Πομπήιος Τρόγος (1 ος αι. π.χ.) Α. Βίος: Παλαιότερα, οι περισσότεροι μελετητές θεωρούσαν ότι ο Πομπήιος Τρόγος (Pompeius Trogus) έζησε και έδρασε στα χρόνια του Αυγούστου. Σήμερα θεωρείται προτιμότερη μια χρονολόγηση στα χρόνια του Τιβερίου. Ο ιστορικός αυτός καταγόταν από Γαλάτες (Βοκοντίους), όπως εξάλλου φαίνεται και από το δεύτερο όνομά του (Trogus), που είναι γαλατικό. Το όνομά του (Pompeius) το οφείλει στο γεγονός ότι ο Πομπήιος Μάγνος είχε χορηγήσει στον παππού του το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη, προφανώς ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες του στον πόλεμο κατά του Σερτωρίου. Ο πατέρας του υπήρξε έμπιστος γραμματέας του Ιουλίου Καίσαρα. Β. Έργα: O Τρόγος συνέθεσε ένα έργο φυσικής ιστορίας, που περιείχε και μια πραγματεία με τον τίτλο De animalibus σε δέκα βιβλία, το οποίο δεν μας σώθηκε. Ιδιαίτερης σημασίας υπήρξε η παγκόσμια ιστορία που συνέγραψε, με τίτλο Historiae Philippicae σε 44 βιβλία. Γ. Historiae Philippicae: Η ιστορία αυτή δεν ήταν προσανατολισμένη στην εθνική ιστορία της Ρώμης, αλλά στην ιστορία της μακεδονικής ηγεμονίας και αποτελούσε συμπλήρωμα της περίπου σύγχρονης ιστορίας του Λιβίου (Ab urbe condita), που πραγματευόταν, βέβαια, τα κατορθώματα του ρωμαϊκού λαού και την εξέλιξη της ιστορίας της Ρώμης. Η διάρθρωση του έργου 1
έχει ως εξής: στα πρώτα έξι βιβλία ο Τρόγος ασχολείται με τα βασίλεια των Ασσυρίων, των Μήδων και των Περσών, ενώ στη συνέχεια περνά στους Σκύθες και από εκεί στους Έλληνες. Στα βιβλία 7 40 περιγράφεται η μακεδονική μοναρχία με τα βασίλεια των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έως την ενσωμάτωσή τους στο ρωμαϊκό κράτος. Στο τεσσαρακοστό πρώτο βιβλίο ο Τρόγος πραγματεύεται την ιστορία των Πάρθων και φτάνει έως την επιστροφή των πολεμικών λαβάρων στον Αύγουστο το 20 π. Χ. Στο τεσσαρακοστό τρίτο βιβλίο αρχίζει να ασχολείται με την πρώτη φάση της ρωμαϊκής ιστορίας, που τη διακόπτει στην εποχή του βασιλιά Ταρκυνίου Πρίσκου. Συνεχίζει με τους λαούς της δυτικής Μεσογείου (Γαλάτες, Ισπανούς) και ολοκληρώνει το έργο του με τη νίκη του Αυγούστου επί των Ισπανών το 20/19 π. Χ. Ο τίτλος της ιστορίας του Τρόγου είναι ελληνικός πρώτοι τον είχαν χρησιμοποιήσει στα έργα τους οι Έλληνες συγγραφείς Θεόπομπος από τη Χίο και Αναξιμένηςαπό τη Λάμψακο. Φαίνεται ότι ο Τρόγος γνώριζε άριστα την ελληνική γλώσσα, αν σκεφτούμε ότι οι πηγές του έργου του (εκτός από τον Λίβιο) ήταν ελληνικές. Δεν είναι βέβαιο ποιους ακριβώς συγγραφείς χρησιμοποίησε ο Τρόγος οι περισσότεροι, όμως, μελετητές υποστηρίζουν ότι η «βιβλιογραφία» του Τρόγου συνίσταται στον Τιμαγένη, τον Θεόπομπο, τον Έφορο, τον Τίμαιο, τον Ηρόδοτο, τον Κτησία, τον Δίωνα, τον Πολύβιο, τον Ποσειδώνιο κ.ά. Οι Historiae Philippicae του Τρόγου δεν σώζονται, παρά μόνο σε κάποια ελάχιστα αποσπάσματα. Το έργο το γνωρίζουμε σήμερα μέσω της επιτομής του Ιουστίνου, Epitoma historiarum Philippicarum. Ο Μάρκος Ιουνιανός Ιουστίνος (Marcus Iunian(i)us Iustinus) υπήρξε ρητοροδιδάσκαλος και ιστορικός του 2 ου 3 ου ή 4 ου αιώνα μ. Χ. Κατά την εργασία του διατήρησε τον αριθμό και τη σειρά των βιβλίων του πρωτοτύπου, μετέφερε αυτούσια κάποια αποσπάσματά του, ενώ άλλα τα παρέλειψε, δείχνοντας προτίμηση σε υλικό ανεκδοτολογικού 2
περιεχομένου. Γεγονός είναι ότι η επιτομή του Ιουστίνου είναι σαφώς κατώτερη από το πρωτότυπο έργο. Από τη στιγμή όμως που δεν έχουμε στη διάθεσή μας τις Historiae Philippicae του Τρόγου στο σύνολό τους, η επιτομή αυτή είναι πραγματικά πολύτιμη προκειμένου να αποκαταστήσουμε το περιεχόμενο του χαμένου έργου. Παράλληλα με την επιτομή, διασώθηκαν και οι Πρόλογοι των σαραντατεσσάρων βιβλίων των Φιλιππικών, ένα είδος περιλήψεων των περιεχομένων του κάθε βιβλίου. Οι Πρόλογοι αυτοί έγιναν από άγνωστο συγγραφέα και με βάση το ίδιο το έργο του Τρόγου, ενώ θεωρείται ότι αποδίδουν επιγραμματικά μεν, αλλά πιστά το περιεχόμενό του. Με την πάροδο των ετών, η Επιτομή του Ιουστίνου μαζί με τους Προλόγους παραμέρισαν εντελώς το πρωτότυπο έργο, με συνέπεια την απώλειά του. Δ. Επίδραση: Οι Historiae Philippicae του Πομπηίου Τρόγου άσκησαν επίδραση στους μεταγενέστερους λατίνους ιστορικούς συγγραφείς, π.χ. στον Βαλέριο Μάξιμο, στον Βελλήιο Πατέρκουλο, στον Κούρτιο, στον Φροντίνο, στην Historia Augusta, στον Αυγουστίνο και σε άλλους. Η Επιτομή του Ιουστίνου έγινε μέχρι και όλο τον Μεσαίωνα αγαπητό σχολικό ανάγνωσμα. Η δημοτικότητα του έργου φαίνεται και από την ποσότητα των χειρογράφων που το διασώζουν, διακόσια στον αριθμό. H editio princeps της Επιτομής του Ιουστίνου πραγματοποιήθηκε το 1470 στη Βενετία από τον Ν. Ienson. To 1686 μεταφράστηκε στην ομιλουμένη ελληνική από τον Ιωάννη Μάκολα και το 1817 πάλι στην ίδια γλώσσα από το διδάσκαλο του Γένους, Δανιήλ Φιλιππίδη. 3
Ε. Λατινικό κείμενο (Historiae Philippicae, 1.1) [I] Principio rerum gentium nationumque imperium penes reges erat, quod ad fastigium huius maiestatis non ambitio popularis, sed spectata inter bonos moderatio provehebat. Populus nullis legibus tenebatur, arbitria principum pro legibus erant. Fines imperii tueri magis quam proferre mos erat; intra suam cuique patriam regna finiebantur. Primus omnium Ninus, rex Assyriorum, veterem et quasi avitum gentibus morem nova imperii cupiditate mutavit. Hic primus intulit bella finitimis et rudes adhuc ad resistendum populos terminos usque Libyae perdomuit. Fuere quidem temporibus antiquiores Vezosis Aegyptius et Scythiae rex Tanaus, quorum alter in Pontum, alter usque Aegyptum excessit. Sed longinqua, non finitima bella gerebant nec imperium sibi, sed populis suis gloriam quaerebant continentique victoria imperio abstinebant. Ninus magnitudine quaesitae dominationis continua possessione firmavit. Domitis igitur proximis, cum accessione virium fortior ad alios transiret et proxima quaeque victoria instrumentum sequentis esset, totius Orientis populos subegit. Postremum bellum illi fuit cum Zoroastre, rege Bactrianorum, qui primus dicitur artes magicas invenisse et mundi principia siderumque motus diligentissime spectasse. Hoc occiso et ipse decessit, relicto adhuc impubere filio Ninia et uxore Semiramide. 4
Στ. Μετάφραση (Β. Παππάς): Στην αρχή των λαών και των εθνών, η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των βασιλιάδων. Στην κορυφή αυτού του αξιώματος δεν τους ανέβασε η κολακεία του λαού, αλλά η μετριοπάθειά τους που αποδεικνυόταν ανάμεσα στους αγαθούς πολίτες. Ο λαός δεν είχε κανένα νόμο. Οι κρίσεις των βασιλιάδων είχαν τη θέση νόμων. Ήταν συνήθεια κυρίως να διαφυλάττουν τα όρια της επικράτειάς τους, παρά να την επεκτείνουν. Η εξουσία του καθενός περιοριζόταν στην πατρίδα του. Πρώτος από όλους, ο Νίνος, βασιλιάς των Ασσυρίων, άλλαξε αυτή την παλιά και κατά κάποιον τρόπο πατρική συνήθεια των λαών, με την επιθυμία του για νέα εξουσία. Πρώτος αυτός κήρυξε πόλεμο στους γειτονικούς λαούς και υπέταξε έως τα όρια της Λιβύης λαούς που λόγω της αγριότητάς τους ήταν ανίκανοι να αντισταθούν. Υπήρχαν, βέβαια, και οι αρχαιότεροι στα χρόνια, Βέζοσις ο Αιγύπτιος και Ταναός ο βασιλιάς της Σκυθίας, από τους οποίους ο ένας εκστράτευσε έως τον Πόντο και ο άλλος έως την Αίγυπτο. Αλλά εκείνοι διεξήγαγαν μακρινούς και όχι γειτονικούς πολέμους και ούτε ζητούσαν εξουσία για τους ίδιους, αλλά δόξα για τους λαούς τους και, ευχαριστημένοι με τη νίκη, απείχαν από τη διεκδίκηση εξουσίας. Ο Νίνος στερέωσε το μέγεθος της ζητούμενης αρχής με τη συνεχή κατάκτηση. Αφού υπέταξε τους γειτονικούς λαούς, επιτεθόταν σε άλλους όντας δυνατότερος με την προσθήκη ανδρών [που αντλούσε από τις νίκες του]. Έτσι, η κάθε κοντινή νίκη γινόταν όργανο της επόμενης και υπέταξε τους λαούς ολόκληρης της Ανατολής. Τελευταίο πόλεμο έκανε με εκείνο τον Ζωροάστρη, βασιλιά της Βακτριανής, ο οποίος λέγεται ότι πρώτος ανακάλυψε τις μαγικές τέχνες και μελέτησε με πολύ μεγάλη επιμέλεια τις αρχές του κόσμου και τις κινήσεις των αστεριών. 5
Αφού αυτός φονεύθηκε, εκείνος πέθανε αφήνοντας έναν ανήλικο ακόμη γιο και τη γυναίκα του, Σεμιράμιδα. 6