ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ Αγγελάκος Κώστας Η κρίση του Λυκείου και ο ατέρμονος «εθνικός διάλογος» για την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση: μύθοι και αλήθειες για τη «συμβολή» των πανεπιστημίων Με την εισήγηση θα επιχειρηθεί να καταγραφεί η στάση και οι θέσεις για το ζήτημα της κρίσης του Λυκείου και της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κυρίως των θεσμικών αλλά και άλλων εκπροσώπων των Πανεπιστημίων(Σύνοδοι Πρυτάνεων, ΠΟΣΔΕΠ κ.α.) κατά τη διάρκεια της ατέρμονης διαδικασίας του "Εθνικού διαλόγου για την εκπαίδευση" τα τελευταία τριάντα χρόνια. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην αξιοποίηση της "συμβολής" στον "Εθνικό διάλογο" των θεσμικών εκπροσώπων των Πανεπιστημίων από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες. Παράλληλα θα κατατεθεί μια ερμηνεία για την επιδερμική ανάγνωση της κρίσης του Λυκείου και τη διακριτική στάση αποστασιοποίησης και όχι ενεργού παρουσίας των θεσμικών εκπροσώπων των Πανεπιστημίων στο ζήτημα του τρόπου εισαγωγής/επιλογής των φοιτητών τους. Θόδωρος Αραμπατζής Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης και η κρίση στα θεμέλια της φυσικής Ο αμερικανός ιστορικός των επιστημών Paul Forman έχει υποστηρίξει ότι η κρίση στη φυσική στις αρχές του 20 ού αιώνα ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα στη γερμανόφωνη Ευρώπη μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η απόρριψη της αιτιότητας στον μικρόκοσμο από πολλούς φυσικούς δεν ήταν, σύμφωνα με τον Forman, προϊόν εσωτερικών εξελίξεων στη φυσική, αλλά αποτέλεσμα της επίδρασης ιδεολογικών παραγόντων: Η γενικευμένη αίσθηση κρίσης στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, που εκφράστηκε με την απαξίωση του ορθού λόγου και της μηχανιστικής σκέψης, ήταν καθοριστικής σημασίας για την ανάδυση της μη αιτιακής κβαντομηχανικής. Η «θέση Forman» έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις για τη σχέση των επιστημονικών ιδεών με το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο εντός του οποίου σχηματίζονται. Στην εισήγηση αυτή θα εξετάσω τις περίπλοκες διασυνδέσεις ανάμεσα στη νεότερη φυσική και στο περιβάλλον στο οποίο διαμορφώθηκε, σχολιάζοντας παράλληλα την πρόσληψη της θέσης Forman από την κοινότητα των ιστορικών των επιστημών. Στάθης Αραποστάθης Κρίσεις και εμπορευματοποίηση της επιστημονικής έρευνας: Ιστορικοί μετασχηματισμοί, ερευνητικές ταυτότητες και πολιτικές Ν. Γιαντσή Πανεπιστήμιο και κρίσεις στον Μεσαίωνα Οι θεσμικές δυσλειτουργίες σηματοδοτούν την πρώτη μεγάλη κρίση που έβαλε σε δοκιμασία τις αντοχές των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων ως συγκροτήσεων με χαρακτηριστικά συντεχνιών και ιδεολογικά συγκρουόμενων συσσωματώσεων. Παρεμβάσεις της πολιτικής εξουσίας στον ακαδημαϊκό χώρο, απόπειρες υπέρβασης της κατοχυρωμένης «libertas scolastica», αποκλεισμοί με κριτήρια γεωγραφικά και κοινωνικά. Ενδιαφέρουσα πλευρά των όψεων της κρίσης οι συγκρούσεις σχετικά με το πρόγραμμα σπουδών και τη μεθοδολογία της έρευνας. 1
Βασίλης Γκόνης «Πνευματικό κεφάλι του Έθνους» ή «εχθρός της Εθνικής Ψυχής»; Το Πανεπιστήμιο του Μεσοπολέμου σε κρίση Η παρούσα ανακοίνωση επικεντρώνεται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών καθώς αυτό αποτέλεσε σημείο αναφοράς για την ευρύτερη πνευματική και πολιτιστική ζωή του τόπου. Είναι το μεγαλύτερο και αρχαιότερο πανεπιστήμιο της χώρας, το οποίο σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του διατήρησε μια ισχυρή σχέση με την εκάστοτε πολιτική εξουσία, επιχειρώντας να διατηρήσει την αυτοτέλειά του. Ιδιαίτερα στην περίοδο του Μεσοπολέμου είχε σταθεί εχθρικό και είχε προσπαθήσει να ματαιώσει κάθε εκπαιδευτική μεταρρυθμιστική απόπειρα που προερχόταν από το βενιζελικό στρατόπεδο. Μετά την επιβολή της δικτατορίας της 4 ης Αυγούστου το μεταξικό καθεστώς αντιμετώπισε το Πανεπιστήμιο ως έναν χώρο από τον οποίον μπορούσε να αντλήσει από το κύρος του, από την άλλη όμως ήταν ιδιαίτερα σημαντικό να το χειραγωγήσει. Ο Μεταξάς επιδίωξε να ελέγξει την κατάσταση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ιδιαίτερα στη Φιλοσοφική Σχολή που κυριαρχούσε η ελίτ των υπερσυντηρητικών και φιλοβασιλικών καθηγητών της και έδινε την εντύπωση ότι λειτουργεί ανεξέλεγκτη από την κεντρική εξουσία. Μέσα στα πλαίσια αυτά από τα τέλη του 1939 και στις αρχές του 1940 το περιοδικό Νέα Εστία ξεκίνησε με σειρά άρθρων μια συστηματική εκστρατεία ενάντια στην ελίτ του υπερσυντηρητικού σχολαστικισμού, το Πανεπιστήμιο Αθηνών και πιο συγκεκριμένα στη Φιλοσοφική Σχολή. Βασικός εκφραστής της πολεμικής της Νέας Εστίας κατά του Πανεπιστημίου υπήρξε ο Στρατής Μυριβήλης, ο οποίος άσκησε σκληρή κριτική στη συντηρητική ομάδα των γλωσσαμυντόρων της Φιλοσοφικής Σχολής κατηγορώντας το Πανεπιστήμιο για την κατάντια της ελληνικής νεολαίας και της κοινωνίας γενικότερα. Στα επιθετικά άρθρα του Μυριβήλη η απάντηση ήρθε άμεσα από άρθρα στον Τύπο της εποχής που υπεραμύνονταν του Πανεπιστημίου θεωρώντας άδικη την επίθεση στο «πνευματικό κεφάλι του έθνους». Σκοπός της ανακοίνωσης είναι να μελετηθεί η κριτική που ασκήθηκε στο «τέμενος των μουσών» στη δημόσια σφαίρα και να αναδειχθεί ο βαθύτερος χαρακτήρας αυτών των παρεμβάσεων απέναντι στο Πανεπιστήμιο καθώς και της αντίδρασης του ίδιου του Πανεπιστημίου μέσα στις συγκεκριμένες πολιτικές συνθήκες της μεταξικής δικτατορίας. Περιγράφοντας τη σφοδρή επίθεση στο αρχαιότερο πανεπιστήμιο της χώρας εκ μέρους μιας μεγάλης μερίδας των διανοουμένων της εποχής που συμπορεύθηκαν με την 4 η Αυγούστου, προσπαθώ να αναδείξω το κεντρικό ερώτημα που αφορά στον τρόπο με τον οποίο επανήλθε στο προσκήνιο και ανανοηματοδοτήθηκε η χρόνια ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση αναφορικά με το γλωσσικό ζήτημα θέτοντας σε αμφισβήτηση τη σημασία και την αποστολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άντα Διάλλα. Γιάννης Κονταράτος Τέχνη και Θεωρία, μια ανοίκεια σχέση; Προσεγγίσεις στην πρόσφατη ιστορία της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ). Το θέμα της ανακοίνωσης εστιάζει στην πρόσφατη ιστορία της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών και ειδικότερα στις διαδικασίες δημιουργίας ενός νέου τμήματος στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, του τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης (που ιδρύθηκε πολύ καθυστερημένα σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα). Στο πλαίσιο αυτό θα συζητηθεί η σημασία της σύνδεσης της καλλιτεχνικής πρακτικής και του θεωρητικού λόγου τόσο για τους Εικαστικούς όσο και για τους Θεωρητικούς και ο αντίκτυπος της σύνδεσης τεχνών, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και έρευνας στα προγράμματα σπουδών. 2
Τριαντάφυλλος Δούκας, Περσεφόνη Σιμενή Το Πανεπιστήμιο Αθηνών κατά τη δικτατορία 1967-74: η κρίση γύρω από τους επικουρικούς καθηγητές Στην παρούσα ανακοίνωση εξετάζεται η κρίση η οποία προκλήθηκε έπειτα από την εισαγωγή του θεσμού των επικουρικών καθηγητών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών την περίοδο 1967-74. Τη δικτατορική επιβολή ακολούθησαν θεσμικές παρεμβάσεις οι οποίες έθιγαν ευθέως την ουσία και την αυτονομία του πανεπιστημίου και προκάλεσαν κρίση τόσο στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού θεσμού, όσο και σε σχέση με την πολιτική εξουσία (μείωση ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης καθηγητών κατά πέντε έτη, εισαγωγή κυβερνητικού επιτρόπου με συνταγματική ρύθμιση, απολύσεις καθηγητών χωρίς αιτιολογικό και δυνατότητα άσκησης προσφυγής, υποχρεωτική συγγραφή από τους καθηγητές συγγραμμάτων για δωρεάν διανομή κ.ά). Μείζον θέμα της περιόδου αποτέλεσε ο θεσμός των επικουρικών καθηγητών. Για πρώτη φορά, στα τέλη του 1967, προβλέφθηκε ο διορισμός επικουρικών καθηγητών απ ευθείας από τον υπουργό μέσα από αυξημένης ισχύος Συντακτική Πράξη. Επιπλέον, οι εν λόγω καθηγητές θα είχαν σχεδόν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των τακτικών καθηγητών. Το Δεκέμβριο του 1971 το θέμα τέθηκε εκ νέου και οδήγησε σε σφοδρή αντιπαράθεση πανεπιστημίου- υπουργείου, όταν ο υπουργός Παιδείας Γεράσιμος Φραγκάτος ενεργοποιώντας το παραπάνω νομοθέτημα προχώρησε σε απ ευθείας διορισμό επικουρικών καθηγητών σε σχολές θετικών επιστημών του ΕΚΠΑ χωρίς εισήγηση της διοίκησης των σχολών αυτών. Η ενέργεια αυτή οδήγησε σε παύση από τα καθήκοντα του πρύτανη Καίσαρα Αλεξόπουλου ένα χρόνο μετά και έπειτα από τρεις διαδοχικές απειλές παραίτησης, όπως είχε γίνει λίγο πριν και με τον πρύτανη του ΑΠΘ, παρότι είχε παραιτηθεί λόγω της όξυνσης του θέματος και ο Γ. Φραγκάτος. Τόσο ο υπουργός, όσο και το πανεπιστήμιο υιοθέτησαν επιχειρήματα για τον τρόπο πλήρωσης των επικουρικών εδρών στη βάση της αξιοκρατίας και ενάντια στην οικογενειοκρατία και το νεποτισμό. Η ενεργοποίηση της Συντακτικής Πράξης ήρθε σε μια συγκυρία σχετικής ισχυροποίησης του καθεστώτος και σχετικού ελέγχου των φορέων διοίκησης του πανεπιστημίου με βάση το Ν.Δ 672/70. Οι τελευταίοι, στις επιμέρους σχολές δεν είχαν άλλωστε ενιαία στάση απέναντι στους επικουρικούς και υπαγορευόταν εν πολλοίς από το πόσο θίγονταν κατά την εφαρμογή του θεσμού. Πρόκειται για κρίση η οποία διάρκεσε όλη σχεδόν τη δικτατορική επταετία και αποτέλεσε ζήτημα προς επίλυση για τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις. Όπως άλλωστε και το προσωποπαγές του θεσμού της έδρας το οποίο οι επικουρικοί έθιγαν και αναδείκνυαν. Βαγγέλης Καραμανωλάκης Το Πανεπιστήμιο σε μετάβαση: Η επόμενη ημέρα της 24ης Ιουλίου 1974 Tί συμβαίνει σε ένα πανεπιστήμιο την περίοδο μια πολιτικής μετάβασης; Τι αλλάζει στα δεδομένα και στη φυσιογνωμία της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης την επόμενη ημέρα της πτώσης του δικτατορικού καθεστώτος; Στην ανακοίνωση θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε τις εξελίξεις στο χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης, επικεντρώνοντας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, την 25 η Ιουλίου 1975. Πόσο η πολιτική και κοινωνική συγκυρία μετέβαλε τη φυσιογνωμία του ιδρύματος, απελευθερώνοντας προϋπάρχουσες δυνάμεις και αιτήματα; Τί σήμαινε το αίτημα του εκδημοκρατισμού από ένα ιδιαίτερα ισχυρό φοιτητικό κίνημα για τις ισορροπίες στο εσωτερικό του; Πως λειτούργησε το αίτημα της αποχουντοποίησης για το καθηγητικό προσωπικό; Πόσο 3
πραγματικά υπήρξαν σημαντικές μεταβολές στη λειτουργία του συνδεδεμένες με την ευρύτερη πολιτική της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή; Γιώργος Κόκκινος Κρίση, εκσυγχρονισμός, αφροδισιοφοβία, ηθικός πανικός. Η περίπτωση του καθηγητή της Ιατρικής Σχολής Γεωργίου Θ. Φωτεινού και των θεσμών που δημιούργησε ή υπηρέτησε (1910-1940) Στην ανακοίνωση αυτή η κρίση νοείται πολλαπλά. Πρώτον, συνάπτεται με την έννοια του πολέμου και με την ιστορική συγκυρία αλλεπάλληλων στρατιωτικών αναμετρήσεων εθνικού χαρακτήρα (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μικρασιατική Εκστρατεία), εμφύλιου χαρακτήρα (Εθνικός Διχασμός) και παγκόσμιου χαρακτήρα (Πρώτος και Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος). Δεύτερον, συνδέεται αναπόφευκτα με την Κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας και με την επώδυνη ανασυγκρότηση της κυρίαρχης ιδεολογίας και του συλλογικού φαντασιακού. Τρίτον, παραπέμπει στη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος και γενικότερα της ετερότητας εντός των συνόρων της ελληνικής επικράτειας, αλλά και αυτού της νοσηρότητας που υποσκάπτει τον «βιολογικό οργανισμό» του χειμαζόμενου έθνους. Και, τέλος, τέταρτον, σχετίζεται εκ των πραγμάτων με τους τριγμούς του ελληνικού πολιτικού συστήματος στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, αλλά και με την οικονομική κρίση, όπως και με τον σταδιακό εκφασισμό και τη ροπή προς τον πολιτικό αυταρχισμό που χαρακτηρίζει τις ευρωπαϊκές χώρες στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα μετά τα αλλεπάλληλα στρατιωτικά κινήματα, τη δικτατορία Πάγκαλου και κυρίως την εγκαθίδρυση του Καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Στο πλαίσιο αυτό ο παρεμβατικός ρόλος του κράτους σε ζητήματα προστασίας και διαφύλαξης κρίσιμης σημασίας δημόσιων αγαθών, όπως η υγεία, αντανακλά βιοεξουσιαστικά και ευγονικά προτάγματα, τα οποία υπαγορεύονται και υπηρετούνται, όπως είναι αναμενόμενο, κατ εξοχήν από το ιατρικό προσωπικό και ειδικότερα από τη διανοητική αρχηγεσία του, η οποία διαμορφώθηκε στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα της Γερμανίας και της Γαλλίας. Χαρακτηριστική περίπτωση συνιστά εν προκειμένω το επιστημονικό έργο και η δράση του Γεώργιου Θ. Φωτεινού, καθηγητή δερματολογίας αφροδισιολογίας (1910-1946), διευθυντή του νοσοκομείου «Ανδρέας Συγγρός» (1910-1946), πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών (1937-1940), μακρόβιου μέλους του Ανώτατου Υγειονομικού Συμβουλίου (1915-1946) και ακαδημαϊκού (1954-1958). Ειδικότερα, στην ανακοίνωση αυτή θα ασχοληθούμε με τη διακρίβωση των λόγων για τους οποίους οι απαντήσεις που δόθηκαν από την ιατρική νομενκλατούρα στην πολυδιάστατη κρίση εθνική, πολιτική, κοινωνική, οικονομική, πολιτισμική-, η οποία ταλάνιζε την ελληνική μεσοπολεμική κοινωνία, είχαν εξ ορισμού δυο σκέλη: από τη μια πλευρά, η ηγετική ομάδα της ιατρικής διανόησης αποσκοπούσε στην ίδρυση των αναγκαίων υγειονομικών θεσμών, όπως και στον εκσυγχρονισμό, τη μαζικοποίηση και τη βελτιστοποίηση των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών, προασπίζοντας τη δημόσια υγεία, ενώ, από την άλλη, επιμένοντας στη μεταφορά της μόλυνσης πραγματικής, ηθικής, συμβολικής- και του εκφυλισμού κατασκεύαζε και διακινούσε λόγους επαπειλούμενης καταστροφής, περιθωριοποίησης και αποκλεισμού δημιουργώντας μηχανισμούς ελέγχου, επιτήρησης και έκλυσης ηθικού πανικού, η λειτουργία των οποίων συνέτεινε στην εδραίωση της ισχύουσας τάξης πραγμάτων, στον κοινωνικό κομφορμισμό και στη συντηρητική αναδίπλωση της ελληνικής κοινωνίας. 4
Αλέξανδρος-Ανδρέας Κύρτσης Το Πανεπιστήμιο είναι η κρίση του: Ιστορικές εικόνες του κοινωνικού και πολιτικού περιβάλλοντος των επιστημολογικών επιλογών στον 20ο αιώνα Οι επιστημολογικές επιλογές σπάνια αποτελούν προϊόν κλειστών δικτύων διανοητών ή εκπροσώπων των εμπειρικών επιστημών. Ο τρόπος με τον οποίο οι εικόνες των ακροατηρίων των μη ειδικών ενσωματώνονται στη συνείδηση των ειδημόνων είναι συνήθως καθοριστικής σημασίας για τη διαμόρφωση λόγων με επιστημονικές αξιώσεις. Το πανεπιστημιακό μάθημα, αλλά και οι δημοσιεύσεις των πανεπιστημιακών δασκάλων απηχούν σε μεγάλο βαθμό τον φόβο αποσύνδεσης από το γενικό κοινό. Η τάση αυτή δεν είναι χαρακτηριστική μόνο για τις κοινωνικές επιστήμες που δύσκολα μπορούν να επιβιώσουν χωρίς την αξιοποίηση των προκαταλήψεων ενός ευρύτερου κοινού. Εάν κρίνουμε από την συζήτηση περί «γερμανικής επιστήμης» του Pierre Duheme ή βάσει των απόψεων περί σχέσης της μεθοδολογίας της κβαντομηχανικής με την κοινωνική και πολιτική φιλοσοφία που παρουσίασε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ο Niels Bohr, αλλά και βάσει των απόψεων του Erwin Schrödinger για τη διαμόρφωση των φυσικών επιστημών ως αποτέλεσμα του κοινωνικού περιβάλλοντος, θα δούμε ότι ακόμη και οι φυσικές επιστήμες οδηγούνται σε επιστημολογικές διαμάχες υπό την επήρεια κοινωνικών αναπαραστάσεων. Η ολισθήσεις βάσει αυτών των τάσεων οδηγούν σε αμφισβητήσεις του ερευνητικού αναστοχασμού. Η κοινωνική βάση της αυθεντίας βρίσκεται συνεχώς σε αντίθεση με την βάση της αυθεντίας που προέρχεται από τη σχέση λογικής και παρατήρησης. Η κατάσταση του πανεπιστημίου προκύπτει από τον τρόπο εκδήλωσης των κρίσεων που συνεπάγεται αυτή η εσωτερική του αντίφαση. Ενώ παραδοσιακά αυτό το ζήτημα ήταν συνδεδεμένο με τον παράδοξο ρόλο της εκκλησίας και της θεολογίας, αλλά και με την άμεση εργαλειοποίηση ορισμένων σχολών του πανεπιστημίου από την αυταρχική εξουσία, στον 20 ο αιώνα το ζήτημα οξύνεται βάσει δύο άλλων παραγόντων: της διάδοσης ολοκληρωτικών ιδεολογιών και της μερικής μετατροπής του μαζικού πανεπιστημίου σε ανώτατη επαγγελματική σχολή. Το κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον των επιστημολογικών επιλογών στον 20 ο αιώνα διαμόρφωσαν στο πανεπιστήμιο συνθήκες αναπαραγωγής προκαταλήψεων που ήταν άγνωστες πριν από τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η εξέλιξη των οικονομικών επιστημών. Το πανεπιστήμιο αναπαράγει με πολιτικό τρόπο την κρίση του παριστάνοντας ότι οι προκαταλήψεις των κυρίαρχων ομάδων του, βάσει των οποίων συγκροτούνται αστερισμοί δικτύων κοινωνικών, επαγγελματικών και πολιτικών ελίτ αποτελούν συγχρόνως τη βάση της επιστημονικής αυθεντίας. Έλενα Μανιάτη Συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της επιστημονικής πρακτικής με συναινέσεις και διεκδικήσεις: η ίδρυση του Χημείου του Πανεπιστημίου Αθηνών (1890) Το Πανεπιστήμιο του Όθωνος ιδρύεται το 1837 και η θεσμική ενσωμάτωση των φυσικών επιστημών στον χώρο της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου φαίνεται ότι δεν προκάλεσε αντιδράσεις, αφού η υιοθέτηση της γνωσιολογικής συνέχειας με το παρελθόν αποτέλεσε, κατά κάποιο τρόπο, το υπόστρωμα εδραίωσης και προσαρμογής της επιστήμης στην Ελλάδα. Η συγχώνευση των δύο παραδόσεων εξυπηρέτησε τις εθνικές προτεραιότητες και στόχους της εκπαίδευσης και λειτούργησε νομιμοποιητικά ως προς την άντληση αξιοπιστίας από το παρελθόν. Την τελευταία δεκαετία του 19ου αι. όμως, γίνεται αισθητός ο απόηχος του φυσιοκρατικού κινήματος στην Ευρώπη και η στενή σύνδεσή του με την ορμητική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Συγχρόνως, το γεγονός της επικύρωσης των φυσικών επιστημών ως αυτόνομων περιοχών γνώσης, η θεσμοθέτηση ιδρυμάτων εκπαίδευσης των επιστημόνων, καθώς και η ίδρυση εργαστηρίων έρευνας και πρακτικής άσκησης, είχε ως συνέπεια να 5
αναζητηθούν από την ελληνική πανεπιστημιακή κοινότητα τρόποι για την ενίσχυση του κοινωνικού στίγματος των φυσικών επιστημόνων και τη γνωσιολογική αναβάθμιση της επιστήμης τους. Βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού πεδίου εφαρμογών των φυσικών επιστημών ήταν, αναντίρρητα, η καθιέρωση της επιστημονικής εκπαίδευσης των φοιτητών και η ίδρυση εργαστηρίων, τα οποία θα συντελούσαν στην πρακτική διαμόρφωση των σπουδών και παράλληλα θα διαμόρφωναν τους άξονες ενός νέου επιστημονικού λόγου. Για τον Καθηγητή Χημείας, Αναστάσιο Χρηστομάνο (1841-1906), ο ενθουσιώδης ζήλος υπέρ της φυσιογνωστικής παιδείας συνοδεύτηκε από ένα σύνολο πρακτικών ενεργειών για την ίδρυση Χημείου. Στόχος της εργασίας είναι να παρουσιάσει τη ρητορική που διαπνέει τα κείμενα του Χρηστομάνου υπέρ της ίδρυσης Χημείου, όχι μόνο για να κριθεί η αποτελεσματικότητα των επιχειρημάτων για την πραγμάτωση του σκοπού, αλλά και γιατί μέσα από αυτήν παρουσιάζεται με σαφήνεια ο τρόπος με τον οποίο αρχίζει να οικοδομείται το επιχείρημα της Προόδου της χώρας, επιχείρημα που θα σφραγίσει την έκφραση της αναγκαιότητας ανάπτυξης εγχώριας επιστημονικής πρακτικής. Παράλληλα, έχει ενδιαφέρον να διαφανεί πώς άλλοτε μέσα από εντάσεις και οξύνσεις -που συχνά οδηγούν σε κρίση τη σχέση των φυσικών επιστημόνων με την Πολιτεία- και πώς άλλοτε μέσα από συναινέσεις και υποχωρήσεις, διαμορφώνεται ο εγχώριος επιστημονικός λόγος, ο οποίος, με όλες τις ιδιομορφίες και ιδιαιτερότητές του, υπήρξε φορέας διάχυσης του επιστημονικού τρόπου σκέψης. Χαρίκλεια Μπαλή Από το φθινόπωρο του 1940 μέχρι το καλοκαίρι του 1941. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών μέσα στον πόλεμο Κατά το ακαδημαϊκό έτος 1940-1941, από την ιταλική επίθεση έως την εχθρική Κατοχή και από τον Μεταξά έως τον Τσολάκογλου, το ίδρυμα βρέθηκε μπροστά σε δίνη ιστορικών γεγονότων και ραγδαίων πολιτικών-θεσμικών μεταβολών, κουβαλώντας ήδη σοβαρά προβλήματα: Θεσμικά, σχετικά με τις επεμβάσεις της δικτατορίας Μεταξά και των προηγούμενων κυβερνήσεων του μεσοπολέμου στην ανώτατη εκπαίδευση, και οικονομικά, σε βαθμό που δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει βασικές δαπάνες λειτουργίας. Εξετάζεται πώς ένας θεσμός με μεγάλη υπόληψη στην ελληνική κοινωνία, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, στάθηκε απέναντι σε εκείνες τις στιγμές της αναταραχής και της αγωνίας. Από τις πηγές προκύπτει ότι τα μέλη της Συγκλήτου είχαν συνείδηση της θέσης τους και της σπουδαιότητα αυτών των ιστορικών στιγμών. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών συμμετείχε στο «έπος του 40» προσφέροντας ηθική στήριξη, πνευματική στράτευση, έμψυχο δυναμικό, επιστημονική και υλικοτεχνική υποδομή, ακόμη και οικονομική ενίσχυση. Δεν παραμελήθηκαν, επίσης, τα εκπαιδευτικά, φοιτητικά και τα διοικητικά θέματα. Διευκρινίζεται ότι για τους έξι περίπου μήνες του πολέμου είχαν ανασταλεί οι κανονικές εκπαιδευτικές λειτουργίες. Αμέσως μετά το τέλος των εχθροπραξιών, έγινε προσπάθεια για αναδιοργάνωση και επιστροφή σε κάποιο βαθμό «ομαλότητας». Κάτω από το βάρος των προβλημάτων που αναφέρθηκαν, το Πανεπιστήμιο Αθηνών θα αντιμετώπιζε την ακόμη δυσκολότερη περίοδο της εχθρικής Κατοχής. 6
Χάιδω Μπάρκουλα Η θεσμοθέτηση της εκπόνησης διδακτορικής διατριβής (1911) και η κρίση ανανέωσης του διδακτικού προσωπικού εκ των έσω έως το 1940. Το παράδειγμα της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών Το 1911 θεσμοθετείται η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής ως αυτοτελής μεταπτυχιακή διαδικασία. Έως τότε το Πανεπιστήμιο δεν μπορούσε παρά να αναπαραγάγει το καθηγητικό προσωπικό του με επιστήμονες που είχαν σπουδάσει στο εξωτερικό. Μελετώντας την περίπτωση της Φιλοσοφικής Σχολής θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε τις διαδρομές των πρώτων διδακτόρων του Πανεπιστημίου Αθηνών και την επαγγελματική και επιστημονική τους τύχη. Σε μια περίοδο κρίσης του πανεπιστημιακού θεσμού αποτέλεσαν τον καταλύτη που ανανέωσε το διδακτικό προσωπικό της Σχολής «εκ των έσω», και σε ποια γνωστικά αντικείμενα; Τι σήμαινε η είσοδός τους για το παλιό πανεπιστήμιο και ποια ήταν συμβολή τους στη στελέχωση της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από την ίδρυσή του το 1926 και έπειτα; Σήφης Μπουζάκης Κρίση και ελληνικό Πανεπιστήμιο 1911-1932: Από τον Οργανισμό του 1911 στον Οργανισμό (νόμος 5343 ) του 1932 Το βασικό ερώτημα που θα μας απασχολήσει στην ανακοίνωσή μας είναι το εξής: επηρέασαν οι κρίσεις -πόλεμοι, πτωχεύσεις, διχασμοί, γλωσσικές συγκρούσεις κ.λπ.- τον εκπαιδευτικό λόγο των πολιτικών δυνάμεων στη σύλληψη, κατάθεση και ψήφιση πανεπιστημιακών νομοσχεδίων κατά την ταραγμένη περίοδο 1911-1932; Αποτέλεσαν, δηλαδή, οι κρίσεις αυτές νομιμοποιητικά επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη συζήτηση πανεπιστημιακών νομοσχεδίων; Είναι γνωστό ότι κατά την εξεταζόμενη περίοδο, που συμπεριλαμβάνει και τα σχετικά με το Πανεπιστήμιο της Σμύρνης, τον Οργανισμό του 1922 και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, έχουμε βαλκανικούς πολέμους, Α' παγκόσμιο πόλεμο, εθνικό διχασμό, καταστροφή της Σμύρνης, γλωσσικές συγκρούσεις, πολιτικές κρίσεις, πτωχεύσεις κ.λπ. Το πρωτογενές υλικό που θα χρησιμοποιήσουμε για να απαντήσουμε στο ερώτημα που θέσαμε είναι οι εισηγητικές εκθέσεις των πανεπιστημιακών νομοσχεδίων, υπομνήματα (Καραθεοδωρή για Σμύρνη και Οργανισμό του 1932) και πρακτικά Βουλής και Γερουσίας με αγορεύσεις. Δημήτρης Παναγιωτόπουλος, Σωτήρης Αλεξάκης Το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο στη δίνη των Κρίσεων: Μια περιοδολόγηση Το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (η μετεξέλιξη της Ανωτάτης Γεωπονικής Σχολής Αθηνών), γεννήθηκε μέσα στη συγκυρία μιας από τις μεγαλύτερες κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας μας, αυτής της δεκαετίας του 1920 και του Μεσοπολέμου γενικότερα. Έκτοτε μέχρι και σήμερα που συμπληρώνει ένα σχεδόν αιώνα ζωής, κινείται μέσα στη δίνη των αλλεπάλληλων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών κρίσεων και λειτουργεί (στα διαφορετικά συμφραζόμενα της κάθε εποχής) ως αποδέκτης των επιπτώσεων αυτών των κρίσεων (ενίοτε και ως εξιλαστήριο θύμα) και ταυτόχρονα ως αντίδοτο σε αυτές και ως φορέας σημαντικών αλλαγών στην ύπαιθρο και την αγροτική οικονομία, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα. Αυτή την πολύπλοκη και πολυεπίπεδη διαδικασία των «στοχαστικών προσαρμογών» και των αποκρίσεων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου και του αγροτικού τομέα στις κρίσεις θα προσπαθήσουμε να παρακολουθήσουμε και να αναλύσουμε στην παρούσα ανακοίνωση. 7
Γιούλη Παπαδιαμαντάκη Το Πανεπιστήμιο σε κρίση: Μεταξύ επιτελεστικότητας και κυβερνησιμότητας Η «κρίση» του πανεπιστημιακού θεσμού που από τη δεκαετία του 1990 επανέρχεται συνεχώς στις αναλύσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής εδώ νοείται ως αφετηρία μιας νέας αφήγησης για το ρόλο του πανεπιστημίου και συνδέεται με την ανάδυση ενός νέου τύπου κοινωνίας (της κοινωνίας και της οικονομίας της γνώσης) Ειδικότερα, το θεσμικό πλαίσιο της αξιολόγησης της ποιότητας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και της πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών τους, όπως εφαρμόζεται διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα, όπου αντανακλάται σαφώς ο «ευρωπαϊκός» λόγος, επιφέρει αλλαγές στην διακυβέρνηση των πανεπιστημίων. Οι προβλέψεις του Νόμου (για τη διασφάλιση και την πιστοποίηση της ποιότητας) διαφοροποιούν τον τρόπο οργάνωσης των πανεπιστημίων και επιβάλουν με βάση μια συγκεκριμένη «λογική ποιότητας» μηχανισμούς ελέγχου, λογοδοσίας και συμμόρφωσης καθώς η βιωσιμότητα των πανεπιστημίων συναρτάται με τη μεγιστοποίηση της «αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας» του εκπαιδευτικού έργου. Ο νέος τρόπος διακυβέρνησης των πανεπιστημίων επιφέρει θεμελιώδεις αλλαγές στη λειτουργία τους, προάγοντας έναν τύπο πανεπιστημίου που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «επιχειρηματικό». Το πανεπιστήμιο αυτό (οφείλει να) οργανώνεται με βάση πρότυπα που προέρχονται από τον χώρο της οικονομίας και της διοικητικής επιστήμης και (να) επιζητεί την παραγωγή χρηστικής και οικονομικά εκμεταλλεύσιμης γνώσης. Με βάση τα νέα δεδομένα η λειτουργία ενός θεσμού που κάποτε ήταν κατανοητή και εθεωρείτο κοινωνικά παραγωγική τώρα προσλαμβάνεται ως αβάσιμη και απαξιώνεται, δημιουργώντας την αίσθηση της «κρίσης». Προκόπης Παπαστράτης «Η επιστήμη είναι δύναμις, η δε δύναμις ευημερία του λαού». Προσπάθειες εκσυγχρονισμού του Πανεπιστημίου και αντιδράσεις στα τέλη του 19 ου αιώνα Η ανακοίνωση εξετάζει τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού του Πανεπιστημίου Αθηνών στα τέλη του 19 ου αιώνα που επιχειρούν να πραγματοποιήσουν οι υπουργοί Παιδείας Δημήτριος Πετρίδης και Αθανάσιος Ευταξίας και με σαφώς περιορισμένο στόχο ο Σπυρίδων Στάης. Απέναντι σ αυτές αντιπαρατίθεται η συνδυασμένη και αποτελεσματική αντίδραση που προβάλλεται από τη Φιλοσοφική και τη Θεολογική Σχολή στηριγμένες σε ισχυρά πολιτικά ερείσματα. Όταν διατυπώνονται αυτές οι προτάσεις εκσυγχρονισμού εξακολουθεί να ισχύει η επισήμανση του Πρύτανη Π. Παπαρηγόπουλου από το 1888 ότι η καλλιέργεια της επιστήμης στην Ελλάδα δεν έχει ακόμα συντελέσει στην ουσιαστική προαγωγή της. Τα κύρια σημεία της κρατικής παρέμβασης αφορούν στον έλεγχο του Πανεπιστημίου με βάση το νόμο ΒΡΠ/1893 και την αντίδραση της Φυσικομαθηματικής Σχολής. Το Υπ. Παιδείας με αυτή την επέμβαση του εκτός από τον έλεγχο της παραγόμενης ιδεολογίας στο Πανεπιστήμιο, στοχεύει και στη διεύρυνση και εδραίωση γνωστικών αντικειμένων που απαιτεί η οικονομική ανάπτυξη της χώρας στη συγκεκριμένη συγκυρία που σηματοδοτείται από τις απαρχές της εκβιομηχάνισης της. Σ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η πρόταση της ίδρυσης της Φυσικομαθηματικής Σχολής που επικαιροποιεί το παλαιό ζήτημα της αυτονόμησης αυτών των επιστημών από την Φιλοσοφική. Είναι προφανές ότι η εφαρμογή αυτού του «νεωτερισμού» όπως αποκαλεί η Φιλοσοφική Σχολή την πρόταση για ξεχωριστή Φυσικομαθηματική Σχολή επαναφέρει το πρόβλημα της διαίρεσης της και κατά συνέπεια την απώλεια της δεσπόζουσας θέσης στη διαμόρφωση της εικόνας που προβάλλει το Πανεπιστήμιο. 8
Η αποφασιστική παρέμβαση του Χαριλάου Τρικούπη στο Πανεπιστήμιο με το νόμο ΒΡΠ/1893 σηματοδοτεί μία νέα περίοδο που χαρακτηρίζεται από την αυξημένη επέμβαση του κράτους σ αυτό. Το θέμα της Φυσικομαθηματικής Σχολής με την ιδιαίτερη σημασία που της αποδίδεται για την προώθηση της οικονομίας εντάσσεται πλέον και μέχρι την ίδρυση της το 1904 σ αυτό το γενικό πλαίσιο επεμβάσεων στο Πανεπιστήμιο. Είναι ενδεικτικό της αντιπαράθεσης που έχει δημιουργηθεί ότι από τη συζήτηση για τη σπουδαιότητα της επιστήμης της χημείας και των σημαντικών επιπτώσεων της στη γεωργία και τη βιομηχανία προκύπτουν οι δύο αντικρουόμενες απόψεις που διαμορφώνονται στο Κοινοβούλιο και στην κοινωνία για την κατεύθυνση της παρεχόμενης από το Πανεπιστήμιο παιδείας και των προτεραιοτήτων που πρέπει να ακολουθήσει. Ελένη Πρόκου Διεθνείς επιδράσεις στην ελληνική ανώτατη εκπαίδευση και οικονομική κρίση Η παρούσα ανακοίνωση περιγράφει τη μετατόπιση από τις πολιτικές για την «ισότητα εκπαιδευτικών ευκαιριών» σε αυτές για την «ποιότητα» της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ευρώπη, οι οποίες συμβαδίζουν με την απόδοση της ευθύνης στο άτομο να κάνει εκπαιδευτικές επιλογές που θα ταιριάζουν με τις ανάγκες της «αγοράς», ενώ ο ρόλος του κράτους είναι να ασκεί έλεγχο από απόσταση, παρέχοντας υπηρεσίες ανώτατης εκπαίδευσης με τάσεις ιδιωτικοποίησης. Καθώς οι πολιτικές αυτές προωθούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) ιδιαίτερα έντονα από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, διερευνώνται οι επιδράσεις της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής (μέσω της Διαδικασίας της Μπολόνια και της Στρατηγικής της Λισσαβόνας) στην ελληνική ανώτατη εκπαίδευση. Προς αυτή την κατεύθυνση, γίνεται ανάλυση περιεχομένου του νόμου 4009/2011. Το θεωρητικό πλαίσιο της ανάλυσης αφορά στη μετατόπιση από τις «ενδογενείς» στις «εξωγενείς» αξίες (όσον αφορά τον ρόλο και την αποστολή του Πανεπιστημίου), η οποία παρατηρήθηκε σε πολλά συστήματα ανώτατης εκπαίδευσης της Ευρώπης και πριν από την περίοδο της παγκόσμιας κρίσης του 2008. Συγκεκριμένα, το θεωρητικό πλαίσιο αφορά σε έννοιες που εκφράζουν τις «εξωγενείς» αξίες, όπως είναι η «πανεπιστημιακή παραγωγικότητα», η «ανταπόκριση στην αγορά», ο «ακαδημαϊκός καπιταλισμός», η απόδοση μεγαλύτερης «διαχειριστικής αυτονομίας» στα ιδρύματα ώστε να πετύχουν συγκεκριμένους, προκαθορισμένους και προσυμφωνημένους στόχους, η «αξιολόγηση» - διασφάλιση της «ποιότητας», η «λογοδοσία». Οι έννοιες αυτές συνδέονται με το μοντέλο του «κράτους-αξιολογητή», την αλλαγή των δομών και διαδικασιών διοίκησης και διαχείρισης των πανεπιστημίων, και τις τάσεις ιδιωτικοποίησής τους. Λόγω των επιδράσεων της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής, αρκετές από αυτές τις έννοιες θέτουν ένα πλαίσιο ερμηνείας και των πολιτικών που προωθεί ο νόμος 4485/2017, ο οποίος, ωστόσο, προβλέπει για ορισμένα ζητήματα ισότητας και για μια πιο δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων στο εσωτερικό των πανεπιστημίων. Τέλος, εξετάζεται ο βαθμός στον οποίο συγκεκριμένες πολιτικές για την ανώτατη εκπαίδευση (όπως αυτές εκφράζονται από την πρόσφατη αυτή νομοθεσία) συνδέονται με το φαινόμενο της οικονομικής κρίσης. Κώστας Ράπτης Τα γερμανικά και αυστριακά πανεπιστήμια στη δίνη του εθνικοσοσιαλισμού (1933-1945) Στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και Αυστρία το ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο γνώρισε μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις του κατά τον 20ό αιώνα. Η εγκαθίδρυση ενός άκρως αυταρχικού και ρατσιστικού καθεστώτος οδήγησε κορυφαία πανεπιστήμια της Ευρώπης σε μία άνευ προηγουμένου πολιτική εκκαθαρίσεων, διώξεων, αποκλεισμών 9
και ταπεινωτικών διακρίσεων σε βάρος εχθρικών, «επικίνδυνων» για και φυλετικά ασύμβατων προς το γερμανικό έθνος και πανεπιστήμιο καθηγητών και φοιτητών, καθώς και σε μια πρωτόγνωρη κρατική παρέμβαση στη λειτουργία των πανεπιστημίων κατά την περίοδο 1933-1945. Η ανακοίνωση εξετάζει τα χαρακτηριστικά, τις διαστάσεις, τις συνθήκες εκδήλωσης, καθώς και τις συνέπειες της μεσοπολεμικής κρίσης των γερμανικών πανεπιστημίων, επιχειρώντας να διερευνήσει τις σχέσεις αλληλεπίδρασης του πανεπιστημίου με τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες στο γερμανόφωνο χώρο πριν και πρωτίστως μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναδεικνύει ακόμη τον πρωταγωνιστικό ρόλο των ίδιων των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, πρωτίστως των εθνικοσοσιαλιστικών φοιτητικών οργανώσεων ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 και τις αρχές της δεκαετίας του 1930, στη διαμόρφωση κι εντέλει με καθεστωτική σφραγίδα επιβολή ενός αντισημιτικού, αντιφιλελεύθερου και αντιορθολογικού λόγου και κλίματος σε έναν κομβικό θεσμό διαμόρφωσης προτύπων και αρχηγεσιών (ελίτ) της νεωτερικότητας κατά τον μακρό 19 ο αιώνα, όπως το γερμανικό πανεπιστήμιο. Το πλήθος των σχετικών με το θέμα ερευνητικών προγραμμάτων, μελετών και δημοσιεύσεων, ατομικών και συλλογικών, των τελευταίων δεκαετιών στην Αυστρία και τη Γερμανία, σε πορίσματα των οποίων βασίζεται η παρούσα ανακοίνωση, καθώς και η συμπερίληψη της περιόδου του ναζισμού στις ιστοσελίδες των γερμανόφωνων πανεπιστημίων για την ιστορία τους, όπως και τα σχετικά αφιερώματα σε μεγάλης κυκλοφορίας καθιερωμένα έντυπα (περιοδικά και εφημερίδες) κ.α. συνιστούν χρήσιμα παραδείγματα πανεπιστημιακής ιστορίας, συγκρότησης της ιστορικής μνήμης και καλλιέργειας της δημόσιας ιστορίας στις μέρες μας. Άλκης Ρήγος Η πολλαπλή κρίση της δεκαετίας του 30 και ο ιδεολογικός λόγος και ρόλος του Πανεπιστημίου Η αναντιστοιχία των ραγδαίων οικονομικό-κοινωνικών και ιδεολογικό-πολιτικών ανακατατάξεων που επέφερε η Μικρασιατική Καταστροφή και των κοινωνικών συνειδητοποιήσεων την ίδια εποχή καθώς και η έλλειψη οργανικής συμπληρωματικότητας μεταξύ τους, οδηγεί τον μεσοπολεμικό κοινωνικό μας σχηματισμό σε μια συσσώρευση αλληλένδετων αντιφάσεων. Αντιφάσεων που παίρνουν τη μορφή μιας βαθιάς και πολύπλευρης κρίσης, την οποία εντείνουν οι συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης την δεκαετία του 1930. Κρίσης Οικονομικής, Κοινωνικής, Ιδεολογικής, Πολιτικής στην οποία συμβάλλει επιπρόσθετα και η τεχνητή αναζωπύρωση του βαθιού ενδοαστικού χάσματος του Εθνικού Διχασμού. Η Β προσπάθεια Αβασίλευτης Δημοκρατίας αδυνατεί να υπερβεί την πολύπλευρη αυτή κρίση, όπως και οι περισσότερες Ευρωπαϊκές Δημοκρατικές Κυβερνήσεις της περιόδου. Ως απάντηση παντού της Ευρώπης προβάλλεται η αρχή του Firer Principe του ισχυρού δηλαδή εκείνου άνδρα που θα υπερβεί την κρίση η οποία δεν λύνεται με δημοκρατικές διαδικασίες, δυναμικά μέσω της βίας. Στα πλαίσια αυτά θα εξετάσουμε τον Λόγο και τον Ρόλο της Ανώτατης Εκπαίδευσης - ήδη υπάρχουν δύο Πανεπιστημιακά Ιδρύματα ένα Τεχνολογικό, τρείς Ανώτατες Σχολές και με ένα ιδιότυπο καθεστώς υπό την εποπτεία του εκάστοτε Υπουργού Παιδείας η Πάντειος Σχολή Πολιτικών Επιστημών ως συσσωμάτωσης δυο κατηγοριών ενηλίκων πολιτών, των καθηγητών και των φοιτητών, εστιάζοντας ιδιαίτερα σε αυτόν του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αν ως Θεσμοί Δημοσίου Δικαίου τα ΑΕΙ παραμένουν στον παραδοσιακό συντηρητικό τους Δημόσιο Λόγο και Ρόλο, ιδιαίτερα στο σώμα των καθηγητών και όχι προφανώς των φοιτητών- στο οποίο έχουν από καιρό εμφανιστεί και οργανωμένα απόψεις όλου του φάσματος των ιδεολογικό- 10
πολιτικών ρευμάτων της περιόδου - για πρώτη φορά εμφανίζονται έστω και σε μικρό ποσοστό φωνές διαφορετικών αντιλήψεων από κυρίως τους νεώτερους των πανεπιστημιακών, οι οποίες παρεμβαίνουν και στον Δημόσιο Χώρο σε συνεργασία ή αντιπαλότητα με αντίστοιχες διεργασίες στον ευρύτερο χώρο των διανοουμένων αλλά και των φοιτητών. Με αυτές τις διεργασίες που παίρνουν μερικές φορές και διαστάσεις πολεμικής θα επιχειρήσουμε να αναμετρηθούμε στην εισήγησή μας. Γιώργος Σταμέλος Η κρίση ως «αναλυτής» των ορίων της εκδημοκρατικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης Η εκδημοκρατικοποίηση φαίνεται να ήταν η έννοια κλειδί για τη συγκρότηση και εφαρμογή πολιτικών για την ανώτατη εκπαίδευση κατά την τελευταία ολοκληρωμένη ιστορική περίοδο στην Ελλάδα που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε, δικαίως ή αδίκως, «Μεταπολίτευση». Επρόκειτο για μια έννοια κοινωνικά φορτισμένη που έδινε ισχυρή νομιμοποίηση στις σχετικές πολιτικές που αναπτύχθηκαν. Η κρίση, ως επιβαλλόμενη μεταβολή, θα μπορούσε να νοηθεί ως «αναλυτής», υπό το πρίσμα της θεσμιστικής παράδοσης (courant institutionnaliste), των ορίων της εκδημοκρατικοποίησης και των σχετικών πολιτικών. Τα όρια αυτά δεν θα σκιαγραφούσαν παρά το πλέγμα των σύγχρονων διακυβευμάτων με τα οποία η ανώτατη εκπαίδευση και οι σχετικές πολιτικές της έρχονται αντιμέτωπες. Βασίλης Φούκας Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Πρόγραμμα Σπουδών: Οι «περιπέτειες» της Παιδαγωγικής Στον τόμο, ο οποίος δημοσιεύτηκε το 2000, για τα πρώτα 75 χρόνια λειτουργίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης διατυπώνεται με σαφήνεια το ερώτημα: «γιατί η Σχολή άφησε επί τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα κενή την τακτική έδρα της Παιδαγωγικής;». Το ερώτημα αυτό δεν έχει απαντηθεί έως σήμερα επαρκώς και τεκμηριωμένα στη σχετική βιβλιογραφία. Οι «περιορισμοί» πολλοί και διαφορετικοί. Οι σημαντικότεροι από αυτούς: η δυσκολία πρόσβασης στα αρχεία της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μελέτης τους από τους ερευνητές και τις ερευνήτριες και η ιδιαίτερη έμφαση που δόθηκε στο έργο και στη συμβολή του πρώτου καθηγητή Παιδαγωγικής, τον Αλέξανδρο Δελμούζο, η προσωπικότητα του οποίου επεσκίασε την εξέλιξη της Παιδαγωγικής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, οι «περιορισμοί» αυτοί, σταδιακά, αμβλύνονται και έρχονται στο φως σημαντικές πτυχές από την ιστορία της Παιδαγωγικής στη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης. Σκοπός της παρούσας εισήγησης είναι να σκιαγραφηθεί η ιστορική διαδρομή της έδρας της Παιδαγωγικής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, να παρουσιαστούν οι συζητήσεις και οι προβληματισμοί που κατατίθενται στις Συνεδριάσεις της Σχολής από τους καθηγητές της, να αναδειχθούν τα πρόσωπα που διεκδικούν την κενή έδρα του καθηγητή της Παιδαγωγικής και να ανιχνευτούν οι λόγοι -φανεροί ή συγκεκαλυμμένοι-, οι οποίοι δεν επιτρέπουν από το 1935, χρονολογία αποχώρησης του καθηγητή Αλέξανδρου Δελμούζου, την εκλογή τακτικού ή έκτακτου καθηγητή Παιδαγωγικής έως το 1965. Η έμφαση, επομένως, δίνεται στην κρίση ή στις «περιπέτειες» της Παιδαγωγικής ως επιστήμης στο πρόγραμμα σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στις απαντήσεις που κάθε φορά δίνονται στα ερωτήματα: Τι είναι η Παιδαγωγική; Είναι η Παιδαγωγική επιστήμη; 11
Είναι χρήσιμη η διδασκαλία της στους φιλολόγους; Κρίνεται απαραίτητο να ενταχθεί σχετικό μάθημα στο πρόγραμμα σπουδών της Σχολής; Κατερίνα-Μαρία Χαραλαμπάκη Η απεργία των 100 ημερών». Η κρίση στην πανεπιστημιακή κοινότητα (1978). Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί σε μία παρουσίαση της απεργίας του ειδικού διδακτικού προσωπικού (Ε.Δ.Π.) το 1978 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και την ανάλυσή της μέσα από τις διεκδικήσεις και τις αντιδράσεις των βοηθών-επιμελητών ενάντια στον ν. 815, της κυβέρνησης Καραμανλή. Σκοπός της πρότασης είναι η ανάδειξη της σημασίας και του ρόλου της απεργίας στη διαμόρφωση του μεταπολιτευτικού πανεπιστημίου. Η ανακοίνωση εξετάζει το αίτημα για αποχουντοποίηση μέσα στα πανεπιστήμια καθώς και την αμφισβήτηση της ακαδημαϊκής αυθεντίας, μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο της περιόδου και τα κοινωνικά αιτήματα της εποχής. Η συγκεκριμένη απεργία θεωρείται ορόσημο σε σχέση με τα αιτήματα της και προπομπός για τις μετέπειτα μεταρρυθμίσεις του ελληνικού πανεπιστημίου, καθώς πρόκειται για την πρώτη μεγάλη κρίση στην πανεπιστημιακή κοινότητα της μεταπολιτευτικής περιόδου. Μέσα από την απεργία ξανατέθηκε με νέους όρους το δίπολο συντήρηση-προοδευτικότητα. Τα ζητούμενα της απεργίας (ίσες ευκαιρίες ως προς την εργασία, κατοχύρωση της επιστημονικής εξέλιξης και ανεξέλιξης, έμφαση στην ενεργό συμμετοχή των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, με βάση ουσιαστικά επιστημονικά χαρακτηριστικά και διδακτικά προσόντα, ίδιο θεσμικό πλαίσιο για όλους) συνομίλησαν με ένα ευρύτερο αίτημα για αναδιάρθρωση των θεσμών, το οποίο αποτέλεσε την αιχμή ενός δημόσιου προβληματισμού σχετικά με τη μορφή των πανεπιστημίων, την ιεραρχία και την παραγωγή της γνώσης και της έρευνας, τους τρόπους πάλης και αγώνα μέσα σε αυτά, τη μορφή του συνδικαλισμού, τη δημιουργία επαγγελματικής και συναδελφικής συνείδησης. Η ανακοίνωση θα βασιστεί σε σημερινές προφορικές μαρτυρίες των τότε απεργών. 12