμο να καταποντιστεί, ένα «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;» απευθυνόμενο προς έναν αγενή υπάλληλο υποδοχής τραπέζης θα ακουγόταν πιο αδιάφορο κι από βαρετό κήρυγμα παπάδων στ αυτιά αναρχικών θαμώνων της πλατείας Εξαρχείων και θα προκαλούσε απλώς και μόνο ένα συγκαταβατικό χαμόγελο. Ο γραφικός, ξεπεσμένος αριστοκράτης της κακιάς ώρας, που δεν κοιτάει τα χάλια του, αλλά έρχεται για να μας παραστήσει από πάνω και τον γιαλαντζί δερβίση! Ρε, ουστ από κει! Μπρος! Προβείτε στα δέοντα! Κάποτε οι διευθυντές και οι μπιστικοί τους ήταν αυτοί που έτρεχαν από πίσω του. Του έκαναν και τρεις μετάνοιες για να τον ευχαριστήσουν άμα τη εμφανίσει του στην τράπεζά τους. Ενώ τώρα Τώρα τους είχε απόλυτη ανάγκη αυτός. Αυτός ήταν τώρα που έπρεπε να τους κάνει μετάνοιες. Και κώλο να του ζητούσαν να στήσει, αυτός όφειλε να το κάνει αν δεν ήθελε να βρεθεί εις την ακόμα πιο δυσάρεστον θέσιν να του πάρουν όλη του την περιουσία και να τον αφήσουν να παραδέρνει μπατίρης και ελεεινός στους πέντε δρόμους, ρεζίλι των σκυλιών, να γελάει μαζί του το πανελλήνιο. Μερικές φορές το να στήσεις κώλο και να σε πάρουν αυτοί που μέχρι χτες έφτυνες είναι το λιγότερο από τα δεινά που μπορούν να σε βρουν. Τον κυρίευσε μια βαθιά μελαγχολία. Και τότε, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, ο καιρός συμφώνησε ολόψυχα με τις διαθέσεις του ταλαίπωρου επιχειρηματία ανοίγοντας τους ουρανούς και ρίχνοντας μια βρόχα σε μέγεθος βατράχου, μια βρόχα δυνατή, που σε τίποτα δεν θύμιζε καλοκαίρι.

18Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Ο χώρος αναμονής πλημμύρισε με μια εκνευριστική μουσική δωματίου που έβγαινε από αόρατα μεγάφωνα κάτι βιολιά έπαιζαν όλα μαζί σε τόνο υπερβολικά αλέγκρο, τσιριχτό, ανησυχητικό σχεδόν απειλητικό. Η όλη υπόθεση έσπαγε νεύρα. Ο Σπύρος θέλησε να βουλώσει τ αυτιά του για να μην ακούει αυτά τα φριχτά βιολιά, γιατί ο εκνευρισμός του ήταν τόσος, που σε κάποιο κρεσέντο σίγουρα θα πεταγόταν όρθιος ουρλιάζοντας «σταματήστε αυτή την κακοφωνία, επιτέλους!» αλλά ξαφνικά φύτρωσε στο μυαλό του η παρανοϊκή ιδέα ότι ότι οι κινήσεις του μπορεί να παρακολουθούντο. Πού ξέρεις; Για λόγους ασφαλείας και καλά, μπορεί να υπήρχε κάποια κρυφή κάμερα εγκατεστημένη κάπου και να παρακολουθούσε τις κινήσεις των παρευρισκομένων στο χώρο! Φαντάσου τι εντύπωση θα αποκόμιζε ο διευθυντής αν έβλεπε τον επισκέπτη του να βουλώνει τ αυτιά του κοιτάζοντας γύρω του σαν χάχας και μετά να ξεσπάει σε ουρλιαχτά Αντί για δάνειο, πριν τον ξαποστείλει, θα του έδινε μια συμβουλή. «Περάστε από το Αιγινήτειο, κύριε. Είναι κομψά εκεί, είναι όμορφα. Αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι Μεγάλοι Ναπολέοντες τους έχουν κάπου αλλού. Εμείς, μια φορά, τελειώσαμε. Αντίο σας». Προσπαθώντας να παραστήσει τον αδιάφορο, έσπευσε στο τεράστιο παράθυρο και επικεντρώθηκε στο να κοιτάζει τους περαστικούς, που ξαφνιάστηκαν, φαίνεται, από την απροσδόκητη μπόρα και άρχισαν να τρέχουν όλοι μαζί σαν λαγοί εδώ κι εκεί, για να προφυλαχτούν. Έλα! Καλοκαίρι είναι! Τι θα πάθετε με λίγη βροχούλα; Σιγά!

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 19 Υπό άλλας συνθήκας το θέαμα θα του φαινόταν αστείο. Υπό τας παρούσας, όμως, του μεγάλωσε τον εκνευρισμό. Απέκτησε μια παράξενη βεβαιότητα επικείμενου Κακού. Ένιωσε σαν σαν να έβλεπε σκηνές από κάποιο έργο μιας όχι μακρινής Δευτέρας. Να δεις που κάποτε οι παρεπιδημούντες στην ιστορική πόλη των Αθηνών έτσι θα έτρεχαν κάθε μέρα, όλη μέρα. Και όχι για να σωθούν από τη βροχή. Θα έτρεχαν για να σωθούν από εαυτούς και αλλήλους. Το υποσυνείδητό του του έστελνε ζοφερές εικόνες από ένα μέλλον δυσοίωνο ένα μέλλον στο οποίο είχε αρχίσει να ανήκει κι αυτός, διάολε, αυτός, ο άσχετος αθώος Το κακό είναι ότι κάποτε δεν τον ένοιαζε τίποτα απ όλ αυτά. Δεν ήξερε τι θα πει κρίση, οι λέξεις «οικονομικά προβλήματα» ήταν γι αυτόν άγνωστες, δεν έχανε χρόνο σκεπτόμενος το μέλλον Αφού είχε κατορθώσει να βγει νικητής μέσα από τις κακοτοπιές και τις ατυχίες του παρελθόντος, η ζωή του προδιαγραφόταν ανέφελη κι έτσι θα συνέχιζε να είναι στο διηνεκές. Και, φυσικά, δεν έχανε χρόνο να ασχολείται με τους άλλους! Τι τον ένοιαζε αυτόν για τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους; Ο καθένας όπως στρώνει, κοιμάται, για να μην καζάντισαν προφανώς θα ήταν τεμπέληδες, άρα άξιοι της μοίρας τους εκεινού μια φορά δεν του καιγόταν καρφί. Διήγε βίον ανέμελο, αριστοκράτης με τα ούλα του και με το ανάλογο παραδάκι στην τσέπη, ούτως ώστε ο τίτλος του αριστοκράτη να μη μένει γράμμα κενό, χωρίς κέρδος κέρατα. Τώρα πια, εκών ή άκων, ήταν κι αυτός κομμάτι του χαλασμένου συστήματος, βυθισμένος κι αυτός μέσα στα σκατά της κρίσης απ την κορφή ως τα νύχια, κι όχι απλώς δεν μπορούσε να ορθοποδήσει, αλλά ούτε καν ν ανασάνει.

20Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Πνιγόταν. Η καταστροφή του ήταν ζήτημα μηνών. Λάθος, ημερών. Αν δεν έβγαζε τίποτα και σήμερα, μετά απ αυτό εδώ το ραντεβού, ίσως να ήταν και ωρών. Ο όλεθρος προ των πυλών. Παρέμεινε στο παράθυρο κοιτάζοντας έξω για να εξασφαλίσει ότι κανένας δεν θα έβλεπε τη φάτσα του εκείνη ακριβώς τη στιγμή, τα γουρλωμένα του μάτια, τα ρουθούνια που ανοιγόκλειναν, τη φλεβίτσα στον κρόταφό του που παλλόταν Λίγο πριν πεθάνει από την προσπάθειά του να παραστήσει ότι όλα ήταν εντάξει, καθημερινότητα, χαλαρά, φον, μέτρα αρνάκια άσπρα και παχιά και θα ηρεμήσεις οπωσδήποτε Η πόρτα πίσω του άνοιξε. «Κύριε Παπασπύρου. Ο κύριος διευθυντής σας περιμένει». Ο Σπύρος πήρε μια βαθιά ανάσα και ακολούθησε τον υπάλληλο που δεν του είχε προσφέρει ούτε ένα ποτήρι νερό, ο ξεφτίλας, αποφασίζοντας, ωστόσο, σαν αληθινός αριστοκράτης που ήταν, να φανεί μεγαλόψυχος και να ξεχάσει την αγένεια αυτή, αν το ραντεβού με το διευθυντή είχε, τελικώς, ευοίωνη κατάληξη. Ένας αληθινός αριστοκράτης ξέρει να αναγνωρίζει την πολυτέλεια ακόμα κι όταν είναι λιτή και απέριττη κι όχι καρακιτσαρία του κερατά με μοναδικό σκοπό την επίδειξη του πλούτου. Ο Σπύρος, αριστοκράτης και με βούλα, διέκρινε αμέσως την πολυτέλεια στο γραφείο του διευθυντού της τραπέζης. Βέβαια, επρόκειτο για ένα γραφείο όπου κυριαρχούσε ο μινιμαλισμός μιας και το κατείχε τεχνοκράτης και όχι η

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 21 ανεπάγγελτη φακλάνα σύζυγος κάποιου εφοπλιστή, πλήρως απηλλαγμένο από περιττά μπιχλιμπίδια που μόνο σύγχυση στο μάτι και εκνευρισμό προκαλούν, όμως τα έπιπλα ήταν πανάκριβα, τα είδη γραφικής ύλης από τους μεγαλύτερους οίκους του εξωτερικού, το χαλί ήταν αυθεντικότατο μεταξωτό Περσίας και ο μοναδικός πίνακας στον τοίχο μια όαση ανεμελιάς και παιχνιδιάρικης διάθεσης μέσα σ ένα χώρο που απέπνεε αυστηρό επαγγελματισμό ήταν γνήσιος Ρενουάρ, ο Σπύρος έβαζε στοίχημα ως προς τούτο. Του ήρθε να αναστενάξει, αλλά συγκρατήθηκε. Ο διευθυντής θα το πρόσεχε και δεν φαινόταν άνθρωπος που θα έδειχνε προσωπικό ενδιαφέρον για τα ψυχοσωματικά των επισκεπτών του, προπαντός όταν τους έβλεπε πρώτη φορά στη ζωή του. Η αρχική εντύπωση δε είναι και η πιο καθοριστική ειδικά όταν έρχεσαι για να ζητήσεις ένα θηριώδες δάνειο, μεσούσης μιας βαθιάς και προϊούσης οικονομικής κρίσης. «Ορίστε, κύριε, περάστε, καθίστε». Καθώς ο διευθυντής τον προέτρεπε να καθίσει, του έριξε μια ματιά με μισό μάτι. Ο Σπύρος κέρωσε. Φοβήθηκε ότι θα κατάπινε τη γλώσσα του και θα άρχιζε να λέει στο διευθυντή μαλακίες για τον καιρό και για την ταμπακιέρα, τίποτα. Θυμήσου ποιος είσαι, φον! Όταν ο πατέρας αυτού εδώ του βλάκα έβοσκε βόδια σε κάποιο κωλοχώρι του κερατά στην πιο έσχατη από τις ελληνικές γαίες, για να του στέλνει κάνα φράγκο να σπουδάσει οικονομικά σε κανένα πανεπιστημιάκι της πλάκας στην Ψωροκώσταινα και να μπορεί τώρα να παριστάνει μετ ευκολίας το λιμοκοντόρο, διευθυντής ντεμέκ, εσύ είχες τελειώσει το Κολέγιο Αθηνών και σε είχαν δεχτεί μετ επαίνων στο Γέιλ, και με υποτροφία παρακαλώ,

22Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ μολονότι δεν τη χρειαζόσουν διότι ο μπαμπάς σου κολυμπούσε στο χρήμα. Κι όχι τίποτ άλλο, ρε φον, αλλά φοράς και κοστούμι Αρμάνι που φυσάει! Είναι δυνατόν να μην το πρόσεξε ο γκαβούλας ο διευθυντής αυτό; Μπα, αυτά τη σήμερον ημέρα έχουν καταντήσει μάλλον ψιλά γράμματα. Στη σημερινή εποχή όποιον φοράει κοστούμι που φυσάει τον αντιμετωπίζουν καχύποπτα, όχι ως έναν σοβαρό κύριο από τζάκι αλλά ως εν δυνάμει απατεώνα. Εδώ που τα λέμε, βέβαια, τίγκα η Ψωροκώσταινα στους επιλεγόμενους «εγκληματίες του λευκού κολάρου». Η κοστουμιά, κοστουμιά αλλά κι ένα ποινικό μητρώο με ακάλυπτες επιταγές, απάτες και πλαστογραφίες μετά χρήσεως μεγαλύτερο κι από την εγκυκλοπαίδεια «Δομή». Ο Σπύρος ξεροκατάπιε. Έλαβε θέση στην παχιά πολυθρόνα απέναντι από το διευθυντή, ο οποίος τον κοιτούσε εξεταστικά, μη δείχνοντας καμιά διάθεση ν αρχίσει να μιλάει πρώτος για να διευκολύνει τον νέηλυ επισκέπτη του να περάσει στο ψητό. Ποιος ξέρει, ίσως ο τύπος να είχε μυριστεί ότι ο νέηλυς είχε έρθει εδώ, όχι φυσικά για να διαπραγματευτεί την τοποθέτηση μιας κεφαλαιάρας της τάξης των εκατό εκατομμυρίων ευρώ, να ξελασπώσουν οι πάντες αλλά για να ζητήσει ένα δάνειο από δω μέχρι τον Παρθενώνα. Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, ο υποψήφιος πελάτης κλείνει απευθείας ραντεβού με το διευθυντή. Άντε να ιδούμε. «Σπυρίδων Παπασπύρου. Επιχειρηματίας», συστήθηκε. «Χάρηκα», είπε το σύνηθες τυπικό ο διευθυντής, σφίγγοντας χλιαρά το προτεταμένο χέρι του επισκέπτη του.

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 23 Αυτό το ξερό «χάρηκα» ήταν η περίτρανη απόδειξη ότι δεν γνώριζε το όνομα «Παπασπύρου», παρότι στην πιάτσα ήταν εξίσου γνωστό με τα ονόματα «Λαμπρόπουλος», φερ ειπείν, ή «Κωτσόβολος» ή «Χόντος». Το «Παπασπύρου» παρέπεμπε κατευθείαν σε ένα από τα ιστορικότερα καταστήματα των Αθηνών, ίσως το παλαιότερο εν συνεχή και αδιαλείπτω λειτουργία. Κι όμως, ο διευθυντής είχε μαύρα μεσάνυχτα για όλ αυτά. Κακό αυτό. Δεν αρχίζαμε καλά. «Λοιπόν, κύριε Παπασπύρου; Τι μπορώ να κάνω εγώ για σας που δεν μπορούσαν να διεκπεραιώσουν οι υπάλληλοί μας εκεί έξω;» συνέχισε άχρωμα ο διευθυντής. Τα ρυάκια κρύου ιδρώτα που άρχισαν να αναβλύζουν από τους κροτάφους του Σπύρου έκαναν οπωσδήποτε τα πράγματα δυσκολότερα. «Κοιτάξτε», ξερόβηξε για να καθαρίσει το λαιμό του, «το όνομα Παπασπύρου είναι ιστορικό στην πόλη των Αθηνών. Το βεληνεκές του είναι τέτοιο ώστε να μου δίνει το δικαίωμα να σπεύδω απευθείας στο διευθυντή. Έτσι ακριβώς γίνεται και στις άλλες τράπεζες με τις οποίες συνεργάζομαι», ολοκλήρωσε αβέβαια. «Σας ακούω, λοιπόν», έκανε ο διευθυντής, ρίχνοντας μια κλεφτή ματιά στο ρολόι του Ήταν φανερό ότι με τις φιοριτούρες και τα φιλανφάν δεν γινότανε δουλειά. Έπρεπε να μπει κατευθείαν στο ψητό. Ούτως ή άλλως δεν επρόκειτο να το αποφύγει γι αυτό το γαμημένο το ψητό είχε έρθει εδώ, ευθύς εξαρχής. «Θέλω ένα δάνειο μεταφοράς υπολοίπου. Ένα χμμ ένα μεγάλο δάνειο μεταφοράς υπολοίπου, κύριε Ίτσιε». Ευτυχώς, γλίτωσε στο παρά ένα το ρεζιλίκι, ρίχνοντας

24Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ μια ματιά στην κομψή πινακίδα μπροστά του. Μα αφού ο διευθυντής είχε ξεχάσει να του συστηθεί, ο παλιόβ «Μου λέτε, σας παρακαλώ, τον αριθμό φορολογικού σας μητρώου, να δω την εικόνα σας;» Ο Σπύρος του τον είπε, με φωνή που έτρεμε αδιόρατα. Ο διευθυντής τον πληκτρολόγησε στον υπολογιστή και Τα μάτια του γούρλωσαν απότομα, λες κι έβλεπε στην οθόνη του έναν απαίσιο καρκινικό όγκο, θηριώδη τω μεγέθει και άκρως μεταστατικό. Ο Σπύρος το πρόσεξε αυτό και δεν ήταν ιδέα του. «Τι έγινε;» ρώτησε όσο πιο αδιάφορα μπορούσε. Ο διευθυντής επέστρεψε στο φυσιολογικό ύφος αλλά όχι και συνηθισμένο. «Κύριε Παπασπύρου χμμ έχετε υπόψη σας τι χρωστάτε;» ρώτησε, με μια υποψία ειρωνείας να γλιστράει απ τις χαραμάδες των λέξεων. Ο Σπύρος άρχισε να νιώθει τα καντήλια του να ανάβουν. «Και βέβαια έχω υπόψη μου, κύριε! Αφού εγώ τα αποπληρώνω!» Ο διευθυντής κούνησε το κεφάλι του συγκαταβατικά. «Δυστυχώς, κύριε Παπασπύρου, τα στοιχεία εδώ μπροστά μου δίνουν μία λίγο διαφορετική εικόνα. Το καταναλωτικό σας δάνειο στην Εθνική Τράπεζα δεν έχει εξυπηρετηθεί εδώ και δύο μήνες. Μια πιστωτική σας κάρτα στην Τράπεζα Πειραιώς δεν έχει επίσης εξυπηρετηθεί εδώ και δύο μήνες κι αυτή». Ο Σπύρος αισθάνθηκε να κοκκινίζει από τις ρίζες των μαλλιών μέχρι τα νύχια των ποδιών. «Συγγνώμη, έχετε πρόσβαση και σε στοιχεία άλλων τραπεζών; Θέλω να πω, έχετε εικόνα και για τέτοιες λεπτομέρειες;» Ο διευθυντής χαμογέλασε. Δεν έδωσε απάντηση. Ωστόσο, όντως, τα πράγματα ήταν ακριβώς έτσι όπως τα έλεγε.

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 25 Α τα κτήνη! Από πού κι ως πού αυτός εδώ ο τζιτζιφιόγκος μπορούσε να βλέπει με λεπτομέρειες τι γινόταν στις άλλες τράπεζες; Τι αλχημείες έκαναν και αποκτούσαν πρόσβαση σε τέτοια ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα; Τι γινόταν επιτέλους σ αυτή την κωλοχώρα κι όλοι είχαν γραμμένους τους νόμους στα παλιά τους τα παπούτσια, ή, πες καλύτερα, στο ματσκανάρι που κρέμεται ανάμεσα στις ποδάρες τους; Τι γίνεται, ρε π Ο Σπύρος συνειδητοποίησε ολοκάθαρα ότι έπρεπε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, διότι ξαφνικά απέκτησε το κακό προαίσθημα ότι, αν δεν το έκανε, ο διευθυντής από στιγμή σε στιγμή θα ειδοποιούσε τον αγενή υπάλληλο της υποδοχής να μπουκάρει επιτόπου, να διακόψει το αποτυχημένο ραντεβού που κλείστηκε άνευ λόγου και ουδεμιάς αιτίας και να πετάξει τον κακοπληρωτή επισκέπτη έξω από την τράπεζα με τις κλοτσιές. «Ακούστε, κύριε», είπε σταθερά. «Ο σκοπός που έχω έρθει στο γραφείο σας είναι πολύ συγκεκριμένος. Επιθυμώ να μεταφέρω όλα μου τα υπόλοιπα στην τράπεζά σας ούτως ώστε να πληρώνω μόνο μία δόση». Κοντοστάθηκε για να πάρει μια ανάσα και ξεφούρνισε ένα μούσι με πατέντα, ελπίζοντας ότι ο διευθυντής που μπορούσε να βλέπει όλα του τα οικονομικά στοιχεία φάτσα φόρα δεν θα μπορούσε να διαβάσει και μέσα στο μυαλό του και να καταλάβει ότι ο επιχειρηματίας Παπασπύρου εψεύδετο, γιατί, απλούστατα, αυτό ήταν το τελευταίο του χαρτί. «Αν θέλετε μάλιστα να ξέρετε, οι εν λόγω τράπεζες μου είπαν να αφήσω τις δόσεις απλήρωτες, ώστε να μπορέσω να μπω σε ρύθμιση». Το ξεφούρνισε. «Ρύθμιση, ε; Δεν πάνε καλά οι δουλειές;» ρώτησε ο διευθυντής αθώα.

26Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ «Στους καιρούς αυτούς ξέρετε εσείς να υπάρχουν δουλειές που να πηγαίνουν καλά;» αντιγύρισε ο Σπύρος. Ο διευθυντής τον κοίταξε διαπεραστικά. «Ως προς τούτο δεν έχετε και άδικο, αλλά φαίνεται πως αυτοί που σας συμβούλευσαν να αφήσετε απλήρωτα τα χρέη σας ώστε να μπείτε σε ρύθμιση παρέλειψαν να σας πουν ότι μ αυτό τον τρόπο υποβαθμίζεται, για να μην πω εξανεμίζεται, η πιστοληπτική σας ικανότητα» Ο Σπύρος δεν απάντησε. Ήλπιζε ολόψυχα η απελπισία στη φάτσα του να μην ήταν πιο εύγλωττη από την απάντηση που δεν έδωσε. Ο διευθυντής συνέχισε. «Με λίγα λόγια, θέλετε να μεταφέρετε στην τράπεζά μας εννιακόσιες εβδομήντα χιλιάδες ευρώ». Ο Σπύρος κατάπιε αέρα. «Μάλιστα», είπε βραχνά. «Μεταφέρετε τις προσημειώσεις στην τράπεζά σας, εξασφαλίζεστε με δύο ακίνητα τεράστιας αξίας και ξενοιάζω κι εγώ από το βραχνά των πολλαπλών δόσεων σε εφτά τράπεζες». Ο διευθυντής τον ζύγισε με το βλέμμα. «Έχετε μαζί σας αντίγραφα συμβολαίων, Ε9 και εκκαθαριστικά των πέντε τελευταίων ετών να ρίξω μια ματιά;» «Φυσικά», έκανε ο Σπύρος Πάνω στη βιασύνη του να βγάλει τα σωστά χαρτιά από το χαρτοφύλακά του τα σκόρπισε όλα μαζί στο πάτωμα και μπουρδουκλώθηκαν και γίναν ντάρμα ντουμάν το «μουνί καπέλο» μπροστά στο χάος που προέκυψε στο πάτωμα θα φάνταζε σαν την αποθέωση της κομψότητας. Ο διευθυντής τα παρακολουθούσε όλ αυτά. Ο ιδρωμένος Σπύρος με τα χέρια που έτρεμαν παρακαλούσε ν ανοίξει η γη να τον καταπιεί επιτόπου.

ΠΑΡΑΝΟΙΑ 27 Μια χοντρή σταλαγματιά ιδρώτα άφησε ένα υγρό ολοστρόγγυλο αποτύπωμα στο πιο πάνω από τα πεσμένα χαρτιά. Ο διευθυντής κοιτούσε ατάραχος, με το αριστερό φρύδι ελαφρώς υψωμένο. Ο Σπύρος αργοπέθαινε. Δεν μπορεί. Όλ αυτά ήταν απλώς ένα κακό όνειρο. Σύντομα θα ξυπνούσε κάτω από μια παχιά σκιά κάπου στις Μαλδίβες και θα έκανε νεύμα στην ωραία Κρεολή που θα του είχαν θέσει ως προσωπική υπηρέτρια να του φτιάξει ένα δροσιστικό κοκτέιλ καρύδας, να το πιει και να ξεχάσει τον εφιάλτη. Πάνε αυτά. Εντάσσοντο στις παλιές, καλές εποχές. «Με συγχωρείτε», βρυχήθηκε ο Σπύρος, ψάχνοντας μετά μανίας να βρει τα σωστά χαρτιά, έχοντας αποκτήσει την παρανοϊκή αίσθηση, αφενός, ότι τα χέρια του κουλάθηκαν ολότελα και, αφετέρου, ότι δεν θα έβρισκε τα γαμημένα τα κωλόχαρτα ακόμα κι αν έψαχνε σαν τρελός μέχρι αύριο το πρωί. «Με την ησυχία σας». Η φωνή του διευθυντή ακούστηκε σαν να έβγαινε από τα βάθη της θάλασσας. Ευτυχώς. Τα βρήκε. «Ορίστε». Ο διευθυντής άρπαξε αμίλητος τη χαρτούρα και έχωσε μέσα τη μούρη του. Τριώροφο νεοκλασικό στη Λυκείου. Το πιο λαμπρό Κολωνάκι, εκεί όπου ζούσαν οι παλιοί, γνήσιοι αριστοκράτες και όχι οι τυχάρπαστοι νεόπλουτοι αστέρες της τηλεόρασης, του μόντελινγκ, των βιζιτών πολυτελείας Όλοι πρώην μπατίρηδες με ταπεινή καταγωγή από καμιά Δραπετσώνα, από τίποτα Νέα Λιόσια, Ζεφύρι, Θεός φυλάξοι

28Κ καλλιοντζη ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Και κατάστημα εκατόν εβδομήντα τετραγωνικών στη Βουκουρεστίου. Δίπλα στο Σύνταγμα. Εμπορική αξία; Θηρίο. Προσημειωμένα και τα δύο. Χρέος εννιακόσιες χιλιάδες ευρώ. Κι άλλες εβδομήντα χιλιάδες σε προσωπικά δάνεια και κάρτες. Ε, καλά, μπροστά στις εννιακόσιες χιλιαρικάρες, τα εβδομήντα χιλιαρικάκια ήταν ψιλά. Ο διευθυντής ήταν έμπειρος. Το μάτι του διέτρεχε με φόρα τη χαρτούρα και ιχνηλατούσε τα στοιχεία, εξάγοντας συμπεράσματα. Κι ούτε ένα ενθαρρυντικό χαμόγελο να πάρει λίγο τα πάνω του και ο τάλας ο επισκέπτης του, που ζούσε δύσκολες στιγμές Πάμε στα εκκαθαριστικά. Ωπ! Να το! Από τη χρήση του 2006 και μετά, τα δηλωθέντα εισοδήματα είχαν πορεία φθίνουσα. Τη χρήση του 2009, δε, την κρίσιμη χρήση, τα δηλωθέντα εισοδήματα ήταν πιο απελπιστικά κι από τη θέση ετοιμοθάνατου πολυτραυματία στην εντατική. Δανειακές συμβάσεις, δι ων ενεγράφη προσημείωση υπέρ δύο ανταγωνιστριών τραπεζών Ο διευθυντής κοίταζε πότε τον υπολογιστή, πότε τη χαρτούρα. Τα δάνεια-θηρία είχαν συναφθεί τα έτη 2004 και 2005. Συνεπώς, η οικονομική κατάσταση του υποψηφίου πελάτη κυρίου κυρίου Παπασπύρου έβαινε από το κακό στο χειρότερο, συν τοις άλλοις, πιο πανηγυρική επιβεβαίωση απ τον ιδρώτα που τον είχε λούσει και να δεις που περί κρύου ιδρώτος επρόκειτο δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρξει. Από τα μάτια των έμπειρων διευθυντών τραπεζών δεν ξεφεύγουν τέτοιες λεπτομέρειες. «Δύσκολα, κύριε Παπασπύρου», ξεφούρνισε απότομα.