ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ



Σχετικά έγγραφα
Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

e- EΚΦΡΑΣΗ- ΕΚΘΕΣΗ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ για ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ εξετάσεις Γ λυκείου ΕΠΑ.Λ.

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Είσαι ένας φάρος φωτεινός

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ Βαθμός: ΤΑΞΗ: Γ

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

αγαπη σε μερεσ βροχησ Μέρες Βροχής

Γ. ΝΤΥΕΡ Θα ήθελα να ταξιδέψω όσο πιο μακριά μπορώ. Θα ήθελα να φτάσω τη χαρά που είναι στην ψυχή μου. Και ν αλλάξω τα σύνορα που ξέρω και να νιώσω

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Α ΒΡΑΒΕΙΟ Το άσπρο του Φώτη Αγγουλέ

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Ένα και δυο: τη μοίρα μας δεν θα την πει κανένας Ένα και δυο: τη μοίρα του ήλιου θα την πούμ εμείς.

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

1 ο ΓενικόΛύκειοΚοζάνης Σχολική Βιβλιοθήκη. Υπεύθυνη Βιβλιοθήκης Ελπίδα Ματιάκη

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα. Εργασία Χριστίνας Λιγνού Α 1

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου


Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Το παραμύθι της αγάπης

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΤΟ ΑΡΩΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. του Prem Rawat

Οι χελώνες, οι ελέφαντες και οι παπαγάλοι που είναι μακρόβιοι, ξέρω, θα χλευάσουν τον τίτλο αυτού του κεφαλαίου. Το τζιτζίκι, σου λένε, ζει λίγο, ελάχ

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΕΚΕΙΝΗ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥ Ι ΓΙΑ ΤΟΝ Γ

Γιώργης Παυλόπουλος. Τι είναι ποίηση...

Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Ποίημα στους φίλους. Επιλεγμένα ποιήματα.

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

Ευλογημένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ημοτικού

Eκπαιδευτικό υλικό. Για το βιβλίο της Κατερίνας Ζωντανού. Σημαία στον ορίζοντα

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

ΓΙΟΡΤΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΤΡΑΓΟΥ ΙΑ

VAKXIKON.gr MEDIA GROUP Εκδόσεις Βακχικόν Ασκληπιού 17, Αθήνα τηλέφωνο: web site: ekdoseis.vakxikon.

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

Σχεδιασμός της μεθόδου «Μετασχηματίζουσα Μάθηση μέσα από την Τέχνη» Θέμα: Μια διαφορετική προσέγγιση της ιστορίας

1 00:00:08,504 --> 00:00:11,501 <i>το σχολείο της Τσιάπας παρουσιάζει:</i> 2 00:00:14,259 --> 00:00:17,546 <b>"ποιοί είναι οι Ζαπατίστας;"</b>

ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 1 28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

1 ο ΕΙΔΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΤΑΠΑ ΣΟΦΙΑ ΓΙΟΡΤΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΘΕΑΤΡΙΚΟ: ΚΑΦΕΝΕΙΟ Η ΕΛΛΑΣ

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Παραγωγή γραπτού λόγου Ε - Στ τάξη Σύνθεση ποιήµατος

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Μια ιστορία αγάπης και ελπίδας

Πάμπλο Νερούδα Επιλεγμένα ποιήματα

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΥΜΝΑΖΕΤΑΙ (Κωµικό σκετς)

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

Τ Ο Υ Κ Ω Ν Σ Τ Α Ν Τ Ι Ν Ο Υ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΕ ΣΧΕΔΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΔΟΥΚΑ


Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Με της αφής τα μάτια Χρήστος Τουμανίδης

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwω ψerβνtyuςiopasdρfghjklzx cvbn nmσγqwφertyuioσδφpγρa ηsόρ ωυdf ghjργklαzxcvbnβφδγωmζq wert

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Transcript:

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ (Στη σελίδα stixoi.info μπορούν να βρεθούν όλα τα μελοποιημένα ποιήματα) ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΠΑΝΤΟΥ Κι αν έρθει κάποτε η στιγμή να χωριστούμε, αγάπη μου, μη χάσεις το θάρρος σου. Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου, είναι να `χει καρδιά. Μα η πιο μεγάλη ακόμα, είναι όταν χρειάζεται να παραμερίσει την καρδιά του. Την αγάπη μας αύριο, θα τη διαβάζουν τα παιδιά στα σχολικά βιβλία, πλάι στα ονόματα των άστρων και τα καθήκοντα των συντρόφων.

Αν μου χάριζαν όλη την αιωνιότητα χωρίς εσένα, θα προτιμούσα μια μικρή στιγμή πλάι σου. Θα θυμάμαι πάντα τα μάτια σου, φλογερά και μεγάλα, σα δυο νύχτες έρωτα, μες στον εμφύλιο πόλεμο. Α! ναι, ξέχασα να σου πω, πως τα στάχυα είναι χρυσά κι απέραντα, γιατί σ αγαπώ. Κλείσε το σπίτι. Δώσε σε μια γειτόνισσα το κλειδί και προχώρα. Εκεί που οι φαμίλιες μοιράζονται ένα ψωμί στα οκτώ, εκεί που κατρακυλάει ο μεγάλος ίσκιος των ντουφεκισμένων. Σ όποιο μέρος της γης, σ όποια ώρα, εκεί που πολεμάνε και πεθαίνουν οι άνθρωποι για ένα καινούργιο κόσμο... εκεί θα σε περιμένω, αγάπη μου!

ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΛΕΓΕΣΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος δε θα πάψεις ούτε στιγμή ν αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο. Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα ματώσουν απ τις φωνές το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες μα ούτε βήμα πίσω. Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων κάθε χειρονομία σου σαν να γκρεμίζεις την αδικία. Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή. Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις πολιτείες μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται στην νύχτα του πολέμου έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω απ τις οβίδες. Δεν έχεις καιρό δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος. Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος μπορεί να χρειαστεί ν αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη ή το παιδί σου. Δε θα διστάσεις. Θ απαρνηθείς την λάμπα σου και το ψωμί σου θ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι

για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο. Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις και ούτε θα φοβηθείς. Το ξέρω, είναι όμορφο ν ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ, να κοιτάς εν άστρο, να ονειρεύεσαι, είναι όμορφο σκυμμένος πάνω απ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου να την ακούς να λέει τα όνειρα της για το μέλλον. Μα εσύ πρέπει να τ αποχαιρετήσεις όλ αυτά και να ξεκινήσεις γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου, για όλα τ άστρα, για όλες τις λάμπες και για όλα τα όνειρα αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος. Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή και περισσότερα χρόνια μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη, τη μάνα σου και τον κόσμο. Εσύ και μες απ το τετραγωνικό μέτρο του κελιού σου θα συνεχίζεις το δρόμο σου πάνω στη γη. Κι όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα θα χτυπάς τον τοίχο του κελιού σου με το δάχτυλο απ τ άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία. Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν ασπρίζουν τα μαλλιά σου δε θα γερνάς. Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος αφού όλο και νέοι αγώνες θ αρχίζουμε στον κόσμο αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος. Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό. Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό

γράμμα στη μάνα σου θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ αρχικά του ονόματός σου και μια λέξη: Ειρήνη σα να γραφες όλη την ιστορία της ζωής σου. Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια σα να στεκόσουνα μπροστά σ ολάκερο το μέλλον. Να μπορείς, απάνω απ την ομοβροντία που σε σκοτώνει εσύ ν ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη. Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ Νύχτωνε γρήγορα. Ο αγέρας ερχόταν από μακριά μυρίζοντας βροχή και πόλεμο. Τα τραίνα γεμάτα φαντάρους περνούσαν βιαστικά μόλις προφταίναμε πίσω απ' τα τζάμια να τους δούμε... Και το βήμα της περίπολος έπαιρνε τη σιωπή απ' το δρόμο κι απ' τον κόσμο την ζεστασιά... Που πάνε τόσα παιδιά; Κ' εκείνος ο ξανθός ομπρελάς που τραγουδούσε τα πρωινά ντουφεκίστηκε κι ο περιπτεράς που μας άπλωνε τα ρέστα χαμογελώντας ντουφεκίστηκε και το παιδί που μας ζύγιζε τα κάρβουνα -το θυμάσαι αλήθεια ντουφεκίστηκε. Το καρότσι του αναποδογυρισμένο σε μια γωνιά... Σε όλους τους τοίχους απόψε τουφεκίζεται η ζωή... Μ' αγκάλιαζες μα εγώ πάνω απ' τον ώμο σου κοίταζα το δρόμο. Κι' όταν θέλαμε να μιλήσουμε σωπαίναμε ξαφνικά. Αφουγκραζόμαστε από τ' ανοιχτό παράθυρο μακριά το βήμα των μελλοθανάτων...

Οι άνθρωποι ρίχνουν βιαστικά στο μπόγο τους όλο το σπιτικό τους γιατί όλο τους το σπιτικό δεν είναι παρά λίγο ψωμί, ένα ενθύμιο κ' η αγάπη τους στη ζωή. Ύστερα φιλιούνται και χάνονται μέσα στη νύχτα... Έπειτα, συνεχίζει αποκαλύπτοντάς μας τις συνθήκες του στρατοπέδου, όντας και ο ίδιος ένας από τους στρατιώτες που αγωνιούσαν για το μέλλον. Η ποίηση του στρατοπέδου εμποτισμένη με το θάνατο, αλλά και με την ελπίδα του Εμείς. Έλεγες πως θα πέθαινες ίσως να 'χες κιόλας πεθάνει τόση είταν η νύχτα κ' η βροχή ο άνεμος, οι πληγωμένοι όταν ένιωσες ξαφνικά ένα χέρι να ψαχουλεύει στο σκοτάδι και να σφίγγει το δικό σου χέρι. Κ'είταν σα να'χε γεννηθεί η πρώτη ελπίδα πάνω στη γη... Και νιώθεις πως δε θα 'φτανε ο κόσμος να χωρέσει τούτο το τρύπιο αντίσκηνο πως θα'φτανε όμως η καρδιά σου να χωρέσει όλον τον κόσμο... Πόσοι σύντροφοι αλήθεια κοντά στην ίδια λάμπα και στην ίδια ελπίδα μπροστά στο ίδιο ψωμί και στον ίδιο θάνατο την ώρα που κρυώναμε μας σκέπασαν με τα μάτια τους την ώρα που πεινούσαμε μας μοιράσανε την καρδιά τους. Κι όταν είτανε να πεθάνουνε αυτοί μας μίλησαν για την ζωή. Τότε κ' εμείς μπορέσαμε να πεθάνουμε...

Και ξαφνικά στα μάτια του συντρόφου μας που έφευγε τόσο άπλα ξανάβρισκα τα μάτια σου, αγαπημένη... Ναι, αγαπημένη μπορούσα πια και σ' έβρισκα παντού. Άναβα τώρα τη λάμπα κ έτρεμα, όπως όταν την άναβα για σένα μοίραζα το ψωμί με το διπλανό μου σα να το μοιραζόμαστε μαζί και καθώς άπλωνα να σφίξω ένα χέρι, έβρισκα το χέρι σου και καθώς έσκυβα ν' ακούσω μια φωνή, έβρισκα τη φωνή σου. Οι άνθρωποι που μας χώριζαν, οι ίδιοι τώρα σε ξανάδιναν σε μένα... Σ' έχω ξανάβρει όλες τις νύχτες που δεν ήξερα αν θα σε ξαναδώ. Κι όταν το βράδυ πλάγιαζα στο παγωμένο αντίσκηνο κι άκουγα την βροχή ονειρευόμουνα και σ' έβρισκα. Σ' έβρισκα, αγαπημένη, στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων. Από την ρεαλιστική ωμότητα των στρατοπέδων και το σκληρό παρόν, από το εμπνευσμένο συλλογικό όνειρο, στο παρελθόν και σ' εκείνη την γυναίκα, την γυναίκα του. Οι έντονες εικόνες, η υπερβολή, ο χαρακτηριστικός υπερρεαλισμός του ποιητή όταν αναφέρεται σ' εκείνη, όταν ξεπροβάλλει η ανάμνησή της.. Αυτή η πολύστιχη παρεμβολή θυμίζει την όαση που αντικρίζει κάποιος διψασμένος στην έρημο. Σαν ήμουνα παιδί και μ' έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου έσκυβε και με ρωτούσε. Τι έχεις αγόρι;

Δεν μίλαγα. Μονάχα κοίταζα πίσω απ' τον ώμο της ένα κόσμο άδειο από σένα. Και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κοντύλι ήτανε για να μάθω να σου γράφω τραγούδια. Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής ήτανε που αργούσες ακόμα όταν τη νύχτα κοίταζα τ' αστέρια ήτανε γιατί μου λείπανε τα μάτια σου κι όταν κτύπαγε η πόρτα μου και άνοιγα δεν ήτανε κανείς. Κάπου όμως μες στον κόσμο ήτανε η καρδιά σου που χτυπούσε. Έτσι έζησα. Πάντοτε. Και όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά-θυμάσαι;- μου άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου αγαπημένη μου... Αλήθεια κείνη η άνοιξη, εκείνο το πρωινό, εκείνη η απλή κάμαρα της ευτυχίας αυτό το σώμα σου που κράταγα πρώτη φορά γυμνό αυτά τα δάκρυα που δεν μπόρεσα στο τέλος να κρατήσω - πόσο σου πήγαιναν... Ύστερα ερχόταν η βροχή. Μα έγραφα σ' όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τ' όνομα σου κι έτσι είχε ξαστεριά στην κάμαρα μας. Κράταγα τα χέρια σου κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη... Όταν χαμογελούσες ένα περιστέρι διάβαινε στην βραδιασμένη κάμαρα ένα σύννεφο χρυσό ταξίδευε στον ουρανό όταν χαμογελούσες.

Όταν χαμογελούσες ξεχνούσα τη στέγη που έσταζε, ξεχνούσα το τρύπιο πάτωμα έλεγα κιόλας, να, μες απ' τις τρύπες του όπου και να 'ναι θα φυτρώσουνε μεγάλα κόκκινα τριαντάφυλλα... Ναὶ ἀγαπημένη μου, ἐμεῖς γι αὐτὰ τὰ λίγα κι ἁπλὰ πράγματα πολεμᾶμε γιὰ νὰ μποροῦμε νά χουμε μία πόρτα, ἕν ἄστρο, ἕνα σκαμνὶ ἕνα χαρούμενο δρόμο τὸ πρωὶ ἕνα ἤρεμο ὄνειρο τὸ βράδι. Γιὰ νά χουμε ἕναν ἔρωτα ποὺ νὰ μὴ μᾶς τὸν λερώνουν ἕνα τραγούδι ποὺ νὰ μποροῦμε νὰ τραγουδᾶμε Ὅμως αὐτοὶ σπᾶνε τὶς πόρτες μας πατᾶνε πάνω στὸν ἔρωτά μας. Πρὶν ποῦμε τὸ τραγούδι μας μᾶς σκοτώνουν. Μᾶς φοβοῦνται καὶ μᾶς σκοτώνουν. Φοβοῦνται τὸν οὐρανὸ ποὺ κοιτάζουμε φοβοῦνται τὸ πεζούλι ποὺ ἀκουμπᾶμε φοβοῦνται τὸ ἀδράχτι τῆς μητέρας μας καὶ τὸ ἀλφαβητάρι τοῦ παιδιοῦ μας φοβοῦνται τὰ χέρια σου ποὺ ξέρουν νὰ ἀγγαλιάζουν τόσο τρυφερὰ καὶ νὰ μοχτοῦν τόσο ἀντρίκια φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ λέμε οἱ δυό μας μὲ φωνὴ χαμηλωμένη φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ θὰ λέμε αὔριο ὅλοι μαζὶ μᾶς φοβοῦνται, ἀγάπη μου, καὶ ὅταν μᾶς σκοτώνουν νεκροὺς μᾶς φοβοῦνται πιὸ πολύ... Θά θελᾳ νὰ φωνάξω τ ὄνομά σου, ἀγάπη, μ ὅλη μου τὴν δύναμη. Νὰ τ ἀκούσουν οἱ χτίστες ἀπ τὶς σκαλωσιὲς καὶ νὰ φιλιοῦνται μὲ τὸν ἥλιο

νὰ τὸ μάθουν στὰ καράβια οἱ θερμαστὲς καὶ ν ἀνασάνουν ὅλα τὰ τριαντάφυλλα νὰ τ ἀκούσει ἡ ἄνοιξη καὶ νά ρχεται πιὸ γρήγορα νὰ τὸ μάθουν τὰ παιδιὰ γιὰ νὰ μὴν φοβοῦνται τὸ σκοτάδι, νὰ τὸ λένε τὰ καλάμια στὶς ἀκροποταμιές, τὰ τρυγόνια πάνω στοὺς φράχτες νὰ τ ἀκούσουν οἱ πρωτεύουσες τοῦ κόσμου καὶ νὰ τὸ ξαναποῦνε μ ὅλες τὶς καμπάνες τους νὰ τὸ κουβεντιάζουνε τὰ βράδια οἱ πλύστρες χαϊδεύοντας τὰ πρησμένα χέρια τους. Νὰ τὸ φωνάξω τόσο δυνατὰ ποὺ νὰ μὴν ξανακοιμηθεῖ κανένα ὄνειρο στὸν κόσμο καμιὰ ἐλπίδα πιὰ νὰ μὴν πεθάνει... Κι όταν πεθάνουμε, αγαπημένη μου, εμείς δε θα πεθάνουμε. Αφού οι άνθρωποι θα κοιτάζουν το ίδιο αστέρι που κοιτάξαμε Αφού θα τραγουδάνε το τραγούδι που αγαπήσαμε Αφού θ ανασαίνουν σ έναν κόσμο, που εγώ κ εσύ τον ονειρευτήκαμε ε, τότε, αγαπημένη, θάμαστε πιο ζωντανοί από κάθε άλλη φορά. Αφού σε κάθε στιγμή οι άνθρωποι θα μας βρίσκουν Στο ήρεμο ψωμί, Στα δίκαια χέρια, Στην αιώνια ελπίδα, πως θα μπορούσαμε, αγαπημένη μου, να χουμε πεθάνει.

ΜΗ ΧΑΝΕΙΣ ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ ΣΟΥ Μη χάνεις το θάρρος σου εμείς πάντα το ξέραμε πως δε χωράει μέσα στους τέσσερις τοίχους το μεγάλο μας όνειρο. Εμάς τα σπίτια μας είναι όλοι οι δρόμοι που στα σπλάχνα τους κοιμούνται τόσοι σκοτωμένοι. Θα θυμάμαι πάντοτε τα φιλιά σου που κελαηδούσαν σαν πουλιά θα θυμάμαι τα μάτια σου φλογερά και μεγάλα σαν δυο νύχτες έρωτα μέσα στον άγριο πόλεμο.

ΦΥΣΑΕΙ ΣΤΑ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Υγρά τα σκαλοπάτια του πολέμου Φωτιές απ τα παράθυρα αντηχούν Κι οι μάνες τώρα ψάχνουν για κρυψώνες Κρυμμένα μονοπάτια του ουρανού Η χώρα μου βυθίζεται στο ψέμα Σε ηδονές που στάζουνε χολή Και βρίσκουν καταφύγιο οι αλήτες Σε χώμα που μυρίζει σαν πληγή Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου Στα σαπισμένα δόντια ενός φρουρού Φυσάει στα δεκανίκια του σακάτη Που ακούμπησε στον ώμο ενός παιδιού Γυναίκα να μην κλάψεις για το γιο σου Το όπλο του στα χέρια σου κερί Χιλιάδες χνώτα λιώνουν σε εκκλησίες Που γέμισαν με λάσπη και ντροπή Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου Στα σαπισμένα δόντια ενός φρουρού Φυσάει στα δεκανίκια του σακάτη Που ακούμπησε στον ώμο ενός παιδιού.