ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ. Καμένα χαρτιά Αντιγόνη

Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΝΤΕΪΛΙ ΜΕΪΛ ΝΤΕΪΛΙ ΜΕΪΛ

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Η δικη μου μαργαριτα 1

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Το παραμύθι της αγάπης

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός


Τα παραμύθια της τάξης μας!

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.


ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΞΕΝΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ. Το Σκλαβί. ή πώς ένα κορίτσι με τρεις φίλους και έναν παπαγάλο ναυλώνει ένα καράβι για να βρει τον καλό της

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

Κατανόηση προφορικού λόγου

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

«Ο Ντίνο Ελεφαντίνο και η παρέα του»

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

ΤΟ ΡΟΛΟΪ ΣΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

T: Έλενα Περικλέους

Η τέχνη της συνέντευξης Martes, 26 de Noviembre de :56 - Actualizado Lunes, 17 de Agosto de :06

Μαρούλης Δημήτρης EXCELLENT Ετήσια Αξιολόγηση του ΚΞΓ Μαρούλης Δημήτρης

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

«Η νίκη... πλησιάζει»

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Αγγελική Δαρλάση. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ: Ταξίδι στον κόσμο των παραμυθιών μέσα από την εικονογράφηση και επεξεργασία (σελίδα-σελίδα) ενός βιβλίου

Modern Greek Beginners

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

Πρώτη έκδοση Νοέμβριος 2017 ISBN

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΞΩΤΙΚΩΝ. Ιστορίες από τη Σκωτία και την Ιρλανδία

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη

Η ιστορία του δάσους

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Transcript:

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ Καμένα χαρτιά Αντιγόνη 3

Μαρία Δαλίδου Εκδόσεις Λευκή Σελίδα ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ Μαρία Δαλίδου Καμένα χαρτιά Αντιγόνη Διορθώσεις: Ελένη Ζαφειρούλη Σελιδοποίηση: Γιάννης Χατζηχαραλάμπους Μακέτα εξωφύλλου: Γιάννης Λιβέρης Εικόνα εξωφύλλου - Επεξεργασία: Mjrko Rennola Μοντέλο φωτογραφίας: Alba Rodriguez Copyright Εκδόσεις Λευκή Σελίδα και Μαρία Δαλίδου, Αθήνα 2012 Πρώτη έκδοση από τις Εκδόσεις Λευκή Σελίδα, Αθήνα 2012 ISBN 978-960-9745-09-3 Εκδόσεις Λευκή Σελίδα Σταδίου 10, 105 64, Αθήνα Τηλ. & Fax.: 2103232870 www.lefkiselida.gr e-mail: info@lefkiselida.gr Αυτό το κείμενο που δημοσιεύεται από τις εκδόσεις «Λευκή Σελίδα» προστατεύεται από τους διεθνείς νόμους και τις διεθνείς συνθήκες που αφορούν τα συγγραφικά δικαιώματα. Η εκτύπωσή του σε χαρτί προορίζεται αποκλειστικά για τον αγοραστή και περιορίζεται στην προσωπική του χρήση. Κάθε άλλη αναπαραγωγή ή αντιγραφή, από όποιον και να προέρχεται, θα αποτελεί απομίμηση και θα υπόκειται στις προβλεπόμενες κυρώσεις από το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο περί πνευματικής ιδιοκτησίας και από τις ισχύουσες διεθνείς συνθήκες για την προστασία των συγγραφικών δικαιωμάτων. 4

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ Μαρία Δαλίδου Καμένα χαρτιά Αντιγόνη [ μυθιστόρημα ] 5

Μαρία Δαλίδου 6

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ Περιεχόμενα Η Αντιγόνη... 11 Aρμονία... 25 Ο Βόσπορος... 39 Η Βαγγελιώ... 61 Χειμώνας του 20... 77 Οι πρώτες ενδείξεις της θύελλας... 85 Μέρες του 22... 95 Η άφιξη... 103 Και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν... 117 Τρία χρόνια μετά... 125 Άνοιξη... 157 Ένα παιδί... 167 Καμένα χαρτιά... 179 Τέλος εποχής... 205 Mονόλογος... 213 7

Μαρία Δαλίδου 8

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ Έχω σηκώσει χέρι καταπάνου στα βουνά τα μαύρα και τα δαιμονικά του κόσμου τούτου. Έχω πει στην αγάπη «γιατί» και την έχω κυλήσει στο πάτωμα. Έγιναν οι πόλεμοι και ξανάγιναν και δεν έμεινε ούτ ένα κουρέλι να το κρύψουμε βαθιά στα πράγματά μας και να το λησμονήσουμε. Ποιος ακούει; Ποιος άκουσε; Δικαστές, παπάδες, χωροφύλακες, ποια είναι η χώρα σας; «Μαρία Νεφέλη», Οδυσσέας Ελύτης 9

Μαρία Δαλίδου 10

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ Η Αντιγόνη έλετε κάτι;» Η Φανή είχε κολλήσει το πρόσωπό της στο «Θτζάμι της βιτρίνας και δεν άκουγε τη γυναικεία φωνή που την καλούσε από το βάθος του μαγαζιού. «Δεσποινίς, θα θέλατε κάτι;» Είχε μπει η άνοιξη, πόσο καιρό την περίμενε αυτή την άνοιξη, αλήθεια! Οι μέρες είχαν μεγαλώσει, η πόλη είχε γεμίσει πολύχρωμα λουλούδια, μια ωραία λιακάδα είχε απλωθεί πάνω από το λιμάνι. Μια δυνατή, ολόχρυση λιακάδα, που έκανε τα χλωμά πρόσωπά τους να μοιάζουν με αγουροκομμένες ντομάτες που δεν πρόλαβαν να ωριμάσουν. Όλα προανήγγελλαν τον ερχομό του καλοκαιριού. «Δεσποινίς;» άκουσε δίπλα της τη φωνή πιο δυνατή αυτήν τη φορά. Ταράχτηκε, είχε αφαιρεθεί κοιτάζοντας τις ολόφρεσκες λευκές πάστες και τα σιροπιαστά εκμέκ του Καγιαχάν Σαράι κι ούτε που πήρε είδηση τη νεαρή πωλήτρια, η οποία είχε κολλήσει το μούτρο της στο τζάμι και, χτυπώντας με το δάχτυλο από την άλλη πλευρά της βιτρίνας, την πρόσταζε με φωνές και νοήματα. «Άι στο καλό! Κακό χρόνο να χει, τρόμαξα!» είπε αυθόρμητα, μα σχεδόν αμέσως μετάνιωσε για τον κακό λόγο που ξεστόμισε και βιάστηκε να το καλύψει. Παρά τρίχα γλίτωσε το καρδιακό επεισόδιο έτσι όπως πετάχτηκε από την τρομάρα της. Κι εκείνη 11

Μαρία Δαλίδου η τσιριχτή φωνή, παρέα με το υπεροπτικό ύφος, καθόλου δεν της άρεσαν. «Τίποτα, τίποτα, ευχαριστώ» είπε ξερά και έτρεξε προς τις αδερφές της, που είχαν απομακρυνθεί αρκετά και, αφηρημένες καθώς ήταν, δεν είχαν αντιληφθεί την απουσία της. Η λεπτοκαμωμένη νεαρή πωλήτρια έκλεισε ευγενικά την πόρτα και σηκωμένη στις μύτες των ποδιών απέμεινε να κοιτάζει την παράξενη αυτή κοπέλα καθώς απομακρυνόταν βιαστικά μέσα στο πλήθος, μέχρι που δεν διέκρινε παρά μόνο μια λεπτή σιλουέτα. «Άπαπα, θρασύτατο! Ύπαγε οπίσω μου, σατανά» μουρμούρισε και έφτυσε τρεις φορές στον κόρφο της πριν ξαναγυρίσει στον πάγκο της. Ήταν Κυριακή, μέσα Μαΐου. Η Φανή είχε βγει για βόλτα με τις αδερφές της. Το συνήθιζαν μία φορά την εβδομάδα να σουλατσάρουν αλά μπρατσέτα στην περαντζάδα. Έτσι ήταν οι Κυριακές, ίδιες και απαράλλαχτες η μία με την άλλη. Λες και κάθε που ξημέρωνε Κυριακή επιτελούσαν υποχρεωτικά κάποιο βαρύ καθήκον. Περπατούσαν χαζεύοντας πέρα δώθε, χαζογελώντας και ανταλλάσσοντας κρυφές ματιές πίσω από τα γαλάζια παρασόλια τους. Η πόλη ήταν, όπως κάθε μέρα, γεμάτη κίνηση. Έλληνες και Τούρκοι αγρότες πουλούσαν τη σοδειά τους στα γύρω εμπορικά καταστήματα, γυρολόγοι φώναζαν την πραμάτεια τους. Άντρες με χρυσή αλυσίδα στο γιλέκο, μπαστούνι και ρεπούμπλικα βάδιζαν βιαστικά στις δουλειές τους. Λίγο πιο πάνω, καταμεσής στους πάγκους με τα ψιλολόγια, αφράτες νταρντανογυναίκες, πιασμένες αγκαζέ, ντυμένες με μακριά φουστάνια και φανταχτερά κοσμήματα, ψώνιζαν και απολάμβαναν τον ήλιο και το ραχάτι στην αγορά. Την ίδια στιγμή κάποιες παρέες νεαρών με γέλια και πειράγματα μπαινόβγαιναν στα καφενεία, όπου γκαρσόνια πηγαινόφερναν ακούραστα δίσκους με καραφάκια και μεζέδες. Δίπλα περνούσαν οι καρότσες με τον ρυθμικό χτύπο τους πάνω στο πέτρινο πλακόστρωτο και πού και πού το τραμ, που το έσερναν πάνω στις ράγες δύο άλογα. Σε αυτό το ίδιο τραμ είχε ανέβει πριν από κάποια χρόνια και η κυρα-μενεξή, η χήρα του κυρ Ανέστη από την Κάτω Πόλη και 12

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ είχε πάει ταξίδι του μέλιτος την ίδια κιόλας μέρα του γάμου της. Σταμάτησε τότε στο Κοκαργιαλί η Μενεξή, θρονιάστηκε στην ταβέρνα, έφαγε του σκασμού και ξαναγύρισε. Έτσι μοντέρνα ήταν η Μενεξή από τα γεννοφάσκια της. Μοντέρνα και κοκέτα. Μενεξή για την οικογένεια, Μένια για τους φίλους και «οξαποδώ» για τη Φανή, που κάθε φορά που την αντάμωνε άλλαζε δρόμο. Ε, λοιπόν, τόσο φιλόξενο λιμάνι σαν αυτό της Σμύρνης δεν είχε ξαναδεί η Φανή. Όχι πως είχε ταξιδέψει και αρκετά, αλλά όσο να ναι όλο και από καμιά φωτογραφία έβλεπε στα βιβλία και στα μαγκαζίνα που κουβαλούσε η Αντιγόνη, για να μάθει πού θα προμηθευτεί τα ακριβά μεταξωτά υφάσματα, τις χρυσοκλωστές και τις αργυροκλωστές που ήταν απαραίτητα για το ατελιέ της. Γιατί είχε και ατελιέ η Αντιγόνη, και τι ατελιέ! Σαλόνι ολόκληρο όπου έρχονταν οι κυρίες της ανώτερης κοινωνικής τάξης να ραφτούν και να σουλουπωθούν. Ήταν γνωστό το ατελιέ της Αντιγόνης για τη γρήγορη δουλειά, τα πρωτοποριακά σχέδια, αλλά και τα πρωτότυπα ξενόφερτα υφάσματα. Η κοινωνική ζωή, βλέπεις, στις αριστοκρατικές συνοικίες και στις επαύλεις προϋπέθετε ευρωπαϊκό ένδυμα και εκείνη ήξερε πού να το προμηθευτεί. Πλούσια δεν την έλεγες, α μπα! Με δυο δεκάρες και τρία στόματα την είχε αφήσει ο Μιχαήλ μετά το θάνατό του και έκανε μεγάλο κόπο για να σταθεί στα πόδια της. Ψηλή, επιβλητική, μαγνήτιζε το βλέμμα των περαστικών στο πέρασμά της. Θα έφταιγαν ίσως τα μεγάλα μαύρα μάτια της, εκείνο το αγέρωχο βλέμμα, τα μακριά κόκκινα μαλλιά, που τα έπλεκε σε χαμηλό κότσο πάνω από το λαιμό της. Ήταν αντικειμενικά όμορφη γυναίκα η Αντιγόνη, ακόμη και τώρα που ζύγωνε τα τριάντα πέντε. «Μωρέ είναι αυτή μία!» πετούσε το φαρμάκι της η Μενεξή και δαγκώνοντας τα χείλη τραβούσε την μπλούζα πάνω από τα πλούσια στήθη της, έφτυνε τρεις φορές στον κόρφο της και κουνούσε το κεφάλι με νόημα. Και όντως, μία ήταν η Αντιγόνη. Μία και άλλη καμία. Και το ήξερε! Αν το ήξερε, λέει! Το ήξερε και το απολάμβανε. Έβλεπε τα μάτια των αντρών καθώς την πλεύριζαν, κοιτάζοντας με θαυμασμό 13

Μαρία Δαλίδου και λαγνεία καθώς λίκνιζε το κορμί της σε κάθε βήμα κι ένα χαμόγελο ικανοποίησης σχηματιζόταν στο διάφανο πρόσωπό της. Τον Μιχαήλ τον πήρε από προξενιό, χωρίς να τον θέλει στην αρχή. Δεν ήταν ο γάμος μέσα στα σχέδιά της, άλλους στόχους είχε εκείνη για το μέλλον της. Ονειρευόταν να μορφωθεί, να ταξιδέψει, να γίνει επιστήμονας σαν τόσους και τόσους που μάθαινε μέσα από τα βιβλία. Ήταν πολύ καλή στο σχολείο. Καλή και έξυπνη. Της άρεσε να μαθαίνει. Διέθετε δυνατό μυαλό και γερή προσωπικότητα. Είχαν να λένε οι δάσκαλοι για το ήθος και την εργατικότητά της. Μια μέρα μάλιστα, τότε στη δευτέρα δημοτικού, ο κύριος Αντωνιάδης, ο τότε δάσκαλός της, την ξεχώρισε από τα άλλα παιδιά και την έβγαλε στη γραμμή να τη συγχαρεί μπροστά σε όλους για τις επιδόσεις της. Μικρή καθώς ήταν, είχε κοκκινίσει από την ντροπή της, αλλά κρυφά μέσα της ήταν περήφανη που είχε διακριθεί ανάμεσα σε τόσα παιδιά και για χρόνια μετά δεν παρέλειπε με την πρώτη ευκαιρία να το θυμίζει στη μάνα της, η οποία δεν έβλεπε την ώρα και τη στιγμή να βρεθεί ένα καλό παλικάρι να την παντρέψει. Δυστυχώς, όμως, την εποχή εκείνη, όσο και αν τα παιρνε η Αντιγόνη τα γράμματα, τα πράγματα στην κοινωνία ήταν λίγο διαφορετικά για τα κορίτσια. Η αγαμία στην πόλη θεωρούνταν κατάρα και όπως πολύ συχνά άκουγε να λέει η γιαγιά της, «ο ανύπαντρος άνθρωπος προκοπή δεν έχει», γι αυτό και οι πολυπόθητες σπουδές μπήκαν σε δεύτερη μοίρα και τα όνειρα για ταξίδια κλείστηκαν προς στιγμήν στο κιτρινισμένο τετράδιο με το χοντρό πέτσινο εξώφυλλο, που της είχε χαρίσει η νονά της τότε που έκλεισε τα δεκάξι. Ένα χρόνο αργότερα, με το που έκλεισε τα δεκαεφτά, ο γάμος της έγινε η σοβαρότερη υποχρέωση των γονιών της. «Πρέπει να παντρευτείς, να ανοίξεις το δικό σου σπιτικό, να κάνεις παιδιά! Τι θα απογίνεις για; Αυτός είναι ο προορισμός του ανθρώπου». Τόσες φορές που τον είχε ακούσει εκείνο τον προορισμό, τον είχε μάθει παπαγαλία. Βρε τι θειάδες, τι γειτόνισσες, τι φιλενάδες, όλες με το ίδιο τροπάριο και με την ίδια ακριβώς διαδοχικότητα, λες και τον κληρονομούσαν τον «προορισμό» από γενιά σε γενιά. 14

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ Το προξενιό από την οικογένεια του Μιχαήλ δεν άργησε να έρθει. Τα είπαν και τα συμφώνησαν μεταξύ τους οι οικογένειες και πριν καλά καλά διαβούν τρεις μήνες γίνηκε και ο γάμος. «Λες να τον αγαπήσω, καλέ μάνα; Αυτός σχεδόν δεν μου μιλάει!» «Ε, θα τον αγαπήσεις, φυσικά και θα τον αγαπήσεις!» «Πότε για;» «Θα τον αγαπήσεις μετά το γάμο, έτσι είναι αυτά! Ξεύρω εγώ τι σου λέω! Δεν τα είδες τα μάτια του πώς λάμπουν όταν σε κοιτάει;» «Όχι». «Ε, θα τα δεις μετά το γάμο! Έτσι είναι αυτά!» Τρεις μέρες και τρεις νύχτες γλεντούσαν και χορεύανε και την τέταρτη πήρε η Αντιγόνη τη βαλίτσα με τα προικιά της και από την Έφεσο βρέθηκε κυρά κι αρχόντισσα στο δικό της σπίτι στη Σμύρνη. Ο Μιχαήλ Πεσματζόγλου ήταν ένας λεβεντάνθρωπος ίσαμε κει πάνω. Όμορφος άντρας, πλούσιος, από αρχοντική οικογένεια, αγαπούσε ιδιαίτερα την Αντιγόνη. Περήφανος για την πανέμορφη γυναίκα που είχε δίπλα του, καμάρωνε σαν το κοκόρι κάθε φορά που τη σύστηνε σε φίλους και συνεργάτες, «Η γυναίκα μου η Αντιγόνη» καυχιόταν και άνοιγαν διάπλατα τα μάτια του από περηφάνια και χτυπούσε η καρδιά του τόσο δυνατά, που νόμιζε πως όλοι την άκουγαν. Ο Μιχαήλ ήταν έμπορος από τους λίγους της πόλης. Το μαγαζί του το είχε στήσει σε μια γωνιά στην προκυμαία, πλάι σε ένα καφενεδάκι που λεγόταν «Το Κεντρικόν». Μεταπράτης η δουλειά του. Αγόραζε διάφορα εμπορεύματα από χωρικούς, βιομηχάνους και παραγωγούς, τα οποία και μεταπουλούσε αργότερα με διαφορετική τιμή σε πελάτες που έρχονταν με τα καράβια από τα ξένα. Έτσι, με τα χρόνια, όταν η πελατεία του αυξήθηκε κατά πολύ, κάθε που κάποιος ξένος ζητούσε τον Μιχαήλ, τον έστελναν οι ψαράδες που ξεφόρτωναν στην προκυμαία να βρει «Το Κεντρικόν». Μια, δυο, τρεις, λοιπόν, έμεινε το όνομα στο μαγαζί και έτσι αναγκάστηκε ο κυρ Αντρέας ο καφετζής να πάρει ένα πρωί τη λαδομπογιά και να στριμώξει κάτω από «Το 15

Μαρία Δαλίδου Κεντρικόν» με μεγάλα κόκκινα γράμματα τη λέξη «Καφενείο», μπας και απαλλαγεί από τις ενοχλητικές ερωτήσεις. Τον πρώτο χρόνο του γάμου τους της αφιερώθηκε με πάθος. Τη γυρνούσε παντού, της ψώνιζε ό,τι μπορούσε να φανταστεί, φορέματα, βραχιόλια, δαχτυλίδια, σαν τη λατέρνα την είχε κάνει από τα μπιχλιμπίδια που της κρεμούσε πάνω της. Αν πεις, δε, για τις εξόδους, τι σε θέατρα την πήγαινε, τι σε λέσχες, μέχρι και ταξίδι στο εξωτερικό της υποσχέθηκε προκειμένου εκείνη να είναι ευτυχισμένη. Με τον καιρό, όμως, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Ο Μιχαήλ καταλάβαινε ότι η γυναίκα του ξεχώριζε από τις άλλες κυρίες του κύκλου τους, είχε γνώμη και επιμονή και δεν δίσταζε να τη λέει ανοιχτά. Βαριόταν εύκολα τις βεγγέρες, μπούχτιζε με τα λούσα και απηυδούσε με τις γυναικοπαρέες. Συχνά επενέβαινε στις συζητήσεις των αντρών, με αποτέλεσμα να γίνει σύντομα στόχος κακόβουλων σχολίων. Την Αντιγόνη ποτέ δεν την ένοιαξαν τα κουτσομπολιά του κόσμου. Από το ένα αυτί έμπαιναν και από το άλλο έβγαιναν. «Δεν πα να λένε» μουρμούριζε ειρωνικά, «άμα τις είδες πώς με κοιτούσαν; Λες και δεν ξέρω εγώ τι λένε». Και όσο μουρμούριζε η Αντιγόνη, τόσο ο Μιχαήλ επηρεαζόταν. Έτσι, έπειτα από κάθε έξοδο άρχιζε η αμοιβαία γκρίνια για καθετί μηδαμινό και ασήμαντο, μέχρι που σιγά σιγά αραίωσαν και τις εξόδους τους. Τον δεύτερο χρόνο του γάμου τους γεννήθηκε η Άννα, ένα πανέμορφο κοκκινομάλλικο κοριτσάκι που κατάφερε να αποσπάσει την προσοχή της Αντιγόνης για τουλάχιστον εφτά με οχτώ μήνες. Η Αντιγόνη είχε μάτια μόνο για την κόρη της και για κανέναν άλλο. Από την άλλη, όλο αυτόν τον καιρό ο Μιχαήλ είχε αλλάξει πολύ. Κακόκεφος και αδιάφορος έφευγε από το σπίτι νωρίς το πρωί και το ίδιο κακόκεφος και αδιάφορος γυρνούσε το βράδυ. Ούτε οι περιποιήσεις της Αντιγόνης ούτε τα νάζια της μικρούλας Άννας κατάφερναν να φτιάξουν τη διάθεσή του. Πέρασε πολύς καιρός έτσι και μόνο όταν και τα οικονομικά τους πήραν να χειροτερεύουν, άρχισε να ψυλλιάζεται η Αντιγόνη ότι 16

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ κάτι άλλο συνέβαινε. Όμως, όσο και αν τον ρώτησε, δεν κατάφερε να του πάρει ούτε μια κουβέντα. Ένα πρωί, αγανακτισμένη πια, πλήρωσε τον Τούρκο παραγιό της κυρα-λένης της γειτόνισσας, που τον έστελνε στις αγγαρείες, για να μάθει και να της πει τι συμβαίνει. Τα νέα ήταν αναμενόμενα. Καθώς φαινόταν, όσο καιρό μάνα και κόρη απολάμβαναν στιγμές απόλυτης ευτυχίας, απέναντι στη Χίο ο Μιχαήλ απολάμβανε την ευτυχία με εκείνη τη θεατρίνα την Κάτια, που κατέφθανε κάθε καλοκαίρι με το θίασο στο νησί. Την ήξερε από καιρό ο Μιχαήλ την Κάτια, την είχε γνωρίσει πριν παντρευτεί ακόμη την Αντιγόνη και την αγαπούσε. Πολύ την αγαπούσε. Από την πρώτη κιόλας στιγμή που την είδε την αγάπησε. Έρωτας κεραυνοβόλος που λένε! Αλλά δεν ήταν αφελής. Γνώριζε και ποια ήταν η Κάτια και τι μέλλον είχε μαζί της. Ένα καλοκαιρινό φλερτ. Ένα όνειρο. Ένα σκασιαρχείο από την πραγματικότητα ήταν. Κόντευε να βγει και το φθινόπωρο. Έμπαινε ο χειμώνας και άρχισε πάλι να κλείνεται ο κόσμος στα σπίτια του. «Δεν σ τα προφτάσανε τα καλά του άντρα σου;» της είχε πει ένα πρωί η μάνα της η Ευλαλία, αραγμένη καθώς καθόταν στην πολυθρόνα με την παχιά κουβέρτα να σκεπάζει τις αδύνατες γάμπες της. «Τι λες, καλέ μάνα; Δεν σε καταλαβαίνω». «Ότι τραβιέται με τη θεατρίνα λέω, κάθε που τη φέρνει το καράβι προς τα μέρη μας». «Μπα! Και ποιος τα λέει αυτά;» «Ο κόσμος που έχει μάτια και βλέπει τα λέει! Και η κυρα- Μενεξή!» «Α, τώρα μάλιστα» είπε εκείνη τάχα αδιάφορα. «Καλά κι εσύ γιατί δεν μου το είπες;» «Γιατί ο Θεός σού έδωσε άλλη αποστολή. Να μεγαλώσεις την κόρη σου και να προσέχεις το σπιτικό σου. Ο Μιχαήλ άντρας είναι και θα γυρίσει». Έστρεψε το βλέμμα της αλλού η Αντιγόνη κάνοντας πως δεν άκουσε. Στο λαιμό τής στεκόταν αυτή η Μενεξή! 17

Μαρία Δαλίδου «Να πάμε καμία βόλτα στο Μπουρνόβα» βιάστηκε να αλλάξει τη συζήτηση, «να δούμε τη θεια-ελπινίκη, να βγει και το παιδί, έσκασε κι αυτό εδώ μέσα!» Την επόμενη εβδομάδα τα νέα ήρθαν και επίσημα πια. Η Αντιγόνη έχωσε στο χέρι του Αλή ένα χοντρό μπαξίσι και έκλεισε την πόρτα πίσω της. Μωρέ, είχε δίκιο η Ευλαλία. Καθώς φαινόταν, ο άντρας της είχε παράλληλη ζωή και αυτή δεν είχε ούτε καν τη δική της. Δεν είπε τίποτα. Τι να έλεγε! Όχι, όχι! Δεν ήθελε καν να το σκέφτεται! Άλλωστε δεν μπορούσε να φύγει τώρα, πού να πήγαινε; Τώρα είχαν συντείνει καλά όλοι για να της αφαιρέσουν την ανεξαρτησία της. «Κατάρα να χει!» μουρμούρισε, «χαρά να μη δουν ποτέ!» Σήκωσε και τα χέρια της και μούντζωσε τα στέφανα που κρέμονταν πάνω από το κρεβάτι της και αναστέναξε ικανοποιημένη. Αλλά αλλού έπεσε η κατάρα και αλλού έπιασε. Δεν πέρασαν ούτε δέκα μέρες, όταν ένα πρωινό του Σεπτέμβρη, με τον ήλιο να παίζει παιχνιδιάρικα πίσω από τα γκρίζα σύννεφα, η Αντιγόνη πληροφορήθηκε το θάνατο των γονιών της. Σαν παιδί, με τα μάτια διάπλατα ανοιχτά και βουρκωμένα έμεινε να κοιτάζει το κενό. Τι ήταν και τούτο πάλι! Σε μόνο μία στιγμή χιλιάδες αναμνήσεις πέρασαν σαν εικόνες βιαστικά από το μυαλό της, ένιωσε να μην της φτάνει ο αέρας, να πνίγεται, δεν ήταν δυνατόν, κάτι δεν είχε καταλάβει καλά. Η φωνή του ξένου άντρα συνέχιζε βραχνή και σταθερή: «Δεν ξέρουμε πώς έγινε, κυρα-αντιγόνη, κάποιοι μίλησαν για κλέφτες, κάποιοι άλλοι για διαφορές με τα χωράφια, κανείς δεν ξέρει, τους βρήκαν σφαγμένους παράμερα στην πόρτα. Τελευταία, λένε, είχε πολλούς εχθρούς ο μακαρίτης. Άλλοι έκαναν λόγο για το χαράτσι. Τρελάθηκε ο Χαράλαμπος, έλεγαν, τα έβαλε με το σουλτάνο» Η Αντιγόνη δεν άκουγε, το μυαλό της είχε σταματήσει. Παραμέρισε την πόρτα αλαφιασμένη και βγήκε παραπατώντας στο δρόμο. Έκανε να τρέξει, αλλά δεν ήξερε πού να πάει. Γύρισε δειλά και κοίταξε πίσω. Τώρα πια δεν είχε κανέναν. Πέρασαν έτσι λίγα λεπτά, μέχρι που ένιωσε τα πόδια της να μην τη βαστάνε άλλο. Στηρίχτηκε στον ώμο του ξένου άντρα και 18

ΚΑΜΕΝΑ ΧΑΡΤΙΑ AΝΤΙΓΟΝΗ κάρφωσε το βλέμμα στο χώμα πιάνοντας με το ένα χέρι το κεφάλι της. Πόσο βαρύ το αισθανόταν εκείνη τη στιγμή το κεφάλι της! Έκανε να μιλήσει, αλλά ξαφνικά ένιωσε τα μάτια της να γεμίζουν δάκρυα και ανεξέλεγκτοι λυγμοί άρχισαν να τραντάζουν το στήθος της. «Κουράγιο, κυρά» ακούστηκε η φωνή του ξένου άντρα βγάζοντάς την από το λήθαργο. «Έχεις παιδί να φροντίσεις, πρέπει να φανείς δυνατή, κουράγιο». Οι πρώτες μέρες για την Αντιγόνη πέρασαν μέσα σε βουβή σιωπή. Οι γονείς της είχαν πεθάνει με αυτόν τον φρικτό τρόπο και ο άντρας της την απατούσε μ εκείνη τη θεατρίνα. Έπρεπε να πάρει μια απόφαση. Έπρεπε να πάρει την κόρη της και να φύγει. «Και γιατί να τον ανεχτώ δηλαδή, επειδή μου τον δώσανε; Και τι σημαίνει αυτό; Πως δεν έχω λόγο κι εγώ;» έλεγε και ξανάλεγε δυνατά όταν έμενε μόνη της. «Τι νόμισαν; Πως δεν έχω περηφάνια;» Στο άκουσμα των λόγων της η φωνή της έσπαγε, έπεφτε στα γόνατα κρύβοντας το πρόσωπό της με τις παλάμες της και έκλαιγε με λυγμούς. Χρειαζόταν μια λύση για να μην τρελαθεί. Ένιωθε τα νεύρα της να σπάνε ολότελα και υπήρχαν βραδιές που δεν μπορούσε να συνέλθει. Είχε μείνει ολομόναχη και ήταν μόλις είκοσι χρόνων. 19

Μαρία Δαλίδου «Έψαχνα χρόνια για να βρω τις απαντήσεις στα χιλιάδες ερωτήματα που κατέκλυζαν το μυαλό μου. Χιλιάδες ερωτήσεις και χιλιάδες γιατί. Έσβηνα το φως και περίμενα. Δυστυχώς, οι απαντήσεις δεν ήρθαν. Πολλές φορές η ζωή αλλάζει δρόμο, έτσι απλά, στην αρχή όλα μοιάζουν άδικα ύστερα ξένα και κανείς δεν μας προειδοποιεί ποτέ γι αυτή την αλλαγή. Θα αλλάξει ο κόσμος γύρω σου και θα ξαναλλάξει και κάποτε η ζωή σου θα γεμίσει από ένα μάτσο αγνώστους. Από πού ξεφύτρωσαν όλοι αυτοί; Είναι οι καρποί των εκπληρωμένων στόχων. Τότε θα καταλάβεις πως δεν είναι και τόσο οδυνηρό το τέλος». 20