Θερμές ευχαριστίες στον επιβλέποντα της παρούσας μεταπτυχιακής Διατριβής και Ομότιμο Καθηγητή του Τμήματος Νομικής, κ. Γεώργιο Π.



Σχετικά έγγραφα
1 Η Ελλάδα ζήτησε τη συνδρομή της Κοινωνίας των Εθνών, προκειμένου να αντιμετωπίσει ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (ΕΑΠ)

ΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ( )

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Κυριακή 6 Απριλίου 2014 ΟΜΑΔΑ Α

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

19 ος αιώνας Διάρκεια επανάστασης του 1821 : μετακινήσεις ελληνικών πληθυσμών προς την επαναστατημένη Ελλάδα

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ 2015

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

φιλολογικές σελίδες, ιστορία κατεύθυνσης γ λυκείου

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

1ο Σχέδιο. δεδοµένων της Β και Γ στήλης, που αντιστοιχούν στα δεδοµένα της Α στήλης. A. Βασικοί όροι των συνθηκών Β. Συνθήκες Γ.

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 1)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

γ. (σσ ). Η επιστροφή των προσφύγων στη Μ. Ασία ξεκίνησε [ ] ελληνικής κυβέρνησης.

ανάπτυξη του εργατικού κινήματος) εργατικής ιδεολογίας στη χώρα.» προσφύγων στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη».

Υπογράφηκαν μετά από διαπραγματεύσεις και ρύθμιζαν τα επίμαχα θέματα στις σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας Δεν εφαρμόστηκαν ποτέ: Ιούνιος 1925 Δεκέμβριος 1926

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΛΑΙΤΖΙΔΟΥ. Σελίδα 1

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥ 20 ΟΥ ΑΙΩΝΑ

Μικρασιατική καταστροφή

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΙΕ Πανελλήνιος Μαθητικός Διαγωνισμός Δοκιμίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» σχολικού έτους

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ

Α. 2. α. Λάθος β. Λάθος γ. Σωστό δ. Λάθος ε. Σωστό

Ειδικότερα: Ο Εδαφικός Διακανονισμός της Συνθήκης της Λωζάννης και η Νομολογία Διεθνών Δικαιοδοτικών Οργάνων. Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΣΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ Η Ε ΗΣΙ ΑΙ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕ ΙΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤ ΙΑ ΑΤΕ Θ ΝΣΗΣ ΠΑ ΑΣ Ε Η 29 ΑΪ 2015

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος...9 Βραχυγραφίες...13 Εισαγωγή: Οι µουσουλµάνοι της Ελλάδας την περίοδο

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Το Σύµφωνο Φιλίας. α. Οικονοµικό Σύµφωνο

Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Έτος 2016

Προτεινόμενα Θέματα Ιστορία Ανθρωπιστικών Σπουδών

ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ Λυκείου- Θεωρητική

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Εικόνα: Πρώτη εγκατάσταση προσφύγων στη Λεύκη Καβάλας (σελ. 153)

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΟΥ ΥΠΑΤΟΥ ΑΡΜΟΣΤΗ ΤΟΥ ΟΗΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ. [ Απόφαση 428 (V) της Γενικής Συνέλευσης της ]

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Έτος 2017 (Οριστικά στοιχεία)

Η μετάκληση του Βενιζέλου στην Αθήνα και οι επιπτώσεις στο Κρητικό Ζήτημα

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: ΕΤΟΥΣ 2009 (οριστικά στοιχεία)

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΟΜΑ Α Α

Ημερομηνία: 15/02/15 Διάρκεια διαγωνίσματος: 180 Εξεταζόμενο μάθημα: Το προσφυγικό ζήτημα στην Ελλάδα, Ιστορία

Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Οργανικός νόµος 1900 β. Συνθήκη φιλίας και συνεργασίας γ. «Ηνωµένη αντιπολίτευσις»

Πανελλαδικές εξετάσεις 2016

ΟΝΟΜΑ: ΕΠΩΝΥΜΟ: ΤΜΗΜΑ:

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. Απαντήσεις Θεμάτων Επαναληπτικών Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Γενικών Λυκείων

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟ ΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: ΕΤΟΥΣ 2013 ( ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΟΜΑ Α Α

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/11/2017 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ. Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων :

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

Εργασία Λογοτεχνίας. Χρήστος Ντούρος Γ 1

Ενότητα 27- Το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Το κίνημα στο Γουδί (αφίσα της εποχής)

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟ ΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: ΕΤΟΥΣ 2013 (προσωρινά στοιχεία)

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ. (όπως υπεβλήθη στο Συμβούλιο Της Επικρατείας) «Οργάνωση της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας ΟΤΑ»

Ιστορία ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑ Α2

Έρευνα Περιφερειακής Κατανοµής της Ετήσιας Τουριστικής απάνης

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Φ.Ε ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑ Α Α

«Ο λαός συμμετείχε.. παρατάξεων» «Οι ορεινοί πλοιοκτητών»

2013 ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

Η ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Βασικά μεγέθη ταξιδιωτικών εισπράξεων Ιανουάριος-Δεκέμβριος (%) Μεταβολή 2017 (%) Μεταβολή 2018 (%) Μεταβολή Εισπράξεις (εκατ.

Συμμετοχικές Διαδικασίες και Τοπική διακυβέρνηση

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

τουριστικής περιόδου σε σχέση µε τα αντίστοιχα στοιχεία προηγούµενων ετών.

Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις

Πειραιάς, 31 Ιουλίου 2018 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2017

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

Μετανάστευση. Ορισμός Είδη Ιστορική αναδρομή

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο γνωμοδότησης Evelyne Gebhardt (PE v01-00)

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. Κράτος μέλος: Ελλάδα. που συνοδεύει το έγγραφο

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2018

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΞΕΝΟ ΟΧΕΙΑΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ ΕΤΟΥΣ 2007

στο σχέδιο νόµου «Κύρωση του Πρωτοκόλλου για τα Προνόµια και τις Ασυλίες του Κέντρου Επιβολής Νόµου της Νοτιοανατολικής Ευρώπης»

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Σημείωση: Τυχόν διαφορές στις ποσοστιαίες μεταβολές οφείλονται σε στρογγυλοποιήσεις.

Προτεινόμενα Θέματα Ιστορία Γενικής Παιδείας

LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2012 (21.11) (OR. en) 16127/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0076 (NLE) SOC 922 NT 30

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2016 Β ΦΑΣΗ

Αντικείμενο της φορολογίας εισοδήματος για τους φορολογικούς κατοίκους της Ελλάδας είναι το παγκόσμιο εισόδημα τους.

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

3 Ιουλίου 2012 Αριθμ. Πρωτ.: /23430/2012 Πληροφορίες: Δήμητρα Μυτιληναίου (τηλ.: ) Μαρία Βουτσίνου (τηλ.

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Transcript:

Θερμές ευχαριστίες στον επιβλέποντα της παρούσας μεταπτυχιακής Διατριβής και Ομότιμο Καθηγητή του Τμήματος Νομικής, κ. Γεώργιο Π. Νάκο για την πολύτιμη καθοδήγηση, το αμέριστο ενδιαφέρον και τη μετάδοση γνώσεων και εμπειρίας. 1

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1. Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΕΡΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ (1923) ΚΑΙ ΟΙ ΝΟΜΙΚΕΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ...4 Κεφάλαιο 1. Πρόλογος...5 Κεφάλαιο 2. Η Συνθήκη της Λωζάννης και η απόφαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας...6 Κεφάλαιο 3. Τα χρονικά και τοπικά όρια της Συμβάσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών... 13 3.1. Τα χρονικά όρια της Συμβάσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών... 13 3.2. Τα τοπικά όρια της Συμβάσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών Οι υπαγόμενοι στην ανταλλαγή... 14 3.3. Οι εξαιρούμενοι της ανταλλαγής... 16 Κεφάλαιο 4. Το ζήτημα της υπηκοότητας των ανταλλάξιμων πληθυσμών... 21 Κεφάλαιο 5. Η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων (Ε.Α.Π.)... 23 Κεφάλαιο 6. Η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής και οι αρμοδιότητές της... 26 Κεφάλαιο 7. Οι οικονομικές συνέπειες της Σύμβασης Ανταλλαγής των Πληθυσμών... 30 7.1. Η τύχη της κινητής περιουσίας των ανταλλάξιμων πληθυσμών... 30 7.2. Η προβλεπόμενη διαδικασία εκκαθάρισης για την κινητή και ακίνητη περιουσία των ανταλλαγέντων... 35 7.3. Η εκκαθάριση στην πράξη - Οι αποφάσεις και οι ενέργειες της Μικτής Επιτροπής... 37 Κεφάλαιο 8. Η απαγόρευση δικαιοπραξιών επί Μουσουλμανικών ακινήτων πριν και μετά τη Σύμβαση της ανταλλαγής... 40 Κεφάλαιο 9. Το έργο της αποκατάστασης των προσφύγων... 44 Κεφάλαιο 10. Αποζημίωση των αγροτών και των αστών προσφύγων έναντι της αξίας των περιουσιών που εγκατέλειψαν... 49 Κεφάλαιο 11. Η διαχείριση των ανταλλάξιμων κτημάτων από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος... 53 11.1 Το ιστορικό και νομικό πλαίσιο της διαχείρισης των ανταλλάξιμων κτημάτων από την Εθνική Τράπεζα... 53 11.2. Η νομολογιακή αντιμετώπιση της διαχείρισης των ανταλλάξιμων κτημάτων από την Εθνική Τράπεζα Τα νομικά ζητήματα... 62 Κεφάλαιο 12. Οι αρμοδιότητες του Υπουργείου Γεωργίας στη διαχείριση της ανταλλάξιμης περιουσίας... 66 Κεφάλαιο 13. Οι ελληνοτουρκικές συμβάσεις για τα ανακύψαντα από την ανταλλαγή θέματα... 72 13.1 Σύμβαση Άγκυρας της 21 ης Μαΐου 1925... 72 13.2 Συμφωνία των Αθηνών της 1 ης Δεκεμβρίου 1926... 74 2

13.3 Συμφωνία της Άγκυρας της 10ης Ιουνίου 1930... 76 Κεφάλαιο 14. Το σύγχρονο νομικό καθεστώς για τα ανταλλάξιμα... 81 14.1 Η Υπηρεσίας Διαχειρίσεως Ανταλλαξίμων Μουσουλμανικών κτημάτων (ΥΔΑΜΚ)... 82 14.2. Κατάληψη των ανταλλάξιμων κτημάτων... 84 14.3. Διεκδικήσεις επί ανταλλάξιμων κτημάτων... 85 14.4. Διαχείριση των ανταλλάξιμων κτημάτων... 85 14.5. Διαδικασία πώλησης... 91 14.6. Προστασία των ανταλλάξιμων κτημάτων... 93 Κεφάλαιο 15. Η αντιμετώπιση της ανταλλάξιμης περιουσίας από τη νεότερη νομολογία... 93 1) Δικαιοδοσία... 94 2) Πρωτόκολλα αποζημίωσης λόγω παράνομης χρήσης ανταλλαξίμων ακινήτων... 98 3) Χρησικτησία επί ανταλλαξίμων κτημάτων...100 4) Δικαίωμα εξαγοράς επί ανταλλαξίμων κτημάτων...101 Κεφάλαιο 16. Επίλογος...102 2. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...104 3. ΒΑΣΙΚΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ...136 4. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...139 3

1. Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΕΡΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ (1923) ΚΑΙ ΟΙ ΝΟΜΙΚΕΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ 4

Κεφάλαιο 1. Πρόλογος Η πρακτική αλλά και ο ίδιος ο όρος της «ανταλλαγής των πληθυσμών» ήταν άγνωστος στο διεθνές λεξιλόγιο έως τη δεύτερη δεκαετία του 20 ου αιώνα. Το φαινόμενο των πληθυσμιακών μετακινήσεων είχε επανειλημμένα ήδη συνυφανθεί με τη μεταβολή του καθεστώτος της εδαφικής κυριαρχίας, στο χώρο ιδιαίτερα της Νοτιανατολικής Ευρώπης. Ο καθορισμός όμως των συνθηκών της μεταναστεύσεως βασιζόταν στην αρχή της «επιλογής» (clause d option) : Οι κάτοικοι των επίμαχων και μόνο επαρχιών και ουδέποτε ολόκληρης της χώρας είχαν το δικαίωμα είτε να παραμείνουν στις εστίες τους, αφού αποκτήσουν την υπηκοότητα του νέου κυρίαρχου, είτε να εγκαταλείψουν την επικράτεια αλλά να διατηρήσουν την προηγούμενη υπηκοότητά τους σε καμία περίπτωση όμως δε θίγονταν τα περιουσιακά δικαιώματά τους σε κινητά ή ακίνητα αγαθά. Η αρχή της «επιλογής», στην κλασική της διατύπωση, περιεχόταν και στις συνθήκες της Κωνσταντινουπόλεως, της 16/29ης Σεπτεμβρίου 1913, και των Αθηνών, της 14ης Νοεμβρίου του ίδιου έτους, με τις οποίες διακανονίζονταν, μετά τον τερματισμό των Βαλκανικών Πολέμων, οι διαφορές της Τουρκίας με τη Βουλγαρία και με την Ελλάδα. Η παρεμβολή ωστόσο γενικότερων αντικειμενικών δυσχερειών έμελλε να αναστείλει την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των δύο συνθηκών, να επιφέρει την ανάληψη νέων διαπραγματευτικών συνομιλιών και να οδηγήσει στη διατύπωση δύο σχεδίων διμερών συμφώνων, όπου και προβλεπόταν για πρώτη φορά - η αρχή της «ανταλλαγής των πληθυσμών» σε αυστηρά περιορισμένη γεωγραφική κλίμακα με έμμεσα, κατά μία άποψη, υποχρεωτικό χαρακτήρα. Αλλά και η ελληνοβουλγαρική σύμβαση «περί αμοιβαίας και εθελουσίας μεταναστεύσεως των εθνικών μειονοτήτων» που υπεγράφη στο Νεïγύ την 14/27η Νοεμβρίου του 1919, έστω και αν εμφανιζόταν σαν περισσότερο ριζοσπαστική από κάθε ανάλογη συμβατική πράξη στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων της ειρήνης, δεν έκανε μνεία του όρου της «ανταλλαγής του πληθυσμού» και δεν προσέδιδε 5

υποχρεωτικό χαρακτήρα παρά μόνο στην εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων των μεταναστών. 1 Η Σύμβαση επομένως της 30ής Ιανουαρίου 1923 διέφερε σημαντικά από τις προηγούμενες, καθώς ήταν η πρώτη στην ιστορία της ανθρωπότητας που κατέληγε στη συμβατική καθιέρωση της υποχρεωτικής ανταλλαγής του πληθυσμού δύο διαφορετικών επικρατειών έχοντας τόσο υποχρεωτικό όσο και μαζικό χαρακτήρα. 2 Τα γνωστά ιστορικά τεκμήρια δεν επέτρεψαν ως σήμερα παρά μόνο τη διατύπωση συνοπτικών συμπερασμάτων και υποθέσεων, έκθετων σε εύλογες αμφισβητήσεις. Στα πλαίσια των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων της Λωζάννης, οι εκπρόσωποι των άμεσα ενδιαφερομένων κρατών και τα διαμεσολαβητικά όργανα της Κοινωνίας των Εθνών έσπευσαν να απορρίψουν κάθε ευθύνη για την πατρότητα της ιδέας της ανταλλαγής. Ο Ισμέτ πασάς, επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας, διατύπωσε το αίσθημα ότι η αρχική πρόταση είχε προέλθει από την ελληνική πλευρά. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος απέδωσε τη διαδικασία της ανταλλαγής στον Ύπατο αρμοστή της Κ.Τ.Ε. : «Δεν συγκατένευσα παρά κάτω και μόνο υπό την πίεση της ανάγκης Η ελληνική Κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει την ιδέα αυτή εφόσον η τουρκική κυβέρνηση επιτρέψει στους Έλληνες που εκδιώχθηκαν από την Τουρκία να επιστρέψουν στις εστίες τους». Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι η συνομολόγηση της συμφωνίας για την υποχρεωτική ανταλλαγή ήταν απότοκη των ειδικών συνθηκών που προέκυψαν από την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου. Κεφάλαιο 2. Η Συνθήκη της Λωζάννης και η απόφαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας Η συντριβή της επέμβασης της Αντάντ στη Μικρά Ασία δημιούργησε μία νέα ποιοτική κατάσταση με σοβαρές συνέπειες για την όλη εξέλιξη της 1 Σβολόπουλος Κων., «Η απόφαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας», Θεσσαλονίκη, 1981, σελ.6. 2 S.Seferiades, L echange des populations, Academie Internationale de la Haye. Recueil des Cours 24(1928), σελ 371 επ. 6

Εγγύς Ανατολής. Για πρώτη φορά στην ιστορία των λαών της περιοχής αυτής βγήκε νικήτρια, ύστερα από ένα μεγάλο πόλεμο με τις Δυνάμεις της Αντάντ, μία χώρα, όπως η Τουρκία. Ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη κατά των αποικιακών δυνάμεων. Όλες οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αντιλήφθηκαν τον κίνδυνο που διέτρεχαν τα αποικιακά τους συμφέροντα και κατάλαβαν τη σημασία της ήττας τους. Για το λόγο αυτό και επεδίωκαν να επανορθώσουν το κακό, να μειώσουν τις δυσμενείς συνέπειες αυτού που είχε γίνει και να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος με τις διαπραγματεύσεις για τη νέα συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία. Κι έθεσαν ως στόχο να υπογραφεί η νέα συνθήκη ειρήνης δομημένη πάνω στις παλιές ιμπεριαλιστικές τακτικές : 1. Στην αρχή της ανισότητας, σύμφωνα με την οποία οι όροι της Συνθήκης έπρεπε να υπαγορευθούν από τις Μεγάλες Δυνάμεις. 2. Στην αρχή της διατήρησης και προστασίας όλων των παλιών αποικιακών προνομίων που είχαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στην Τουρκία. Οποιαδήποτε συνθήκη ειρήνης αντικείμενη στις ανωτέρω αρχές θα αποτελούσε τεράστια ήττα και θα εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους για τις δυνάμεις της Αντάντ καθώς θα αποτελούσε παράδειγμα αισιοδοξίας για τους λοιπούς λαούς της Εγγύς Ανατολής που πάλευαν για την εθνική τους ανεξαρτησία. Για να αποφευχθεί ο ανωτέρω κίνδυνος οι δυνάμεις της Αντάντ στις διαπραγματεύσεις για τη συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία έπρεπε να εμφανισθούν με ενιαίες θέσεις παράλληλα οι δυτικοί διπλωμάτες κατέβαλαν κάθε προσπάθεια υποστήριξης των συμφερόντων των κρατών τους. Είχαν προηγηθεί τα εξής γεγονότα : Την 20ή Σεπτεμβρίου 1922 συνεκλήθη στα Μουδανιά της Μικράς Ασίας διάσκεψη για την ανακωχή ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Είχαν προηγηθεί τα τραγικά για την Ελλάδα γεγονότα της μικρασιατικής καταστροφής και της κατάρρευσης της Μεγάλης Ιδέας για τη δημιουργία της Ελλάδας των δύο Ηπείρων και των πέντε Θαλασσών. Τις ελληνικές επαφές με τους συμμάχους είχε αναλάβει ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος είχε ενημερώσει την Επαναστατική Επιτροπή για το φόβο του ότι η καταστροφή στη Μικρά Ασία θα είχε επιπτώσεις επί των εδαφικών αξιώσεων της Ελλάδας, ιδιαίτερα των μικρασιατικών εδαφών και της Ανατολικής Θράκης. Υπό το 7

πνεύμα αυτό συνήλθε η Διάσκεψη στα Μουδανιά. Την Αγγλία αντιπροσώπευσε ο στρατηγός Χάρριγκτον, τη Γαλλία ο στρατηγός Σαρπώ, την Ιταλία ο στρατηγός Μομπέλι, ενώ την Ελλάδα εκπροσώπευσαν ο υποστράτηγος Κωνσταντίνος Μαζαράκης και ο συνταγματάρχης Πτολεμαίος Σαρηγιάννης. Την Τουρκία εκπροσώπευε ο πασάς Ισμέτ Ινονού, ο οποίος έθεσε ως όρο έναρξης των συζητήσεων την άμεση εκκένωση της ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό. Την τουρκική πρόταση υποστήριξαν και οι τρεις ξένοι εκπρόσωποι και κατόπιν τούτου επιδόθηκε στην ελληνική αντιπροσωπεία το σχέδιο ανακωχής. Σύμφωνα με τις προδιαγραφές του σχεδίου, ο ελληνικός στρατός θα εκκένωνε την ανατολική Θράκη σε δεκαπέντε ημέρες το πολύ, και θα αποχωρούσε εντεύθεν του ποταμού Έβρου, στα σημερινά ελληνοτουρκικά σύνορα. Το τρίγωνο Καραγάτς θα παραδιδόταν συμμάχους. Η διοίκηση των εδαφών που θα εκκένωναν οι ελληνικές δυνάμεις θα παρεχωρείτο συμμάχους, οι οποίοι θα την παρέδιδαν αυθημερόν στους Τούρκους. Η όλη διαδικασία έπρεπε να περατωθεί μέσα σε χρονικό διάστημα το πολύ ενός μήνα. Η Ελλάδα δε δέχθηκε αρχικά τους όρους της ανακωχής, αλλά εξαναγκάσθηκε τελικά να συναινέσει. Την 2 Οκτωβρίου 1922 άρχισε η εκκένωση της ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό, ο οποίος απεσύρθη εντεύθεν του ποταμού Έβρου. Την 20ή Νοεμβρίου 1922 3 συνήλθε στη Λωζάννη της Ελβετίας, στη μεγάλη αίθουσα του Πανεπιστημίου της πόλης, η συνδιάσκεψη της Λωζάννης για την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης με την Τουρκία. Σε αυτήν συμμετείχαν η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Ελλάδα, η Ρουμανία, η Γιουγκοσλαβία και η Τουρκία. Οι ΗΠΑ έστειλαν παρατηρητές. Όταν εξεταζόταν το πρόβλημα των Στενών πήραν μέρος στη συνδιάσκεψη η Σοβιετική Ρωσία, η Σοβιετική Ουκρανία, η Σοβιετική Γεωργία και η Βουλγαρία. Τέλος, στη συζήτηση διαφόρων άλλων ζητημάτων, κυρίως οικονομικών, κλήθηκαν και πήραν μέρος η Αλβανία, το Βέλγιο, η Ισπανία, 3 Οι ημερομηνίες έναρξης της συνδιάσκεψης ποικίλουν στις ιστορικές πηγές. Βλ. Βουρνάς Τ., «Η μικρασιατική καταστροφή και το ξερίζωμα του Ελληνισμού», Εκδόσεις Τολίδη, Αθήνα, σελ.120, όπου ως εναρκτήρια ημερομηνία των διαπραγματεύσεων απαντάται η 8 η Νοεμβρίου, και Τσουλουφή Αγ., «Η ανταλλαγή ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών και η εκτίμηση των εκατέρωθεν εγκαταλειφθεισών περιουσιών», Αθήνα 1989, σελ.35 όπου απαντάται η 21 η Νοεμβρίου ως ημέρα έναρξης των διαπραγματεύσεων. 8

η Νορβηγία, η Ολλανδία και η Σουηδία. 4 Η μεγάλη σημασία της συνδιάσκεψης της Λωζάννης, υποχρέωσε όλα τα κράτη μέλη που πήραν μέρος σε αυτήν να αποστείλουν σημαντικούς εκπροσώπους τους. Την Ελλάδα αντιπροσώπευε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, την Τουρκία εκπροσώπησε ο Ισμέτ Ινονού, τη Γαλλία ο Πρωθυπουργός της Πουανκαρέ, την Αγγλία ο λόρδος Κώρζον και την Ιταλία ο Μουσολίνι. Οι ΗΠΑ απέστειλαν ως πρεσβευτές τον Αμερικανό πρεσβευτή στη Ρώμη, Τσάιλντ, τον Ύπατο Αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη, ναύαρχο Μπρίστολ και τον ειδικό για τα θέματα της Ανατολής, Γκριού. Η θέση της Ελλάδας στη Λωζάννη ήταν αναμφισβήτητα δύσκολη. Ήταν η μόνη χώρα που παρουσιαζόταν από τους συμμάχους της Αντάντ ως ο μοναδικός ταπεινωμένος επιδρομέας στη Μικρά Ασία. Από τη μειονεκτική αυτή θέση η Ελλάδα έπρεπε να αντιμετωπίσει σοβαρά και λεπτά θέματα. Το πρόβλημα των συνόρων της με την Τουρκία είχε επιλυθεί ερήμην της στο Μούδρο. Το ζήτημα του μικρασιατικού ελληνισμού είχε «επιλυθεί» με το βίαιο εκτοπισμό του. Το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων όμως με την Τουρκία έμενε ανοιχτό και μπορούσε να γίνει αντικείμενο νέων εκβιασμών της Αντάντ, τόσο προς την Τουρκία όσο και προς την Ελλάδα. Για την Τουρκία η διπλωματική μάχη της Λωζάννης ήταν επίσης κρίσιμη. Θα έκρινε το κατά πόσο η στρατιωτική νίκη θα επέφερε καρπούς στο διπλωματικό πεδίο ή όχι. Η Τουρκία, αν και νικητής του πολέμου, είχε να αντιμετωπίσει τα νέα αποικιακά συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων που προσπαθούσαν με πολιτικές και οικονομικές πιέσεις να ανατρέψουν τη διαμορφωθείσα κατάσταση και να εκμηδενίσουν τις αρνητικές για αυτές συνέπειες της νίκης της Τουρκίας. H συνδιάσκεψη της Λωζάννης κράτησε περίπου εννέα μήνες, κατά τη διάρκεια δε των συζητήσεων η Επαναστατική Επιτροπή βρήκε την ευκαιρία να αναθέσει στον Πάγκαλο την αναδιοργάνωση του στρατού στη Δυτική Θράκη, πράγμα το οποίο επετεύχθη και ο ελληνικός στρατός, αναδιοργανωμένος αποτέλεσε στοιχείο πίεσης. 4 Ψυρούκη Ν., «Η μικρασιατική καταστροφή, 1918-1923 : η εγγύς Ανατολή μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο», Επικαιρότητα, 1982, σελ.196. 9

Προκειμένου να συναινέσει στην υπογραφή της ειρήνης ο Κεμάλ, πέρα των εδαφικών αξιώσεων, ζήτησε πολεμική αποζημίωση πολλών εκατομμυρίων χρυσών δραχμών, την αποπομπή από τα τουρκικά εδάφη των διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) Ελλήνων που είχαν παραμείνει στην Τουρκία μετά την καταστροφή, την αποπομπή του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την Κωνσταντινούπολη καθώς και την παράδοση του ελληνικού στόλου. Παράλληλα ο Κεμάλ ζητούσε, από μεν τους Άγγλους να του επιστρέψουν την περιοχή Μουσούλης, από δε τους Γάλλους το σαντζάκι (νομό) Αλεξανδρέττας. Η συνδιάσκεψη της Λωζάννης διαφαινόταν ότι θα κρατήσει καιρό η υπογραφή της τοποθετείτο στο απώτερο μέλλον. Εν τω μεταξύ όμως υφίστατο το πρόβλημα των χριστιανικών πληθυσμών που βρίσκονταν υπό την άμεση τουρκική απειλή, όπως και των Ελλήνων εκείνων οι οποίοι είχαν καταφύγει στα μικρασιατικά βουνά και αντιμετώπιζαν τις κακουχίες του χειμώνα. Για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση αυτή, η Κοινωνία των Εθνών ανέθεσε στον Δρ. Νάνσεν 5 τη φροντίδα της αρωγής των προσφύγων. Σε εκτέλεση της εντολής που του ενατέθηκε, ο Νάνσεν μετέβη στην Ελλάδα και στην Τουρκία, για να μελετήσει επί τόπου το ζήτημα. Ο Κεμάλ ωστόσο αρνήθηκε να τον συναντήσει. Την 10η Οκτωβρίου 1922 ο Νάνσεν είχε ήδη απευθύνει προς τον Ελ. Βενιζέλο επιστολή με τα συμπεράσματά του στο θέμα των προσφύγων. Έκανε λόγο για μία συνθήκη ανταλλαγής των πληθυσμών και για εγκατάσταση των προσφύγων σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Ο Βενιζέλος απάντησε την 13η Οκτωβρίου : «Ο Υπουργός των Εσωτερικών της Κυβερνήσεως της Άγκυρας εδήλωσε, πριν από δεκαπέντε ημέρες, ότι οι Τούρκοι έχουν αποφασίσει να μην ανεχθούν πλέον την παρουσία των Ελλήνων στα οθωμανικά εδάφη. Θα προτείνει λοιπόν στην προσεχή συνδιάσκεψη την υποχρεωτική προσφυγή στην ανταλλαγή των πληθυσμών, ελληνικού και τουρκικού. Η προσέγγιση του χειμώνα θα καταστήσει την επίλυση του προβλήματος της κατοικίας των προσφύγων δυσχερέστερη Λαμβάνω το θάρρος να σας παρακαλέσω επίμονα να προβείτε στη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου, προκειμένου να επιτευχθεί η έναρξη της μετακινήσεως των πληθυσμών 5 Nansen,Fridtjof, Ύπατος Αρμοστής της Κοινωνίας των Εθνών (1861-1930). 10

πριν από την υπογραφή της ειρήνης» 6. Στις αρχές Νοεμβρίου οι Τούρκοι πληροφορούν τον Νάνσεν ότι δόθηκε προθεσμία ενός μήνα στους Χριστιανούς να εκκενώσουν τη Μικρά Ασία. Ο τελευταίος προσπάθησε για ύστατη φορά την 2 Νοεμβρίου να διαπραγματευθεί με την κεμαλική πλευρά στη βάση της μη υποχρεωτικής ανταλλαγής αλλά η τουρκική πλευρά δεν απάντησε ποτέ Στη συνεδρίαση της 1 ης Δεκεμβρίου της συνδιασκέψεως της Λωζάννης, 7 ο Φ. Νάνσεν διατύπωσε τα πορίσματα της έρευνάς του. Το πρόβλημα των προσφύγων αποτελούσε κρισιμότατο ζήτημα με προεκτάσεις τόσο στην επίτευξη της ειρήνης όσο και στην οικονομική ανόρθωση της Εγγύς Ανατολής. Το πρώτο σοβαρό ζήτημα που ανέκυπτε ήταν η αρχή επί της οποίας θα βασιζόταν η ανταλλαγή. Θα επρόκειτο δηλαδή για προαιρετική ή υποχρεωτική ανταλλαγή; Κι αν τελικά επιτευχθεί μία τέτοια συμφωνία, ποιές θα ήταν οι περιφέρειες στην έκταση των οποίων θα εφαρμοζόταν η ανταλλαγή; Ο λόρδος Κώρζον συσχέτισε το ζήτημα με το θέμα της ανταλλαγής των αιχμαλώτων και υποστήριξε ότι η ανθρωπιστική αντιμετώπιση επιβάλλει την προαιρετική βάση της ανταλλαγής των πληθυσμών. Εν τούτοις, πρόσθεσε πως η προαιρετική ανταλλαγή ίσως να μην επέφερε τελικά καμία ουσιαστική λύση, αφού κατά πάσα πιθανότητα δεν θα ήταν ποτέ εκτεταμένη και αποτελεσματική κι επομένως θα παρέμενε γράμμα κενό κι άλλωστε θα παρέμενε λογικά ανοιχτό το ζήτημα των περίπου διακοσίων χιλιάδων (200.000) Ελλήνων που παρέμεναν στα Μικρασιατικά βουνά. Ο Ελ. Βενιζέλος πρότεινε τη σύσταση Υποεπιτροπής για το ζήτημα, πρόταση που έγινε δεκτή και επικεφαλής της ορίστηκε ο αντιπρόσωπος της Ιταλίας και άλλοτε πρεσβευτής της στην Αθήνα, Μαντόνα. Οι Έλληνες αντιπρόσωποι επανήλθαν επί της αρχής της προαιρετικής ανταλλαγής, όμως η τουρκική πλευρά δεχόταν το διάλογο μόνο επί τη βάση της ολικής υποχρεωτικής ανταλλαγής όλων ανεξαιρέτως και άνευ διακρίσεων των Ελλήνων που βρίσκονταν στην Τουρκία με τους Μουσουλμάνους της Ελλάδας, πλην αυτών της Δυτικής Θράκης. Η ελληνική πλευρά φοβούμενη ότι οι Τούρκοι θα απαγόρευαν την παλιννόστηση των Ελλήνων και ότι όσοι είχαν 6 Τσουλουφή Αλ. ό.π., σελ.36. 7 Αριθμός Πρακτικού 8. 11

καταφύγει στα μικρασιατικά βουνά θα χάνονταν για πάντα, υπέκυψε στις πιέσεις. Μετά από πολλές και εργώδεις συζητήσεις και ύστερα από προσωπικές επαφές του Ελ. Βενιζέλου με τον Ισμέτ Ινονού, στη Λωζάννη την 30ή Ιανουαρίου 1923 υπεγράφη η σύμβαση περί υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών 8 9 η οποία περιεβλήθη εκ των υστέρων την ισχύ Συνθήκης, δυνάμει ρητής διάταξης του άρθρου 142 της Συνθήκης Ειρήνης (που υπογράφηκε την 24 η Ιουλίου 1923). Η Τουρκία επέμενε στο αίτημα της περί αποζημιώσεως και αρνήθηκε να δεχθεί την πρόταση για αμοιβαία παραίτηση Ελλάδας και Τουρκίας από κάθε αποζημίωση. Επίσης η Τουρκία αρνήθηκε να παραπεμφθεί το αίτημά της περί επιστροφής της περιοχής της Μουσούλης, που κατείχαν οι Άγγλοι στην Κοινωνία των Εθνών και δέχθηκε μόνο την έναρξη απευθείας διαπραγματεύσεων ανάμεσα στα δύο ενδιαφερόμενα μέρη. Τέλος και μετά από πολλές διαπραγματεύσεις, η Τουρκία δέχθηκε να μην καταβάλει η Ελλάδα πολεμική αποζημίωση 10 και να της επιστραφούν τα πλοία που είχαν κατασχεθεί. Η Ελλάδα υποχρεώθηκε πάντως να πληρώσει αποζημιώσεις για τις καταστροφές που προκάλεσε ο ελληνικός στρατός στη Μικρά Ασία, καταστροφές που θεωρήθηκε ότι έγιναν κατά παράβαση των διεθνών συμβάσεων διεξαγωγής πολέμου (πχ. πυρπολήσεις χωριών). 11 Η Ελλάδα συμφώνησε σε αντάλλαγμα να παραχωρηθεί στην Τουρκία το τρίγωνο του Έβρου και τελικά την 24η Ιουλίου 1923 υπογράφηκε στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου της Λωζάννης η ελληνοτουρκική συμφωνία και εν συνεχεία η Συνθήκη της Λωζάννης. Η τελευταία αποτελείτο από 143 άρθρα, πέντε προσαρτημένες ειδικές συμβάσεις, έξι πρωτόκολλα, μία συμφωνία και από πλήθος επεξηγηματικών εγγράφων. Όταν έγινε γνωστή η υπογραφή της Σύμβασης της Λωζάννης και οι όροι της, οι πρόσφυγες που βρίσκονταν στην Ελλάδα αντέδρασαν έντονα 8 Βλ. και Πρωνοταρίου Α., «Το προσφυγικόν ζήτημα από ιστορικής, νομικής και κρατικής απόψεως», Αθήνα 1929, σελ. 12-14, όπου η η συμφωνία περί ανταλλαγής των πληθυσμών χαρακτηρίζεται απάνθρωπη και παραλληλίζεται με την κατά τρία έτη προγενέστερη Συνθήκη των Σεβρών, της 10 ης Αυγούστου1920, η οποία και δεν κυρώθηκε. 9 Η Σύμβαση επικυρώθηκε με νομοθετικό διάταγμα, που υπεγράφη και δημοσιεύθηκε την 25.8.1923 στο ΦΕΚ 237 Α, σε ειδικό παράρτημα. 10 Το άρθρο 59 της Συνθήκης αφορούσε στις πολεμικές αποζημιώσεις. 11 Ψυρούκη, ό.π., σελ. 211. 12

με συλλαλητήρια σε όλες τις πόλεις της χώρας, με σημαντικότερο εκείνο της Αθήνας, στην πλατεία Ομονοίας. Η πραγματικότητα όμως είχε διαμορφωθεί, και μέλημα πια ήταν η διασφάλιση και αναγνώριση των συνόρων, η επίτευξη εθνικής ομοιογένειας και η απρόσκοπτη ενασχόληση με την εσωτερική ανάπτυξη καθεμιάς από τις δύο χώρες. Με τον τρόπο αυτό, η τραγωδία της Μικράς Ασίας που σημαδεύτηκε από το χαμό πολλών Ελλήνων και σφραγίστηκε από την εκτέλεση έξι πολιτικών προσώπων 12 έλαβε τέλος Κεφάλαιο 3. Τα χρονικά και τοπικά όρια της Συμβάσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών 3.1. Τα χρονικά όρια της Συμβάσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών Το άρθρο 1 της Συμβάσεως ανταλλαγής όριζε ότι η υποχρεωτική ανταλλαγή έπρεπε να συντελεσθεί από την 1η Μαΐου 1923, οπότε και άρχιζαν οι συμβατικές υποχρεώσεις των δύο κρατών. Η ημερομηνία όμως αυτή μετατέθηκε στο χρόνο επικύρωσης της συνθήκης, δηλαδή μετά την 25 η Αυγούστου του ίδιου έτους. Εξάλλου, το πρώτο εδάφιο του άρθρου 16 της Συμβάσεως σε συνδυασμό με τη διάταξη του πρώτου εδαφίου του άρθρου 11, όριζαν ότι οι Κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας σε συνεργασία με τη Μικτή Επιτροπή θα ρύθμιζαν τα σχετικά με τη γνωστοποίηση της ανταλλαγής και θα αναλάμβαναν την ενημέρωση των ατόμων που όφειλαν να εγκαταλείψουν τις δύο χώρες. Ειδικότερα, θα γνωστοποιούνταν στους ανταλλαγέντες τα λιμάνια στα οποία έπρεπε να μεταβούν για να συντελεσθεί η μεταφορά τους στη χώρα του προορισμού 12 «Οι δέκα ιστορίες που συγκλόνισαν την Ελλάδα τον 20ό αιώνα», εκδόσεις Αρχέτυπο,2008, σελ 23 επομ. Το Έκτακτο Στρατοδικείο συνήλθε στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής την 31ή Οκτωβρίου και δίκασε το Δημήτριο Γούναρη, τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, το Νικόλαο Στράτο, το Γεώργιο Μπαλτατζή, το Νικόλαο Θεοτόκη, το Γεώργιο Χατζηανέστη, τον Μιχαήλ Γούδα και τον Ξενοφώντα Στρατηγό. Η δίκη συνεχίστηκε σε 14 συνεδριάσεις. Οι έξι από αυτούς οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα την 15 η Νοεμβρίου 1922. 13

τους. Επομένως, για την έναρξη της ανταλλαγής θα έπρεπε να συσταθεί και να λειτουργήσει η παραπάνω Επιτροπή και να λάβει χώρα η προβλεπόμενη στο άρθρο 16 της Σύμβασεως γνωστοποίηση. Η λειτουργία της Επιτροπής κατέστη τελικά δυνατή μόλις την 5 η Οκτωβρίου 1923. Έτσι, υπήρξε δυσχερής η ενεργοποίηση του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 16 της Συμβάσεως, σύμφωνα με το οποίο οι αντισυμβαλλόμενοι ανέλαβαν αμοιβαίως την υποχρέωση να μην ασκήσουν πιέσεις επί των ανταλλασσομένων, ούτε σε ό,τι αφορά στην τακτοποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων. 13 3.2. Τα τοπικά όρια της Συμβάσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών Οι υπαγόμενοι στην ανταλλαγή Βασικό γνώρισμα της συμβάσεως ανταλλαγής πληθυσμών, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ήταν ο υποχρεωτικός της χαρακτήρας. Σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 1, εδάφιο δεύτερο της Συμβάσεως, καθιερωνόταν απαγόρευση επανόδου στον τόπο από τον οποίο εκδιώχθηκαν Έλληνες και Μουσουλμάνοι, εκτός κι αν τους παραχωρούνταν σχετική άδεια από την ελληνική ή αντιστοίχως από την τουρκική κυβέρνηση. Λόγω ακριβώς του υποχρεωτικού χαρακτήρα της ανταλλαγής έπρεπε να καταστεί σαφές ποια κατηγορία ατόμων θα υφίστατο το μέτρο. Το ίδιο το κείμενο της Συμβάσεως στο άρθρο 1 όριζε ότι ανταλλάσσονται υποχρεωτικά οι Τούρκοι υπήκοοι ελληνικού ορθόδοξου θρησκεύματος, που ήταν εγκατεστημένοι σε τουρκικό έδαφος, με τους Έλληνες υπηκόους μουσουλμανικού θρησκεύματος, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι στην ελληνική επικράτεια. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 3 στην ανταλλαγή περιελήφθη και μία δεύτερη κατηγορία ανταλλαξίμων. Η κατηγορία αυτή αποτελείτο από τους Έλληνες Χριστιανούς Ορθόδοξους κατοίκους Τουρκίας και από τους 13 Τσουλουφή Αγ. ό.π, σελ.47. 14

Μουσουλμάνους κατοίκους Ελλάδας, οι οποίοι είχαν εγκαταλείψει τη χώρα κατοικίας τους Ελλάδα και Τουρκία αντίστοιχα - προ της 18ης Οκτωβρίου 1912, ημερομηνία που συμπίπτει με την επόμενη της κηρύξεως του πρώτου βαλκανικού πολέμου μεταξύ των συμμάχων (Ελλάδας, Σερβίας, Μαυροβουνίου και Βουλγαρίας) εναντίον της Τουρκίας. Τέλος, με την ΙΧ Δήλωση 14, η οποία υπεγράφη στη Λωζάννη την 24 η Ιουλίου 1923 και κυρώθηκε μαζί με τη Συνθήκη ειρήνης, τακτοποιήθηκαν τα περιουσιακά δικαιώματα Χριστιανών και Μουσουλμάνων, που δεν υπάγονταν στις διατάξεις της συμβάσεως ανταλλαγής, αλλά είχαν εγκαταλείψει την Τουρκία και την Ελλάδα αντιστοίχως, συμπεριλαμβανομένης της νήσου Κρήτης, προ της 18ης Οκτωβρίου 1912 ή διέμεναν πάντοτε εκτός Ελλάδας ή Τουρκίας. Περαιτέρω, την 31 η Ιανουαρίου 1923 υπεγράφη ειδική ελληνοτουρκική συμφωνία, που προέβλεπε την απελευθέρωση των Τούρκων πολιτικών κρατουμένων. Κατά τον εμπρησμό της Σμύρνης, οι Τούρκοι διένειμαν προκηρύξεις, σύμφωνα με τις οποίες Έλληνες και Αρμένιοι, άρρενες ηλικίας 18-45 ετών θεωρούνταν αιχμάλωτοι πολέμου. Το άρθρο 4 της Συμβάσεως της ανταλλαγής, προέβλεπε ότι όλοι οι σωματικά ικανοί άνδρες (hommes valides) που ανήκαν στον ελληνικό πληθυσμό και των οποίων οι οικογένειες είχαν ήδη αποχωρήσει για την Ελλάδα, θα αποτελούσαν την πρώτη αποστολή Ελλήνων που θα επέστρεφαν στην Ελλάδα. Επομένως, οι πολιτικοί κρατούμενοι και των δύο χωρών θεωρήθηκαν ανταλλάξιμοι. Ανταλλάξιμοι θεωρήθηκαν επίσης οι αιχμάλωτοι πολέμου αλλά και οι ποινικοί κρατούμενοι που κρατούνταν είτε με τελεσίδικη απόφαση είτε με οριστική, αρκεί να είχαν καταδικαστεί σε επανορθωτική ποινή. 15 Για αυτούς το άρθρο 6 της Σύμβασης ανταλλαγής προέβλεπε ότι θα παραδίδονταν από τις Αρχές της διώκουσας χώρας στις Αρχές της χώρας αποδημίας για να εκτίσουν την ποινή τους. Η ίδια ρύθμιση προβλεπόταν και για όσους είχε κινηθεί εναντίον τους διαδικασία ποινικής δίωξης χωρίς να έχουν ακόμα δικασθεί στη χώρα προέλευσης και οι οποίοι συμπεριλήφθησαν στη Σύμβαση ανταλλαγής. Αυτοί 14 Βλ. σελ 110. 15 Εξαιρέθηκαν της ανταλλαγής όσοι είχαν καταδικασθεί στη χώρα προέλευσης σε θανατική ποινή. 15

προβλεπόταν να δικαστούν στην χώρα υποδοχής όπου και θα μεταφέρονταν. 3.3. Οι εξαιρούμενοι της ανταλλαγής Εξαιρέσεις από την ανταλλαγή των πληθυσμών καθιερώθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 2 της συμβάσεως ανταλλαγής και 14 της Συνθήκης ειρήνης που υπεγράφη στη Λωζάννη την 24 η Ιουλίου 1923. Η εξαίρεση που προβλεπόταν από το ίδιο το κείμενο της Σύμβασης όριζε ότι δεν θα υπαχθούν στο καθεστώς της ανταλλαγής : α) Οι Έλληνες κάτοικοι Κωνσταντινουπόλεως οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως προ της 30 ης Οκτωβρίου 1918, β) Οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί μέχρι την υπογραφής της Συμβάσεως ανταλλαγής στην περιφέρεια αυτή, ήτοι στην περιοχή ανατολικά της μεθορίου, που είχε καθοριστεί με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το έτος 1913. Ειδικότερα, η περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως οριζόταν κατά την εποχή της ανταλλαγής ως εξής : Επί της ευρωπαϊκής ακτής αρχίζει από το Ρουμελί Καβάκ, ακολουθεί την οδό από Θεραπειά προς Κιατχανέ, διέρχεται από το Σιλικτάρ κατά μήκος των τειχών της Κωνσταντινούπολης, ακολουθεί την οδό προς Αγ. Στέφανο και Γαλαταριά. Στην ίδια νομαρχία περιλαμβάνονται και οι νήσοι των Πριγκίπων. Η Δυτική Θράκη οριζόταν από την ανατολική μεθόριο της περιοχής της Δυτικής Θράκης, όπως αυτή είχε προσδιοριστεί με τη Συνθήκη ειρήνης του Βουκουρεστίου την 20ή Ιουλίου 1913, μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Το άρθρο 5 της Συνθήκης αυτής όριζε ότι : «Τα μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδος και του Βασιλείου της Βουλγαρίας σύνορα ακολουθούν το εξής διάγραμμα, συμφώνως προς το πρακτικόν το οποίον κατηρτίσθη από τους στρατιωτικούς αντιπροσώπους των δύο κρατών και το οποίο είναι προσαρτημένο εις το υπ αριθμό 9 Πρωτόκολλο της 25 ης Ιουλίου/7 Αυγούστου 1913 της Συνθήκης του Βουκουρεστίου. Η οριοθετική γραμμή 16

αναχωρεί από τα νέα Βουλγαρικά σύνορα, επί της κορυφογραμμής του όρους Μπέλλες, καταλήγουσα εις τας εκβολάς του ποταμού Νέστου εις το Αιγαίον. Μεταξύ των δύο τούτων άκρων σημείων, η οριοθετική γραμμή ακολουθεί το διάγραμμα του χάρτου 1:200.000 του Αυστραλιακού επιτελείου, ο οποίος χάρτης είναι προσαρτημένος εις το υπ αριθμό Πρωτόκολλο του άρθρου 5 της Συνθήκης της 20 ης Ιουλίου 1913». Περαιτέρω ρύθμιση προβλεπόμενη από τη Συνθήκη Ειρήνης εξαιρούσε επίσης από την ανταλλαγή τους κατοίκους των νήσων Ίμβρου και Τενέδου. Κατά την εφαρμογή της Σύμβασης της Λωζάννης δημιουργήθηκε πρόβλημα με ένα τμήμα των Ελλήνων της Νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης, καθώς η Τουρκία θεώρησε ως ανταλλάξιμους όσους δεν ήταν εγγεγραμμένοι στα ληξιαρχικά βιβλία της Νομαρχίας, όπως όριζε ο νόμος της 14 ης Αυγούστου του 1914, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 2 της Σύμβασης εξαιρούντο από την ανταλλαγή οι Έλληνες κάτοικοι οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι στην περιφέρεια της Νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης πριν την 30ή Οκτωβρίου 1918. Η τουρκική πλευρά θεωρούσε ότι η πραγματική εγκατάσταση προ της 30ής Οκτωβρίου 1918 δεν ήταν αρκετή για να θεωρηθεί κάποιος μη ανταλλάξιμος αλλά έπρεπε επιπλέον να είναι εγγεγραμμένος στα σχετικά ληξιαρχικά βιβλία της Νομαρχίας. Τελικά, ύστερα από έντονες διπλωματικές ενέργειες, το θέμα διευθετήθηκε με την επικύρωση από την Τουρκία του επίμαχου άρθρου με τη Σύμβαση της Άγκυρας, τον Ιούνιο του 1925 (6.6.1925). 16 Η ερμηνεία του όρου εγκατεστημένοι (établis) στους οποίος δεν εφαρμόστηκε η Σύμβαση της ανταλλαγής δημιούργησε θέμα και όσον αφορά στον Πατριάρχη και στους Συνοδικούς. Οι Τούρκοι τους θεώρησαν υπαγόμενους στην ανταλλαγή, εφόσον δεν είχαν εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη προ της 30 ης Οκτωβρίου 1918. Η Ελλάδα ισχυρίσθηκε ότι το Πατριαρχείο εξαιρείται της ανταλλαγής και η διαφορά υπεβλήθη στην Κ.τ.Ε.,η οποία παρέπεμψε το ζήτημα στο Διαρκές Διαιτητικό Δικαστήριο της Χάγης. Τελικά, και πριν την έκδοση αποφάσεως, συμφωνήθηκε να αποσύρει η Τουρκία τη σχετική αίτησή της από τη Μικτή Επιτροπή, η δε 16 Ιστορία του Ελληνισμού, 1770-2000, Ελληνικά Γράμματα 2003, 7 ος Τόμος, σελ.83. 17

Ελλάδα την αντίστοιχη αίτηση προς την Κ.τ.Ε. και να ισχύσει η ελληνική άποψη. Από τη Σύμβαση Ανταλλαγής εξαιρέθηκαν επίσης σιωπηρά και οι Τουρκαλβανοί. Οι Μουσουλμάνοι αυτοί οι οποίοι το 1923 ανερχόταν σε περίπου 20.319 κατοίκους έπρεπε κανονικά να υπαχθούν στην ανταλλαγή και να αποχωρήσουν, πολλοί μάλιστα από αυτούς το επιθυμούσαν. Εξαιρέθηκαν ωστόσο σιωπηλά, κατόπιν ισχυρών ιταλικών πιέσεων που εδέχθη ο Ελ. Βενιζέλος. Το Μάρτιο του 1924, ορίστηκε από την ελληνική Κυβέρνηση μία επιτροπή προκειμένου να ερευνηθεί το θέμα των Τουρκαλβανών και να υποβληθεί σχετική έκθεση με το πόρισμα της έρευνας αυτής. Τον Αύγουστο του 1926 ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο οποίος είχε θέσει ως έναν από τους στόχους της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, δήλωσε προς την Τουρκία ότι παραιτείται από την υποχρέωση ανταλλαγής τους. Με τον τρόπο αυτό η ελληνική Κυβέρνηση δέχθηκε να εξαιρέσει από την ανταλλαγή τους Τουρκαλβανοούς ενώ διέλυσε και τους βορειοηπειρωτικούς συλλόγους, η ύπαρξη των οποίων ενοχλούσε ιδιαίτερα τα Τίρανα. 17 Από τις διατάξεις της Συμβάσεως προκύπτει ότι η εκατέρωθεν υποχρέωση των πληθυσμών προς μετανάστευση υπαγορεύθηκε επιτακτικά, αποκλείοντας την αντίθετη βούληση των υπό ανταλλαγή πληθυσμών, των οποίων απαγορεύθηκε όχι μόνο η παραμονή στη γενέθλια χώρα αλλά και η επάνοδος και εγκατάσταση εκ νέου άνευ αδείας της Κυβέρνησης. Προβλεπόταν επομένως και διοικητικός τρόπος εξαίρεσης από την ανταλλαγή (άρθρο 1 2). Σε περίπτωση παροχής σχετικής άδειας από την Κυβέρνηση το φυσικό πρόσωπο - με διοικητική πράξη - θεωρείτο εξαιρούμενος της ανταλλαγής. Ωστόσο, η εξαίρεση αυτή είχε συνέπειες μόνο ως προς τη διαμονή του εξαιρούμενου προσώπου και όχι ως προς τη διαχείριση της περιουσίας του. Στη νομολογία της εποχής απαντάται παράδειγμα Μουσουλμάνου Έλληνα υπηκόου, κατοίκου Δράμας ο οποίος κανονικά έπρεπε να καταληφθεί από το καθεστώς της ανταλλαγής και να αναχωρήσει από την Ελλάδα. Ωστόσο, με πράξη 17 Άρθρο του Μιχαήλ Γ. Τρίτου, Επίκουρου Καθηγητή του ΑΠΘ που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Τύπος της Κυριακής» την 16.2.2003. 18

«Κυβερνητικής Υπουργικής διαταγής» εξαιρέθηκε της ανταλλαγής λόγω υπηρεσίας παρασχεθείσας στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα. Με τον τρόπο αυτό, γεννήθηκε υπέρ αυτού το δικαίωμα παραμονής του στην Ελλάδα το οποίο όμως είχε ευνοϊκά αποτελέσματα μόνο αναφορικά με τη διαμονή του ενώ σε ότι αφορά στην περιουσία του, αυτή θα μπορούσε να του αποδοθεί μόνο κατόπιν εκδόσεως σχετικού νόμου. Περαιτέρω, σχετική νομική γνωμοδότηση της εποχής αποφαίνεται υπέρ του να παραμείνει το εν λόγω φυσικό πρόσωπο στην νομή της περιουσίας του, η οποία ανερχόταν σε επτά στρέμματα αγρού και των οποίων η κυριότητα αποδεικνυόταν με επίσημα μεταφρασμένους τίτλους, μέχρι την δια νόμου οριστική επίλυση του ζητήματος. 18 Επιπρόσθετα, από τη μελέτη των προπαρασκευαστικών εργασιών της Συνθήκης, και ειδικώς από το υπ αριθμό 4 πρακτικό της συνεδριάσεως της 16 ης Ιανουαρίου 1923 προκύπτουν τα εξής : Ο Τούρκος εκπρόσωπος Riza Nour πρότεινε αντί της φράσης «των Τούρκων υπηκόων ελληνορθοδόξων το θρήσκευμα» να προκριθεί η διατύπωση «των Ελλήνων Τούρκων υπηκόων». Στην πρόταση αυτή αντιτάχθηκαν αποτελεσματικά οι αντιπρόσωποι της Γαλλίας, Laporte και της Ιταλίας, Montaga προκειμένου να μην υπαχθούν στην ανταλλαγή οι Έλληνες Καθολικοί καθώς η δεύτερη αυτή διατύπωση δε διακρίνει τους Ορθόδοξους Έλληνες από τους Έλληνες άλλου θρησκεύματος και θα ανάγκαζε όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες, ανεξαρτήτως θρησκεύματος να υπαχθούν στην ανταλλαγή. Κατά δε τη συνεδρία της 19 ης Ιανουαρίου 1923, το ζήτημα επανήλθε με άλλη μορφή κατόπιν προτάσεως του Ιταλού και του Τούρκου αντιπροσώπου να τεθεί αντί της φράσης «οι Έλληνες υπήκοοι Μουσουλμάνοι το θρήσκευμα» η φράση «οι Έλληνες υπήκοοι Τουρκομουσουλμάνοι το θρήσκευμα» και αυτό για να μην περιληφθούν στην ανταλλαγή και οι Αλβανοί Μουσουλμάνοι. Η τροποποίηση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε κατόπιν ρητής δήλωσης του Έλληνα εκπροσώπου σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα δεν προτίθετο να απομακρύνει τους Αλβανούς Μουσουλμάνους το θρήσκευμα. Από τα σαφή και αυθεντικά 18 Βλ. Γνωμοδότηση Νομικού Συμβούλου της Διεύθυνσης Εποικισμού Θράκης, Α.Δ. Παπαδήμα της 6 Δεκεμβρίου 1929, Περιοδικό Θέμις, έτος 1929, σελ.74. 19

αυτά ερμηνευτικά στοιχεία ανενδοίαστα προκύπτει ότι η Συνθήκη της Λωζάννης και οι επί τη βάση αυτής εκδοθέντες εσωτερικοί νόμοι θεώρησαν ότι η ανταλλαγή στρέφεται μόνο κατά Ελλήνων και Τούρκων και όχι κατά αλλογενών, εξαιρώντας έτσι, όπως προαναφέρθηκε, τους Τουρκαλβανούς αλλά και τους Αρμένιους που διαβιούσαν στις περιοχές που κατελήφθησαν από την ανταλλαγή. Για τις περιπτώσεις αμφισβήτησης σχετικά με το αν συντρέχει σε κάποιο φυσικό πρόσωπο η ιδιότητα του ανταλλάξιμου ή όχι συστάθηκαν στην Ελλάδα πενταμελείς επιτροπές που έκριναν το ζήτημα της ιθαγένειας και της ανταλλαξιμότητας σε πρώτο βαθμό και επταμελείς που το έκριναν σε δεύτερο (πενταμελή και επταμελή Συμβούλια Ιθαγένειας του Υπουργείου Εξωτερικών). Το ζήτημα αυτό κρινόταν παρεμπιπτόντως καθώς για την εφαρμογή των διατάξεων του Ψηφίσματος της 6 ης Απριλίου 1926, για το οποίο θα γίνει αναλυτικότερα λόγος παρακάτω, απαιτείτο η ιδιότητα του ανταλλάξιμου ομογενούς. Οι αποφάσεις των Συμβουλίων αυτών αποτελούσαν διοικητικές πράξεις και ως τέτοιες υπόκεινταν σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Στην νομολογία της εποχής απαντώνται σχετικά παραδείγματα αμφισβήτησης της ύπαρξης της ιδιότητας του ανταλλαξίμου σε ορισμένα πρόσωπα, όπως στην περίπτωση του Κ.Μ. ο οποίος κρίθηκε ως μη ανταλλάξιμος διότι ούτε Έλληνας ήταν, καθώς ο πατέρας του ήταν Αρμένιος, αλλά ούτε και συνέτρεχε στο πρόσωπό του η ιδιότητα του Ορθόδοξου. Λόγω αυτών, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως ανταλλάξιμος και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του με τους οποίους επιχείρησε να στηρίξει δικαίωμά του σε καταβολή αποζημίωσης για την εγκαταλειφθείσα στην Τουρκία ακίνητη περιουσία του, απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι. Στη σχετική απόφαση παρέχονται διευκρινίσεις τόσο για το ποιοι θεωρήθηκαν ως ανταλλάξιμοι πληθυσμοί όσο και για τους εξαιρούμενους της ανταλλαγής. 19 Με το άρθρο 16 2 της Συμβάσεως Ανταλλαγής, οι Κυβερνήσεις των δύο κρατών ανέλαβαν την αμοιβαία υποχρέωση να μην δημιουργήσουν κανένα εμπόδιο στην ελεύθερη άσκηση των δικαιωμάτων των εξαιρουμένων από την ανταλλαγή. Ειδικότερα, οι δύο χώρες 19 Βλ. Ολ ΣτΕ 454/1931, με εισηγητή τον σύμβουλο Φ. Παπαγεωργίου. 20

δεσμεύθηκαν να μην παρεμποδίσουν την παραμονή ή την επιστροφή των εξαιρεθέντων και την απρόσκοπτη άσκηση του δικαιώματός τους στην ιδιοκτησία τους είτε αυτή βρισκόταν στην Ελλάδα είτε στην Τουρκία. Σημειώνεται τέλος, ότι η σύμβαση Ανταλλαγής αναγνώριζε στους κατοίκους των περιοχών αυτών οι οποίοι εξαιρέθηκαν, το δικαίωμα της ελεύθερης παραμονής και αναχωρήσεως αλλά και της ελεύθερης διάθεσης των περιουσιακών τους στοιχείων. Κεφάλαιο 4. Το ζήτημα της υπηκοότητας των ανταλλάξιμων πληθυσμών Το άρθρο 7 της Συμβάσεως ανταλλαγής προέβλεπε ότι οι απόδημοι θα έχαναν την υπηκοότητά της χώρας στην οποία ζούσαν και την οποία εγκατέλειψαν και θα αποκτούσαν την ιθαγένεια της χώρας του προορισμού τους με την αποβίβαση τους στο έδαφός της. Προβλεπόταν επίσης, ότι οι απόδημοι που είχαν ήδη εγκαταλείψει μία από τις δύο χώρες και δεν είχαν λάβει τη νέα τους υπηκοότητα, θα τη λάμβαναν κατά την ημερομηνία της υπογραφής της Συμβάσεως. Καθιερωνόταν επομένως η αρχή της αυτοδίκαιης απόκτησης της ιθαγένειας της χώρας υποδοχής. Κρίσιμο δηλαδή γεγονός, εξαιτίας του οποίου αποκτάται η ελληνική ή τουρκική ιθαγένεια, ήταν η αναχώρηση από το ένα κράτος και η άφιξη στο άλλο. Όσοι δε είχαν ήδη εγκαταλείψει την Ελλάδα και την Τουρκία μετά τον Οκτώβριο του 1912, αποκτούσαν την υπηκοότητα της νέας τους χώρας κατά τη χρονολογία της υπογραφής της συμβάσεως, δηλαδή την 30ή Ιανουαρίου 1923. Για το θέμα αυτό εκδόθηκε στην Ελλάδα το νομοθετικό διάταγμα της 12/25 ης Αυγούστου 1923, «περί αθρόας πολιτογραφήσεως των εκ Τουρκίας εις Ελλάδα καταφυγόντων ομογενών». Στο άρθρο 1 ορίσθηκε ότι υπήκοοι Τούρκοι, ελληνικού Ορθόδοξου θρησκεύματος, οι οποίοι εγκατέλειψαν από την 18η Οκτωβρίου 1912 μέχρι την 30ή Ιανουαρίου 1923 τα εδάφη τα οποία καταλάμβανε το μέτρο της ανταλλαγής των πληθυσμών και μετανάστευσαν στην Ελλάδα και οι οποίοι δεν απόκτησαν 21

με άλλο τρόπο την ελληνική ιθαγένεια, θεωρούνται ότι την αποκτούν αυτοδικαίως από την 30.1.1923, ημέρα της υπογραφής της Συμβάσεως περί ανταλλαγής των ελληνοτουρκικών πληθυσμών. Περαιτέρω, σύμφωνα με το δεύτερο άρθρο του ίδιου νομοθετικού διατάγματος, οι Έλληνες που απόκτησαν με αυτόν τον τρόπο την ελληνική ιθαγένεια εγγράφονταν από τους Δημάρχους και τους Προέδρους των Κοινοτήτων του τόπου διαμονής τους αυτεπαγγέλτως, μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου του έτους 1923, στα οικεία δημοτολόγια και μητρώα αρρένων, επί τη βάσει καταλόγων συντασσομένων από τριμελείς επιτροπές. Οι τριμελείς αυτές επιτροπές αποτελούνταν από έναν δημόσιο ή κοινοτικό υπάλληλο και από δύο πρόσφυγες διοριζόμενους από τους αρμόδιους Νομάρχες. Μπορούσαν επίσης να εγγραφούν και με δήλωσή τους, βεβαιούμενη από την ανωτέρω επιτροπή που έπρεπε να επιδοθεί από τον ενδιαφερόμενο στον αρμόδιο Δήμαρχο ή Πρόεδρο της Κοινότητας. Τέλος, η ιθαγένεια των προσφύγων οι οποίοι κατέφυγαν στην αλλοδαπή, ρυθμίστηκε με τις διατάξεις του Νόμου 3096 της 17/24ης Ιουλίου 1924 «περί αποκτήσεως της ελληνικής ιθαγένειας υπό των εις την αλλοδαπή προσφυγόντων Ελλήνων το γένος εκ Μ. Ασίας και Θράκης». Οι Έλληνες οι οποίοι κατάγονταν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη και είχαν καταφύγει πριν από την 18η Οκτωβρίου 1912 στην αλλοδαπή μπορούσαν, εάν δεν είχαν στο μεταξύ αποκτήσει την ιθαγένεια του τόπου όπου διέμεναν να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια. Αρκούσε η σχετική εγγραφή στα μητρώα ή Δημοτολόγια ενός οποιουδήποτε Δήμου ή μίας οποιασδήποτε Κοινότητας της Ελλάδας. Ως εναρκτήρια ημερομηνία από την οποία θεωρούνταν ότι απόκτησαν την ελληνική ιθαγένεια οριζόταν στο νόμο η 30ή Ιανουαρίου 1923. Η ανταλλαγή των ελληνοτουρκικών πληθυσμών περατώθηκε το καλοκαίρι του 1925. Ο πυρήνας του προσφυγικού πληθυσμού εγκαταστάθηκε στην Αττική και τη Μακεδονία. Ο επίσημος αριθμός προσφύγων ανά περιοχή το 1928 παρουσιάζεται ως εξής : Μακεδονία: 638,253 52.2% (με 270.000 στη Θεσσαλονίκη μόνο) Κεντρική Ελλάδα και Αττική: 306.193 25.1% Θράκη: 107.607 8,8% 22

Βόρειο Αιγαίο: 56.613 4,6% Θεσσαλία: 34.659 2,8% Κρήτη: 33.900 2,8% Πελοπόννησος: 28.362 2,3% Ήπειρος: 8.179 0,7% Κυκλάδες: 4,782 0,4% Ιόνια νησιά: 3.301 0,3% Σύνολο: 1.221.849 100% Από την άλλη πλευρά, από το 1912 μέχρι την υπογραφή της Συμβάσεως Ανταλλαγής Πληθυσμών είχαν εγκαταλείψει την Ελλάδα περίπου 130.000 μουσουλμάνοι. Με βάση τη Σύμβαση της Λωζάννης αναχώρησαν από το 1923 έως το 1925, 390.000 Μουσουλμάνοι, από τους οποίους 355.000 με τη φροντίδα της Μικτής Επιτροπής. Οι 323.000 έφυγαν από τη Μακεδονία, οι 23.000 από την Κρήτη, οι 7.500 από τη Λέσβο και οι 3.000 από την Ήπειρο. Το 80% των Μουσουλμάνων της Ελλάδας εγκαταστάθηκε στην ανατολική Θράκη και στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας ενώ ένα μικρότερο τμήμα στα νότια παράλια και στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. 20 Στην Ελλάδα, πολυάριθμα προάστια, πόλεις και χωριά δημιουργήθηκαν για να στεγάσουν τον πρόσθετο πληθυσμό. Επιπλέον, κάθε πόλη έχει σχεδόν περιοχές που ονομάζονται Προσφυγικά και τα τοπωνύμια τους θυμίζουν τον τόπο προέλευσης των κατοίκων τους. Κεφάλαιο 5. Η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων (Ε.Α.Π.) Η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π.) ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 1923 με Πρωτόκολλο που υπεγράφη στη Γενεύη, ύστερα από προτροπή της Κοινωνίας των Εθνών στην οποία η Ελλάδα είχε αποταθεί αιτούμενη οικονομική αρωγή και συγκεκριμένα για τη σύναψη ενός διεθνούς δανείου ύψους 10.000.000 λιρών Αγγλίας για την υποδοχή, 20 Ελληνικά Γράμματα, ό.π., σελ. 88. 23

περίθαλψη, ένταξη και αποκατάσταση των προσφύγων. Αν και η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων άρχισε να λειτουργεί το Δεκέμβριο του 1923, το δάνειο εκδόθηκε μετά από ένα χρόνο, το Δεκέμβριο του 1924 στο Λονδίνο και την Αθήνα και τον Ιανουάριο του 1925 στη Νέα Υόρκη. Η ΕΑΠ είχε την έδρα της στην Αθήνα, ήταν αυτόνομος οργανισμός με πλήρη νομική υπόσταση, ο οποίος όμως λειτουργούσε κάτω από την εποπτεία της ΚτΕ και διοικείτο από τετραμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Συμβουλίου διορίζονταν από την ελληνική κυβέρνηση με έγκριση του Συμβουλίου της ΚτΕ, ένα μέλος διοριζόταν από το Συμβούλιο της ΚτΕ ενώ το τέταρτο μέλος, ο Πρόεδρός της, έπρεπε να είναι υπήκοος των ΗΠΑ. Πρώτος Πρόεδρος της ΕΑΠ ορίστηκε ο Ηenry Morgeηthau (μέχρι το Δεκέμβριο του 1924) και μέλη ο John Campell, ο Στέφανος Δραγούμης και ο Περικλής Αργυρόπουλος. Στη συνέχεια το αξίωμα του Προέδρου κατάλαβαν Charles Howland, από το Φεβρουάριο του 1925 έως το Σεπτέμβριο του 1926, και ο Charles Eddy, από τον Οκτώβριο του 1926 έως τα τέλη του 1930. Τη διοίκηση και τη χάραξη της πολιτικής της ΕΑΠ είχαν αναλάβει ξένοι, το υπόλοιπο όμως στελεχικό δυναμικό της αποτελείτο από Έλληνες και η χρηματοδότηση των προγραμμάτων της προερχόταν από το ελληνικό κράτος. Συνεισέφεραν ιδιωτικές οργανώσεις και βοήθησαν οργανισμοί όπως ο Βρετανικός Ερυθρός Σταυρός, ο Σουηδικός Ερυθρός Σταυρός, ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός, η YMCA κ.ά Κάθε τρεις μήνες το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΑΠ έπρεπε να υποβάλλει έκθεση πεπραγμένων στην ελληνική κυβέρνηση και το Συμβούλιου της ΚτΕ. Ο διοικητικός μηχανισμός της ΕΑΠ αποτελείτο από πέντε διευθύνσεις : α) Εποικισμού Μακεδονίας, β) Εποικισμού Θράκης, γ) Εποικισμού Παλαιάς Ελλάδας, Ηπείρου και Νήσων, δ) Αστικής Αποκαταστάσεως και ε) Οικονομικού. Για την αποτελεσματικότερη εργασία οι τρεις Γενικές Διευθύνσεις ίδρυσαν κατά τόπους Γραφεία Εποικισμού με επικεφαλής ένα γεωπόνο. Στη Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας υπάγονταν δεκαπέντε Γραφεία Εποικισμού, σε αυτή της Θράκης επτά, στη Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Παλαιάς Ελλάδας, Ηπείρου και Νήσων δεκαοχτώ, τέσσερα στη Στερεά Ελλάδα, δύο στην Πελοπόννησο, τρία στη Θεσσαλία, τρία στην Ηπειρο, τέσσερα στην Κρήτη, ένα στη Λέσβο και ένα 24

στη Λήμνο. Ο αριθμός των υπαλλήλων της ΕΑΠ ανερχόταν σε 784 το 1924, ενώ ξεπερνούσαν τους 2.000 το 1928 και το 1929. Αποστολή της ΕΑΠ ήταν να εξασφαλίσει στους πρόσφυγες παραγωγική απασχόληση και οριστική στέγαση, με τον όρο οι πρόσφυγες να εξοφλήσουν τα χορηγούμενα δάνεια. Η ελληνική κυβέρνηση διέθεσε στην ΕΑΠ περίπου 8.400.000 στρέμματα, που αποτελούσαν τις ιδιοκτησίες των μουσουλμάνων ανταλλαξίμων και των Βούλγαρων που εγκατέλειψαν την Ελλάδα. Διέθεσε επίσης ακίνητα που περιήλθαν στο Δημόσιο, κτήματα που απαλλοτριώθηκαν με την αγροτική μεταρρύθμιση και μοναστηριακή γη, οικόπεδα μέσα ή γύρω από τις πόλεις για την ανέγερση αστικών συνοικισμών καθώς και το ποσό που εξασφάλισε από τα δύο δάνεια που είχε συνάψει στο εξωτερικό. Διέθεσε τέλος και τεχνικό και διοικητικό προσωπικό του Υπουργείου Γεωργίας και του Υπουργείου Πρόνοιας και Αντιλήψεως προκειμένου να διευκολύνει το έργο της επιτροπής. Για την αποκατάσταση των προσφύγων, η ΕΑΠ έλαβε υπόψη τις αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Ελλάδα και επιδίωξε οι πρόσφυγες που προέρχονταν από τον ίδιο οικισμό, ή έστω από την ίδια ευρύτερη περιοχή, να εγκατασταθούν μαζί στο ελληνικό έδαφος. Επεδίωξε επίσης και οι φυσικές συνθήκες (ανάγλυφο έδαφος, απόσταση από τη θάλασσα κ.ά) ενός προσφυγικού συνοικισμού να μη διαφέρουν από τις αντίστοιχες συνθήκες που επικρατούσαν στον οικισμό που εγκαταλείφθηκε στην Τουρκία. Μερίμνησε τέλος, στο μέτρο του δυνατού, να αποκτήσουν οι πρόσφυγες απασχόληση ίδια ή συναφή με αυτήν που είχαν στην πατρίδα τους. Σε γενικές γραμμές οι στόχοι της ΕΑΠ υλοποιήθηκαν. Ωστόσο, η κινητικότητα των προσφύγων, ιδιαίτερα έντονη κατά τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους στην Ελλάδα, και η ταλάντευσή τους ανάμεσα στην επιδίωξη άλλοτε για αγροτική αποκατάσταση, η οποία προχωρούσε με πιο γοργούς ρυθμούς και υποστηριζόταν περισσότερο από την ΕΑΠ, και άλλοτε για αστική αποκατάσταση προκειμένου να λάβουν την αστική αποζημίωση η οποία δινόταν στους «αστούς» ανταλλάξιμους, συχνά ανέτρεπαν τη λογική και τις επιταγές της ΕΑΠ. Στα επτά χρόνια λειτουργίας της η ΕΑΠ επιτέλεσε ένα τεράστιο έργο, αν λάβει κανείς υπόψη τις αναμφισβήτητες αντικειμενικές δυσχέρειες, όπως τη δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας, την όξυνση των 25

πολιτικών παθών, την ελλιπή κρατική οργάνωση και, κυρίως, το μεγάλο αριθμό των προσφύγων που είχαν καταφύγει στην Ελλάδα. Σε σημαντικό βαθμό η αποτελεσματικότητά της οφείλεται στο γεγονός ότι υπήρξε ένας αυτόνομος οργανισμός υπό διεθνή έλεγχο, αποστασιοποιημένος από την ταραγμένη πολιτική ζωή της χώρας, η οποία κυριαρχείτο από οξεία κομματική αντιπαράθεση και συχνές κυβερνητικές μεταβολές. Μάλιστα ο πρώτος πρόεδρος της ΕΑΠ, σε δεξίωση της ελληνικής παροικίας του Καΐρου δήλωσε : «Προ τεσσάρων μηνών ήμουν στην Ελλάδα. Έμεινα κατάπληκτος προ του συντελεσθέντος έργου. Εθαύμασα πράγματι ότι η Ελλάς των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων απερρόφησεν ενάμισυ εκατομμύριον προσφύγων». Η ΕΑΠ λειτούργησε μέχρι το τέλος του έτους 1930. Σύμφωνα με τη Σύμβαση που υπεγράφη τον Ιανουάριο του 1930 μεταξύ της ΕΑΠ και της ελληνικής κυβέρνησης η ΕΑΠ θα μεταβίβαζε στο ελληνικό δημόσιο ολόκληρη την περιουσία της (ακίνητα, κινητά, χρεόγραφα, δικαιώματα και απαιτήσεις πάσης φύσεως) και το ελληνικό δημόσιο δεσμευόταν να εκπληρώσει κάθε είδους υποχρέωση την οποία είχε αναλάβει έναντι των προσφύγων η ΕΑΠ. Με ιδιαίτερες συμβάσεις ορίστηκε ο τρόπος εκτίμησης των χρεών των προσφύγων καθώς και η είσπραξη των χρεών των «αγροτών» προσφύγων από την Αγροτική Τράπεζα και των «αστών» προσφύγων από την Εθνική Τράπεζα. 21 Κεφάλαιο 6. Η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής και οι αρμοδιότητές της Αρμόδια αρχή για την εκκαθάριση της αξίας κινητών και ακίνητων περιουσιών των ανταλλαγέντων πληθυσμών ορίσθηκε, από το άρθρο 11 της Συμβάσεως Ανταλλαγής, η Μικτή Επιτροπή. Το ανωτέρω άρθρο προέβλεπε την ίδρυση της Μικτής Επιτροπής μέσα σε προθεσμία ενός μήνα από την έναρξη ισχύος της Συμβάσεως. Η Μικτή Επιτροπή που θα έδρευε στην Ελλάδα ή στην Τουρκία, θα αποτελείτο από έντεκα μέλη. Τα 21 Ιστορία του Ελληνισμού, ό.π., σελ. 85 επ. 26

τέσσερα από αυτά θα ήταν Έλληνες, τα τέσσερα Τούρκοι και τα υπόλοιπα τρία θα ορίζονταν από το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών. Τα τρία αυτά μέλη, τα οριζόμενα από το Συμβούλιο έπρεπε κατά τις επιταγές του κειμένου της Συμβάσεως να προέρχονται από τις δυνάμεις εκείνες που δεν μετείχαν στον πόλεμο του 1914-1918. Την προεδρία της Μικτής Επιτροπής θα ασκούσαν διαδοχικά καθένα από τα τρία αυτά ουδέτερα μέλη. Στη Μικτή Επιτροπή παρεχόταν η εξουσιοδότηση να συνιστά στους τόπους που η ίδια επέλεγε υποεπιτροπές που θα ελάμβαναν αρμοδιότητες από τη Μικτή Επιτροπή και θα εργάζονταν προς διευκόλυνση των σκοπών της. Καθεμία από τις υποεπιτροπές αυτές θα αποτελείτο από έναν Τούρκο, έναν Έλληνα και ένα ουδέτερο μέλος ως Πρόεδρο. Η εκλογή του Προέδρου αυτού θα γινόταν από τη Μικτή Επιτροπή. Ως έδρα της Μικτής Επιτροπής ορίστηκε η Κωνσταντινούπολη ενώ τόσο η Μικτή Επιτροπή όσο και οι συσταθείσες υποεπιτροπές άρχισαν να λειτουργούν τελικώς τον Οκτώβριο του 1923. Σύμφωνα με το άρθρο 12 της Συμβάσεως οι αρμοδιότητες της Μικτής Επιτροπής ήταν κυρίως δύο : α) ήταν αρμόδια για την επιτήρηση και διευκόλυνση της προβλεπόμενης από τη Σύμβαση μετανάστευσης και β) όφειλε να προβεί στην εκκαθάριση της κινητής και ακίνητης περιουσίας των ανταλλαγέντων πληθυσμών. Ο τρόπος με τον οποίο θα επιτυγχάνονταν οι επιδιωκόμενοι σκοποί εναποτέθηκε να καθοριστεί από την ίδια τη Μικτή Επιτροπή. Γενικά, η Μικτή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 12 3 μπορούσε να λαμβάνει κάθε κατάλληλο μέτρο προς εκτέλεση της Σύμβασης και να επιλύει κάθε αναφυόμενο από τη Σύμβαση πρόβλημα. Οι αποφάσεις της λαμβάνονταν κατά πλειοψηφία. Κάθε διαφορά σχετική με τις υπό εκκαθάριση περιουσίες, τα δικαιώματα και τα συμφέροντα επ αυτών επιλύονταν οριστικά από αυτήν. Σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 17 της Σύμβασης, οι δαπάνες συντηρήσεως και λειτουργίας της Μικτής Επιτροπής και των οργάνων της θα επιβάρυναν τις δύο ενδιαφερόμενες Κυβερνήσεις κατά την ορισθείσα από την Επιτροπή αναλογία. Η Μικτή Επιτροπή είχε κάθε δικαίωμα να διατάξει την ενέργεια εκτιμήσεως της κινητής και ακίνητης περιουσίας που έπρεπε να εκκαθαρισθεί, κατόπιν εξετάσεως των ενδιαφερόμενων και ακροάσεώς 27

τους ή έστω σε περίπτωση που αυτοί δεν εμφανίζονταν, κατόπιν κλήσεώς τους προς εξέταση (άρθρο 13 της Συμβάσεως). Η Μικτή Επιτροπή επομένως, πληροφορείτο την αξία των περιουσιακών στοιχείων του ενδιαφερομένου και κατόπιν διέτασσε εκτίμηση και εκκαθάριση της περιουσίας του, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συμβάσεως της ανταλλαγής. Σύμφωνα με την υπ αριθμό 2 απόφαση της Μικτής Επιτροπής, η εκτίμηση έπρεπε να συντελεσθεί με βάση τη χρυσή τουρκική λίρα. Η ακίνητη αγροτική ή αστική περιουσία που ανήκε στους μετανάστες και στις αναφερόμενες στο άρθρο 9 της Συμβάσεως Κοινότητες, όπως και η κινητή περιουσία τους που εγκαταλείφθηκε από τα ανωτέρω φυσικά ή νομικά πρόσωπα προβλεπόταν κατά το άρθρο 9 να εκκαθαρισθεί από τη Μικτή Επιτροπή. Το ίδιο ίσχυε και για τις περιουσίες που βρίσκονταν σε εδάφη υποκείμενα στην υποχρεωτική ανταλλαγή παρόλο που ανήκαν σε εκκλησιαστικά ή ευαγή ιδρύματα ή κοινότητες που είχαν την έδρα τους σε περιοχές μη υποκείμενες στην Σύμβαση. Η Μικτή Επιτροπή ήταν επίσης αρμόδια για την εκκαθάριση των κτηματικών εκτάσεων που έφεραν την ονομασία «Βακούφια». 22 Η επιτροπή θα εκκαθάριζε επίσης τις απαιτήσεις των προσφύγων από την μη είσπραξη των εισοδημάτων των περιουσιών τους, την κάρπωση των οποίων είχαν κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο στερηθεί. Η ανταπόδοση της αξίας των εισοδημάτων θα εξασφαλιζόταν επί τη βάσει της μέσης προπολεμικής αποδόσεως, ο τρόπος του υπολογισμού της οποίας θα καθοριζόταν από την Μικτή Επιτροπή. Τέλος, η Επιτροπή ήταν αρμόδια για την επίλυση των θεμάτων που ανέκυψαν από την εφαρμογή της ΙΧ Δηλώσεως για τα μουσουλμανικά κτήματα που βρίσκονταν στην Ελλάδα. 23 Στις διατάξεις της Συνθήκης ειρήνης περιελήφθησαν διατάξεις που ρύθμιζαν τα σχετικά με την εκκαθάριση των περιουσιών των Συμμάχων 22 Βακούφια, υπό τη γενική του όρου έννοια, ονομάζονταν τα αντικείμενα, ακίνητα, εισοδήματα αφιερωμένα σε ευαγείς σκοπούς, όπως π.χ. η συντήρηση ορφανοτροφείων, νοσοκομείων κλπ. Τα σουλτανικά βακούφια, όσα δηλαδή είχαν ιδρυθεί από το σουλτάνο ή από τα μέλη της οικογένειάς του, ιδρύονταν κυρίως για λόγους θρησκευτικούς. Υπό τη στενότερη έννοια, βακούφια ονομάζονταν οι μεγάλες κτηματικές εκτάσεις οι οποίες άνηκαν στο σουλτάνο. Για τη διαχείριση αυτών ειδικώς των κτημάτων, υπήρχαν ειδικοί διαχειριστές, οι οποίοι λογοδοτούσαν στο Υπουργείο Βακουφίων. 23 Δημητριάδου Ευθ., «Νομοθεσία Μουσουλμανικών και Ανταλλάξιμων κτημάτων», 1936, ΙΧ Δήλωση «περί των εν Ελλάδι μουσουλμανικών κτημάτων υπογραφείσα τη 24 η Ιουλίου 1923», σελ. 92-93. Με διάταξη αμοιβαιότητας εφαρμόσθηκε και στα ελληνικά κτήματα που βρίσκονταν στην Τουρκία. Κατά την εφαρμογή της δημιουργήθηκαν πολλά ζητήματα. 28